ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A215
(2014) 1 ΑΑΔ 686
24 Μαρτίου, 2014
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων-Εναγόμενος,
v.
ΣΑΒΒΑ ΣΑΒΒΑ,
Εφεσιβλήτου-Ενάγοντα.
(Πολιτική Έφεση Αρ. E5/2014)
Πολιτική Δικονομία ― Τροποποίηση δικογράφων ― Αίτηση για τροποποίηση υπεράσπισης απορρίφθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο με αιτιολογία την καθυστέρηση και την πρόκληση ανεπανόρθωτης ζημιάς ― Επέμβαση Εφετείου επί τω ότι, παρά την έναρξη της Ακρόασης, δεν προέκυπτε ανεπανόρθωτη ζημιά ― H Ακρόαση βρισκόταν στο πρώτο στάδιο και η αιτούμενη τροποποίηση ήταν σχετική με την ιατρική μαρτυρία η οποία δεν είχε ακόμα ακουστεί ― Απόφανση Εφετείου ότι η καθυστέρηση δεν εβάρυνε μόνο τον εφεσείοντα ― Διαταγή για επανεκδίκαση.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της].
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον Εναγόμενο εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (Γερολέμου, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 196/08), ημερομηνίας 19/12/2013.
Δ. Παπαμιλτιάδους (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με Μ. Παύλου (κα), ασκούμενη δικηγόρο, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.
Π. Παναγιώτου για Μαρκίδη & Μαρκίδη, για τον Εφεσίβλητο.
Ex tempore
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Η αγωγή του εφεσιβλήτου κατά της Δημοκρατίας για ιατρική αμέλεια κατεχωρήθη το 2008. Με την έναρξη της ακρόασης το 2013 και μετά από την κυρίως εξέταση του εφεσιβλήτου και την έναρξη της αντεξέτασής του, η Δημοκρατία επεδίωξε να καταχωρίσει αίτηση για τροποποίηση της υπεράσπισης της, που έγκειτο σε άρνηση της κατ' ισχυρισμό αμέλειας, ώστε να παραπέμψει εις ευθύνη άλλων από εκείνους για τους οποίους η Δημοκρατία θα ευθύνετο στα πλαίσια της νοσοκομειακής της περίθαλψης για την περαιτέρω εξέλιξη της κατάστασης του εφεσιβλήτου, υπό τη μορφή, όπως το παρουσίασε, της αρχής του novus actus interveniens.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής δεν επέτρεψε την τροποποίηση και η ενώπιον μας έφεση αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης. Δεν είναι πάντοτε σαφές από την απόφαση πού εβασίσθη αυτή, αφού υπάρχουν αναφορές και στο θέμα της καθυστέρησης και στο θέμα της ανεπανόρθωτης ζημιάς. Φαίνεται όμως ότι και οι δύο παράγοντες εβάρυναν στο μυαλό του Δικαστηρίου.
Η υπέρμετρη καθυστέρηση εξηγήθηκε με αναφορά στην όλη πορεία της υπόθεσης, με παρατηρήσεις μάλιστα ότι η έκθεση απαίτησης καταχωρήθηκε 2½ χρόνια μετά από την καταχώριση της αγωγής. Δεν μπορούσε λοιπόν αυτή η μεγάλη καθυστέρηση να βαρύνει μόνο την εφεσείουσα, αλλά σαφώς βαρύνει και τον ίδιο τον εφεσίβλητο, ο οποίος καθυστέρησε να καταχωρίσει την έκθεση απαίτησης του για μεγάλο χρονικό διάστημα. Εξάλλου, η υπεράσπιση, αν και η ίδια καταχωρημένη με καθυστέρηση, επεδιώχθη να τροποποιηθεί αμέσως μόλις ανεκαλύφθη, όπως είναι ο ισχυρισμός, η εκ παραδρομής παράλειψη αναφοράς στη διάσταση αυτή. Δεν υπήρξε λοιπόν υπέρμετρη καθυστέρηση όσον αφορά την ίδια την αίτηση, έστω και αν το πρόβλημα θα μπορούσε να είχε εντοπιστεί προηγουμένως.
Εν πάση όμως περιπτώσει, λανθασμένη είναι και η άλλη διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι προέκυπτε ανεπανόρθωτη ζημιά. Είναι γεγονός ότι η ακρόαση είχε αρχίσει και δεν επρόκειτο για αγωγή για την οποία δεν είχε ακόμα αρχίσει η ακρόαση. Αλλά προφανώς βρισκόμαστε στο πρώτο στάδιο της υπόθεσης με μαρτυρία του ίδιου του εφεσιβλήτου και χωρίς καν να είχε εισαχθεί ιατρική μαρτυρία, η οποία ήταν και το ουσιαστικό ζητούμενο στην όλη υπόθεση. Διότι αυτά τα θέματα δεν αφορούσαν κυρίως τη μαρτυρία του εφεσείοντα, αλλά τη μαρτυρία που θα προήρχετο από τους μάρτυρες που θα αναφέρονταν στα ιατρικά δεδομένα.
Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι όντως το Δικαστήριο ενήργησε σε λανθασμένη βάση και δεν θα μπορούσαμε παρά να επιτρέψουμε την έφεση. Όμως θεωρούμε ότι αυτή είναι πρέπουσα περίπτωση επανεκδίκασης, ενόψει και της ελλείψεως προσδιορισμού των στοιχείων εκείνων τα οποία θα έπρεπε να ήσαν μέσα στην αίτηση και να προσδιορίζουν την ακριβή τροποποίηση η οποία επιδιώκετο και η οποία μας έχει εξηγηθεί σήμερα προφορικά. Αυτό θα βοηθήσει και στην περαιτέρω εξέταση του θέματος και ασφαλώς δεν μας επηρεάζει καθόλου το γεγονός ότι η υπόθεση έχει τώρα προχωρήσει περισσότερο, εφόσον εμείς κρίνουμε τα πράγματα με βάση τα δεδομένα που υπήρχαν κατά το χρόνο της καταχώρισης της αίτησης.
Θα επιδικάσουμε έξοδα για την έφεση €400, αλλά θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας, και θα δώσουμε οδηγίες όπως η αίτηση επανεκδικαστεί κατά προτεραιότητα.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα.