ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Αγγλική νομολογία που περιλαμβάνεται στο bailii.org στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2013) 1 ΑΑΔ 2321

18 Νοεμβρίου, 2013

 

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ (1) C AND M VARNAVAS ENTERPRISES LTD KAI 2. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ PRΟΗΙΒΙΤΙΟΝ,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤHN AΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 11/11/2013 ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΜΕ ΑΡ. 7288/12 ΜΕΤΑΞΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΚΑΙ 1. C AND M VARNAVAS ENTERPRISES LTD ΚΑΙ 2. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΒΑΡΝΑΒΑ,

 

ΚΑΙ

 

ΔΗΛΩΣΗ ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ ΤΟΥΤΟΥ ΩΣ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΚΑΝ. 3 ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ (ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΤΟΥ 1960.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 202/2013)

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Παράγοντας καθυστέρηση ― Απόρριψη αίτησης για άδεια καταχώρησης αίτησης Certiorari επί τω ότι, το εγερθέν ζήτημα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ήταν γνωστό στους αιτητές από την έναρξη της ποινικής διαδικασίας στο Επαρχιακό Δικαστήριο, ωστόσο αποτάθηκαν για προνομιακό ένταλμα μετά την έκδοση απόφασης περί ενοχής τους.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― O παράγοντας καθυστέρηση κρίθηκε καταλυτικός σε αριθμό υποθέσεων στη νομολογία ― Ο  χρονικός περιορισμός των τριών μηνών που ισχύει στην Αγγλία αποτελεί και στην Κύπρο το ανώτατο επιτρεπτό όριο ― Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει «εκ πρώτης όψεως» υπόθεση και/ή ότι υπάρχει «συζητήσιμο ζήτημα» ― Απαιτείται επιπροσθέτως και η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η πλάνη περί το νόμο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό ― Πλάνη νόμου, περιλαμβάνει εσφαλμένη ερμηνεία νόμου, ή εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα της υπόθεσης.

 

Πρακτικά ― Το πρακτικό είναι η ελεγχόμενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ομολογίες.

 

Με την αίτηση επιδιώχθηκε η παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς  έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition που θα στόχευαν στην ακύρωση απόφασης που εκδόθηκε σε ποινική Υπόθεση Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία οι αιτητές κρίθηκαν ένοχοι σε κατηγορίες με βάση τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο και των σχετικών κανονισμών, ως επίσης και στην απαγόρευση στο Επαρχιακό Δικαστήριο από του να συνεχίσει την εκδίκαση της και συγκεκριμένα να επιβάλει ποινή στους αιτητές/κατηγορουμένους.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση των αιτητών ότι δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την καταχωρηθείσα ποινική υπόθεση λόγω καταχώρησης και εκκρεμότητας Ιεραρχικής Προσφυγής που είχαν καταχωρήσει οι αιτητές εναντίον της απόφασης επιβολής εισφορών και προχώρησε στην εκδίκαση της υπόθεσης κρίνοντας τους αιτητές ένοχους σ' όλες τις κατηγορίες. 

 

Έκρινε συγκεκριμένα, ότι είχε δικαιοδοσία καθ' ότι η απόφαση του Διευθυντή του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων ήταν τελεσίδικη, ως αποτέλεσμα της μη καταχώρησης  ιεραρχικής προσφυγής εντός της προθεσμίας των 15 ημερών που προβλέπεται από το νόμο και συνεπώς λόγω μη υπάρξεως σε εκκρεμότητα ιεραρχικής προσφυγής.

 

Η αίτηση για άδεια στηρίχθηκε στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Η κρίση του Επαρχιακού Δικαστηρίου ήταν εσφαλμένη καθ' ότι ενήργησε ως διοικητικό όργανο κρίνοντας ότι η ιεραρχική προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη.

 

β)  Το Επαρχιακό Δικαστήριο θα προχωρούσε στην επιβολή ποινής στους αιτητές με ενδεχόμενο να επέβαλλε ποινή φυλάκισης στον αιτητή 2.

 

γ)  Τυχόν φυλάκιση του θα επιδείνωνε την κατάσταση υγείας του και η επιχείρηση του θα καταστρεφόταν ολοκληρωτικά με περαιτέρω συνέπειες στην οικογένεια και εργοδοτουμένους του.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Παρατηρείτο από την ίδια την αίτηση ότι οι αιτητές γνώριζαν από την αρχή της διαδικασίας και εισηγήθηκαν προς το εκδικάζον Δικαστήριο την ισχυριζόμενη έλλειψη δικαιοδοσίας του.

 

2.  Παρά την απόφαση/ενέργεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης, ουδέν έπραξαν προς την κατεύθυνση των προνομιακών ενταλμάτων.

 

3.  Ανέμεναν να εκδικασθεί πλήρως η υπόθεση, να εκδώσει το πρωτόδικο Δικαστήριο την απόφαση του με την οποία τους βρήκε ένοχους και ακολούθως μετά από μέρες να καταχωρήσουν την παρούσα αίτηση.

 

4.  Η χρονική διάρκεια αντίδρασης των αιτητών για ταχύτατη αναζήτηση θεραπείας στα περιστατικά της παρούσας αίτησης, ήταν αδικαιολόγητα καθυστερημένη.

 

5.  Περαιτέρω ήταν παραδεκτό ότι προσφερόταν άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία στους αιτητές να προσβάλουν την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

6.  Επιπλέον, δεν συνέτρεχαν  εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα υπόθεση.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

 

Σταύρος Hotel Appartments Ltd (1994) 1 Α.Α.Δ. 391,

BP Cyprus Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ.  861,

 

Haritonos v. Chief of Police (1979) 1 C.L.R. 616,

 

Aeroporos a.ο. (1988) 1 C.L.R. 302,

 

Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ημερ. 13.10.2000 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571,

 

Ερμής Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811,

 

Συνεργατικό Συγκρότημα Συνεργατικών Εταιρειών Λευκόνοικο Λτδ (2013) 1 Α.Α.Δ. 1753.

 

Αίτηση.

 

Χρ. Χατζηστερκώτης, για τους Αιτητές.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Ο αιτητής αιτείται άδειας για καταχώρηση αίτηση για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων certiorari και prohibition με σκοπό

 

(α)  την ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε την 11/11/13 στην Ποινική Υπόθεση Αρ. 7288/12 Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου με την οποία βρήκε ενόχους τους αιτητές σε κατηγορίες με βάση τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμο 59(Ι)/10 και των σχετικών κανονισμών, όπως και άλλων συναφών νόμων,

 

(β)  την απαγόρευση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου από του να συνεχίσει την εκδίκαση της άνω ποινικής υπόθεσης και συγκεκριμένα να επιβάλει ποινή στους αιτητές/κατηγορουμένους στην άνω ποινική υπόθεση.

 

Σύμφωνα με τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μου την 1/11/12 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου η ποινική υπόθεση αρ. 7288/12 εναντίον των αιτητών. Σύμφωνα με αυτό, οι αιτητές αντιμετωπίζουν επτά κατηγορίες που αφορούν παράλειψη πληρωμής εισφορών κοινωνικών ασφαλίσεων, πρόσθετο τέλος, εισφορές, κτλ. βάσει του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου (Ν. 59(Ι)/10), των σχετικών κανονισμών και άλλων συναφών νόμων. Το κατηγορητήριο επιδόθηκε στους αιτητές στις 11/12/12.  Την 11/3/13 καταχωρήθηκε μέσω δικηγόρου ιεραρχική προσφυγή. Κατά την ακρόαση της ποινικής υπόθεσης υποβλήθηκε από το συνήγορο υπεράσπισης η εισήγηση περί έλλειψης δικαιοδοσίας εκδίκασης της, λόγω της καταχώρησης ιεραρχικής προσφυγής στην Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αντίγραφο της οποίας κατατέθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο και ως τεκμήριο.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση, προχώρησε στην εκδίκαση της υπόθεσης και στις 11/11/13 εξέδωσε την απόφαση του και βρήκε τους αιτητές ένοχους σ' όλες τις κατηγορίες.  Σχετικά με την εισήγηση της υπεράσπισης ότι δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την υπόθεση λόγω της ιεραρχικής προσφυγής που εκκρεμούσε αφιέρωσε μέρος της απόφασης του. Έκρινε ότι είχε δικαιοδοσία καθ' ότι η απόφαση του Διευθυντή του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων ήταν τελεσίδικη, λόγω μη καταχώρησης ιεραρχικής προσφυγής εντός της προθεσμίας των 15 ημερών που προβλέπεται από το νόμο και συνεπώς μη υπάρξεως σε εκκρεμότητα ιεραρχικής προσφυγής.

 

Οι αιτητές εισηγούνται ότι η άνω κρίση του δικαστηρίου είναι εσφαλμένη καθ' ότι ενήργησε ως διοικητικό όργανο κρίνοντας ότι η ιεραρχική προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, εμμένοντας ότι το δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει την ποινική υπόθεση εναντίον των αιτητών.

 

Σήμερα το πρωτόδικο δικαστήριο θα προχωρήσει στην επιβολή ποινής στους αιτητές με ενδεχόμενο να επιβάλει ποινή φυλάκισης στον αιτητή αρ. 2 σύμφωνα με την εκτίμηση του.

 

Ο αιτητής αρ. 2 αντιμετωπίζει σοβαρότατα προβλήματα υγείας με την καρδία του και παρακολουθείται από ιατρό. Τα εισοδήματα του είναι μειωμένα λόγω και της οικονομικής κρίσης και έχει καταρρακωθεί ψυχολογικά. Τυχόν φυλάκιση του θα επιδεινώσει την κατάσταση υγείας του και η επιχείρηση του θα καταστραφεί ολοκληρωτικά με περαιτέρω συνέπειες στην οικογένεια και εργοδοτουμένους του.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών στήριξε κυρίως το αίτημα των αιτητών στην ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, οι οποίες είναι αυτές που έχουν αναφερθεί σε συντομία πιο πάνω. Δέχτηκε ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπείας και ότι καταχώρησε την υπό εξέταση αίτηση την Παρασκευή 15/11/13 λόγω του ότι ο ίδιος είναι από τη Λεμεσό και οι αιτητές από την ελεύθερη περιοχή Αμμοχώστου.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, βλ. Άνθιμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, 46, 48.

«Για την υποβολή αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος είναι αναγκαία η άδεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ο λόγος είναι προφανής: Η δικαιοδοσία αυτή είναι το κατάλοιπο της εξουσίας του Δικαστηρίου και ασκείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για καθορισμένους λόγους που έχουν αναφερθεί πιο πάνω.

 

Για την χορήγηση άδειας ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Ανώτατο Δικαστήριο ότι έχει «εκ πρώτης όψεως» υπόθεση και/ή ότι υπάρχει «συζητήσιμο ζήτημα», στην έννοια που δόθηκε στις φράσεις αυτές στις Αγγλικές υποθέσεις Sidnell v. Wilson (1966) 1 All E.R. 681 και Land Securities v. Metropolitan Police (1983) 2 All E.R. 254, 258, οι οποίες υιοθετήθηκαν στην υπόθεση In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250. Η πλάνη περί το νόμο πρέπει να είναι έκδηλη στο πρακτικό. Το πρακτικό είναι η ελεγχόμενη απόφαση και το πρακτικό του Δικαστηρίου χωρίς προσθήκες ή ενόρκους ομολογίες - (Rex v. Nat Bell Liquors Ld. (1922) 2 A.C. 128, στη σελ. 159 Baldwin and Francis v. Patent Appeal Tribunal (1959) 2 All E.R. 433, In re Argyrides (1987) 1 C.L.R. 23). Πλάνη νόμου, (error of law), όπως ειπώθηκε στην υπόθεση R. v. Preston Appeal Tribunal (1975) 2 All E.R. 807, στη σελ. 810 από τον Λόρδο Denning MR., περιλαμβάνει εσφαλμένη ερμηνεία νόμου, ή εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου στα γεγονότα της υπόθεσης.

.......................................................

 

Και αν ακόμα ο αιτητής ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως ή/και συζητήσιμο ζήτημα, αυτό δεν είναι αρκετό από μόνο του για να του δοθεί η αναγκαία άδεια. Πρέπει, επίσης, να αποδείξει ότι υπάρχουν εξαιρετικές συνθήκες.  Όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και, ειδικά, διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, δίδει άδεια.

 

Στην υπόθεση R. v. Epping and Harlow General Commissioners (1983) 3 All E.R. 257, στη σελ. 262 ειπώθηκε:

 

But it is a cardinal principle that, save in the most exceptional circumstances, that jurisdiction will not be exercised where other remedies were available and have not been used."

 

Στη Σταύρος Hotel Appartments Ltd (1994) 1 Α.Α.Δ. 391, 394 αποφασίστηκε ότι το στοιχείο του επείγοντος ή άλλης ιδιαίτερη περίσταση αποτελεί όρο για την ύπαρξη εξουσίας προς έκδοση παρεμπίπτοντος διατάγματος μετά από ex-parte αίτηση. (βλ. BP Cyprus Ltd (1996) 1 Α.Α.Δ.  861, 865).

 

Αναφορικά με τη φύση και το σκοπό της έκδοσης ενταλμάτων Mandamus σχετική αναφορά μπορεί να γίνει στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη, Προνομιακά Εντάλματα, όπου αναφέρεται ότι:

 

«Είναι διάταγμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου με το οποίο ζητείται από κατώτατο Δικαστήριο να κάνει μια πράξη ή να ασκήσει μια καθορισμένη εξουσία μέσα στα πλαίσια της αρμοδιότητας του. Το ένταλμα Mandamus όμως δεν απευθύνεται μόνο στο κατώτατο Δικαστήριο αλλά και σε άλλες αρχές για να εκτελέσουν δημόσιο καθήκον.»

 

Σχετική επίσης είναι η απόφαση Haritonos v. Chief of Police (1979) 1 C.L.R. 616.

 

Παρατηρείται από την ίδια την αίτηση (βλ. παραγρ. 9 των λόγων) ότι οι αιτητές γνώριζαν από την αρχή της διαδικασίας και εισηγήθηκαν προς το εκδικάζον δικαστήριο την κατ' αυτούς έλλειψη δικαιοδοσία του. Παρ' όλα ταύτα και την απόφαση/ενέργεια του πρωτόδικου δικαστηρίου να προχωρήσει στην εκδίκαση της υπόθεσης, ουδέν έπραξαν προς την κατεύθυνση που τώρα κινούνται. Ανέμενα να εκδικασθεί πλήρως η υπόθεση, να εκδώσει το πρωτόδικο δικαστήριο την απόφαση του με την οποία τους βρήκε ένοχους και ακολούθως μετά από μέρες να καταχωρήσουν την παρούσα αίτηση με τις αβάσιμες δικαιολογίες που έχουν αναφερθεί νωρίτερα. Η χρονική διάρκεια αντίδρασης των αιτητών για ταχύτατη αναζήτηση θεραπείας στα περιστατικά της παρούσας αίτησης, κρίνεται αδικαιολόγητα καθυστερημένη.

 

Στην Aeroporos a.ο. (1988) 1 C.L.R. 302, τονίστηκε η καθοριστική σημασία της καθυστέρησης στην έγκριση αίτησης για παραχώρηση άδειας.

 

Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ημερ. 13.10.2000 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571, υιοθετήθηκε το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση του Νικολάου, Δ., στην υπόθεση Ερμής Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ κ.ά. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811:

 

«Τόση είναι η σημασία που αποδίδεται στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας με τα ένδικα μέσα που τώρα επιδιώκουν οι αιτητές, που στην Αγγλία από καιρό εισήχθη με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας χρονικός περιορισμός: ήταν αρχικά έξι μήνες και έπειτα μειώθηκε σε τρεις. Το εν λόγω όριο αποτελεί βέβαια εκεί το ανώτατο επιτρεπτό. Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης ακόμα και αν καταχωρηθεί εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας. Στην Κύπρο δεν έχει τεθεί με τους θεσμούς χρονικός περιορισμός αλλά η γενική αρχή την οποία ανέφερα ισχύει κατά τον ίδιο τρόπο.  Υπάρχει επί τούτου μεγάλος αριθμός αποφάσεων: βλ. ενδεικτικά τις υποθέσεις In re Christophi (1985) 1 C.L.R. 692 και Τρύφωνος (1991) 1 Α.Α.Δ. 455

 

Ο αδελφός Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου στην πρόσφατη απόφαση του στη Συνεργατικό Συγκρότημα Συνεργατικών Εταιρειών Λευκόνοικο Λτδ. (2013) 1 Α.Α.Δ. 1753 παρατηρεί τ' ακόλουθα:

 

«Έκτοτε ο παράγοντας καθυστέρηση κρίθηκε καταλυτικός και σε αριθμό άλλων υποθέσεων. Στην υπόθεση Ευαγγέλου (Αρ. 2) (2008) 1(Β) Α.Α.Δ. 1011, καθυστέρηση 3 χρόνων στην καταχώρηση της αίτησης για λήψη άδειας, θεωρήθηκε αδικαιολόγητη.  Όμως, ακόμη και μικρότερης διάρκειας καθυστέρηση, κρίθηκε μέσα στα ίδια πλαίσια. Στις υποθέσεις Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ημερ. 13.10.2000, ανωτέρω, Ερμής Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ κ.ά., ανωτέρω, Μήλιος (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 787 και Αδαμίδης (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 760, καθυστέρηση 3 1½ μηνών, 10 μηνών, 4 μηνών, αντίστοιχα, μέχρι την υποβολή της αίτησης, κρίθηκε ότι δεν μπορούσε παρά να οδηγήσει σε απόρριψη των αντίστοιχων αιτήσεων για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης certiorari.»

 

Περαιτέρω είναι παραδεκτό ότι προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία στους αιτητές να προσβάλουν την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ημερ. 11/11/13 η οποία διαπίστωση συνδυασμένη με το γεγονός ότι όλες οι παρουσιαζόμενες ως εξαιρετικές περιστάσεις που αφορούν τους αιτητές στηρίζονται στην υπόθεση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο θα επιβάλει στον αιτητή αρ. 2 ποινή φυλάκισης, δεν αφήνουν περιθώρια επιτυχίας της αίτησης. Δεν βρίσκω ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις στην παρούσα υπόθεση.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο