ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 768
22 Μαρτίου, 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΝΑΓΗ Δ/στές]
ΜΑΡΙΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ-ΜΕΣΑΡΙΤΗ,
Εφεσείουσα,
ν.
ALPHA BANK CYPRUS LTD,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 181/2011)
Έφεση ― Επαναφορά Έφεσης η οποία απορρίφθηκε λόγω μη καταχώρησης περιγράμματος αγόρευσης, δυνάμει της Δ.35, Θ.13 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας ― Παράγοντες οι οποίοι επενήργησαν ώστε η διακριτική ευχέρεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου να ασκηθεί υπέρ της αποδοχής της αίτησης για επαναφορά της απορριφθείσας Έφεσης.
Η εφεσείουσα αιτήθηκε την επαναφορά απορριφθείσας Έφεσης η οποία είχε απορριφθεί λόγω μη καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης της εφεσείουσας εντός της προθεσμίας που είχε ορισθεί από το Εφετείο.
Της αίτησης επαναφοράς είχε προηγηθεί καταχώρηση αίτησης για παράταση του χρόνου καταχώρησης περιγράμματος, ενώ η Έφεση είχε ήδη απορριφθεί.
Η καταχώρηση της αίτησης παράτασης, παρά την απόρριψη της έφεσης, ήταν αποτέλεσμα λάθους του Πρωτοκολλητείου.
Ετέθη, ενώπιον του Δικαστηρίου η οποία και ενεκρίθη με τη συγκατάθεση των εφεσιβλήτων/καθ' ων η Αίτηση. Το περίγραμμα αγόρευσης καταχωρήθηκε την αμέσως επομένη, εντός της προθεσμίας που ετάχθη, και εδόθησαν και αντίγραφα. Την ίδια μέρα, όμως, αργότερα, το Πρωτοκολλητείο ενημέρωσε τηλεφωνικά περί της διαπίστωσης της απόρριψης της έφεσης.
Οι εφεσίβλητοι/Καθ' ων η Αίτηση στην αίτηση επαναφοράς της Έφεσης η οποία ακολούθησε, υποστήριξαν ενιστάμενοι, ότι αν γνώριζαν ότι η έφεση είχε απορριφθεί δεν θα έδιναν την εν λόγω συγκατάθεση, δεδομένων των νομολογιακών αρχών.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η περίπτωση αυτή δεν μπορούσε να ιδωθεί με περιορισμένη αναφορά στη διάπραξη καλόπιστου λάθους εκ μέρους του δικηγόρου, ώστε να περιορίζεται ανάλογα η ευχέρεια του Δικαστηρίου, στη βάση της νομολογίας.
2. Και αν η απόρριψη της Έφεσης από το Δικαστήριο ήταν όντως δικαστική πράξη, παρά ταύτα και η επόμενη έγκριση της εκπρόθεσμης καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης ήταν και αυτή δικαστική πράξη.
3. Το λάθος το οποίο διέπραξε και το Πρωτοκολλητείο στο να αποδεχθεί την αίτηση για παράταση, ενώ η έφεση είχε απορριφθεί, και στο να θέσει, στη συνέχεια, ενώπιον του Δικαστηρίου την αίτηση η οποία και ενεκρίθη με τη συγκατάθεση των εφεσιβλήτων, συνιστούσαν συνθήκες τέτοιες που να δικαιολογούσαν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος της εφεσείουσας.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας.
Έφεση-Αίτηση.
Αίτηση από την Εφεσείουσα στα πλαίσια έφεσης που καταχωρήθηκε εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Στυλιανίδης, Α.Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 26/10), ημερομ. 22/3/2011.
Α. Κουκούνη για Άντη Τριανταφυλλλίδη & Υιούς ΔΕΠΕ, για Εφεσείουσα - Αιτήτρια.
Δ. Καρή για Γεωργιάδη & Πελίδη, για τους Εφεσίβλητους - Καθ' ων η αίτηση.
ex tempore
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.
ΧATZHXAMΠΗΣ, Δ.: Στις 24.1.12 το Εφετείο έδωσε οδηγίες, στο στάδιο προδικασίας, για καταχώρηση περιγραμμάτων αγόρευσης στην Πολιτική Έφεση αρ. 181/11. Η προθεσμία για το περίγραμμα αγόρευσης της εφεσείουσας έληξε στις 9.3.12. Η έφεση, στη συνέχεια, απερρίφθη από το Δικαστήριο λόγω του ότι δεν κατεχωρήθη το περίγραμμα αγόρευσης της εφεσείουσας εντός της προθεσμίας που είχε δοθεί και η εφεσείουσα καταχώρησε αίτηση για επαναφορά της έφεσης η οποία και ετέθη ενώπιόν μας.
Η εξήγηση που έδωσε στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση της είναι ότι, παρόλον ότι το περίγραμμα αγόρευσης είχε εγκαίρως ετοιμασθεί, ώστε να ετηρείτο η προθεσμία, εν τούτοις δεν κατεχωρήθη διότι, ως αποτέλεσμα καλόπιστου λάθους, ετέθη στο φάκελο του γραφείου ως καταχωρηθέν ενώ δεν είχε καταχωρηθεί. Το γεγονός της μη καταχώρησης, μάλιστα, του περιγράμματος αγόρευσης, περιήλθε στην αντίληψη των δικηγόρων της εφεσείουσας στην πορεία έρευνας που διεξήχθη στο φάκελο του Δικαστηρίου στην προσπάθεια εντοπισμού του λόγου για τον οποίο δεν υπήρχε περίγραμμα εκ μέρους της άλλης πλευράς. Εφόσον διεπιστώθη τότε το λάθος που είχε γίνει, πληροφόρησαν τους αντιδίκους περί της, εκ παραδρομής, μη καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης, οι οποίοι και συγκατατέθησαν σε παράταση χρόνου για καταχώρηση του περιγράμματος αγόρευσης, πράγμα το οποίο επιδιώχθηκε με αίτηση που υπεβλήθη προς το Δικαστήριο στις 9.11.12. Στις 13.11.12 επληροφορήθησαν οι δικηγόροι ότι η αίτηση για παράταση χρόνου εγκρίθηκε και ότι εδόθησαν οδηγίες όπως το περίγραμμα αγόρευσης καταχωρηθεί εντός δυο ημερών. Το περίγραμμα αγόρευσης καταχωρήθηκε την αμέσως επομένη, την 14η Νοεμβρίου, εντός της προθεσμίας που ετάχθη, και εδόθησαν και αντίγραφα. Την ίδια μέρα, όμως, αργότερα, ελήφθη τηλεφώνημα από το Πρωτοκολλητείο ότι η έφεση, όπως προέκυψε από την εξέταση του φακέλου, είχε ήδη απορριφθεί, όπως σημειώσαμε αρχικά. Η απόρριψη είχε γίνει στις 16.5.12.
Υπήρξε ένσταση εκ μέρους των εφεσιβλήτων οι οποίοι, πέραν της αναφοράς σε παρατυπίες και άλλα, παραπέμπουν στο καθυστερημένο της υποβολής της αιτήσεως και στην έλλειψη ερείσματος με αναφορά στις αρχές της νομολογίας, με ιδιαίτερη αναφορά στο ότι το λάθος το οποίο μεσολάβησε δεν συνιστά καλή αιτία για την οποία να μπορούσε να εγκριθεί το αίτημα. Και οι εφεσίβλητοι έκαμαν αναφορά στα γεγονότα, δεχόμενοι ότι συγκατατέθησαν στην εκπρόθεσμη κατάθεση του περιγράμματος και μάλιστα, όταν στις 15.11.12 και πάλιν είχαν πληροφορηθεί ότι δεν κατεχωρήθη το περίγραμμα αγόρευσης και εζητήθη η συγκατάθεση τους για παράταση της προθεσμίας καταχώρησης του, ότι υπέγραψαν και πάλιν τη σχετική συγκατάθεση, μη γνωρίζοντας ότι η έφεση είχε απορριφθεί. Σημειώνουν, όμως, ότι αν γνώριζαν ότι η έφεση είχε απορριφθεί δεν θα έδιναν την εν λόγω συγκατάθεση, έχοντας υπόψη τη νομολογία.
Η περίπτωση αυτή δεν μπορεί να ιδωθεί με περιορισμένη αναφορά στη διάπραξη καλόπιστου λάθους εκ μέρους του δικηγόρου, ώστε να περιορίζεται ανάλογα η ευχέρεια του Δικαστηρίου, στη βάση της νομολογίας. Είχε ευρύτερες προεκτάσεις, αφού η εξέλιξη των δεδομένων αφορούσε στο γεγονός ότι, όπως και τα δυο μέρη δεν γνώριζαν, είχε ήδη απορριφθεί η έφεση. Όμως, τούτο ήταν κάτι το οποίο αφορούσε και στους δυο. Δεν μπορεί, δηλαδή, να ακούεται η μια πλευρά να λέγει ότι αν το γνώριζε δεν θα συγκατατίθετο, ενώ ήταν ένα ενδεχόμενο το οποίο υφίστατο ήδη και θα μπορούσε να περιερχόταν σε γνώση τους αν ενδιαφέροντο να δώσουν τη συγκατάθεσή τους υπό τον όρο ότι δεν είχε απορριφθεί η έφεση, όπως έρχονται τώρα να πούν. Δεν θα δώσουμε, λοιπόν, σημασία σ' αυτό το γεγονός. Θα δώσουμε, όμως, σημασία στο γεγονός ότι οι ίδιοι έδωσαν τη συγκατάθεσή τους στην εκπρόθεσμη καταχώρηση του περιγράμματος αγόρευσης αλλά και ότι, στη συνέχεια, υπήρξε αίτηση προς το Δικαστήριο η οποία εκρίθη στη βάση και της δικής τους συγκατάθεσης. Και αν η απόρριψη της Έφεσης από το Δικαστήριο ήταν όντως δικαστική πράξη, παρά ταύτα και η επόμενη έγκριση της εκπρόθεσμης καταχώρησης του περιγράμματος αγόρευσης ήταν και αυτή δικαστική πράξη.
Με όλα αυτά τα δεδομένα, θεωρούμε ότι εδώ το λάθος το οποίο διέπραξε και το Πρωτοκολλητείο στο να αποδεχθεί την αίτηση για παράταση, ενώ η έφεση είχε απορριφθεί, και στο να θέσει, στη συνέχεια, ενώπιον του Δικαστηρίου την αίτηση η οποία και εκρίθη με την συγκατάθεση των εφεσιβλήτων, συνιστούν συνθήκες τέτοιες που να δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου προς όφελος της εφεσείουσας. Θα επιτρέψουμε την επαναφορά της έφεσης με €500 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον των εφεσιβλήτων.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας.