ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 1118
28 Μαΐου, 2013
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. ΡΕΑΣ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ ΚΑΙ 2. ΙΩΑΝΝΗ ΑΝΔΡΟΝΙΚΟΥ, ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η
PROHIBITION,
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2.5.2013 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΝΤΙΜΟ ΠΡΟΕΔΡΟ κ. ΑΝΤΩΝΗ ΛΙΑΤΣΟ, ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ 4461/2008.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 92/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Απορρίφθηκε αίτηση παραχώρησης άδειας προς καταχώρηση αίτησης Certiorari, για ακύρωση ενδιάμεσης πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για εξαίρεση Δικαστή ― Απουσία συζητήσιμης υπόθεσης και εξαιρετικών περιστάσεων.
Δικαστές ― Εξαίρεση Δικαστή ― Το κριτήριο του αποκλεισμού Δικαστή λόγω προκατάληψης (bias) είναι αντικειμενικό ― Είναι η αντίδραση του λογικού δικαιόφρονα πολίτη ενημερωμένου για τα συγκεκριμένα γεγονότα και όχι η (προσωπική) ευαισθησία του Δικαστή, η οποία χωρίς την ύπαρξη βάσιμων λόγων, δεν πρέπει να αφήνεται να τον οδηγεί σε παραίτηση από την εκπλήρωση του καθήκοντός του.
Οι αιτητές επιδίωξαν με την αίτηση την παραχώρηση άδειας προς το σκοπό καταχώρησης προνομιακού εντάλματος της φύσεως certiorari, για ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα των αιτητών για εξαίρεση του Δικαστή της υπόθεσης.
Σε προχωρημένο στάδιο εκδίκασης αγωγής Επαρχιακού Δικαστηρίου, υποβλήθηκε από τους συνηγόρους των εναγομένων προφορικό αίτημα για εξαίρεση του εκδικάζοντος την υπόθεση Δικαστή, επειδή, όπως προβλήθηκε, οι δικηγόροι των εναγόντων ενεργούσαν και ως δικοί του δικηγόροι σε εκκρεμούσα ομαδική προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με τη μείωση του δικαστικού μισθολογίου ( η οποία και είχε ήδη αποσυρθεί).
Ο εκδικάζων την υπόθεση πρωτόδικος Δικαστής επιλήφθηκε άμεσα του αιτήματος, το οποίο και απέρριψε με σχετική απόφαση, κρίνοντας ότι τα δεδομένα της περίπτωσης δεν δικαιολογούσαν την εξαίρεσή του.
Όπως αναφέρθηκε στη διαδικασία Certiorari, η πλευρά των εναγομένων δεν ήγειρε θέμα υποκειμενικής αμεροληψίας. Το αίτημα προωθήθηκε αποκλειστικά με άξονα τη θέση ότι ενόσω εκκρεμούσε η εκδίκαση της προσφυγής του πρωτόδικου Δικαστή, την οποία χειρίζονταν οι ίδιοι δικηγόροι που χειρίζονταν και την αγωγή, «..αντικειμενικά δημιουργείτο η εντύπωση της μεροληπτικής μεταχείρισης και/ή παραβίασης της αρχής της αμεροληψίας και/ή ανεξαρτησίας του εκδικάζοντος Δικαστή σε τρίτο νομιμόφρωνα ανεξάρτητο πολίτη της Δημοκρατίας ο οποίος θα ελάμβανε γνώση και/ή είχε γνώση των συγκεκριμένων γεγονότων και ότι δεν θα ήταν ορθό και/ή πρέπον και ή δίκαιο να συνεχίσει η εκδίκαση της υπόθεσης». Κατά συνέπεια, θα έπρεπε να δοθεί η αιτούμενη άδεια στους αιτητές ώστε να τους διδόταν η ευκαιρία να ακουστούν.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον με βάση τις νομολογημένες αρχές για την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων, καταδεικνυόταν συζητήσιμη υπόθεση ήταν αρνητική.
2. Ένας λογικός δικαιόφρονας πολίτης δεν θα αναμενόταν να καταλογίσει μεροληψία, ή να σκεφθεί ότι ενδεχομένως ο Δικαστής θα μεροληπτούσε υπέρ των εναγόντων και σε βάρος των εναγομένων (αιτητών), μόνο και μόνο επειδή οι δικηγόροι των εναγόντων ενεργούσαν και ως δικηγόροι του Δικαστή σε προσφυγή με αντικείμενο ισχυριζόμενη αντισυνταγματικότητα νόμου που αφορούσε το σύνολο των Δικαστών.
3. Τη στιγμή μάλιστα που οι δύο δικηγόροι των εναγόντων ήταν μέλη ομάδας δικηγόρων που αντιπροσώπευαν τη μεγάλη πλειοψηφία των πρωτόδικων Δικαστών και, περαιτέρω, όταν ζητήθηκε η εξαίρεση του συγκεκριμένου Δικαστή, αυτός ήδη είχε αποσύρει την προσφυγή του και κατά συνέπεια κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος οι δικηγόροι των εναγόντων δεν ενεργούσαν και ως δικηγόροι του για οποιοδήποτε θέμα.
4. Άδεια δεν θα παραχωρείτο και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η απόρριψη του αιτήματος των αιτητών για εξαίρεση μπορούσε να προσβληθεί με έφεση και με όσα οι αιτητές έθεσαν, δεν είχαν τεκμηριώσει εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να τους χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια. Τοσούτω μάλλον όταν η ακροαματική διαδικασία της αγωγής ήταν στο τελικό της στάδιο.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,
Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853,
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.Α.Δ. 464,
Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116,
Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,
Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,
Adidas v. Krashias Shoe Factory Ltd (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 873.
Αίτηση.
Χρ. Κληρίδης και Ξ. Ξενοφώντος και Ν. Γεωργίου για Κ. Καλλή, για τους Αιτητές.
Cur. adv. vult.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Σε προχωρημένο στάδιο εκδίκασης της αγωγής 4461/2008 (στο εξής η αγωγή) του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας υποβλήθηκε από τους συνηγόρους των εναγομένων προφορικό αίτημα για εξαίρεση του εκδικάζοντος την υπόθεση δικαστή επειδή, όπως προβλήθηκε, οι δικηγόροι των εναγόντων ενεργούσαν και ως δικοί του δικηγόροι σε εκκρεμούσα προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο εκδικάζων την υπόθεση ευπαίδευτος Πρόεδρος επιλήφθηκε άμεσα του αιτήματος, το οποίο και απέρριψε με σχετική απόφαση ημερ. 2.5.13. Με αποτέλεσμα οι εναγόμενοι - εδώ αιτητές - να απευθυνθούν στο παρόν δικαστήριο δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 154.4 του Συντάγματος και αρ. 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλες Διατάξεις) Νόμου 33/1964 για άδεια καταχώρισης αίτησης με την οποία θα ζητείται:-
Α. Η έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για την προσαγωγή της απόφασης ημερ. 2.5.13 στο Ανώτατο Δικαστήριο για ακύρωση και/ή
Β. Η έκδοση προνομιακού εντάλματος Prohibition που θα απαγορεύει στον εκδικάζοντα δικαστή από του να συνεχίζει να εκδικάζει και αποφασίζει την αγωγή και
Γ. Αναστολή της περαιτέρω διαδικασίας της αγωγής μέχρι έκδοσης απόφασης στην αίτηση Certiorari/Prohibition και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του δικαστηρίου.
Όπως αποκαλύπτεται από το υλικό που τέθηκε ενώπιον του (παρόντος) δικαστηρίου, το ιστορικό που οδήγησε στην υποβολή του αιτήματος εξαίρεσης έχει σε συντομία ως ακολούθως:-
Η αγωγή καταχωρήθηκε την 1.8.08 και με αυτή οι ενάγοντες αξίωναν εναντίον της αιτήτριας υπ' αρ. 1 ως πρωτοφειλέτριας και εναντίον του αιτητή υπ' αρ. 2 ως εγγυητή το ποσό των €15.034.183,99 δυνάμει γραμματίου συνήθους τύπου.
Η ακρόαση της αγωγής ξεκίνησε στις 11.1.13 με δικηγόρους των εναγόντων τους Α. Μαρκίδη και Γ. Τριανταφυλλίδη και των εναγομένων τους Γ. Γεωργίου και Κ. Καλλή, με τον Γ. Γεωργίου να εκπροσωπεί την αιτήτρια υπ' αρ. 1 και τον Κ. Καλλή τον αιτητή υπ' αρ. 2.
Μετά το κλείσιμο της υπόθεσης για τους ενάγοντες κλήθηκε να καταθέσει η αιτήτρια αρ. 1, η οποία, για σκοπούς κυρίως εξέτασης, προέβη σε γραπτή δήλωση/κατάθεση δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 25 του περί Αποδείξεως Νόμου Κεφ. 9. Οι συνήγοροι όμως των εναγόντων ήγειραν ένσταση στην αποδοχή μέρους της μαρτυρίας της όπως αυτή καταγραφόταν στο σχετικό έγγραφο. Ό,τι εδώ ενδιαφέρει είναι ότι ως αποτέλεσμα της ένστασης το δικαστήριο έκρινε με ενδιάμεση απόφαση ημερ. 15.2.13 ότι μέρη της εν λόγω μαρτυρίας δεν αποτελούσαν επιτρεπτή μαρτυρία και στη βάση αυτή προχώρησε σε διαγραφή τους και ακολούθως όρισε την υπόθεση για συνέχιση της ακρόασης στις 26.2.13.
Οι αιτητές πρόσβαλαν την προαναφερθείσα ενδιάμεση απόφαση ημερ. 15.2.13 με έφεση, η οποία απορρίφθηκε στις 30.4.13 και δύο ημέρες μετά, στις 2.5.13, οι διάδικοι εμφανίσθηκαν στο δικαστήριο για συνέχιση της ακροαματικής διαδικασίας της αγωγής από το σημείο που διεκόπη, δηλαδή για έναρξη της κυρίως εξέτασης της αιτήτριας αρ. 1. Όμως, στο μεταξύ, ο μέχρι τότε δικηγόρος της αιτήτριας αρ. 1 αντικαταστάθηκε από τον κ. Κληρίδη, ο οποίος, μόλις το δικαστήριο ανέφερε ότι η διαδικασία ήταν στο στάδιο της κυρίως εξέτασης της αιτήτριας αρ. 1 (Μ.Υ. 1), ήγειρε προφορικά θέμα εξαίρεσης του εκδικάζοντος την υπόθεση δικαστή. Πρόβαλε συναφώς ότι, παρά την εκτίμηση που έτρεφαν οι συνήγοροι υπεράσπισης στο πρόσωπό του, εντούτοις θα έπρεπε να αυτοεξαιρεθεί και/ή εξαιρεθεί από την εκδίκαση της υπόθεσης καθότι όταν άρχισε η ακροαματική διαδικασία εκκρεμούσε στο Ανώτατο Δικαστήριο προσφυγή του εναντίον της μείωσης των απολαβών των δικαστών στην οποία είχε ως δικηγόρους τους δικηγόρους των εναγόντων και στη βάση αυτού του δεδομένου προέκυπτε αντικειμενικά θέμα αμεροληψίας.
Με την υποβολή του αιτήματος εξαίρεσης αποσαφηνίστηκε ότι πράγματι οι δικηγόροι των εναγόντων Γ. Τριανταφυλλίδης και Α. Μαρκίδης, αλλά και άλλοι δικηγόροι, είχαν καταθέσει εκ μέρους του συνόλου σχεδόν των πρωτόδικων δικαστών προσφυγές που αφορούσαν τη μείωση των απολαβών τους, πλην όμως η μεγάλη πλειοψηφία των προσφυγών - μεταξύ των οποίων και αυτή του εκδικάζοντος την αγωγή δικαστή - είχαν αποσυρθεί. Παρόλα αυτά ο κ. Κληρίδης επέμενε στο αίτημά του και για τεκμηρίωσή του παρέπεμψε σε νομολογία, πλην όμως, όπως κρίθηκε από τον πρωτόδικο δικαστή, τα δεδομένα της περίπτωσης δεν δικαιολογούσαν την εξαίρεσή του.
Όπως έχει ήδη σημειωθεί, ο κ. Κληρίδης, δεν ήγειρε θέμα υποκειμενικής αμεροληψίας. Το αίτημα προωθήθηκε αποκλειστικά με άξονα τη θέση ότι ενόσω εκκρεμούσε η εκδίκαση της προσφυγής του πρωτόδικου δικαστή, την οποία χειρίζονταν οι ίδιοι δικηγόροι που χειρίζονταν και την αγωγή, «..αντικειμενικά δημιουργείται η εντύπωση της μεροληπτικής μεταχείρισης και/ή παραβίασης της αρχής της αμεροληψίας και/ή ανεξαρτησίας του εκδικάζοντος δικαστή σε τρίτο νομιμόφρων ανεξάρτητο πολίτη της Δημοκρατίας ο οποίος θα ελάμβανε γνώση και/ή είχε γνώση των συγκεκριμένων γεγονότων και ότι δεν θα ήταν ορθό και/ή πρέπον και ή δίκαιο να συνεχίσει η εκδίκαση της υπόθεσης». Κατά συνέπεια, κατέληξε ο κ. Κληρίδης πρέπει να δοθεί η αιτούμενη άδεια στους αιτητές ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να ακουστούν.
Οι βασικές νομικές αρχές που διέπουν αιτήματα της εξεταζόμενης φύσεως αναπτύσσονται λεπτομερώς στο σύγγραμμα του Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου Π. Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 122 και επόμενα και μπορούν να διατυπωθούν ως ακολούθως:-
Η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. (Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά. (Βλ. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853). Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Κι αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.Α.Δ. 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).
Έχοντας υπόψη τις προαναφερθείσες αρχές εξέτασα ως πρώτο ζήτημα κατά πόσο τα όσα τέθηκαν ενώπιό μου καταδεικνύουν συζητήσιμη υπόθεση. Η απάντηση κατά την κρίση μου είναι αρνητική. Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Adidas v. Krashias Shoe Factory Ltd (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 873 - με αναφορά και σε προηγούμενη επί του θέματος νομολογία η οποία ποσώς δεν έχει διαφοροποιηθεί από την επιπλέον νομολογία που επικαλέστηκε ο κ. Κληρίδης - το κριτήριο του αποκλεισμού δικαστή λόγω προκατάληψης (bias) είναι αντικειμενικό. Είναι η αντίδραση του λογικού δικαιόφρονα πολίτη ενημερωμένου για τα συγκεκριμένα γεγονότα και όχι η (προσωπική) ευαισθησία του δικαστή, η οποία χωρίς την ύπαρξη βάσιμων λόγων - όπως ορθά επεσήμανε και το πρωτόδικο δικαστήριο - δεν πρέπει να αφήνεται να τον οδηγεί σε παραίτηση από την εκπλήρωση του καθήκοντός του. Αυτό κατά την άποψή μου θα συνέβαινε και στην υπό εξέταση περίπτωση, εάν ο πρωτόδικος δικαστής ικανοποιούσε το αίτημα των δικηγόρων των αιτητών και εξαιρείτο από την εκδίκαση της υπόθεσης. Και αυτό καθότι ένας λογικός δικαιόφρονας πολίτης δεν θα αναμενόταν να καταλογήσει μεροληψία, ή να σκεφθεί ότι ενδεχομένως ο δικαστής θα μεροληπτούσε υπέρ των εναγόντων και σε βάρος των εναγομένων (αιτητών), μόνο και μόνο επειδή οι δικηγόροι των εναγόντων ενεργούσαν και ως δικηγόροι του δικαστή σε προσφυγή με αντικείμενο ισχυριζόμενη αντισυνταγματικότητα νόμου που αφορούσε το σύνολο των δικαστών. Τη στιγμή μάλιστα που οι δύο δικηγόροι των εναγόντων ήταν μέλη ομάδας δικηγόρων που αντιπροσώπευαν τη μεγάλη πλειοψηφία των πρωτόδικων δικαστών και, περαιτέρω, όταν ζητήθηκε η εξαίρεση του συγκεκριμένου δικαστή αυτός ήδη είχε αποσύρει την προσφυγή του και κατά συνέπεια κατά το χρόνο υποβολής του αιτήματος οι δικηγόροι των εναγόντων δεν ενεργούσαν και ως δικηγόροι του για οποιοδήποτε θέμα. Συναφώς επισημαίνεται ότι το αίτημα προωθήθηκε με άξονα τη θέση ότι ενόσω εκκρεμούσε η εκδίκαση της προσφυγής του (πρωτόδικου) δικαστή, την οποία χειρίζονταν οι ίδιοι δικηγόροι που χειρίζονταν και την αγωγή, «αντικειμενικά δημιουργείται η εντύπωση της μεροληπτικής μεταχείρισης ..» και, όμως, η εξαίρεση ζητήθηκε μετά την απόσυρση της προσφυγής και αφού στο μεταξύ απορρίφθηκε έφεση των αιτητών εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του (πρωτόδικου) δικαστή, η οποία ενδιάμεση απόφαση κατά τους αιτητές ήταν καταλυτικής σημασίας για την προώθηση της υπεράσπισής τους.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη, σημειώνεται ότι ασκώντας τη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου δεν θα παραχωρούσα την αιτούμενη άδεια για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η απόρριψη του αιτήματος των αιτητών για εξαίρεση μπορεί να προσβληθεί με έφεση και με όσα οι αιτητές έθεσαν ενώπιό μου δεν έχουν τεκμηριώσει εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να τους χορηγηθεί η αιτούμενη άδεια. Τοσούτω μάλλον όταν η ακροαματική διαδικασία της αγωγής φαίνεται να είναι στο τελικό της στάδιο.
Κατ' ακολουθία των πιο πάνω η αίτηση για παροχή άδειας καταχώρισης αίτησης για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και/ή Prohibition απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.