ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2014:D854

(2014) 1 ΑΑΔ 2466

7 Νοεμβρίου 2014

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9

ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ

1. M.T.P. TRADING LTD ΚΑΙ 2. ΜΙΧΑΛΗ ΠΙΤΤΑΤΖΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 24/6/2014 ΓΙΑ ΣΥΝΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΑΓΩΓΩΝ 6032, 6033, 6034, 6035, 6036, 6037, 6038, 6135, 6137, 6138 ΚΑΙ 6139/12,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 13/10/2014 ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΚΑΝΕ ΔΕΚΤΗ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΣΥΝΕΝΩΣΗΣ ΣΤΕΡΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΦΥΣΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΑ ΕΚΔΙΚΑΣΕΙ ΤΟΣΟ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΟΣΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΩΓΕΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΖΗΤΗΘΗΚΕ Η ΣΥΝΕΝΩΣΗ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ AMSTECO ELECTRIC LTD ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ

ΓΙΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI

ΚΑΙ/Η PROHIBITION ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΠΙΟ ΠΑΝΩ AΝΑΦΕΡΘΕΙΣΑΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΙ/Η ΤΗΣ ΕΝΤΙΜΟΥ

ΔΙΚΑΣΤΟΥ ΚΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 177/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Αίτηση για λήψη άδειας καταχώρησης αίτησης διά κλήσεως προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition προς το σκοπό ακύρωσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία εγκρίθηκε αίτηση συνένωσης αριθμού αγωγών ― Απορριπτική κατάληξη, λόγω έλλειψης ενεργοποίησης της διαδικασίας προνομιακών ενταλμάτων.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari και Prohibition ― Εφαρμοστέες αρχές ― Πότε ενεργοποιείται η δικαιοδοσία των προνομιακών ενταλμάτων ― Άδεια δεν δίνεται όπου υπάρχει ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία οπότε και θα πρέπει να καταδειχθούν ότι συντρέχουν επαρκείς εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από τον κανόνα ότι δηλαδή εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο δεν αποδεικνύεται και η ύπαρξη συζητήσιμου θέματος.

 

Με την αίτηση επιδιώχθηκε η λήψη άδειας προς καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition προς το σκοπό ακύρωσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία εγκρίθηκε αίτηση συνένωσης αριθμού αγωγών.

 

Η αίτηση υπεβλήθη από τους ενάγοντες στην αγωγή υπ' αρ. 6036/12, με το αιτιολογικό ότι οι διάδικοι σε όλες τις αγωγές είναι οι ίδιοι, τα επίδικα θέματα είναι τα αυτά και επομένως όλα τα πραγματικά και νομικά ζητήματα που θα συζητηθούν είναι ταυτόσημα. Σύμφωνα με την υποστηρικτική ένορκη δήλωση στην αίτηση συνένωσης, όλες οι αγωγές απορρέουν από μια συμφωνία που συνομολογήθηκε μεταξύ των ιδίων προσώπων και στις οποίες απαιτούνται ποσά προερχόμενα από εκδοθείσες επιταγές. Η υπεράσπιση των εναγομένων, καθώς αναφέρεται, εγείρει επίσης κοινά ζητήματα νόμου και γεγονότων με ταυτοσημία θεμάτων ούτως ώστε θα εξυπηρετηθεί το καλώς νοούμενο συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης και θα περισωθεί πολύτιμος δικαστικός χρόνος. Στην εν λόγω ένορκη δήλωση ζητήθηκε όπως εκδοθεί διάταγμα με το οποίο να καθορίζεται ότι η υπόθεση που θα προηγείται θα ήταν η αγωγή που ήταν παλαιότερη σε αριθμό, αλλά και η ψηλότερη σε κλίμακα με δεδομένα και γεγονότα που είναι πανομοιότυπα σε όλες τις αγωγές.

 

Οι εναγόμενοι - αιτητές στην παρούσα - καταχώρησαν ένσταση προβάλλοντας εισήγηση ότι η αίτηση συνένωσης δεν καταχωρήθηκε στην υπόθεση  που φέρει τον μικρότερο αριθμό, αλλά σκόπιμα υπεβλήθη σε άλλη αγωγή με αποτέλεσμα να αποστερηθούν οι εναγόμενοι του φυσικού Δικαστή που ενώπιον του εκκρεμούσε η μικρότερη σε αριθμό αγωγή.

 

Στις 13.10.2014, εκδόθηκε ύστερα από τη σχετική ακροαματική διαδικασία, απόφαση με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο ενέκρινε τη συνένωση όλων των αγωγών με οδηγίες όπως η κύρια αγωγή  είναι αυτή με τον αριθμό 6036/12, αφού αυτή αφορά το υψηλότερο ποσό εκδοθείσας επιταγής, ενώ ταυτόχρονα προηγείται χρονικά και αριθμητικά άλλης αγωγής με το ίδιο ποσό.

 

Η αίτηση για παροχή άδειας στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Η εν λόγω δικαστική ενέργεια ήταν ανεπίτρεπτη, που είχε ως αποτέλεσμα την αποστέρηση της εκδίκασης των υποθέσεων από τον φυσικό Δικαστή που είχε ενώπιον του την μικρότερη σε αριθμό αγωγή και στον οποίο θα κατέληγαν όλες οι συνενωμένες αγωγές αν οι ενάγοντες ακολουθούσαν την ορθόδοξη πορεία πραγμάτων. 

 

β)  Παραβιάστηκαν, οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, υπήρξε έκδηλη πλάνη νόμου, προφανές νομικό σφάλμα επί του πρακτικού και έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Δεν υπάρχει απολύτως κανένα έρεισμα στην υπό κρίση αίτηση.  Αναδρομή τόσο στο λεκτικό της Δ.14 που αφορά τη συνένωση εκκρεμούσων αγωγών, όσο και στα σχόλια του Αγγλικού O.4 r.10, αντίστοιχο του προηγούμενου O.49 r.8, αποκαλύπτει την πολύ ευρεία εξουσία και διακριτική ευχέρεια ενός Δικαστηρίου να εγκρίνει τη συνένωση αγωγών χωρίς οποιουσδήποτε περιορισμούς της φύσης που εισηγούνται εδώ οι αιτητές.

  2.   Γνώμονας είναι η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης με την εξοικονόμηση χρόνου και εξόδων.

  3.   Είναι αναμενόμενο και ταυτόχρονα λογικό μια αίτηση συνένωσης να καταχωρείται στην μικρότερη των εκκρεμούσων υποθέσεων όπως στην ουσία αναφέρεται και στη Δ.14 θ.4. Αυτό όμως δεν  εξισούται με άτεγκτο κανόνα, ούτε και η παρέκκλιση απ' αυτόν για ικανό λόγο  ισοδυναμεί με υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, πλάνη περί το νόμο ή έκδηλη παρανομία.

  4.   Εδώ το Επαρχιακό Δικαστήριο ακριβώς αυτό έπραξε. Εξέτασε την ενώπιον του αίτηση για συνένωση και έδωσε ικανούς λόγους για τη συνένωση σε αγωγή που είχε μεγαλύτερο αριθμό από την πρώτη στη σειρά.

  5.   Εξήγησε ότι η οδηγούσα υπόθεση των συνενωμένων αγωγών θα ήταν εκείνη στην οποία και υποβλήθηκε η αίτηση με το αιτιολογικό, όχι λόγω του ότι είχε το μικρότερο αριθμό όπως λανθασμένα εισηγήθηκαν με την αίτηση τους οι ενάγοντες, αλλά διότι η εν λόγω αγωγή αφορούσε το υψηλότερο ζητούμενο ποσό των €25.000, ήταν δε και προγενέστερη της αγωγής υπ' αρ. 6139/12 που αφορούσε επίσης ισάξιο ποσό. Και οι δύο αυτές αγωγές με το υψηλότερο ποσό ήταν ενώπιον του ιδίου Δικαστή ώστε να μην τίθετο ζήτημα επιλογής Δικαστή.

  6.   Προκύπτει ακόμη και από την ίδια τη Δ.14 θ.4, ότι όπου δίδονται ειδικοί λόγοι δεν ακολουθείται κατ' ανάγκη κάποια αριθμητική σειρά προτεραιότητας.

  7.   Το γεγονός ότι η αγωγή υπ' αρ. 6036/12 αφορούσε αξίωση στο υψηλότερο ποσό από όλες τις παρόμοιες αγωγές, μαζί με το γεγονός ότι η άλλη αγωγή με το ίδιο ποσό αξίωσης καταχωρήθηκε σε μεταγενέστερη ημερομηνία, ήταν λόγοι ικανοί να δικαιολογήσουν αποδοχή της αίτησης.

  8.   Οι διάδικοι ήταν οι ίδιοι και οι δικηγόροι τους επίσης οι ίδιοι.  Δεν πιστοποιείτο ούτε υπέρβαση δικαιοδοσίας, ούτε πλάνη, ούτε αλλότριος σκοπός, ή μεροληψία όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος χωρίς να υποστηρίζεται τέτοια θέση από συγκεκριμένα και σαφή γεγονότα, εφόσον σύμφωνα με τη νομολογία ζητήματα προκατάληψης Δικαστή πρέπει να θεμελιώνονται με ιδιαίτερη ακρίβεια και να προωθούνται με επίγνωση της σοβαρότητας τους.

  9.   Πρόσθετα, το ένδικο μέσο της έφεσης προσφερόταν προς αναθεώρηση της απόφασης του Δικαστηρίου.

10. Η αιτιολογία ότι η έφεση είναι χρονοβόρα διαδικασία δεν αποτελεί κατά τη νομολογία, λόγο παράκαμψης της συνήθους διαδικασίας. Τα προνομιακά εντάλματα δεν αποτελούν ποτέ υποκατάστατο της έφεσης, η οποία μπορεί να επισπευσθεί για καλό πάντοτε λόγο.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Perrella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,

 

Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,

 

Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535,

 

The Mersey [1901] P. 369,

 

Re Ross [1907] 1 Ch. 482,

 

Αχτάρ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 397,

 

Dora Holdings Ltd κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (Αρ. 2) (2010) 1 Α.Α.Δ. 1605,

 

Λάντου (2007) 1 Α.Α.Δ. 1017,

 

Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469,

Μιχαήλ (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 260,

 

Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,

 

Starport Nominees Ltd κ.ά. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1370.

 

Αίτηση.

 

Π. Μιχαήλ, για τους Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Επιδιώκεται η λήψη άδειας προς καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition ώστε να τεθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην αγωγή υπ' αρ. 6036/2012 ημερ. 13.10.2014, προς ακύρωση της.

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο αντιμετώπισε αίτηση συνένωσης αριθμού αγωγών και συγκεκριμένα των υπ' αρ. 6032/12, 6033/12, 6034/12, 6035/12, 6036/12, 6037/12, 6038/12, 6135/12, 6136/12, 6137/12, 6138/12 και 6139/12. Η αίτηση υπεβλήθη από τους ενάγοντες στην αγωγή υπ' αρ. 6036/12, με το αιτιολογικό ότι οι διάδικοι σε όλες τις αγωγές είναι οι ίδιοι, τα επίδικα θέματα είναι τα αυτά και επομένως όλα τα πραγματικά και νομικά ζητήματα που θα συζητηθούν είναι ταυτόσημα. Σύμφωνα με την υποστηρικτική ένορκη δήλωση στην αίτηση συνένωσης, όλες οι αγωγές απορρέουν από μια συμφωνία ημερ. 11.7.2012 που συνομολογήθηκε μεταξύ των ιδίων προσώπων και στις οποίες απαιτούνται ποσά προερχόμενα από εκδοθείσες επιταγές. Η υπεράσπιση των εναγομένων, καθώς αναφέρεται, εγείρει επίσης κοινά ζητήματα νόμου και γεγονότων με ταυτοσημία θεμάτων ούτως ώστε θα εξυπηρετηθεί το καλώς νοούμενο συμφέρον της απονομής της δικαιοσύνης και θα περισωθεί πολύτιμος δικαστικός χρόνος. Στην εν λόγω ένορκη δήλωση ζητήθηκε όπως εκδοθεί διάταγμα με το οποίο να καθορίζεται ότι η υπόθεση που θα προηγείται θα είναι η αγωγή υπ' αρ. 6036/12, καθώς είναι η παλαιότερη σε αριθμό, αλλά και η ψηλότερη σε κλίμακα με δεδομένα και γεγονότα που είναι πανομοιότυπα σε όλες τις αγωγές.

 

Οι εναγόμενοι - παρόντες αιτητές - καταχώρησαν ένσταση με ουσιαστικό σκεπτικό ότι η αίτηση συνένωσης δεν καταχωρήθηκε στην υπόθεση υπ' αρ. 6032/12 που φέρει τον μικρότερο αριθμό, αλλά σκόπιμα υπεβλήθη σε άλλη αγωγή με αποτέλεσμα να αποστερηθούν οι εναγόμενοι του φυσικού Δικαστή που ενώπιον του εκκρεμούσε η μικρότερη σε αριθμό αγωγή. Στην υποστηρικτική ένορκη δήλωση του διευθυντή της εναγομένης εταιρείας, αναφέρεται ότι η κάθε υπόθεση περιβάλλεται από διαφορετικά γεγονότα που έχουν λάβει χώραν σε διάφορα χρονικά διαστήματα και ότι η αίτηση, όπως έγινε, «.. τείνει να στερήσει από το σεβαστό Δικαστήριο το τεκμήριο της αμεροληψίας.».

 

Εκδόθηκε στις 13.10.2014, μετά από τη σχετική ακροαματική διαδικασία, απόφαση με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο ενέκρινε τη συνένωση όλων των αγωγών με οδηγίες όπως η κύρια αγωγή  είναι αυτή με τον αριθμό 6036/12, αφού αυτή αφορά το υψηλότερο ποσό εκδοθείσας επιταγής, ενώ ταυτόχρονα προηγείται χρονικά και αριθμητικά άλλης αγωγής με το ίδιο ποσό. Αφού αναφέρθηκε στις δικονομικές πρόνοιες, αλλά και το ουσιαστικό δίκαιο που διέπουν αιτήσεις του είδους, και μνημόνευσε σχετική νομολογία, το Δικαστήριο συνόψισε τις αρχές συνένωσης και εστίασε την προσοχή του στη διακριτική ευχέρεια που υπάρχει στο ζήτημα λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη για αποφυγή πολλαπλότητας διαδικασιών, περίσωση δικαστικών εξόδων και χρόνου και εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ιδίων των διαδίκων. Θεώρησε ότι η μελέτη των δώδεκα δικογράφων στις αντίστοιχες αγωγές καταδείκνυε πανομοιότυπα θέματα προς εκδίκαση με μόνη διαφορά, σε εκάστη των αγωγών, τον αριθμό της επιταγής. Όλες οι αγωγές είχαν αναγωγή στην ίδια συμφωνία ημερ. 11.7.2012 και όλες οι επιταγές είχαν εκδοθεί στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας με ημερομηνία επιστροφής τους πριν από τις 7.9.2012 όταν καταχωρήθηκε η πρώτη στη σειρά των αγωγών.

 

Ως προς το ζήτημα που ήγειραν οι εναγόμενοι και που επαναλαμβάνουν στην υπό κρίση αίτηση, ότι δηλαδή ήταν ανεπίτρεπτη η καταχώρηση της αίτησης σε αγωγή άλλη από αυτή με τον μικρότερο αριθμό, με τους ενάγοντες να επιλέγουν ουσιαστικά Δικαστή, το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε ως ακολούθως:

 

«Ούτε και θα συμφωνήσω με την εισήγηση του συνηγόρου για τους Ενάγοντες ότι, με το ότι η Αίτηση έγινε στην αγωγή αρ. 6036/12, γίνεται επιλογή Δικαστή. Οι αγωγές με αριθμούς 6036/12 και 6139/12 αφορούν και οι δύο στην έκδοση επιταγών για το πιο ψηλό ποσό, ήτοι €25.000,00, ενώ η αγωγή αρ. 6036/12 είναι προγενέστερη της 6139/12. Δικαιολογείται, συνεπώς, η καταχώρηση της Αίτησης στην αγωγή με αριθμό 6036/12.  Ούτως ή άλλως, σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας, τόσο η αγωγή αρ. 6036/12 όσο και η αγωγή αρ. 6139/12 βρίσκονται στο πρόγραμμα του ίδιου Δικαστή, και άρα δεν υπάρχει θέμα επιλογής Δικαστή όπως εισηγείται ο κ. Μιχαήλ.»

 

Οι αιτητές θεωρούν την ως άνω Δικαστική ενέργεια ως ανεπίτρεπτη, που είχε ως αποτέλεσμα την αποστέρηση της εκδίκασης των υποθέσεων από τον φυσικό Δικαστή που είχε ενώπιον του την μικρότερη σε αριθμό αγωγή και στον οποίο θα κατέληγαν όλες οι συνενωμένες αγωγές αν οι ενάγοντες ακολουθούσαν την ορθόδοξη πορεία πραγμάτων. Παραβιάστηκαν, κατά το συνήγορο, οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, η Δικαστής κακώς αποδέχθηκε να εγκρίνει την αίτηση συνένωσης που παρατύπως ήχθη ενώπιον της (οι αιτητές προσθέτουν ότι δεν θα είχαν οποιαδήποτε ένσταση στη συνένωση αν αυτή καταχωρείτο και εξεταζόταν από τη Δικαστή  ενώπιον της οποίας εκκρεμούσε η μικρότερη σε αριθμό υπόθεση), υπήρξε έκδηλη πλάνη νόμου, προφανές νομικό σφάλμα επί του πρακτικού και έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας.

 

Πολύ λίγα είναι ανάγκη να λεχθούν ως προς τις αρχές που διέπουν τη λήψη άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος. Η νομολογία σύμφωνα με την οποία εξετάζονται προνομιακά εντάλματα από το Ανώτατο Δικαστήριο είναι πασίγνωστη. Η δικαιοδοσία ενεργοποιείται όταν φαίνεται από το πρακτικό έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον από το πρόσωπο που έλαβε την απόφαση, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Σχετικές υποθέσεις είναι η Perrella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη για Certiorari (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Base Metal Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535. Είναι επίσης καθιερωμένο ότι άδεια δεν δίνεται όπου υπάρχει ή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία οπότε και θα πρέπει να καταδειχθούν ότι συντρέχουν επαρκείς εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν την παρέκκλιση από τον κανόνα ότι δηλαδή εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο δεν αποδεικνύεται και η ύπαρξη συζητήσιμου θέματος.

 

Κατά τη συζήτηση της αίτησης, ο συνήγορος αποδέχθηκε τα εξής: ότι δεν υπάρχει θεσμοθετημένη η πρακτική που όντως ακολουθείται για καταχώρηση μιας αίτησης συνένωσης εντός του φακέλου της υπόθεσης με τον μικρότερο αριθμό (υπό την επιφύλαξη όμως όσων θα ακολουθήσουν στο παρόν σκεπτικό), και περαιτέρω ότι υπάρχει διαθέσιμο το ένδικο μέσο της έφεσης, πλην όμως η διαδικασία αυτή θα ήταν χρονοβόρα, ακόμη και αν ζητείτο σύντομη εκδίκαση. Πρόσθετα ότι καμιά πρακτική ή άλλη ζημιά δεν έχουν υποστεί οι αιτητές-ενάγοντες από τη συνένωση κατά τον τρόπο που έγινε, αλλά είναι προεξάρχουσα και μείζονος σημασίας η παραβίαση της φυσικής δικαιοσύνης που σημειώθηκε με την πρωτόδικη κρίση, η οποία και εγείρει  υποψίες περί ελλείψεως αμεροληψίας από τη συγκεκριμένη Δικαστή που εκδίκασε την αίτηση συνένωσης.

 

Δεν υπάρχει απολύτως κανένα έρεισμα στην υπό κρίση αίτηση. Αναδρομή τόσο στο λεκτικό της Δ.14 που αφορά τη συνένωση εκκρεμούσων αγωγών, όσο και στα σχόλια του Αγγλικού O.4 r.10, αντίστοιχο του προηγούμενου O.49 r.8, (δέστε Annual Practice 1970, σελ. 26-27), αλλά και τα αναφερόμενα στον Odgers' Principles of Pleading and Practice 12η έκδ. σελ. 242-243), αποκαλύπτει την πολύ ευρεία εξουσία και διακριτική ευχέρεια ενός Δικαστηρίου να εγκρίνει τη συνένωση αγωγών χωρίς οποιουσδήποτε περιορισμούς της φύσης που εισηγούνται εδώ οι αιτητές. Γνώμονας είναι η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης με την εξοικονόμηση χρόνου και εξόδων. Όπου οι δικηγόροι των διαφόρων αγωγών είναι διαφορετικοί, ενδεχομένως να μην διαταχθεί συνένωση εφόσον ένας των δικηγόρων θα ηγείται των συνενωμένων αγωγών, εκτός και αν υπάρχει μεταξύ τους συμφωνία. Εδώ δεν υπάρχει αυτό το πρόβλημα εφόσον οι δικηγόροι των εναγόντων είναι οι ίδιοι. Ακόμη και όπου η συνένωση για καλό λόγο δεν εγκριθεί, διατάσσεται κατά κανόνα η εκδίκαση μιας των αγωγών ακολουθούμενης από τις υπόλοιπες, ή, η εκδίκαση εκείνης που είναι πιο έτοιμη προς ακρόαση («nearer trial»), με αναστολή των υπολοίπων μέχρι την έκδοση απόφασης στη συγκεκριμένη αγωγή.

 

Είναι αναμενόμενο και ταυτόχρονα λογικό μια αίτηση συνένωσης να καταχωρείται στην μικρότερη των εκκρεμούσων υποθέσεων όπως στην ουσία αναφέρεται και στη Δ.14 θ.4. Αυτό όμως δεν  εξισούται με άτεγκτο κανόνα, ούτε και η παρέκκλιση απ' αυτόν για ικανό λόγο  ισοδυναμεί με υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, πλάνη περί το νόμο ή έκδηλη παρανομία. Στον Odgers' Principles of Pleading and Practice, ανωτέρω, ρητά καταγράφεται η απεριόριστη ουσιαστικά δυνατότητα του Δικαστηρίου (στην Αγγλία του Master), «.. in his discretion order consolidation, subject to any special directions which he may think fit to give ....».

 

Εδώ το Επαρχιακό Δικαστήριο ακριβώς αυτό έπραξε. Εξέτασε την ενώπιον του αίτηση για συνένωση και έδωσε ικανούς λόγους για τη συνένωση σε αγωγή που είχε μεγαλύτερο αριθμό από την πρώτη στη σειρά. Εξήγησε ότι η οδηγούσα υπόθεση των συνενωμένων αγωγών θα ήταν αυτή της υπ' αρ. 6036/12, στην οποία και υποβλήθηκε η αίτηση με το αιτιολογικό, όχι λόγω του ότι είχε το μικρότερο αριθμό όπως λανθασμένα εισηγήθηκαν με την αίτηση τους οι ενάγοντες, αλλά διότι η εν λόγω αγωγή αφορούσε το υψηλότερο ζητούμενο ποσό των €25.000, ήταν δε και προγενέστερη της αγωγής υπ' αρ. 6139/12 που αφορούσε επίσης ισάξιο ποσό.  Και οι δύο αυτές αγωγές με το υψηλότερο ποσό ήταν ενώπιον του ιδίου Δικαστή ώστε να μην τίθετο ζήτημα επιλογής Δικαστή.

 

Η Δ.14, η οποία αντιστοιχεί με την παλαιότερη «Ε.49 r.8 & notes thereto», όπως αναφέρεται στον πλαγιότιτλο, δεν προδιαγράφει κάποιο αποκλειστικό τρόπο συνένωσης. Αναφέρεται στο θ.3 της Δ.14 ότι η αίτηση για συνένωση σύμφωνα με τις διατάξεις του θ.2 μπορεί να γίνει από οποιοδήποτε διάδικο «to any of such actions as are therein mentioned», ενώ ο επόμενος θ.4  προνοεί  ότι διάταγμα συνένωσης κάτω από το θ.2 θα καθορίζει ότι ο ενάγων ή ενάγοντες που πρώτος άρχισε τη διαδικασία θα οδηγεί τις συνενωμένες αγωγές, «save for special reasons therein stated». Στα σχόλια του Annual Practice 1958 για το O.49 r.8, αναφέρεται στη σελ. 1186, κάτω από τον τίτλο «Conduct of Consolidated Action», ότι όπου διατάχθηκε η μεταφορά από υπόθεση που καταχωρήθηκε στο county court στο High Court και οι υποθέσεις είχαν καταχωρηθεί την ίδια ημέρα, η διαταγή ήταν ότι η οδηγούσα υπόθεση θα ήταν αυτή που καταχωρήθηκε στο High Court, (The Mersey (1901) P. 369). Και επίσης αναφέρεται ότι «there is no hard and fast rule that conduct will be given to the plaintiff in the first of two actions by creditors for administration where the claim of the first plaintiff is disputed» (Re Ross [1907] 1 Ch. 482).

 

Προκύπτει επομένως ακόμη και από την ίδια τη Δ.14 θ.4, ότι όπου δίδονται ειδικοί λόγοι δεν ακολουθείται κατ' ανάγκη κάποια αριθμητική σειρά προτεραιότητας. Το γεγονός ότι η αγωγή υπ' αρ. 6036/12 αφορούσε αξίωση στο υψηλότερο ποσό από όλες τις παρόμοιες αγωγές, μαζί με το γεγονός ότι η άλλη αγωγή με το ίδιο ποσό αξίωσης καταχωρήθηκε σε μεταγενέστερη ημερομηνία, ήταν λόγοι ικανοί να δικαιολογήσουν αποδοχή της αίτησης.  Οι διάδικοι ήταν οι ίδιοι και οι δικηγόροι τους επίσης οι ίδιοι.  Δεν πιστοποιείται ούτε υπέρβαση δικαιοδοσίας, ούτε πλάνη, ούτε αλλότριος σκοπός, ή μεροληψία όπως εισηγήθηκε ο συνήγορος χωρίς να υποστηρίζεται τέτοια θέση από συγκεκριμένα και σαφή γεγονότα, εφόσον σύμφωνα με τη νομολογία ζητήματα προκατάληψης Δικαστή πρέπει να θεμελιώνονται με ιδιαίτερη ακρίβεια και να προωθούνται με επίγνωση της σοβαρότητας τους (Αχτάρ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 397 και Dora Holdings Ltd κ.ά. ν. Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. (Αρ. 2) (2010) 1 Α.Α.Δ. 1605).

 

Πρόσθετα, το ένδικο μέσο της έφεσης προσφερόταν προς αναθεώρηση της απόφασης του Δικαστηρίου. Το ζήτημα μπορεί ακόμη να εγερθεί και σε ενδεχόμενη έφεση με την τελεσφόρηση των συνενωμένων αγωγών και την έκδοση τελικής απόφασης. Η αιτιολογία ότι η έφεση είναι χρονοβόρα διαδικασία δεν αποτελεί κατά τη νομολογία, (δέστε Αίτηση Ανδρούλλας Λάντου για Certiorari (2007) 1 Α.Α.Δ. 1017, Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469 και Αίτηση της Βαλεντίνας Μιχαήλ για Certiorari (2013) 1(Α) Α.Α.Δ. 260), λόγο παράκαμψης της συνήθους διαδικασίας προς όφελος ενός μέτρου τύπου certiorari ή prohibition που παραμένει πάντοτε μια προνομιακή διαδικασία, αποδιδόμενη ως θεραπεία κατά προνόμιο και σε εξαιρετικές περιστάσεις. Τα προνομιακά εντάλματα δεν αποτελούν ποτέ υποκατάστατο της έφεσης, η οποία μπορεί να επισπευσθεί για καλό πάντοτε λόγο, (Αναφορικά με την Αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464 και Αναφορικά με την Αίτηση της Starport Nominees Ltd κ.ά. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1370).

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο