ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:A649
(2015) 1 ΑΑΔ 2092
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. Ε192/2014)
2 Οκτωβρίου, 2015
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στές]
1. X.M.S. CANTEEN LTD,
2. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ,
3. ΜΑΡΙΟΣ ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ,
4. ΣΑΒΒΑΣ ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ,
5. ΙΟΥΛΙΑ ΑΡΓΥΡΙΔΟΥ,
Εφεσείοντες,
ΚΑΙ
CYPRUS AIRPORTS (F&B) LTD,
Εφεσίβλητοι.
_________________________
Α. Δημητρίου και Κλ. Σαββίδου (κα.), για τους Εφεσείοντες.
Μ. Κυριακίδης και Σ. Κουλουζίδου (κα.), για τους Εφεσίβλητους.
__________________________
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π..
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για έκδοση και οριστικοποίηση προσωρινού διατάγματος στη βάση μονομερούς αίτησης ημερ. 8.7.2014.
Με την προαναφερόμενη μονομερή αίτηση η εφεσίβλητη-ενάγουσα-αιτήτρια αξίωσε την έκδοση προσωρινού απαγορευτικού διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στους εναγόμενους-καθ΄ ων η αίτηση-εφεσείοντες και/ή τους αξιωματούχους και/ή τους υπαλλήλους και/ή τους αντιπροσώπους τους να παρεμβαίνουν με οποιοδήποτε τρόπο στα υποστατικά και/ή τις εγκαταστάσεις εστίασης και/ή τις καντίνες και/ή να εκμεταλλεύονται και/ή να εισέρχονται σ΄ αυτές. Με την προαναφερόμενη αίτηση ζητείτο επίσης προσωρινό διάταγμα με το οποίον να απαγορεύεται στους εναγόμενους-καθ΄ ων η αίτηση-εφεσείοντες να επιβαρύνουν και/ή να προβαίνουν σε οποιαδήποτε συναλλαγή και/ή να αποσύρουν και/ή να αποξενώνουν οποιοδήποτε ποσό μέχρι €70.027,74.- από συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό που διέθεταν, στην Τράπεζα Κύπρου. Παράλληλα, με την αίτηση, ζητήθηκε και προστακτικό διάταγμα με το οποίο να διατάσσονται οι εναγόμενοι 1-5 όπως καταχωρήσουν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, ένορκη δήλωση με την οποίαν να προσδιορίζουν τα περιουσιακά τους στοιχεία τόσο εντός όσο και εκτός Κύπρου.
Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε μονομερώς, τα ζητηθέντα ενδιάμεσα απαγορευτικά διατάγματα αλλά απέρριψε το αίτημα για την έκδοση ενδιάμεσου προστακτικού διατάγματος. Μετά την επίδοση της αίτησης και των ενδιαμέσων διαταγμάτων οι εναγόμενοι-καθ΄ ων η αίτηση-εφεσείοντες καταχώρησαν ένσταση προβάλλοντας και προδικαστική ένσταση. Μετά από ακροαματική διαδικασία το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού ανέλυσε τα ενώπιον του στοιχεία και τις ισχύουσες νομικές αρχές και αφού άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια, οριστικοποίησε τα ενδιάμεσα διατάγματα που είχαν εκδοθεί μονομερώς, μέχρι την ολοκλήρωση της ακρόασης της αγωγής. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όταν το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε τα δύο παρεμπίπτοντα απαγορευτικά διατάγματα, τα εξέδωσε υπό τον όρο της παροχής εγγύησης εκ μέρους των αιτητών-εφεσιβλήτων, ύψους €20.000.- για πλήρη κάλυψη οιονδήποτε ζημιών και εξόδων που οι εφεσείοντες ήθελαν υποστεί από την έκδοση των αρχικών διαταγμάτων ημερ. 8.7.2014.
Με την παρούσα έφεση η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με 14 λόγους έφεσης.
Κατά την ακροαματική διαδικασία έγινε παραδεκτό ότι η σύμβαση μεταξύ των διαδίκων, με την οποίαν οι εφεσίβλητοι παρείχαν άδεια (χρήσης) στους εφεσείοντες ή κάποιους απ΄ αυτούς να χρησιμοποιούν τα προαναφερόμενα υποστατικά και/ή εγκαταστάσεις εστίασης και/ή τις καντίνες των αεροδρομίων Λάρνακας και Πάφου, αναφορικά με τα οποία υποστατικά εκδόθηκε το εφεσιβαλλόμενο παρεμπίπτον διάταγμα, έληξε την 31.12.2014. Το Εφετείον έθεσε στους διαδίκους το ζήτημα του κατά πόσον, υπό τις περιστάσεις, η παρούσα έφεση έχει λόγο ύπαρξης και/ή συνέχισης. Άκουσε τις δύο πλευρές επί τούτου. Οι μεν εφεσείοντες υπέβαλαν ότι η έφεση έχει λόγο ύπαρξης και δεν είναι καθαρά ακαδημαϊκού χαρακτήρα, εφόσον οι εφεσείοντες έχουν ήδη υποστεί ζημιά ένεκα της έκδοσης και οριστικοποίησης του προαναφερόμενου παρεμπίπτοντος διατάγματος. Το παρεμπίπτον διάταγμα, με το οποίο απαγορεύθηκε στους εφεσείοντες ουσιαστικά η διεξαγωγή της επιχείρησης τους, τους προκάλεσε σημαντική ζημιά και το ζήτημα της ζημιάς των εφεσειόντων θα πρέπει να εξεταστεί, από το Εφετείον, εφόσον μάλιστα υπάρχει και εγγύηση των εφεσιβλήτων, η οποία επιβλήθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο ακριβώς για να καλύψει τυχόν ζημιές από την έκδοση των παρεμπιπτόντων διαταγμάτων.
Επομένως, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, η λήξη της σχετικής σύμβασης δεν στερεί από τους εφεσείοντες το δικαίωμα έφεσης, εφόσον εκκρεμεί το ζήτημα της αποζημίωσης των εφεσειόντων από τους εφεσίβλητους, εξαιτίας της εσφαλμένης έκδοσης του εφεσιβαλλόμενου παρεμπίπτοντος διατάγματος, από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Οι εφεσείοντες αναφέρθηκαν, συναφώς, στην υπόθεση Μαυρονικόλα ν. Φοινιώτη κ.α. (1997) 1 ΑΑΔ, 1659 και κάλεσαν ουσιαστικά το Εφετείο να ακολουθήσει την απόφαση μειοψηφίας στην υπόθεση εκείνη και όχι το λόγο της απόφασης πλειοψηφίας. Κατά τους εφεσείοντες πληρούνται, στην προκείμενη περίπτωση, οι προϋποθέσεις που τίθενται από τη νομολογία για ανατροπή της προαναφερόμενης απόφασης και ή παρέκκλιση από αυτή, προς αποφυγήν αδικίας (Δέστε: Μαυρογένης ν. ΒτΑ (1996) 1 ΑΑΔ, 315).
Οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν ότι η έφεση έχει καταστεί άνευ αντικειμένου, μετά τη λήξη της περιόδου της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, την 31.12.2014. Κατά τους εφεσίβλητους η υπόθεση Μαυρονικόλα (ανωτέρω), και συγκεκριμένα η απόφαση της πλειοψηφίας, είναι απόλυτα έγκυρη και αντικατοπτρίζει τις ορθές αρχές της νομολογίας, ακολουθήθηκε μάλιστα και στην μεταγενέστερη υπόθεση Marketrends (Capital Market) Ltd v. Θεοδωρίδη (2003) 1Β ΑΑΔ, 1248.
Στην υπόθεση Μαυρονικόλα (ανωτέρω) η πλειοψηφία του Εφετείου έκρινε ότι το Εφετείο καλείτο να αποφανθεί επί ζητήματος που, ενόψει των συνθηκών της υπόθεσης, συνιστούσε θέμα ακαδημαϊκής μόνο σημασίας, χωρίς δυνατότητα να προκύψει οποιοδήποτε όφελος, στον εφεσείοντα, σε περίπτωση επιτυχίας της έφεσης. Ενόψει της αρχής ότι τα δικαστήρια δεν ενεργούν ή δεν πράττουν επί ματαίω, δεν δικαιολογείτο η εξέταση της ουσίας της έφεσης. Η μειοψηφία, στην υπόθεση εκείνη, έκρινε ότι το δικαίωμα της έφεσης είναι απόλυτο, ασκείται δικαιωματικά και διατηρεί τη ζωτικότητα του μέχρι τη διεκπεραίωση της έφεσης. Ο εξανεμισμός του αντικειμένου της θεραπείας, την οποίαν επιζητεί ο εφεσείων, εξαιτίας γεγονότων τα οποία μεσολάβησαν στο ενδιάμεσο, δεν αναιρεί το δικαίωμα έφεσης ούτε και απαλλάσσει το Εφετείο από την υποχρέωσή του να εξετάσει την έφεση.
Στην υπόθεση Marketrends (ανωτέρω) το Εφετείο υιοθέτησε την απόφαση της πλειοψηφίας στην υπόθεση Μαυρονικόλα (ανωτέρω), σύμφωνα με την οποία η εξέταση της ουσίας της έφεσης, όταν προκύπτει αδυναμία παροχής της θεραπείας που επιζητά ο αιτητής, λόγω μεταβολής των γεγονότων μεταξύ της έκδοσης της απόφασης του προσωρινού διατάγματος και της έφεσης, έχει μόνον ακαδημαϊκή σημασία. Το Εφετείο, και στην η υπόθεση εκείνη, κλήθηκε να ανατρέψει την υφιστάμενη νομολογία, δηλαδή ουσιαστικά την απόφαση πλειοψηφίας στην Μαυρονικόλα (ανωτέρω). Αρνήθηκε όμως να το πράξει, παρατηρώντας ότι δεν είχε αναφερθεί οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις που θα έπρεπε να ικανοποιηθούν για ανατροπή της υφιστάμενης νομολογίας και μνημόνευσε συναφώς τις αποφάσεις Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 3) (1996) 1 ΑΑΔ, 315, Δήμος Αραδίππου ν. Γεωργίου (Αρ. 1) (2003) 3 ΑΑΔ, 25, Δήμος Αραδίππου ν. Γεωργίου (Αρ. 2) (2003) 3 ΑΑΔ, 305 και Αποστολίδου ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2002) 3 ΑΑΔ, 576).
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στα εξής συμπεράσματα:
(α) Η απόφαση πλειοψηφίας στη Μαυρονικόλα (ανωτέρω), η οποία εφαρμόστηκε και υιοθετήθηκε και στην Marketrends (ανωτέρω) αντικατοπτρίζει τις ορθές νομικές αρχές και δεν φαίνεται να υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος απόκλισης από αυτή. Είναι θεμελιωμένη αρχή του δικαίου μας ότι τα δικαστήρια δεν ενεργούν επί ματαίω αλλά ούτε και αναλώνουν το χρόνο τους σε ακαδημαϊκές ασκήσεις οι οποίες δεν θα έχουν οποιοδήποτε όφελος για το διάδικο που επιδιώκει συγκεκριμένη θεραπεία, σε περίπτωση επιτυχίας του. Αντίθετη άποψη, κατά την κρίση μας, θα κατέληγε σε σπατάλη πολύτιμου δικαστικού χρόνου, χωρίς οποιοδήποτε θετικό αποτέλεσμα για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης.
(β) Εφαρμόζοντας τις αρχές της Μαυρονικόλα και Marketrends (ανωτέρω) στην παρούσα υπόθεση καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, με τη λήξη της σύμβασης μεταξύ των διαδίκων στις 31.12.2014, για την χρήση των προαναφερόμενων υποστατικών από τους εφεσείοντες, η παρούσα έφεση κατέστη άνευ αντικειμένου ως προς το πρώτο ζήτημα της χρήσης (κατοχής) των επίδικων υποστατικών.
(γ) Υπάρχει όμως και δεύτερο ζήτημα που αφορά στο παρεμπίπτον διάταγμα που εκδόθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, το οποίο απαγόρευε, σε όλους τους εναγόμενους-εφεσείοντες να επιβαρύνουν και/ή να προβαίνουν σε οποιαδήποτε συναλλαγή και/ή να αποσύρουν και/ή να αποξενώνουν οποιοδήποτε ποσό μέχρι €70.027,74.- από συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό τους στην Τράπεζα Κύπρου. Αυτό, το δεύτερο διάταγμα, το οποίον προσβάλλεται με την παρούσα έφεση, δεν έχει χάσει το αντικείμενο του, καθ΄ οιονδήποτε τρόπο και πρέπει να εξεταστεί ως προς την ορθότητά του εφόσον συναρτάται με την εγγύηση που κατατέθηκε για την έκδοση του και καλύπτεται από τους λόγους έφεσης.
Τίθεται δηλαδή, με την παρούσα έφεση, ζήτημα ότι εσφαλμένα εκδόθηκε το δεύτερο διάταγμα καθότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν 14/60), ότι δεν προσήλθαν με καθαρά χέρια στο δικαστήριο οι αιτητές-εφεσίβλητοι, ότι ήταν λανθασμένο το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου πως οι εφεσείοντες-καθ΄ ων η αίτηση βρίσκονταν σε δεινή οικονομική κατάσταση και ήταν αφερέγγυοι, πως οι εφεσίβλητοι-αιτητές δεν απέδειξαν το κατεπείγον του αιτήματος τους ώστε να δικαιολογείται η αρχική έκδοση του διατάγματος μονομερώς και ότι εσφαλμένα οριστικοποιήθηκε το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία. Παρατηρούμε ότι η ευπαίδευτη πρωτόδικη Δικαστής εξέτασε τις προϋποθέσεις έκδοσης παρεμπιπτόντων διαταγμάτων με αναφορά μόνο στην εναγόμενη 1-καθ΄ ης η αίτηση εταιρεία και με μια εντελώς παρεμφερή αναφορά στον εναγόμενο 2-καθ΄ ου η αίτηση, Διευθυντή της πρώτης εναγόμενης εταιρείας. Δεν υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά στους εναγόμενους 3-5-εφεσείοντες 3-5 στην πρωτόδικη απόφαση. Ούτε γίνεται οποιαδήποτε μνεία σ΄ αυτούς, στην ιδιότητα τους ή στον οποιοδήποτε ρόλο διαδραμάτισαν. Επιπρόσθετα, στην πρωτόδικη απόφαση, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στον επηρεαζόμενο τραπεζικό λογαριασμό των εφεσειόντων. Καμιά αναφορά επίσης δεν γίνεται στην οικονομική κατάσταση των εφεσειόντων 2-5 πέραν της δυσκολίας της πρώτης εναγόμενης-πρώτης εφεσείουσας εταιρείας να καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά στους εφεσίβλητους.
Με τα προαναφερόμενα δεδομένα και λαμβάνοντας υπόψιν ότι στην έκθεση απαίτησης των εφεσιβλήτων, αλλά και στην ένορκη δήλωση του κ. Οδυσσέα Γεωργίου, Διευθυντή των εναγόντων-εφεσιβλήτων, δεν εμπλέκονται ουσιαστικά οι εναγόμενοι-εφεσείοντες 2-5, κρίνομε ότι η δέσμευση των εφεσειόντων 2-5, αναφορικά με την κίνηση του προαναφερόμενου λογαριασμού, δεν δικαιολογείτο.
Οι αρχές με βάση τις οποίες εκδίδονται τα παρεμπίπτοντα διατάγματα, στη βάση του άρθρου 32 του Ν 14/60, είναι καλά θεμελιωμένες. Κρίνομε ότι δεν υπήρχαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου στοιχεία που να δείχνουν ότι οι εφεσίβλητοι είχαν σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση και πιθανότητα επιτυχίας εναντίον των εφεσειόντων 2-5. Κατά συνέπεια κρίνομε ότι εσφαλμένα εκδόθηκε και οριστικοποιήθηκε το δεύτερο παρεμπίπτον διάταγμα, αναφορικά με τους εφεσείοντες 2-5.
Όσον αφορά την πρώτη εφεσείουσα κρίνομε ότι με την μαρτυρία που έθεσαν ενώπιον του δικαστηρίου οι αιτητές-εφεσίβλητοι ικανοποίησαν τις τρεις προϋποθέσεις του άρθρου 32, την ύπαρξη δηλαδή σοβαρού ζητήματος προς εκδίκαση μεταξύ εφεσιβλήτων και εφεσείουσας 1, την ύπαρξη πιθανότητας οι εφεσίβλητοι να δικαιούνται εις θεραπείαν εναντίον της εφεσείουσας 1, και ότι θα είναι δύσκολο ή αδύνατον να απονεμηθεί πλήρης δικαιοσύνη σε μεταγενέστερο στάδιο αν δεν εκδιδόταν και το δεύτερο παρεμπίπτον διάταγμα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου η πρώτη εφεσείουσα δεν έχει οποιαδήποτε οικονομική επιφάνεια και οφείλει μεγάλα ποσά στους εφεσίβλητους. Επίσης, ενόψει των όσων ανέφερε το πρωτόδικο δικαστήριο στην απόφαση του, ήταν, υπό τις περιστάσεις, ορθό και δίκαιο να εκδοθεί και στη συνέχεια να οριστικοποιηθεί το δεύτερο παρεμπίπτον διάταγμα αναφορικά με την εφεσείουσα 1. Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε συναφώς υπόψιν του τα γεγονότα της υπόθεσης και καθοδηγήθηκε από σχετική νομολογία (Δέστε: Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 CLR 557 και Καλογήρου ν. C.C.F. Credit Capital Finance (2005) 1(Β) ΑΑΔ, 1237).
Οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ότι οι εφεσίβλητοι δεν προσήλθαν στο δικαστήριο με καθαρά χέρια, δεν τεκμηριώθηκαν και επομένως ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο δεν τους απέδωσε ουσιαστική βαρύτητα.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση, αναφορικά με την έκδοση του πρώτου παρεμπίπτοντος διατάγματος (που αφορά στη χρήση των υποστατικών) δεν εξετάζεται και απορρίπτεται ως άνευ αντικειμένου.
Η έφεση, αναφορικά με το δεύτερο παρεμπίπτον διάταγμα (της δέσμευσης του τραπεζικού λογαριασμού των εφεσειόντων) επιτυγχάνει αναφορικά με τους εφεσείοντες 2-5, αλλά αποτυγχάνει και απορρίπτεται αναφορικά με τους πρώτους εφεσείοντες. Το διάταγμα εκείνο εσφαλμένα εκδόθηκε εναντίον των εφεσειόντων 2-5, αλλά καλώς εκδόθηκε εναντίον των πρώτων εφεσειόντων.
Υπό τις περιστάσεις επιδικάζονται, πρωτόδικα και κατ΄ έφεση, έξοδα υπέρ των εφεσειόντων 2-5 και εις βάρος των εφεσιβλήτων και εις βάρος των πρώτων εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το Δικαστήριο.
Π.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.