ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D3
(2015) 1 ΑΑΔ 12
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 205/2014)
9 Ιανουαρίου, 2015
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ KAI ΤΑ ΑΡΘΡΑ 45, 89(1) ΤΟΥ ΚΕΦ. 155 ΚΑΙ ΤΟ
ΑΡΘΡΟ 30.2 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΥΜΦΥΕΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΩΜΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΣ 2 ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 85/13 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗ κ. ΑΛΕΞΙΑΣ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΟΣ, ΝΑ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕΙ ΣΤΗΝ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΣΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟΥ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΝΑ ΕΚΔΩΣΕΙ/ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΕΙ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΑΥΤΟΥ, ΗΜΕΡ. 21.11.2014 ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 85/13 ΜΕΤΑΞΥ:-
ΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΥ
ΚΑΙ
1. THOMAS KYRIACOU & CO
(LAND & PROPERTY DEVELOPERS) LTD,
2. ΘΩΜΑ ΚΥΡΙΑΚΟΥ
Η ΟΠΟΙΑ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 45 ΚΑΙ 89(1) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ (ΚΕΦ. 155), ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 30.2 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΜΦΥΩΝ ΕΞΟΥΣΙΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
________________________
ΑΙΤΗΣΗ ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ,
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ, 2014,
ΓΙΑ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ
_________________________
Γιολάντα Ζαχαρίου (κα), για Ανδρέα Ζαχαρίου & Σία Δ.Ε.Π.Ε., για τον Αιτητή.
Χρίστος Θεοδούλου, για Χ. Αργυρού & Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για τον Καθ' ου η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα ενδιάμεση αίτηση, όπως αυτή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, ζητείται η τροποποίηση της κύριας αίτησης για έκδοση εντάλματος certiorari. Είχε δοθεί, προηγουμένως, άδεια για την καταχώρισή της, αφού κρίθηκε, στα πλαίσια μονομερούς αίτησης, ότι ο αιτητής κατέδειξε την ύπαρξη εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης, ώστε να θεωρείται εφικτή η επιδιωκόμενη από αυτόν προαναφερθείσα θεραπεία. Για την καταχώρισή της, ορίστηκε χρόνος επτά ημερών.
Η εν λόγω κύρια αίτηση καταχωρίστηκε εμπρόθεσμα. ΄Οπως διαπιστώθηκε, όμως, κατά την ημερομηνία που αυτή ήταν ορισμένη για ακρόαση, δεν προσδιορίζεται στο αιτητικό μέρος της η συγκεκριμένη δικαστική απόφαση ή διαταγή, της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση. Συνεπώς, θεωρήθηκε ότι η αίτηση, ίσως, είναι δικονομικά εσφαλμένη ως προς τούτο. Προβάλλεται, άλλωστε, και ανάλογη ένσταση στην ειδοποίηση του καθ' ου η αίτηση. Ζητήθηκε χρόνος να εξεταστεί το ενδεχόμενο τροποποίησής της, γεγονός που οδήγησε στην καταχώριση της παρούσας ενδιάμεσης αίτησης.
Προβλήθηκε ένσταση εκ μέρους του καθ' ου η αίτηση. Η βασική θέση του είναι ότι το σφάλμα που εντοπίστηκε να υπάρχει στο αιτητικό μέρος της κύριας αίτησης είναι, αρκούντως, σοβαρό, ώστε να μην υπάρχει δυνατότητα για τη διόρθωσή του. Σε τούτο, προστέθηκε και η περαιτέρω θέση ότι δεν υπάρχει εξουσία στο Δικαστήριο να διατάξει τροποποίηση αίτησης, όπως είναι η προαναφερθείσα κύρια αίτηση, για διόρθωση δικονομικού σφάλματος που υπάρχει σ' αυτή. Η μόνη θεραπεία δε, που προσφέρεται σε τέτοια περίπτωση, είναι η εγκατάλειψη της αίτησης και η έναρξη νέας διαδικασίας για την εξασφάλιση της επιδιωκόμενης θεραπείας.
Οι πιο πάνω θέσεις δε βρήκαν σύμφωνη την πλευρά του αιτητή. Υπήρξε εισήγηση, εκ μέρους του, ότι η επιδιωκόμενη τροποποίηση είναι νομικά εφικτή. ΄Εγινε παραπομπή, συναφώς, στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Πολιτική Αίτηση Αρ. 152/12, 24.1.2013, όπου παρόμοια αίτηση για τροποποίηση έτυχε θετικής αντιμετώπισης από τον Πασχαλίδη, Δ., με την επισήμανση, όμως, πως αυτή δεν ήταν, στην πραγματικότητα, αναγκαία.
Το θέμα, το οποίο εγείρεται εδώ, είναι αμιγώς δικονομικής φύσεως. Θεωρήθηκε ότι πιθανόν να υπάρχει δικονομικό σφάλμα στην αίτηση, λόγω της παράλειψης αναφοράς στο αιτητικό μέρος της στη συγκεκριμένη διαταγή του Δικαστηρίου, της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση, και το ερώτημα, το οποίο τίθεται, σχετικά, είναι διττό. Πρώτο, κατά πόσο η πιο πάνω παράλειψη αποτελεί, όντως, δικονομικό σφάλμα και, δεύτερο, αν έτσι έχουν τα πράγματα, κατά πόσο είναι νομικά εφικτή η διόρθωσή του.
Στο δικαιικό σύστημα της Κύπρου, δεν υπάρχει δικονομικός κανονισμός, ο οποίος να ρυθμίζει τα της ενάσκησης από το Ανώτατο Δικαστήριο της δικαιοδοσίας του, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος, για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων. Ασφαλώς, αυτό αποτελεί μειονέκτημα. Πλην, όμως, η εν λόγω απουσία δεν κρίθηκε ικανή να αποτελέσει εμπόδιο στην άσκηση της προαναφερθείσας, συνταγματικά οριζόμενης, δικαιοδοσίας· η εφαρμογή του ουσιαστικού δικαίου αποτελεί, ασφαλώς, υπέρτερη υποχρέωση του Δικαστηρίου.
Στην προκειμένη περίπτωση, για την εκπλήρωσή της, υιοθετήθηκε ο Δικονομικός Κανονισμός ο οποίος υπάρχει και εφαρμόζεται σε σχέση με την ανάλογη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αγγλίας. ΄Ο,τι δε καθιστά την εφαρμογή του εν λόγω Κανονισμού δεσμευτική είναι η καθιέρωσή του, στην έκταση που αυτό έχει συμβεί, από την κυπριακή νομολογία, (βλ. In Re Aeroporos & Others (1988) 1 C.L.R. 302· Ellinas v. Republic (1989) 1 C.L.R. 17· Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265 και Γεωργιάδης (Αρ. 2) (2002) 1 Α.Α.Δ. 1428). Μάλιστα, η ρύθμιση αυτή παρέχει τη δυνατότητα για εφαρμογή του υπό αναφορά αγγλικού Κανονισμού, όπως αυτός μετεξελίσσεται, στην πορεία του χρόνου, με βάση τις ανάγκες και τα θέματα που το Ανώτατο Δικαστήριο έχει να αντιμετωπίσει σε υποθέσεις, κατά την ενάσκηση της δικής του ανάλογης δικαιοδοσίας.
΄Οπως διαπιστώνεται από το σύγγραμμα The Annual Practice 1963, τόμος 1, η άσκηση από το Ανώτατο Δικαστήριο της Αγγλίας της ανάλογης με το ΄Αρθρο 155.4 δικαιοδοσίας διεπόταν δικονομικά από τη Δ.59, η οποία αναριθμήθηκε σε Δ.53 και η οποία παρέμεινε, παρά τις κάποιες τροποποιήσεις που έγιναν σε αυτή, ουσιαστικά, η ίδια ως προς το περιεχόμενό της, όπως φαίνεται στο σύγγραμμα The Supreme Court Practice 1982, τόμος 1.
Για την άσκηση της εν λόγω δικαιοδοσίας, υιοθετήθηκε, από την προαναφερθείσα αγγλική Διαταγή, η διαδικασία της μονομερούς αίτησης για άδεια, συνοδευόμενης από έκθεση και ένορκη δήλωση, και, ακολούθως, η διαδικασία της διά κλήσεως αίτησης, αφού δοθεί άδεια γι' αυτή, (βλ. Δ.53, κ. 3(2), 5(2) και 6(1)). ΄Οπως διαπιστώνεται δε από την υπό αναφορά Διαταγή, αφού δοθεί, πρώτα, η άδεια, η διαδικασία η οποία ακολουθεί, με την καταχώριση της διά κλήσεως αίτησης, ουσιαστικά, αποτελεί εξέλιξη της προηγούμενης μονομερούς αίτησης. Αντίγραφα της έκθεσης και της ένορκης δήλωσης, που απαραίτητα συνοδεύουν την πρώτη, πρέπει να συνοδεύουν και τη διά κλήσεως αίτηση, ως αναπόσπαστο μέρος της. Στην εν λόγω έκθεση, πρέπει να αναφέρεται η επιδιωκόμενη θεραπεία και, μεταξύ άλλων, οι λόγοι γι' αυτή, (βλ. Δ. 53, κ. 3(2), The Supreme Court Practice 1982, σελίδα 860). Ο κ. 6(2) της ίδιας πιο πάνω Διαταγής επέφερε κάποιες αλλαγές στην ανάλογη πρόνοια της παλαιάς Δ.59. Συγκεκριμένα, προέβλεψε ότι:-
"6(2) The court may on the hearing of the motion or summons allow the applicant to amend his statement, whether by specifying different or additional grounds or relief or otherwise, on such terms, if any, as it thinks fit and may allow further affidavits to be used if they deal with new matters arising out of an affidavit of any other party to the application."
΄Οπως θα διαφανεί, στη συνέχεια, δεν είναι, στην προκειμένη περίπτωση, αναγκαία η εφαρμογή παρόμοιας πρακτικής και, δη, για τροποποίηση. ΄Οπως έχει, ήδη, διαπιστωθεί, εδώ, υποβλήθηκε αίτηση για τροποποίηση του αιτητικού μέρους της κύριας αίτησης, προκειμένου να συγκεκριμενοποιηθεί η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου της 21.11.2014, της οποίας επιζητείται η ακύρωση. Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί πως, σε συμμόρφωση με την πρακτική που προβλέπεται στις προαναφερθείσες δικονομικές πρόνοιες, η κύρια αίτηση συνοδεύεται από την έκθεση και την ένορκη δήλωση που είχαν καταχωρηθεί με τη μονομερή αίτηση για άδεια. Στην έκθεση δε αυτή, αναφέρεται συγκεκριμένα ότι η διαταγή, της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση με το certiorari, είναι αυτή που εκδόθηκε στις 21.11.2014 και αφορούσε στην ενεργοποίηση, προηγουμένως, εκδοθέντος εντάλματος σύλληψης του αιτητή.
Ο λόγος, για τον οποίο επιζητείται η ακύρωση της προαναφερθείσας δικαστικής διαταγής, δεν είναι του παρόντος να εξεταστεί. Από την πιο πάνω διαπίστωση, όμως, θεωρείται πως υπήρξε, στην προκειμένη περίπτωση, συμμόρφωση με την εφαρμοζόμενη, σε υπόθεση όπως η παρούσα, δικονομική πρακτική. Συνεπώς, η πλευρά του καθ' ου η αίτηση γνώριζε, ευθύς εξ αρχής, ποια είναι, συγκεκριμένα, η διαταγή του πρωτόδικου Δικαστηρίου, της οποίας επιδιώκεται η ακύρωση, όπως, επίσης, και τους λόγους γι' αυτό. Δεν έχει, επομένως, καταληφθεί εξαπίνης, ενώ, ακριβώς για το λόγο ότι δικονομικά η κύρια αίτηση είναι σε πλήρη τάξη, η παρούσα ενδιάμεση αίτηση κρίνεται ως περιττή· δε χρειάζεται να γίνει οποιαδήποτε τροποποίηση στο αιτητικό της αίτησης. Να σημειωθεί πως αυτή ήταν και η κατάληξη στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ανωτέρω.
Ως εκ τούτου, η υπό εξέταση αίτηση απορρίπτεται. ΄Οσον αφορά τα έξοδα, αυτά να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα, αλλά, εν πάση περιπτώσει, να μην είναι εναντίον του καθ' ου η αίτηση.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ