ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D539
(2015) 1 ΑΑΔ 1797
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 102/2015)
23 Ιουλίου 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
- ΚΑΙ -
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)
ΝΟΜΟΥ 33/1964 ΩΣ ΕΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗ
- ΚΑΙ -
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΛΑ ΝΕΑΡΧΟΥ
ΕΚ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΙ΄ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙ΄ ΕΚΔΟΣΙΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI
- ΚΑΙ -
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΣΤΕΓΗΣ ΥΠ΄ ΑΡ. 52/2015
- ΚΑΙ -
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΧΡΗΣΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΣΤΕΓΗΣ ΥΠ΄ ΑΡ. 52/2015 ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2/07/2015
------------------------------------
Στ. Χριστοφόρου με Κ. Χριστοδούλου (κα), για τον Αιτητή.
------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex tempore)
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η παρούσα αίτηση για προνομιακό ένταλμα και συγκεκριμένα για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari, αφορά το χειρισμό του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στη δικαιοδοσία χρήσης οικογενειακής στέγης υπό τις εξής συνθήκες. Στις 9.6.2015, η σύζυγος του αιτητή, αφού προηγουμένως είχε επέλθει διάσταση στις σχέσεις της με αυτόν και, όπως περαιτέρω παρουσιάζεται από το ιστορικό των γεγονότων όπως έχει καταγραφεί στην έκθεση που συνοδεύει την υπό κρίση αίτηση, η σύζυγος με την ανήλικη θυγατέρα του ζεύγους είχε εγκαταλείψει τη συζυγική οικία, καταχώρησε την Αίτηση Αρ. 52/2015 επιτυγχάνοντας στις 16.6.2015, ECLI:CY:AD:2015:D297 τη μονομερή έκδοση διατάγματος με βάση το οποίο απεκλείσθη ο αιτητής σύζυγος της από τη χρήση της συζυγικής εστίας. Το διάταγμα επιδόθηκε στις 23.6.2015 και ο αιτητής σε συμμόρφωση με αυτό, το οποίο αυτούσιο έχει τεθεί ως Τεκμήριο 2 στην έκθεση, εγκατέλειψε τη συζυγική οικία εντός των 48 ωρών που καθορίζονταν. Το διάταγμα ορίσθηκε από το Οικογενειακό Δικαστήριο επιστρεπτέο στις 2.7.2015 για να δείξει λόγο ο αιτητής γιατί να μην συνεχίσει σε ισχύ.
Στις 2.7.2015 τηρήθηκε πρακτικό από το Οικογενειακό Δικαστήριο, το οποίο καθηκόντως επισυνάπτεται στην αίτηση για προνομιακό ένταλμα, με βάση το οποίο ο συνήγορος του αιτητή ζήτησε την άμεση ακρόαση της αίτησης εφόσον ο πελάτης του αιτητής βρισκόταν εκτός οικίας, καταχωρώντας προς τούτο και ένσταση, με την αντίδικο δικηγόρο να ζητά χρόνο για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης. Το Δικαστήριο, αφού αναφέρθηκε στην ενώπιον του διαδικασία και ότι δικαιολογείτο η μονομερής έκδοση του διατάγματος με αποτέλεσμα να το καταστήσει επιστρεπτέο, έχοντας ταυτόχρονα υπόψη και την ένσταση που καταχώρησε στο μεταξύ ο καθ΄ ου η αίτηση, εδώ αιτητής, έκρινε ότι δεν θα μπορούσε να απαγορεύσει σε κανένα από τους διαδίκους να καταχωρήσει συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι υπάρχει καλός λόγος ασκώντας ανάλογα τη διακριτική του ευχέρεια. Προς τούτο θα έπρεπε να καταχωρηθεί σχετική αίτηση.
Το Δικαστήριο ανέφερε ότι ενόψει της λήξης του δικαστικού έτους, στις 5 εναπομείνασες εργάσιμες μέρες, το Δικαστήριο θα ήταν απασχολημένο με συνεχιζόμενες ακροάσεις υποθέσεων που είχαν ήδη προγραμματισθεί, καθώς και με συμμετοχή του στη σύνθεση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας στη δικαιοδοσία διαζυγίων. Πέραν τούτου αναμενόταν η καταχώρηση αίτησης από την εκεί αιτήτρια για να συμπληρώσει την αίτηση της με περαιτέρω ένορκη δήλωση γεγονότων, δεδομένο που επίσης έλαβε υπόψη το Δικαστήριο. Καταλήγοντας, το Δικαστήριο όρισε το προσωρινό διάταγμα για ακρόαση στις 15.9.2015 και ώρα 9.00 π.μ., δίνοντας ταυτόχρονα οδηγίες για την κατάθεση γραπτών αγορεύσεων με το προσωρινό διάταγμα να παραμένει σε ισχύ μέχρι τότε και με την κυρίως αίτηση να ορίζεται για οδηγίες την ίδια μέρα.
Αυτό το χειρισμό του πρωτόδικου Δικαστηρίου επιδιώκει να ελέγξει ο αιτητής με την προνομιακή αυτή αίτηση ενόψει του ότι, κατά την άποψη του, υπάρχει έκδηλη παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων και των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης με το Δικαστήριο να αγνοεί το γεγονός ότι η έκδοση μονομερών διαταγμάτων αποτελεί την εξαίρεση και όταν εκδίδονται τέτοια διατάγματα στη βάση μονομερών αιτήσεων, το Δικαστήριο έχει ταυτόχρονα και υποχρέωση να τα εκδικάζει το συντομότερο δυνατό. Ιδιαίτερα, όπως τόνισε και ο συνήγορος του αιτητή αγορεύοντας ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού σήμερα, διότι το διάταγμα το οποίο εκδόθηκε μονομερώς ήταν ιδιαίτερα δραστικό με τον αποκλεισμό του αιτητή από τη συζυγική οικία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προνομιακή δικαιοδοσία είναι μια ιδιαίτερη δικαιοδοσία η οποία ασκείται με εξαιρετική φειδώ. Τα προνομιακά εντάλματα και η άδεια που επιδιώκεται προηγουμένως, χορηγούνται πάντοτε κατ΄ εξαίρεση εφόσον αποτελούν προνόμιο και αντλούν την υπόσταση τους από το κατάλοιπο εξουσίας για έλεγχο των κατωτέρων Δικαστηρίων. Είναι γνωστό ότι η προνομιακή δικαιοδοσία έρχεται στο προσκήνιο όπου υπάρχει έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον, δόλος, ψευδορκία κατά τη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Τα προνομιακά εντάλματα δεν έχουν σκοπό να υποκαταστήσουν το ένδικο μέσο της έφεσης και αρκεί να γίνει αναφορά στην αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464. Ακόμη και όπου υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, η άδεια δεν δίδεται όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία εκτός και αν υπάρχουν και καταδεικνύονται επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις για παρέκκλιση από τον κανόνα. Σχετικές αποφάσεις είναι η Jenaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Αλέκκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535 και Hellenger Trading Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 1965.
Ακόμη και στο θέμα ελέγχου της δικαιοδοσίας του κατώτερου Δικαστηρίου που αποτελεί κατ΄ εξοχήν λόγο χορήγησης άδειας, θα πρέπει να καταδειχθεί ότι η ύπαρξη άλλου προσφερόμενου ένδικου μέσου δεν επαρκεί υπό τις περιστάσεις για να χορηγηθεί κατ΄ εξαίρεση η άδεια ή για να εκδοθεί ένταλμα Certiorari. Έχει δε αναφερθεί στη Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) για έκδοση Certiorari (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, ότι σε πολύ σπάνιες και εξαιρετικές περιστάσεις θα δοθεί άδεια χορήγησης αίτησης προνομιακού εντάλματος ή θα χορηγηθεί η έκδοση τέτοιου εντάλματος εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο. Είναι περαιτέρω γνωστό και παγίως νομολογημένο ότι η προνομιακή δικαιοδοσία δεν προσφέρεται για έλεγχο της διαδικασίας που ακολουθείται από τα πρωτόδικα Δικαστήρια διότι αυτά τα ζητήματα ανάγονται στη σφαίρα της διακριτικής κρίσης του Δικαστηρίου και δεν ελέγχονται με την κατ΄ εξαίρεση δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ακριβώς διότι διακριτική ευχέρεια σημαίνει στάθμιση δεδομένων και γεγονότων και απόφαση επ΄ αυτών προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Σχετικές υποθέσεις ότι η διακριτική ευχέρεια και κρίση εκφεύγει του προνομιακού ελέγχου είναι οι Ξάνθος Λυσιώτης (1996) 1 Α.Α.Δ. 1064, Αναφορικά με την Αίτηση της Ζ. Τ. και Μ. Οικονόμου και Υιός για Certiorari (2011) 1 Α.Α.Δ. 140 και Αναφορικά με την εταιρεία Christofi Bros Trading Ltd, Πολιτική Αίτηση Αρ. 153/2013, ημερ. 9.8.2013.
Ο συνήγορος για τη συζήτηση της υπόθεσης αναγνώρισε ότι το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα απαγόρευσης χρήσης της συζυγικής εστίας από τον αιτητή ενέπιπτε εντός της εξουσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου και η οποιαδήποτε πλάνη περί της έκδοσης αυτού, όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος, θα τεθεί ενώπιον του και εναπόκειται στο ίδιο το Οικογενειακό Δικαστήριο να αποφασίσει αναλόγως κατά την ακρόαση της ουσίας της υπόθεσης. Είναι όντως γνωστό ότι η έκδοση προσωρινού διατάγματος εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου και αρκεί να αναφερθεί η πρόσφατη απόφαση στην Αίτηση της Χαρούλας Ανδρέου, Πολιτική Αίτηση αρ. 57/2015, ημερ. 24.4.2015, ECLI:CY:AD:2015:D289. Εκείνο που ελέγχεται στις διαδικασίες επειγόντων προσωρινών διαταγμάτων είναι το επιστρεπτέο του μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος κατά τρόπο που να μην παραμένει σε ισχύ χωρίς να δοθεί ταχέως η ευκαιρία στον αντίδικο να εκφέρει την άποψη του. Τυχόν απόφαση Δικαστηρίου να καταστήσει επιστρεπτέο το μονομερώς εκδοθέν διάταγμα σε υπερβολικό χρόνο ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα και υπόκειται σε ακύρωση.
Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωση στην υπό κρίση υπόθεση. Το Δικαστήριο εκδίδοντας το διάταγμα το όρισε επιστρεπτέο σε σύντομο χρόνο και δεν υπάρχει επ΄ αυτού παράπονο από τον αιτητή. Άρα δόθηκε άλλο ένδικο μέσο που είναι αυτό του επιστρεπτέου του διατάγματος ώστε η πλευρά του αιτητή στο Οικογενειακό Δικαστήριο να λάβει θέση και να ακουστεί σε σύντομο χρόνο. Το Οικογενειακό Δικαστήριο, κατά τον συνήγορο, τελούσε όμως υπό πλάνη ορίζοντας την υπόθεση για ακρόαση τον Σεπτέμβριο επικαλούμενο προς τούτο και τις θερινές διακοπές. Όπως εξηγήθηκε ήδη και μπορεί να αναφερθεί και πάλι η υπόθεση Χαρούλα Ανδρέου, αλλά και η υπόθεση Αθηνούλλα Αντώνη Λοΐζου, Πολιτική Αίτηση αρ. 42/2015, ημερ. 16.3.2015, ECLI:CY:AD:2015:D180, ο ορισμός της υπόθεσης από το Δικαστήριο που έχει τον έλεγχο της διαδικασίας σε χρόνο που καθόρισε το ίδιο δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα Certiorari, ούτε και μπορεί να δοθεί προς τούτο άδεια διότι αποτελεί ζήτημα διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν μπορεί να ελέγχει τον τρόπο άσκησης αυτής της διακριτικής ευχέρειας. Διαφορετικά θα ήταν ως να υπαγόρευε το Ανώτατο Δικαστήριο τον τρόπο λειτουργίας των κατωτέρων Δικαστηρίων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει, και καταγράφεται, επίκριση ως προς τον τρόπο χειρισμού της υπόθεσης από το Οικογενειακό Δικαστήριο. Θα αναμενόταν ένας πολύ διαφορετικός χειρισμός από το Οικογενειακό Δικαστήριο. Θα αναμενόταν να οριζόταν η ακρόαση της υπόθεσης σε πολύ συντομότερο χρόνο από αυτόν που το Δικαστήριο θεώρησε ορθό να δώσει. Ανάλογα σχόλια για το χειρισμό πρωτόδικου Δικαστηρίου έγιναν και στην Αίτηση της Δόμνας Αντωνιάδου για Certiorari (2010) 1 Α.Α.Δ. 1591. Όμως το γεγονός ότι ένα άλλο πρωτόδικο Δικαστήριο θα ενεργούσε διαφορετικά ή θα έδειχνε περισσότερη ενδεχομένως ευαισθησία να εκδικάσει σε συντομότερο χρόνο διάταγμα το οποίο το ίδιο εξέδωσε μονομερώς δεν αποτελεί λόγο για επίκληση της προνομιακής, και τονίζεται αυτό, δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Το άλλο ένδικο μέσο που προσφέρεται είναι βεβαίως η ακρόαση της ίδιας της αίτησης σε συντομότερο χρόνο εάν και εφόσον ζητηθεί από τον αιτητή πρωτοδίκως, ακόμη και εν μέσω των θερινών διακοπών, (τα Δικαστήρια δεν παύουν να λειτουργούν και να εκδικάζουν υποθέσεις γι΄ αυτό και πάντοτε υπάρχουν επί καθήκοντι Δικαστές), ή έφεση επί της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου με ανάλογες ενδεχόμενες επιπτώσεις, ή, και ενσωμάτωση λόγου έφεσης επί του απομακρυσμένου του χρόνου που δόθηκε για την ακρόαση της αίτησης, στη λήξη βεβαίως της αίτησης στο βαθμό που θα έχουν επηρεαστεί τα δικαιώματα του αιτητή. Αλλά επαναλαμβάνεται ότι η κατά προνόμιο δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου που επικαλείται εδώ ο αιτητής, δεν προσφέρεται ως μέσο ελέγχου της κατά τα άλλα όντως κατακριτέας διαδικασίας που ακολούθησε το κατώτερο Δικαστήριο.
Ο κ. Χριστοφόρου αναφέρθηκε στην Oleksii Arturovich Ostroukhov, Πολιτική Αίτηση Αρ. 113/2013, ημερ. 23.7.2013, τα δεδομένα της οποίας όμως είναι πολύ διαφορετικά από την παρούσα υπόθεση. Εκεί το αντικείμενο ήταν κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά είχε θεωρήσει ότι είχε παύσει να ισχύει προσωρινό διάταγμα διότι δεν είχε γίνει προς τούτο η σχετική μνεία περί εξακολούθησης ισχύος του στις ενώπιον του διαδικασίες και το Ανώτατο Δικαστήριο στην προνομιακή του διαδικασία αποφάσισε ότι ήταν, ως θέμα έκδηλης πλάνης, λανθασμένη αυτή η θέση του Δικαστηρίου να θεωρήσει δηλαδή ότι δεν υφίστατο το προσωρινό διάταγμα. Αλλά σε εκείνη την υπόθεση ορθώς αναφέρθησαν όσα έχουν λεχθεί και προηγουμένως ότι δηλαδή το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ενεργεί ως όργανο εποπτείας της διαδικασίας ή της πρακτικής η οποία ακολουθείται από το Επαρχιακό Δικαστήριο.
Για τους πιο πάνω λόγους κρίνεται ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ