ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D89
(2014) 1 ΑΑΔ 293
5 Φεβρουαρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155(4) KAI ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3, 9 ΚΑΙ 11(2) ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33 TOY 1964,
Και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TOY FOTIOU BROS SHIPPING LTD, ΦΩΤΙΟΥ ΜΑΡΙΟΥ ΚΑΙ ΦΩΤΙΟΥ ΧΑΡΗ
ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI,
PROHIBITION ΚΑΙ MANDAMUS,
Και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 12 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2
TOY ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 4 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1
ΤΟΥ 7ΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΕΣΔΑ, ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 19
ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΚΩΔΙΚΑ ΝΟΜΟΥ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΥΠ. ΑΡ. 27459/2008,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 27.01.2014
ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ 27459/2008 ΜΕ ΤΗΝ
ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΟΡΙΣΕΙ ΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ
ΤΗΝ 5/02/14 ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΕΙ ΠΟΙΝΗ.
(Πολιτική Aίτηση Aρ. 17/2014)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari, Prohibition και Mandamus ― Αίτηση προς παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση αυτής της φύσης προνομιακών ενταλμάτων, αναφορικά με τις περαιτέρω ενέργειες Επαρχιακού Δικαστηρίου, το οποίο θα επέβαλλε ποινή στους αιτητές, ύστερα από καταδικαστική απόφαση σε ιδιωτική ποινική υπόθεση.
Προνομιακά εντάλματα ― Εφαρμοστέες αρχές ― Και αν ακόμη δημιουργηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση, η άδεια δεν παραχωρείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός των περιπτώσεων που καταδεικνύονται, με επάρκεια, εξαιρετικές περιστάσεις.
Οι αιτητές επιδίωξαν την παραχώρηση άδειας προς καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, Prohibition και Mandamus με το οποίο να ελεγχόταν η νομιμότητα πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου, αναφορικά με ποινικές κατηγορίες που αντιμετώπιζαν οι αιτητές σε υπόθεση σχετικά με έκδοση επιταγής χωρίς αντίκρισμα και η οποία ήταν ορισμένη για αγόρευση προς μετριασμό της ποινής.
Με βάση τα γεγονότα που αναφέρονταν στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση, υπήρξε μια οικονομική συναλλαγή μεταξύ των αιτητών και μιας εταιρείας και οι πρώτοι εξέδωσαν, και παρέδωσαν το 2008, συνολικά πέντε τραπεζικές επιταγές ενώ λίγο αργότερα, προχώρησαν και έδωσαν οδηγίες ανάκλησης της πληρωμής τους.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, κατατέθηκε εναντίον των αιτητών, ιδιωτική ποινική υπόθεση, στην οποία εκδόθηκε κατόπιν ακρόασης καταδικαστική απόφαση. Επιβλήθηκε ποινή, και οι αιτητές καταχώρησαν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο η οποία και απερρίφθη.
Στο μεταξύ, προχώρησε η εκδίκαση μιας δεύτερης ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης, η οποία κατέληξε με απόφαση αναστολής και απαλλαγή των αιτητών από το αδίκημα που αντιμετώπιζαν, ήτοι, της έκδοσης επιταγών χωρίς αντίκρισμα. Το σκεπτικό του, εκδικάσαντος Δικαστηρίου, ήταν ότι, η ύπαρξη περισσότερων της μιας ποινικών υποθέσεων προκαλούσε καταπίεση στους αιτητές.
Καταχωρήθηκε τελικώς και μια τρίτη ιδιωτική ποινική υπόθεση, η οποία αφορούσε στο παρόν αίτημα, η οποία ήταν σχετική με τις υπόλοιπες τρεις επιταγές που εξέδωσαν οι αιτητές.
Η αίτηση στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:
α) Υπήρξε παραβίαση του συνταγματικού δικαιώματος των αιτητών με βάση το οποίο ο καταδικασθείς ή αθωωθείς δεν δικάζεται εκ δευτέρου δια το ίδιο αδίκημα.
β) Από τη στιγμή που, το Δικαστήριο που εκδίκασε τη δεύτερη ποινική υπόθεση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ενέργεια των αιτητών να εκδώσουν πέντε επιταγές την ίδια ημέρα, ισοδυναμούσε με μια εγκληματική συμπεριφορά, δεν ήταν επιτρεπτό για το πρωτόδικο Δικαστήριο να προχωρήσει να εκδικάσει εκ νέου, μια τρίτη υπόθεση, για το ίδιο αδίκημα με τα ίδια γεγονότα, και έπρεπε να διακόψει τη διαδικασία στην έναρξη της.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η διαδικασία για παραχώρηση αδείας για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατωτέρων Δικαστηρίων.
2. Αναφυόταν το ερώτημα κατά πόσο από τα γεγονότα που έθεσαν οι αιτητές προέκυπτε, εκ πρώτης όψεως υπόθεση που να δικαιολογούσε την παραχώρηση άδειας.
3. Η αίτηση, όπως ήταν διατυπωμένη, ήταν εντελώς ανυπόστατη. Σε κανένα σημείο δεν μπορούσε να τεκμηριωθεί, έστω και κατ' ελάχιστον, ότι, το υπό κρίση πρακτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου βρισκόταν εκτός του νομικού πλαισίου.
4. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει συνταγματική υποχρέωση να εκδικάσει μια υπόθεση. Η ετυμηγορία του Δικαστηρίου, (άρθ.77 Κεφ.155) αφού εκφωνηθεί, ακολουθεί η νομική υποχρέωση που πηγάζει από το Άρθρο 77(3) του Κεφ.155 σύμφωνα με τα οποία το Δικαστήριο θα πρέπει να επιβάλει, σε περίπτωση καταδικαστικής ετυμηγορίας, ποινή.
5. Αυτό προγραμματίστηκε να γίνει με το πρακτικό του Δικαστηρίου, όπως καθαρά διαφαινόταν. Δεν υπήρχε οποιοδήποτε «μεταβατικό στάδιο», όπως εισηγήθηκαν οι αιτητές.
6. Τα προβληθέντα επιχειρήματα παρέπεμπαν, αναπόφευκτα, σε εξέταση της ουσίας μιας ενδεχόμενης έφεσης.
7. Το τι ουσιαστικά επιδιωκόταν με την αίτηση για προνομιακό ένταλμα, ήταν να εξεταστεί η ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο του προνομιακού εντάλματος, εκτός του ορθού δικονομικού πλαισίου.
8. Τούτο θα μπορούσε να γίνει όταν και εάν καταχωρείτο έφεση. Δεν διακόπτεται η διαδικασία που προβλέπεται στην κείμενη νομοθεσία. Αντιθέτως, θα ήταν εκτός πλαισίου οποιαδήποτε άλλη πορεία, τυχόν θα ακολουθούσε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1996,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464,
Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965,
Regina v. Beedi [1998] C.A. 356,
Fotiou Bros. Shipping Ltd (2013) 1 Α.Α.Δ. 95.
Αίτηση.
Ν. Κληρίδης με Δημητρίου, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι αιτητές, στο πλαίσιο της ποινικής υπόθεσης υπ' αριθμόν 27459/2008 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, όπου αντιμετώπιζαν τρεις κατηγορίες έκδοσης επιταγής χωρίς αντίκρισμα, βρέθηκαν ένοχοι με απόφαση ημερ. 31 Οκτωβρίου 2013.
Μετά από σειρά αναβολών που δόθηκαν, χωρίς να υπάρχει επί τούτου εξήγηση, η υπόθεση ορίστηκε για «αγόρευση για μετριασμό της ποινής στις 5.2.2014 ώρα 11.00».
Τον έλεγχο της νομιμότητας αυτής της απόφασης επιδιώκει η παρούσα υπό εξέταση αίτηση, με την οποία ζητείται η παραχώρηση αδείας για την καταχώρηση προνομιακού εντάλματος, όπως αναφέρεται στην αίτηση, certiorari, prohibition και mandamus.
Η αίτηση ορίστηκε χθες και ενόψει του γεγονότος ότι, το σχετικό πρακτικό δεν είχε συμπεριληφθεί στην αίτηση, η υπόθεση αναβλήθηκε μετά από αίτημα των αιτητών για αργότερα εντός της ημέρας και τελικώς κατατέθηκε στο Δικαστήριο, ως τεκμήριο 7.
Τα γεγονότα τα οποία συνθέτουν την αίτηση αυτή περιλαμβάνονται και στην ένορκη δήλωση του Xάρη Φωτίου, ενός εκ των αιτητών. Υπήρχε μια οικονομική συναλλαγή μεταξύ των αιτητών και μιας εταιρείας ΕXANΤAS MARINE ENTERPRISES LTD και οι πρώτοι εξέδωσαν, παρέδωσαν, στις 7 Ιουλίου 2008, συνολικά πέντε τραπεζικές επιταγές. Στις 21 Αυγούστου 2008 οι αιτητές προχώρησαν και έδωσαν οδηγίες ανάκλησης της πληρωμής των εν λόγω επιταγών.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, κατατέθηκε εναντίον των αιτητών, στις 25 Αυγούστου 2008 η ιδιωτική ποινική υπόθεση, υπ΄αριθμ.16981/2008. Η υπόθεση προχώρησε σε ακρόαση και στις 9 Δεκεμβρίου 2008 εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση. Επιβλήθηκε στις 11 Φεβρουαρίου 2010 ποινή και οι αιτητές καταχώρησαν έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο η οποία και απερρίφθη στις 31 Οκτωβρίου 2012.
Στο μεταξύ, προχώρησε η εκδίκαση μιας δεύτερης ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης με αριθμό 19531/2008, η οποία κατέληξε με απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 11 Ιουλίου 2011 σε αναστολή και απαλλαγή των αιτητών από το αδίκημα που αντιμετώπιζαν, ήτοι της έκδοσης επιταγών χωρίς αντίκρισμα. Το σκεπτικό του, τότε Δικαστηρίου, ήταν ότι, η ύπαρξη περισσότερων της μιας ποινικών υποθέσεων προκαλούσε καταπίεση στους αιτητές.
Καταχωρήθηκε τελικώς και μια τρίτη ιδιωτική ποινική υπόθεση, η οποία αφορά το παρόν αίτημα, η 27459/2008, που αφορούσε τις υπόλοιπες τρεις επιταγές που εξέδωσαν οι αιτητές.
Το κύριο επιχείρημα που προβλήθηκε από πλευράς του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών, ήταν η παραβίαση του συνταγματικού δικαιώματος των αιτητών, στηριζόμενο στο Άρθρο 12.2 του Συντάγματος, όπου, όπως προβλήθηκε, ο καταδικασθείς ή αθωωθείς δεν δικάζεται εκ δευτέρου δια το ίδιο αδίκημα. Ήταν η εισήγηση του κ. Κληρίδη ότι οι αιτητές καταδικάστηκαν στην πρώτη εναντίον τους ιδιωτική ποινική υπόθεση και τους επιβλήθηκε ποινή. Από τη στιγμή που, συνέχισε, το Δικαστήριο που εκδίκασε τη δεύτερη ποινική υπόθεση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ενέργεια των αιτητών να εκδώσουν πέντε επιταγές την ίδια ημέρα, ισοδυναμούσε με μια εγκληματική συμπεριφορά, δεν ήταν επιτρεπτό για το πρωτόδικο Δικαστήριο να προχωρήσει να εκδικάσει εκ νέου, μια τρίτη υπόθεση, για το ίδιο αδίκημα με τα ίδια γεγονότα, και έπρεπε να διακόψει τη διαδικασία στην έναρξη της. Αναγνωρίζει, βέβαια, ο ευπαίδευτος συνήγορος ότι η υπόθεση είχε προχωρήσει και εκδόθηκε τελικώς καταδικαστική απόφαση. Ακόμα και τώρα, υποστήριξε ο κ. Κληρίδης, θα πρέπει το Δικαστήριο, εφαρμόζοντας την πιο πάνω συνταγματική αρχή να αποφύγει να επιβάλει ποινή στους αιτητές, κάτι το οποίο, όπως διαφαίνεται από το πρακτικό, τεκμήριο 7, προτίθεται να κάνει σήμερα στις 11.00 το πρωί.
Η διαδικασία για παραχώρηση αδείας για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατωτέρω Δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης της αιτήσεως (βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).
Αναφύεται συναφώς το ερώτημα κατά πόσο από τα γεγονότα που έθεσαν ενώπιον μου οι αιτητές προκύπτει, εκ πρώτης όψεως, υπόθεση που να δικαιολογεί την παραχώρηση αδείας (Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1996). Παράλληλα, τα προνομιακά εντάλματα χορηγούνται κατ΄εξαίρεση, όταν από το πρακτικό της σχετικής απόφασης διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464. Προστίθεται περαιτέρω, ότι και αν ακόμη δημιουργηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση η άδεια δεν παραχωρείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός των περιπτώσεων που καταδεικνύονται, με επάρκεια, εξαιρετικές περιστάσεις. (Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965).
Η αίτηση, όπως είναι διατυπωμένη, θεωρώ ότι είναι εντελώς ανυπόστατη.
Σε κανένα σημείο δεν μπορεί να τεκμηριωθεί, έστω και κατ' ελάχιστον, ότι, το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 27 Ιανουαρίου 2014, βρίσκεται εκτός του νομικού πλαισίου. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει αφενός μεν συνταγματική υποχρέωση να εκδικάσει μια υπόθεση. Παράλληλα, η διαδικασία εκδίκασης πηγάζει από το Άρθρο 74 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ.155. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού ακούσει μαρτυρία προχωρεί δυνάμει του Άρθρου 113(1) του Κεφ.155 να εκδώσει την αιτιολογημένη απόφαση του. Η ετυμηγορία του Δικαστηρίου, (άρθ.77 Κεφ.155) αφού εκφωνηθεί, ακολουθεί η νομική υποχρέωση που πηγάζει από το Άρθρο 77(3) του Κεφ.155 σύμφωνα με τα οποία το Δικαστήριο θα πρέπει να επιβάλει, σε περίπτωση καταδικαστικής ετυμηγορίας, ποινή. Αυτό προγραμματίστηκε να γίνει με το πρακτικό του Δικαστηρίου, όπως καθαρά διαφαίνεται. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε «μεταβατικό στάδιο», όπως εισηγούνται οι αιτητές.
Τα προβληθέντα επιχειρήματα παραπέμπουν, αναπόφευκτα, σε εξέταση της ουσίας μιας ενδεχόμενης έφεσης. Αυτή είναι η φυσιολογική εξέταση των πραγμάτων. Ακόμη και στην υπόθεση Regina v. Beedi [1998] C.A. 356, την οποία επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, είχε, ως νομικό υπόβαθρο προώθησης του autrefois convit, την έφεση. Αυτό, κατά την άποψη μου, προκαθορίζει και την τύχη της αίτησης. Όπως ανέφερα προγενέστερα η αίτηση δεν έχει και δεν μπορεί να έχει οποιονδήποτε νομικό ή πραγματικό έρεισμα και ως εκ τούτου θα απορριφθεί. Το τι ουσιαστικά επιδιώκεται αυτή τη στιγμή, είναι να εξεταστεί η ορθότητα της καταδικαστικής απόφασης του Δικαστηρίου, στο πλαίσιο του προνομιακού εντάλματος, γεγονός εντελώς εκτός του ορθού δικονομικού πλαισίου. Τούτο θα μπορεί να γίνει όταν και εάν καταχωρηθεί έφεση. Δεν διακόπτεται η διαδικασία που προβλέπεται στην κείμενη νομοθεσία. Αντιθέτως θα ήταν εκτός πλαισίου οποιαδήποτε άλλη πορεία, τυχόν θα ακολουθούσε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Πριν συμπληρώσω όμως την απόφαση μου θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ στην υπόθεση Fotiou Bros. Shipping Ltd (2013) 1 Α.Α.Δ. 95 όπου οι ίδιοι αιτητές είχαν απευθυνθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο επιδιώκοντας την παραχώρηση αδείας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος, όπως στην παρούσα περίπτωση. Η διαφορά με την παρούσα υπόθεση είναι ότι στην αίτηση 4/13 οι αιτητές είχαν παραπονεθεί μετά από ενδιάμεση απόφαση ημερ. 19 Δεκεμβρίου 2012 όπου το πρωτόδικο Δικαστήριο τους είχε καλέσει σε απολογία. Στην εν λόγω απόφαση του Δικαστή Ναθαναήλ, γίνεται ευρεία αναφορά στην πορεία που έπρεπε να ακολουθήσουν οι αιτητές και αντί τούτου προχώρησαν, ολοκληρώθηκε η υπόθεση και επαναλαμβάνουν σ' αυτό, το ενδιάμεσο στάδιο, πριν τη λήξη της ποινικής υπόθεσης, το ίδιο αίτημα. Θα χαρακτήριζα αυτή τη συμπεριφορά των αιτητών και ως καταχρηστική της διαδικασίας, και θα απέρριπτα την αίτηση και δι' αυτό το λόγο.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.