ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D817
(2014) 1 ΑΑΔ 2400
29 Οκτωβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤA ΑΡΘΡA ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ 3 KAI 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΟΥ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΜΕΤΑ
ΑΠΟ ΑΔΕΙΑ ΠΟΥ ΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ 31/3/2014 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ
ΜΕ ΑΡ. 54/2014,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΝΟΣΗΛΕΙΑΣ
ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 19/3/2014 ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗΣ ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΙΣ 18/3/2014.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2014)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για ακύρωση διατάγματος προσωρινής νοσηλείας που εκδόθηκε από Επαρχιακό Δικαστήριο δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 10 του Νόμου 77(Ι)/97 ― Το κατά πόσο είχε προσκομιστεί μαρτυρία η οποία να δικαιολογούσε την έκδοση του εν λόγω διατάγματος, αποτελούσε θέμα ουσίας, το οποίο μπορούσε να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια έφεσης και όχι αίτησης για Certiorari ― Απορριπτική κατάληξη λόγω μη ενεργοποίησης της δικαιοδοσίας προνομιακών ενταλμάτων.
Ως αποτέλεσμα καταγγελιών που υποβλήθηκαν εναντίον της αιτήτριας από συγκεκριμένους γείτονες της, η Αστυνομία, αφού αποτάθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, εξασφάλισε αρχικά διάταγμα άμεσης εξέτασης και εκτίμησης της κατάστασης της αιτήτριας και ακολούθως διάταγμα προσωρινής νοσηλείας της αιτήτριας δυνάμει των σχετικών προνοιών του Άρθρου 10 του Νόμου 77(Ι)/97. Τα δύο διατάγματα εκδόθηκαν, το μεν πρώτο στις 18/3/2014, το δε δεύτερο στις 19/3/2014.
Αντιδρώντας η αιτήτρια και ο σύζυγος της (οι αιτητές), αφού αποτάθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο και εξασφάλισαν την απαιτούμενη για σκοπούς καταχώρισης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, άδεια, καταχώρισαν την παρούσα αίτηση, με την οποία επιδίωξαν την ακύρωση των πιο πάνω δύο διαταγμάτων.
Σύμφωνα με την έκθεση γεγονότων, αλλά και την ένορκη δήλωση του συζύγου της αιτήτριας - αιτητή, που συνόδευαν την αίτηση των αιτητών για εξασφάλιση άδειας για καταχώριση Certiorari, το περιεχόμενο των οποίων υιοθετήθηκε και για σκοπούς της παρούσας αίτησης, η αιτήτρια είναι δημόσιος υπάλληλος και μητέρα τριών παιδιών. Για χρόνια εργάζεται στη θέση βιβλιοθηκονόμου στη βιβλιοθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου, χωρίς οποιαδήποτε προβλήματα.
Οι προβαλλόμενες στα πλαίσια της παρούσας αίτησης θέσεις της αιτήτριας και η επί του προκειμένου επιχειρηματολογία περιορίστηκαν αυστηρά σε θέματα νομικά και καμιά πτυχή τους δεν επεκτάθηκε σε γεγονότα που αφορούσαν συγκεκριμένο επεισόδιο που συνέβη μεταξύ των εμπλεκομένων προσώπων.
Σύμφωνα με την Έκθεση Γεγονότων που συντάχθηκε από το Σταθμάρχη του Αστυνομικού Σταθμού Λακατάμιας που διερεύνησε το επεισόδιο, η οποία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, η ισχυριζόμενη επιθετικότητα της αιτήτριας προς τους συγκεκριμένους γείτονες της χρονολογείτο από το Νοέμβριο του 2012, όταν η αιτήτρια άρχισε να επιτίθεται στα μέλη της οικογένειας Ιωάννου, τα οποία θεωρούσε, ιδιαίτερα το γιο του ζεύγους Ιωάννου, Μάριο, υπαίτια για τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και να τα βρίζει κατηγορώντας τους ότι, «της βάλλουν καρκίνο μέσα στην κεφαλή της από το Internet». Αναφορικά με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά της αιτήτριας, η οικογένεια Ιωάννου παραπονέθηκε επανειλημμένα στην Αστυνομία ζητώντας της να παρέμβει. Προσπάθειες της Αστυνομίας προς την κατεύθυνση του συζύγου της αιτήτριας και των παιδιών της να την πείσουν να δεχθεί ιατρική βοήθεια, έπεσαν στο κενό.
Στις 15/3/2014 υπεβλήθη παράπονο από την Ανδρούλλα Ιωάννου, ότι λίγο νωρίτερα είχε δεχθεί επίθεση από την αιτήτρια, η οποία την άρπαξε από το λαιμό και προσπάθησε να τη στραγγαλίσει. Προς βοήθεια της κας Ιωάννου έτρεξε ο γιος της Μάριος, ο οποίος στην προσπάθεια του να απομακρύνει τη μητέρα του από την αιτήτρια, έσπρωξε την τελευταία, η οποία τον δάγκωσε στο δάκτυλο. Το όλο επεισόδιο είδε τρίτο πρόσωπο, γείτονας των δύο οικογενειών, ο οποίος επιβεβαίωσε την εκδοχή της Ιωάννου και του γιου της. Η εκδοχή των τελευταίων επιβεβαιώθηκε και από ιατρό του Γενικού Νοσοκομείου, στο οποίο η Αστυνομία τους παρέπεμψε για εξέταση.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Το Δικαστήριο υπερέβη το δικαιοδοτικό του πλαίσιο και υπέπεσε σε νομικό σφάλμα. Το διάταγμα εκδόθηκε κατόπιν μονομερούς αιτήσεως και δεν δόθηκε το δικαίωμα στην αιτήτρια να καταχωρήσει ένσταση, να προβάλλει τους ισχυρισμούς της ή να προσάγει μαρτυρία και συνεπώς παραβιάστηκε το Άρθρο 30 του Συντάγματος και οι Κανονισμοί 13-15 των περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2009.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Τα χρονικά πλαίσια που θέτουν οι πιο πάνω Κανονισμοί τελούν πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι το Δικαστήριο δεν έχει διατάξει συντομότερο χρόνο εκδίκασης.
2. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταγραμμένο ότι το Δικαστήριο διέταξε τη σύντομη εκδίκαση της αίτησης δεν είχε οποιαδήποτε σημασία, εφόσον το ίδιο το Δικαστήριο με το να εξετάσει την αίτηση την ίδια ημέρα που καταχωρήθηκε, συνεπάγεται ότι διέταξε τη σύντομη εκδίκαση τους.
3. Όπως αναφέρθηκε στην νομολογία, αιτήσεις αυτού του είδους μπορεί να παρουσιαστούν ανά πάσα στιγμή στο Δικαστήριο και να χρειαστεί η άμεση αντιμετώπιση τους με κατεπείγουσα απόφαση.
β) Δεν έγινε επίδοση της μονομερούς αιτήσεως και παραβιάστηκαν τα κατοχυρωμένα δυνάμει του Άρθρου 30 του Συντάγματος δικαιώματα της αιτήτριας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η πρώτη αίτηση αφορούσε την υποχρεωτική εξέταση της αιτήτριας και η δεύτερη την προσωρινή της νοσηλεία.
2. Η αίτηση για υποχρεωτική εξέταση για σκοπούς ετοιμασίας ιατρικής γνωμάτευσης απαραίτητης για την αίτηση για προσωρινή νοσηλεία, υποβάλλεται και εξετάζεται μονομερώς.
3. Όπως και στις μονομερείς αιτήσεις, το διάταγμα που εκδίδεται μονομερώς, παραμένει σε ισχύ μέχρι την εξέταση της κυρίως αίτησης, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η αίτηση για προσωρινή νοσηλεία. Στη συνέχεια, ο ασθενής εξετάζεται από ψυχίατρο, ο οποίος συντάσσει αιτιολογημένη γνωμάτευση, η οποία επισυνάπτεται στην αίτηση για προσωρινή νοσηλεία, της οποίας η καταχώριση ακολουθεί αμέσως μετά την έκδοση του διατάγματος για υποχρεωτική εξέταση.
4. Η εξέταση της αίτησης για προσωρινή νοσηλεία λαμβάνει χώρα στην παρουσία του ασθενούς, στον οποίο παρέχεται το δικαίωμα όχι μόνο να ακουστεί, αλλά και αν θέλει να διορίσει δικηγόρο.
5. Έτσι και στην παρούσα περίπτωση, αφού εκδόθηκε διάταγμα για υποχρεωτική εξέταση της αιτήτριας μονομερώς, στη συνέχεια, υποβλήθηκε η αίτηση για προσωρινή νοσηλεία.
6. Κατά την εξέταση της παρουσιάστηκε και η αιτήτρια, στην οποία δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί και ακούστηκε. Στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης για προσωρινή νοσηλεία, το Δικαστήριο εξέτασε την αιτήτρια, η οποία δεν υπέβαλε οποιοδήποτε αίτημα είτε για καταχώριση ένστασης, είτε για νομική εκπροσώπηση, παρά τη σχετική πληροφόρηση που έτυχε από το Δικαστήριο.
7. Περαιτέρω, το Δικαστήριο προέβη το ίδιο σε προφορική εξέταση της αιτήτριας, η οποία είχε την ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς της. Ο σύζυγος της αιτήτριας, ο οποίος είναι ο δεύτερος αιτητής στην παρούσα αίτηση, βρισκόταν και αυτός στο Δικαστήριο και συνεπώς και αυτός έλαβε γνώση των αιτήσεων.
8. Επομένως, η θέση ότι παραβιάστηκαν τα κατοχυρωμένα δυνάμει του Άρθρου 30 του Συντάγματος δικαιώματα της αιτήτριας, δεν ευσταθούσε.
γ) Παραβιάστηκε το τεκμήριο αθωότητας της αιτήτριας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Τα πιο πάνω δεν μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στα πλαίσια της παρούσας αίτησης.
2. Το ένταλμα Certiorari χορηγείται όπου διαπιστώνεται η έλλειψη εξουσίας, νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού, προκατάληψη ή συμφέρον και τέλος παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
3. Στόχος του διατάγματος δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας δικαστικής απόφασης, αλλά ο έλεγχος της νομιμότητάς της. Ούτε και η διαδικασία έκδοσης διατάγματος Certiorari μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας, ή μέσο εποπτείας της διαδικασίας των επαρχιακών ή των ειδικών δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε.
4. Δεν μπορεί να υπαγορευθεί στο κατώτερο Δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα αποφασιστεί ένα θέμα που εμπίπτει μέσα στη δικαιοδοσία του.
5. Το κατά πόσο είχε προσκομιστεί μαρτυρία η οποία να δικαιολογούσε την έκδοση του εν λόγω διατάγματος αποτελεί θέμα ουσίας, το οποίο μπορεί να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια έφεσης και όχι αίτησης για Certiorari.
6. Περαιτέρω, δεν προέκυπτε από πουθενά ότι το Δικαστήριο είχε θεωρήσει, προτού εξετάσει τα ενώπιον του στοιχεία, ότι η αιτήτρια ήταν επικίνδυνη για τον εαυτό της και για τρίτα πρόσωπα.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κυπριανού ν. Κυπριανού (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 679,
Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. κ.ά. (2012) 1 Α.Α.Δ. 878,
Κρασοπούλης (2012) 1 Α.Α.Δ. 2446.
Αίτηση.
Αχ. Αιμιλιανίδης, για τους Αιτητές.
Μ. Στυλιανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι δύο αιτητές είναι ανδρόγυνο. Ως αποτέλεσμα καταγγελιών που υποβλήθηκαν εναντίον της αιτήτριας από συγκεκριμένους γείτονες της, η Αστυνομία, αφού αποτάθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, εξασφάλισε αρχικά διάταγμα άμεσης εξέτασης και εκτίμησης της κατάστασης της αιτήτριας και ακολούθως διάταγμα προσωρινής νοσηλείας της αιτήτριας δυνάμει των σχετικών προνοιών του Άρθρου 10 του Νόμου 77(Ι)/97. Τα δύο διατάγματα εκδόθηκαν, το μεν πρώτο στις 18/3/2014, το δε δεύτερο στις 19/3/2014.
Αντιδρώντας η αιτήτρια και ο σύζυγος της (οι αιτητές), αφού αποτάθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο και εξασφάλισαν την απαιτούμενη για σκοπούς καταχώρισης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, άδεια, καταχώρισαν την παρούσα αίτηση, με την οποία επιδιώκουν την ακύρωση των πιο πάνω δύο διαταγμάτων.
Σύμφωνα με την έκθεση γεγονότων, αλλά και την ένορκη δήλωση του συζύγου της αιτήτριας - αιτητή, που συνόδευαν την αίτηση των αιτητών για εξασφάλιση άδειας για καταχώριση Certiorari, το περιεχόμενο των οποίων υιοθετείται από τους αιτητές και για σκοπούς της παρούσας αίτησης, η αιτήτρια είναι δημόσιος υπάλληλος και μητέρα τριών παιδιών. Για χρόνια εργάζεται στη θέση βιβλιοθηκονόμου στη βιβλιοθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου, χωρίς οποιαδήποτε προβλήματα.
Η αιτήτρια, σύμφωνα πάντα με την έκθεση γεγονότων και την ένορκη δήλωση του συζύγου της - αιτητή:
"(α) ..... βρισκόταν αντιμέτωπη με πονοκεφάλους όταν βρισκόταν σε συγκεκριμένο χώρο του σπιτιού της. Μετά από έρευνα που διεξήγαγε διαπίστωσε ότι σε συγκεκριμένο γειτονικό σπίτι της Αντρούλλας Ιωάννου, ο γιος της κ. Ιωάννου Μάριος Κωνσταντίνου χρησιμοποιούσε ηλεκτρονικά μηχανήματα τα οποία εξέπεμπαν ηλεκτρομαγνητικά κύματα τα οποία ενδεχόμενα δημιουργούσαν τους πονοκεφάλους. Τους ίδιους πονοκεφάλους αντιμετώπισε και η θυγατέρα των Αιτητών Χαριτίνη Οικονομίδη, καθώς και η μικρότερη θυγατέρα των Αιτητών Θεοφανώ Οικονομίδου, η οποία σπουδάζει νομικά στην Κομοτηνή και η οποία όποτε ερχόταν για διακοπές στην Κύπρο διαπίστωνε ότι της προκαλούνταν πονοκέφαλοι στον συγκεκριμένο χώρο της οικίας της.
(β) Η Αιτήτρια έκανε παράπονα για το θέμα αυτό στους συγκεκριμένους γείτονες της, οι οποίοι όμως δεν ενδιαφέρθηκαν να το επιλύσουν. Ως εκ τούτου η Αιτήτρια υπέβαλε δύο φορές παράπονο στην Αστυνομία, η οποία όμως μέχρι σήμερα δεν ήλθε να εξετάσει το ζήτημα. Στις 15/3/2014 η Αιτήτρια παραπονέθηκε εκ νέου προς τους γείτονες της και ο γιος της γειτόνισσας της Μάριος Κωνσταντίνου, την γρονθοκόπησε στο κεφάλι με αποτέλεσμα η Αιτήτρια να τραυματιστεί και να καταλήξει στο Γενικό Νοσοκομείο όπου της παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες. Ο σύζυγος της - Αιτητής και τα παιδιά της έκαναν καταγγελία στην Αστυνομία επί του θέματος και ετοιμάζονταν να λάβουν νομικά μέτρα για το συμβάν κατά των γειτόνων τους.
(γ) Στις 18/3/2014 όμως οι συγκεκριμένοι γείτονες, ενδεχόμενα με σκοπό να ενεργήσουν προληπτικά ώστε να αποσείσουν ενδεχόμενες ποινικές και αστικές τους ευθύνες, υπέβαλαν γραπτή κατάθεση στην Αστυνομία αναφέροντας αναληθή γεγονότα ή και αποκρύβοντας τα πραγματικά γεγονότα και με γραπτές καταθέσεις ζήτησαν από την Αστυνομία να αιτηθεί Διάταγμα υποχρεωτικής ψυχιατρικής εξέτασης της Αιτήτριας. Ως αιτιολογία ισχυρίστηκαν ότι κατά τα τελευταία δύο χρόνια η Αιτήτρια τους επιτίθεται και τους βρίζει χωρίς κάποια λογική εξήγηση και ότι είναι επικίνδυνη για τη σωματική τους ακεραιότητα."
Οι προβαλλόμενες στα πλαίσια της παρούσας αίτησης θέσεις της αιτήτριας και η επί του προκειμένου επιχειρηματολογία των ευπαίδευτων συνηγόρων της περιορίζονται αυστηρά σε θέματα νομικά και καμιά πτυχή τους δεν επεκτείνεται στα γεγονότα που περιβάλλουν το επεισόδιο της 15/3/2014. Ωστόσο, θεωρώ σκόπιμο κι' αυτό για να γίνουν κατανοητές οι εκατέρωθεν θέσεις, να κάμω αναφορά, σε πολύ περιορισμένη βέβαια έκταση, και στους ισχυρισμούς των καθ'ων η αίτηση σχετικά με τα γεγονότα που περιβάλλουν το συγκεκριμένο επεισόδιο και γενικά τη σχέση των διαπλεκόμενων στο επεισόδιο, οικογενειών.
Σύμφωνα με την Έκθεση Γεγονότων που συντάχθηκε από το Σταθμάρχη του Αστυνομικού Σταθμού Λακατάμιας που διερεύνησε το επεισόδιο, η οποία τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου κατά το χρόνο έκδοσης των επίδικων διαταγμάτων, η επιθετικότητα της αιτήτριας προς τους συγκεκριμένους γείτονες της χρονολογείται από το Νοέμβριο του 2012, όταν η αιτήτρια άρχισε να επιτίθεται στα μέλη της οικογένειας Ιωάννου, τα οποία θεωρούσε, ιδιαίτερα το γιο του ζεύγους Ιωάννου, Μάριο, υπαίτια για τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε και να τα βρίζει κατηγορώντας τους ότι, «της βάλλουν καρκίνο μέσα στην κεφαλή της από το Internet». Αναφορικά με τη συγκεκριμένη συμπεριφορά της αιτήτριας, η οικογένεια Ιωάννου παραπονέθηκε επανειλημμένα στην Αστυνομία ζητώντας της να παρέμβει. Προσπάθειες της Αστυνομίας προς την κατεύθυνση του συζύγου της αιτήτριας και των παιδιών της να την πείσουν να δεχθεί ιατρική βοήθεια, έπεσαν στο κενό.
Στις 15/3/2014 υπεβλήθη παράπονο από την Ανδρούλλα Ιωάννου, ότι λίγο νωρίτερα είχε δεχθεί επίθεση από την αιτήτρια, η οποία την άρπαξε από το λαιμό και προσπάθησε να τη στραγγαλίσει. Προς βοήθεια της κας Ιωάννου έτρεξε ο γιος της Μάριος, ο οποίος στην προσπάθεια του να απομακρύνει τη μητέρα του από την αιτήτρια, έσπρωξε την τελευταία, η οποία τον δάγκωσε στο δάκτυλο. Το όλο επεισόδιο είδε τρίτο πρόσωπο, γείτονας των δύο οικογενειών, ο οποίος επιβεβαίωσε την εκδοχή της Ιωάννου και του γιου της. Η εκδοχή των τελευταίων επιβεβαιώθηκε και από ιατρό του Γενικού Νοσοκομείου, στο οποίο η Αστυνομία τους παρέπεμψε για εξέταση.
Οι αιτητές προβάλλουν ότι το Δικαστήριο υπερέβη το δικαιοδοτικό του πλαίσιο και υπέπεσε σε νομικό σφάλμα. Αναφέρουν ότι το διάταγμα εκδόθηκε κατόπιν μονομερούς αιτήσεως και δεν δόθηκε το δικαίωμα στην αιτήτρια να καταχωρήσει ένσταση, να προβάλλει τους ισχυρισμούς της ή να προσάξει μαρτυρία και συνεπώς παραβιάστηκε το Άρθρο 30 του Συντάγματος και οι Κανονισμοί 13-15 των περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Διαδικαστικών Κανονισμών του 2009.
Ο Κανονισμός 13 των Διαδικαστικών Κανονισμών προβλέπει πως εκτός αν άλλως διατάξει το Δικαστήριο, κατόπιν σχετικής, προς αυτό προφορικής εισήγησης του αιτούμενου πρόσωπου, επικαλούμενο επείγοντες λόγους, κάθε αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του Νόμου και των παρόντων Κανονισμών, ορίζεται από το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο και τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου προς εξέταση και ανάλογες οδηγίες, σε χρόνο τουλάχιστον 21 ημερών από την ημερομηνία καταχώρισης της αίτησης.
Ο Κανονισμός 14 καθορίζει πως, εκτός στην περίπτωση που το Δικαστήριο διατάξει αλλιώς, κάθε αίτηση επιδίδεται τουλάχιστον 10 ημέρες πριν από την ημερομηνία που αυτή είναι ορισμένη και ο Κανονισμός 15 προβλέπει ότι η διαδικασία που ακολουθείται κατά την εξέταση της αίτησης είναι η ίδια που ακολουθείται στις πολιτικές αγωγές.*
Τα χρονικά πλαίσια που θέτουν οι πιο πάνω Κανονισμοί τελούν πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι το Δικαστήριο δεν έχει διατάξει συντομότερο χρόνο εκδίκασης. Προκύπτει συνεπώς ότι το Δικαστήριο είχε εξουσία να εξετάσει τις αιτήσεις για υποχρεωτική εξέταση και για προσωρινή νοσηλεία αυθημερόν ενόψει του επείγοντος της υπόθεσης, όπως περιγράφεται στα γεγονότα των αιτήσεων. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει καταγραμμένο ότι το Δικαστήριο διέταξε τη σύντομη εκδίκαση της αίτησης δεν έχει οποιαδήποτε σημασία, εφόσον το ίδιο το Δικαστήριο με το να εξετάσει την αίτηση την ίδια ημέρα που καταχωρήθηκε, συνεπάγεται ότι διέταξε τη σύντομη εκδίκαση τους. Όπως αναφέρθηκε στην υπόθεση Κυπριανού ν. Κυπριανού (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 679, αιτήσεις αυτού του είδους μπορεί να παρουσιαστούν ανά πάσα στιγμή στο Δικαστήριο και να χρειαστεί η άμεση αντιμετώπιση τους με κατεπείγουσα απόφαση.
Όσον αφορά το παράπονο των αιτητών ότι δεν έγινε επίδοση της μονομερούς αιτήσεως, αυτό και πάλι δεν θεωρώ ότι ευσταθεί. Η πρώτη αίτηση αφορούσε την υποχρεωτική εξέταση της αιτήτριας και η δεύτερη την προσωρινή της νοσηλεία.
Σύμφωνα με το Άρθρο 10(1) του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου του 1997 (Ν. 77(Ι)/97), η αίτηση για προσωρινή νοσηλεία πρέπει να υποστηρίζεται από ψυχιατρική γνωμάτευση σχετικά με την αναγκαιότητα της παροχής νοσηλείας. Σε περίπτωση δε που το πρόσωπο αρνείται να υποβληθεί σε εξέταση για σκοπούς ετοιμασίας της σχετικής γνωμάτευσης, τότε με βάση το Άρθρο 10(3) το δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για άμεση εξέταση και εκτίμηση της κατάστασης του ασθενούς και έκδοσης της σχετικής γνωμάτευσης*.
Η αίτηση για υποχρεωτική εξέταση για σκοπούς ετοιμασίας ιατρικής γνωμάτευσης απαραίτητης για την αίτηση για προσωρινή νοσηλεία, υποβάλλεται και εξετάζεται μονομερώς. Όπως και στις μονομερείς αιτήσεις (ex parte), το διάταγμα που εκδίδεται μονομερώς, παραμένει σε ισχύ μέχρι την εξέταση της κυρίως αίτησης, που στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η αίτηση για προσωρινή νοσηλεία. Στη συνέχεια, ο ασθενής εξετάζεται από ψυχίατρο, ο οποίος συντάσσει αιτιολογημένη γνωμάτευση, η οποία επισυνάπτεται στην αίτηση για προσωρινή νοσηλεία, της οποίας η καταχώριση ακολουθεί αμέσως μετά την έκδοση του διατάγματος για υποχρεωτική εξέταση. Η εξέταση της αίτησης για προσωρινή νοσηλεία λαμβάνει χώρα στην παρουσία του ασθενούς, στον οποίο παρέχεται το δικαίωμα όχι μόνο να ακουστεί, αλλά και αν θέλει να διορίσει δικηγόρο.
Έτσι και στην παρούσα περίπτωση, αφού εκδόθηκε διάταγμα για υποχρεωτική εξέταση της αιτήτριας μονομερώς, στη συνέχεια, υποβλήθηκε η αίτηση για προσωρινή νοσηλεία. Κατά την εξέταση της παρουσιάστηκε και η αιτήτρια, στην οποία δόθηκε η ευκαιρία να ακουστεί και ακούστηκε. Στα πλαίσια εξέτασης της αίτησης για προσωρινή νοσηλεία, το Δικαστήριο εξέτασε την αιτήτρια, η οποία δεν υπέβαλε οποιοδήποτε αίτημα είτε για καταχώριση ένστασης, είτε για νομική εκπροσώπηση, παρά τη σχετική πληροφόρηση που έτυχε από το Δικαστήριο. Περαιτέρω, το Δικαστήριο προέβηκε το ίδιο σε προφορική εξέταση της αιτήτριας, η οποία είχε την ευκαιρία να προβάλει τους ισχυρισμούς της. Σημειώνεται ότι ο σύζυγος της αιτήτριας, ο οποίος είναι ο δεύτερος αιτητής στην παρούσα αίτηση, βρισκόταν και αυτός στο Δικαστήριο και συνεπώς και αυτός έλαβε γνώση των αιτήσεων. Επομένως, η θέση ότι παραβιάστηκαν τα κατοχυρωμένα δυνάμει του Άρθρου 30 του Συντάγματος δικαιώματα της αιτήτριας, δεν ευσταθεί.
Οι αιτητές προβάλλουν ότι παραβιάστηκε το τεκμήριο της αθωότητας. Αναφέρουν ότι ήταν καθήκον της κατηγορούσας αρχής να αποδείξει τους ισχυρισμούς της και ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε συνιστά κατάργηση του τεκμηρίου της αθωότητας. Γίνεται εκτενής αναφορά στα δικαιώματα που θα απολάμβανε η αιτήτρια εάν αυτή κατηγορείτο για διάπραξη ποινικών αδικημάτων, τα οποία όπως αναφέρουν θα έπρεπε να απολαμβάνει και στην παρούσα διαδικασία και όχι να αποφασιστεί ο εγκλεισμός της στην ψυχιατρική κλινική χωρίς την τήρηση των συνταγματικών δικαιωμάτων της.
Επίσης ισχυρίζονται ότι ήταν εσφαλμένη η κατάληξη του Δικαστηρίου με βάση το ενώπιον του υλικό και από την εξέταση της αιτήτριας, ότι ήταν επικίνδυνη και έχρηζε νοσηλείας. Προβάλλουν ότι το Δικαστήριο δεν προέβηκε σε δέουσα έρευνα ως προς την ορθή εφαρμογή του Νόμου και χωρίς να προβεί σε εύρημα ως προς το κατά πόσο η αιτήτρια ενέπιπτε στον ορισμό του ψυχικά ασθενούς που πάσχει από σοβαρή ψυχική διαταραχή, κατέληξε χωρίς αιτιολογία σε απόφαση υποχρεωτικού εγκλεισμού.
Τέλος, ότι δεν τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου κρίσιμα γεγονότα ή τέθηκαν γεγονότα κατά τρόπο παραπλανητικό. Συγκεκριμένα, ότι υπήρξε κατάχρηση της διαδικασίας από την Αστυνομία, η οποία δεν προέβηκε σε δέουσα έρευνα και δεν έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου καταγγελίες στις οποίες είχε προβεί η αιτήτρια εναντίον των παραπονουμένων, ότι η ψυχίατρος που εξέτασε την αιτήτρια δεν προέβηκε σε δική της έρευνα αλλά βασίστηκε στα όσα της αναφέρθηκαν από την Αστυνομία.
Θεωρώ ότι τα πιο πάνω δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στα πλαίσια της παρούσας αίτησης.
Το ένταλμα Certiorari χορηγείται όπου διαπιστώνεται η έλλειψη εξουσίας, νομικό σφάλμα στην όψη του πρακτικού, προκατάληψη ή συμφέρον και τέλος παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Στόχος του διατάγματος δεν είναι ο έλεγχος της ορθότητας μιας δικαστικής απόφασης, αλλά ο έλεγχος της νομιμότητάς της. Ούτε και η διαδικασία έκδοσης διατάγματος Certiorari μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας, ή μέσο εποπτείας της διαδικασίας των επαρχιακών ή των ειδικών δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε. Δεν μπορεί να υπαγορευθεί στο κατώτερο δικαστήριο ο τρόπος με τον οποίο θα αποφασιστεί ένα θέμα που εμπίπτει μέσα στη δικαιοδοσία του, (Αναφορικά με την Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ και του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας (2012) 1 Α.Α.Δ. 878 και τη νομολογία στην οποία η απόφαση της Ολομέλειας παραπέμπει και Κρασοπούλης (2012) 1 Α.Α.Δ. 2446). Το εάν κατά πόσο είχε προσκομιστεί μαρτυρία η οποία να δικαιολογούσε την έκδοση του εν λόγω διατάγματος αποτελεί θέμα ουσίας, το οποίο μπορεί να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια έφεσης και όχι αίτησης για Certiorari.
Τα όσα έχουν προβληθεί από τους εδώ αιτητές δεν εμπίπτουν εντός της εμβέλειας του διατάγματος Certiorari, όπως έχει προδιαγραφεί πιο πάνω. Περαιτέρω, δεν προκύπτει από πουθενά ότι το Δικαστήριο είχε θεωρήσει, προτού εξετάσει τα ενώπιον του στοιχεία, ότι η αιτήτρια ήταν επικίνδυνη για τον εαυτό της και για τρίτα πρόσωπα. Αντιθέτως, από το πρακτικό του Δικαστηρίου προκύπτει ότι έλαβε υπόψη του όλα τα στοιχεία, καθώς και τα όσα ανέφερε η αιτήτρια, πριν καταλήξει στην απόφαση του.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.