ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D36
(2014) 1 ΑΑΔ 193
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση 210/13)
20 Iανουαρίου, 2014
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ DAVIT SABULUA
Αιτητή
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ΄ων η αίτηση.
______
Για τον αιτητή: Ν. Χαραλαμπίδου (κα)
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Μ. Εργατούδη (κα)
.......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής κατάγεται από τη Γεωργία και πέτυχε είσοδο στις ελεύθερες περιοχές της Δημοκρατίας μέσω των κατεχομένων τον Σεπτέμβριο του 2004, ενώ η σύζυγος του Maka Buliava τον ακολούθησε με θεώρηση εισόδου τέλος Δεκεμβρίου του ιδίου χρόνου.
Mερικούς μήνες μετά την είσοδο τους στη Δημοκρατία, κατάθεσαν αίτηση για άσυλο και τους χορηγήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής με ισχύ μέχρι 5.6.05 για τον αιτητή και μέχρι 13.8.06 για την σύζυγο του.
Στο πλαίσιο της διαδικασίας εξέτασης της αίτησης ασύλου, ο αιτητής δεν παρουσιάστηκε σε καθορισθείσα συνέντευξη, με επακόλουθο η Υπηρεσία Ασύλου (στο εξής η Υπηρεσία) να παύσει να τον θεωρεί ως αιτητή ασύλου. Αναφορικά με την αίτηση της συζύγου του, αυτή απορρίφθηκε τον Μάρτιο του 2007.
Στις 17.2.09 ο αιτητής εντοπίσθηκε να κινείται ύποπτα στο δρόμο Μάρκι-Τσερίου και οδηγήθηκε στα γραφεία της ΥΚΑΝ για εξακρίβωση στοιχείων. Διαπιστώθηκε ότι η παραμονή του στην Δημοκρατία ήταν παράνομη και την επομένη εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης. Όμως, μετά από διαβήματα του δικηγόρου του, τα διατάγματα ακυρώθηκαν στις 18.5.09 και η Υπηρεσία επανεξέτασε την αίτηση του για άσυλο, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η εκ νέου απόρριψη της και σχετικά του αποστάληκε επιστολή ημερ. 18.12.09. Έκτοτε η παραμονή του στην Κύπρο θεωρείται από τις Αρχές παράνομη.
Στις 26.4.13 άνδρες της ΥΑΜ εντόπισαν τον αιτητή και τη σύζυγο του στον Άγιο Δομέτιο και, αφού διαπίστωσαν ότι η παραμονή τους στη Δημοκρατία ήταν παράνομη, προχώρησαν στη σύλληψη του αιτητή. Όχι όμως της συζύγου του, η οποία δεν συνελήφθη για ανθρωπιστικούς λόγους καθώς είχε να φροντίσει το 6χρονο παιδί τους το οποίο τώρα φοιτά στο Β΄ Δημοτικό Σχολείο του Αγίου Δομετίου.
Με τη σύλληψη του αιτητή εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης και για τον σκοπό αυτό κρατείται στα κρατητήρια Μεννόγιας, απ΄ όπου ζήτησε ενημέρωση για την τύχη της αίτησης του για άσυλο. Τον πληροφόρησαν ότι η αίτηση του απερρίφθη στις 8.12.09, αλλά εκ παραδρομής η σχετική επιστολή ημερ. 18.12.09 του στάληκε στην προηγούμενη του διεύθυνσή. Ενόψει τούτου επανανοίχθη ο φάκελος του και στις 20.5.13 κατέθεσε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Επιτροπής Προσφύγων, η οποία απορρίφθηκε στις 7.8.13.
Το πιο πάνω ιστορικό τέθηκε σε γνώση του Υπουργείου Εσωτερικών στις 4.9.13 και ένα μήνα μετά, στις 4.10.13, ο Υπουργός - όπως διατείνονται οι καθ΄ ων η αίτηση - αποφάσισε την συνέχιση της κράτησης του αιτητή για πρόσθετη περίοδο 12 μηνών, με το αιτιολογικό ότι ο αιτητής δεν συνεργαζόταν για έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου ώστε να καταστεί δυνατός ο επαναπατρισμός του.
Στη βάση του πιο πάνω πραγματικού πλαισίου, ο αιτητής κατάθεσε την υπό κρίση αίτηση Ηabeas Corpus για άμεση αποφυλάκισή του, προβάλλοντας ότι:
«.η διάρκεια της κράτησής του για περίοδο πάνω από 6 μήνες είναι παράνομη και αντίθετη με τις διατάξεις του άρθρου 18ΠΣΤ του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, αφού δεν του έχει κοινοποιηθεί οποιαδήποτε απόφαση παράτασης της διάρκειας της από τον Υπουργό, ενώ καμία δικαστική αρχή δεν έχει εποπτεύσει τέτοια παράταση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15(3) της Οδηγίας.»
Η αίτηση προσέκρουσε σε εννέα (9) λόγους ένστασης, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από δύο άξονες. Ο πρώτος, ότι με την αίτηση προσβάλλεται η νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, η οποία μόνο με προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος μπορεί να προσβληθεί και, ο δεύτερος, η παράταση της κράτησης είναι καθόλα νόμιμη και σύμφωνη με το άρθρο 18ΠΣΤ(8)(α) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ΚΕΦ.105 (στο εξής ο Νόμος).
Στο στάδιο της επ΄ ακροατηρίω συζήτησης της υπόθεσης, η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση συμφώνησε πως εφόσον με την αίτηση προσβάλλεται η νομιμότητα της κράτησης από πλευράς διάρκειας, τότε ορθά χρησιμοποιήθηκε το ειδικό μέσο του Habeas Corpus. Πρόκειται για ορθή τοποθέτηση (βλ. Νashat Moner Lofty Matry, Πολ. Αιτ. 139/2013 ημερ. 30.7.13, Guo Shuying ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ΠΕ. 351/2012, ημερ. 10.12.2012, Haghilo, Πολ Αιτ. Αρ. 133/2011, ημερ. 22.12.2011, Bochorishvilli, Πολ. Αιτ. Αρ. 38/2012, ημερ.2.5.2012, Majid Eazadi, Πολ Αιτ. Αρ. 137/2012, ημερ. 22.11.2012 και Amer Mahmoud, Πολ Αιτ. 164/2012, ημερ. 30.11.2012) και κατ΄ ακολουθία αυτής, η διαφωνία των μερών περιορίζεται στο δεύτερο ζήτημα το οποίο άπτεται της ουσίας.
Η θέση του αιτητή ότι η παράταση της κράτησής του είναι παράνομη, προωθήθηκε με αναφορά στα έγγραφα που επισυνάπτονται στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση ως τεκμ. 21, 22 και 23 - επιστολή του Τμήματος προς το υπουργείο Εσωτερικών ημερ. 4.9.13 (τεκμ.21), την αποδιδόμενη στον Υπουργό Εσωτερικών απόφαση ημερ. 4.10.13 (τεκμ.22) και επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών προς τον αιτητή ημερ. 4.10.13 (τεκμ.23) - και στα άρθρα 18ΠΣΤ και 15(3) του Νόμου και της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ, αντίστοιχα. Συγκεκριμένα, (α) επεσήμανε ότι στο τεκμ. 21 δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά ότι δεν συνεργάστηκε για την απέλασή του, (β) διατύπωσε επιφυλάξεις κατά πόσο το τεκμ. 22 είναι όντως απόφαση του Υπουργού, αφενός γιατί το έγγραφο αυτό δεν είναι ολοκληρωμένο και αφετέρου δεν απαντά στα ερωτήματα ποιος, πότε και πώς ενημέρωσε τον Υπουργό και (γ) αρνείται ότι του κοινοποιήθηκε το τεκμ. 23 και αμφισβητεί την γνησιότητα της επισυναπτόμενης σ΄ αυτό βεβαίωσης ότι αρνήθηκε να το παραλάβει. Τέλος, διατυπώνει τον ισχυρισμό ότι δεν ενημερώθηκε κατά πόσο η οποιαδήποτε παράταση έτυχε δικαστικής εποπτείας, όπως προνοείται από το άρθρο 15 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ.
Διαμετρικά αντίθετη είναι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι με αναφορά στα ίδια τεκμήρια υπεραμύνθηκαν της νομιμότητας της παράτασης της κράτησης και απέρριψαν τις επιφυλάξεις του αιτητή σε σχέση με το τεκμ. 22, καθώς επίσης και τον ισχυρισμό του ότι δεν του κοινοποιήθηκε το τεκμ. 23.
Έχω εξετάσει ό,τι τέθηκε ενώπιον μου και είναι προφανές ότι η τύχη της αίτησης θα κριθεί από την απάντηση που θα δοθεί στο ερώτημα κατά πόσο η πρόσθετη κράτηση του αιτητή για 12 μήνες έγινε σε συμμόρφωση ή όχι με την Οδηγία 115/2008, η οποία ενσωματώθηκε στον Νόμο με τον τροποποιητικό Νόμο 153(1)/11.
Κατ΄ αρχάς επισημαίνεται ότι η επίδικη παράταση της κράτησης αποφασίστηκε πριν τη λήξη του εξαμήνου της αρχικής κράτησης και, επομένως, είναι απαλλαγμένη των προβλημάτων που εγείρονται στις περιπτώσεις όπου η παράταση αποφασίζεται μετά την εκπνοή του εξαμήνου. Τούτου δοθέντος, το κατά πόσο είναι ή όχι δικαιολογημένη η παράταση της κράτησης θα κριθεί στη βάση των προνοιών του άρθρου 18ΠΣΤ(8)(α) του Νόμου, το οποίο παρέχει την δυνατότητα στον Υπουργό Εσωτερικών να παρατείνει την κράτηση για πρόσθετη περίοδο μέχρι 12 μήνες στην περίπτωση που ο αλλοδαπός αρνείται να συνεργαστεί στον επαναπατρισμό του.
Στην υπό εξέταση περίπτωση, ενώ ο αιτητής με την αίτηση του παραπονείται ότι δεν του έχει κοινοποιηθεί απόφαση για παράταση της κράτησης του, εντούτοις κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης διατύπωσε επιφυλάξεις που άπτονται αυτής καθ΄ εαυτής της λήψης της απόφασης από τον Υπουργό Εσωτερικών. Πρόκειται κατά την άποψή μου για παντελώς αβάσιμες επιφυλάξεις αφού το έγγραφο ημερ. 4.10.13 (τεκμ. 22) δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι αποτελεί σημείωμα προς τον υπουργό, με εισήγηση για παράταση της κράτησης του αιτητή λόγω της άρνησης του να συνεργαστεί για επαναπατρισμό του και αποδοχή της εισήγησης εκ μέρους του Υπουργού. Συγκεκριμένα, στο σημείωμα παρατίθεται το ιστορικό της περίπτωσης του αιτητή και ενημερώνεται ο Υπουργός ότι στις πέντε συνεντεύξεις που έγιναν - στις 22.8, 27.8, 4.9, 30.9 και 2.10.13 - ο αιτητής αρνήθηκε να δώσει την συγκατάθεση του για έκδοση ταξιδιωτικού εγγράφου ώστε να καταστεί δυνατός ο επαναπατρισμός του, παρόλο που οι Αρχές ζήτησαν την συνδρομή και του Πρόξενου της Γεωργίας της Κύπρου. Είναι γι΄ αυτούς τους λόγους που αποφασίστηκε από τον Υπουργό η παράταση της κράτησής του για πρόσθετη περίοδο 12 μηνών, όπως σχετικά καταγράφεται στο έγγραφο από τον ίδιο τον Υπουργό ο οποίος επιβεβαιώνει την απόφαση του και με μονογραφή του. Κατ΄ ακολουθία τούτων διαπιστώνεται, αφενός, ότι όντως στις 4.10.13 ο Υπουργός Εσωτερικών αποφάσισε την παράταση της κράτησης του αιτητή για πρόσθετη περίοδο 12 μηνών και, αφετέρου, η εν λόγω παράταση είναι απόρροια της εξουσίας που του παρέχεται από το άρθρο 18ΠΣΤ(8)(α) λόγω της άρνησης του αιτητή να συνεργαστεί για επαναπατρισμό του.
Η παράταση της επίδικης κράτησης, λοιπόν κρίνεται ότι έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 18ΠΣΤ(8)(α) και σ΄ ότι αφορά το δεύτερο παράπονο του αιτητή - πρώτο στην αίτηση του - ότι δεν του κοινοποιήθηκε η επιστολή 4.10.13 (τεκμ. 23) είναι αρκετό να γίνει παραπομπή στη βεβαίωση του αστυν. 163 ότι του επέδωσε την εν λόγω επιστολής τα κρατητήρια Μεννόγιας και αρνήθηκε να υπογράψει ότι την παρέλαβε.
Τέλος, αβάσιμη κρίνεται και η τρίτη θέση του αιτητή ότι το άρθρο 15(3) της Οδηγίας 115/2008 «. απαιτεί όπως η επανεξέταση της παράτασης εποπτεύεται αυτοδικαίως από το Δικαστήριο και όχι μετά από αίτηση του κρατουμένου». Το εδάφιο (3) του εν λόγω άρθρου απλώς προνοεί ότι στην περίπτωση που παρατείνεται η διάρκεια της κράτησης, αυτή εποπτεύεται από το Δικαστήριο και σχετικό με την εν λόγω πρόνοια είναι το άρθρο 18ΠΣΤ(5)(α) του Νόμου που προνοεί ότι η διάρκεια της κράτησης υπόκειται σε αίτηση για την έκδοση εντάλματος habeas corpus, στο πλαίσιο της οποίας διενεργείται και ο δικαστικός έλεγχος της νομιμότητας της παράτασης.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση κρίνεται ότι στερείται ερείσματος και απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ