ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 1 ΑΑΔ 1917

11 Σεπτεμβρίου, 2013

 

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στές]

 

Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ,

 

Εφεσείοντες,

 

ν.

 

LIBERTY LIFE INSURANCE PUBLIC COMPANY LTD,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 79/2011)

 

 

Έξοδα ― Τόκος σε ψηφισθέντα έξοδα ― Επικύρωση απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία διαφοροποιήθηκε απόφαση Πρωτοκολλητή ώστε το ποσό των δικηγορικών εξόδων να φέρει τόκο 5½% ετησίως από την ημερομηνία ψήφισης των εξόδων και όχι από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.

 

Έξοδα ― Δικηγόρος και πελάτης ― Το θέμα των δικηγορικών εξόδων διέπεται από το Έντυπο Διορισμού δικηγόρου.

 

Η έφεση στράφηκε εναντίον απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου σε αίτηση για Αναθεώρηση Πιστοποιητικού Καταλόγου Εξόδων, στα πλαίσια της Αγωγής Αρ. 2643/2006 με την οποία διαφοροποίησε την απόφαση του Πρωτοκολλητή ημερομηνίας 25/6/2010, ώστε το ποσό των δικηγορικών εξόδων ύψους €1.277,00 να φέρει τόκο 5½% ετησίως από την ημερομηνία ψήφισης των εξόδων και όχι από 4/12/2008 ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από σχετική νομολογία, κατέληξε ότι το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 αφορά σε δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες είναι δυνατό να φέρουν τόκο από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, και όχι σε διαδικασία ψήφισης δικηγορικών εξόδων από Πρωτοκολλητή εναντίον πελάτη δικηγόρου, η οποία λαμβάνει χώρα χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση.

 

Εφόσον, έκρινε, το ποσό των εξόδων που ο Πρωτοκολλητής ψήφισε δεν ήταν ολόκληρο οφειλόμενο στις 4/12/2008 - οι υπηρεσίες δεν είχαν παρασχεθεί όλες κατά την πιο πάνω ημερομηνία - και εφόσον δεν υπήρξε μεταξύ δικηγόρου και πελάτη, συμφωνία ότι τα δικηγορικά έξοδα θα έφεραν τόκο, ούτε υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία ότι, κάθε φορά που οι εφεσείοντες θα πρόσφεραν υπηρεσίες, η αμοιβή γι' αυτές θα ήταν οφειλόμενη και αμέσως απαιτητή, δε δικαιολογείτο η επιδίκαση τόκου από την εν λόγω ημερομηνία. Το ποσό των δικηγορικών εξόδων αποκρυσταλλώθηκε με την ψήφισή τους.

 

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή των αρχών της επιείκειας, επιδίκασε τόκο 5½% ετησίως από την ημερομηνία ψήφισης των εξόδων.

 

Με την έφεση υποστηρίχθηκε ότι:

 

α)  Η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το εν λόγω Άρθρο δεν τυγχάνει εφαρμογής στις περιπτώσεις ψήφισης δικηγορικών εξόδων από τον Πρωτοκολλητή, για το λόγο ότι η απόφασή του δεν είναι δικαστική απόφαση, είναι εσφαλμένη, εφόσον η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοκολλητή είναι οιονεί δικαστική διαδικασία.

 

β)  Είναι αντιφατικό και αντινομικό, ο δικηγόρος που αναλαμβάνει την υπόθεση μετά την καταχώριση της αγωγής, εάν την κερδίσει, να δικαιούται τόκο επί των δικηγορικών εξόδων από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, για υπηρεσίες που πρόσφερε ο προηγούμενος δικηγόρος, ενώ ο τελευταίος να μη δικαιούται.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Είναι καλά νομολογημένο ότι η ψήφιση των εξόδων είναι διαδικασία δικαστικής φυσιογνωμίας, η οποία διεξάγεται στο πλαίσιο του συστήματος της αντιδικίας.

 

2.  Το Πιστοποιητικό, όμως, ψήφισής τους από τον Πρωτοκολλητή δεν έχει τελικό χαρακτήρα, αφού αυτό μπορεί να αναθεωρηθεί από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το Θ. 17 της Δ.59 των Θεσμών.

 

3.  Προκύπτει, από το Άρθρο 33 του Ν. 14/60, ότι η επιδίκαση τόκου επί δικηγορικών εξόδων προϋποθέτει δικαστική απόφαση, εξ ου και η αναφορά «... εκτός εάν άλλη πρόβλεψις εγένετο εν τη αποφάσει ...».

 

4.  Στην περίπτωση των εφεσειόντων, δεν εκδόθηκε δικαστική απόφαση σε σχέση με την αγωγή, ώστε να μπορούσε να γίνεται λόγος ότι τα δικηγορικά έξοδα περιλαμβάνονται στην απόφαση, για να μπορεί να επιδικαστεί ο προβλεπόμενος από το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 τόκος.

 

5.  Το θέμα των δικηγορικών εξόδων διέπεται από το Έντυπο Διορισμού δικηγόρου, δηλαδή τη μεταξύ αυτού και του πελάτη συμφωνία. Εφόσον δεν υπήρχε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων και των πελατών τους (εφεσιβλήτων) δεν μπορούσε, όπως ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, να επιδικαστεί από τον Πρωτοκολλητή τόκος από 4/12/2008.

 

6.  Η έκβαση της αγωγής ήταν ακόμη άγνωστη. Το ότι η διαδικασία ψήφισης των δικηγορικών εξόδων αποτελεί οιονεί δικαστική λειτουργία δε σημαίνει ότι, ανεξάρτητα της ύπαρξης δικαστικής απόφασης στα πλαίσια αγωγής, η ψήφιση αυτών από τον Πρωτοκολλητή υπέχει θέση δικαστικής απόφασης, ώστε να εφαρμόζεται το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60

 

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Παναγίδου (2006) 1 Α.Α.Δ. 165,

 

Evand Promotions Ltd κ.ά. ν. Rutman (1999) 1 Α.Α.Δ. 568,

 

Varellas Trad. Co. Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 398,

 

Αττεσλή κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 791,

 

Γεωργιάδης ν. Υπουργ. Συμβουλίου (1999) 3 Α.Α.Δ. 35.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Αιτητές εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Ιωαννίδης, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 2643/2006), ημερομ. 17/2/2011.

 

Χρ. Θεοδώρου, για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Εφεσείοντες.

 

Γ. Τεουλίδης, μαζί με Κ. Δαμιανού, για Αλ. Μαρκίδη, για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, με απόφασή του ημερομηνίας 17/2/2011 σε αίτηση για Αναθεώρηση Πιστοποιητικού Καταλόγου Εξόδων, στα πλαίσια της Αγωγής Αρ. 2643/2006, διαφοροποίησε την απόφαση του Πρωτοκολλητή ημερομηνίας 25/6/2010, ώστε το ποσό των δικηγορικών εξόδων ύψους €1.277,00 να φέρει τόκο 5½% ετησίως από την ημερομηνία ψήφισης των εξόδων και όχι από 4/12/2008.

 

Οι εφεσείοντες, δικηγόροι των εφεσιβλήτων σε αριθμό αγωγών, μεταξύ των οποίων και η αγωγή στην οποία αφορά η υπό έφεση απόφαση*, σε κάποιο στάδιο, μετά από διαφωνία με τους εφεσίβλητους, αποσύρθηκαν από δικηγόροι τους. Ακολούθως, υπέβαλαν κατάλογο εξόδων για ψήφιση από τον Πρωτοκολλητή, όχι μόνο σε σχέση με την πιο πάνω αγωγή αλλά και σε σχέση με άλλες αγωγές. Σημειωτέον, όλες οι αγωγές εκκρεμούσαν. Ο Πρωτοκολλητής, αφού άκουσε τις θέσεις των δύο πλευρών - ο νέος δικηγόρος των εφεσιβλήτων έλαβε μέρος στη διαδικασία - αποδέχτηκε τη θέση των εφεσειόντων ότι, κατά τη διαδικασία ψήφισης εξόδων, αυτός ασκεί οιονεί δικαστική λειτουργία και, συνεπώς, επιδικάζει τόκο επί του ποσού των εξόδων από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, στη βάση του Άρθρου 33(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/60). Τελικά, επιδίκασε, χωρίς να δίδει οποιοδήποτε λόγο, τόκο 5½% από 4/12/2008.

 

Οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν αίτηση για αναθεώρηση του Πιστοποιητικού Καταλόγου Εξόδων, στη βάση των Δ.59, θ. 18**, Δ.29, Δ.48 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, (οι «Θεσμοί») και του Ν. 14/60.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, καθοδηγούμενο από την Παναγίδου (2006) 1 Α.Α.Δ. 165, όπου απόφαση του Πρωτοκολλητή, ο οποίος επιδίκασε τόκο επί των δικηγορικών εξόδων του συνδιαχειριστή, ακυρώθηκε, κατέληξε ότι το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 αφορά σε δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες είναι δυνατό να φέρουν τόκο από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, και όχι σε διαδικασία ψήφισης δικηγορικών εξόδων από Πρωτοκολλητή εναντίον πελάτη δικηγόρου, η οποία λαμβάνει χώρα χωρίς να έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση. Εφόσον, έκρινε, το ποσό των εξόδων που ο Πρωτοκολλητής ψήφισε δεν ήταν ολόκληρο οφειλόμενο στις 4/12/2008 - οι υπηρεσίες δεν είχαν παρασχεθεί όλες κατά την πιο πάνω ημερομηνία - και εφόσον δεν υπήρξε μεταξύ δικηγόρου και πελάτη συμφωνία ότι τα δικηγορικά έξοδα θα έφεραν τόκο, ούτε υπήρξε μεταξύ τους συμφωνία ότι, κάθε φορά που οι εφεσείοντες θα πρόσφεραν υπηρεσίες, η αμοιβή γι' αυτές θα ήταν οφειλόμενη και αμέσως απαιτητή, δε δικαιολογείτο η επιδίκαση τόκου από την εν λόγω ημερομηνία. Το ποσό των δικηγορικών εξόδων αποκρυσταλλώθηκε με την ψήφισή τους.

 

Στη συνέχεια, το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατ' εφαρμογή των αρχών της επιείκειας, επιδίκασε τόκο 5½% ετησίως από την ημερομηνία ψήφισης των εξόδων.

 

Ενώπιόν μας, οι δύο πλευρές υποστήριξαν εκ διαμέτρου αντίθετες θέσεις. Οι εφεσείοντες, με αναφορά στο Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 και νομολογία*, υποστήριξαν ότι η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το εν λόγω Άρθρο δεν τυγχάνει εφαρμογής στις περιπτώσεις ψήφισης δικηγορικών εξόδων από τον Πρωτοκολλητή, για το λόγο ότι η απόφασή του δεν είναι δικαστική απόφαση, είναι εσφαλμένη, εφόσον η διαδικασία ενώπιον του Πρωτοκολλητή είναι οιονεί δικαστική διαδικασία, στη βάση δε της απόφασής του μπορούν να ληφθούν μέτρα εκτέλεσης. Με αναφορά στην Αττεσλή κ.ά., (πιο πάνω), όπου, στα πλαίσια αίτησης certiorari για διόρθωση από τον Πρωτοκολλητή του κειμένου απόφασης σε αγωγή, λήφθηκε, όπως αναφέρθηκε, υπόψη νομολογία, σύμφωνα με την οποία «... η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Πρωτοκολλητή κατά τον υπολογισμό των εξόδων θεωρείται ως άσκηση οιονεί δικαστικής λειτουργίας, η οποία ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα», εισηγήθηκαν ότι ορθά ο Πρωτοκολλητής επιδίκασε τόκο. Λανθασμένη χαρακτήρισαν τη διαφοροποίηση που έγινε από το πρωτόδικο Δικαστήριο μεταξύ εξόδων που ψηφίζονται εναντίον του αντιδίκου και εξόδων που ψηφίζονται εναντίον του πελάτη, για το λόγο ότι η υποχρέωση πληρωμής των εξόδων είναι πάντοτε υποχρέωση του πελάτη προς το δικηγόρο. Εισηγήθηκαν, ότι είναι αντιφατικό και αντινομικό, ο δικηγόρος που αναλαμβάνει την υπόθεση μετά την καταχώριση της αγωγής, εάν την κερδίσει, να δικαιούται τόκο επί των δικηγορικών εξόδων από την ημερομηνία καταχώρισης της αγωγής, για υπηρεσίες που πρόσφερε ο προηγούμενος δικηγόρος, ενώ ο τελευταίος να μη δικαιούται.

 

Οι εφεσίβλητοι, με τη σειρά τους, υπεραμύνθηκαν της πρωτόδικης απόφασης. Αυτό που συνάγεται, υπέβαλαν, από τη νομολογία είναι ότι η διαδικασία ψήφισης των εξόδων από τον Πρωτοκολλητή αποτελεί οιονεί δικαστική εξουσία στο πλαίσιο του συστήματος της αντιδικίας, για να έχει, δηλαδή, λόγο και η πλευρά εναντίον της οποίας στρέφεται η ψήφιση. Δεν αποτελεί δικαστική απόφαση στα πλαίσια αγωγής, ώστε να επιβάλλεται τόκος επί του ποσού που ψηφίζεται, όπως προβλέπει το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60, το οποίο εφαρμόζεται μόνο εφόσον υπάρχει δικαστική απόφαση. Η απόφαση του Πρωτοκολλητή, υπέβαλαν, δεν εξομοιώνεται με απόφαση δικαστηρίου, αλλά ούτε και έχει ο Πρωτοκολλητής τον τελικό λόγο.

 

Η διαδικασία αναθεώρησης Πιστοποιητικού Καταλόγου Εξόδων προβλέπεται από το θ. 17 της Δ.59 των Θεσμών, που προνοεί τα εξής:-

 

"17. Any party who may be dissatisfied with the certificate of the taxing officer, as to any item which may have been objected to, may within seven days from the date of the certificate, apply for review of the taxation as to such item or part of an item, and the Court may thereupon make such order as it may think just ; but the certificate of the taxing officer shall be final and conclusive as to all matters which shall not have been objected to.

 

(Ελληνική μετάφραση:

 

«17.         Οποιοσδήποτε διάδικος, ο οποίος δυνατό να μην είναι ικανοποιημένος από την πιστοποίηση του υπαλλήλου, ο οποίος ενεργεί την ψήφιση, ως προς οποιοδήποτε κονδύλι εναντίον του οποίου δυνατό να υπάρχει ένσταση, μπορεί εντός επτά ημερών από την ημερομηνία της πιστοποίησης, να υποβάλει αίτηση για αναθεώρηση της ψήφισης ως προς εκείνο το κονδύλι ή μέρος κονδυλίου, και το Δικαστήριο μπορεί κατόπιν τούτου να εκδώσει τέτοιο διάταγμα, που θεωρεί δίκαιο· αλλά η πιστοποίηση του υπαλλήλου ο οποίος ενεργεί την ψήφιση θα είναι τελική και αναμφισβήτητη ως προς όλα τα ζητήματα στα οποία δε θα προβληθεί ένσταση.»)

 

Είναι καλά νομολογημένο ότι η ψήφιση των εξόδων εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Πρωτοκολλητή, η δε διαδικασία ψήφισής τους είναι διαδικασία δικαστικής φυσιογνωμίας, η οποία διεξάγεται στο πλαίσιο του συστήματος της αντιδικίας - (βλ. Evand Promotions Ltd κ.ά. v. Rutman, (πιο πάνω), και  Γεωργιάδης ν. Υπουργ. Συμβουλίου (1999) 3 Α.Α.Δ. 35). Το Πιστοποιητικό, όμως, ψήφισής τους από τον Πρωτοκολλητή δεν έχει τελικό χαρακτήρα, αφού αυτό μπορεί να αναθεωρηθεί από το Δικαστήριο, σύμφωνα με το θ. 17 της Δ.59 των Θεσμών.

 

Το Άρθρο 33 του Ν. 14/60 προβλέπει ότι:-

 

«33. - (1) Καθ' οιανδήποτε ενώπιον οιουδήποτε δικαστηρίου διαδικασίαν, διά την είσπραξιν οιουδήποτε χρέους διά το οποίον τόκος είναι πληρωτέος είτε δυνάμει συμφωνίας ή άλλως ως διά νόμου προβλέπεται, το δικαστήριον θα επιδικάζη τόκον συμφώνως προς το συμφωνηθέν ή άλλως διά νόμου προβλεπόμενον επιτόκιον, διά την περίοδον την αρχομένην από της ημέρας καθ' ην τοιούτος τόκος κατέστη απαιτητός μέχρι τελικής αποπληρωμής:

 

Νοείται ότι το τοιούτον επιτόκιον δεν θα υπερβαίνη το ανώτατον όριον του εκάστοτε υπό του νόμου επιτρεπομένου επιτοκίου.

 

(2)  Εκάστη απόφασις περιλαμβανομένου του μέρους αυτής το οποίον αφορά εις τα δικηγορικά έξοδα, εκτός εάν άλλη πρόβλεψις εγένετο εν τη αποφάσει δυνάμει του εδαφίου (1), θα φέρει, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4), τόκο προς 5,5% ετησίως από την ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής ή εν σχέσει με εκκρεμούσες αγωγές, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Δικαστηρίων (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2008, μέχρι τελικής αποπληρωμής του χρέους:»

 

Προκύπτει, από το πιο πάνω Άρθρο, ότι η επιδίκαση τόκου επί δικηγορικών εξόδων προϋποθέτει δικαστική απόφαση, εξ ου και η αναφορά «... εκτός εάν άλλη πρόβλεψις εγένετο εν τη αποφάσει ...». Τα αναφερθέντα στη Varellas Trad. Co. Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), δηλαδή ότι η επιδίκαση τόκου επί των δικηγορικών εξόδων είναι δυνατή σε σχέση μόνο με δικαστικές διαδικασίες, οι οποίες εμπίπτουν εντός του όρου της αγωγής, λέχθηκαν με σκοπό διαφοροποίησης διαδικασιών σε προσφυγές, οι οποίες, σημειωτέον, είχαν εκδικαστεί και είχαν εκδοθεί δικαστικές αποφάσεις, δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος. Το ζήτημα που εκεί απασχόλησε ήταν άλλο. Ήταν το κατά πόσο το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 εφαρμόζεται και σε περιπτώσεις προσφυγών.  Δεν εξετάστηκε η εμβέλεια, αυτή καθ' εαυτή, του Άρθρου.

Στην περίπτωση των εφεσειόντων, δεν εκδόθηκε δικαστική απόφαση σε σχέση με την αγωγή, ώστε να μπορεί να γίνεται λόγος ότι τα δικηγορικά έξοδα περιλαμβάνονται στην απόφαση, για να μπορεί να επιδικαστεί ο προβλεπόμενος από το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60 τόκος.

 

Το θέμα των δικηγορικών εξόδων διέπεται από το Έντυπο Διορισμού δικηγόρου, δηλαδή τη μεταξύ αυτού και του πελάτη συμφωνία. Εφόσον δεν υπήρχε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ των εφεσειόντων και των πελατών τους (εφεσιβλήτων) δεν μπορούσε, όπως ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο, να επιδικαστεί από τον Πρωτοκολλητή τόκος από 4/12/2008. Η έκβαση της αγωγής ήταν ακόμη άγνωστη. Το ότι η διαδικασία ψήφισης των δικηγορικών εξόδων αποτελεί οιονεί δικαστική λειτουργία δε σημαίνει ότι, ανεξάρτητα της ύπαρξης δικαστικής απόφασης στα πλαίσια αγωγής, η ψήφιση αυτών από τον Πρωτοκολλητή υπέχει θέση δικαστικής απόφασης, ώστε να εφαρμόζεται το Άρθρο 33(2) του Ν. 14/60

 

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο