ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ηρακλής Κυριακίδης, μαζί με Νικολέτα Θεοδώρου (κα), για την Αιτήτρια. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-12-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ: LAMDA CARD SERVICES LTD, Πολιτική Αίτηση Αρ. 157/2015, 10/12/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D821

(2015) 1 ΑΑΔ 2737

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 157/2015)

 

10 Δεκεμβρίου, 2015

 

[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ:  LAMDA CARD SERVICES LTD, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ/ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/10/2015 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ

ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30/10/2015, ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΕΙΣΑΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ

ΑΓΩΓΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 4295/2015

 

________________________

 

Ηρακλής Κυριακίδης, μαζί με Νικολέτα Θεοδώρου (κα), για την Αιτήτρια.

Αναστάσιος Αντωνίου, για την Καθ' ης η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Κατόπιν αδείας, η οποία δόθηκε στο πλαίσιο μονομερούς αίτησης, καταχωρίστηκε η παρούσα διά κλήσεως πρωτογενής αίτηση, κατ' επίκληση της εξουσίας που παρέχει στο Ανώτατο Δικαστήριο το ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος.  Με αυτήν, η αιτήτρια εταιρεία ζητά την έκδοση εντάλματος certiorari, προς το σκοπό ακύρωσης προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε μονομερώς στις 30.10.2015 στο πλαίσιο της αγωγής 4295/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στη βάση ότι υπάρχει προφανές νομικό σφάλμα στο σχετικό πρακτικό του Δικαστηρίου.  Το υπό αναφορά διάταγμα είναι του τύπου mareva και, με αυτό, εμποδίζεται η αιτήτρια να διαθέσει και/ή να μεταφέρει και/ή να αποξενώσει ποσό μέχρι Η.Π.Α.$142.418,29 ή το ισόποσο σε ευρώ.  Με την παραχώρηση της άδειας που αναφέρεται πιο πάνω, η ισχύς του έχει, συγχρόνως, ανασταλεί και θα επανέλθει, μόνο αν αυτό δεν ακυρωθεί.    

 

Η άδεια για καταχώριση της υπό εξέταση αίτησης δόθηκε για συγκεκριμένο λόγο, ο οποίος κρίθηκε ως έγκυρος, εκ πρώτης όψεως, προκειμένου αυτός να εξεταστεί περαιτέρω, στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, με τη συμμετοχή, πλέον, και της καθ' ης η αίτηση· το προσωρινό διάταγμα είχε εκδοθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο, κατόπιν δικής της αίτησης.  ΄Ο,τι εγείρεται, λοιπόν, προς εξέταση αφορά στο κατά πόσο «τηρήθηκε ο όρος που είχε θέσει το Δικαστήριο που εξέδωσε το υπό αναφορά διάταγμα στις 30.10.2015, αναφορικά με την εγγύηση, που προνοεί το άρθρο 9(2) του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6». Στο πλαίσιο της ακρόασης, διευκρινίστηκε, περαιτέρω, ότι το υπό εξέταση θέμα αφορά στο ποσό της εγγύησης που είχε διαταχθεί να παραχωρηθεί, ως όρος, για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε, προφανώς, με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, που προβλέπει το άρθρο 9(1) του Κεφ. 6

 

Κατά το στάδιο των αγορεύσεων, η θέση που πρόβαλε ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας είναι πως το ποσό των Η.Π.Α.$100.000,00, το οποίο αναγράφεται στο έγγραφο της εγγύησης που κατατέθηκε στον Πρωτοκολλητή, προς συμμόρφωση με τον προαναφερθέντα όρο, πασιφανώς, είναι διαφορετικό από το ποσό των €100.000,00, που αναφέρεται ως κατατεθείσα εγγύηση στο συνταγμένο (drawn up) προσωρινό διάταγμα.  Ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ' ης η αίτηση ανέφερε, με τη σειρά του, ότι η εγγύηση, την οποία είχε καθορίσει το πρωτόδικο Δικαστήριο ως όρο για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, είναι το ποσό που αναγράφεται στο έγγραφο της εγγύησης η οποία κατατέθηκε στον Πρωτοκολλητή, δηλαδή, Η.Π.Α.$100.000,00.

 

Από τις πιο πάνω τοποθετήσεις, είναι φανερό ότι οι συνήγοροι αναφέρονται σε διαφορετικό έγγραφο, ο καθένας, στο οποίο το Δικαστήριο πρέπει να επικεντρώσει την προσοχή του, προκειμένου να αποφασίσει σε σχέση με το υπό εξέταση θέμα.  Ειδικά, η αναφορά του συνηγόρου της καθ' ης η αίτηση είναι στο πρακτικό το οποίο τήρησε το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος.  Καμιά πλευρά, όμως, δεν έθεσε το εν λόγω πρακτικό ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου.  Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί, αντικειμενικά, το περιεχόμενο του συγκεκριμένου όρου, τον οποίο έθεσε το Δικαστήριο για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος και, ειδικά, αν το ποσό που είχε ορίσει με αυτόν ήταν σε δολάρια Η.Π.Α. ή σε ευρώ.  Πρέπει δε να τονιστεί πως, μόνο από το πρακτικό αυτό, είναι δυνατό να ελεγχθεί κατά πόσο υπήρξε ή όχι συμμόρφωση της καθ' ης η αίτηση με τον προαναφερθέντα όρο της εγγύησης.  Τέλος, να σημειωθεί, παρεμπιπτόντως, πως δεν προβλήθηκε και οποιοσδήποτε ισχυρισμός από οποιαδήποτε πλευρά ότι ο αρμόδιος Πρωτοκολλητής δε βεβαιώθηκε ότι το κατατεθέν εγγυητήριο έγγραφο δε συμφωνεί με τον όρο της εγγύησης που είχε θέσει το πρωτόδικο Δικαστήριο· η παρατήρηση, όμως, αυτή ουδόλως επηρεάζει την εξέταση που ακολουθεί.

 

Η ακύρωση πρωτόδικης κρίσης σε μια υπόθεση μπορεί να επιτευχθεί με ένταλμα certiorari, μεταξύ άλλων, και στην περίπτωση που διαπιστώνεται η ύπαρξη πασίδηλου νομικού σφάλματος στο πρακτικό του δικαστηρίου, το οποίο τηρήθηκε κατά την ενώπιόν του διαδικασία, προς το σκοπό καταγραφής της εν λόγω κρίσης, (βλ. R. v. Norththumberland Corp. App. Tribunal [1952] 1 All E.R. 122).  Στην παρούσα υπόθεση, αυτό είναι το πρακτικό το οποίο τηρήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος στις 30.10.2015 και το οποίο περιλαμβάνει τον όρο της εγγύησης που είχε τεθεί, σχετικά.

 

Βέβαια, με δεδομένο, εδώ, το γεγονός ότι το πρακτικό το οποίο τηρήθηκε πρωτοδίκως, σε σχέση με την έκδοση του υπό αναφορά προσωρινού διατάγματος, δεν παρουσιάστηκε στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί το περιεχόμενό του.  ΄Οπως διαπιστώνεται δε, συναφώς, το θέμα το οποίο προκύπτει από τα προαναφερθέντα θα πρέπει να αντιμετωπιστεί, τουλάχιστο σε πρώτο στάδιο και αναλόγως της περίπτωσης, με την ανάληψη συγκεκριμένης δράσης από μέρους της καθ' ης η αίτηση και της αιτήτριας.  Συγκεκριμένα, αν στο προσωρινό διάταγμα που, τελικώς, συντάχθηκε έπρεπε, σύμφωνα με το εκδοθέν από το Δικαστήριο διάταγμα, να αναγράφεται το ποσό των Η.Π.Α.$100.000,00, η λύση θα ήταν η καθ' ης η αίτηση, η οποία είχε ενεργήσει πρωτοδίκως για την έκδοσή του, να ζητήσει την επανασύνταξή του, ώστε αυτό να συνάδει με τη γραπτή εγγύηση που έχει δοθεί.  Αν, πάλι, η εγγύηση είναι λανθασμένη, γιατί αυτή έπρεπε να είχε δοθεί για το ποσό των €100.000,00, είναι ως εάν το προσωρινό διάταγμα να μην έχει, στην πραγματικότητα, εκδοθεί, αφού δεν έχει τηρηθεί ο σχετικός όρος που έχει τεθεί για την έκδοσή του.  Σε τέτοια περίπτωση, η αιτήτρια, με σχετική αίτησή της, μπορεί να επιδιώξει όπως το διάταγμα ακυρωθεί και τυπικά.  Τέτοια δε εξουσία παρέχεται με βάση το άρθρο 32(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/1960).

 

Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί πως τα ανωτέρω, σε σχέση με τη διαζευκτική λύση που, μάλλον, προσφέρεται στην κάθε πλευρά, αναφέρονται παρεμπιπτόντως, αφού, στην απουσία του πρακτικού που τηρήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, το Δικαστήριο τούτο δεν είναι δυνατό να ενεργήσει στο πλαίσιο της προαναφερθείσας εξουσίας του, ως η παρούσα αίτηση της αιτήτριας.  Συνακόλουθα, αυτή δεν μπορεί να επιτύχει.

 

Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της καθ' ης η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.  Αυτά να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η αναστολή της ισχύος του διατάγματος, που έχει δοθεί στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας, αίρεται.

 

   

 

                                                        

 

                                                         Γ.Ν. Γιασεμής,

                                                                 Δ.

 

 

                                                 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο