ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2013) 1 ΑΑΔ 1400

5 Ιουλίου, 2013

 

[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ 1964,

 

 ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ

ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ CERTIORARI

ΚΑΙ MANDAMUS,

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/5/13 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΣΤΑ

ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΗΣ

ΑΙΤΗΤΡΙΑΣ ΦΩΤΟΥΛΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ

ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 71/2013,

ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 32 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

ΝΟΜΟΥ 14/60,

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ

ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/5/13, ΜΕ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΠΡΟΧΩΡΗΣΕ ΣΤΗΝ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ ΠΕΤΡΟΥ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΕΣΤΗΣΕ ΑΠΟΛΥΤΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ

30/4/13, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΠΙΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 17/5/13 ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΕΠΙΣΤΡΕΠΤΕΟ ΣΤΙΣ 20/5/13, ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ

ΝΑ ΕΛΕΓΞΕΙ ΟΤΙ ΔΕΝ ΤΗΡΗΘΗΚΑΝ ΟΙ ΠΡΟΝΟΙΕΣ ΤΩΝ

ΘΕΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ

ΤΗΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΔΙΚΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ/Η

ΑΛΛΩΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΩΝ ΑΙΤΗΣΕΩΝ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, ΗΤΟΙ 4 ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΚΑΘΑΡΕΣ

ΗΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗ ΔΙΚΑΣΙΜΟ ΚΑΙ/Η ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ, ΣΤΕΡΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ

ΚΑΘ' ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ ΝΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΣ.

 

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 112/2013)

 

 

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Αίτηση για παραχώρηση άδειας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, προς ακύρωση διατάγματος το οποίο εκδόθηκε από Οικογενειακό Δικαστήριο ως προσωρινό και στη συνέχεια κατέστη απόλυτο στην απουσία του αιτητή ― Η επίδοση του σε χρόνο κάτω των τεσσάρων ημερών δεν δημιουργούσε εξαιρετικές περιστάσεις που να φανέρωναν ότι το δικαστικό μέτρο, αντικείμενο της αίτησης, ήταν τόσο δραστικό, με ανάλογες επιπτώσεις στον αιτητή, ώστε το Ανώτατο να έκρινε ορθό να παραχωρούσε άδεια κατά παρέκκλιση του κανόνα ότι δεν χορηγείται προνομιακή θεραπεία εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Εφ' όσον δεν έχουν εκδοθεί στην Κύπρο Κανονισμοί που να διέπουν τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων, εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι δικονομικοί κανόνες, και πρακτική ανάλογη, όχι όμως ταυτόσημη με τη Δικονομία και πρακτική που τηρείται από τα Αγγλικά Δικαστήρια.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Όταν η διαδικασία εκ πρώτης όψεως φαίνεται να διεξήχθη κανονικά και το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του, τότε δεν μπορεί να λεχθεί ότι υπάρχει νομικό λάθος εμφανές στο πρακτικό.

 

Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Η προνομιακή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου απαιτεί ιδιαίτερη προσήλωση στο τυπικό της διαδικασίας, το οποίο και θα πρέπει να ακολουθείται αυστηρά.

 

Ο αιτητής επιδίωξε την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, προς ακύρωση διατάγματος το οποίο εκδόθηκε εναντίον του από Οικογενειακό Δικαστήριο ως προσωρινό και στη συνέχεια κατέστη απόλυτο στην απουσία του.

 

Η αίτηση για άδεια και η έκθεση γεγονότων που τη συνόδευε, στηρίχθηκαν στους κάτωθι λόγους:

 

α)  Υπήρχε έκδηλο νομικό σφάλμα στην απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου καθ' ότι η επίδοση του διατάγματος στον καθ' ου η αίτηση/αιτητή στην παρούσα, ήταν εκπρόθεσμη, δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, δηλαδή η επίδοση προς τον αιτητή τουλάχιστον τέσσερις ημέρες προηγουμένως, με αποτέλεσμα να πρόκειτο για κακή επίδοση, η οποία του στέρησε το δικαίωμα να ακουστεί.

 

β)  Υπήρχαν εξαιρετικές περιστάσεις και συνθήκες λόγω της φύσης του διατάγματος το οποίο αφορούσε σε διαταγή συνεισφοράς για διατροφή του παιδιού του, ενώ το νομικό «σφάλμα» ήταν εμφανές στο πρακτικό.

 

γ)  Η άσκηση έφεσης κατά της απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου δεν είναι αποτελεσματικό ένδικο μέσο και ούτε ευχερές, και θα έπρεπε να παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια ώστε να ακυρωνόταν άμεσα το διάταγμα για  να μην επέρχονταν δυσμενείς συνέπειες για τον αιτητή, όπως  η φυλάκισή του.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

1.  Η απαιτούμενη ένορκη δήλωση, γινόταν από δικηγόρο του γραφείου της δικηγόρου του αιτητή  και όχι από τον ίδιο, χωρίς να δινόταν οποιαδήποτε εξήγηση γιατί να μην προχωρούσε ο ίδιος σε ένορκη δήλωση. Αναμένεται ότι το φαινόμενο αυτό θα έπρεπε να είχε ήδη εκλείψει σε αιτήσεις αυτής της φύσης. Άλλωστε, εδώ το λάθος δεν είναι ούτε εξώφθαλμο, ούτε προκύπτει από εξέταση του πρακτικού.

 

2.  Δεν οριζόταν με σαφήνεια η επίκληση του δικαιοδοτικού βάθρου.  Δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά σε σχετικό άρθρο του Νόμου ή Θεσμού το οποίο προβλέπει ότι ένα διάταγμα θα πρέπει να επιδοθεί τουλάχιστον «τέσσερις» καθαρές ημέρες πριν τη δικάσιμο και/ή πριν την ημερομηνία εμφάνισης στο Δικαστήριο.

 

3.  Οι ως άνω παραλείψεις, ήταν θεμελιώδεις, και οδηγούσαν την αίτηση σε απόρριψη.

 

4.  Όμως και ως προς την ουσία η αίτηση δεν θα μπορούσε να ικανοποιηθεί. Η ευκαιρία δόθηκε στον αιτητή να ακουστεί ο οποίος όμως παραπονείται ότι δεν του παρασχέθηκε ικανοποιητικός χρόνος, τουλάχιστον τεσσάρων ημερών πριν από τη δικάσιμο, ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να αμφισβητήσει.

 

5.  Επί της ουσίας όμως παρεχόταν στον αιτητή εναλλακτική θεραπεία. Υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, και συγκεκριμένα η διά κλήσεως αίτηση στη βάση της Δ.48, θ.8(4) την οποία μπορεί να ενεργοποιήσει ο αιτητής για να ακυρώσει το εναντίον του διάταγμα ή και να παραμερίσει την επίδοση με άλλη σχετική αίτηση.

 

6.  Δεν παραχωρείται άδεια εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, εκτός αν στοιχειοθετηθούν ικανοποιητικά εξαιρετικές περιστάσεις.

 

7.  Οι συνέπειες και οι επιπτώσεις από τυχόν παρακοή διατάγματος των Δικαστηρίων είναι ως εκ της φύσης της διαδικασίας σοβαρές.  Σε καμία όμως περίπτωση μπορεί να διαπιστωθεί ότι πληρείται η προϋπόθεση των εξαιρετικών περιστάσεων.

 

8.  Στην παρούσα περίπτωση το Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του και δεν είχε αποστεί από τις νομοθετικές και νομολογιακές παραμέτρους.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

In re Aeroporos a.o. (1988) 1 C.L.R. 302,

 

Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265,

 

Μεταξάς (1999) 1 Α.Α.Δ. 2045,

 

Ahapittas v. Rock-Chick Ltd (1968) 1 C.L.R. 1,

 

Lazarou (No. 1) v. Police (1969) 2 C.L.R. 53,

 

In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329,

 

In re an Advocate (1987) 1 C.L.R. 319,

 

Thanos Hotels Ltd v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036,

 

Ιn re HadjiSoteriou (1986) 1 C.L.R. 429,

 

In re Philippou (1986) 1 C.L.R. 568,

 

Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010,

 

Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853,

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

 

Michailovic κ.ά. (Αρ. 1) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 666,

 

Michailovic κ.ά. (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 729,

 

Βase Mental Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1535.

 

Αίτηση.

 

Τ. Μιλτιάδου (κα), για τον Αιτητή.

 

Cur. adv. vult.

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: O αιτητής εναντίον του οποίου κατέστη απόλυτο στην απουσία του, το προσωρινό διάταγμα ημερ. 30.4.2013, Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας, καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία επιδιώκει:

 

Α.   Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το εκδοθέν στις 20.5.2013 απόλυτο διάταγμα του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας, στην αίτηση Διατροφής με αριθμό 71/2013.

 

Β.   Άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση εντάλματος Mandamus, με το οποίο να διατάσσεται το Οικογενειακό Δικαστήριο Λάρνακας να προχωρήσει αμέσως σε ορισμό της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 30.4.2013 στην αίτηση διατροφής αριθμός 71/13 και δοθούν οδηγίες στον καθ' ου η αίτηση για καταχώριση σχετικής ένστασης ως προς τη συνέχιση ισχύος του εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 30.4.13.

 

Γ.   Διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται η αναστολή της ισχύος του εκδοθέντος στις 20.5.2013 απόλυτου διατάγματος, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης Διατροφής με αριθμό 71/2013 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας, μέχρι την αποπεράτωση της διαδικασίας για την έκδοση των πιο πάνω προνομιακών ενταλμάτων ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου.

 

Στην έκθεση γεγονότων υποστηρίζεται ότι υπάρχει έκδηλο νομικό σφάλμα στην απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας: η επίδοση του διατάγματος στον καθ' ου η αίτηση ήταν εκπρόθεσμη, δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, δηλαδή η επίδοση προς τον ίδιο έπρεπε να γινόταν τουλάχιστον τέσσερις ημέρες προηγουμένως, με αποτέλεσμα να πρόκειται για κακή επίδοση, η οποία του στέρησε το δικαίωμα να ακουστεί και να προβάλει την ένστασή του επηρεάζοντας με τον τρόπο αυτό άμεσα τα δικαιώματά του. Το Δικαστήριο έσφαλε εφ' όσον παρέλειψε να ελέγξει προηγουμένως ότι η ημερομηνία επίδοσης του προσωρινού διατάγματος ήταν εκπρόθεσμη και η υπόθεση είχε κακώς επιδοθεί στον καθ' ου η αίτηση, με αποτέλεσμα το διάταγμα να καταστεί απόλυτο σε βάρος του αιτητή χωρίς να του δοθεί η ευκαιρία να προβάλει την ένστασή του ως προς τη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος ημερ. 30.4.2013, το οποίο εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης Διατροφής του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακος με αρ. 71/13.

 

Η αίτηση υποστηρίζεται όχι από ένορκη δήλωση του ιδίου του αιτητή, αλλά από δικηγόρο, εξουσιοδοτημένη από τον ίδιο, όπου προβάλλονται οι λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται η άδεια για εξασφάλιση των προνομιακών ενταλμάτων. Ιδιαιτέρως ότι: Η αίτηση, καθώς και το προσωρινό διάταγμα μαζί με την εναρκτήρια αίτηση, επιδόθηκαν στον αιτητή στις 17.5.2013 ώρα 19:00 και ημέρα Παρασκευή, ενώ το διάταγμα ήταν επιστρεπτέο στις 20.5.2013 και ώρα 8:30 π.μ. ημέρα Δευτέρα. Όταν στις 20.5.2013 αποτάθηκε στη δικηγόρο του, μετά από δική της έρευνα διαπιστώθηκε ότι το διάταγμα έγινε απόλυτο στην απουσία του. Έτσι, θα πρέπει να δοθεί στον αιτητή το δικαίωμα να ακουστεί για να προβάλει τους λόγους ένστασής του, δεδομένου ότι στην περίπτωση αυτή ισχύουν εξαιρετικές περιστάσεις και συνθήκες λόγω της φύσης του διατάγματος το οποίο αφορά σε διαταγή συνεισφοράς για διατροφή του παιδιού του. Υποστηρίζει η συνήγορος του αιτητή ότι το νομικό «σφάλμα» είναι εμφανές στο πρακτικό (error on the face of the record).

 

Νοουμένου ότι πρόκειται για νομικό σφάλμα η άσκηση έφεσης κατά της απόφασης του Δικαστηρίου δεν είναι αποτελεσματικό ένδικο μέσο και ούτε ευχερές, θα πρέπει να παραχωρηθεί η αιτούμενη άδεια ώστε να ακυρωθεί άμεσα το διάταγμα και να μην επέλθουν δυσμενείς συνέπειες για τον αιτητή, όπως είναι η φυλάκισή του.

 

Έχει πλέον γίνει ξεκάθαρο ότι εφ' όσον δεν έχουν εκδοθεί στην Κύπρο Κανονισμοί που να διέπουν τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων, εφαρμόζονται οι αντίστοιχοι δικονομικοί κανόνες, και πρακτική ανάλογη, όχι όμως ταυτόσημη με τη δικονομία και πρακτική που τηρείται από τα Αγγλικά Δικαστήρια (In re Aeroporos a.ο. (1988) 1 C.L.R. 302, Γιάγκου (Αρ. 1) (1998) 1 Α.Α.Δ. 1265, Μεταξάς (1999) 1 Α.Α.Δ. 2045).

 

Η αίτηση πρέπει να υποστηρίζεται από μαρτυρία που να στοιχειοθετεί τα γεγονότα και δυνατόν να πάρει τη μορφή ένορκης δήλωσης. Στο Halsbury´s Laws of England, 3η Έκδοση, Τόμος ΙΙ, παραγρ. 138, σελ.75 υπό τον τίτλο "Nature of evidence admissible and necessary" αναφέρεται:

 

"Where certiorari is sought on the ground of error of law on the face of the record, the Court will not admit any extraneous evidence: the error must be apparent from the record itself.  Where certiorari is sought on the ground of absence or excess of jurisdiction, bias by interest, fraud or breach of natural justice, extraneous evidence of these matters will be admissible, and indeed necessary, if they are not apparent of the face of the record.".

 

Όσον αφορά το προνομιακό ένταλμα Mandamus, μαρτυρία δι' ενόρκου δηλώσεως είναι αναγκαία. Αναφέρεται σχετικά στην ίδια πιο πάνω παράγραφο και σελίδα:

 

"Where mandamus or prohibition is sought, affidavit evidence will be necessary to bring to the notice of the Court the facts constituting the ground of the application. Where mandamus to an inferior tribunal is sought, evidence will be admissible to show that the tribunal has refused to exercise jurisdiction, or has been influenced by irrelevant considerations or has failed to consider relevant matters.". (Βλέπε επίσης Μεταξά, ανωτέρω).

 

Η ένορκη δήλωση, όπως έχω αναφέρει, γίνεται από δικηγόρο του γραφείου της δικηγόρου του αιτητή και όχι από τον ίδιο, χωρίς να δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση γιατί να μην προχωρήσει ο ίδιος σε ένορκη δήλωση. Βλέπε Ahapittas v. Rock-Chick Ltd (1968) 1 C.L.R. 1, Lazarou (No. 1) v. Police (1969) 2 C.L.R. 53, In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329, In re an Advocate (1987) 1 C.L.R. 319 και Thanos Hotels Ltd. v. Ιωάννου (1991) 1 Α.Α.Δ. 1036, όπου διατυπώθηκε με σαφήνεια η θέση ότι είναι ανεπιθύμητο να ορκίζονται δικηγόροι των διαδίκων για την υπόθεση των πελατών τους εκτός όπου αυτό είναι αναγκαίο. Όντως αναμένεται ότι το φαινόμενο αυτό θα έπρεπε να είχε ήδη εκλείψει και να μην συνεχίσει να επαναλαμβάνεται και μάλιστα σε αιτήσεις αυτής της φύσης. Άλλωστε, εδώ το λάθος δεν είναι ούτε εξώφθαλμο, ούτε προκύπτει από εξέταση του πρακτικού. «Πρακτικό» σημαίνει κατά κανόνα το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης και οτιδήποτε ενσωματώνεται σ' αυτό (Πέτρου Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 128-129). Το λάθος όμως πρέπει όντως να είναι εξώφθαλμο και να μπορεί να διαπιστωθεί με την πρώτη ματιά από εξέταση του πρακτικού: Όπως λέχθηκε στη Μεταξάς, ανωτέρω :

 

«Όταν η διαδικασία εκ πρώτης όψεως φαίνεται να διεξήχθη κανονικά και το κατώτερο Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του τότε δεν μπορεί να λεχθεί ότι υπάρχει νομικό λάθος (error of law) εμφανές στο πρακτικό (on the face of the proceedings). Κατά συνέπεια όταν υπάρχει λανθασμένη απόφαση, απαιτείται μαρτυρία που μπορεί να λάβει τη μορφή της ένορκης δήλωσης. Σ' αυτή πρέπει να περιλαμβάνονται και να επιβεβαιώνονται τόσο τα γεγονότα όσο και το νομικό λάθος. Η έλλειψη τέτοιας μαρτυρίας θα καθιστούσε αδύνατο τον έλεγχο από το Ανώτατο Δικαστήριο.

 

Είναι βεβαιωμένο τόσο από την Αγγλική νομολογία όσο και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι το βάρος της απόδειξης εναποτίθεται σ' εκείνο που προβάλλει το λάθος, την παρατυπία ή την παράλειψη. Στην απόφαση In re Aeroporos (πιο πάνω) στη σελίδα 310 αναφέρει ο Πικής, Δ. (όπως ήταν τότε):-

 

"The burden, therefore, to establish the existence of error or irregularity liable to render a judicial order invalid lies on the party who propounds the irregularity, error or omission. As earlier explained not an iota of evidence was adduced to substantiate allegations of irregularity."».

 

Δεν ορίζεται με σαφήνεια η επίκληση του δικαιοδοτικού βάθρου. Ενώ το δικαιοδοτικό βάθρο αναφέρεται στα Άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής Δικαιοσύνης Νόμου του 1964 και στον περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμο, Κεφ.6, Άρθρα 4, 5, 7 και 9, στους Θεσμούς της Πολιτικής Δικονομίας, δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά σε σχετικό άρθρο του Νόμου ή Θεσμού το οποίο προβλέπει ότι ένα διάταγμα θα πρέπει να επιδοθεί τουλάχιστον «τέσσερις» καθαρές ημέρες πριν τη δικάσιμο και/ή πριν την ημερομηνία εμφάνισης στο Δικαστήριο. Η κα Μιλτιάδου σε διερεύνηση του ζητήματος από το Δικαστήριο τοποθετήθηκε αορίστως και με γενικότητα.

 

Παραλείψεις, κατά την κρίση μου, θεμελιώδεις, που οδηγούν την αίτηση σε απόρριψη. Η προνομιακή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου απαιτεί ιδιαίτερη προσήλωση στο τυπικό της διαδικασίας, το οποίο και θα πρέπει να ακολουθείται αυστηρά.

 

Όμως και ως προς την ουσία η αίτηση δεν θα μπορούσε να ικανοποιηθεί. Είναι νομολογιακά σαφές ότι κανένα διάταγμα το οποίο εκδίδεται χωρίς ειδοποίηση δεν μπορεί να παραμένει σε ισχύ για χρόνο μεγαλύτερο από τον αναγκαίο, για επίδοση ειδοποίησης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, ώστε να παρασχεθεί η δυνατότητα σε αυτά να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου και να ενστούν. Ένα τέτοιο διάταγμα παύει να ισχύει αφού λήξει η περίοδος την οποία έταξε το Δικαστήριο, εκτός αν το Δικαστήριο, αφού ακούσει τους διαδίκους, διατάξει διαφορετικά (in re HadjiSoteriou (1986) 1 C.L.R. 429, In re Philippou (1986) 1 C.L.R. 568 και Τράπεζα Κύπρου Λτδ (1999) 1 Α.Α.Δ. 1010). Οι πρόνοιες του Άρθρου 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/1960 αφορούν στο ουσιαστικό δίκαιο που διέπει στην έκδοση συντηρητικών διαταγμάτων. Το δικονομικό πλαίσιο που διέπει την έκδοσή τους καθορίζεται από τους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς και τις πρόνοιες του Άρθρου 9, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 6. Συγκεκριμένα οι πρόνοιες του Άρθρου 9(1) του  Κεφ. 6 όπως και των Κανονισμών 8(1) και 9 της Δ.48 καθιστούν δυνατή την έκδοση διαταγμάτων μονομερώς, κατ' εξαίρεση του γενικού κανόνα της φυσικής δικαιοσύνης: δεν επιτρέπεται η παροχή θεραπείας χωρίς προηγουμένως να παρασχεθεί ευκαιρία στον αντίδικο να ακουστεί και να αμφισβητήσει το διάταγμα πριν αυτό οριστικοποιηθεί. Η ευκαιρία δόθηκε στον αιτητή ο οποίος όμως παραπονείται ότι δεν του παρασχέθηκε ικανοποιητικός χρόνος, τουλάχιστον τεσσάρων ημερών πριν τη δικάσιμο, ώστε να του δοθεί η ευκαιρία να αμφισβητήσει, είτε αυτό καθ' αυτό το διάταγμα και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό εκδόθηκε, είτε τα γεγονότα πάνω στα οποία το Δικαστήριο βασίστηκε για να προχωρήσει σε μονομερή έκδοσή του και να στερηθεί ακόμη του δικαιώματος και της ευκαιρίας να συμβουλευθεί δικηγόρο, αν το επιθυμεί, ώστε να κρίνει και πως θα ενεργήσει.

 

Επί της ουσίας όμως παρέχεται στον αιτητή εναλλακτική θεραπεία. Υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, και συγκεκριμένα η διά κλήσεως αίτηση στη βάση της Δ.48, θ.8(4) την οποία μπορεί να ενεργοποιήσει ο αιτητής για να ακυρώσει το εναντίον του διάταγμα ή και να παραμερίσει την επίδοση με άλλη σχετική αίτηση. Δεν παραχωρείται άδεια εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, εκτός αν στοιχειοθετηθούν ικανοποιητικά εξαιρετικές περιστάσεις (Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41).

Οι συνέπειες και οι επιπτώσεις από τυχόν παρακοή διατάγματος των Δικαστηρίων είναι ως εκ της φύσης της διαδικασίας σοβαρές. Σε καμία όμως περίπτωση μπορεί να διαπιστωθεί ότι πληρείται η προϋπόθεση των εξαιρετικών περιστάσεων. Στην Ανθίμου, όπως και στην Philippou, ανωτέρω, ακυρώθηκε το προσωρινό διάταγμα για το λόγο ότι αυτό δεν έγινε επιστρεπτέο. Στην παρούσα όμως περίπτωση το Δικαστήριο ενήργησε εντός της δικαιοδοσίας του και δεν είχε αποστεί από τις νομοθετικές και νομολογιακές παραμέτρους.

 

Εν όψει των πιο πάνω, διαπιστώνω ότι δεν υφίστανται εξαιρετικές περιστάσεις ή συντρέχουν λόγοι που να φανερώνουν ότι το δικαστικό μέτρο, αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης, είναι τόσο δραστικό, με ανάλογες επιπτώσεις στον αιτητή, ώστε το Δικαστήριο να κρίνει ορθό να παραχωρήσει άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος κατά παρέκκλιση του κανόνα ότι δεν χορηγείται προνομιακή θεραπεία εκεί όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο (Aνθίμου, ανωτέρω, Michailovic κ.ά. (Αρ. 1) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 666, Michailovic κ.ά. (Αρ. 2) (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 729 και Βase Mental Trading Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1535).

 

Εν όψει των πιο πάνω, κρίνω ότι δεν δικαιολογείται η χορήγηση του αιτούμενου διατάγματος. Η αίτηση απορρίπτεται.

 

Η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο