ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2013) 1 ΑΑΔ 1417
15 Ιουλίου, 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στές]
ERIN RESOURCES S.A.,
Εφεσείουσα - Εναγόμενη Αρ. 1,
ν.
1. PRIME INTERNATIONAL ALLIANCE INC,
2. PICO FOUNDATION,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 374/2009)
Αποφάσεις και προσωρινά διατάγματα ― Έφεση εναντίον ενδιάμεσης απόφασης με την οποία οριστικοποιήθηκε ενδιάμεσο διάταγμα ― Απορρίφθηκε ως καταχρηστική επί τω ότι, εκρίθη ανακόλουθο για την Εφεσείουσα να προωθεί την έφεσή της προς αμφισβήτηση της ορθότητας της απόφασης περί οριστικοποίησης του διατάγματος, αφού η απορριφθείσα αίτηση της για τερματισμό της ισχύος του διατάγματος προϋπέθετε την εγκυρότητα του ― Ούτε θα μπορούσε το Εφετείο να επιληφθεί θέματος το οποίο ήδη είχε αποφασιστεί με πρωτόδικη απορριπτική απόφαση για τερματισμό της ισχύος του διατάγματος η οποία και δεν εφεσιβλήθηκε, ουσιαστικά ενεργώντας εις κρίση και εκείνης της απόφασης που κατέστη τελεσίδικη.
[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται ως έχει].
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την Εναγομένη 1 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Μιχαηλίδου, Π.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 4311/2009) ημερ. 25/11/2009.
Α. Χαβιαράς και Χρ. Χριστοφόρου, για την Εφεσείουσα.
Κ. Κακουλλή (κα), για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δ. Χατζηχαμπή, Π.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Την 7.10.2009 οι Εφεσίβλητοι κατεχώρησαν αγωγή κατά της Εφεσείουσας-Εναγόμενης 1 αξιώνοντας:
«1. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να εμποδίζεται η Εναγόμενη 1 από του να διαθέσει και/ή μεταβιβάσει και/ή με οποιοδήποτε τρόπο αποξενώσει και/ή επιβαρύνει το μετοχικό της κεφάλαιο και/ή οποιοδήποτε μέρος των 600 μετοχών που κατέχει στην Εναγόμενη 2.
2. Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να εμποδίζεται η Εναγόμενη 2 και/ή οι Διευθυντές της και/ή ο Γραμματέας της από του να αποδεκτούν και/ή επιτρέψουν και/ή εγγράψουν τη μεταβίβαση και/ή επιβάρυνση οποιωνδήποτε μετοχών της Εναγόμενης 1 στο μετοχικό κεφάλαιο της Εναγόμενης 2.
3. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η ειδοποίηση τερματισμού της Συμφωνίας Μετόχων ημ. 28.4.05 μεταξύ Εναγόμενης 1 και Ενάγουσας 2 που απέστειλε η Εναγόμενη 1 στην Ενάγουσα 2 κατά/ή περί τις 20.8.2009 είναι παράνομη και/ή αντισυμβατική και/ή ανίσχυρη και/ή χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα και/ή η Συμφωνία Μετόχων ημ. 28.4.05 μεταξύ Εναγόμενης 1 και Ενάγουσας 2 παραμένει καθ΄όλα ισχύουσα και δεσμευτική.
4. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η Εναγόμενη 1 δεν δικαιούται και/ή εμποδίζεται από του να μεταβιβάσει και/ή διαθέσει και/ή αποξενώσει οποιεσδήποτε από τις 600 μετοχές της στην Εναγόμενη 2 μέχρι και τις 27 Απριλίου 2010.»
Την ίδια ημέρα, με μονομερή αίτηση τους, εξασφάλισαν ενδιάμεσο διάταγμα με το οποίο η Εφεσείουσα-Εναγόμενη 1 εμποδίζετο να μεταβιβάσει, αποξενώσει ή επιβαρύνει το κεφάλαιο της και τις 600 μετοχές που κατείχε στην Εναγόμενη 2. Να σημειωθεί ότι η Εφεσίβλητη-Ενάγουσα 2 και η Εναγόμενη 2 ήσαν οι μέτοχοι, με ποσοστά 60% και 40% αντιστοίχως, της εταιρείας Glidefern και είχαν συνάψει δύο συμφωνίες, ως μέτοχοι, με την Εφεσίβλητη-Ενάγουσα 1 και την Εφεσείουσα-Εναγόμενη 1 αναφορικά με το πλαίσιο διοίκησης της Glidefern ώστε να τη διοικούσαν από κοινού. Mέρος της συμφωνίας ήταν και η υποχρέωση μη μεταβίβασης μετοχών εντός 5 ετών. Η ρήξη στις σχέσεις των μερών επήλθε με τον τερματισμό των συμφωνιών την 20.8.2009 από την Εφεσείουσα-Ενάγουσα 1, τον οποίο δεν απεδέχθη η Εφεσίβλητη-Ενάγουσα 1.
Μετά από ακρόαση, το ενδιάμεσο διάταγμα οριστικοποιήθηκε με απόφαση ημερομηνίας 25.11.2009. Η ενώπιον μας έφεση αφορά την εν λόγω απόφαση.
Κατά την ακρόαση της έφεσης πληροφορηθήκαμε ότι, στα πλαίσια της εν λόγω αγωγής, ακολούθησε άλλη διαδικασία η οποία αφορούσε αίτηση της Εφεσείουσας-Εναγόμενης 1 ημερομηνίας 28.8.2012 για ακύρωση του ενδιάμεσου διατάγματος με ιδιαίτερη αναφορά στο ότι η συμβατική υποχρέωση μη μεταβίβασης μετοχών για 5 έτη είχε εν πάση περιπτώσει λήξει. Το Δικαστήριο, με απόφαση ημερομηνίας 18.1.2013, απέρριψε την αίτηση θεωρώντας ότι το θέμα συνιστούσε δεδικασμένο της απόφασης της 25.11.2009. Εξετάζοντας όμως περαιτέρω την αίτηση και επί της ουσίας της, έκρινε ότι το οριστικοποιηθέν διάταγμα δεν συναρτάτο προς τη συμβατική υποχρέωση μη μεταβίβασης εντός πενταετίας αλλά αποσκοπούσε στη διατήρηση του status quo μέχρι τελικής εκδίκασης της αγωγής και ότι η Εφεσείουσα-Εναγόμενη 1 δεν κατέδειξε με την αίτησή της οποιοδήποτε καλό λόγο που να δικαιολογούσε την ακύρωση ή την τροποποίηση του διατάγματος.
Μας φαίνεται ότι η εξέλιξη αυτή ήταν καταλυτική για την ενώπιον μας έφεση. Η έφεση αφορά την ορθότητα της απόφασης για οριστικοποίηση του διατάγματος. Όμως η αίτηση που υπεβλήθη για τερματισμό του διατάγματος αναποφεύκτως ήταν στη βάση ότι το διάταγμα ήταν ισχυρό αλλά θα έπρεπε να έπαυε να ισχύει μετά από την πάροδο της πενταετίας. Η απόφαση της 18.1.2013 απέρριψε το αίτημα αυτό και δεν εφεσιβλήθη. Είναι τώρα ανακόλουθο για την Εφεσείουσα να προωθεί την έφεσή της προς αμφισβήτηση της ορθότητας της απόφασης περί οριστικοποίησης του διατάγματος, αφού η αίτηση της για τερματισμό της ισχύος του διατάγματος προϋπέθετε την εγκυρότητα του. Ούτε θα μπορούσε το Εφετείο να επιληφθεί θέματος το οποίο ήδη απεφασίσθη με την απόφαση της 18.1.2013 η οποία και δεν εφεσιβλήθη, ουσιαστικά ενεργώντας εις κρίση και εκείνης της απόφασης που κατέστη τελεσίδικη.
Η έφεση έχει καταστεί καταχρηστική και απορρίπτεται. Επιδικάζονται €2.500 έξοδα στις Εφεσίβλητες εναντίον της Εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
15 Ιουλίου, 2013
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ "THE JUNIOR SCHOOL" (HE361) ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ THN ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 13/05/2013 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 8449/12 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (ΑΡ. 2).
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 104/13)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση προς έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως certiorari, για ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για εξαίρεση του Δικαστή της υπόθεσης ― Υπαρχόντων εναλλακτικών ενδίκων μέσων, η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η διαδικασία δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου ― Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου, αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης ― Ο έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων ασκείται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Οι αιτητές κατόπιν εξασφάλισης άδειας καταχώρησαν αίτηση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως certiorari, για ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της συνεναγόμενης Δημοκρατίας για εξαίρεση του Δικαστή της υπόθεσης.
Σύμφωνα με τα γεγονότα που αναφέρονταν στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση με ομνύουσα δικηγόρο της Δημοκρατίας, κατά την ημερομηνία στην οποία μονομερώς εκδοθέν προσωρινό διάταγμα είχε οριστεί επιστρεπτέο, ο Δικαστής προέβη σε κάποια σχόλια για τους εναγόμενους 2 ( Κυπριακή Δημοκρατία ) και επίσης σε άλλη ημερομηνία ο ίδιος είχε μια στιχομυθία με τη ομνύουσα δικηγόρο της Δημοκρατίας.
Η αίτηση για εξαίρεση εκδικάστηκε και εκδόθηκε απορριπτική απόφαση από τον εκδικάζοντα Δικαστή.
Το βασικό επιχείρημα του συνηγόρου των αιτητών, για έγκριση της αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, ήταν η ανησυχία που διακατείχε τους πελάτες του, εδραζόμενη στην εκδηλωθείσα μεροληπτική προσέγγιση του δικαστή βασιζόμενη επί των συγκεκριμένων δηλώσεων του, που, κατεδείκνυε κατά την άποψη του, και την κατάληξη που θα είχε η εκδίκαση της αίτησης για το προσωρινό διάταγμα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρώτιστο ζήτημα που απασχόλησε σχετιζόταν με το προβληθέν, από τους ενάγοντες, ζήτημα της ανυπαρξίας συμφέροντος από πλευράς των αιτητών να προωθήσουν την παρούσα αίτηση.
2. Το στίγμα των δηλώσεων του πρωτόδικου δικαστή είχαν ως πυρήνα τη συμφωνία που έγινε μεταξύ των δύο εναγομένων. Καθίστατο συναφώς έκδηλο ότι οι αιτητές είχαν επαρκές συμφέρον προώθησης της παρούσας αίτησης η οποία αμφισβητούσε την αμεροληψία του πρωτόδικου δικαστή.
3. Το κρίσιμο, ζήτημα, στην προκειμένη ήταν η προσφερόμενη δυνατότητα άσκησης εναλλακτικού ενδίκου μέσου.
4. Η ήδη εκδηλωθείσα πορεία από τη Δημοκρατία με την καταχώρηση έφεσης κατεδείκνυε την ύπαρξη της. Βεβαίως, το γεγονός ότι ασκήθηκε από τον έτερο διάδικο, εναγόμενο 2 στην πρωτόδικη διαδικασία, ουδόλως αποστερούσε τη δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητου ένδικου μέσου από τους αιτητές.
5. Πλην, όμως, η ύπαρξη του ή ακόμη η δυνατότητα άσκησης του, αναιρούσε τη δυνατότητα προώθησης περαιτέρω της παρούσας αίτησης.
6. Ταυτοχρόνως, όμως, υπήρχε μια άλλη διάσταση που έπρεπε να τονιστεί. Η διαδικασία οριστικοποίησης ή όχι, του εν λόγω μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος, είχε παγοποιηθεί, ενόψει των ατυχών δηλώσεων του πρωτόδικου δικαστή, της αίτησης για εξαίρεση και τέλος της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος.
7. Αποτελεί πρωταρχικό μέλημα, και ευθύνη του πρωτόδικου δικαστή, η εκδίκαση της αίτησης για προσωρινό διάταγμα με τη μεγαλύτερη σπουδή.
8. Η μεγαλύτερη έγνοια και παράλληλα, ο στόχος των δικαστών πρέπει να είναι ο όσο το δυνατόν μικρότερος επηρεασμός των δικαιωμάτων των διαδίκων. Τούτο δε, μετριάζεται με την έγκαιρη εκδίκαση μιας αίτησης αυτής της μορφής.
9. Με γνώμονα τα πιο πάνω, θα έπρεπε να επιδιωχθεί η συμπλήρωση των διαδικασιών αυτών, και υπαρχούσης αυτής της δυνατότητας αποδυναμωνόταν, έτι περαιτέρω, η δυνατότητα προώθησης της διαδικασίας προνομιακού εντάλματος.
10. Η στάση και συμπεριφορά του πρωτόδικου δικαστή κρινόταν ανεπίτρεπτη. Στοχοποίησε, σε μια υπό εξέλιξη ενώπιον του διαδικασία, τη συμπεριφορά ενός διάδικου.
11. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε διάδικου να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν έχει προς τούτο κληθεί, και στην προκείμενη περίπτωση ήταν διάδικος εναντίον του οποίου υπήρχε προσωρινό διάταγμα, και να προβάλει την υπεράσπιση του. Δεν είχε κανένα λόγο να προβεί στα σχόλια που καταγράφηκαν στην ένορκη δήλωση της δικηγόρου της Δημοκρατίας.
12. Υπαρχόντων, όμως, εναλλακτικών ενδίκων μέσων, η αίτηση θα έπρεπε να απορριφθεί.
Η αίτηση απορρίφθηκε χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
The Junior School (2013) 1 Α.Α.Δ. 1126,
In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250.
Αίτηση.
Δ. Παπαδόπουλος και Χ. Παπαχριστοδούλου, για τους Αιτητές.
Γ. Ιωάννου για Γ. Ζ. Γεωργίου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Μ. Λοϊζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας παρίσταται στη διαδικασία.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Μετά την παραχώρηση άδειας οι αιτητές καταχώρησαν την παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκουν την έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari, για την προσαγωγή στο Ανώτατο Δικαστήριο του δικαστικού φακέλου και συγκεκριμένα της ενδιάμεσης απόφασης, ημερ 13 Μαΐου 2013 που εκδόθηκε στην αγωγή 8449/2012 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, όπως επίσης και την έκδοση προνομιακού εντάλματος prohibition, που να απαγορεύει στον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή, Μ. Παπαμιχαήλ, από του να προχωρήσει στην εκδίκαση της εν λόγω απόφασης.
Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίχτηκε η παρούσα αίτηση, όπως και η εκδικασθείσα αίτηση για παραχώρηση αδείας καταχώρησης προνομιακού εντάλματος certiorari, περιλαμβάνονται στην απόφαση μου επί της The Junior School (2013) 1 Α.Α.Δ. 1126 τα οποία και παραθέτω για σκοπούς της παρούσας υπόθεσης.
Ο Σύνδεσμος Αποφοίτων Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας, ("οι ενάγοντες") καταχώρισαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας την αγωγή αρ. 8449/2012, εναντίον των The Junior School, («εναγόμενοι 1») και Της Κυπριακής Δημοκρατίας, («εναγόμενοι 2»). Παράλληλα, οι ενάγοντες εξασφάλισαν, μετά από μονομερή αίτηση, προσωρινό διάταγμα με το οποίο οι ενάγοντες εμποδίζοντο, μεταξύ άλλων, «να προωθήσουν τους σκοπούς της σύμβασης μίσθωσης ημερ. 7 Ιουλίου 2012».
Το διάταγμα είχε οριστεί επιστρεπτέο στις 11 Δεκεμβρίου 2012 ενώπιον του Μ. Παπαμιχαήλ Α.Ε.Δ., ο οποίος είχε εκδώσει το ενδιάμεσο διάταγμα.
Κατά την εν λόγω ημερομηνία ο πιο πάνω δικαστής είχε προβεί σε σχόλια για τους εναγόμενους 2 και επίσης σε άλλη ημερομηνία και συγκεκριμένα στις 20 Δεκεμβρίου 2012 ο ίδιος δικαστής είχε μια στιχομυθία με τη δικηγόρο της Δημοκρατίας Μ. Λοϊζου. Για τα συγκεκριμένα σχόλια θα αναφερθώ μεταγενέστερα. Καταχωρήθηκε ένσταση, για τη διατήρηση του προσωρινού διατάγματος, από τους εναγόμενους 1, στις 7 Ιανουαρίου 2013. Ταυτοχρόνως καταχωρήθηκε και ένσταση και από τη Μ. Λοϊζου δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τους εναγόμενους 2.
Στη συνέχεια, και συγκεκριμένα στις 12 Φεβρουαρίου 2013, καταχωρήθηκε αίτηση από τη Δημοκρατία με την οποία ζητήθηκε η εξαίρεση του Δικαστή Μ. Παπαμιχαήλ, Α.Ε.Δ. Στο πλαίσιο της ενόρκου δηλώσεως που συνοδεύει την αίτηση εξαίρεσης η κα. Λοΐζου ανέφερε τα εξής:
«4. Κατά την εμφάνιση της 11.12.2012 ο Δικαστής προέβηκε σε σχόλια προς την πλευρά μας όπως:
Ι. Τι θέλετε να καταχωρήσετε ένσταση;
II. Τι νεκατώνεστε στην ιδιωτική διαφορά μεταξύ των δύο σχολείων;
III. Μου φαίνεται ότι η Δημοκρατία μεταξύ Εnglish School και Junior School προτιμά το Junior School.
IV. Εσείς όπως πάτε θα κλείσετε και το English School."
Σε μια άλλη ημερομηνία και συγκεκριμένα στις 20 Δεκεμβρίου 2012 η Μ. Λοϊζου αναφέρει:
«8. Όταν ο δικαστής με είδε στην αίθουσα του Δικαστηρίου στις 9. 25 π.μ. μου απηύθυνε το λόγο και μου είπε ότι η υπόθεση μου έγινε και ότι ορίστηκε 8.1.2012 για καταχώριση ένστασης. Ενημέρωσα το δικαστήριο ότι η πρόθεση μου ήταν να ζητήσω παράταση για καταχώριση της ένστασης διότι έλαβα τα γεγονότα από το Υπουργείο Εσωτερικών μόλις την προηγουμένη.
9. Συνέχισε δε να καταφέρεται εναντίον της Δημοκρατίας με έντονα δυσαρεστημένο ύφος και τόνο, λέγοντας ότι:
Ι. Είναι απαράδεκτο για τη Δημοκρατία να δίδει έτσι κρατική γη σε ιδιώτη και γιατί όχι σε μένα και σε σένα.
ΙΙ. Η Δημοκρατία μεροληπτεί υπέρ του Junior Scholl.
III. Σαν να υπάρχει ένα κατευθυνόμενο χέρι, είτε από το Υπουργικό Συμβούλιο είτε δεν ξέρω από ποιόν, που κανονίζει τα πράγματα υπέρ του Junior School.
10. Ως απάντηση ανέφερα ότι έλαβα τα γεγονότα από το Υπουργείο Εσωτερικών μόλις την προηγουμένη και δεν διαβλέπω να υπάρχει από μέρους της Δημοκρατίας οτιδήποτε μεμπτό, το οποίο θα διαφανεί από την ένσταση που πρόκειται να καταχωρηθεί από μέρους μας.
11. Τότε ο δικαστής μου είπε:
«Εάν δεν βλέπεις οτιδήποτε το μεμπτό στην παρούσα υπόθεση, πρέπει να πας πίσω στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα και να δώσεις παραίτηση διότι δεν κάμνεις για δικηγόρος.»
Η αίτηση για εξαίρεση εκδικάστηκε και εκδόθηκε απόφαση από τον Μ. Παπαμιχαήλ Α.Ε.Δ., στις 13 Μαΐου 2013.
Η αίτηση αντίκρισε την ένσταση από πλευράς των εναγόντων, οι οποίοι υποστήριξαν βασικά την ανυπαρξία επαρκούς συμφέροντος εκ μέρους των αιτητών για προώθηση της παρούσας αίτησης, ότι διαδικαστικώς ελλείπουν οι λόγοι επί των οποίων οι αιτητές θα μπορούσαν να νομιμοποιηθούν στην προώθηση της αίτησης, πρόβαλαν επίσης ότι ελλείπουν τα πρακτικά επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση και τέλος οι ενάγοντες ισχυρίστηκαν ότι η ύπαρξη εναλλακτικού ενδίκου μέσου καθιστά την παρούσα αίτηση καταχρηστική.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών πρόβαλε ότι οι εναγόμενοι 1 δεν είχαν υποβάλει οι ίδιοι αίτηση για εξαίρεση του δικαστή, πλην όμως υποστήριξαν την αίτηση αφενός, και αφετέρου τα λεχθέντα επηρέαζαν τη δική τους υπόθεση και καθιστούσαν τη θέση τους δύσκολη, λόγω της εμφανούς έλλειψης αμεροληψίας εκ μέρους του εκδικάσαντος δικαστή. Τα προβληθέντα από τον πρωτόδικο δικαστή, όπως είπε, δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά δυσμενή σχόλια για την ποιότητα και το εύρος της υπόθεσης των εναγομένων 1.
Αναφορικά με την προβολή από πλευράς εναγόντων ότι ελλείπουν οι λόγοι επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση, ο κ. Παπαδόπουλος έκαμε αναφορά στη Δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, παραγρ.Β, 3(α) και (β). Σε συνάρτηση με την έλλειψη πρακτικών, ο συνήγορος υποστήριξε ότι όντως δεν υπάρχουν, γιατί τα όσα έχουν λεχθεί από το δικαστή ήταν προφορικά χωρίς να είναι καταγραμμένα στα πρακτικά της υπόθεσης αλλά, εν πάση περιπτώσει, δεν αμφισβητούνται στην ουσία τους από την ενδιάμεση απόφαση που εκδόθηκε στις 13 Μαΐου 2013.
Ο ισχυρισμός περί κατάχρησης της διαδικασίας θα μπορούσε να στηριχθεί, υποστήριξε ο συνήγορος, εάν η αίτηση υποβαλλόταν από τους ενάγοντες, κάτι το οποίο δεν έγινε, αφού η έφεση καταχωρήθηκε από τους εναγόμενους 2. Ο συνήγορος εξέφρασε τον προβληματισμό του, αναφορικά με τη μέθοδο που έπρεπε να ακολουθήσει με στόχο να θεραπεύσει την αδικία που οι εναγόμενοι 1 είχαν αισθανθεί ότι υφίστανται, μετά την έκδοση της ενδιάμεσης απόφασης του δικαστηρίου. Κάνοντας αναφορά σε νομολογία ο κ. Παπαδόπουλος εισηγήθηκε ότι, παρόλο που υπάρχει το εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι υπάρχουσες περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης κατέστησαν την επιλογή της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος καθότι αυτή είναι πιο βολική, επωφελής και ιδιαιτέρως πιο αποτελεσματική. Η διαδικασία του εκδοθέντος συντηρητικού διατάγματος στην αγωγή εκκρεμεί για περίοδο 6 μηνών και σε περίπτωση εφέσεως η διαδικασία και πάλι θα καθυστερούσε περισσότερο. Αλλά και αν ακόμη, υποστήριξε, ήθελε θεωρηθεί ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι ιδιάζουσες συνθήκες μιας ξεκάθαρης και εξώφθαλμης παρέμβασης του πρωτόδικου δικαστή στη διαδικασία δεν θα μπορούσε παρά να επιτρέψει την έκδοση του σχετικού διατάγματος.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εναγόντων έκαμε αναφορά στη διαδικασία που προηγήθηκε της συμφωνίας μεταξύ εναγομένων 1 και εναγομένων 2, για να καταδείξει το βάσιμο του αγωγίμου δικαιώματος των εναγόντων, που απολάμβαναν τη χρήση του συγκεκριμένου χώρου από το 1973. Είναι σε αυτό το πλαίσιο που θα πρέπει να εξεταστούν οι όποιες δηλώσεις του Ανώτερου Επαρχιακού Δικαστή Ν. Παπαμιχαήλ, ο οποίος ουσιαστικώς αναφέρθηκε στο βάσιμο της αξιώσεως των εναγόντων. Οι αιτητές δεν προχώρησαν, είπε ο κ. Ιωάννου σε αίτηση για εξαίρεση, ούτε συμπλήρωσαν με ένορκη δήλωση το αίτημα που υποβλήθηκε από πλευράς της Δημοκρατίας, για εξαίρεση. Δεν ζήτησαν ούτε κατά το στάδιο της απαγγελίας της απόφασης να ζητηθούν πρακτικά έτσι ώστε να δύνανται να αιτηθούν την έκδοση του παρόντος διατάγματος. Εισηγήθηκε επί τούτου, ότι για να τεκμηριωθεί επαρκές συμφέρον, θα πρέπει να καταδειχθεί επηρεασμός των συμφερόντων των διαδίκων και ο εν λόγω επηρεασμός θα πρέπει να προσομοιάζει με το ενεστώς έννομο συμφέρον που απαντάται στο διοικητικό δίκαιο, αποκλειομένης της action popularis. Αυτή την παράμετρο απέτυχαν να στοιχειοθετήσουν οι αιτητές, μη υποδεικνύοντας επηρεασμό των δικαιωμάτων τους επί της αγωγής. Αντιθέτως, οι εναγόμενοι 2 δεν λαμβάνουν μέρος στην παρούσα διαδικασία και καταχώρισαν την πολιτική έφεση Ε77/13 ημερ. 27 Μαΐου 2013.
Αυτή η ύπαρξη του παράλληλου εναλλακτικού ενδίκου μέσου της έφεσης αποκλείει, όπως ανέφερε ο συνήγορος, τη δυνατότητα της προώθησης της παρούσας αίτησης χωρίς την κατάδειξη εξαιρετικών περιστάσεων, ή παράβαση νομικών κανόνων. Η ύπαρξη αυτών των δύο παράλληλων διαδικασιών, δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή, όπως είπε. Οι εξαιρετικές περιστάσεις, κατέληξε επί του προκειμένου, θα πρέπει να εξετάζονται με τη στενή του όρου έννοια, και η δήλωση του συνηγόρου των εναγομένων 1 ότι ενδεχομένως το προσωρινό διάταγμα να καταστεί απόλυτο, υποδηλοί την προσφερόμενη δυνατότητα αναμονής της περαιτέρω εκδίκασης της έφεσης.
Όπως είχα την ευκαιρία να αναλύσω στην εκδοθείσα απόφαση μου ημερ. 28 Μαΐου 2013, στο στάδιο της υποβολής αίτησης για παραχώρηση αδείας με σκοπό την καταχώρηση προνομιακού εντάλματος certiorari, η διαδικασία δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου. Η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου, αποτελεί το αντικείμενο εξέτασης (In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250). Ο έλεγχος της ορθότητας των αποφάσεων ασκείται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το πρώτιστο ζήτημα που θα με απασχολήσει, έχει σχέση με το προβληθέν, από τους ενάγοντες, ζήτημα της ανυπαρξίας συμφέροντος από πλευράς των αιτητών να προωθήσουν την παρούσα αίτηση.
Όπως έχω σημειώσει από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης, το κλητήριο ένταλμα στην αγωγή 8449/2012 καταχωρήθηκε από τους ενάγοντες εναντίον των εναγομένων 1 (νυν αιτητών) και των εναγομένων 2. Εναντίον αμφοτέρων των εναγομένων εκδόθηκε, μετά από μονομερή αίτηση παρεμπίπτον απαγορευτικό διάταγμα, με το οποίο οι τελευταίοι εμποδίζοντο να προωθήσουν τους σκοπούς της σύμβασης μίσθωσης ημερ. 5 Ιουλίου 2012 που, όπως είναι αποδεκτό, υπογράφτηκε μεταξύ τους. Κατά το στάδιο αμφισβήτησης της ορθότητας του εν λόγω διατάγματος και της διατήρησης του, που έγινε και από τους δύο εναγομένους, είχαν λεχθεί όσα προγενέστερα έχω περιγράψει και αποδίδονται στον πρωτόδικο δικαστή. Ως αποτέλεσμα τούτου, καταχωρήθηκε η αίτηση για εξαίρεση από τους εναγόμενους 2 που οδήγησε στην έκδοση ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 13 Μαΐου 2013, σύμφωνα με την οποία η εισήγηση για εξαίρεση απορρίφθηκε. Το στίγμα των δηλώσεων του πρωτόδικου δικαστή είχαν ως πυρήνα τη συμφωνία που έγινε μεταξύ των δύο εναγομένων. Καθίσταται συναφώς έκδηλο ότι οι αιτητές έχουν επαρκές συμφέρον προώθησης της παρούσας αίτησης η οποία αμφισβητεί την αμεροληψία του πρωτόδικου δικαστή.
Το κρίσιμο, στην προκείμενη περίπτωση ζήτημα, είναι η προσφερόμενη δυνατότητα άσκησης εναλλακτικού ενδίκου μέσου.
Η ήδη εκδηλωθείσα πορεία από τη Δημοκρατία με την καταχώρηση της έφεσης Ε77/13, καταδεικνύει την ύπαρξη της. Βεβαίως, το γεγονός ότι ασκήθηκε από τον έτερο διάδικο, εναγόμενο 2 στην πρωτόδικη διαδικασία, ουδόλως αποστερεί τη δυνατότητα άσκησης ανεξάρτητου ένδικου μέσου από τους αιτητές. Πλην, όμως, η ύπαρξη του ή ακόμη η δυνατότητα άσκησης του, αναιρεί τη δυνατότητα προώθησης περαιτέρω της παρούσας αίτησης. Ταυτοχρόνως, όμως, υπάρχει μια άλλη διάσταση που πρέπει να τονιστεί. Η διαδικασία στο Επαρχιακό Δικαστήριο άρχισε με την καταχώρηση κλητηρίου εντάλματος (O.2 r.1, ημερ. 28 Νοεμβρίου 2012) και εκδόθηκε παράλληλα συντηρητικό διάταγμα, απαγόρευσης της υλοποίησης της υπάρχουσας, μεταξύ των εναγομένων 1 και 2, συμφωνίας. Το διάταγμα εκδόθηκε στις 29 Νοεμβρίου 2012.
Η διαδικασία οριστικοποίησης ή όχι, του εν λόγω μονομερώς εκδοθέντος διατάγματος, έχει παγοποιηθεί, ενόψει των ατυχών δηλώσεων του πρωτόδικου δικαστή, της αίτησης για εξαίρεση και τέλος της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος.
Θεωρώ ότι αποτελεί πρωταρχικό μέλημα, και ευθύνη του πρωτόδικου δικαστή, η εκδίκαση της αίτησης για προσωρινό διάταγμα με τη μεγαλύτερη σπουδή. Η έκδοση μονομερών διαταγμάτων πρέπει να αποτελεί την εξαίρεση και όχι τον κανόνα σε κάθε δικαστική διαδικασία. Από τη στιγμή που, για βάσιμους λόγους, έχει εκδοθεί ένα τέτοιο δραστικό διάταγμα, ο εκδικάζων δικαστής οφείλει να προγραμματίσει την ακρόαση της αιτήσεως το συντομότερο δυνατό, αν είναι εφικτό εντός ολίγων ημερών. Ο όσο το δυνατό μικρότερος επηρεασμός των δικαιωμάτων των διαδίκων πρέπει να είναι η μεγαλύτερη έγνοια και παράλληλα, ο στόχος των δικαστών. Τούτο δε, μετριάζεται με την έγκαιρη εκδίκαση μιας αίτησης αυτής της μορφής.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, θα έπρεπε να επιδιωχθεί η συμπλήρωση των διαδικασιών αυτών, και υπαρχούσης αυτής της δυνατότητας αδυνατίζει, έτι περαιτέρω, η δυνατότητα προώθησης της διαδικασίας προνομιακού εντάλματος.
Το βασικό επιχείρημα του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών, για έγκριση της παρούσας αιτήσεως, ήταν η ανησυχία που διακατέχει τους πελάτες του, εδραζόμενη στην εκδηλωθείσα μεροληπτική προσέγγιση του δικαστή βασιζόμενη επί των συγκεκριμένων δηλώσεων του, που, καταδεικνύει κατά την άποψη του, και την κατάληξη που θα έχει η εκδίκαση της αίτησης για το προσωρινό διάταγμα.
Πρέπει κατ' αρχήν να σημειώσω ότι θεωρώ τη στάση και συμπεριφορά του πρωτόδικου δικαστή ανεπίτρεπτη. Στοχοποίησε, σε μια υπό εξέλιξη ενώπιον του διαδικασία, τη συμπεριφορά ενός διάδικου. Είναι αναφαίρετο δικαίωμα κάθε διάδικου να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου, όταν έχει προς τούτο κληθεί, και στην προκείμενη περίπτωση ήταν διάδικος εναντίον του οποίου υπήρχε προσωρινό διάταγμα, και να προβάλει την υπεράσπιση του. Δεν είχε κανένα λόγο να προβεί στα σχόλια που καταγράφονται στην ένορκη δήλωση της κας. Μ. Λοΐζου, δικηγόρου της Δημοκρατίας.
Δεν έχει, όπως καταφαίνεται από το σκεπτικό της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου, ημερ. 13 Μαΐου 2013, αντιληφθεί τη σοβαρότητα της όποιας δήλωσης όταν και εφόσον η δίκη βρίσκεται υπό εξέλιξη και δεν έχει εισέτι τεθεί ή αποφασιστεί το πραγματικό υπόβαθρο για την προσφερόμενη κατάληξη σε συμπεράσματα ως προς τα γεγονότα. Ακόμη, και τότε, ο σχολιασμός δεν χρειάζεται να είναι ούτε του ύφους ούτε του περιεχομένου των λεχθέντων από το συγκεκριμένο δικαστή, ιδιαιτέρως στην απουσία της άλλης πλευράς.
Υπαρχόντων, όμως, όπως σημείωσα των εναλλακτικών ενδίκων μέσων, θεωρώ ότι η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί. Ήδη σημειώθηκε ότι η πορεία που προσφέρεται, αίρει, ανεξαρτήτως του σχολιασμού που έτυχε η δικαστική παρέμβαση, τη δυνατότητα επίκλησης των εξαιρετικών περιστάσεων που θα δικαιολογούσαν την επέμβαση με τη δραστικότητα του προνομιακού εντάλματος certiorari. Στο σημείο αυτό θεωρώ σημαντικό να τονιστεί ότι αναμένεται η συμπλήρωση της ακρόασης, για την οριστικοποίηση του συντηρητικού διατάγματος ή όχι, να γίνει με τη μέγιστη δυνατή σπουδή.
Eνόψει των πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται. Ενόψει, όμως, του γεγονότος ότι κατά το στάδιο της καταχώρησης της αίτησης για παραχώρηση αδείας με σκοπό την καταχώρηση του προνομιακού εντάλματος, που έγινε στις 24 Μαΐου 2013, δεν είχε εκδηλωθεί η πρόθεση της Δημοκρατίας για καταχώρηση έφεσης, που έγινε στις 27 Μαΐου 2013, θεωρώ ότι είναι δίκαιο όπως μη επιδικαστούν έξοδα. Ως εκ τούτου η αίτηση απορρίπτεται, χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.