ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ECLI:CY:AD:2014:D252

(2014) 1 ΑΑΔ 805

10 Απριλίου, 2014

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964),

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 15, 30, 33 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 6 ΚΑΙ 8 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 4, 5, 6, 7, 9, 12, 13, 14, 18 ΚΑΙ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΑΝΙΚΑΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1996, Ν. 23(Ι)/96,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΓΚΑΠΡΙΕΛ ΠΟΠ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ/ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΤΗΝ 13/1/2014 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΑΝΙΚΑΝΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΜΕ ΑΡ. 4/09.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 18/2014)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Aίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, προς ακύρωση διατάγματος Επαρχιακού Δικαστηρίου με το οποίο διατάχθηκε η αντικατάσταση του αιτητή από διαχειριστής της περιουσίας της ανίκανης συζύγου του, και ο προσωρινός διορισμός άλλου προσώπου, ως διαχειρίστριας της περιουσίας  της ανίκανης.

 

Ανίκανα πρόσωπα ― Διαχείριση Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων ― Η δικαιοδοσία του κατώτερου Δικαστηρίου δυνάμει του περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμου 23(1)/96 ως έχει τροποποιηθεί, είναι sui generis ― Ασκείται πάντοτε με γνώμονα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του ανίκανου προσώπου και της περιουσίας του.

 

Ο αιτητής, αφού εξασφάλισε σχετική άδεια, καταχώρησε αίτηση με την οποία αιτήθηκε την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, που στόχευε στην ακύρωση διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με το οποίο διατάχθηκε η αντικατάσταση του από διαχειριστής της περιουσίας της ανίκανης συζύγου του και ο προσωρινός διορισμός άλλου προσώπου, ως διαχειρίστριας της περιουσίας της ρηθείσας ανίκανης.

 

Λόγω της πλήρους ανικανότητας της συζύγου του για διαχείριση των υποθέσεών της, συνεπεία τραυματισμού της σε τροχαίο ατύχημα, ο αιτητής υπέβαλε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας την Αίτηση με αριθμό 4/2009 για διορισμό του ως διαχειριστή της περιουσίας της ανίκανης συζύγου του και στις 7.4.2009 το Δικαστήριο εξέδωσε το σχετικό διάταγμα.

 

Ύστερα από διαπραγματεύσεις με το Ταμείο Ασφαλιστών, εισέπραξε για λογαριασμό της ανίκανης συζύγου, το ποσό των €250.000, το οποίο κατέθεσε στη Λαϊκή Τράπεζα σε λογαριασμό διαχείρισης.

 

Ως αποτέλεσμα της σοβαρής κατάστασης της υγείας της συζύγου του και ύστερα από την ανεπιτυχή προσπάθεια θεραπείας της στην Κύπρο, μετέφερε τη σύζυγό του σε εξειδικευμένα ιατρικά κέντρα του εξωτερικού.

 

Όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε, ένεκα των πολλών και καθημερινών υποχρεώσεών του έναντι της συζύγου του και του όγκου των αποδείξεων που συγκεντρώθηκαν, δεν κατάφερε μέχρι τις 4.10.2011 να υποβάλει στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, κατάσταση λογαριασμού στα πλαίσια της διαχείρισης.

 

Στις 4.10.2011 η αδελφή της συζύγου του Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου, με αφορμή την παράλειψη του αιτητή να υποβάλει λογαριασμούς, καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης 4/2009, μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσε, μεταξύ άλλων, Διάταγμα με το οποίο να διατασσόταν η αντικατάσταση του αιτητή από διαχειριστής της περιουσίας της συζύγου του και ο διορισμός της ιδίας ως διαχειρίστριας.

 

Ο αιτητής καταχώρησε ένσταση στην πιο πάνω αίτηση, η οποία αναβάλλετο μέχρις ότου ο αιτητής υπέβαλλε κατάσταση λογαριασμών στα πλαίσια της Διαχείρισης. Ο αιτητής τελικά υπέβαλε κατάσταση λογαριασμού και στις 2.2.2012 η κυρία Ευτυχίου ζήτησε άδεια και απέσυρε την αίτηση της.

 

Στις 11.10.2012 η κυρία Ευτυχίου επανήλθε με νέα αίτηση, με την οποία ζητούσε και πάλι την αντικατάσταση του αιτητή ως διαχειριστή της περιουσίας της συζύγου του, με τον ισχυρισμό ότι ενεργούσε δόλια και αμελώς.

 

Ύστερα από συνεχείς αναβολές, λόγω στοιχείων που αναμένονταν να παρουσιαστούν από τον διαχειριστή σε λογιστή ο οποίος είχε οριστεί από το Δικαστήριο όπως ελέγξει τα υποβληθέντα στοιχεία, το Επαρχιακό Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη του, τη διαπίστωση της πρωτοκολλητή ότι υπήρχαν μεγάλες παρατυπίες σε σχέση με τη διαχείριση της περιουσίας του ανίκανου προσώπου και ότι είχε γίνει κατάχρηση της περιουσίας της, έκρινε  απαραίτητη την άμεση αντικατάσταση του διαχειριστή.

 

Η αντικατάσταση έγινε με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 6(1)(α) του Ν. 23(1)/96 ως έχει τροποποιηθεί αφού ο αιτητής είχε παραβιάσει τα καθήκοντα του όπως αυτά προβλέπονται στο Άρθρο 9(2) και (3), διόρισε προσωρινά την κυρία Ευτυχίου ως διαχειρίστρια μέχρι την τελική εκδίκαση της αίτησης αντικατάστασης.  Ακολούθως όρισε τη σχετική αίτηση για Ακρόαση.

 

Η αίτηση για προνομιακό ένταλμα στηρίχθηκε μεταξύ άλλων στους κάτωθι λόγους:

 

α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εξέδωσε το επίδικο διάταγμα ενεργώντας αντίθετα προς τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, αιφνίδια και με προχειρότητα, δεδομένου ότι:- (1) Εκείνη τη μέρα η αίτηση ημερ. 11.10.2012 δεν ήταν ορισμένη για ακρόαση, (2) δεν υπήρχε ενώπιον του σχετική αίτηση, (3) απουσίαζε ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση, (4) δεν παρασχέθηκε στην πλευρά του αιτητή η ευκαιρία να ακουστεί, (5) έκρινε στη βάση διαπίστωσης της Πρωτοκολλητή περί δήθεν παραβίαση των καθηκόντων του Αιτητή ως διαχειριστή, χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον του και χωρίς να δοθεί στην πλευρά του Αιτητή η ευκαιρία να αντεξετάσει τόσο την Πρωτοκολλητή, όσο και το Λογιστή και χωρίς να λάβει υπόψη την ένστασή του, και (6) το επίδικο διάταγμα δεν ορίστηκε επιστρεπτέο.

β) Το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε αυτεπάγγελτα, κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.

γ) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στερείτο δικαιώματος και/ή υπερέβη την εξουσία του, εκδίδοντας το επίδικο διάταγμα.

δ) Υπήρχε έκδηλο νομικό σφάλμα, καθότι η διαδικασία που ακολούθησε το Δικαστήριο είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του Νόμου 23(Ι)/1996.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1. Από τα πρακτικά καθίστατο φανερό ότι το κατώτερο Δικαστήριο ενεργούσε στα πλαίσια της αίτησης ημερ. 11.10.2012. Επομένως δεν ήταν ορθή η εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι το Δικαστήριο ενεργούσε χωρίς να έχει οτιδήποτε ενώπιον του.

2. Από τη μελέτη των εγγράφων προέκυπτε ότι τόσο το Δικαστήριο, όσο και η αρμόδια Πρωτοκολλητής, από την αρχή χειρίστηκαν τα θέματα πολύ χαλαρά, παρά τους ισχυρισμούς που προβάλλονταν για ατασθαλίες στη διαχείριση του ανίκανου προσώπου.

3. Ο αιτητής, ο οποίος είχε ήδη καταχωρήσει ένσταση στην αίτηση για αντικατάσταση του διαχειριστή, αντί να εμφανιστεί στις 28.2.2014 και να αμφισβητήσει τη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος, επέλεξε να προχωρήσει με τη διεκδίκηση προνομιακού εντάλματος Certiorari.

4. Στην προκειμένη περίπτωση ο αιτητής σαφώς είχε άλλα ένδικα μέσα. Το κατώτερο Δικαστήριο, προφανώς επειδή υπήρχε ήδη καταχωρημένη ένσταση εκ μέρους του αιτητή, όρισε για ακρόαση το προσωρινό διάταγμα που εξέδωσε, ώστε στα πλαίσια της αίτησης ημερ. 11.10.2012 να εξεταστεί η οριστικοποίησή του ή όχι.

5. Επομένως, ο αιτητής θα μπορούσε να εμφανιστεί και να ζητήσει ακύρωση του διατάγματος. Δεν εναπόκειτο στο Ανώτατο Δικαστήριο να εισηγηθεί ποια άλλα ενδεχομένως να ήταν εξίσου πρόσφορα μέτρα, αλλά ο αιτητής θα μπορούσε διαζευκτικά, να εξετάσει κατά πόσον προσφερόταν η περίπτωση για να καταχωρήσει αίτηση δια κλήσεως, δυνάμει της Δ.48 θ.8(4) και να ζητήσει παραμερισμό του διατάγματος.

6. Επίσης, δεν μπορούσε να αποκλειστεί η δυνατότητα έφεσης δυνάμει της Δ.35 θ.5, εφόσον σύμφωνα με το Άρθρο 18 του Νόμου 23(Ι)/96, μέχρι τη θέσπιση ειδικών κανονισμών, εφαρμόζονται οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί.

7.  Δεν προέκυπτε ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων ώστε η περίπτωση του αιτητή να ενταχθεί στην εξαίρεση του κανόνα που προβλέπει ότι δεν χορηγείται προνομιακό ένταλμα της φύσης Certiorari, όταν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα. Ο γενικός κανόνας ισχύει ακόμα και όταν οι λόγοι που ζητείται η ακύρωση του διατάγματος σχετίζονται με ισχυρισμούς για έλλειψη δικαιοδοσίας.

8.  Η δε δικαιοδοσία του κατώτερου Δικαστηρίου δυνάμει του περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμου, είναι sui generis και η εξουσία του ασκείται πάντοτε με γνώμονα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του ανίκανου προσώπου και της περιουσίας του. Οι εξουσίες του Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 6 του Νόμου, επί του οποίου στηρίχθηκε το κατώτερο Δικαστήριο, είναι ευρείες και αν η εμβέλεια τους θα έπρεπε να καθοριστεί, το πιο πρόσφορο forum ήταν αυτό της έφεσης.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Re Χαρίλαος Αποστολίδης και Σία Λτδ κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 2302.

 

Re Αδαμίδη (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 760,

 

Re Χριστοφίδης (Αρ. 1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 613,

 

Re Καψάλης (Αρ. 1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 729,

 

Re Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 878,

 

Θεμιστοκλέους v. Λεωνίδου (2005) 1(Α) Α.Α.Δ. 417.

 

Αίτηση.

 

Χρ. Χριστάκης με Γ. Πολυχρόνη, για τον Αιτητή.

 

Γ. Τσαρδελλής, για τους Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Αιτητής, αφού εξασφάλισε σχετική άδεια, καταχώρησε την παρούσα αίτηση, με την οποία αιτείται την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με στόχο την ακύρωση διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 13.1.2014, με το οποίο διατάχθηκε:- (α) η αντικατάσταση του Αιτητή από διαχειριστή της περιουσίας της ανίκανης συζύγου του, Μαριάννας Κρεάνκα και (β) ο προσωρινός διορισμός της Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου, ως διαχειρίστριας της περιουσίας του πιο πάνω ανίκανου προσώπου.

 

Το ιστορικό είναι κάπως μακρύ, γι' αυτό θα προσπαθήσω να το συνοψίσω όσο είναι δυνατό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του φακέλου, ο Αιτητής κατάγεται από τη Ρουμανία και από το 2006 ζει μόνιμα στην Κύπρο. Από το 2007 είναι παντρεμένος με τη Μαριάννα Κρεάνκα, επίσης από τη Ρουμανία. Περί τα τέλη του 2008 η σύζυγός του, συνεπεία τροχαίου ατυχήματος, υπέστη σοβαρό κρανιοεγκεφαλικό τραύμα, με αποτέλεσμα να καταστεί τετραπληγική, ανάπηρη από το λαιμό και κάτω και να βρίσκεται έκτοτε σε πλήρη και απόλυτη αδυναμία κίνησης και ομιλίας και να χρήζει διαρκώς και επί εικοσιτετραώρου βάσης, γενικής και εξειδικευμένης φροντίδας και θεραπείας. Προς το σκοπό αυτό προσέλαβε οικιακή βοηθό για εξυπηρέτηση των αυξημένων αναγκών στη φροντίδα της συζύγου του.

 

Λόγω της πλήρους ανικανότητας της συζύγου του για διαχείριση των υποθέσεών της, ο Αιτητής υπέβαλε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας την Αίτηση με αριθμό 4/2009 για διορισμό του ως διαχειριστή της περιουσίας της ανίκανης συζύγου του και στις 7.4.2009 το Δικαστήριο εξέδωσε το σχετικό διάταγμα.

 

Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις με το M.I.F., εισέπραξε για λογαριασμό της ανίκανης συζύγου του, το ποσό των €250.000, το οποίο κατέθεσε στη Λαϊκή Τράπεζα σε λογαριασμό διαχείρισης.

 

Ως αποτέλεσμα της σοβαρής κατάστασης της υγείας της συζύγου του και μετά την ανεπιτυχή προσπάθεια θεραπείας της στην Κύπρο, μετέφερε τη σύζυγό του σε εξειδικευμένα ιατρικά κέντρα του εξωτερικού. Συγκεκριμένα στις 27.7.2010 μετέφερε τη σύζυγό του με τη συνοδεία της οικιακής βοηθού, με νοσοκομειακό αεροσκάφος στο νοσοκομείο Hatasa στο Ισραήλ. Παρέμειναν εκεί για 15 μέρες και τα μεταφορικά έξοδα και τα έξοδα περίθαλψης, νοσηλείας και διαμονής, ανήλθαν στις €56.430.

 

Στη συνέχεια, τον Απρίλιο του 2011 μετέφερε εκ νέου τη σύζυγό του στο Ισραήλ, καθότι παρουσίασε πρόβλημα με το βηματοδότη που της είχε τοποθετηθεί. Μετά από διαβήματα του ιδίου, όλα τα έξοδα της συζύγου του καλύφθηκαν από την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

Τον Σεπτέμβριο του 2011 μετέφερε τη σύζυγό του και πάλι με νοσοκομειακό αεροσκάφος σε ιατρικό κέντρο στη Γερμανία. Αυτή τη φορά τα ιατρικά έξοδα ανήλθαν στις €35.000, τα έξοδα μεταφοράς στις €21.000 περίπου και άλλα έξοδα στις €8.000.

 

Πρόσθετα, αγόρασε ειδικά διασκευασμένο αναπηρικό αυτοκίνητο για να μπορεί εύκολα να επιβιβάζει και αποβιβάζει την ανάπηρή σύζυγό του, όταν θα τη μετέφερε στους διάφορους γιατρούς.

 

Όπως ο ίδιος ισχυρίζεται, ένεκα των πολλών και καθημερινών υποχρεώσεών του έναντι της συζύγου του και του όγκου των αποδείξεων που συγκεντρώθηκαν, δεν κατάφερε μέχρι τις 4.10.2011 να υποβάλει στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, κατάσταση λογαριασμού στα πλαίσια της διαχείρισης.

 

Στις 4.10.2011 η Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου, η οποία είναι αδελφή της συζύγου του και είναι παντρεμένη με κύπριο και διαμένει στην Κύπρο μόνιμα τα τελευταία 11 χρόνια, με αφορμή την παράλειψη του Αιτητή να υποβάλει λογαριασμούς, καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, στα πλαίσια της Αίτησης Διαχείρισης 4/2009, μονομερή αίτηση με την οποία ζητούσε, μεταξύ άλλων, Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται η αντικατάσταση του Αιτητή από διαχειριστή της περιουσίας της συζύγου του και ο διορισμός της ιδίας ως διαχειρίστριας.

 

Ο Αιτητής στις 21.11.2011 καταχώρησε ένσταση στην πιο πάνω Αίτηση, η οποία αναβάλλετο μέχρις ότου ο Αιτητής υποβάλει κατάσταση λογαριασμών στα πλαίσια της Διαχείρισης. Ο Αιτητής τελικά υπέβαλε κατάσταση λογαριασμού και στις 2.2.2012 η Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου ζήτησε άδεια και απέσυρε την αίτηση της, με αποτέλεσμα το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας να την απορρίψει.

 

Στις 11.10.2012 η Πάουλα Ευτυχίου επανήλθε με νέα αίτηση, με την οποία ζητούσε και πάλιν την αντικατάσταση του Αιτητή ως διαχειριστή της περιουσίας της συζύγου του, με τον ισχυρισμό ότι ενεργούσε δόλια και αμελώς. Επίσης, ζήτησε, μεταξύ άλλων, και διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο Αιτητής όπως πληρώσει υπό μορφή αποζημίωσης, οποιοδήποτε ποσό ήθελε βρεθεί ότι χρησιμοποιήθηκε δόλια ή αμελώς. Η αδελφή της συζύγου του πρόβαλε διάφορους ισχυρισμούς, ότι ο Αιτητής χρησιμοποίησε χρήματα του ανίκανου προσώπου για αγορά πολυτελών αυτοκινήτων, αξίας πέραν των €60.000, ότι χρησιμοποιούσε μεγάλα ποσά μηνιαίως για δικούς του σκοπούς συντηρώντας άλλα πρόσωπα συγγενικά του και μη και ότι εντός περιόδου λιγότερης του ενός έτους σπατάλησε για δικούς του σκοπούς πέραν των €150.000.

 

Ο Αιτητής καταχώρησε ένσταση και σ' αυτήν την Αίτηση, η οποία αναβλήθηκε σε διάφορες ημερομηνίες. Στις 27.11.2012 που ήταν ορισμένη η αίτηση για ακρόαση, ο δικηγόρος της Πάουλα Α. Ευτυχίου ζήτησε όπως η υπόθεση παραμείνει για λίγες μέρες για οδηγίες για να συνεννοηθεί με το δικηγόρο του Αιτητή ώστε να διοριστεί Λογιστής για να ελέγξει τις αποδείξεις και τους λογαριασμούς που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο από τον Αιτητή. Στη συνέχεια, η Αίτηση αναβλήθηκε άλλες πέντε φορές, για να αποφασιστεί το πρόσωπο που τελικά θα διοριζόταν για να ελέγξει τους λογαριασμούς. Στο μεταξύ ο Αιτητής την 1.2.2013 καταχώρησε διάφορες αποδείξεις, θεωρώντας ότι αυτές ισοδυναμούν με λογαριασμούς. Όμως, επειδή ο διορισμός καθυστερούσε, στις 17.5.2013 η Πάουλα Ευτυχίου καταχώρησε αίτηση με την οποία ζητούσε επίσημα το διορισμό Λογιστή από τον κατάλογο εγκεκριμένων Λογιστών για έλεγχο των λογαριασμών και ετοιμασία Έκθεσης προς το Δικαστήριο. Στην αίτηση διατύπωνε τους ίδιους ισχυρισμούς, όπως στην πρώτη αίτηση. Περαιτέρω όμως ανέφερε ότι κατά παράβαση του αρχικού διατάγματος ημερ. 7.4.2009 ο Αιτητής υπό την ιδιότητά του ως Διαχειριστής «αμελούσε και/ή αρνείτο να καταθέσει απογραφή της περιουσίας της ανίκανης εντός 3 μηνών από της έκδοσης του διατάγματος και ακολούθως κάθε χρόνο να υποβάλλει κατάσταση λογαριασμού ώστε να ελέγχεται από τον Πρωτοκολλητή». Όπως περαιτέρω ανέφερε, με καθυστέρηση περίπου δύο χρόνων και μετά από δική της παρέμβαση, ο Αιτητής κατάθεσε κάποιες αποδείξεις, αλλά έκτοτε δεν έχει καταθέσει οτιδήποτε άλλο.

 

Κατά την πρώτη εμφάνιση εκείνης της αίτησης, ο δικηγόρος της κας Ευτυχίου, αιτιολογώντας τους ισχυρισμούς της πελάτιδος του, πληροφόρησε το δικαστήριο ότι η αρμόδια Πρωτοκολλητής δυσκολεύεται να ελέγξει τους λογαριασμούς που κατέθεσε ο διαχειριστής, καθότι είναι περίπλοκοι. Ως εκ τούτου, είπε, το Δικαστήριο ανέβαλε την υπόθεση για να επιβεβαιώσει τα πιο πάνω η Πρωτοκολλητής. Πράγματι η Πρωτοκολλητής επιβεβαίωσε ότι δεν έγινε κατορθωτό να ελεγχθούν οι λογαριασμοί, λόγω της πολυπλοκότητάς τους. Ο δικηγόρος του Αιτητή αναγκάστηκε να ζητήσει αναβολή ώστε ο πελάτης να απλοποιήσει τους λογαριασμούς.  Τελικά δεν υπήρξε η αναμενόμενη απλοποίηση, με αποτέλεσμα το Δικαστήριο να διορίσει συγκεκριμένο λογιστή για να ελέγξει τους λογαριασμούς μέχρι 30.9.2013. Ως αποτέλεσμα του διορισμού ανεξάρτητου λογιστή, η αίτηση για διορισμό λογιστή αποσύρθηκε στις 5.7.2013, με αποτέλεσμα να παραμείνει η αίτηση ημερ. 11.10.2012 για αντικατάσταση του Διαχειριστή.

 

Μέχρι τις 30.9.2013 που δόθηκε από το Δικαστήριο, ο λογιστής που διορίστηκε δεν είχε ακόμα ελέγξει τους λογαριασμούς, αφού ο Αιτητής μέχρι τότε δεν είχε καταχωρίσει τα πρόσθετα στοιχεία που του είχαν ζητηθεί. Ως εκ τούτου η αίτηση αναβλήθηκε. Λόγω της έλλειψης στοιχείων, ο λογιστής αναγκάστηκε να καταθέσει Έκθεση, χωρίς όμως οποιαδήποτε σχόλια ή συμπεράσματα. Ως αποτέλεσμα, η Πρωτοκολλητής δήλωσε στο Δικαστήριο ότι αδυνατεί να αποφανθεί αν υπήρξε «καλή» ή «κακή διαχείριση της περιουσίας» από τον Αιτητή. Ο λογιστής ζήτησε μικρή προθεσμία για να προσπαθήσει να καταλήξει σε συμπεράσματα και η αίτηση και η Διαχείριση αναβλήθηκαν για τις 6.11.2013. Εκείνη την ημέρα ο λογιστής Α. Προδρόμου δήλωσε τα εξής στο Δικαστήριο:-

 

«Δεν μπορώ να βάλω οποιαδήποτε συμπληρωματική έκθεση, αφού μου λείπουν στοιχεία. Δεν έχω την κατάσταση του λογαριασμού, στον οποίο έχουν μπει οι Λ.Κ.250.000.»

 

Αφού δόθηκε αντίγραφο της Έκθεσης στο λογιστή, η αίτηση ημερ. 11.10.2012 για αντικατάσταση Διαχειριστή που συνέχισε να εκκρεμεί, αναβλήθηκε για τις 19.11.2013. Η Πρωτοκολλητής Μαρία Τσιάππα-Γεωργιάδου σε σημείωμα της προς το Δικαστήριο ανέφερε:-

 

«Ημερομηνία: 18.11.13

 

Σημείωση Πρωτοκολλητή προς το Δικαστήριο:

 

Η υπόθεση ήταν ενώπιον μου ορισμένη στις 19.11.13 για έλεγχο των ενδιάμεσων λογαριασμών, όπως αυτοί ετοιμάστηκαν από τον εγκεκριμένο από το Δικαστήριο λογιστή.

Λόγω του ότι η 19.11.13 κατέστη δημόσια αργία, η υπόθεση αναβάλλεται. Σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχα με το λογιστή κ. Προδρόμου, μου ανέφερε ότι δεν μπόρεσε να τους ολοκληρώσει γιατί ο διαχειριστής δεν συνεργάζεται και δεν του παρουσιάζει τα ζητούμενα στοιχεία.

Συνεπώς, η Πρωτοκολλητής δεν μπορεί να ολοκληρώσει το έργο της. Οι παρουσιασθέντες λογαριασμοί είναι ημιτελείς και ως εκ τούτου δεν εγκρίνονται.

Η υπόθεση τίθεται ξανά ενώπιον του Δικαστηρίου για να λάβει τα δέοντα μέτρα στις 4.12.13 η ώρα 09:00 π.μ.  Τα ενδιαφερόμενα μέρη και ο διαχειριστής θα ενημερωθούν να είναι παρόντες.»

 

Στις 4.12.2013 που το Δικαστήριο επιλήφθηκε εκ νέου της Διαχείρισης, παρέτεινε το χρόνο για να καταχωρήσει ο λογιστής την ολοκληρωμένη Έκθεσή του. Ο δικηγόρος του Αιτητή δήλωσε ότι διαφωνεί με τις οδηγίες του δικαστηρίου για κατάθεση της Έκθεσης του λογιστή στο Πρωτοκολλητείο, καθότι μια τέτοια διαδικασία είναι «ασύγνωστη στο Νόμο». Τελικά το δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως ο φάκελος της Διαχείρισης τεθεί ενώπιον της Πρωτοκολλητού στις 13.1.2014, ώστε στην παρουσία των συνηγόρων να διαπιστωθεί κατά πόσο όλα έχουν γίνει σύμφωνα με το Νόμο.

 

Στο μεταξύ, η Πρωτοκολλητής με Σημείωμα της προς το Δικαστήριο ημερ. 5.12.2013 αναφέρει:-

 

«Ημερομηνία: 5.12.13

 

Σημείωση Πρωτοκολλητή προς το Δικαστήριο:

 

Έχω ελέγξει τη συμπληρωματική έκθεση που καταχώρησε ο κ. Α. Προδρόμου  και αντίγραφο έχω δώσει στους κ. Β. Θεοδώρου και Χρ. Χριστάκη.  Φαίνεται να έχουν γίνει παρατυπίες και κατάχρηση μεγάλου χρηματικού ποσού. Οι ενδιάμεσοι λογαριασμοί δεν εγκρίνονται.

 

Με βάση το Άρθρο 9(7) του Ν. 23(1)/96 γνωστοποιώ στο Δικαστήριο την παράλειψη του διαχειριστή να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και του νόμου γενικότερα.»

 

Στις 13.1.2014 εμφανίστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της αίτησης 11.10.2012 για αντικατάσταση διαχειριστή, οι δικηγόροι των διαδίκων και ο λογιστής Α. Προδρόμου. Το σχετικό πρακτικό έχει ως εξής:-

 

«Ημερομηνία: 13.1.2014

 

Αίτηση ημερ.: 11.10.12

 

Εμφανίσεις:

Για την Αιτήτρια: κ. Θεοδώρου

Για τον Καθ' ου η Αίτηση-Διαχειριστή:  κα Στυλιανού για κ. Χριστάκη

Κ. Ανδρέας Προδρόμου, λογιστής: Παρών

 

κ. Προδρόμου: Ότι μου ζητήθηκε να το κάνω το έχω κάνει.

 

Δικαστήριο: Η διαπίστωση της κας Τσιάππα, Πρωτοκολλητού, είναι ότι υπάρχουν μεγάλες παρατυπίες σε σχέση με τη διαχείριση της περιουσίας του ανικάνου προσώπου και ότι έχει γίνει κατάχρηση της περιουσίας της.

 

κ. Θεοδώρου: Η αίτηση μου είναι ημερ. 4.10.11, εμείς εκείνο που ζητούμε είναι να αλλάξει ο διαχειριστής της περιουσίας, είναι παρούσα η αδελφή της αιτήτριας η οποία είναι έτοιμη να αναλάβει, και θα δούμε πως θα χειριστούμε το θέμα πάρα κάτω καθότι φαίνεται ότι €250.000 μέσα σε 8 μήνες έχουν εξαφανιστεί.

 

κα Στυλιανού: Η θέση του κ. Χριστάκη είναι όπως οριστεί η κυρίως αίτηση για ακρόαση, επίσης απολογείται που δεν είναι ενώπιον σας καθότι βρίσκεται στην ποινική υπόθεση με αρ. 6903/11 στη Λεμεσό.

 

Δικαστήριο: Ενόψει της κατάληξης της Πρωτοκολλητού σε σχέση με τον τρόπο διαχείρισης της περιουσίας του ανικάνου προσώπου το Δικαστήριο θεωρεί απαραίτητη την άμεση αντικατάσταση του διαχειριστή, σύμφωνα και με τις πρόνοιες του Άρθρου 6(1)(α) του Ν. 23(1)/96 αφού έχει παραβιάσει τα καθήκοντα του όπως αυτά προβλέπονται στο Άρθρο 9(2) και (3).  Διορίζεται προσωρινά η κα Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου ως διαχειρίστρια μέχρι την τελική εκδίκαση της αίτησης ημερ. 4.10.11.  Η διαχειρίστρια, κα Πάουλα Ατίνα Ευτυχίου, να υπογράψει εγγύηση ύψους €10.000 για να διασφαλιστεί η σωστή διαχείριση της περιουσίας του ανικάνου προσώπου.

 

Το Δικαστήριο έχει αχθεί σ' αυτή την κατάληξη ενόψει του ότι οφείλει να προστατεύσει την περιουσία του ανικάνου προσώπου, από τη στιγμή που γίνεται διαπίστωση σοβαρής κατάχρησης, όπως καταγράφει η Πρωτοκολλητής, μεγάλου χρηματικού ποσού από τη διαχείριση της περιουσίας και το Δικαστήριο θα πρέπει να ενεργήσει άμεσα.

 

Ορίζεται για ακρόαση η αίτηση στις 28.2.14 η ώρα 08:30 π.μ.»

 

Στο σχετικό διάταγμα εκ παραδρομής αναφέρεται ότι η αίτηση της οποίας είχε επιληφθεί έφερε ημερ. 4.10.2011. Γι' αυτό και την επομένη, 14.1.2014, το δικαστήριο με πρακτικό διορθώνει το λάθος, σημειώνοντας ότι η σωστή ημερομηνία της αίτησης είναι 11.10.2012 και όχι 4.10.2011.

 

Την ίδια ημέρα, 14.1.2014, ο δικηγόρος του Αιτητή απευθύνει επιστολή στο δικηγόρο της Πάουλα Ευτυχίου, στον οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρει στην παράγραφο 3 της επιστολής του:-

 

«3. Ο πελάτης μου δηλώνει ότι θεωρεί το πιο πάνω διάταγμα του Δικαστηρίου λανθασμένο τόσον από άποψης διαδικασίας όσον και από άποψης ουσίας και επιφυλάσσει κάθε νόμιμο δικαίωμα του για την άρση του και/ή τον παραμερισμό του και/ή τον έλεγχο νομιμότητας του, προς το συμφέρον της ανικάνου συζύγου του και ελπίζει ότι κατά την προσωρινή διαχείριση της από την πελάτισσα σας θα τύχει της ίδιας με αυτή που ο πελάτης μου προσέφερε στη σύζυγο του στέγασης, φροντίδας και περίθαλψης.»

 

Των πιο πάνω γεγονότων ακολούθησε η εξασφάλιση άδειας και η καταχώρηση της παρούσας αίτησης για έκδοση εντάλματος της φύσεως Certiorari, στην οποία ο αιτητής διατυπώνει σειρά παραπόνων:-

 

Α. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας στις 13.1.2014 εξέδωσε το επίδικο διάταγμα ενεργώντας αντίθετα προς τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης, αιφνίδια και με προχειρότητα, δεδομένου ότι:- (1) Εκείνη τη μέρα η αίτηση ημερ. 11.10.2012 δεν ήταν ορισμένη για ακρόαση, (2) δεν υπήρχε ενώπιον του σχετική αίτηση, (3) απουσίαζε ο δικηγόρος που χειριζόταν την υπόθεση, (4) δεν παρασχέθηκε στην πλευρά του Αιτητή η ευκαιρία να ακουστεί, (5) έκρινε στη βάση «διαπίστωσης» της Πρωτοκολλητού περί δήθεν παραβίαση των καθηκόντων του Αιτητή ως διαχειριστή, χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον του και χωρίς να δοθεί στην πλευρά του Αιτητή η ευκαιρία να αντεξετάσει τόσο την Πρωτοκολλητή, όσο και το Λογιστή και χωρίς να λάβει υπόψη την ένστασή του, και (6) το επίδικο διάταγμα δεν ορίστηκε επιστρεπτέο.

Β. Το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε αυτεπάγγελτα, κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, ήτοι έλαβε την επίδικη απόφαση χωρίς να τεθεί ενώπιον του σχετικό αίτημα και χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στην πλευρά του Αιτητή να εκθέσει τις απόψεις του.

Γ. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας εστερείτο δικαιώματος και/ή υπερέβη την εξουσία του, εκδίδοντας το επίδικο διάταγμα, καθότι:- (α) η αίτηση 4.10.2011 της οποίας είχε επιληφθεί στις 13.1.2014 για να εκδώσει το διάταγμα, είχε απορριφθεί από τις 2.2.2012, (β) η ορθή αίτηση ημερ. 11.10.2012 ήταν ορισμένη για οδηγίες και όχι για ακρόαση, (γ) δεν υπήρχε ενώπιον του μονομερής αίτηση για να μπορέσει να ενεργήσει με τη μονομερή διαδικασία, και (δ) προέκρινε την αίτηση ημερ. 11.10.2012 χωρίς ακροαματική διαδικασία.

Δ. Υπάρχει έκδηλο νομικό σφάλμα, καθότι η διαδικασία που ακολουθεί το δικαστήριο είναι αντίθετη με τις πρόνοιες του Νόμου 23(Ι)/1996.

Ε. Η έκδοση του διατάγματος παραβιάζει τα συνταγματικά δικαιώματα του Αιτητή.

ΣΤ. Στερείται αιτιολογίας.

Ζ. Παραβιάζει το δικαίωμα της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του Αιτητή.

 

Η Καθ' ης η αίτηση με την ένστασή της ισχυρίζεται ότι:- (1) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για παραχώρηση της αιτούμενης θεραπείας, (2) ο Αιτητής έχει στη διάθεσή του άλλο ένδικο μέσο για να ακυρώσει το διάταγμα, (3) δεν έχει αποδείξει ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να υπάρξει παρέκκλιση από το γενικό κανόνα, (4) δεν υπάρχει οποιοδήποτε νομικό σφάλμα εμφανές επί του πρακτικού, (5) ο περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμος του 1996 (Ν. 23(Ι)/1996) δίδει εξουσία στο αρμόδιο δικαστήριο να επεμβαίνει και να ενεργεί αυτεπάγγελτα εφόσον θεωρήσει ότι είναι προς το συμφέρον του ανικάνου προσώπου, (6) ο οποιοσδήποτε διαχειριστής περιουσίας οποιουδήποτε προσώπου δεν είναι δυνατό να επεμβαίνει στο προσωποπαγές δικαίωμα του ανίκανου προσώπου και της οικογένειάς του και (7) η αίτηση είναι καταχρηστική και κακόπιστη.

 

Κατ' αρχάς θα πρέπει να σημειώσω ότι από τα πρακτικά καθίσταται φανερό ότι το κατώτερο δικαστήριο ενεργούσε στα πλαίσια της αίτησης ημερ. 11.10.2012. Εξ' άλλου αυτό αναφέρεται ρητά και στο πάνω μέρος του σχετικού πρακτικού. Επομένως δεν είναι ορθή η εισήγηση του δικηγόρου του Αιτητή ότι το δικαστήριο ενεργούσε χωρίς να έχει οτιδήποτε ενώπιον του.

 

Από τη μελέτη των εγγράφων που τέθηκαν ενώπιον μου, φαίνεται ότι τόσο το δικαστήριο, όσο και η αρμόδια Πρωτοκολλητής, από την αρχή χειρίστηκαν τα θέματα πολύ χαλαρά, παρά τους ισχυρισμούς που προβάλλονταν για ατασθαλίες στη διαχείριση του ανίκανου προσώπου. Ενώ το πρόσωπο που είχε διοριστεί το 2009 ως διαχειριστής για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα φαίνεται να μην καταχώρησε λογαριασμούς σύμφωνα με το Νόμο, δεν υπήρξε ο αναμενόμενος έλεγχος δυνάμει του Νόμου. Δεν είναι ασύνδετο ότι λόγω της μεγάλης αδράνειας του δικαστηρίου να ελέγξει τον διαχειριστή, το 2011 καταχωρίστηκε αίτηση για αντικατάσταση του διαχειριστή. Το δικαστήριο και πάλιν με χαλαρότητα, τουλάχιστον ως προς το χρόνο, αντιμετώπισε τον διαχειριστή, ο οποίος φαίνεται να συνέχιζε να μην συμμορφώνεται πλήρως με τα καθήκοντά του και να αντιμετωπίζει την όλη διαδικασία καταχώρησης λογαριασμών με υπεροψία.

 

Τελικά αποσύρεται η πρώτη αίτηση για αντικατάσταση, και καταχωρείται δεύτερη στις 11.10.2012. Στη δεύτερη αίτηση, η οποία ήταν δια κλήσεως, καταχωρίστηκε ένσταση. Για ένα ολόκληρο χρόνο το δικαστήριο δεν εκδικάζει ούτε την αίτηση η οποία αφορούσε στο σοβαρό θέμα αντικατάστασης του διαχειριστή, ούτε και επιλαμβάνεται των εκ πρώτης όψεως διαφαινόμενων παραλείψεων του διαχειριστή να υποβάλει εγκαίρως λογαριασμούς σύμφωνα με το Νόμο.

 

Στις 5.12.2013 η αρμόδια Πρωτοκολλητής, με βάση την Έκθεση του λογιστή Α. Προδρόμου ο οποίος είχε διοριστεί από το δικαστήριο, διαπιστώνει εκ πρώτης όψεως «να έχουν γίνει παρατυπίες και κατάχρηση μεγάλου χρηματικού ποσού». Ως εκ τούτου δεν εγκρίνει τους λογαριασμούς που τελικά καταχώρησε ο Αιτητής. Η Πρωτοκολλητής δυνάμει του Άρθρου 9(7) του Νόμου, γνωστοποιεί τις παραλείψεις στο δικαστήριο. Από τα ενώπιον μου πρακτικά δεν εξηγείται γιατί η Σημείωση της αρμόδιας Πρωτοκολλητού με ένα τόσο σοβαρό περιεχόμενο, δεν τέθηκε ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου αμέσως μετά τη σύνταξή της στις 5.12.2013.  Τελικά το δικαστήριο επιλήφθηκε στις 13.1.2014 τόσο του Σημειώματος, όσο και της αίτησης ημερ. 11.10.2012, η οποία ακόμη εκκρεμούσε και εξέδωσε προσωρινό διάταγμα για αντικατάσταση του Διαχειριστή σύμφωνα με το Άρθρο 6(1)(α) του Νόμου και όρισε την αίτηση για ακρόαση στις 28.2.2014.

 

Ο Αιτητής, ο οποίος είχε ήδη καταχωρήσει ένσταση στην αίτηση για αντικατάσταση του διαχειριστή, αντί να εμφανιστεί στις 28.2.2014 και να αμφισβητήσει τη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος, επέλεξε να προχωρήσει με τη διεκδίκηση προνομιακού εντάλματος Certiorari.

 

Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων της φύσης Certiorari είναι αποκρυσταλλωμένη και την έχω πρόσφατα συνοψίσει στην Re Χαρίλαος Αποστολίδης και Σία Λτδ κ.ά. (2013) 1 Α.Α.Δ. 2302. Όπως εξηγείται, η εξουσία του δικαστηρίου να εκδίδει προνομιακά εντάλματα αφορά στο κατάλοιπο εξουσίας και δεν αποσκοπεί στο να αντικαταστήσει τη διαδικασία της έφεσης. Γι' αυτό και ακόμη και στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη ή όπου προκύπτει από την όψη του πρακτικού της προσβαλλόμενης απόφασης ότι το κατώτερο δικαστήριο προβαίνει σε νομικό λάθος ή διαπιστώνονται άλλες παραβιάσεις, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν χορηγεί διάταγμα Certiorari, αν είναι της άποψης ότι υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα που θα μπορούσε να λάβει ο Αιτητής. Μόνο αν αποδειχθεί η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων μπορεί να εκδοθεί διάταγμα της φύσης Certiorari.

 

Στην προκειμένη περίπτωση ο Αιτητής σαφώς είχε άλλα ένδικα μέσα. Το κατώτερο δικαστήριο, προφανώς επειδή υπήρχε ήδη καταχωρημένη ένσταση εκ μέρους του Αιτητή, όρισε για ακρόαση το προσωρινό διάταγμα που εξέδωσε, ώστε στα πλαίσια της αίτησης ημερ. 11.10.2012 να εξεταστεί η οριστικοποίησή του ή όχι. Επομένως, ο Αιτητής θα μπορούσε να εμφανιστεί και να ζητήσει ακύρωση του διατάγματος. Δεν εναπόκειται στο παρών δικαστήριο να εισηγηθεί ποια άλλα ενδεχομένως να ήταν εξίσου πρόσφορα μέτρα, αλλά ο Αιτητής θα μπορούσε διαζευκτικά, να εξετάσει κατά πόσον προσφερόταν η περίπτωση για να καταχωρήσει αίτηση δια κλήσεως, δυνάμει της Δ.48 θ.8(4) και να ζητήσει παραμερισμό του διατάγματος. Επίσης, δεν μπορεί να αποκλειστεί η δυνατότητα έφεσης δυνάμει της Δ.35 θ.5, εφόσον σύμφωνα με το Άρθρο 18 του Νόμου 23(Ι)/96, μέχρι τη θέσπιση ειδικών κανονισμών, εφαρμόζονται οι περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικοί Κανονισμοί (βλ. Re Κώστα Αδαμίδη (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 760).

 

Έχω εξετάσει όλους τους ισχυρισμούς που έθεσε ενώπιον μου ο Αιτητής, αλλά δεν έχω ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ώστε η περίπτωση του Αιτητή να ενταχθεί στην εξαίρεση του κανόνα που προβλέπει ότι δεν χορηγείται προνομιακό ένταλμα της φύσης Certiorari, όταν υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα.  Ο γενικός κανόνας ισχύει ακόμα και όταν οι λόγοι που ζητείται η ακύρωση του διατάγματος σχετίζονται με ισχυρισμούς για έλλειψη δικαιοδοσίας. Σύμφωνα με τη νομολογία, ισχυρισμοί για παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, όπως είναι η παρούσα περίπτωση, «αποτελούν μια από τις εκφάνσεις έλλειψης δικαιοδοσίας» (βλ. Re Χριστοφίδης (Αρ. 1) (1993) 1 Α.Α.Δ. 613 και Re Καψάλης (Αρ. 1) (1996) 1 Α.Α.Δ. 729). Ως προς το ευρύτερο θέμα της έλλειψης δικαιοδοσίας και της ύπαρξης εναλλακτικών ένδικων μέσων, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Re Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά. (2012) 1(A) Α.Α.Δ. 878, στην οποία έγινε ανασκόπηση της μέχρι τότε νομολογίας ως προς την εμβέλεια των σχετικών αρχών.

 

Τέλος, θα πρέπει να υπενθυμίσω ότι η δικαιοδοσία του κατώτερου δικαστηρίου δυνάμει του περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανίκανων Προσώπων Νόμου, είναι sui generis και η εξουσία του ασκείται πάντοτε με γνώμονα τα καλώς νοούμενα συμφέροντα του ανίκανου προσώπου και της περιουσίας του. Όπως αναφέρθηκε στην Θεμιστοκλέους ν. Λεωνίδου (2005) 1(Α) Α.Α.Δ. 417:-

 

«Ο περί Διαχείρισης της Περιουσίας Ανικάνων Προσώπων Νόμος του 1996 αποβλέπει στην προστασία της περιουσίας του ανικάνου και κατ' επέκταση στην ευημερία του. Ο νόμος, παρέχει στα δικαστήρια σειρά εξουσιών για τον όσο το δυνατό αποτελεσματικό έλεγχο της δράσης του διαχειριστή. Στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου εναπόκειται η ανάθεση του ελέγχου των λογαριασμών από κατάλληλο πρόσωπο διοριζόμενο από το δικαστήριο (βλ. Άρθρο 9(5) του νόμου) καθώς και ο διορισμός ερευνητή με εντολή εξέτασης όλων των περιστάσεων της υπόθεσης προτού το δικαστήριο προχωρήσει στην έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος δυνάμει του νόμου (βλ. Άρθρο 13 του νόμου). Η διαδικασία που ακολουθείται σε κάθε περίπτωση, έχει χαρακτήρα ερευνητικό. Η αντιπαράθεση δεν είναι συμβατή με το αντικείμενο και τους σκοπούς του νόμου. Το δικαστήριο κατά την ενάσκηση των εξουσιών του δεν ενεργεί ως δικαστήριο επίλυσης διαφορών μεταξύ αντιδίκων σε κατ' αντιμωλία δίκη αφού σε κάθε περίπτωση, το ζητούμενο είναι η κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο προστασία της περιουσίας του ανικάνου προσώπου και η ευημερία του ιδίου και της οικογένειάς του. Η καθιέρωση πρακτικού και ευέλικτου συστήματος ελέγχου και έρευνας, αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη συστηματική παρακολούθηση της πορείας της διαχείρισης από το δικαστήριο και την έγκαιρη επέμβασή του όπου διαπιστώνονται σημεία κακοδιαχείρισης.»

 

Οι εξουσίες του δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 6 του Νόμου, επί του οποίου στηρίχθηκε το κατώτερο δικαστήριο, είναι ευρείες και αν η εμβέλεια τους θα πρέπει να καθοριστεί, το πιο πρόσφορο forum είναι αυτό της έφεσης, μετά από την ολοκλήρωση της πρωτόδικης διαδικασίας.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση και εναντίον του Αιτητή, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο