ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Αλέκος Μαρκίδης με Νίκο Παπαευσταθίου, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-10-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ARISTO DEVELOPERS LTD κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 179/2014, 30/10/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D821

(2014) 1 ΑΑΔ 2420

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 179/2014)

 

30 Οκτωβρίου, 2014

 

[ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ

ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ (Ν. 33/1964,

ΩΣ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ)

                                               

- ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ:

1.    ARISTO DEVELOPERS LTD,

2.    ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ,

3.    ΣΩΤΗΡΟΥΛΑΣ ΑΡΙΣΤΟΔΗΜΟΥ,

 

ΟΛΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

- ΚΑΙ -

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΤΗΣ ΩΣ ΑΝΩ ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ 1 ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΘΥΡΙΔΩΝ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ 2 ΚΑΙ 3, ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΑΦΟΥ (ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗ), ΤΗΝ 30/09/2014, ΣΕ ΑΙΤΗΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜΟ 38/14

 

----------------------

Αλέκος Μαρκίδης με Νίκο Παπαευσταθίου, για τους Αιτητές.

 

----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

   ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:-  Με την παρούσα αίτηση επιδιώκεται:

 

«(Α)       Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση Αίτησης δια Κλήσεως για την έκδοση Προνομιακού Εντάλματος τύπου Certiorari, για την ακύρωση του Διατάγματος Αποκάλυψης Τραπεζικών Λογαριασμών της Αιτήτριας 1 και Αποκάλυψης Τραπεζικών Θυρίδων των Αιτητών 2 και 3, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου την 30.09.2014, πιστό αντίγραφο του οποίου επισυνάπτεται ως Παράρτημα «Α» στην παρούσα Αίτηση (πιο κάτω το «Διάταγμα Αποκάλυψης»).  Το εν λόγω Διάταγμα Αποκάλυψης εκδόθηκε με βάση την Αίτηση Χωρίς Ειδοποίηση υπ΄ αριθμόν 38/14 και την ένορκη δήλωση που τη συνόδευε του Α/Αστυφύλακα με αρ. 4889 Μ. Αναστάση του ΤΑΕ Πάφου, πιστό αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται ως Παράρτημα «Β» στην παρούσα Αίτηση.

 

(Β)         Αναστολή κάθε περαιτέρω διαδικασίας για την αποστολή εγγράφων ή αποκάλυψηάλλων στοιχείων από τα Τραπεζικά Ιδρύματα - Καθ΄ ων η Αίτηση 1 και 3 στην Αίτηση 38/14, στο ΤΑΕ Πάφου.

 

(Γ)         Όπως όλα τα διαβήματα και ανακριτικές ενέργειες σε σχέση και/ή σε συνέχεια και/ή ως αποτέλεσμα της τυχόν αποστολής εγγράφων ή αποκάλυψης στοιχείων ανασταλούν.

...................................................................................»

 

Οι λόγοι για τους οποίους οι αιτητές επιδιώκουν την έκδοση του προνομιακού εντάλματος certiorari και οι οποίοι καταγράφονται με λεπτομέρεια στην αίτηση είναι, «νομικό σφάλμα που προκύπτει και ταυτόχρονα είναι ορατό από το φάκελο της διαδικασίας (error of law apparent on the face of the record)», έλλειψη δικαιοδοσίας και κατάχρηση διαδικασίας.  Όπως υποστηρίζουν οι αιτητές, το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε παράνομα και κατ' αντίθεση συγκεκριμένων προνοιών του περί Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007 (Ν. 188(Ι)/2007), καθότι η ένορκη δήλωση που στήριζε το αίτημα της Αστυνομίας για έκδοση του δεν αποκάλυπτε οποιαδήποτε γεγονότα που να θεμελιώνουν: «εύλογη υποψία» ότι οι αιτητές είχαν διαπράξει ή είχαν ωφεληθεί από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος, ότι ενέχονται σε αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και ότι οι πληροφορίες που βρίσκονται στην κατοχή των καθ' ων η αίτηση τραπεζικών ιδρυμάτων 1 και 3 στο διάταγμα αποκάλυψης, είτε μόνες τους είτε σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία, ενδέχεται να είναι ουσιαστικής σημασίας στις έρευνες για τις οποίες είχε υποβληθεί η αίτηση για αποκάλυψη, και «εύλογη» αιτία ότι είναι προς το δημόσιο συμφέρον να παρασχεθούν οι πληροφορίες. Περαιτέρω, το ίδιο το δικαστήριο δεν αιτιολόγησε γιατί αποδέχθηκε το αίτημα και δεν ικανοποιήθηκε το ίδιο για τη συνδρομή των απαιτούμενων προϋποθέσεων για την έκδοση του διατάγματος.  Τις πιο πάνω θέσεις υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, αγορεύοντας ενώπιον μου σήμερα, με παραπομπή σε σχετική νομολογία.

 

Σημειώνεται ευθύς εξαρχής ότι  δεν έχει τεθεί ενώπιον του δικαστηρίου «ο φάκελος» της διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, ούτε το πρακτικό στο οποίο καταγράφεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου στη βάση του οποίου εκδόθηκε το συνταγμένο διάταγμα του δικαστηρίου (drawn-up order), το οποίο  έχει προσκομιστεί μαζί με την ένορκη δήλωση που υποστήριζε τη σχετική αίτηση.  Θα πρέπει παράλληλα να σημειωθεί ότι, πέραν από το γεγονός ότι ο κύριος λόγος για τον οποίο ζητείται το ένταλμα certiorari (νομικό σφάλμα) παραπέμπει στο φάκελο της διαδικασίας, στην αιτιολογία του λόγου αυτού στην έκθεση γεγονότων, αναφέρεται, μεταξύ άλλων,  ότι:  «Ο Επαρχιακός Δικαστής εξέδωσε το Διάταγμα Αποκάλυψης, χωρίς να συντρέχουν οι προβλεπόμενες στο Άρθρο 46(2) του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου του 2007 (188(Ι)/2007) προϋποθέσεις, αφού δεν προκύπτει, από το φάκελο του Δικαστηρίου, να ικανοποιήθηκε για τη συνδρομή όλων των εν λόγω προϋποθέσεων», ενώ γίνεται αναφορά επίσης σε «απουσία από το πρακτικό του Δικαστηρίου» διαπίστωσης του ιδίου του Δικαστηρίου που εξέδωσε το διάταγμα για συνδρομή των προαναφερομένων προϋποθέσεων. (Οι υπογραμμίσεις είναι του παρόντος δικαστηρίου).

 

Αυτό που προκύπτει από τη νομολογία είναι ότι εκείνο που εξετάζεται  είναι η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου.  Όπως αναφέρθηκε από τον Γ. Νικολάου, Δ., στην υπόθεση Άκης Φάντης (1995) 1 Α.Α.Δ. 714, «τι είναι που συνίσταται το «πρακτικό» δεν έχει οριστεί αυθεντικά αλλά η νομολογία παρέχει παραδείγματα και προσφέρει απόψεις.  Φαίνεται ότι το «πρακτικό» ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση».

 

Σύμφωνα με την In Re Arghyrides (1987) 1 C.L.R. 30, πρακτικό του Δικαστηρίου είναι η προσβαλλόμενη απόφαση και η δικογραφία, ενώ στην υπόθεση R. v. Preston Supplementary Benefits Appeal Tribunal ex.p. Moore [1975] 2 All E R 807, ο Λόρδος Denning αναφέρει:

 

«The "record" is generously interpreted so as to cover all the documents in the case».

 

Φαίνεται σε τελική ανάλυση, ότι ο καθορισμός των συγκεκριμένων εγγράφων που συνιστούν «το πρακτικό» του κατώτερου δικαστηρίου για τους σκοπούς αίτησης για certiorari, ποικίλει ανάλογα με την περίπτωση.

 

Το θέμα, λοιπόν, είναι κατά πόσο το υλικό το οποίο είναι ενώπιον του Δικαστηρίου, όπως το θέτουν οι αιτητές, καλώντας να εξετάσει το πρακτικό και το φάκελο της διαδικασίας ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου,  είναι επαρκές για την εξέταση των θεμάτων που εγείρονται με την παρούσα αίτηση, δεδομένου ότι έχει προσκομιστεί μόνο το συνταγμένο διάταγμα και η ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση στη βάση της οποίας εξεδόθη το διάταγμα.  Έχοντας μελετήσει προσεκτικά το ζήτημα υπό το φως των σχετικών επί του θέματος αρχών και νομολογίας,  θεωρώ ότι η φύση των λόγων που οι αιτητές εγείρουν καθώς και η αιτιολογία τους καθιστούν επάναγκες όπως το δικαστήριο σ' αυτό το στάδιο έχει ενώπιον του το πρακτικό στο οποίο καταγράφεται η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου, στη βάση της οποίας εξεδόθη το συνταγμένο διάταγμα, το οποίο δεν έχει τεθεί ενώπιον του.  Με αυτά τα δεδομένα κρίνω ότι δεν παρέχεται στο δικαστήριο το αναγκαίο εκείνο υπόβαθρο επί του οποίου το δικαστήριο να εξετάσει την ουσία του αιτήματος προς αναθεώρηση του συγκεκριμένου διατάγματος.  Συνακόλουθα, η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

                                                                      Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο