ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:DOD:2014:15
(2014) 1 ΑΑΔ 2707
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9/2011
2 Δεκεμβρίου, 2014
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Εφεσείων/Καθου η αίτηση
ΚΑΙ
ΜΑΡΙΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Εφεσίβλητης/ατήτριας
........
Κ. Γεωργιάδου (κα), για Α. Γιωρκάτζιη και Σ. Παπακυριακού για τον εφεσείοντα
Χαρ. Ιωάννου, για την εφεσίβλητη
.........
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από το Δικαστή Παρπαρίνο.
...........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη με εναρκτήρια αίτηση της ημερ. 16/9/10 αιτήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο την ρύθμιση των περιουσιακών της διαφορών με τον καθ' ου η αίτηση/εφεσείοντα, σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμο του 1991, Ν. 232/91. Η αίτηση εκκρεμεί.
Το πρωτόδικο Οικογενειακό Δικαστήριο στις 18/3/2011 οριστικοποίησε προσωρινό ενδιάμεσο διάταγμα το οποίο είχε εκδώσει μονομερώς στις 21/9/10 κατόπιν αίτησης άνευ κλήσεως από την εφεσίβλητη/αιτήτρια ημερ. 16/9/10. Η οριστικοποιηση του διατάγματος έγινε μετά από ακρόαση της αίτησης κατά την οποία αντεξετάσθηκαν οι δυο διάδικοι επί των ενόρκων δηλώσεων τους. Το εκδοθέν ενδιάμεσο προσωρινό διάταγμα απαγόρευε αρχικώς στον εφεσείοντα την αποξένωση και/ή επιβάρυνση, του ½ της ακίνητης περιουσίας του, ενός μηχανοκίνητου οχήματος, την επέμβαση του καθ' οιονδήποτε τρόπο στο ½ των χρημάτων που ήταν κατατεθειμένα σε δυο λογαριασμούς στην ΣΠΕ Ύψωνα-Λόφου όπως και την αποξένωση του ½ των μετοχών του στην εταιρεία Churchill΄s Farm Ltd. Η συνολική αξία της επηρεαζόμενης ακίνητης περιουσίας, σύμφωνα με την εφεσίβλητη ήταν €2,000,000 περίπου, του μηχανοκινήτου οχήματος περίπου €70,000, τα χρήματα που ήταν κατατεθειμένα στους δυο λογαριασμούς ήταν περίπου €147,000 και τέλος η συνολική αξία των μετοχών της εταιρείας Churchill΄s Farm Ltd. ήταν περίπου €1,000000. Η εγγύηση που διατάχθηκε η εφεσίβλητη να υπογράψει προκειμένου να καλυφθούν τυχόν ζημιές και έξοδα του εφεσείοντα από την έκδοση του διατάγματος ήταν για το ποσό των €150,000.
Στις 30/11/2010 ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση δια κλήσεως με την οποία ζητούσε την ακύρωση του διατάγματος ημερ. 21/9/10 κατά το μέρος που αφορούσε τον ένα εκ των δυο λογαριασμών στην ΣΠΕ Ύψωνα-Λόφου καθ' ότι ο λογαριασμός αυτός ανήκε στην εταιρεία Churchill's Farm Ltd και δεν μπορούσε ν' αποτελέσει αντικείμενο περιουσιακής διαφοράς των συζύγων. Στις 17/1/10 η συνήγορος της εφεσίβλητης είχε ζητήσει την ακύρωση του προσωρινού ενδιάμεσου διατάγματος κατά το μέρος που αφορούσε τον πιο πάνω λογαριασμό και με τη συμφωνία και του συνήγορου του εφεσείοντα το Δικαστήριο προχώρησε στην ακύρωση του.
Ο εφεσείων με επτά λόγους έφεσης προσβάλλει την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ημερ. 19/3/2011 ως εσφαλμένη.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλει ως αντινομική και εσφαλμένη την άρνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατά την αντεξέταση της εφεσίβλητης/αιτήτριας να παραδώσει στο συνήγορο του εφεσείοντα το φάκελο του Δικαστηρίου και/ή το πρωτότυπο της ένορκης δήλωσης της εφεσίβλητης/αιτήτριας ημερ. 16/9/2010 το οποίο ήταν κατατεθειμένο ως «τεκμήριο» στο φάκελο του Δικαστηρίου προκειμένου αυτός να την αντεξετάσει. Επίσης θεωρεί ως σφάλμα την οδηγία του πρωτόδικου Δικαστηρίου όπως ο συνήγορος του αντεξετάσει την πιο πάνω από πιστό αντίγραφο της ένορκης δήλωσης που είχε στο φάκελο του.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα εισηγείται στο περίγραμμα αγόρευσης της ότι η άνω άρνηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν εσφαλμένη και κατά παράβαση του νόμου και Κανονισμών. Παρ' όλα ταύτα δεν μας παρέπεμψε σε νόμο ή Κανονισμό που υποστηρίζουν την εισήγηση της.
Με όλο το σεβασμό προς την ευπαίδευτη συνήγορο η όλη εισήγηση της αλλά και ο χειρισμός του συνηγόρου που εμφανίστηκε κατά την ακρόαση, τελούν υπό λανθασμένη αντίληψη ότι η ένορκη δήλωση ημερ. 16/9/2010 ήταν τεκμήριο ενώπιον του Δικαστηρίου. Η λανθασμένη αυτή αντίληψη παραγνωρίζει εντελώς την Δ.48 Θ.1 βάσει της οποίας έγινε η καταχώρηση στο Δικαστήριο της ένορκης δήλωσης υπό αναφορά.
«48.1 Every application to the Registrar shall be in writing stating the nature of the request made and referring to the specific section of the Law or to the specific Rule of Court upon which it is founded. If the application relies on any facts which do not appear in the Court books or records, it shall be supported by affidavit."
Η ένορκη δήλωση την οποία ο συνήγορος της εφεσείουσας ζητούσε να πάρει στα χέρια του κατά την ακρόαση δεν ήταν τεκμήριο ενώπιον του Δικαστηρίου αλλά μέρος της αίτησης ημερ. 16/9/10 που καταχώρησε η εφεσίβλητη αξιώνοντας το προσωρινό ενδιάμεσο διάταγμα και που αυτή ήταν μέρος του Δικαστηριακού φακέλου ενώπιον της πρωτόδικου δικαστή. Πιστό αντίγραφο τόσο της αίτησης όσο και της ένορκης δήλωσης, όπως είναι παραδεκτό, βρίσκονταν στα χέρια του δικηγόρου, σύμφωνα με την Δ.48, Θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας. Το Δικαστήριο συνεπώς ορθά αντέδρασε στο αίτημα του δικηγόρου αρνούμενο να του παραδώσει το φάκελο του Δικαστηρίου ή την ένορκη δήλωση ημερ. 16/9/2010. Επίσης ορθά καθοδήγησε αυτόν όπως προχωρήσει στην αντεξέταση χρησιμοποιώντας το πιστό αντίγραφο της ένορκης δήλωσης που είχε στην κατοχή του. Ο λόγος έφεσης κρίνεται αβάσιμος.
Με τους λόγους έφεσης 2-4 αμφισβητείται η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η ένορκη δήλωση ημερ. 16/9/2010 επί της οποίας στηριζόταν η αίτηση γι' έκδοση του προσωρινού διατάγματος είναι έγκυρη. Συγκεκριμένα προβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε, με καθοδήγηση την Α. Θεμιστοκλέους & Υιοί Λτδ. κ.α. ν. Αrizona Trading Co. Ltd. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1354, ότι η ένορκη δήλωση της εφεσίβλητης/αιτήτριας ήταν έγκυρη ενόψει της βεβαίωσης του Πρωτοκολλητή (jurat) που πιστοποιεί με τρόπο αναντίλεκτο ότι η αιτήτρια ορκίστηκε και υπέγραψε ενώπιον του στις 16/9/10. Το πραγματικό υπόβαθρο επί του οποίου στηρίζονται οι λόγοι αυτοί είναι η ίδια η μαρτυρία της εφεσίβλητης, η οποία αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι δεν ήλθε στο Δικαστήριο και ότι υπέγραψε την ένορκη δήλωση της στο γραφείο της δικηγόρου της.
Η εφεσίβλητη συμφωνεί με την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της υποστήριξε περαιτέρω ότι και αν ακόμη η βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat) στην ένορκη δήλωση επιδέχεται αμφισβήτηση, τα γεγονότα όπως παρατίθενται στην πρωτόδικη απόφαση δικαιολογούσαν την αντιμετώπιση των απαντήσεων της, όπως αυτά λήφθηκαν από το Δικαστήριο. Το μορφωτικό της επίπεδο, όπως το επεσήμανε το πρωτόδικο Δικαστήριο σε αρκετές περιπτώσεις στο δικηγόρο του εφεσείοντα, ίσως δεν επέτρεπε όπως αυτός «στέκει» σε όρους που η ίδια δεν μπορούσε ν' αντιληφθεί.
Επίσης κακίζει το δικηγόρο του εφεσείοντα ότι παρά τις προειδοποιήσεις της πρωτόδικης Δικαστού, όταν εδίδοντο κάποιες απαντήσεις από την ίδια, δεν υπέβαλλε άλλες ερωτήσεις για να διαπιστωθεί κατά πόσο οι ερωτήσεις εγίνοντο αντιληπτές. Ως εκ τούτου παρέμεινε άγνωστο σύμφωνα με τη δικηγόρο κατά πόσο η εφεσίβλητη αντιλαμβανόταν τη λέξη «Δικαστήριο» ως το γενικότερο κτίριο του Δικαστηρίου ή αν σαν τέτοιο θεωρούσε μόνο το χώρο στο οποίο διεξαγόταν η δίκη.
Ανατρέξαμε στο σχετικό απόσπασμα της αντεξέτασης της εφεσίβλητης που έχει ως ακολούθως:
«κ. Παπακυριακού:
Ε. Τι εκάμετε με τη δικηγόρο σου όταν ήρθες στο Δικαστήριο και υπόγραψες; Πρώτα πρώτα ήρθες στο Δικαστήριο και υπέγραψε αυτό το χαρτί;
Α. Όχι, δεν ήρθα.
Ε. Πού την υπέγραψες, στο γραφείο της;
Α. Ναι.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιμετώπισε το όλο θέμα κατά τον ακόλουθο τρόπο:
«Στην ένορκη δήλωση της αιτήτριας, που συνοδεύει την επίδικη αίτηση, υπάρχει η υπογραφή της πάνω από το ονοματεπώνυμο της και η βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat) που καθιστά απαραίτητη η Δ.39 Θ.10 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, το πρότυπο της οποίας παρέχει το έντυπο 35 των εν λόγω Κανονισμών.»
Η Α. Θεμιστοκλέους & Υιοί Λτδ. κ.α. ν. Arizona Trading Co. Ltd (άνω) από την οποία άντλησε καθοδήγηση το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφορούσε αίτηση για συνοπτική απόφαση με βάση τις διατάξεις τη Δ.18 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού. Από την ένορκη δήλωση που υποστήριζε το αίτημα έλειπε η βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat), το πρότυπο της οποίας παρέχει το έντυπο 35 του περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικού Κανονισμού, που καθιστά απαραίτητη η Δ.39, Θ.10. Υπήρχε μόνο μια υπογραφή κάτω από την λέξη και αριθμούς, «καταχωρήθηκε 10/7/95 (η ημερομηνία ήταν χειρόγραφη) και πάνω από τη λέξη «ιδιόγραφη» επίσης «πρωτοκολλητής». Κλήθηκε και κατέθεσε στο Δικαστήριο η Πρωτοκολλητής η οποία αναγνώρισε την άνω υπογραφή ως δική της. Επίσης ανέφερε ότι ο ομνύων ορκίστηκε και υπέγραψε την ένορκη δήλωση ενώπιον της. Δεν ήταν όμως βέβαιη για την ημερομηνία που έγινε η ένορκη δήλωση.
Το Εφετείο ανατρέποντας το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε στην σελ. 1360:
«Δεν θα σχολιάσουμε τη μαρτυρία της πρωτοκολλητού ή την έλλειψη μαρτυρίας αναγνώρισης του ομώσαντος Χρ. Κ. Μανώλη, ή άλλες ατέλειες. Τα κενά ή οι ελλείψεις δεν μπορούν να αφεθούν να συμπληρώνονται με μαρτυρία. Ακριβώς αυτός είναι ο σκοπός της jurat να αποφεύγονται με τρόπο αναντίλεκτο οι οποιεσδήποτε αμφισβητήσεις. Είναι γιαυτό που όπως παρατηρεί ο Atkin στη σελ. 325 του ίδιου τόμου:
"The parties cannot waive an irregularity in the jurat"
(Βλ. Saab A. Natar v. Δημοκρατίας (2009) 1 Α.Α.Δ. 772, 777)
Στην παρούσα υπόθεση η κατάσταση είναι διαφορετική. Στην ένορκη δήλωση της εφεσίβλητης υπάρχει η βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat) σύμφωνα με το έντυπο 35 του περί Πολιτικής Δικονομιας Κανονισμού πλην όμως η ομνύουσα/εφεσίβλητη, ενόρκως ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αντεξεταζόμενη ανέφερε ότι δεν προσήλθε στο Δικαστήριο και ότι υπέγραψε αυτή στο γραφείο της δικηγόρου της. Δεν τίθεται συνεπώς εδώ θέμα μη επιτρεπτής συμπλήρωσης κενών ή ελλείψεων στη βεβαίωση του πρωτοκολλητή (jurat) με μαρτυρία κάτι που απαγορεύει η νομολογία. Εδώ πρόκειται διά μέσου της μαρτυρίας του ιδίου του προσώπου που ορκίστηκε αυτή, αμφισβήτησης της γνησιότητας της βεβαίωσης της (jurat) και ελλείψει άλλης αποδεκτής μαρτυρίας, το πρωτόδικο Δικαστήριο όφειλε να μην την αποδεκτεί. Όσον αφορά το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη βρισκόταν σε σύγχυση και δεν μπορούσε ν' αντιληφθεί την ερώτηση αναφορικά με την υπογραφή της ένορκης δήλωσης με όλο το σεβασμό προς το πρωτόδικο Δικαστήριο κρίνουμε ότι αυτό είναι αυθαίρετο. Αμφότερες οι ερωτήσεις που τις υποβλήθηκαν ήταν απλές σε απλή γλώσσα, όπως απλές ήταν και οι απαντήσεις της εφεσίβλητης. Επίσης η ίδια η εφεσίβλητη δεν παραπονέθηκε για τις ερωτήσεις που τέθηκαν σ' αυτήν και ούτε δήλωσε ότι δεν τις αντιλαμβανόταν.
Οι λόγοι έφεσης επιτυγχάνουν.
Με την πιο πάνω κατάληξη αναπόφευκτα η ετυμηγορία του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι τρωτή. Ως αποτέλεσμα και χωρίς να χρειάζεται να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους έφεσης η πρωτόδικη απόφαση ημερ. 19/3/2011 παραμερίζεται και το προσωρινό ενδιάμεσο διάταγμα ημερ. 21/9/2010 ακυρώνεται.
Τα έξοδα της έφεσης, τα οποία υπολογίζονται στο κατ' αποκοπή ποσό των €500 επιδικάζονται σε βάρος της εφεσίβλητης και να πληρωθούν στο τέλος της πρωτόδικης διαδικασίας. Η Διαταγή για έξοδα στην πρωτόδικη διαδικασία ακυρώνεται και αυτά να είναι υπέρ του εφεσείοντα/καθ' ου η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Να καταβληθούν στο τέλος της διαδικασίας της εναρκτήριας αίτησης.
Μ. Νικολάτος, Π.
Α. Πασχαλίδης, Δ.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.