ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:A70

(2015) 1 ΑΑΔ 187

5 Φεβρουαρίου, 2015

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]

 

WAIL ABULJEBAIN,

 

Εφεσείων - Ενάγων,

 

ν.

 

1. UNETEC-UNITED ENGINEERING AND TECHNICAL

   CONSULTANTS LTD,

2. ΑΓΗ ΑΓΑΠΙΟΥ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΑΥΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ YUSEF KHALIL SHUHAIBAR,

3. ΙΩΣΗΦ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΑΥΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ YUSEF KHALIL SHUHAIBAR,

4. KHALIL YUSEF SHUHAIBAR,

 

Εφεσιβλήτων - Εναγομένων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 182/2009)

 

 

Εταιρείες ― Κατά πόσον ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα εναντίον του εφεσείοντα προσωπικά και της εφεσίβλητης 1 διά των διευθυντών της, για απόδοση ενόρκως συγκεκριμένων λογαριασμών ― Κατά πόσον παρά τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε εμπιστευτική σχέση μεταξύ των διαδίκων, αναγκαία σύμφωνα με το ίδιο, ορθά προχώρησε σε έκδοση του ειρημένου Διατάγματος.

 

Εταιρείες ― Καθήκοντα εμπιστοσύνης ― Διευθυντές ― Οι Διευθυντές εταιρείας οφείλουν, εκτός ορισμένων περιορισμένων εξαιρέσεων στις οποίες δεν μπορούσε να περιληφθεί και η επίδικη περίπτωση, τα καθήκοντα εμπιστοσύνης (fiduciary duties) στην εταιρεία και όχι στους μετόχους ― Επίσης καμιά τέτοια υποχρέωση έχουν είτε προς μητρική ή αδελφική εταιρεία.

 

[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]

 

H έφεση επιτράπηκε με έξοδα.

Έφεση.

 

Έφεση από τον Ενάγοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, (Ζωμενής, Α.Ε.Δ. )(Αγωγή Αρ. 11707/1999), ημερομηνίας 3/2/2009.

 

Μ. Τζιούτ (κα) για Α. Νεοκλέους & Σία ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.

 

Ρ. Ιάσωνος (κα) για Chr. Demetriades & Co LLC για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Παρπαρίνος.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη 1/εναγόμενη 1, είναι κυπριακή εταιρεία νομοτύπως εγγεγραμμένη. Εγγεγραμμένοι μέτοχοι της παρουσιάζονται στο σχετικό μητρώο ο εφεσείων/ενάγοντας με δυο μετοχές και ο αποβιώσας Yusef Khalil Shuhaibar με 9998 μετοχές. Ο εφεσείων με την αγωγή του αξίωνε τις 4998 μετοχές του αποβιώσαντα στη βάση ισχυριζόμενης μεταξύ τους προφορικής συμφωνίας που έγινε περί το 1995. Περαιτέρω αξίωνε και το ποσό των 110,000 δολλαρίων Αμερικής, το οποίο ως ισχυρίζετο, δάνεισε στον αποβιώσαντα. Τέλος αξίωνε την διαγραφή του εφεσίβλητου 4/εναγομένου 4 από το μητρώο Διευθυντών της εφεσίβλητης 1, καθ' ότι σύμφωνα με αυτόν, ο διορισμός του έγινε παράνομα και αντικανονικά. Να σημειωθεί ότι ο εφεσίβλητος 4 είναι υιός του αποβιώσαντα.

 

Οι εφεσίβλητοι 2 και 3, που ενάγοντο υπό την ιδιότητα τους ως διαχειριστές της περιουσίας του αποβιώσαντα, με την έκθεση υπεράσπισης αρνούντο όλες τις αξιώσεις του εφεσείοντα. Το ίδιο και ο εφεσίβλητος 4. Περαιτέρω και οι τρεις τους ανταπαίτησαν εναντίον του εφεσείοντα και εφεσίβλητης 1 διάταγμα απόδοσης λογαριασμού για τα έτη 1998 και εντεύθεν και επιστροφή οιονδήποτε ποσών ήθελε ευρεθεί ότι οφείλονται, πλέον αποζημιώσεις. Η εφεσίβλητη 1 δέκτηκε ότι ο διορισμός του εφεσίβλητου 4 ήταν παράνομος και παράτυπος ενώ αρνείτο όλες τις υπόλοιπες αξιώσεις των εφεσιβλήτων 2-4. Ο εφεσείων απέσυρε, πρωτόδικα, την αγωγή του εναντίον της εφεσίβλητης 1 με αποτέλεσμα την απόρριψη της και περαιτέρω αποτέλεσμα να παραμείνουν προς εκδίκαση οι υπόλοιπες εκατέρωθεν αξιώσεις. Με απόφαση του το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαίωσε τους εφεσίβλητους 2-4, απέρριψε την αξίωση του εφεσείοντα εναντίον τους και εξέδωσε διάταγμα εναντίον του εφεσείοντα προσωπικά και της εφεσίβλητης 1 δια των διευθυντών της, πλην του εφεσίβλητου 4, απόδοσης ενόρκως λογαριασμών αναφορικά:

 

«(i) με τα κέρδη όλων των εργασιών των εναγομένων 1 για τα έτη 1998 μέχρι την ημερομηνία καταχώρησης των λογαριασμών με λεπτομερή αναφορά σε όλα τα έργα για τα οποία παρείχαν υπηρεσίες είτε προσωπικά είτε για λογαριασμό των Uniterd Engineering and Technical Consultants από το Κουβέϊτ.

 

(ii)  με τα ποσά τα οποία ο ενάγων έχει αναλάβει ως μισθούς, μερίσματα ή με οποιοδήποτε άλλο αιτιολογικό από τα κέρδη της εναγομένης 1 για τα έτη από 1998 μέχρι την καταχώρηση των λογαριασμών.

 

(iii)  με το τι απέγιναν τα έσοδα από τις εργασίες της εναγομένης 1 για την περίοδο από το 1998 μέχρι την καταχώρηση των λογαριασμών.»

 

Ο εφεσείων με ένα και μοναδικό λόγο έφεσης προσβάλλει την πρωτόδικη απόφαση γι' απόδοση λογαριασμών ως λανθασμένη.  Στηρίζει τη θέση του αυτή στο ότι παρά την διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν υπήρχε εμπιστευτική σχέση μεταξύ των διαδίκων, αναγκαία σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, εντούτοις προχώρησε σε έκδοση του ειρημένου Διατάγματος.  Επίσης λανθασμένη κρίνεται σύμφωνα με τον εφεσείοντα η θεώρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι:

 

«η κατοχή υπό των εφεσιβλήτων 2 και 3 του 99,98% των μετοχών της εφεσίβλητης 1, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ενεργούν προς όφελος ή για λογαριασμό του συνόλου των μετόχων, και όχι ατομικά, κάτι που θα δικαιολογούσε την έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων».

 

Το ίδιο θεωρεί την τρίτη δικαιολογία επί της οποίας στήριξε το πρωτόδικο Δικαστήριο την έκδοση του προσβαλλόμενου Διατάγματος. Σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο φαινόταν να υπήρχε συνεργασία μεταξύ της εφεσίβλητης 1 και της Κουβετιανής εταιρείας Unitec Kuwait, ιδιοκτησίας του αποβιώσαντος, σε τέτοιο βαθμό που να προσομοιάζει με σχέση συνεταιρισμού ώστε να μπορεί να ζητηθεί απόδοση λογαριασμού απ' αυτή δια μέσω των εφεσιβλήτων 2 και 3 διαχειριστών του αποβιώσαντος ιδιοκτήτη της, ο δε εφεσίβλητος 4 «ως μετέπειτα και νυν ιδιοκτήτης της».  Επίσης είναι η θέση του ότι τα Άρθρα 140, 150, 151 και 152 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 130 επί των οποίων στηρίχτηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο και εξέδωσε το προσβαλλόμενο διάταγμα δεν δικαιολογούν αυτό.

 

Οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.

 

Τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τα οποία να σημειωθεί δεν αμφισβητούνται και τα οποία έλαβε υπόψη το πρωτόδικο Δικαστήριο γι' έκδοση των προσβαλλομένων διαταγμάτων είναι τ' ακόλουθα:

 

«...η εναγομένη 1 εξακολουθούσε να έχει δραστηριότητες στο εξωτερικό και μετά το έτος 1998. Εξακολουθούσαν επίσης να διακινούνται μεγάλα χρηματικά ποσά στον λογαριασμό της εναγομένης 1 στην Societe General, αφού όπως προκύπτει από την μαρτυρία του Pascal Hagge αποσύρθηκαν μεγάλα ποσά, μεταξύ άλλων με επιταγές που εκδόθηκαν με οδηγίες του ενάγοντα είτε στο όνομα της εταιρείας είτε στο όνομα του ενάγοντα. Ταυτόχρονα φαίνεται να υπήρχαν και εισοδήματα από το εξωτερικό. Επίσης μέχρι 30.9.2000 η εναγομένη 1 εμφανιζόταν να εργοδοτεί αριθμό υπαλλήλων. Ο ενάγων αρνείται να ενημερώσει σχετικά τους εναγόμενους 2, 3 και 4, παρεμποδίζει την εγγραφή των μετοχών του αποβιώσαντα επ' ονόματι των διαχειριστών της περιουσίας του και τους παρεμποδίζει να ασκήσουν τα δικαιώματα που συνεπάγεται η κατοχή του 99,98% των μετοχών. Παρεμποδίζει επίσης τον εναγόμενο 4 να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της εναγομένης 1. Έχει συστήσει άλλη εταιρεία την οποία ελέγχει ο ίδιος μαζί με μέλη της οικογένειας του η οποία έχει ονομασία που προσομοιάζει σε μεγάλο βαθμό με αυτή της εναγομένης 1 και η οποία έχει εργοδοτήσει τους περισσότερους από τους υπαλλήλους της εναγομένης 1, στεγάζεται μάλιστα στα γραφεί που χρησιμοποιούσε η εναγομένη 1.»

 

Προσεκτική εξέταση όλων των πιο πάνω αποκαλύπτει οικονομικές δραστηριότητες, συμφέροντα και δικαιώματα που αφορούν την εφεσίβλητη 1 και τα οποία θίγονται από τις ενέργειες και πράξεις του εφεσείοντα. Η μόνη περίπτωση απ' αυτά που δεν αφορά την εφεσίβλητη 1 είναι ότι «ο ενάγων παρεμποδίζει την εγγραφή των μετοχών του αποβιώσαντα επ' ονόματι των διαχειριστών της περιουσίας του και τους παρεμποδίζει ν' ασκήσουν τα δικαιώματα που συνεπάγεται η κατοχή του 99,98% των μετοχών όπως και ότι παρεμποδίζει τον εναγόμενο 4 να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της εναγομένης». Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα των Gower & Davies, Principles of Modern Company Law, 4η έκδοση, σελ. 647, σε τέτοια περίπτωση ενάγουσα είναι η εταιρεία, εδώ η εφεσίβλητη και η ανταξίωση θα έπρεπε να παρουσιαστεί από τους μετόχους (εφεσίβλητους 2 και 3) εκ μέρους της εταιρείας (εφεσίβλητης 1) υπό μορφή παράγωγης αγωγής (derivative action) και οι θεραπείες που θα επιδίκαζε το Δικαστήριο θα ήταν προς όφελος της εταιρείας (εφεσίβλητης 1). Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρόλο που επισήμανε αυτό και το ανάφερε στην απόφαση του, εντούτοις προχώρησε στην έκδοση των προσβαλλομένων διαταγμάτων τα οποία έχουν ως αντικείμενο περιουσιακά δικαιώματα και συμφέροντα που ανήκουν στην εφεσίβλητη 1/εναγόμενη 1. Η βάση επί της οποίας στηρίχθηκε προκειμένου να εκδώσει αυτά κρίνεται εντελώς λανθασμένη. Όλες και οι τρεις βάσεις τις οποίες αναφέρει το πρωτόδικο Δικαστήριο προκειμένου να στηρίξει την υπ' αυτού έκδοση του προσβαλλόμενου διατάγματος, απόδοση λογαριασμών από τον εφεσείοντα δεν είναι ορθές στα περιστατικά και γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Επίσης είναι και αντινομικές. Όπως είναι γνωστό οι Διευθυντές εταιρείας οφείλουν, εκτός ορισμένων περιορισμένων εξαιρέσεων στι οποίες δεν μπορεί να περιληφθεί και η παρούσα περίπτωση, τα καθήκοντα εμπιστοσύνης (fiduciary duties) στην εταιρεία και όχι στους μετόχους. Επίσης καμιά τέτοια υποχρέωση έχουν είτε προς μητρική ή αδελφική εταιρεία (βλ. Gower΄s Principles of Modern Company Law, 4η έκδοση, 9η έκδοση, σελ. 572 και επόμενα και σελ. 505 και επόμενα αντίστοιχα). Τέλος η τρίτη βάση επί της οποίας το πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίχτηκε είναι η νομοθεσία, ο περί Εταιρειών Νόμος Κεφ. 113, Άρθρα 140, 150, 151 και 152.  Απλή όμως ανάγνωση των πιο πάνω άρθρων, αποκαλύπτει υποχρεώσεις της εφεσίβλητης 1, όπως ρητά αναφέρει και το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του και συνεπώς δεν αφορά τον εφεσείοντα.

 

Όσον αφορά την παρεμπόδιση των εφεσιβλήτων 2 και 3 να εγγράψουν τις μετοχές τους αποβιώσαντα επ' ονόματι των διαχειριστών και παρεμπόδιση τους να ασκήσουν τα δικαιώματα που τους παρέχονται ως εκ της κατοχής του 99,98% των μετοχών όπως επίσης την παρεμπόδιση του εφεσίβλητου 4 να συμμετέχει στο διοικητικό συμβούλιο της εφεσίβλητης 1, που γίνεται μνεία στην πρωτόδικη απόφαση, παρατηρούμε ότι ουδεμία θεραπεία ζητήθηκε με την ανταπαίτηση προς την κατεύθυνση αυτή, ούτε εφεσιβλήθηκε η μη παροχή τέτοιας θεραπείας.

 

Η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται κατά το μέρος που αφορά προσωπικά τον εφεσείοντα/ενάγοντα. Επιδικάζονται €1.500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του εφεσείοντα. Επίσης η πρωτόδικη διαταγή για έξοδα που αφορά τον εφεσείοντα/ενάγοντα ακυρώνεται και αντικαθίσταται με διαταγή για έξοδα υπέρ του, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

 

H έφεση επιτρέπεται με έξοδα.

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο