ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Γ. Κορφιώτης, για τους Εφεσείοντες. Γ. Γεωργίου, για τους Εφεσίβλητους 1. Στ. Ερωτοκρίτου (κα), για τους Εφεσίβλητους 2. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-12-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΙΧΑΛΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ κ.α. ν. ΜΙΝΕΡΒΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ. κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 1/2011, 4/12/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:A814

(2015) 1 ΑΑΔ 2691

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Πολιτική Έφεση Αρ. 1/2011)

 

4 Δεκεμβρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

                                                 

1.    ΜΙΧΑΛΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ,

2.    ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ,

                                                  Εφεσείοντες/Ενάγοντες,

v.

 

1.    ΜΙΝΕΡΒΑ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ.,

2.    ΚΟΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ.,

                                        Εφεσιβλήτων/Εναγομένων.

 

 

Γ. Κορφιώτης, για τους Εφεσείοντες.

Γ. Γεωργίου, για τους Εφεσίβλητους 1.

Στ. Ερωτοκρίτου (κα), για τους Εφεσίβλητους 2.

 

 

Δικαστήριο:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.

_____________________________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:  Η απόφαση αυτή δεν περιποιεί τιμήν στις δύο ασφαλιστικές εταιρείες που εμπλέκονται, οι οποίες, ανεξαρτήτως νομικής ευθύνης, δεν φρόντισαν να διευθετήσουν μεταξύ τους ένα σχετικά μικρό ποσό.  Με αποτέλεσμα οι Εφεσείοντες (ιδιαίτερα ο Εφεσείων 1 ο οποίος φαίνεται να απώλεσε την όραση του ενός οφθαλμού του), εδώ και 22 χρόνια να ταλαιπωρούνται στα δικαστήρια.  Ανάλογη είναι και η ευθύνη των δικηγόρων, που δεν φρόντισαν να δώσουν τις κατάλληλες συμβουλές στους πελάτες τους.

 

Σύμφωνα με την Έκθεση Απαίτησης, ο Εφεσείων 1 στις 19.3.1993 ήταν οδηγός του αυτοκινήτου με αρ. εγγραφής QP616, του οποίου ιδιοκτήτρια ήταν η Εφεσείουσα 2.  Το αυτοκίνητο ενεπλάκη σε δυστύχημα με το αυτοκίνητο με αρ. εγγραφής LL510, το οποίο οδηγείτο από τον Νεοκλή Φυλακτού και το οποίο ανήκε σε κάποιο Σώτο Φιλιππίδη.  Ο Σώτος Φιλιππίδης που ήταν ασφαλισμένος με την Εφεσίβλητη 1, είχε παραδώσει το αυτοκίνητό του για επιδιόρθωση στο μηχανικό του, Νεοκλή Φυλακτού και το δυστύχημα επεσυνέβη ενώ ο Φυλακτού το οδηγούσε για να το ελέγξει.  Ο Φυλακτού ως μηχανικός ήταν ασφαλισμένος με τους Εφεσίβλητους 2.  Οι Εφεσείοντες στα πλαίσια της αγωγής 608/95, ενήγαγαν τόσο τον Φυλακτού, όσο και τον Φιλιππίδη, ως ιδιοκτήτη του οχήματος LL510.  Σε κάποιο στάδιο η αγωγή αποσύρθηκε εναντίον του Φιλιππίδη και προχώρησε μόνο εναντίον του Φυλακτού, εναντίον του οποίου εξεδόθη απόφαση όπως πληρώσει στον Εφεσείοντα Λ.Κ.4.540, Λ.Κ.460 και Λ.Κ.1.938,40, πλέον τόκους και στην Εφεσείουσα 2 ποσό Λ.Κ.200 και Λ.Κ.100 αντίστοιχα, πλέον τόκους. 

 

Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, κατά τον επίδικο χρόνο υπήρχαν σε ισχύ δύο ασφαλιστικά συμβόλαια σε σχέση με το αυτοκίνητο LL510.  Το πρώτο εκδόθηκε από τους Εφεσίβλητους 1 προς όφελος του ιδιοκτήτη του οχήματος (Σώτου Φιλιππίδη), ενώ το δεύτερο εκδόθηκε από τους Εφεσίβλητους 2 προς όφελος του Φυλακτού.  Οι Εφεσίβλητες ασφαλιστικές εταιρείες, δεν κατέβαλαν τα ποσά της δικαστικής απόφασης που εκδόθηκε υπέρ των Εφεσειόντων, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να εναγάγουν τις δύο ασφαλιστικές εταιρείες, διεκδικώντας τα πιο πάνω ποσά και τόκους, αφού ο Φυλακτού το 2005 πτώχευσε.

 

Οι Εφεσίβλητοι 1 με την υπεράσπισή τους αρνήθηκαν ότι φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη για να αποζημιώσουν τους Εφεσείοντες ως αποτέλεσμα της απόφασης στην Αγωγή 608/95 η οποία εξεδόθη εναντίον του Φυλακτού και όχι εναντίον του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου LL510, ο οποίος ήταν και ο ασφαλισμένος τους.  Το ότι τελικά η Αγωγή αποσύρθηκε ανεπιφύλακτα εναντίον του ασφαλισμένου τους, είναι ενδεικτικό της έλλειψης ευθύνης εκ μέρους του.  Ήταν περαιτέρω η θέση τους ότι το ασφαλιστήριο που είχαν εκδώσει, κάλυπτε μόνο την οδήγηση του αυτοκινήτου από τον Φιλιππίδη-ιδιοκτήτη του οχήματος και οποιονδήποτε οδηγούσε με την εξουσιοδότησή του, ενώ ο Φυλακτού, κατά τον ουσιώδη χρόνο, οδηγούσε το αυτοκίνητο χωρίς την απαραίτητη εξουσιοδότηση από τον Φιλιππίδη.  Όπως εξηγούν, ο Φυλακτού ήταν μηχανικός και κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το προαναφερόμενο όχημα στα πλαίσια της εργασίας του και καλύπτετο από ασφαλιστήριο τύπου «Motor Trade» το οποίο είχε εκδώσει η Εφεσίβλητη 2 ασφαλιστική εταιρεία, η οποία και ήταν και η μόνη που είχε υποχρέωση να ικανοποιήσει τη δικαστική απόφαση. 

 

Από πλευράς των Εφεσιβλήτων 2 καταχωρήθηκε κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας ειδοποίηση προς συνεναγόμενο (Εφεσίβλητους 1).  Με την υπεράσπισή τους ισχυρίστηκαν ότι εγείρεται ζήτημα δεδικασμένου ή κωλύματος, καθότι η υποχρέωση της Εφεσίβλητης 2 να αποζημιώσει τον Φυλακτού ή τους Εφεσείοντες, έχει κριθεί στην αγωγή 608/95, με την οποία αποφασίστηκε ότι οι Εφεσίβλητοι 2 δεν έχουν υποχρέωση να καλύψουν τις αποζημιώσεις που επιδικάστηκαν εις βάρος του Φυλακτού.[1]  Περαιτέρω, ισχυρίστηκαν ότι ευθύνη για να αποζημιώσουν τους Εφεσείοντες έχουν οι Εφεσίβλητοι 1, οι οποίοι παρείχαν ασφαλιστική κάλυψη έναντι τρίτων, στον ιδιοκτήτη του οχήματος και σε οποιονδήποτε άλλο οδηγούσε με τη συγκατάθεσή του.  Αποτελεί ισχυρισμό τους ότι ο μηχανικός Φυλακτού οδηγούσε υπό τη σαφή και/ή εξυπακουόμενη συγκατάθεση του Φιλιππίδη, ιδιοκτήτη του οχήματος LL510 για να το οδηγήσει με σκοπό να ελέγξει τις επιδιορθώσεις που πραγματοποίησε.

 

Κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, μεταξύ άλλων, δηλώθηκε εκ συμφώνου:- (α) Ότι η Αγωγή Αρ. 608/95 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, είχε καταχωριστεί σε γενική οπισθογράφηση στις 24.1.1995, (β) ότι πριν την έγερση της Αγωγής 608/95 οι Εφεσείοντες (ενάγοντες στην εκεί Αγωγή) ουδεμία ειδοποίηση έδωσαν στους Εφεσίβλητους 2, Ασφαλιστική Εταιρεία Κόσμος, (γ) ότι με την έγερση της Αγωγής 608/95 δεν δόθηκε οποιαδήποτε ειδοποίηση μέσα σε 7 μέρες από την έγερσή της, από τους εκεί ενάγοντες, προς την Ασφαλιστική Εταιρεία Κόσμος/Εφεσίβλητους 2, (δ) ότι ούτε πριν, ούτε και μετά την έγερση της Αγωγής 608/95 δόθηκε από τους εκεί ενάγοντες στους Εφεσίβλητους 2 οποιαδήποτε προφορική ή γραπτή ειδοποίηση για το τροχαίο ατύχημα και (ε) ότι το ασφαλιστήριο συμβόλαιο που είχαν εκδώσει οι Εφεσίβλητοι 1 αναφορικά με το όχημα LL510 ιδιοκτησίας του Σώτου Φιλιππίδη, κάλυπτε τον ιδιοκτήτη του οχήματος,  καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο που οδηγούσε με την εντολή ή εξουσιοδότηση του ασφαλιζόμενου.

 

Κατά την ακροαματική διαδικασία κατέθεσαν ο Εφεσείων 1 και η Αντρούλλα Κωνσταντίνου, ενώ εκ μέρους των Εφεσιβλήτων 1 και 2 δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία.  Το πρωτόδικο δικαστήριο παρά το ότι αξιολόγησε θετικά τη μαρτυρία του Εφεσείοντος 1 και της μοναδικής μάρτυρος που κάλεσε η πλευρά των Εφεσειόντων, απέρριψε την Αγωγή λόγω της κρίσης του επί των νομικών θεμάτων που εγείρονταν.  Συγκεκριμένα έκρινε ως προς τους Εφεσίβλητους 1 ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο Φυλακτού οδηγούσε με την ρητή ή εξυπακουόμενη εξουσιοδότηση του ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου (ασφαλισμένου των Εφεσειόντων 1), ενώ ως προς τους Εφεσίβλητους 2 ότι καμιά ειδοποίηση δεν δόθηκε είτε πριν, είτε μετά την έγερση της Αγωγής αρ. 608/95 και επομένως δεν ικανοποιούνταν οι προϋποθέσεις του Νόμου.

 

Οι Εφεσείοντες με τους πιο κάτω τέσσερις λόγους έφεσης, αμφισβητούν την πρωτόδικη κρίση.  Με τον πρώτο λόγο έφεσης, παραπονούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα απάλλαξε τους Εφεσίβλητους 1 από την ευθύνη τους να πληρώσουν τα ποσά που επιδικάσθηκαν εναντίον του Φυλακτού στην Αγωγή 608/95, με το αιτιολογικό ότι οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν ότι ο τελευταίος οδηγούσε το όχημα LL510 κατόπιν «εξουσιοδότησης για την εν λόγω οδήγηση» από τον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη.  Με τον δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλουν ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εφάρμοσε τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 του περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμου του, Κεφ. 333, ενώ με τον τρίτο λόγο, εστιάζουν το παράπονό τους στο ότι εσφαλμένα το δικαστήριο απάλλαξε τους Εφεσίβλητους 2, οι οποίοι είχαν εκδώσει ασφαλιστήριο συμβόλαιο που κάλυπτε για τους σκοπούς του Νόμου την ευθύνη του Νεοκλή Φυλακτού σχετικά με ζημιές τρίτων.  Με τον τελευταίο λόγο έφεσης, παραπονούνται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι η παράλειψη των Εφεσειόντων να δώσουν στους Εφεσίβλητους 2 ειδοποίηση εντός 7 ημερών από την καταχώρηση της Αγωγής 608/95, τους απαλλάσσουν από κάθε ευθύνη τους ως ασφαλιστών για την ευθύνη του Νεοκλή Φυλακτού έναντι τρίτου.

 

Θα αρχίσουμε από τους δύο πρώτους λόγους έφεσης που αφορούν την ευθύνη των Εφεσίβλητων 1 να πληρώσουν.  Έχουμε εξετάσει τους λόγους έφεσης με τη δέουσα προσοχή και κατά την κρίση μας αυτοί δεν ευσταθούν.  Το πρωτόδικο δικαστήριο εξετάζοντας το ερώτημα κατά πόσον ο Νεοκλής Φυλακτού κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το αυτοκίνητο με την εξουσιοδότηση του ιδιοκτήτη του Σώτου Φιλιππίδη, ανέφερε τα εξής:-

«Τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου,  και δεν αμφισβητήθηκε, ότι ο κ. Φιλιππίδης ανέθεσε στον μηχανικό αυτοκινήτων κ. Νεοκλή Φυλακτού να επιδιορθώσει το αυτοκίνητο με αριθμούς εγγραφής LL 510,  και ο τελευταίος ενεπλάκη σε ατύχημα ενώ το οδηγούσε για να το ελέγξει αφού το είχε επιδιορθώσει.  Μοναδική μαρτυρία που τέθηκε, έστω έμμεσα, ενώπιον του Δικαστηρίου, ως προς την οδήγηση αυτή, περιέχεται στην σύνοψη της μαρτυρίας που γίνεται στην απόφαση στην αγωγή αρ. 608/95 Τεκμήριο 2, όπου το εκεί Δικαστήριο στην σελ. 18 αναφέρει ότι ο κ. Φυλακτού κατά την εκεί κυρίως εξέταση του:

 

«.ανέφερε μεταξύ άλλων ότι είναι μηχανικός αυτοκινήτων.  Είπε ότι στις 19.3.1993 είχε τελειώσει την επισκευή του φορτηγού LL 510 ο ιδιοκτήτης του οποίου είναι ο Σωτήρης Φιλιππίδης (Εναγόμενος 2) και αποφάσισε να το οδηγήσει για να το ελέγξει όπως κάνει για όλα τα αυτοκίνητα που ελέγχει».

 

Νοείται ότι η ύπαρξη της πιο πάνω αναφοράς στην απόφαση Τεκμήριο 2 δεν αρκεί για να καταστήσει το γεγονός αυτό εύρημα για τους σκοπούς της παρούσης.

 

Με έχει προβληματίσει το κατά πόσο η απαραίτητη εξουσιοδότηση εκ μέρους του ιδιοκτήτη προς τον οδηγό μπορεί να θεωρηθεί ότι τεκμαίρεται στην περίπτωση όπου ιδιοκτήτης αναθέτει σε μηχανικό να του επιδιορθώσει αυτοκίνητο.  Η κατάληξη μου επί του θέματος είναι αρνητική.  Δεν υπάρχει ενώπιον μου οποιαδήποτε μαρτυρία ως προς το τι εργασίες χρειάζετο να κάνει ο μηχανικός επί του αυτοκινήτου, αλλά ούτε και είναι δεδομένο ότι για κάθε επιδιόρθωση είναι απαραίτητη η μετέπειτα οδήγηση του οχήματος από τον μηχανικό.  Προχωρώντας πιο κάτω, μάλιστα, ούτε και είναι δεδομένο ότι είναι απαραίτητη η οδήγηση του οχήματος σε δημόσιο δρόμο, αφού πιθανόν για ορισμένες περιπτώσεις να αρκεί η οδήγηση οχήματος εντός του χώρου επιδιόρθωσης.

 

Το θέμα της ελλείψεως της απαραίτητης εξουσιοδότησης προβάλλεται στην παράγραφο 5 της Υπεράσπισης, όπου αναφέρεται ρητά η θέση της Εναγομένης αρ. 1 ότι ο Νεοκλής Φυλακτού κατά τον ουσιώδη χρόνο οδηγούσε το όχημα με αριθμούς εγγραφής LL 510 χωρίς την εξουσιοδότηση του ασφαλιζόμενου της.  Παρά τούτου, όμως, η πλευρά των Εναγόντων καμία μαρτυρία δεν προσκόμισε προς την απόδειξη της θέσης της ότι ο Νεοκλής Φυλακτού καλύπτετο κατά τον ουσιώδη χρόνο από το ασφαλιστήριο, αφού οδηγούσε με την εξουσιοδότηση του κ. Φιλιππίδη.  Στην αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τους Ενάγοντες προβάλλεται η εισήγηση ότι είναι ανεδαφικός ο ισχυρισμός περί της μη ύπαρξης εξουσιοδότησης αφού είναι παραδεκτό ότι ο κ. Φιλιππίδης είχε παραδώσει το όχημα του στον Νεοκλή Φυλακτού για να το επιδιορθώσει.

 

Δεν μπορώ, όμως, να συμφωνήσω με την εισήγηση αυτή.  Δεν αποτελεί Δικαστική γνώση, ούτε και τεκμήριο, έστω μαχητό, αλλά ούτε και είναι εξυπακουόμενος όρος (implied) ή μπορεί να συναχθεί από τα ενώπιον μου γεγονότα, ότι μέρος της όποιας επιδιόρθωσης αυτοκινήτου είναι και η οδήγηση αυτού από τον μηχανικό.  Υπό τις περιστάσεις αυτές ήταν απαραίτητη η προσκόμιση μαρτυρίας προς απόδειξη της ύπαρξης εξουσιοδότησης, ώστε να δύναται το Δικαστήριο να καταλήξει σε εύρημα ότι ο κ. Νεοκλής Φυλακτού κατά τον ουσιώδη χρόνο καλύπτετο από το ασφαλιστήριο που εξέδωσε η Εναγόμενη αρ. 1, και κατ' επέκταση να καθιστά αυτήν υπόχρεη να ικανοποιήσει την εκδοθείσα στην αγωγή αρ. 608/95 απόφαση.»

 

Συμφωνούμε απόλυτα με τον τρόπο που το πρωτόδικο δικαστήριο προσέγγισε το θέμα και θεωρούμε περιττή την οποιαδήποτε περαιτέρω επεξήγηση εκ μέρους μας.

 

Δεν συμφωνούμε με την εισήγηση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Εφεσειόντων ότι την ευθύνη για την προσκόμιση μαρτυρίας για απόδειξη του ισχυρισμού της υπεράσπισης ότι ο Φυλακτού οδηγούσε χωρίς την εξουσιοδότηση του ιδιοκτήτη του οχήματος, την φέρουν οι Εφεσίβλητοι 1.  Αν γινόταν δεχτή η εισήγηση, θα ανέτρεπε τις καθιερωμένες αρχές της νομολογίας σχετικά με το βάρος απόδειξης.  Οι Εφεσείοντες για να επιτύχουν στην αγωγή τους εναντίον των Εφεσιβλήτων 1, όφειλαν να αποδείξουν ότι ο Φυλακτού οδηγούσε με την εξουσιοδότηση του ιδιοκτήτη του οχήματος, ώστε να θεωρηθεί, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Κεφ. 333, ότι πρόκειται για «ευθύνη που καλύπτεται από τους όρους του ασφαλιστηρίου εναντίον προσώπου το οποίο ασφαλίζεται από το ασφαλιστήριο....».  Το θέμα ήταν κατά την άποψή μας, απλό, αλλά οι Εφεσείοντες επέλεξαν να μην προσκομίσουν μαρτυρία ή να χειριστούν την υπόθεσή τους, με τρόπο ώστε να ξεκαθαρίσουν το θέμα της συγκατάθεσης.  Και αυτό παρά το γεγονός ότι είχαν προειδοποιηθεί με την παράγραφο 5 της Έκθεσης Υπεράσπισης των Εφεσίβλητων 1 ότι υπήρχε άρνηση ότι ο Φυλακτού ήταν εξουσιοδοτημένο πρόσωπο και ότι καλύπτετο από το ασφαλιστικό συμβόλαιο.  Οι Εφεσείοντες είχαν υποχρέωση να αποδείξουν ότι ο Φυλακτού καλύπτετο από τους όρους του συμβολαίου, αλλά απέτυχαν να αποδείξουν αυτό το κρίσιμο γεγονός και επομένως μόνο τους ίδιους πρέπει να μέμφονται. 

 

Οι εναπομείναντες δύο λόγοι έφεσης αφορούν την ευθύνη των Εφεσίβλητων 2 και κατά πόσον δόθηκε σ' αυτούς η δια του Νόμου προβλεπόμενη ειδοποίηση, ώστε να υπέχουν ευθύνη.

 

Για να ελεγχθεί η ευθύνη των Εφεσίβλητων 2 θα πρέπει να ανατρέξουμε στο σχετικό Νόμο, ο οποίος είναι ο περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλεια Υπέρ Τρίτου) Νόμος, Κεφ. 333.  Όπως είναι γνωστό, το Κεφ. 333 έχει καταργηθεί και αντικατασταθεί με τον περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων (Ασφάλιση Ευθύνης Έναντι Τρίτου) Νόμο του 2000 (Ν. 96(Ι)/2000) ο οποίος δημοσιεύτηκε στις 7.7.2000.  Όμως το καταργητικό άρθρο 39 του νέου νόμου προβλέπει ότι οποιοδήποτε ασφαλιστήριο είχε εκδοθεί δυνάμει του καταργηθέντος Νόμου, Κεφ. 333, συνεχίζει να ισχύει μέχρι τη λήξη του ασφαλιστηρίου.  Στην προκειμένη περίπτωση το ασφαλιστήριο εκδόθηκε περί το 1992-93 και επομένως σχετικός Νόμος παραμένει το Κεφ. 333, του οποίου το άρθρο 10, όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, προέβλεπε τα εξής:-

«10.—(1) Αν μετά την έκδοση πιστοποιητικού ασφάλειας βάσει των διατάξεων του υπεδαφίου (6) του άρθρου 4 προς όφελος προσώπου για το οποίο έγινε ασφαλιστήριο, λαμβάνεται απόφαση σχετικά με ευθύνη που απαιτείται να καλυφθεί από ασφαλιστήριο το οποίο εκδόθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, που είναι ευθύνη που καλύπτεται από τους όρους του ασφαλιστηρίου, εναντίον προσώπου το οποίο ασφαλίζεται από το ασφαλιστήριο, τότε, ανεξάρτητα από το ότι ο ασφαλιστής δυνατό να δικαιούται να αναιρέσει ή ακυρώσει ή δυνατό να έχει αναιρέσει ή ακυρώσει το ασφαλιστήριο, ο ασφαλιστής, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, πρέπει να πληρώσει στα πρόσωπα που δικαιούνται το όφελος της απόφασης αυτής οποιοδήποτε ποσό πληρωτέο με βάση την απόφαση σχετικά με την ευθύνη, περιλαμβανόμενου οποιουδήποτε ποσού που πρέπει να πληρωθεί σχετικά με έξοδα και ποσό το οποίο είναι πληρωτέο δυνάμει οποιουδήποτε Νόμου που αφορά τόκους στο ποσό αυτό ή της απόφασης.

 

(2) Κανένα ποσό δεν πρέπει να πληρώνεται από ασφαλιστή βάσει των διατάξεων του εδαφίου (1) —

 

(α) σχετικά με οποιαδήποτε απόφαση, εκτός αν πριν ή εντός επτά ημερών μετά την έναρξη της διαδικασίας στην οποία εκδόθηκε η απόφαση, ο ασφαλιστής ειδοποιήθηκε για την έγερση της διαδικασίας· ή

 

(β) αναφορικά με οποιαδήποτε δικαστική απόφαση που αφορά υλική ζημιά, εκτός αν μέσα σε έξι μήνες από την ημερομηνία κατά την οποία δημιουργήθηκε το αγώγιμο δικαίωμα για το οποίο εκδόθηκε η απόφαση, το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδόθηκε τέτοια απόφαση:

 

(i) είχε ειδοποιήσει τον ασφαλιστή για την πρόθεσή του να υποβάλει απαίτηση· και

 

(ii) είχε ειδοποιήσει τον ασφαλιστή ώστε να παρέχεται στον ασφαλιστή εύλογος χρόνος για να επιθεωρήσει τη σχετική ζημιά πριν από την επιδιόρθωσή της ή την αντικατάσταση οποιωνδήποτε εξαρτημάτων και/ή ανταλλακτικών που υπέστησαν ζημιά:

 

Νοείται ότι η προθεσμία των έξι μηνών δεν τρέχει, εφόσον το πρόσωπο υπέρ του οποίου έχει δημιουργηθεί το αγώγιμο δικαίωμα δεν ήταν σε θέση εξαιτίας σωματικής, πνευματικής ή ψυχικής βλάβης την οποία υπέστη εξαιτίας του συμβάντος που δημιούργησε το δικαίωμα αυτό ή άλλης εύλογης αιτίας να ειδοποιήσει τον ασφαλιστή για την πρόθεσή του να υποβάλει απαίτηση.»

 

Όπως ορθά σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση, το άρθρο 15 του νέου Νόμου 96(Ι)/2000, περιέχει παρόμοιες πρόνοιες με αυτές του παλαιού Νόμου, με μόνη διαφοροποίηση ότι ο χρόνος αυξήθηκε από 7 ημέρες σε 14 για να δοθεί ειδοποίηση στον ασφαλιστή.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως ορθά επισημαίνει το πρωτόδικο δικαστήριο, αποτελεί κοινό έδαφος ότι καμιά ειδοποίηση δεν δόθηκε είτε πριν, είτε μετά την έγερση της Αγωγής Αρ. 608/95 στους Εφεσίβλητους 2, δυνάμει των προνοιών του άρθρου 10(2)(α) και (β) του Νόμου.  Με βάση αυτή τη μη αμφισβητούμενη διαπίστωση, καθίσταται φανερό ότι οι Εφεσίβλητοι 2, οι οποίοι δυνάμει του Νόμου φαίνεται να είχαν υποχρέωση να καλύψουν τον Φυλακτού που ήταν ο ασφαλιζόμενός τους, δεν είναι υπόχρεοι να πληρώσουν, δυνάμει του άρθρου 10(2) του Κεφ. 333, εφόσον δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις των εδαφίων (α) και (β) του άρθρου 10(2) σχετικά με τις ειδοποιήσεις που θα έπρεπε να τους είχαν δοθεί.  Οι ισχυρισμοί των Εφεσειόντων ότι τους Εφεσίβλητους 2 ειδοποίησε προφορικά ο Φυλακτού, παρέμειναν μετέωροι, όπως ορθά διαπίστωσε και το πρωτόδικο δικαστήριο.  Ο Φυλακτού, όπως φαίνεται από το σχετικό Έντυπο (Τεκμήριο 20), ειδοποίησε γραπτώς τους ασφαλιστές του - Εφεσίβλητους 2 - την 1.2.1995.  Συνακόλουθα, η κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου και επί αυτού του σημείου, είναι απόλυτα ορθή.

 

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης θεωρούμε ότι θα ήταν πιο δίκαιο να περιορίσουμε το βάρος στους Εφεσείοντες που προκύπτει από την καταβολή εξόδων, γι' αυτό και επιδικάζουμε έξοδα υπέρ του κάθε Εφεσίβλητου και εναντίον των Εφεσειόντων, το ποσό των €1.000 στον καθένα, πλέον ΦΠΑ.

 

 

                                                                  Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.

 

 

Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

                                                                 

 

Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

/ΕΠς



[1] Στην Αγωγή 608/95 οι Εφεσίβλητοι 2 είχαν προστεθεί ως τριτοδιάδικοι.  Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν είχε αποδειχθεί ότι είχαν υποχρέωση να καλύψουν τον ασφαλισμένο τους, καθότι δεν δόθηκαν γραπτώς οι αναγκαίες ειδοποιήσεις σύμφωνα με τους όρους του ασφαλιστηρίου.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο