ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 2170
23 Οκτωβρίου, 2013
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στές]
1. ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΡΤΑΛΗΣ,
2. ΣΤΑΥΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΠΑΡΤΑΛΗΣ,
3. ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείοντες - Ενάγοντες,
ν.
ΣΤΑΥΡΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσίβλητου - Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 314/2007)
Ακίνητη Ιδιοκτησία ― Διόρθωση κτηματολογικού λάθους ― Επικύρωση πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αγωγή για διόρθωση ισχυριζόμενου κτηματολογικού λάθους το οποίο αφορούσε σε διαχωρισμό τεμαχίου, ο οποίος με βάση τις θέσεις των εφεσειόντων, δεν έγινε σύμφωνα με τη θέληση του ιδιοκτήτη ― δωρητή, ούτε των δύο δωρεοδόχων και έπρεπε να διορθωθεί.
Ακίνητη Ιδιοκτησία ― Η διεκδίκηση για διόρθωση λάθους στο Κτηματολόγιο, που υποδηλώνει κατοχή κτήματος λόγω κυριαρχικού δικαιώματος, δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη διεκδίκηση στη βάση εμπιστεύματος, η οποία προϋποθέτει την αναγνώριση της ορθότητας των εκατέρωθεν τίτλων ιδιοκτησίας.
Οι εφεσείοντες - ενάγοντες, με αγωγή τους εναντίον του εφεσίβλητου - εναγομένου, αξίωναν απόφαση ότι:-
(α) Ο διαχωρισμός, το 1940, του τεμαχίου 702, Φύλλο/Σχέδιο 39/22, στην Αγία Βαρβάρα, στα τεμάχια 702/1 και 702/2, δεν έγινε σύμφωνα με τη θέληση του ιδιοκτήτη - δωρητή, ούτε των δύο δωρεοδόχων και, επομένως, έπρεπε να διορθωθεί.
(β) Ο εφεσίβλητος, ο οποίος αγόρασε, στις 2/11/1990, το τεμάχιο 702/2 - (νυν τεμάχιο 1015) - αγόρασε μόνο την έκταση που ήταν στην κατοχή των πωλητών και ότι εμποδιζόταν να διεκδικεί το μέρος εκείνο του τεμαχίου που βρισκόταν στην κατοχή των εφεσειόντων.
(γ) Τα σύνορα των τεμαχίων 1125, 1124 και 1015, που ανήκουν στον εφεσείοντα 2, στην εφεσείουσα 3 και στον εφεσίβλητο, αντίστοιχα, είναι εκείνα που συμφωνήθηκαν το 1940 μεταξύ των τότε ιδιοκτητών και καθορίστηκαν με την κατασκευή πέτρινης δόμης και τη φύτευση σειράς ευκαλύπτων.
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι, το 1940, όταν ο Γιωρκής Ττοουλή Χατζηϊωνάς, έδιδε στη θυγατέρα του Χρυσταλλού Γεωργίου, μέρος του κτήματός του - τεμάχιο 702, αυτό που ήθελε να δώσει ήταν το μέρος μέχρι του σημείου που ο εφεσείων 1 και ο σύζυγος της Χρυσταλλούς έκτισαν δόμη και όχι αυτό που φαίνεται στα βιβλία του Κτηματολογίου.
Επίσης, ισχυρίστηκαν ότι το πραγματικό σύνορο των κτημάτων που προέκυψαν μετά το διαχωρισμό του τεμαχίου 702 είναι το σημείο όπου υπάρχουν κατάλοιπα δόμης, που έθεσαν ο εφεσείων 1 με το σύζυγο της Χρυσταλλούς, και ευκάλυπτοι, τους οποίους φύτεψε ο τελευταίος, για να δημιουργήσουν σύνορο, όπως τους συμβούλευσε ο πατέρας τους Χατζηϊωνάς.
Ο εφεσίβλητος - εναγόμενος, με την Υπεράσπισή του, αρνείτο την αξίωση των εφεσειόντων και αξίωνε ανταπαιτητικά διάταγμα, με το οποίο να διατάσσονται οι εφεσείοντες να παύσουν να επεμβαίνουν στο τεμάχιό του.
Σε σχέση με τα αμφισβητούμενα γεγονότα και, συγκεκριμένα, ως προς την έκταση του τεμαχίου που ο Χατζηϊωνάς ήθελε να δώσει στο κάθε παιδί του, το πρωτόδικο Δικαστήριο, για λόγους που εξήγησε στην απόφασή του, δεν αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εφεσείοντα 1 - Μ.Ε.4. Δέχτηκε, όμως, ότι στη μαρτυρία των εφεσειόντων υπήρχαν αναφορές που βοηθούσαν στην εξαγωγή των αληθών γεγονότων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι, όπου υπάρχει διαφορά μεταξύ της προφορικής μαρτυρίας και των επίσημων εγγράφων, προτιμούσε να στηριχθεί στα έγγραφα, κατέληξε ότι επιθυμία του Χατζηϊωνά ήταν ο διαχωρισμός του κτήματος σε δύο - κατά το δυνατό - ίσα τεμάχια.
Δεδομένης της διαπίστωσής του ότι ο διαχωρισμός του αρχικού τεμαχίου 702, όπως αυτός αποτυπώθηκε στο σχεδιάγραμμα και το επίσημο Σχέδιο του Κτηματολογίου, είναι ορθός και έγινε σύμφωνα με την επιθυμία του Χατζηϊωνά, δεν μπορούσε να γίνει δεκτό ότι η Χρυσταλλού κατείχε το επίδικο μέρος του κτήματος προς όφελος του αδελφού της.
Καθοδηγούμενο από τη νομολογία, κατέληξε ότι η διεκδίκηση για διόρθωση λάθους στο Κτηματολόγιο, που υποδηλώνει κατοχή κτήματος λόγω κυριαρχικού δικαιώματος, δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη διεκδίκηση στη βάση εμπιστεύματος, η οποία προϋποθέτει την αναγνώριση της ορθότητας των εκατέρωθεν τίτλων ιδιοκτησίας.
Τέλος, απέρριψε και τον ισχυρισμό για κακοπιστία του εφεσίβλητου.
Οι εφεσείοντες, προέβαλαν με τους λόγους έφεσης ότι:
Λόγοι έφεσης 1, 2 και 3.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να αξιολογήσει ορθά τη μαρτυρία, τόσο σε σχέση με το διαχωρισμό του κτήματος 702 όσο και σε σχέση με την υπαγωγή της στον ορισμό του εξ επαγωγής εμπιστεύματος, όπως αυτός δίδεται από τη νομολογία.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Δεν ήταν ορθή η θέση των δικηγόρων των εφεσειόντων σε σχέση με το διαχωρισμό του κτήματος.
2. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, προτού καταλήξει ότι το τεμάχιο 702 διαχωρίστηκε όπως ακριβώς ήθελε ο ιδιοκτήτης του, εξέτασε το σύνολο της ενώπιόν του μαρτυρίας.
3. Για την κατάληξή του αυτή, όπως ανέφερε, στηρίχτηκε στα επίσημα έγγραφα, όταν η μαρτυρία ήταν αντίθετη με αυτά, κάτι που είναι καθ' όλα εύλογο, αφού τα έγγραφα έγιναν στην παρουσία του Χατζηϊωνά, ο οποίος τα υπέγραψε, παρουσία του Κοινοτάρχη, των Αζάδων και του κτηματολογικού υπαλλήλου.
4. Μεταξύ των εγγράφων αυτών, όπως διαπίστωσε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν το Έντυπο Ν. 63, από το οποίο προέκυπτε ότι, στις 10/10/1940, έγινε επιτόπια εξέταση στην παρουσία του Κοινοτάρχη Αγίας Βαρβάρας και του Χατζηϊωνά.
5. Στο πίσω μέρος του εντύπου υπάρχει πιστοποίηση των δύο Αζάδων ότι ο αρμόδιος λειτουργός επισκέφτηκε το τεμάχιο 702 και ότι αυτό διαχωρίστηκε στα τεμάχια 702/1 και 702/2 σύμφωνα με επιθυμία του Χατζηϊωνά.
6. Καθ' όλα εύλογη ήταν και η διαπίστωσή του ότι, εάν ο Χατζηϊωνάς ήθελε ο διαχωρισμός να γίνει όπως ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, δηλαδή μέχρι τους ευκαλύπτους και τη δόμη, στα σημεία που αυτή υπάρχει, οι καταγραφές θα έπρεπε να ήταν διαφορετικές.
7. Η πιο πάνω κατάληξη οδηγούσε σε απόρριψη και του λόγου έφεσης σε σχέση με το εξ επαγωγής εμπίστευμα.
Λόγος έφεσης 4.
Ήταν εσφαλμένη η πρωτόδικη κατάληξη ότι δεν είχε καταδειχθεί κακοπιστία του εφεσίβλητου απλώς και μόνο από την άγνοιά του ως προς τα ακριβή σύνορα του τεμαχίου που θα αγόραζε.
Αποφασίστηκε ότι:
Ανεξάρτητα από την απόρριψη των λόγων έφεσης 1, 2 και 3, η οποία, αναπόφευκτα, οδηγούσε σε απόρριψη και αυτού του λόγου έφεσης, ήταν ορθή η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το γεγονός και μόνο ότι ο εφεσίβλητος δε ρώτησε μέχρι πού είναι τα ακριβή σύνορα του κτήματος που θα αγόραζε, δεν καταδείκνυε κακοπιστία. Το ότι ζήτησε από τον κτηματομεσίτη, μέσω του οποίου αγόρασε το κτήμα, τίτλο ιδιοκτησίας, σχέδιο, επισκέφτηκε το χώρο και βεβαιώθηκε ότι οι πωλητές ήταν οι ιδιοκτήτες, ήταν αρκετό.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 448,
Alex. Evangelou Camera House Ltd κ.ά.v. Minerva Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 1734,
Michaelides v. Ttapoura (1980) 1 C.L.R. 610.
Έφεση.
Έφεση από τους Ενάγοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χαραλάμπους, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 9704/2003), ημερομ. 31/10/2007.
Κ. Τουβανάς, με Γ. Παπαθεοδώρου, για τους Εφεσείοντες.
Α. Γεωργίου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες - ενάγοντες, με αγωγή τους εναντίον του εφεσίβλητου - εναγομένου, αξίωναν απόφαση ότι:-
(α) Ο διαχωρισμός, το 1940, του τεμαχίου 702, Φύλλο/Σχέδιο 39/22, στην Αγία Βαρβάρα, στα τεμάχια 702/1 και 702/2, δεν έγινε σύμφωνα με τη θέληση του ιδιοκτήτη - δωρητή, ούτε των δύο δωρεοδόχων και, επομένως, έπρεπε να διορθωθεί*.
(β) Ο εφεσίβλητος, ο οποίος αγόρασε, στις 2/11/1990, το τεμάχιο 702/2 - (νυν τεμάχιο 1015) - αγόρασε μόνο την έκταση που ήταν στην κατοχή των πωλητών και ότι εμποδίζεται να διεκδικεί το μέρος εκείνο του τεμαχίου που βρίσκεται στην κατοχή των εφεσειόντων.
(γ) Τα σύνορα των τεμαχίων 1125, 1124 και 1015, που ανήκουν στον εφεσείοντα 2, στην εφεσείουσα 3 και στον εφεσίβλητο, αντίστοιχα, είναι εκείνα που συμφωνήθηκαν το 1940 μεταξύ των τότε ιδιοκτητών και καθορίστηκαν με την κατασκευή πέτρινης δόμης και τη φύτευση σειράς ευκαλύπτων.
Ήταν η θέση των εφεσειόντων ότι, το 1940, όταν ο Γιωρκής Ττοουλή Χατζηϊωνάς, (ο «Χατζηϊωνάς»), έδιδε στη θυγατέρα του Χρυσταλλού Γεωργίου, (η «Χρυσταλλού»), μέρος του κτήματός του - τεμάχιο 702, αυτό που ήθελε να δώσει ήταν το μέρος μέχρι του σημείου που ο εφεσείων 1 και ο σύζυγος της Χρυσταλλούς έκτισαν δόμη και όχι αυτό που φαίνεται στα βιβλία του Κτηματολογίου. Επίσης, ισχυρίστηκαν ότι το πραγματικό σύνορο των κτημάτων που προέκυψαν μετά το διαχωρισμό του τεμαχίου 702 είναι το σημείο όπου υπάρχουν κατάλοιπα δόμης, που έθεσαν ο εφεσείων 1 με το σύζυγο της Χρυσταλλούς, και ευκάλυπτοι, τους οποίους φύτεψε ο τελευταίος, για να δημιουργήσουν σύνορο, όπως τους συμβούλευσε ο πατέρας τους Χατζηϊωνάς.
Ο εφεσίβλητος - εναγόμενος, με την Υπεράσπισή του, αρνείτο την αξίωση των εφεσειόντων και αξίωνε ανταπαιτητικά διάταγμα, με το οποίο να διατάσσονται οι εφεσείοντες να παύσουν να επεμβαίνουν στο τεμάχιό του.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε τη μαρτυρία που παρουσιάστηκε - κατέθεσαν, για τους εφεσείοντες, έξι μάρτυρες και, για τον εφεσίβλητο, δύο - και τα ενώπιόν του κατατεθέντα τεκμήρια - (Πιστοποιητικά Έρευνας Ακίνητης Ιδιοκτησίας - (Τεκμήρια 4 και 5) - δήλωση μεταβίβασης του τεμαχίου 1015 επ' ονόματι του εφεσίβλητου - (Τεκμήριο 6) - έγγραφα μεταβίβασης επ' ονόματι των προηγούμενων ιδιοκτητών - (Τεκμήρια 7 και 8) - το φάκελο του διαχωρισμού του 1940 - (Τεκμήριο 9)) - απέρριψε την αξίωση των εφεσειόντων και δικαίωσε τον εφεσίβλητο, εκδίδοντας Διάταγμα εναντίον των εφεσειόντων 2 και 3 - (ο εφεσείων 1 έπαυσε να είναι ιδιοκτήτης οποιουδήποτε τεμαχίου που να γειτνιάζει με το τεμάχιο του εφεσίβλητου) - με το οποίο αυτοί διατάσσονταν όπως παύσουν να επεμβαίνουν, καθ' οιονδήποτε τρόπο, επί του τεμαχίου 1015, όπως αυτό φαίνεται στο επίσημο Σχέδιο του Κτηματολογίου. Ως αναντίλεκτα γεγονότα διαπίστωσε τα εξής:-
Το τεμάχιο 702, χωράφι έκτασης 20 δεκαρίων και 402 τ.μ., ήταν, τουλάχιστον, από το 1938 μέχρι το 1940, εγγεγραμμένο επ' ονόματι του Χατζηϊωνά, πατέρα του εφεσείοντα 1, παππού και προπάππου του εφεσείοντα 2 και της εφεσείουσας 3, αντίστοιχα. Το 1940, διαχωρίστηκε στα τεμάχια 702/1 και 702/2. Με το διαχωρισμό, το τεμάχιο 702/2, έκτασης 9857 τ.μ., στις 21/12/1940, ενεγράφη, δυνάμει δωρεάς, από το Χατζηϊωνά, στη θυγατέρα του Χρυσταλλού, ενώ το τεμάχιο 702/1, έκτασης 10285 τ.μ., ενεγράφη, την ίδια ημέρα, επ' ονόματι του Χατζηϊωνά. Το 1959, η Χρυσταλλού δώρισε το ½ μερίδιο στη θυγατέρα της Ελένη Εξαδάκτυλου, η οποία, με τη σειρά της, το 1962, το δώρισε στη Γιαννούλα Νικολάου Ττοφή. Το 1963, η Χρυσταλλού μεταβίβασε και το υπόλοιπο ½ μερίδιό της στη θυγατέρα της Ελένη Εξαδάκτυλου, οπόταν, με την ακεραιοποίηση του τεμαχίου, αυτό έλαβε τον αριθμό 1015. Το 1978, η Γιαννούλα Νικολάου Ττοφή μεταβίβασε, δυνάμει συναλλαγής, το μερίδιό της στον Ανδρέα Νικολή Ιωάννου. Στις 2/11/1990, η Ελένη Εξαδάκτυλου και ο Ανδρέας Νικολή Ιωάννου πώλησαν και μεταβίβασαν το τεμάχιο αυτό στον εφεσίβλητο έναντι του ποσού των ΛΚ11.000,00. Το τεμάχιο 702/1, το 1961, μετά το θάνατο του Χατζηϊωνά, ενεγράφη, δυνάμει κληρονομιάς, σε πέντε πρόσωπα ανά 1/5 μερίδιο, μεταξύ των οποίων ήταν ο εφεσείων 1, προς τον οποίο μεταβιβάστηκαν και τα υπόλοιπα μερίδια, έτσι ώστε αυτός κατέστη ιδιοκτήτης του όλου. Το 1976, ο εφεσείων 1, το μεταβίβασε, ανά μερίδιο, σε τέσσερα άλλα πρόσωπα. Το 2000, διαχωρίστηκε σε τέσσερα νέα τεμάχια, με Αρ. 1122 - 1125. Το τεμάχιο του εφεσίβλητου εφάπτεται, σχεδόν κάθετα, στα τεμάχια 1124 και 1125, ιδιοκτησία των εφεσειόντων 3 και 2, αντίστοιχα. Το διαφιλονικούμενο τμήμα είναι έκτασης 1563 τ.μ..
Σε σχέση με τα αμφισβητούμενα γεγονότα και, συγκεκριμένα, ως προς την έκταση του τεμαχίου που ο Χατζηϊωνάς ήθελε να δώσει στο κάθε παιδί του, το πρωτόδικο Δικαστήριο, για λόγους που αυτό εξηγεί στην απόφασή του, δεν αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εφεσείοντα 1 - Μ.Ε.4. Δέχτηκε, όμως, ότι στη μαρτυρία των εφεσειόντων υπήρχαν αναφορές που βοηθούσαν στην εξαγωγή των αληθών γεγονότων, όπως ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε.1, υιού του εφεσείοντα 1, αδελφού του εφεσείοντα 2 και πατέρα της εφεσείουσας 3, το 1940 δεν υπήρχε οποιοδήποτε ιδιαίτερο φυσικό σύνορο, στο οποίο να έστρεφε την προσοχή του ο Χατζηϊωνάς, όταν έλεγε στον εφεσείοντα 1 να βάλουν στο κτήμα ένα σύνορο, ώστε να γνωρίζουν ο ίδιος και η αδελφή του ποιο είναι το κτήμα τους, όπως και ότι, στο σημείο που ο εφεσείων 1 μαζί με το σύζυγο της αδελφής του Χρυσταλλούς, έκαμαν τη δόμη, το μόνο που υπήρχε ήταν κάτι σαν αυλάκι, απ' όπου περνούσε το νερό. Βοηθητική έκρινε και την αναφορά του ότι, πριν από οκτώ έως δέκα χρόνια, όταν αυτοί έκαμαν το διαχωρισμό του δικού τους τεμαχίου, εντόπισαν ότι το κτήμα της Χρυσταλλούς προχωρούσε πέραν από τη δόμη, όμως, δεν έκαμαν οποιαδήποτε ενέργεια. Αντέδρασαν μόνο όταν ο εφεσίβλητος προχώρησε σε χωματουργικές εργασίες στην επίδικη λωρίδα του κτήματος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι, όπου υπάρχει διαφορά μεταξύ της προφορικής μαρτυρίας και των επίσημων εγγράφων, προτιμούσε να στηριχθεί στα έγγραφα, κατέληξε ότι επιθυμία του Χατζηϊωνά ήταν ο διαχωρισμός του κτήματος σε δύο - κατά το δυνατό - ίσα τεμάχια. Εάν, έκρινε, αυτός ήθελε να δώσει κατά πολύ μικρότερο μέρος στη Χρυσταλλού, θα το κατέγραφε στην Αίτηση Διαχωρισμού. Ο διαχωρισμός έγινε όπως υπέδειξε ο Χατζηϊωνάς στο Λειτουργό του Κτηματολογίου, στον Κοινοτάρχη και τους Αζάδες, για τους οποίους δεν υπάρχει μαρτυρία ότι αυτοί διέπραξαν σφάλμα. Το κτήμα της Χρυσταλλούς είναι κατά τι μικρότερο από εκείνο των εφεσειόντων. Εάν γινόταν δεκτή η εκδοχή των εφεσειόντων, το κτήμα της Χρυσταλλούς θα ήταν έξι σκάλες και το άλλο εννέα. Οι πιο πάνω διαπιστώσεις του, κατέληξε, δε διαφοροποιούνται από το γεγονός ότι ο σύζυγος της Χρυσταλλούς και ο εφεσείων 1 έφτιαξαν δόμη σε άλλο σημείο, ούτε από το ενδεχόμενο ο Χατζηϊωνάς, ο οποίος μετά το διαχωρισμό έζησε για αρκετά χρόνια και επισκεπτόταν το κτήμα, να είδε τη δόμη και να μη σχολίασε τη θέση της. Όταν έλεγε στα παιδιά του να τοποθετήσουν ένα σύνορο, δεν τους υπέδειξε συγκεκριμένο σημείο, αλλά ούτε και υπήρχε οτιδήποτε στο σημείο όπου ο εφεσείων 1 και ο σύζυγος της Χρυσταλλούς έκαμαν τη δόμη. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που υπήρχε ενώπιόν του από τον εγγονό του Χατζηϊωνά - Μ.Ε.1 - στο σημείο που είναι η δόμη, υπάρχει κάτι σαν αυλάκι, από το οποίο, απλώς, περνούσε το νερό. Απέρριψε τη θέση του εφεσείοντα 1 ότι το κτήμα που του μεταβίβασε ο πατέρας του είναι μέχρι το σημείο που έβαλαν τη δόμη. Περαιτέρω, εξέτασε και απέρριψε τη θέση των εφεσειόντων, η οποία δεν είχε εγερθεί με τα δικόγραφα, δηλαδή ότι η συμφωνία του Χατζηϊωνά το 1940 με τα παιδιά του και ο επί τόπου διαχωρισμός του τεμαχίου 702 σε δύο τεμάχια, με τη δημιουργία δόμης και φύτευση ευκαλύπτων, που αποτελούν μέχρι σήμερα το φυσικό σύνορο των δύο τεμαχίων, έχει δημιουργήσει εξ επαγωγής εμπίστευμα, με πρώτη εμπιστευματοδόχο τη Χρυσταλλού. Δεδομένης της διαπίστωσής του ότι ο διαχωρισμός του αρχικού τεμαχίου 702, όπως αυτός αποτυπώθηκε στο σχεδιάγραμμα και το επίσημο Σχέδιο του Κτηματολογίου, είναι ορθός και έγινε σύμφωνα με την επιθυμία του Χατζηϊωνά, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι η Χρυσταλλού κατείχε το επίδικο μέρος του κτήματος προς όφελος του αδελφού της. Καθοδηγούμενο από τη Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 448, κατέληξε ότι η διεκδίκηση για διόρθωση λάθους στο Κτηματολόγιο, που υποδηλώνει κατοχή κτήματος λόγω κυριαρχικού δικαιώματος, δεν μπορεί να συνυπάρξει με τη διεκδίκηση στη βάση εμπιστεύματος, η οποία προϋποθέτει την αναγνώριση της ορθότητας των εκατέρωθεν τίτλων ιδιοκτησίας.
Τέλος, απέρριψε και τον ισχυρισμό για κακοπιστία του εφεσίβλητου. Η άγνοιά του ως προς τα ακριβή σύνορα του κτήματος που θα αγόραζε δεν αρκούσε για να καταδείξει κακοπιστία. Αγόρασε το συγκεκριμένο κτήμα όπως αυτό παρουσιαζόταν στον τίτλο και στο εν χρήσει σχέδιο.
Οι εφεσείοντες, με τέσσερις λόγους έφεσης, αμφισβητούν την ορθότητα των πρωτόδικων διαπιστώσεων. Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης 1, 2 και 3, λόγω της συνάφειάς τους, μαζί.
Λόγοι έφεσης 1, 2 και 3.
Οι εφεσείοντες διατείνονται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο απέτυχε να αξιολογήσει ορθά τη μαρτυρία, τόσο σε σχέση με το διαχωρισμό του κτήματος 702 από το Χατζηϊωνά όσο και σε σχέση με την υπαγωγή της στον ορισμό του εξ επαγωγής εμπιστεύματος, όπως αυτός δίδεται από τη νομολογία. Συγκεκριμένα, δεν αξιολόγησε ορθά τη δοθείσα από τον εφεσείοντα 1 μαρτυρία, η οποία, υπέβαλαν, παρέμεινε αναντίλεκτη· ότι, δηλαδή, ο εφεσείων 1, μαζί με το σύζυγο της αδελφής του, μετά από τη φιλονικία που οι δυο τους είχαν σχετικά με την εκμετάλλευση του τεμαχίου 702, με συμβουλή του πατέρα του, Χατζηϊωνά, η οποία περιείχε και την υπόσχεση ότι το κάτω μέρος του τεμαχίου προοριζόταν γι' αυτόν, - («'δεν πειράζει ... αφού έχεις το που κάτω εσύ άφης του το' ... 'το μόνο που θέλω να κάνετε να πάτε να βάλετε ένα σύνορο για να ξέρει ο καθένας το δικό του'. ») - έκοψαν πέτρες και τις έβαλαν, έκαμαν δήμμα μαζί και μετά ο σύζυγος της Χρυσταλλούς φύτεψε ευκαλύπτους, ακριβώς εκεί που είναι η δόμη, η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα, και το καλλιεργούσαν μέχρι το 1990, που το τεμάχιο 702/2 αγοράστηκε από τον εφεσίβλητο. Ο επί τόπου διαχωρισμός, με την κατασκευή δόμης, τον οποίο ο Χατζηϊωνάς είδε και ουδέποτε αμφισβήτησε, βεβαιώνει ότι αυτή ήταν η επιθυμία του και αυτό υπέδειξε στο Κτηματολόγιο, κατά το διαχωρισμό, αλλά ο υπάλληλος του Κτηματολογίου άλλα έπραξε. Εν πάση περιπτώσει, εισηγούνται, ο Χατζηϊωνάς, όπως προκύπτει από τα έγγραφα του Κτηματολογίου, απλά ζήτησε να διαχωριστεί το τεμάχιο σε δύο άλλα, χωρίς να λέγει να είναι ίσα μεταξύ τους. Εάν αυτό ήταν η επιθυμία του, θα το έλεγε, χωρίς να ζητήσει επιτόπια έρευνα. Την ζήτησε, ακριβώς, γιατί ήθελε να υποδείξει επί τόπου πώς είχε δώσει στα παιδιά του το εν λόγω κτήμα και, έτσι, να γίνει ο διαχωρισμός.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα, ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, χωρίς να υπάρχει μαρτυρία τι ακριβώς διημείφθη μεταξύ του Χατζηϊωνά και του Κτηματολόγου, έδωσε σημασία στο γεγονός ότι στον επίσημο φάκελο του Κτηματολογίου υπάρχει σχέδιο, το οποίο ετοιμάστηκε από το Λειτουργό που διενήργησε την επιτόπια έρευνα και υπογράφτηκε από το Χατζηϊωνά. Ούτε το γεγονός ότι ο Χατζηϊωνάς ζήτησε από τα παιδιά του να βάλουν ένα σύνορο αποκλείει την ύπαρξη όχθης, όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, και τη διάκριση του αρχικού τεμαχίου σε πάνω και κάτω χωράφι. Εάν, ισχυρίζονται, η δοθείσα μαρτυρία αξιολογείτο ορθά, το Δικαστήριο θα κατέληγε στη δημιουργία εξ επαγωγής εμπιστεύματος. Η δωρεά από τη Χρυσταλλού του 1/5 του τεμαχίου 702/1, που αυτή κληρονόμησε από τον πατέρα της Χατζηϊωνά, στον εφεσείοντα 1, στο οποίο πίστευε ότι περιλαμβάνεται και η επίδικη λωρίδα γης, την οποία πάντοτε καλλιεργούσε ο εφεσείων 1, αποτελούν στοιχεία που βεβαιώνουν το εξ επαγωγής εμπίστευμα από τη Χρυσταλλού, η οποία, καίτοι η επίδικη λωρίδα ήταν εγγεγραμμένη επ' ονόματί της, σεβάστηκε την επιθυμία του πατέρα της. Η καθοδήγηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου από τη Φιλίππου ν. Στυλιανού, (πιο πάνω), δεν είναι ορθή. Εκεί οι ισχυρισμοί των εφεσειόντων ήταν απογυμνωμένοι από διεκδικήσεις για απόκτηση ιδιοκτησίας λόγω εχθρικής κατοχής, ενώ, στην περίπτωσή τους, σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, υπήρχε αναγκαιότητα εξέτασης και αξιολόγησης μαρτυρίας, αφού αυτοί επικαλούνται τη λανθασμένη αποτύπωση της θέλησης του αρχικού ιδιοκτήτη όσον αφορά το διαχωρισμό. Στην περίπτωσή τους, ισχυρίζονται, εφαρμόζονται τα αποφασισθέντα στην Alex. Evangelou Camera House Ltd κ.ά.v. Minerva Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 1734, όπου λέχθηκε:- (σελ. 1740)
«Πρόσθετα καθώς έχει νομολογηθεί '... το αγώγιμο δικαίωμα συναρτάται με τα γεγονότα τα οποία το στοιχειοθετούν και όχι με το χαρακτηρισμό ο οποίος του αποδίδεται. Παρέχεται η δυνατότητα χορήγησης οποιασδήποτε θεραπείας η οποία δικαιολογείται από τα γεγονότα, τα οποία στοιχειοθετούν το αγώγιμο δικαίωμα, βάσει της έκθεσης απαιτήσεως (Βλ. Χρυσάνθου ν. Παγκρατίου (1998) 1 Α.Α.Δ. 675, 681 και Kennedy Hotels Ltd ν. Indirdjian (1992) 1 Α.Α.Δ. 400).'»
Δε συμμεριζόμαστε τη θέση των ευπαιδεύτων δικηγόρων των εφεσειόντων σε σχέση με το διαχωρισμό του κτήματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, προτού καταλήξει ότι το τεμάχιο 702 διαχωρίστηκε όπως ακριβώς ήθελε ο ιδιοκτήτης του Χατζηϊωνάς, εξέτασε το σύνολο της ενώπιόν του μαρτυρίας. Για την κατάληξή του αυτή, όπως ανέφερε, στηρίχτηκε στα επίσημα έγγραφα, όταν η μαρτυρία ήταν αντίθετη με αυτά, κάτι που είναι καθ' όλα εύλογο, αφού τα έγγραφα έγιναν στην παρουσία του Χατζηϊωνά, ο οποίος τα υπέγραψε, του Κοινοτάρχη, των Αζάδων και του κτηματολογικού υπαλλήλου. Μεταξύ των εγγράφων αυτών, όπως διαπίστωσε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν το Έντυπο Ν. 63, από το οποίο προέκυπτε ότι, στις 10/10/1940, έγινε επιτόπια εξέταση στην παρουσία του Κοινοτάρχη Αγίας Βαρβάρας και του Χατζηϊωνά. Στο πίσω μέρος του εντύπου υπάρχει πιστοποίηση των δύο Αζάδων ότι ο αρμόδιος λειτουργός επισκέφτηκε το τεμάχιο 702 και ότι αυτό διαχωρίστηκε στα τεμάχια 702/1 και 702/2 σύμφωνα με επιθυμία του Χατζηϊωνά. Καθ' όλα εύλογη είναι και η διαπίστωσή του ότι, εάν ο Χατζηϊωνάς ήθελε ο διαχωρισμός να γίνει όπως ισχυρίζονται οι εφεσείοντες, δηλαδή μέχρι τους ευκαλύπτους και τη δόμη, στα σημεία που αυτή υπάρχει, οι καταγραφές θα έπρεπε να ήταν διαφορετικές. Για κάθε μάρτυρα, το πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε εύλογους λόγους, γιατί δεν αποδέχεται τη μαρτυρία του. Σημειώνουμε ότι, εκτός από τον εφεσείοντα 1, οι υπόλοιποι μάρτυρες δε γνώριζαν οτιδήποτε για το διαχωρισμό του κτήματος, απλά έβλεπαν πώς καλλιεργούσαν οι δύο πλευρές τα κτήματα. Τα όσα οι ευπαίδευτοι δικηγόροι των εφεσειόντων πρόβαλαν, για να καταδείξουν το εσφαλμένο της αξιολόγησης της μαρτυρίας, στην ουσία, αποτελούν υποθέσεις. Ούτε το γεγονός ότι δεν καταγράφεται στο Έντυπο Ν. 63 τι ακριβώς εξηγήθηκε στο Χατζηϊωνά διαφοροποιεί την κατάληξη. Εφόσον πρόκειται για έγγραφο διαχωρισμού, στο Χατζηϊωνά δεν μπορεί να εξηγήθηκε οτιδήποτε άλλο. Το ότι ο Χατζηϊωνάς δε γνώριζε από σχέδια του Κτηματολογίου, επίσης, δεν υποστηρίζεται από μαρτυρία, όπως δεν υποστηρίζεται από μαρτυρία και το ότι το σχέδιο του Κτηματολογίου ετοιμάστηκε σε αντίθεση με τη θέλησή του.
Η πιο πάνω κατάληξή μας οδηγεί σε απόρριψη και του λόγου έφεσης σε σχέση με το εξ επαγωγής εμπίστευμα. Ανεξάρτητα από το κατά πόσο η συγκεκριμένη αξίωση καλυπτόταν από τα δικόγραφα ή όχι, το θέμα είναι χωρίς σημασία εδώ. Εφόσον ο Χατζηϊωνάς διαχώρισε το αρχικό τεμάχιο 702 όπως ακριβώς αυτός ήθελε και ο διαχωρισμός αποτυπώθηκε στο σχεδιάγραμμα και το επίσημο Σχέδιο του Κτηματολογίου, δεν τίθεται ζήτημα η Χρυσταλλού να κατείχε το διαφιλονικούμενο μέρος του κτήματος προς όφελος του αδελφού της - εφεσείοντα 1.
Οι λόγοι έφεσης 1, 2 και 3 απορρίπτονται.
Λόγος έφεσης 4.
Ο πιο πάνω λόγος αφορά την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν έχει καταδειχθεί κακοπιστία του εφεσίβλητου απλώς και μόνο από την άγνοιά του ως προς τα ακριβή σύνορα του τεμαχίου που θα αγόραζε.
Οι εφεσείοντες, με αναφορά στη Michaelides v. Ttapoura (1980) 1 C.L.R. 610, υπέβαλαν ότι το γεγονός της παραδοχής του εφεσίβλητου ότι ο ίδιος δε ρώτησε μέχρι πού φτάνουν τα σύνορα του τεμαχίου που θα αγόραζε, ούτε κατά πόσον οι αιτητές είχαν στην κατοχή τους την επίδικη λωρίδα γης, αλλά το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν ο τίτλος ιδιοκτησίας, καταδεικνύει την έλλειψη καλής πίστης. Και αν ακόμη, εισηγούνται, αυτό αποτελεί απλά αμέλεια, δε θέτει την περίπτωσή του εκτός του λόγου της Michaelides v. Ttapoura, (πιο πάνω).
Ανεξάρτητα από την απόρριψη των λόγων έφεσης 1, 2 και 3, η οποία, αναπόφευκτα, οδηγεί σε απόρριψη και αυτού του λόγου έφεσης, συμφωνούμε με το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι το γεγονός και μόνο ότι ο εφεσίβλητος δε ρώτησε μέχρι πού είναι τα ακριβή σύνορα του κτήματος που θα αγόραζε δεν καταδεικνύει κακοπιστία. Το ότι ζήτησε από τον κτηματομεσίτη, μέσω του οποίου αγόρασε το κτήμα, τίτλο ιδιοκτησίας, σχέδιο, επισκέφτηκε το χώρο και βεβαιώθηκε ότι οι πωλητές είναι οι ιδιοκτήτες είναι αρκετό.
Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσίβλητου, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.