ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A213
(2014) 1 ΑΑΔ 689
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 175/2009)
24 Μαρτίου, 2014
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΙΟΡΔΑΝΟΥΣ,
Εφεσείοντας/Καθ'ου η αίτηση/Εν πτωχεύσει,
ν.
ALPHA BANK LTD.,
Εφεσίβλητης/Αιτήτριας.
Λ. Λουκαΐδης, για τον Εφεσείοντα.
Ξ. Κόκκινου (κα) για Π. Πολυβίου, για την Εφεσίβλητη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(EX-TEMPORE)
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Έχουμε ενώπιον μας έφεση που αφορά απόφαση με την οποία έγινε δεκτή αίτηση της εφεσίβλητης Τράπεζας και εξεδόθη διάταγμα παραλαβής της περιουσίας του εφεσείοντα. Η αίτηση είχε συναντήσει την ένσταση του εφεσείοντα και δύο ήσαν ουσιαστικά οι βάσεις στις οποίες ετέθη η ένσταση∙ πρώτο, ότι η διαδικασία της πτώχευσης η οποία επεδιώχθη ήταν καταχρηστική ώστε το Δικαστήριο στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας να έπρεπε να είχε απορρίψει την αίτηση, και δεύτερο, ότι η εφεσίβλητη ήταν εξασφαλισμένος πιστωτής εφόσον είχαν ενεχυριασθεί οι μετοχές του εφεσείοντα εις τρόπον ώστε, και η παράλειψη της να αναφέρει ότι ήταν εξασφαλισμένος πιστωτής να συνιστούσε λόγο για τον οποίο η αίτηση της να έπρεπε να είχε απορριφθεί, αλλά και, επί της ουσίας, να μην ήταν δυνατό για την αίτηση της να εγκριθεί χωρίς η εφεσίβλητη να αποποιηθεί των δικαιωμάτων της ως εξασφαλισμένος πιστωτής.
Οι λόγοι έφεσης οι οποίοι ευρίσκονται ενώπιον μας αφορούν ακριβώς τις βάσεις πάνω στις οποίες ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε τις εισηγήσεις του εφεσείοντα, είχαμε δε το όφελος της περαιτέρω ακρόασης του ευπαίδευτου συνηγόρου για τον εφεσίβλητο όσον αφορά την ανάπτυξη των θέσεων του.
Θα μας απασχολήσει κατά πρώτο το θέμα της εισήγησης ότι επρόκειτο για ασφαλισμένο πιστωτή στην έννοια του Νόμου, για να πούμε όμως, χωρίς να χρειάζεται να επεκταθούμε επ' αυτού, ότι σαφώς εδώ δεν επρόκειτο για τέτοια περίπτωση. Η αναφορά που έγινε σε ενεχυριασθείσες μετοχές κατέδειξε, μέσω της μαρτυρίας η οποία παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο, ότι, η οποιαδήποτε ενεχυρίαση είχε γίνει, είχε παύσει να υφίσταται αφού αυτές οι μετοχές είχαν ήδη εκποιηθεί από την εφεσίβλητη για ικανοποίηση απόφασης σε σχέση με άλλη απαίτηση της και το υπόλοιπο είχε διατεθεί έναντι του δανείου το οποίο αφορά την απόφαση που εξεδόθη το διάταγμα παραλαβής. Όχι μόνο, λοιπόν, δεν υφίστατο η εξασφάλιση, αλλά και δεν είναι δυνατό, στα πλαίσια της διαδικασίας που έχουμε ενώπιον μας, να εξετάσουμε κατά πόσο νομίμως ή όχι είχαν εκποιηθεί οι εν λόγω μετοχές, αφού αυτά είναι θέματα τα οποία θα έπρεπε να είχαν εγερθεί στις διαδικασίες που αφορούσαν την εκποίηση εκείνη. Ως εκ τούτου, δεν θεωρούμε ότι μπορεί να υπάρξει περαιτέρω συζήτηση για το θέμα αυτό.
Επικεντρωνόμεθα στην άλλη πτυχή του θέματος, που αφορά την εισήγηση περί κατάχρησης της διαδικασίας, την οποία είχε ευθέως εγείρει ο εφεσείων στην ένσταση του, παρατηρώντας ότι η εκτέλεση της απόφασης ήταν άδικη και καταχρηστική διότι εκδικητικά είχε προχωρήσει η εφεσίβλητη στη διαδικασία της πτώχευσης αφού μπορούσε να είχε εισπράξει το λαβείν της από τις μετοχές του που ήσαν δεσμευμένες, ώστε η συμπεριφορά της να μην ήταν συμπεριφορά που να της επέτρεπε να ζητήσει έκδοση διατάγματος παραλαβής. Υπήρχαν περαιτέρω αναφορές στο ύψος του χρέους, οι οποίες δεν μπορούν βεβαίως να έχουν οποιαδήποτε προέκταση στη διαδικασία αυτή αφού έπρεπε να είχαν αποφασισθεί σε άλλα πλαίσια και πάλι. Περαιτέρω αναφορά στο θέμα της κατάχρησης γίνεται και στην άλλη ένορκη δήλωση, όπου υποδεικνύεται ότι η εφεσίβλητη δεν είχε προβεί σε οποιαδήποτε μέσα εκτέλεσης της απόφασης ή πληρωμή του ποσού της απόφασης με μηνιαίες δόσεις, ώστε να ήταν καταχρηστική και πάλι η προσφυγή στη διαδικασία της πτώχευσης. Εξειδικεύονται δε σε μεγάλη έκταση τα όσα και πάλι ο εφεσείων υποστήριξε σε σχέση με την ενεχυρίαση των μετοχών, για την οποία είπαμε ότι δεν θα προβούμε σε περαιτέρω σχολιασμό στα πλαίσια της απόφασής μας. Καταλήγοντας, ο εφεσείων, εισηγείται ότι επρόκειτο για πρόθεση άσκησης πίεσης ώστε να εξεύρει τρόπους εξόφλησης του χρέους του και όχι προστασίας και διασφάλισης της περιουσίας του για ικανοποίηση όλων των πιστωτών του.
Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής απέρριψε τις εισηγήσεις του εφεσείοντα ως προς την κακοπιστία και κατάχρηση, θεωρώντας ότι δεν υπήρχαν ενώπιον του εκείνα τα συγκεκριμένα δεδομένα επί των γεγονότων της υπόθεσης που να καταδεικνύουν ότι όντως υπήρξε καταχρηστική διάθεση για κακοπιστία. Σημειώνουμε, βεβαίως, ότι το Εφετείο δεν ενεργεί πρωτογενώς για να σταθμίσει τα δεδομένα, παρά μόνο ελέγχει την ορθότητα της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστή στη δική του κρίση στα πλαίσια της άσκησης της δικής του διακριτικής ευχέρειας. Και δεν θεωρούμε ότι τα όσα είχε θέσει ο εφεσείων ενώπιον του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή ήσαν τέτοια ώστε να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι η κρίση και αντίληψη του των ενώπιον του δεδομένων ήταν εκδήλως λανθασμένη για να επιτρέπουν παρέμβαση του Εφετείου. Σαφώς εδικαιούτο να συμπεράνει ότι δεν υπήρχε εκείνη η κακοπιστία που θα οδηγούσε σε εύρημα κατάχρησης, λαμβανομένου υπόψη ότι μόνο γενικές αναφορές είχαν γίνει στα γεγονότα τα οποία υποτίθεται ότι υποστήριζαν την εισήγηση. Είναι γεγονός ότι η εφεσίβλητη δεν είχε προσφύγει σε μέσα εκτέλεσης, ούτε και επεδίωξε πληρωμή με μηνιαίες δόσεις, όμως τούτο δεν δείχνει αφ' εαυτού κακοπιστία εκ μέρους της. Εξάλλου, η εισήγηση του εφεσείοντα ότι μόνο μικρής αξίας περιουσία έχει και ότι τούτο σε σχέση με το ύψος του δανείου είναι τόσο δυσανάλογο ώστε να δείχνει κακοπιστία, στην όψη των πραγμάτων δεν επιτρέπει τέτοιο συμπέρασμα ως εκδήλως αυταπόδεικτο. Η παρατήρηση εξάλλου είναι ορθή εκ μέρους της εφεσίβλητης, ότι η εισήγηση περί περιορισμένης αξίας περιουσία έγινε μόνο από τον εφεσείοντα και όλα θα διαφανούν όταν ο Επίσημος Παραλήπτης προβεί στον πλήρη έλεγχο των περιουσιακών στοιχείων του εφεσείοντα.
Καταλήγουμε λοιπόν ότι δεν μας παρέχεται έδαφος για παρέμβαση με την απόφαση του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή και η έφεση απορρίπτεται, με €300 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΔΓ