ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D286
(2014) 1 ΑΑΔ 887
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 68/2014)
30 Απριλίου, 2014
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΤΗΣ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟY 33 ΤΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΑΥΤΟΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕΤΑΓΕΝΕΣΤΕΡΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. A.S.S AMUSEMENT LTD ΚΑΙ 2. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ Α. ΣΑΛΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΣΕΡΙ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΕΩΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Λ.Σ. ΚΑΜΜΙΤΣΗ ΠΡΟΕΔΡΟΣ) ΠΟΥ ΕΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ 17/09/2013 ΚΑΙ ΕΠΕΔΟΘH ΤΗΝ 18/03/2014 ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ΡΕΑ ΚΟΥΜΙΔΟΥ ΕΡΕΛ 2. ΓΛΑΥΚΟΥ ΚΟΥΜΙΔΗ ΚΑΙ 3. ΕΥΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΟΥΜΙΔΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 7/06/2013 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. Ε 138/2013 ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΟ ΤΩΝ 1. A.S.S. AMUSEMENT LIMITED ΚΑΙ 2. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ Α. ΣΑΛΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΤΣΕΡΙ
Στ. Παπαθεοδώρου για Γ. Παπαθεοδώρου, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Οι Αιτητές με τη μονομερή αίτησή τους ζητούν άδεια από το Δικαστήριο για να καταχωρήσουν αίτηση διά κλήσεως με σκοπό να διεκδικήσουν την έκδοση διατάγματος της φύσεως Certiorari που θα ακυρώνει διάταγμα το οποίο εκδόθηκε από το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας, με το οποίο διατάσσεται η έξωση τους από τα υποστατικά που ενοικιάζουν, καθώς και απόφαση εναντίον τους για πληρωμή διαφόρων καθυστερημένων ενοικίων και άλλων εξόδων τα οποία συμποσούνται στις €11.401, πλέον έξοδα.
Οι Αιτητές 1 οι οποίοι είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, είναι οι ενοικιαστές δυνάμει Ενοικιαστηρίου Εγγράφου, ημερ. 28.7.1999, δυνάμει του οποίου ενοικίασαν ακίνητα στην παλιά Λευκωσία για £600 μηνιαίως και το οποίο θα αυξανόταν στις £684, μετά από δύο χρόνια. Χρησιμοποιούν το υποστατικό ως νυχτερινό κέντρο (μπαράκι). Το ενοικιαστήριο ήταν διάρκειας 4 χρόνων και έληγε την 31.7.2013. Η Αιτήτρια 2, πρώην σύζυγος του κύριου μετόχου της εταιρείας, εγγυήθηκε την πιστή τήρηση των όρων του συμβολαίου.
Στις 7.6.2013 οι ιδιοκτήτες του ακινήτου καταχώρησαν Αίτηση στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, διεκδικώντας την πληρωμή όλων των καθυστερημένων μηνιαίων ενοικίων, καθώς και διάταγμα έξωσης. Στις 17.9.2013 το Δικαστήριο, όπως έχω ήδη αναφέρει, εξέδωσε σχετική απόφαση.
Οι Αιτητές παραπονούνται ότι η απόφαση του κατώτερου δικαστηρίου εκδόθηκε:- (α) Χωρίς το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων να έχει δικαιοδοσία, (β) καθ' υπέρβαση εξουσίας, αφού δεν είχε σταλεί προηγουμένως η απαραίτητη ειδοποίηση των 21 ημερών που προβλέπεται από το άρθρο 11(1)(α) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983 (N. 23/1983, όπως τροποποιήθηκε) και (γ) δεν είχε προηγηθεί της καταχώρησης της Αίτησης, νόμιμος τερματισμός της ενοικίασης.
Πιο συγκεκριμένα, οι Αιτητές παραπονούνται ότι το Ενοικιαστήριο έγγραφο ήταν διάρκειας τεσσάρων χρόνων και έληγε στις 31.7.2013. Πριν τη λήξη του οι Αιτητές ήταν συμβατικοί ενοικιαστές και όχι θέσμιοι και επομένως το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων δεν είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της υπόθεσης προτού η ενοικίαση τερματιστεί, αφού προηγουμένως δοθεί η κατάλληλη ειδοποίηση στους ενοικιαστές, κάτι που δεν έγινε στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Στην αίτηση επισυνάπτεται επίσης ένορκη δήλωση της Αιτήτριας 2 και του νυν συζύγου της αναφορικά με τον λανθασμένο και παραπλανητικό τρόπο που ο επιδότης επέδωσε στο νυν σύζυγο της Αιτήτριας 2 τη σχετική απόφαση και άλλα έγγραφα.
Κατά την ακροαματική διαδικασία, έθεσα ευθέως στο ερώτημα στον ευπαίδευτο συνήγορο των Αιτητών, κατά πόσον υπάρχουν άλλα ένδικα μέσα και αν ναι, κατά πόσον υπάρχουν τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν απόκλιση από το γενικό κανόνα. Ο συνήγορος των Αιτητών επέμεινε ότι από τη στιγμή που το κατώτερο δικαστήριο στερείτο δικαιοδοσίας, το μόνο ένδικο μέσο είναι η διεκδίκηση προνομιακού εντάλματος. Σε συμπληρωματική γραπτή αγόρευση που κατέθεσε, ζήτησε από το Δικαστήριο σε περίπτωση που καταλήξει ότι υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, να γίνει παρέκκλιση από το γενικό κανόνα, ενόψει των ιδιαίτερων περιστατικών της υπόθεσης και των δραστικών συνεπειών του διατάγματος έξωσης στην επιχείρηση των Αιτητών 1. Πέραν τούτου, σε λίγες μέρες οι ενοικιαστές-Αιτητές θα απολέσουν το αντικείμενο της διαδικασίας εφόσον θα επέλθει η έξωση τους από το ακίνητο, ενώ η έφεση τους θα εκδικαστεί μετά από 3-4 χρόνια. Σε περίπτωση δε που επιτύχουν στην έφεση τους, δεν θα υπάρχει καμία απολύτως εφαρμογή και η επιτυχία τους θα είναι άνευ αντικειμένου. Αυτό κατά το δικηγόρο των Αιτητών αποτελεί εξαιρετική περίσταση μέσα στην έννοια της νομολογίας.
Όπως είχα πρόσφατα αναφέρει στη Re Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, Πολιτική Αίτηση Αρ. 47/2014, ημερ. 27.3.2014, ECLI:CY:AD:2014:D221, οι αρχές της νομολογίας είναι αποκρυσταλλωμένες και έχουν συνοψιστεί σε πάρα πολλές υποθέσεις (βλ. Re Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692, Re Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 2/09, ημερ. 14.5.2012 και Re Σιτανάρη (2008) 1Α ΑΑΔ 631). Σύμφωνα με τη νομολογία, άδεια για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, χορηγείται μόνο αν καταδειχθεί εκ πρώτης όψεως ότι υπάρχει επί της ουσίας συζητήσιμη υπόθεση. Το Δικαστήριο δεν χρειάζεται να εμβαθύνει στην υπόθεση, αλλά περιορίζεται στο υλικό που τέθηκε ενώπιόν του για να αποφασίσει αν δικαιολογείται η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη (2003) 1Β ΑΑΔ 1298 και Προνομιακά Εντάλματα, Αρχές και Υποθέσεις, 2004, του Π. Αρτέμη, σελ. 160-65, 195). Στις περιπτώσεις που το Δικαστήριο πειστεί ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις και κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις παραχωρεί άδεια (βλ. Αναφορικά με την Αίτηση του Γεώργιου Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41 και R. v. Epping and Harlow General Commissioners [1983] 3 All ER 257). Επίσης, τέτοιου είδους διατάγματα δεν εκδίδονται σε περιπτώσεις που το πρωτόδικο δικαστήριο ασκεί διακριτική ευχέρεια μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του. Τέτοια άσκηση διακριτικής ευχέρειας, δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα, εκτός εάν είναι εμφανές ότι ως αποτέλεσμα του τρόπου άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, παραβιάζονται τα συνταγματικά δικαιώματα του Αιτητή, χωρίς αυτός να έχει άλλη θεραπεία ή αν υπάρχει υπαλλακτική θεραπεία, υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες συνηγορούν υπέρ της χορήγησης της άδειας για καταχώρηση Certiorari.
Στην προκειμένη περίπτωση οι Αιτητές ισχυρίζονται ότι το κατώτερο δικαστήριο επιλαμβανόμενο της υπόθεσης πλανήθηκε με αποτέλεσμα να αναλάβει δικαιοδοσία. Πέραν τούτου, διατυπώνει παράπονο ότι εξέδωσε διάταγμα στην απουσία των Αιτητών, ενώ δεν τους είχε προηγουμένως επιδοθεί οποιαδήποτε ειδοποίηση από τον ιδιοκτήτη και χωρίς να έχει τερματιστεί η ενοικίαση.
Υπό αυτές τις περιστάσεις, σαφώς υπάρχει άλλο ένδικο μέσο. Το άρθρο 6 του Νόμου 23/1983, όπως τροποποιήθηκε από το Νόμο 102(Ι)/1995, προβλέπει ότι:-
«6. Διάταγμα ή απόφαση του Δικαστηρίου δυνάμει του παρόντος Νόμου δύναται κατόπιν αιτήσεως να αναθεωρηθή, να τροποποιηθή ή να ακυρωθή υπό του Δικαστηρίου εις τας ακολούθους περιπτώσεις:
(α) Εις περίπτωσιν καθ' ην τα γεγονότα της υποθέσεως τα επηρεάζοντα το ζήτημα του ενοικίου μετεβλήθησαν ουσιαστικώς ή εσημειώθη ουσιαστική μεταβολή περιστάσεων από της εκδόσεως του διατάγματος ή απόφασης·
(β) εις περίπτωσιν καθ' ην το διάταγμα ή απόφαση επετεύχθη συνεπεία οιασδήποτε απάτης, ψευδών παραστάσεων ή ουσιώδους λάθους·
(γ) εις περίπτωσιν καθ' ην υπάρχει διαθέσιμος νέα μαρτυρία ουσιαστικής φύσεως ήτις δεν ηδύνατο να προσαχθή διά της ασκήσεως ευλόγου επιμελείας όταν το διάταγμα ή απόφαση εξεδόθη·
(δ) εις περίπτωσιν καθ' ην το διάταγμα ή απόφαση εξεδόθη εν τη απουσία του διαδίκου, η απουσία του οποίου δεν ωφείλετο εις οιανδήποτε παράλειψιν ή αμέλειαν εκ μέρους του·
(ε) σε περίπτωση κατά την οποία εκδόθηκε διάταγμα έξωσης βάσει του άρθρου 11(1), (στ), (ζ), (η) και ο ιδιοκτήτης μέσα σε εύλογο χρόνο από την παράδοση της κατοχής δεν υλοποίησε τους λόγους της έξωσης.»
Πέραν τούτου, το άρθρο 7 προβλέπει ότι οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων υπόκειται, εντός 42 ημερών από της εκδόσεως, σε έφεση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο κ. Παπαθεοδώρου εισηγήθηκε ότι από τη στιγμή που τίθεται θέμα δικαιοδοσίας και υπάρχουν τόσο δραστικές συνέπειες στους Αιτητές, το Δικαστήριο θα πρέπει να δεχθεί ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεχτή, εφόσον προσκρούει ευθέως στο δικαστικό λόγο της απόφασης στη Re Τράπεζα Κύπρου, Πολιτική Αίτηση Αρ. 2/2009, ημερ. 14.5.2012, στην οποία η Ολομέλεια κατά πλειοψηφία απέρριψε εισήγηση ότι όταν τίθεται δικαιοδοτικό θέμα δεν είναι ανάγκη να διακριβώνονται εξαιρετικές περιστάσεις και επιβεβαίωσε την αυστηρότερη άποψη της νομολογίας όπως αυτή εκφράστηκε στις υποθέσεις Re Άνθιμου (1991) 1 ΑΑΔ 41, Re Μεστάνα (2000) 1 ΑΑΔ 1469, Re Hellenger Trading Ltd (2000) 1(Γ) AAΔ 1965, Base Metal Trading Ltd ν. Fastact Developments Ltd κ.α. (2004) 1 ΑΑΔ 1535. Αντί περαιτέρω ανάλυσης, υιοθετώ τα όσα ανέφερα επί του θέματος στην Re Dmytro Firtash, Πολιτική Αίτηση 208/13, ημερ. 4.12.2013. Μόνο αν δεν υπήρχε άλλο ένδικο μέσο ή αν διαπιστώνετο ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, θα μπορούσε να γίνει καταφυγή στο κατάλοιπο εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος (βλ. επίσης Re Χαρίλαος Αποστολίδης και Σία Λτδ κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 165/13, ημερ. 13.11.2013). Στην προκειμένη περίπτωση δεν διαπιστώνεται να υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως ο όρος έχει ερμηνευθεί νομολογιακά.
Ενόψει της ύπαρξης άλλου ένδικου μέσου και της απουσίας εξαιρετικών περιστάσεων, η αίτηση απορρίπτεται.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς