ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Μαν.Χριστοδούλου προσωπικά και για Γ.Πολυχρόνη, για τον αιτητή. Δ.Εργατούδη (κα.), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-07-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ KUTBETTIN AKSU ν. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ κ.α., Πολιτική αίτηση αρ.113/14, 11/7/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D518

(2014) 1 ΑΑΔ 1601

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                    Πολιτική αίτηση αρ.113/14

 

[K. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ]

 

11 Ιουλίου, 2014

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155(4) KAI ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3,  9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ  ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33 TOY 1964

Και

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 11, 15 ΚΑΙ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΑ ΑΡΘΡΑ 5, 6, 8 13 ΚΑΙ 14 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ KUTBETTIN AKSU ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝ.ΣΤΑΘΜΟΥ ΜΕΝΟΓΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ HABEAS CORPUS AD SUBJICIENDUM

Αιτητή,

Και

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ

ΚΑΙ

1.     ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

2.    ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

3.    ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ Η/ΚΑΙ ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ κ.Ασσιώτη

4.    ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

Καθ΄ων η αίτηση

 

ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ  ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ  ΕΚΔΟΣΗΣ  ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΑΣΗΣ, ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΜΕΝΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ KUTBETTIN AKSU ΕΠ΄ΑΟΡΙΣΤΟ Η/ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

-------- -----------

 

Μαν.Χριστοδούλου προσωπικά και για Γ.Πολυχρόνη, για τον αιτητή.

Δ.Εργατούδη (κα.),  δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση

---------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η διάρκεια της κράτησης του αιτητή είναι το αντικείμενο της παρούσας αίτησης με την οποία επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad subjiciendum καθότι, είναι κατ΄ισχυρισμό, παράνομη.

 

Τα γεγονότα που συνθέτουν την παρούσα αίτηση περιλαμβάνονται σε ένορκη δήλωση που κατατέθηκε για λογαριασμό του αιτητή αλλά και από μια εκτεταμένη αναφορά που γίνεται στην ένορκη δήλωση που κατατέθηκε προς υποστήριξη της ενστάσεως των καθ΄ων η αίτηση. 

 

Ο αιτητής Κουρδικής καταγωγής και Τούρκος υπήκοος εγκατέλειψε την χώρα του και διέφυγε, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση της Στάλως Στυλιανού, δικηγόρου, στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας αναζητώντας πολιτικό άσυλο.  Σε κάποιο στάδιο και η οικογένεια του ήλθε στην Κύπρο και τα παιδιά του φοιτούν σε σχολεία στη Δημοκρατία.  Σε υποβληθείσα αίτηση για την αναγνώριση του αιτητή και της συζύγου του ως πολιτικών προσφύγων, αυτή απορρίφθηκε και επίσης αρνητική ήταν και η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.  Ο αιτητής καταχώρησε προς τούτο, μαζί με τη σύζυγο του, την προσφυγή αριθμ.991/2011 με στόχο την αμφισβήτηση της νομιμότητας της απορριπτικής πιο πάνω απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.   

 

Στις 17 Δεκεμβρίου 2013 συνελήφθη ο αιτητής και εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η προσφυγή αρ.106/2014.  Ζητήθηκε δε, στο πλαίσιο της εν λόγω προσφυγής, η έκδοση διατάγματος αναστολής εκτέλεσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης η οποία και απορρίφθηκε.  Ο αιτητής έχει καταχωρήσει περαιτέρω, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, ατομική προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (21771/14).  Από την ημέρα που ο αιτητής, καταλήγει η ενόρκως δηλούσα, συνελήφθη, ήτοι στις 17 Δεκεμβρίου 2013 και τελεί υπό κράτηση, η οικογένεια του αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα λόγω της μη εργοδότησης του αιτητή.  

 

Από το περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως της κας.Νάσιας Μαλακτού, Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως, φαίνεται ότι ο αιτητής είχε αφιχθεί παρανόμως στις 25 Νοεμβρίου 2005, μέσω των κατεχομένων από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχών, και η σύζυγος του μαζί με τα παιδιά τους ήλθαν στην Κύπρο με τον ίδιο τρόπο στις 9 Σεπτεμβρίου 2008.  Ο αιτητής υπέβαλε στις 2 Ιανουαρίου 2006 αίτηση για έκδοση προσωρινής αδείας παραμονής ως αιτητής ασύλου, αίτημα το οποίο έγινε αποδεκτό.  Μεταγενέστερες αιτήσεις που  υποβλήθηκαν για τον ίδιο σκοπό έτυχαν εγκρίσεως και η τελευταία είχε ισχύ μέχρι τις 24 Οκτωβρίου 2009.  Αναλόγου ρυθμίσεως έτυχαν και οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν από τη σύζυγο του αιτητή.  Τελικώς, στις 6 Αυγούστου 2009 η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το υποβληθέν αίτημα και ενημερώθηκε προς τούτο ο αιτητής.  Στις 2 Σεπτεμβρίου 2009 υποβλήθηκε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και παράλληλα ο αιτητής ζήτησε και έλαβε άδεια παραμονής μέχρι τις 7 Απριλίου 2010. 

 

Στις 22 Ιουνίου 2011 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε την προσφυγή και για σκοπούς αμφισβήτησης της ορθότητας της ο αιτητής προσέφυγε στο Δικαστήριο με την προσφυγή αρ.991/2011.  Αφού κρίθηκε από τη Διευθύντρια του Τμήματος Μεταναστεύσεως ότι δεν ετίθετο θέμα επαναπροώθησης του αιτήματος τους, κάλεσε τον αιτητή και τη σύζυγο του να αναχωρήσουν από τη Δημοκρατία.  Ο δικηγόρος του αιτητή είχε ζητήσει από το Υπουργείο Εσωτερικών στις 9 Αυγούστου 2011 όπως παραχωρηθεί άδεια εργασίας στον αιτητή μέχρι την ολοκλήρωση της εξέτασης της προσφυγής 991/2011.  Ενδιαφέρον για την περίπτωση του αιτητή υπήρξε και από την Επίτροπο Προστασίας για τα Δικαιώματα του Παιδιού η οποία, με επιστολή της ημερ. 14 Φεβρουαρίου 2012, ζήτησε τη βοήθεια των αρμοδίων υπηρεσιών ώστε να εξασφαλιστεί η διαβίωση του αιτητή και της οικογένειας του.  Το Υπουργείο Εσωτερικών, με επιστολή του ημερ. 18 Σεπτεμβρίου 2012, πληροφόρησε το συνήγορο του αιτητή ότι είχε εγκριθεί η παραχώρηση ειδικής αδείας παραμονής και εργασίας στον πελάτη του, για ένα χρόνο, νοουμένου ότι θα εξασφάλιζε σφραγισμένο συμβόλαιο από το Τμήμα Εργασίας.  Όταν μέχρι τις 27 Μαϊου 2013 διαπιστώθηκε ότι ο αιτητής δεν είχε συμμορφωθεί με το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής οι καθ΄ων η αίτηση ζήτησαν, με επιστολή τους από τον αιτητή, να αναχωρήσει αμέσως από τη Δημοκρατία.  Ο αιτητής τελικώς εντοπίστηκε και συνελήφθη, όπως είναι αποδεκτό στις 17 Δεκεμβρίου 2013.  Εναντίον του εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, που αναφέρθηκαν πιο πάνω.

 

Ενόψει της καταχώρησης της αιτήσεως για αναστολή στο πλαίσιο της προσφυγής 106/2014 η Διευθύντρια ανέστειλε το διάταγμα απέλασης μέχρι την εκδίκαση της μονομερούς αιτήσεως.  Στις 12 Φεβρουαρίου 2014 επανεξετάστηκε το θέμα και αποφασίστηκε η συνέχιση της κράτησης.  Το ίδιο έγινε και στις 2 Απριλίου 2014.  Στις 4 Ιουνίου 2014 εξετάστηκε εκ νέου, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, η περίπτωση του αιτητή και κρίθηκε ότι η μη πραγματοποίηση της απέλασης του οφείλεται αποκλειστικά στον ίδιο και έτσι αποφασίστηκε η περαιτέρω κράτηση του για ακόμη έξι μήνες. Η επιστολή με το ανάλογο περιεχόμενο, που φέρει ημερομηνία 24 Ιουνίου 2014 επιδόθηκε στον αιτητή στις 26 Ιουνίου 2014.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή με την εμπεριστατωμένη αγόρευση του ήγειρε θέμα αναρμοδιότητας του οργάνου το οποίο είχε αποφασίσει και υλοποιήσει την ανανέωση της κράτησης του αιτητή για περίοδο έξι μηνών, όπως αναφέρεται στην επιστολή ημερ. 24 Ιουνίου 2014, (παρ.35 επί της ενστάσεως).  Η εν λόγω επιστολή υπογράφεται από τη Διευθύντρια του Τμήματος Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως.  Η νομοθετική επί τούτου πρόνοια επιβάλλει, όπως ορθώς υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορος, να εκδίδεται από τον Υπουργό Εσωτερικών.  Στο πλαίσιο της συζήτησης της έφεσης η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας παρουσίασε τη γραπτή εξουσιοδότηση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία φέρει ημερομηνία 12 Φεβρουαρίου 2014.  Ορθώς, κατά τη γνώμη μου, αποδέχθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή την κατάθεση της εν λόγω επιστολής.  ΄Εχοντας υπόψη ότι η γραπτή εξουσιοδότηση δόθηκε πολύ πριν από την ημερομηνία λήψης απόφασης για ανανέωση, θεωρώ ότι το θέμα δεν χρήζει περαιτέρω ανάλυσης και εκ πρώτης όψεως υπάρχει απόφαση για ανανέωση της κράτησης. 

 

Το δεύτερο θέμα που ήγειρε ο ευπαίδευτος συνήγορος είναι ότι υπάρχει σαφής νομική υποχρέωση όπως γνωστοποιείται στον αιτητή η εν λόγω παράταση του χρόνου κράτησης του.  Από το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 24 Ιουνίου γνωστοποιείται στον αιτητή ότι δικαιούται να καταχωρήσει διοικητική προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος.  Το άρθρο 5(β) του Νόμου επιβάλλει στον Υπουργό Εσωτερικών την υποχρέωση να γνωστοποιήσει στον αιτητή τη δυνατότητα που του παρέχεται για να καταχωρήσει αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus δυνάμει του ΄Αρθρο 155.4 του Συντάγματος.  Αυτή η παρατυπία είναι ουσιαστικής μορφής υποστήριξε ο κ.Χριστοδούλου και άπτεται της προσφερόμενης δυνατότητας άσκησης ενδίκου βοηθήματος, έχοντας ως γνώμονα την διατήρηση της ελευθερίας του αιτητή, που θα καθυστερούσε αν ο αιτητής υλοποιούσε την εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση.

 

Από την άλλη πλευρά η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας, με τη δική της επίσης εμπεριστατωμένη αγόρευση, εισηγήθηκε ότι η παρατυπία αυτή δεν επηρέασε με κανένα τρόπο τα δικαιώματα του αιτητή, αφού, προχώρησε και καταχώρησε την παρούσα αίτηση ημερ. 25 Ιουνίου 2014 ζητώντας την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.

 

Το έτερο σκέλος της επιχειρηματολογίας του αιτητή εδράζεται στο γεγονός ότι η υποχρέωση που επιβάλλεται στον Υπουργό Εσωτερικών είναι να αποφασίσει την παράταση της κράτησης του αιτητή, πριν την λήξη της εξάμηνης προθεσμίας του αρχικού διατάγματος.  Στην προκείμενη περίπτωση και αν ακόμη δεχτούμε, υποστήριξε ο κ.Χριστοδούλου, ότι η απόφαση λήφθηκε στις 4 Ιουνίου 2014, αυτή γνωστοποιήθηκε στον αιτητή 26 Ιουνίου 2014, που είναι μετά τη λήξη της εξάμηνης προθεσμίας λαμβάνοντας υπόψη ότι ο αιτητής είχε αρχικώς συλληφθεί και παραμείνει υπό κράτηση από τις 18 Δεκεμβρίου 2013.  Η μη έγκαιρη γνωστοποίηση, κατέληξε επί του προκειμένου, επιβάλλει τον αναγκαίο έλεγχο που τίθεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου και θα πρέπει να οδηγήσει σε κήρυξη της κράτησης ως παράνομης. 

 

Περαιτέρω εισηγήθηκε ο συνήγορος ότι και αν ακόμη γίνει αποδεκτό ότι η νέα εξάμηνη παράταση είναι έγκυρη, δεν έχει με οποιονδήποτε τρόπο καταδειχθεί ούτε αιτιολογηθεί τι ενέργειες έγιναν στο μεσοδιάστημα που να δικαιολογεί την παράταση της κράτησης του αιτητή.  ΄Εγινε προς τούτο αναφορά και σε νομολογία.  Η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση υποστήριξε ότι οι ενέργειες που έγιναν καταδεικνύονται λεπτομερώς στο παρ. 34 που κατατέθηκε με την ένσταση και καταδεικνύει ότι, η παράταση δόθηκε καθότι ο αιτητής δεν συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές για υλοποίηση της απέλασης του. 

 

Καταλήγοντας ο συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι η συνεχιζόμενη κράτηση επηρεάζει το δικαίωμα της οικογενειακής του ζωής, λόγω των ιδιαζουσών περιστάσεων, κάτω από τις οποίες διαβιεί η οικογένεια του, όπως αναφέρονται σε επιστολές του Δήμου Αραδίππου εντός της περιοχής που ζούσε ο αιτητής και η οικογένεια του.

 

 Ο αιτητής, όπως έχει νομολογηθεί, και αναφέρομαι στην υπόθεση Καλφοπούλου (1998) 1 Α.Α.Δ. 55 θα πρέπει να καταδείξει, εκ πρώτης όψεως, το παράνομο της κράτησης του.  Αν τούτο στοιχειοθετηθεί επαρκώς, τότε το βάρος απόδειξης μετατίθεται στο πρόσωπο που έχει τη φυσική κατοχή και τον έλεγχο του ατόμου.  (Βλ. Παύλου (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 1372 και Ιωάννου,  (2011) 1(Β) Α.Α.Δ. 971). 

 

Όπως αναφέρεται στο εδάφιο 3 του άρθρου 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, επί της οποίας στηρίζεται και η ενσωμάτωση στο Κεφ.105, μεταξύ άλλων, του άρθρου 18ΠΣΤ, η νομιμότητα της κράτησης ελέγχεται δικαστικώς.  Το εκδοθέν, δυνάμει της παραγράφου (1) του άρθρου 18ΠΣΤ Υπουργικού Διατάγματος Κράτησης «υποκειμένου σε διαδικασίες επιστροφής», «υπόκειται σε προσφυγή βάσει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος» όπως καθορίζει το εδάφιο 3(α) του άρθρου 18ΠΣΤ.  Αυτό, σε αντίθεση με το άρθρο 5(α) του ιδίου άρθρου, όπου προσδιορίζεται το δικονομικό μέτρο που παρέχεται σ΄ένα υποκείμενο απέλασης να αμφισβητήσει «την διάρκεια κράτησης», που είναι με «με αίτηση για έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του ´Aρθρου 155.4 του Συντάγματος» διαδικασία που ακολούθησε ο αιτητής. 

 

΄Εχοντας υπόψη το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 24 Ιουνίου 2014, όπως αυτό ενσωματώνεται στο Παρ. 35 της Ενστάσεως, γνωστοποιείται στον αιτητή η απόφαση για κράτηση του, γίνεται μνεία στο Νόμο και στο συγκεκριμένο άρθρο, επί του οποίου στηρίχτηκε η εν λόγω απόφαση, πλην, όμως, γνωστοποιείται στον αιτητή αντί η προσφερόμενη δυνατότητα υποβολής αιτήσεως για Habeas Corpus, η καταχώρηση διοικητικής προσφυγής με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.  Είναι όντως παρατυπία η οποία, όμως, λαμβανομένου υπόψη ότι ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα διαδικασία για έκδοση προνομιακού εντάλματος θεωρώ ότι δεν έχει με οποιονδήποτε τρόπο επηρεαστούν τα δικαιώματα του, αφού έθεσε ως πραγματική βάση της αίτησης του τον έλεγχο της διάρκειας κράτησης που του επιβλήθηκε μετά από απόφαση των καθ΄ων η αίτηση. 

 

Δόθηκε έμφαση από πλευράς του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή στο γεγονός ότι η απόφαση της διοίκησης για παράταση της κράτησης για περίοδο περαιτέρω έξι μηνών επιδόθηκε στον αιτητή μετά την παρέλευση της εν λόγω προθεσμίας.  Όπως έχω σημειώσει και είναι αποδεκτό, ο αιτητής συνελήφθη και εκδόθηκε διάταγμα κράτησης με σκοπό την απέλαση του στις 18 Δεκεμβρίου 2013.  Στην ένσταση των καθ΄ων η αίτηση επισυνάπτεται σημείωμα του Διοικητικού Λειτουργού προς τη Διευθύντρια του Τμήματος Μεταναστεύσεως, αναφορικά με την αδυναμία ολοκλήρωσης της απέλασης του αιτητή και επισυνάπτεται επίσης το ιστορικό,  για το οποίο θα επανέλθω μεταγενέστερα.  Η επιστολή φέρει ημερομηνία  4 Ιουνίου 2014 και η απόφαση της Διευθύντριας για κράτηση για περαιτέρω περίοδο έξι μηνών είναι επίσης ημερ. 4 Ιουνίου 2014.  Η παράλειψη, όμως, της διοίκησης να ενεργήσει εγκαίρως προς εξωτερίκευση της παράτασης της διάρκειας κράτησης δεν μπορεί να επενεργήσει υπέρ του αιτητή καθότι αυτός βρισκόταν υπό κράτηση νομίμως.  Η ενεργοποίηση γίνεται αμέσως με την έκδοση της σχετικής απόφασης.  Είναι σαφές ότι χρειάζεται κάποιο χρονικό διάστημα για να προβεί η διοίκηση και σε τυπική γνωστοποίηση στον αιτητή.  Σημειώνω στο σημείο αυτό ότι, το διάταγμα κράτησης και απέλασης είναι αντικείμενο της προσφυγής 106/2014.  Επομένως η καθυστέρηση στην εξωτερίκευση της παράτασης δεν επηρέασε ουσιωδώς ή με οποιονδήποτε τρόπο αρνητικά τον αιτητή, με βάση τα ιδιαιτέρα περιστατικά της υπόθεσης, όπου η απόφαση δεν παρέμεινε internum, αλλά εξωτερικεύθηκε, έστω και με οκτώ ημέρες καθυστέρηση.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό περί αναιτιολόγητης απόφασης και την προβληθείσα επιχειρηματολογία περί ανυπαρξίας εξηγήσεων, που ώθησαν τη Διευθύντρια στην παράταση της κράτησης έχω να σημειώσω ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί.   Στο παρ.34 επί της Ενστάσεως, καταγράφεται το ιστορικό όπου επαναλαμβάνεται σε διάφορες περιπτώσεις ξεκινώντας από τις 22 Ιανουαρίου 2014 ότι ο αιτητής αρνείται, όπως σημειώνεται, να επαναπατρισθεί περιμένοντας την απόφαση του Δικαστηρίου, υπονοώντας την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στο πλαίσιο της προσφυγής.  Ανάλογη αναφορά γίνεται και για τις 7 Φεβρουαρίου 2014 και τις 21 Φεβρουαρίου 2014.  Η άρνηση του για συνεργασία και η εμμονή στη συμπλήρωση των δικαστικών υποθέσεων που εκκρεμούν επαναλήφθηκε από τον αιτητή και στις 2 Απριλίου 2014 και με την επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 20 Μαϊου 2014.  Την ίδια προσέγγιση επανέλαβε και ενώπιον μου ο συνήγορος του αιτητή σημειώνοντας ότι είναι αναφαίρετο δικαίωμα του να επιμένει στο να εκδικαστούν οι υποθέσεις του, δηλαδή η αμφισβήτηση της απόρριψης αιτήσεως για άσυλο και της νομιμότητας της κράτησης και απέλασης.

 

Είναι αποδεκτό από πλευράς αιτητή ότι επιχειρήθηκε η έκδοση διατάγματος αναστολής της απέλασης μέχρι της συμπλήρωσης των προσφυγών που εκκρεμούν και ιδιαιτέρως της προσφυγής 106/2014.  Το αίτημα απορρίφθηκε καθότι η ύπαρξη και μόνο διοικητικής προσφυγής δεν απαιτεί την παρουσία του αιτητή στη Δημοκρατία. 

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, το παράπονο του αιτητή επί του προκειμένου, δεν έχει έρεισμα.  Καθ΄όλη τη διάρκεια της διαδικασίας που ακολούθησε την κράτηση του αιτητή που έγινε στις 18 Δεκεμβρίου 2013 ο αιτητής αρνήθηκε να συνεργαστεί για το θέμα της προώθησης της διαδικασίας για απέλαση του.  Στο σημείο αυτό δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη η ρύθμιση που οι καθ΄ων η αίτηση είχαν αποφασίσει να εφαρμόσουν στην περίπτωση του αιτητή, εγκρίνοντας την παραχώρηση ειδικής αδείας παραμονής και εργασίας για ένα χρόνο, εισήγηση που προήλθε από το συνήγορο του, υπό την αίρεση εξασφάλισης εργασίας, κάτι το οποίο ο αιτητής δεν είχε υλοποιήσει.  (Επιστολή ημερ.18 Σεπτεμβρίου 2012).

 

Το τελευταίο σκέλος της επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε ενώπιον μου έχει σχέση με την παραβίαση του δικαιώματος οικογενειακής ζωής του αιτητή.  Υπάρχει σαφής υποχρέωση για τη λήψη μέτρων που να βελτιώνουν τα συμφέροντα των παιδιών αλλά και της οικογενειακής ζωής ενός υπό απέλαση.  Όπως αποτελεί αποδεκτό γεγονός η διοίκηση προχώρησε στην έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του αιτητή χωρίς να προωθηθεί οποιαδήποτε διαδικασία εναντίον της συζύγου του αιτητή, καθότι η προστασία των παιδιών, τούτο επέβαλλε.  Δεν θεωρώ ότι υπάρχει οποιοδήποτε έρεισμα και σ΄αυτή την αιτίαση. 

 

Η αίτηση απορρίπτεται με €500 υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.

 

                                                  Κ. Παμπαλλής,

                                                              Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο