ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D816
(2014) 1 ΑΑΔ 2411
29 Οκτωβρίου, 2014.
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 15, 17 ΚΑΙ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΝ ΝΟΜΟ 183(Ι)/07 ΚΑΙ ΤΟΝ ΝΟΜΟ 51(Ι)/2010,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙAKΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΟΥ ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΙΣ 7/5/2014 ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 23/14,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΠΟΥΡΓΟΥΡΙΔΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ
ΦΥΣΕΩΣ CERTIORARI.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 176/2014)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, προς ακύρωση διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου που εκδόθηκε στο πλαίσιο διερεύνησης ποινικής υπόθεσης, και με το οποίο εξασφαλίστηκε πρόσβαση σε συγκεκριμένα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα ― Αίτηση από δικηγόρο ο οποίος αμφισβητούσε τη νομιμότητα αποκάλυψης των δικών του τηλεπικοινωνιακών δεδομένων σε ότι αφορούσε τις επικοινωνίες που είχε με τον πελάτη του, εναντίον του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα αποκάλυψης ― Απορριπτική κατάληξη ― Κατά πόσον υπήρχε locus standi του Αιτητή, ο οποίος χωρίς να είναι διάδικος σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, ήγειρε θέμα παραβίασης των συνταγματικών του δικαιωμάτων, καθώς και θέμα αντισυνταγματικότητας του Νόμου 183(Ι)/07.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Το Δικαστήριο για να χορηγήσει άδεια για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari, θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση επί της ουσίας ― Συζητήσιμη υπόθεση μπορεί να υπάρξει όπου διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, παραβίαση συνταγματικής επιταγής, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη, δόλος, παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης κ.α.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Όπου υπάρχει εναλλακτικό ειδικό μέσο ή άλλη θεραπεία, το Δικαστήριο μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις παραχωρεί άδεια ― Στις περιπτώσεις που το κατώτερο Δικαστήριο κατά την έκδοση διατάγματος ή άλλης απόφασης του ενεργεί μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν παραχωρεί άδεια.
Ο Αιτητής επιδίωξε με την αίτηση, την εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος φύσεως Certiorari, που θα στόχευε στην ακύρωση του διατάγματος αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εξέδωσε Επαρχιακό Δικαστήριο στις 7.5.2014 στο πλαίσιο σχετικής αίτησης.
Επίσης, με την αίτησή του, αιτήθηκε ενδιάμεσο διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με το οποίο να απαγορευόταν στη Δημοκρατία και στους υπαλλήλους ή αξιωματούχους της, από το να προβούν σε οποιαδήποτε δημοσίευση και/ή χρήση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εξασφάλισε δυνάμει του πιο πάνω διατάγματος.
Όπως προέκυπτε από την έκθεση, την ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση, καθώς και τα Τεκμήρια που επισυνάπτονταν, ο Αιτητής είναι δικηγόρος και διατηρεί δικηγορικό γραφείο στη Λεμεσό. Για επαγγελματικούς σκοπούς διαφημίζει και χρησιμοποιεί τόσο σταθερό όσο και κινητό τηλέφωνο.
Ο Ανδρέας Αλεξάνδρου, ήταν πελάτης του Αιτητή και του ζήτησε να τον εκπροσωπήσει στην ποινική υπόθεση 7138/14 που αντιμετώπιζε στο μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας. Ανάμεσα στα έγγραφα που του παραδόθηκαν για μελέτη της υπόθεσης, ήταν και εκατοντάδες σελίδες τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που είχαν δοθεί από τους παρόχους στην αστυνομία, δυνάμει του ως άνω δικαστικού διατάγματος.
Όταν ο Αιτητής ξεκίνησε να μελετά τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, για να επιβεβαιώσει κάποιους ισχυρισμούς που του είχε δώσει ο πελάτης του, διαπίστωσε εντελώς τυχαία πως στα δεδομένα του πελάτη του, αποκαλύπτονταν κλήσεις που είχαν γίνει προς και από δύο τηλεφωνικούς αριθμούς που ο Αιτητής χρησιμοποιούσε για επαγγελματικούς λόγους.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Ο Αιτητής ουδέποτε έδωσε τη συγκατάθεσή του σε οποιονδήποτε για να αποκαλυφθούν τα τηλεπικοινωνιακά του δεδομένα και ότι η αποκάλυψή τους δεν ήταν αναγκαία, αλλά αντίθετα καταστρατήγησαν εντελώς αναίτια τα συνταγματικά του δικαιώματα και παραβίασαν το προνόμιο των επικοινωνιών μεταξύ δικηγόρου και πελάτη.
β) Τυχόν παρουσίαση των πιο πάνω δεδομένων στην επερχόμενη δικαστική διαδικασία, θα αποτελούσε περαιτέρω παραβίαση των δικαιωμάτων του.
γ) Το Επαρχιακό Δικαστήριο κατά την έκδοση των διαταγμάτων αποκάλυψης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, ενήργησε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, δυνάμει του Νόμου 183(Ι)/2007 και κατά παράβαση των προνοιών του Συντάγματος. Επίσης υπήρχε έκδηλη πλάνη Νόμου εμφανής στην όψη του σχετικού διατάγματος.
Αγορεύοντας ο αιτητής επιχειρηματολόγησε περαιτέρω μεταξύ άλλων ότι:-
α) Ο περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμος του 2007 (Ν. 183(Ι)/2007) ο οποίος θεσπίστηκε για να εναρμονιστεί η Κύπρος με την Οδηγία 2006/24/ΕΚ, η οποία όμως στη συνέχεια ακυρώθηκε, είναι αντισυνταγματικός, καθότι παραβιάζει το Άρθρο 17 του Συντάγματος.
β) Η ακύρωση της πιο πάνω Οδηγίας εκθεμελιώνει την αναγκαιότητα διατήρησης του Νόμου 183(Ι)/07.
γ) Ο Νόμος 51(Ι)/10 με τον οποίο τροποποιήθηκε το Άρθρο 17 του Συντάγματος είναι αντισυνταγματικός, καθότι δεν ετύγχανε εφαρμογής το δίκαιο της ανάγκης και ούτε υπήρχε άλλη άμεση πιεστική κοινωνική ανάγκη ή κατάρρευση του κράτους ώστε να καθιστούσε αναγκαία την ψήφισή του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Από τη μελέτη των όσων τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν προέκυπτε ότι υπήρχε, με βάση τις νομολογημένες προϋποθέσεις, εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
2. Το πρώτον που θα έπρεπε να εξεταστεί ήταν το locus standi του Αιτητή, ο οποίος χωρίς να είναι διάδικος σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, ήγειρε θέμα παραβίασης των συνταγματικών του δικαιωμάτων, καθώς και θέμα αντισυνταγματικότητας του Νόμου 183(Ι)/07.
3. Σύμφωνα με τη νομολογία ένας αιτητής για να νομιμοποιείται να αιτηθεί προνομιακό ένταλμα, θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει επαρκές συμφέρον στο θέμα το οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση αναφέρεται. Για να αποφασιστεί αν ο Αιτητής έχει ή όχι επαρκές συμφέρον, το Δικαστήριο ερευνά τα περιστατικά της υπόθεσης.
4. Ως προς την αντισυνταγματικότητα οποιουδήποτε νόμου, το Σύνταγμα αναγνωρίζει δύο τρόπους ελέγχου:- (α) προληπτικό έλεγχο (Άρθρο 140 του Συντάγματος) και (β) παρεμπίπτοντα ή κατασταλτικό έλεγχο εφόσον ένας τέτοιος έλεγχος κρίνεται απαραίτητος για να επιλυθεί αναφυείσα διαφορά στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας.
5. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επιλαμβάνεται αφηρημένων ερωτημάτων συνταγματικής φύσεως, εκτός αν μια τέτοια εξέταση είναι απολύτως αναγκαία για την έκβαση συγκεκριμένης υπόθεσης.
6. Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής δεν είχε locus standi να ζητά παρεμπίπτοντα έλεγχο της συνταγματικότητας νόμου, χωρίς να εκκρεμεί εναντίον του οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία. Η μόνη διαδικασία που εκκρεμούσε ήταν η ποινική υπόθεση 7138/14, η οποία εκκρεμούσε εναντίον του πελάτη του και όχι του ίδιου του Αιτητή.
7. Ενόψει των πιο πάνω, ο Αιτητής δεν είχε αποδείξει ότι είχε επαρκές συμφέρον για να αιτηθεί προνομιακό ένταλμα.
8. Τα υπόλοιπα επιχειρήματα που ήγειρε ήταν παρόμοια με αυτά που ήγειρε στο παρελθόν και σε άλλες υποθέσεις εκ μέρους πελατών του, όπως για παράδειγμα στην πρόσφατη υπόθεση Re Αρσιώτου (2014) 1 Α.Α.Δ. 378, ECLI:CY:AD:2014:D110, όπου απαντήθηκε λεπτομερώς στο κάθε ένα επιχείρημα ξεχωριστά. Το σκεπτικό της υιοθετήθηκε και για τους σκοπούς της παρούσας.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μάτσια (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 152,
Re Stelel Catering Ltd (Aρ. 1) (2010) 1(Γ) A.A.Δ. 1708,
Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,
Re Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,
Re Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
Re Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (2014) 1 Α.Α.Δ. 709, ECLI:CY:AD:2014:D221,
Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 761,
Re Αρσιώτου (2014) 1 Α.Α.Δ. 378, ECLI:CY:AD:2014:D110,
American Home Assurance Co κ.ά. ν. Χρίστου (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1702,
E.G. Falekkos Ltd v. Reana Manufacturers Ltd (1999) 1(A) A.A.Δ. 443.
Αίτηση.
O κ. Ε. Πουργουρίδης, Αιτητής, εμφανίζεται προσωπικά.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής με την αίτησή του επιδιώκει να εξασφαλίσει άδεια για να καταχωρήσει αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος φύσεως Certiorari, με απώτερο στόχο την ακύρωση του διατάγματος αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στις 7.5.2014 στο πλαίσιο της Αίτησης με αρ. 23/14. Επίσης, με την αίτησή του ζητά ενδιάμεσο διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με το οποίο να απαγορεύεται στη Δημοκρατία και στους υπαλλήλους ή αξιωματούχους της, από του να προβούν σε οποιαδήποτε δημοσίευση και/ή χρήση των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που εξασφάλισε δυνάμει του πιο πάνω διατάγματος.
Όπως προκύπτει από την έκθεση, την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, καθώς και τα Τεκμήρια που επισυνάπτονται, ο Αιτητής είναι δικηγόρος και διατηρεί δικηγορικό γραφείο στη Λεμεσό. Για επαγγελματικούς σκοπούς διαφημίζει και χρησιμοποιεί τόσο σταθερό όσο και κινητό τηλέφωνο.
Στις 19.4.2014 αφίχθη στο αεροδρόμιο Λάρνακας από το Κάιρο, ο Χρήστος Κωτσάκης. Ανακόπηκε από τους τελωνειακούς λειτουργούς για έλεγχο και στις αποσκευές του εντοπίστηκαν κρυμμένες μέσα σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, δύο νάιλον συσκευασίες, ειδικά περιτυλιγμένες, οι οποίες περιείχαν άσπρη σκόνη η οποία φαινόταν να είναι κοκαΐνη, μικτού συνολικού βάρους 2,705 γραμμαρίων.
Ανακρινόμενος ο ύποπτος ανέφερε μεταξύ άλλων ότι μετέφερε τα ναρκωτικά στην Κύπρο για λογαριασμό άλλων προσώπων και δέχθηκε να συνεργαστεί με την αστυνομία για να γίνει ελεγχόμενη παράδοση. Την ίδια ημέρα ο Κωτσάκης αφού ήρθε σε τηλεφωνική επικοινωνία με κάποιο τρίτο πρόσωπο, ολοκλήρωσε την ελεγχόμενη παράδοση, οπότε και παρενέβη η αστυνομία που τους συνέλαβε. Στα πλαίσια περαιτέρω διερεύνησης της υπόθεσης, εξασφαλίστηκε μαρτυρία εναντίον του Ανδρέα Αλεξάνδρου και Σωτήρη Αθηνή, οι οποίοι επίσης συνελήφθησαν. Ως αποτέλεσμα των τηλεφωνικών επικοινωνιών που είχε ο Κωτσάκης με τα άλλα πρόσωπα και των κινητών τηλεφώνων και καρτών τηλεφώνου που εντοπίστηκαν στις αποσκευές του, η αστυνομία εξασφάλισε δικαστικό διάταγμα πρόσβασης σε τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, τα οποία αφού αξιολόγησε, ζήτησε στη συνέχεια δικαστικό διάταγμα με το οποίο να αποκαλύπτονται, μεταξύ άλλων, στοιχεία των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων τριών συγκεκριμένων αριθμών, καθώς και των εισερχόμενων και εξερχόμενων κλήσεων προσδιορισμού της γεωγραφικής θέσης των κυψελών κατά την ώρα που γίνονταν οι κλήσεις, για τη χρονική περίοδο 1.3.2014 - 3.5.2014.
Ο Ανδρέας Αλεξάνδρου, ήταν πελάτης του Αιτητή και του ζήτησε να τον εκπροσωπήσει στην ποινική υπόθεση 7138/14 που αντιμετώπιζε στο μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας, ως αποτέλεσμα των πιο πάνω γεγονότων. Από το καλοκαίρι, ο Αιτητής ζήτησε από τη Νομική Υπηρεσία, αντίγραφα όλων των εγγράφων που είχαν ληφθεί από την αστυνομία στο πλαίσιο της διερεύνησης της υπόθεσης, ώστε να προετοιμαστεί για την εκπροσώπηση του πελάτη του. Ανάμεσα στα έγγραφα που του παραδόθηκαν, ήταν και εκατοντάδες σελίδες τηλεπικοινωνιακών δεδομένων που είχαν δοθεί από τους παρόχους στην αστυνομία, δυνάμει των δικαστικών διαταγμάτων.
Η υπόθεση είχε οριστεί για τις 13.10.2014. Μέχρι και τις αρχές Σεπτεμβρίου, ο εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής δήλωνε στον Αιτητή ότι υπήρχε πιθανότητα να διέκοπτε τις κατηγορίες που είχαν προσαχθεί εναντίον του πελάτη του, για το λόγο ότι αυτός ενεργούσε ως πληροφοριοδότης της αστυνομίας, όπως ισχυρίζεται ο ίδιος ο Αιτητής στην ένορκη δήλωσή του. Μετά που η Κατηγορούσα Αρχή τον πληροφόρησε ότι δεν θα διέκοπτε την υπόθεση εναντίον του πελάτη του και ότι η ακρόαση θα γινόταν κανονικά, ο Αιτητής ξεκίνησε να μελετά τα τηλεπικοινωνιακά δεδομένα, για να επιβεβαιώσει κάποιους ισχυρισμούς που του είχε δώσει ο πελάτης του σε σχέση με το ότι λειτουργούσε ως πληροφοριοδότης της αστυνομίας. Στις 4.10.2014 διαπίστωσε εντελώς τυχαία πως στα δεδομένα του πελάτη του αποκαλύπτονταν κλήσεις που είχαν γίνει προς και από δύο τηλεφωνικούς αριθμούς που ο Αιτητής χρησιμοποιούσε για επαγγελματικούς λόγους.
Ο Αιτητής παραπονείται ότι ουδέποτε έδωσε τη συγκατάθεσή του σε οποιονδήποτε για να αποκαλυφθούν τα τηλεπικοινωνιακά του δεδομένα και ότι η αποκάλυψή τους δεν ήταν αναγκαία, αλλά αντίθετα καταστρατήγησαν εντελώς αναίτια τα συνταγματικά του δικαιώματα και παραβίασαν το προνόμιο των επικοινωνιών μεταξύ δικηγόρου και πελάτη. Τυχόν παρουσίαση των πιο πάνω δεδομένων στην επερχόμενη δικαστική διαδικασία, θα αποτελέσει κατά τον ισχυρισμό του, περαιτέρω παραβίαση των δικαιωμάτων του. Ισχυρίζεται ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας κατά την έκδοση των διαταγμάτων αποκάλυψης των τηλεπικοινωνιακών δεδομένων, ενήργησε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, δυνάμει του Νόμου 183(Ι)/2007 και κατά παράβαση των προνοιών του Συντάγματος. Επίσης ισχυρίζεται ότι υπάρχει έκδηλη πλάνη Νόμου εμφανής στην όψη του σχετικού διατάγματος.
Αγορεύοντας ο κ. Πουργουρίδης επιχειρηματολόγησε ότι:-
(α) ο περί Διατήρησης Τηλεπικοινωνιακών Δεδομένων με Σκοπό τη Διερεύνηση Σοβαρών Ποινικών Αδικημάτων Νόμος του 2007 (Ν. 183(Ι)/2007) ο οποίος θεσπίστηκε για να εναρμονιστεί η Κύπρος με την Οδηγία 2006/24/ΕΚ, η οποία όμως στη συνέχεια ακυρώθηκε, είναι αντισυνταγματικός, καθότι παραβιάζει το Άρθρο 17 του Συντάγματος,
(β) η ακύρωση της πιο πάνω Οδηγίας εκθεμελιώνει την αναγκαιότητα διατήρησης του Νόμου 183(Ι)/07,
(γ) ο Νόμος 51(Ι)/10 με τον οποίο τροποποιήθηκε το Άρθρο 17 του Συντάγματος είναι αντισυνταγματικός, καθότι δεν ετύγχανε εφαρμογής το δίκαιο της ανάγκης και ούτε υπήρχε άλλη άμεση πιεστική κοινωνική ανάγκη ή κατάρρευση του κράτους ώστε να καθιστούσε αναγκαία την ψήφισή του,
(δ) τα αποφασισθέντα στην υπόθεση Χρίστου Μάτσια (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 152 της Πλήρους Ολομέλειας αναφορικά με το Νόμο 183(Ι)/07 καλύπτουν μόνο φυλακισμένους, υποδίκους και πτωχεύσαντες, γι' αυτό η αίτηση έγινε δεχτή εναντίον των δύο αιτητών που δεν εντάσσονται στην πιο πάνω κατηγορία, ενώ η αίτηση τρίτου προσώπου που ήταν κατάδικος, απορρίφθηκε. Στη συνέχεια τροποποιήθηκε το Σύνταγμα, αλλά όμως το Σύνταγμα, δεν μπορεί να τροποποιήσει Νόμο αναδρομικά,
(ε) το επίδικο διάταγμα αποκάλυψης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων ήταν παράνομο, καθότι η εμβέλεια του ήταν ανεπίτρεπτη και αχρείαστα πλατιά και έξω από τα όρια νόμου, και
(στ) παραβίαση του προνομίου και απορρήτου της επικοινωνίας δικηγόρου-πελάτη.
Το Δικαστήριο για να χορηγήσει άδεια για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari, θα πρέπει να ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση επί της ουσίας. Η διαπίστωση αυτή θα πρέπει να γίνει από τα πρακτικά του δικαστηρίου. Συζητήσιμη υπόθεση μπορεί να υπάρξει όπου διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, παραβίαση συνταγματικής επιταγής, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη, δόλος, παράβαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης και άλλα (βλ. Re Stelel Catering Ltd (Aρ. 1) (2010) 1(Γ) A.A.Δ.1708). Το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να εμβαθύνει στην υπόθεση, αλλά περιορίζεται στο υλικό που ο Αιτητής θέτει ενώπιον του (βλ. Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, στη σελ. 701, Re Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298 και Σύγγραμμα Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις, Έκδ. 2004, Π. Αρτέμη, σελ. 160-165 και 195). Όπου υπάρχει εναλλακτικό ειδικό μέσο ή άλλη θεραπεία, το Δικαστήριο μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις παραχωρεί άδεια (βλ. Re Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι στις περιπτώσεις που το κατώτερο δικαστήριο κατά την έκδοση διατάγματος ή άλλης απόφασης του ενεργεί μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν παραχωρεί άδεια (βλ. Re Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (2014) 1 Α.Α.Δ. 709, ECLI:CY:AD:2014:D221).
Έχω μελετήσει τα όσα έθεσε ενώπιον μου ο Αιτητής, καθώς και την επιχειρηματολογία του, αλλά δεν έχω πειστεί ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως υπόθεση.
Το πρώτον που θα πρέπει να εξεταστεί είναι το locus standi του Αιτητή, ο οποίος χωρίς να είναι διάδικος σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία, εγείρει θέμα παραβίασης των συνταγματικών του δικαιωμάτων, καθώς και θέμα αντισυνταγματικότητας του Νόμου 183(Ι)/07. Σύμφωνα με τη νομολογία ένας αιτητής για να νομιμοποιείται να αιτηθεί προνομιακό ένταλμα, θα πρέπει να αποδείξει ότι «έχει επαρκές συμφέρον στο θέμα το οποίο η προσβαλλόμενη απόφαση αναφέρεται». Για να αποφασιστεί αν ο Αιτητής έχει ή όχι επαρκές συμφέρον, το Δικαστήριο ερευνά τα περιστατικά της υπόθεσης (βλ. Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 761).
Ως προς την αντισυνταγματικότητα οποιουδήποτε νόμου, το Σύνταγμα αναγνωρίζει δύο τρόπους ελέγχου:- (α) προληπτικό έλεγχο (δικαίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, δυνάμει του Άρθρου 140 του Συντάγματος να ζητήσει από το Ανώτατο Δικαστήριο Γνωμάτευση επί του συνταγματικού νομοθετήματος) και (β) παρεμπίπτοντα ή κατασταλτικό έλεγχο εφόσον ένας τέτοιος έλεγχος κρίνεται απαραίτητος για να επιλυθεί αναφυείσα διαφορά στο πλαίσιο δικαστικής διαδικασίας. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν επιλαμβάνεται αφηρημένων ερωτημάτων συνταγματικής φύσεως, εκτός αν μια τέτοια εξέταση είναι απολύτως αναγκαία για την έκβαση συγκεκριμένης υπόθεσης (βλ. Σύγγραμμα Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας, Α. Ν. Λοΐζου, Έκδοση 2001, στις σελ. 313-316).
Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής κατά την άποψή μου δεν έχει locus standi να ζητά παρεμπίπτοντα έλεγχο της συνταγματικότητας νόμου, χωρίς να εκκρεμεί εναντίον του οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία. Η μόνη διαδικασία που εκκρεμεί είναι η ποινική υπόθεση 7138/14, η οποία εκκρεμεί εναντίον του πελάτη του και όχι του ίδιου του Αιτητή. Ενόψει των πιο πάνω, δεν έχω πειστεί ότι ο Αιτητής έχει αποδείξει ότι έχει επαρκές συμφέρον για να αιτηθεί προνομιακό ένταλμα.
Εκ του περισσού αναφέρω ότι τα υπόλοιπα επιχειρήματα που ήγειρε ο Αιτητής είναι παρόμοια με αυτά που ήγειρε στο παρελθόν και σε άλλες υποθέσεις εκ μέρους πελατών του, όπως για παράδειγμα στην πρόσφατη υπόθεση Re Αρσιώτου (2014) 1 Α.Α.Δ. 378, ECLI:CY:AD:2014:D110, στην οποία ο αδελφός δικαστής Πασχαλίδης, Δ., απάντησε λεπτομερώς στο κάθε ένα επιχείρημα ξεχωριστά. Υιοθετώ απόλυτα το σκεπτικό το οποίο και δεν χρειάζεται να επαναλάβω.
Ενόψει των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται.
Μετά την έκδοση της απόφασης και μετά από επισήμανση του Αιτητή ότι στο κείμενο της απόφασης γινόταν εκ παραδρομής αναφορά στο όνομα του Α. Αλεξάνδρου αντί στο όνομα του Χρ. Κωτσάκη, προχώρησα με βάση τις συμφυείς εξουσίες του δικαστηρίου (βλ. American Home Assurance Co κ.ά. ν. Χρίστου (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1702 και E.G. Falekkos Ltd v. Reana Manufacturers Ltd (1999) 1(A) A.A.Δ.443) και επέφερα σχετικές αλλαγές στα γεγονότα, αντικαθιστώντας το όνομα του Α. Αλεξάνδρου με αυτό του Χρ. Κωτσάκη και προσθέτοντας διευκρινίσεις ως προς την εμπλοκή των δύο. Οι σχετικές αλλαγές, οι οποίες ενσωματώθηκαν στο πιο πάνω κείμενο, ουδόλως επηρεάζουν την ουσία της υπόθεσης.
Η αίτηση απορρίπτεται.