ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D109
(2015) 1 ΑΑΔ 313
17 Φεβρουαρίου, 2015
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 KAI 9 ΤOY ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΝΙΚΗΣ ΗΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑ - ΚΑΜΙΝΙΚ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 2111/2014 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΚΑΙ/Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 28/3/2014 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΥΠ ΑΡΙΘΜΟ 2111/2014,
ΚΑΙ
ΜΕΤΑΞΥ:
ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΚΟΝΤΕΑΣ,
ΠΑΡΑΠΟΝΟΥΜΕΝΗΣ,
ΚΑΙ
ΝΙΚΗΣ ΗΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑ - ΚΑΜΙΝΙΚ,
ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΗΣ.
(Πoλιτική Αίτηση Αρ. 27/2015)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Καταδολίευση εξ αποφάσεων πιστωτών ― Νόμος 60(I)/2008 ως έχει τροποποιηθεί ― Παραχωρήθηκε άδεια για καταχώρηση αίτησης έκδοσης προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari προς το σκοπό ακύρωσης διατάγματος προς είσπραξη των οφειλομένων δόσεων ως χρηματικής ποινής, χωρίς να έχει υπάρξει αίτηση από διάδικο.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Το Δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας, όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του πρωτόδικου δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
Με την αίτηση η αιτήτρια επιδίωξε την παραχώρηση άδειας για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari, προς ακύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία διατάχθηκε η είσπραξη των οφειλομένων δόσεων ως χρηματικής ποινής, χωρίς να έχει υπάρξει αίτηση από διάδικο.
Η αιτήτρια, ως εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτιδα, διατάχθηκε να πληρώσει το χρέος της με δόσεις και επειδή δεν ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της, οι εκ δικαστικής αποφάσεως δανειστές καταχώρισαν εναντίον της ποινική υπόθεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας βάσει του περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών Νόμου του 2008 (Ν.60(1)/08).
Το κατηγορητήριο, το οποίο αφορούσε καθυστερημένες δόσεις από 1.7.10 - 1.12.13 ύψους €34.000, επιδόθηκε στην αιτήτρια νομότυπα αλλά αυτή δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία για να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Η υπόθεση οδηγήθηκε σε απόδειξη, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να την κρίνει ένοχη για το αδίκημα της παράλειψης καταβολής δόσεων του Άρθρου 3(1)(γ) του Νόμου και να της επιβάλει πρόστιμο €2.000.
Περαιτέρω, ικανοποίησε και αίτημα του συνηγόρου των παραπονουμένων και εξέδωσε βάσει του Άρθρου 4(3) του Νόμου και διάταγμα είσπραξης των καθυστερημένων δόσεων κατ' ακολουθία του οποίου εκδόθηκε εναντίον της αιτήτριας το ένταλμα υπ' αρ. 4312/14 για το συνολικό ποσό των €36.159,75 σεντ.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Από έρευνα στο φάκελο της υπόθεσης, προέκυπτε ότι το διάταγμα είσπραξης εκδόθηκε χωρίς να υποβληθεί η προβλεπόμενη από το Άρθρο 4(3) του Νόμου αίτηση.
β) Το Δικαστήριο δεν είχε δικαίωμα να εκδώσει χωρίς να προηγηθεί η υποβολή αίτησης και ενόψει τούτου η παρούσα περίπτωση ήταν κατάλληλη για άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για ικανοποίηση του αιτήματος παροχής άδειας για καταχώριση αίτησης certiorari.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η αίτηση προωθήθηκε στη βάση της αντίληψης ότι το διάταγμα εκδόθηκε χωρίς να υποβληθεί η προβλεπόμενη από το Άρθρο 4(3) του Νόμου αίτηση και ως εκ τούτου το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να το εκδώσει ή η έκδοση του συνιστούσε υπέρβαση δικαιοδοσίας.
2. Ο Νόμος δεν προνοεί τον τύπο της αναφερόμενης από το πιο πάνω άρθρο, αίτησης, ούτε κατά πόσο αυτή πρέπει απαραιτήτως να είναι γραπτή. Ενόψει τούτου εγειρόταν ερμηνευτικό ζήτημα της υπό αναφορά πρόνοιας, αλλά στην απόφαση Προδρόμου (κατωτέρω) φαίνεται πως το Εφετείο υιοθέτησε τη θέση του εφεσείοντα για την ανάγκη υποβολής γραπτής αίτησης ως προϋπόθεση έκδοσης διατάγματος είσπραξης.
3. Η προαναφερθείσα απόφαση ήταν δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο και εξ αυτής αποκαλυπτόταν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας σ' ότι αφορούσε στην έκδοση του εντάλματος είσπραξης χωρίς να προηγηθεί υποβολή γραπτής αίτησης και λαμβάνοντας υπόψη ότι φαινόταν να μην υπήρχε άλλο ένδικο μέσο για προσβολή της πρωτόδικης απόφασης.
4. Συνακόλουθα η σχετική διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί θετικά επί του θέματος με την παραχώρηση άδειας.
Η αίτηση για άδεια επιτράπηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Προδρόμου ν. Τράπεζα Κύπρου (2014) 2 Α.Α.Δ. 108, ECLI:CY:AD:2014:B126,
Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,
Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 A.A.Δ. 853,
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464,
Marewave Shipping & Trading Company Lid (1992) 1 A.A.Δ. 116,
Κωνσταντινίδης (2003) 1 A.A.Δ. 1298,
Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 A.A.Δ. 692.
Αίτηση.
Κ. Κώστα (κα), για Σπ. Ιωάννου, για την Αιτήτρια.
Ex tempore
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση η αιτήτρια αποβλέπει σε άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari με το οποίο «. να διατάσσεται η μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο για ακύρωση ή και παραμερισμό της απόφασης ή και πρακτικών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας στην ποινική υπόθεση 2111/14».
Τα γεγονότα που συνθέτουν την υπόθεση, όπως αυτά διατυπώνονται από την αιτήτρια στη σχετική έκθεση και τη συνοδευτική ένορκη δήλωση, έχουν ως ακολούθως:
Η αιτήτρια, ως εκ δικαστικής αποφάσεως ωφειλέτιδα, διατάχθηκε να πληρώσει το χρέος της με δόσεις και επειδή δεν ήταν συνεπής στις υποχρεώσεις της, οι εκ δικαστικής αποφάσεως δανειστές καταχώρισαν εναντίον της την ποινική υπόθεση 2111/14 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας βάσει του περί Καταδολίευσης των εκ Δικαστικής Αποφάσεως Πιστωτών Νόμου του 2008 (Ν.60(1)/08, στο εξής ο Νόμος).
Το κατηγορητήριο, το οποίο αφορούσε καθυστερημένες δόσεις από 1.7.10 - 1.12.13 ύψους €34.000, επιδόθηκε στην αιτήτρια νομότυπα αλλά αυτή δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία για να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Ο λόγος, όπως ισχυρίζεται, γιατί ο πρώην σύζυγός της, ο οποίος ήταν και πρωτοφειλέτης, τη διαβεβαίωσε πως είχε κάνει διευθετήσεις με τους εκ δικαστικής αποφάσεως δανειστές και ως εκ τούτου δεν χρειαζόταν να παρουσιαστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Φαίνεται όμως πως τέτοιες διευθετήσεις δεν έγιναν και στις 28.3.14 η υπόθεση οδηγήθηκε σε απόδειξη, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να την κρίνει ένοχη για το αδίκημα της παράλειψης καταβολής δόσεων του Άρθρου 3(1)(γ) του Νόμου και να της επιβάλει πρόστιμο €2.000. Περαιτέρω, το Δικαστήριο, ικανοποίησε και αίτημα του συνηγόρου των παραπονουμένων και έκδωσε βάσει του Άρθρου 4(3) του Νόμου και διάταγμα είσπραξης των καθυστερημένων δόσεων κατ' ακολουθία του οποίου εκδόθηκε εναντίον της αιτήτριας το ένταλμα υπ' αρ. 4312/14 για το συνολικό ποσό των €36.159,75 σεντ.
Είναι ισχυρισμός της αιτήτριας, ότι από έρευνα που έκαναν οι συνήγοροι της στο φάκελο της υπόθεσης διαπιστώθηκε ότι το διάταγμα είσπραξης εκδόθηκε χωρίς να υποβληθεί η προβλεπόμενη από το Άρθρο 4(3) του Νόμου αίτηση και σ' ότι αφορά την αναγκαιότητα υποβολής τέτοιας αίτησης παρέπεμψε στην Προδρόμου ν. Τράπεζα Κύπρου (2014) 2 Α.Α.Δ. 108, ECLI:CY:AD:2014:B126. Πρόκειται, εισηγήθηκε η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας, για διάταγμα που το Δικαστήριο δεν είχε δικαίωμα να εκδώσει χωρίς να προηγηθεί η υποβολή αίτησης και ενόψει τούτου η παρούσα περίπτωση είναι κατάλληλη για άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου για ικανοποίηση του αιτήματος παροχής άδειας για καταχώριση αίτησης certiorari.
Εξέτασα ό,τι τέθηκε ενώπιον μου και να υπενθυμίσω ότι η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου (Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Αναφορικά με τις Αιτήσεις της Αυγής Ι. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 A.A.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Κωνσταντινίδης (2003) 1 A.A.Δ. 1298, Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 A.A.Δ. 692).
Όπως σημειώνεται πιο πάνω, η αίτηση προωθήθηκε στη βάση της αντίληψης ότι το διάταγμα εκδόθηκε χωρίς να υποβληθεί η προβλεπόμενη από το Άρθρο 4(3) του Νόμου αίτηση και ως εκ τούτου το Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να το εκδώσει ή η έκδοση του συνιστά υπέρβαση δικαιοδοσίας.
Το Άρθρο 4(3) του Νόμου, κατ' επίκληση του οποίου προωθήθηκε η αίτηση, έχει ως ακολούθως:
«Το δικαστήριο σε περίπτωση καταδίκης δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του Άρθρου 3, εκδίδει, εφόσον υποβληθεί αίτηση προς τούτο, διάταγμα είσπραξης των οφειλομένων δόσεων του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους, ως χρηματικής ποινής, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή οιουδήποτε άλλου νόμου καταργούντος ή τροποποιούντος τούτο».
Ο Νόμος δεν προνοεί τον τύπο της αναφερόμενης από το πιο πάνω άρθρο αίτησης, ούτε κατά πόσο αυτή πρέπει απαραιτήτως να είναι γραπτή. Ενόψει τούτου εγείρεται ερμηνευτικό ζήτημα της υπό αναφορά πρόνοιας, αλλά στην Προδρόμου (ανωτέρω) φαίνεται πως το Εφετείο υιοθέτησε τη θέση του εφεσείοντα για την ανάγκη υποβολής γραπτής αίτησης ως προϋπόθεση έκδοσης διατάγματος είσπραξης. Και αυτό αφού δέχτηκε ότι κακώς το (πρωτόδικο) Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα είσπραξης χωρίς την υποβολή αίτησης, παρατηρώντας συναφώς ότι «.δεν υπάρχει τρόπος να υπερβούμε τη σαφή πρόνοια του νόμου με την εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για την εφεσίβλητη ότι το Δικαστήριο εν πάση περιπτώσει έχει δικαίωμα αυτεπαγγέλτως να εκδώσει τέτοιο διάταγμα. Εδώ το θέμα ρυθμίζεται ρητώς και σαφώς δια νόμου και οι πρόνοιες του νόμου πρέπει να τηρηθούν. Εφόσον δεν είχε υπάρξει αίτηση προς είσπραξη των οφειλόμενων δόσεων ως χρηματικής ποινής, το Δικαστήριο δεν είχε δικαίωμα να εκδώσει το διάταγμα. Δεν είναι τυπικής φύσεως η πρόνοια αυτή αλλά ουσιαστική, εφόσον η αίτηση η οποία μπορεί να υποβληθεί θα κριθεί αναλόγως των συνθηκών οι οποίες θα τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου και αφορούν όχι μόνο την επιλογή της υποβολής αίτησης αλλά και την κρίση του Δικαστηρίου επί αυτής. Περαιτέρω, προκύπτει θέμα ενδεχόμενης ένστασης του καταδικασθέντος ώστε το Δικαστήριο να πρέπει να ασκήσει δικαστική κρίση. Πέραν τούτου, και λαμβανομένων υπόψη όλων των παραμέτρων που πρέπει να σταθμισθούν, υπάρχει και το θέμα της ενδεχόμενης αναστολής εκτελέσεως που προβλέπεται στο νόμο. Όλα αυτά μπορούν να εξετασθούν μόνο εφόσον υποβληθεί αίτηση».
Όπως γίνεται αντιληπτό η προαναφερθείσα απόφαση είναι δεσμευτική για το παρόν Δικαστήριο και εξ αυτής αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση για έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας σ' ότι αφορά την έκδοση του εντάλματος είσπραξης χωρίς να προηγηθεί υποβολή γραπτής αίτησης και λαμβάνοντας υπόψη ότι φαίνεται να μην υπάρχει άλλο ένδικο μέσο για προσβολή της πρωτόδικης απόφασης θα ασκήσω θετικά τη διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος και θα παραχωρήσω την αιτούμενη άδεια.
Για όλα τα πιο πάνω η αίτηση για άδεια καταχώρισης αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari γίνεται αποδεκτή και η αίτηση για έκδοση τέτοιου εντάλματος να καταχωρηθεί σε 3 εβδομάδες από σήμερα. Σ' ότι δε αφορά τα έξοδα αυτά επιφυλάσσονται.
Η αίτηση για άδεια επιτρέπεται.