ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                            (Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 8/2012)

 

4 Ιουλίου, 2013

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]

 

ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΥΒΟΙΑΣ (ΣΥΝ.ΠΕ.),

                                                                                Ενάγοντες,

- και -

 

1.    ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ "AVANTIS II" (IMO 7432305)

ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ,

2.    ΝΗΛΕΥΣ ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ,

                                                                               Εναγομένων.

 

 

Αίτηση ημερ. 20.2.13, για παρέμβαση της S.K.P. Enterprises Ltd

Α. Χριστοφή για Α. Γιωρκάτζη, για την Αιτήτρια.

Χρ. Γκούντρας για Αργυρού & Δημοσθένους, για τους Καθ' ων η αίτηση -Ενάγοντες.

 

 

 

 

 

E N Δ Ι Α Μ Ε Σ Η    Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-

Η θεραπεία που ζητείται

Η εταιρεία S.K.P. Enterprises Ltd ζητά διάταγμα:- (α) που να διατάσσει όπως προστεθεί ως εναγόμενη στην αγωγή και εναλλακτικά, (β) που να της επιτρέπει να παρέμβει ως ενδιαφερόμενο μέρος.  Σημειώνεται ότι για τους δύο εναγομένους εμφανιζόταν δικηγόρος μέχρι τις 5.7.2012 που ζήτησε άδεια να αποσυρθεί, η οποία του παραχωρήθηκε.  Στη συνέχεια η αγωγή ορίστηκε για απόδειξη, αλλά αναβλήθηκε επειδή μεσολάβησαν δύο αιτήσεις για προσθήκη ή παρέμβαση μιας άλλης εταιρείας και της Αιτήτριας.

 

Τα γεγονότα

Σύμφωνα με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, η Αιτήτρια είναι ενάγουσα στην Αγωγή Ναυτοδικείου 30/2011 αξιώνοντας εναντίον του ίδιου πλοίου και των Εναγομένων 2, το ποσό των ΗΠΑ$64.526,71 το οποίο αντιπροσωπεύει την αξία καυσίμων και λιπαντικών που προμήθευσε στο εναγόμενο πλοίο. 

 

Μετά από Αίτηση της Αιτήτριας εκδόθηκε διάταγμα σύλληψης του πλοίου το οποίο σε κατοπινό στάδιο πωλήθηκε εκκρεμούσης της δίκης (pedente lite) σε δημόσιο πλειστηριασμό.  Το προϊόν εκποίησης του πλοίου (ΗΠΑ$855.000) έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο.  Στις 19.12.2012 η Αιτήτρια στα πλαίσια της Αγωγής Ναυτοδικείου 30/2011, εξασφάλισε απόφαση εναντίον και των δύο Εναγομένων για ποσό €45.233,80, πλέον τόκο και ΦΠΑ, με αποτέλεσμα να καταστεί εξ αποφάσεως πιστωτής.  Ως εκ τούτου ισχυρίζεται ότι είχε άμεσο συμφέρον στην περιουσία που αποτελούσε το αντικείμενο (res) και συνεπώς το συμφέρον της συνεχίζει επί του εκπλειστηριάσματος, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται η παρέμβαση της στην παρούσα αγωγή.  Δεδηλωμένος στόχος της Αιτήτριας είναι να αντικρούσει την αιτία της αγωγής των Καθ' ων η αίτηση-Εναγόντων την οποία θεωρούν «αναληθή, εικονική και πλασματική».  Σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων, οι Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες οι οποίοι φαίνεται να είναι τραπεζικό ίδρυμα αξιώνουν το συνολικό ποσό του €1.704.921, το οποίο αντιπροσωπεύει το υπόλοιπο λογαριασμών δανείων, οι συμφωνίες των οποίων, κατά τους Ενάγοντες, έχουν τερματιστεί, αλλά τα οφειλόμενα ποσά εξασφαλίζονται με υποθήκες επί του πλοίου.  Όπως ισχυρίζεται η Αιτήτρια, αν οι Ενάγοντες επιτύχουν στην αγωγή τους δεν θα παραμείνει οποιοδήποτε ποσό για να εξοφληθεί και η δική τους απαίτηση, η οποία δεν έχει οποιαδήποτε προτεραιότητα.  Η Αιτήτρια ισχυρίζεται επίσης ότι οι Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες καταχώρισαν την παρούσα αγωγή με στόχο να στερήσουν την Αιτήτρια της συμμετοχής στη διανομή του εκπλειστηριάσματος του Εναγομένου πλοίου.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες ενίστανται στην Αίτηση.  Ισχυρίζονται ότι η Αιτήτρια δεν έχει άμεσο συμφέρον για να παρέμβει και ότι εν πάση περιπτώσει, δεν παρουσίασε καμιά μαρτυρία που να τεκμηριώνει με την απαιτούμενη σαφήνεια τον ισχυρισμό της ότι η αξίωση των Εναγόντων είναι «αναληθής, εικονική και πλασματική».  Τυχόν συνένωση της Αιτήτριας στην αγωγή θα σήμαινε προσθήκη νέου αγώγιμου δικαιώματος και θα εκτροχίαζε την πραγματοπαγή (in rem) διαδικασία του Ναυτοδικείου.  Όπως περαιτέρω ισχυρίζονται οι Καθ' ων η αίτηση, οι κανόνες ορθής απονομής της δικαιοσύνης απαιτούν όπως η σχετικά μικρή απαίτηση της Αιτήτριας θα πρέπει να εξεταστεί στο στάδιο των προτεραιοτήτων, αφού δεν θεωρείται προνομιούχα.  Τέλος, οι Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται στην παράγραφο 12 της ένορκης δήλωσης τους ότι η αίτηση «έχει καταχωρηθεί καταχρηστικά προς εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών της Αιτήτριας και αποσκοπεί στην παρέλκυση της διαδικασίας με σκοπό να εμποδιστούν οι Ενάγοντες να προωθήσουν την καθ' όλα βάσιμη αξίωση τους στην παρούσα αγωγή», η οποία στηρίζεται σε ναυτικές υποθήκες δεόντως εγγεγραμμένες στο νηολόγιο προς όφελος των Καθ' ων η αίτηση-Εναγόντων.

Σημειώνω ότι παρόμοια αίτηση για παρέμβαση, καταχώρισε και η εταιρεία Delaford Trading Ltd η οποία εκπροσωπείται από τους ίδιους δικηγόρους που εκπροσωπούν την Αιτήτρια.  Το αίτημα απορρίφθηκε με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου, ημερ. 25.2.2013.

 

Η νομική πτυχή

Η αίτηση στηρίχθηκε, μεταξύ άλλων, στους Κανονισμούς 30 και 35 των περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου του 1893.  Όμως κατά την αγόρευση του ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Αιτήτρια εγκατέλειψε τον Κανονισμό 30 με αποτέλεσμα η αίτηση να περιοριστεί στον Κανονισμό 35, ο οποίος προβλέπει σε μετάφραση ότι:-

«35. Οι διάδικοι που κατονομάζονται στο κλητήριο ένταλμα, όπως και κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στην περιουσία που επιδιώκεται να επηρεαστεί από την αγωγή και επιθυμεί να αμφισβητήσει την απαίτηση, οφείλουν να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Δικαστή είτε προσωπικά είτε με δικηγόρο κατά το χρόνο που αναφέρεται για το σκοπό αυτό στο κλητήριο ένταλμα.»

 

Ενώ ο Καν. 30 επιτρέπει τη διαγραφή ή προσθήκη διαδίκου, όπου αυτό κρίνεται αναγκαίο για σκοπούς της αγωγής, ο Καν. 35 επιτρέπει σε πρόσωπο που «έχει συμφέρον στην περιουσία που επιδιώκεται να επηρεαστεί από την αγωγή» να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου και να αμφισβητήσει την απαίτηση.  Επομένως άλλο συμφέρον στην αγωγή και άλλο συμφέρον στο αντικείμενο (res).

Τα δικαιώματα του προσώπου που ζητά παρέμβαση, περιορίζονται στην προστασία των δικών του συμφερόντων στο αντικείμενο (res) και δεν έχει δικαίωμα να εγείρει ζητήματα που δεν είναι σχετικά ή υπερασπίσεις που οι ίδιοι οι εναγόμενοι δεν θα μπορούσαν να εγείρουν (βλ. The Lord Strathcona [1925] P. 143 και The Byzantion (1922) 16 Asp. 19 και Admiralty Jurisdiction and Practice, Edward S. Roscoe, 5η Έκδοση, σελ. 283).  Κλασσική περίπτωση παρέμβασης κάτω από τον Καν. 35 θα πρέπει να θεωρείται η περίπτωση ιδιοκτήτη φορτίου επί πλοίου το οποίο συλλαμβάνεται.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, ο εξ αποφάσεως πιστωτής, όπως είναι η Αιτήτρια, θεωρείται ότι έχει συμφέρον στο αντικείμενο ή στο εκπλειστηρίασμα του αντικειμένου (βλ. Halsbury´s Laws of England, 4η Έκδοση, Τόμος 1, παρ. 375, Τhe Two Ellens (1871) LR 3 Α & Ε 345, The Chioggia (1898) p.1, Fayza Shipping Co Ltd v. Πλοίου Μ/V «Haj Αnies Ex "Anne"» κ.α. (1994) 1 ΑΑΔ 188).  Επομένως η Αιτήτρια ως εξ αποφάσεως πιστωτής είχε δικαίωμα τηρώντας τις νόμιμες διαδικασίες να αιτηθεί να παρέμβει στην αγωγή, ώστε να προστατεύσει τα δικαιώματά της (βλ. Θεμελή ν. Ρυμουλκού «Ελπίδα» (2005) 1(Α) ΑΑΔ 187). 

 

Όμως αυτό το δικαίωμα δεν είναι άνευ περιορισμών.  Ο παρεμβαίνων έχει υποχρέωση, μεταξύ άλλων, να παρέμβει το συντομότερο δυνατό.  Συνήθως το δικαίωμα παρέμβασης ασκείται στο αρχικό στάδιο της δίκης.  Πρόσωπα το συμφέρον των οποίων είναι ξεκάθαρο, ενίοτε μπορούν να εμφανιστούν ακόμη και χωρίς ένορκη δήλωση, ενώ πρόσωπα των οποίων το συμφέρον δεν είναι τόσο φανερό, θα πρέπει να αναζητήσουν την άδεια του Δικαστηρίου, αφού τεκμηριώσουν το συμφέρον τους στο αντικείμενο (βλ. A Treatise on the Jurisdiction and Practice of the English Courts in Admiralty Actions and Appeals, 1986, p. 271).

 

Το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει κατά πόσο η Αιτήτρια απευθυνόμενη στο Δικαστήριο τήρησε όλες τις νόμιμες διαδικασίες και ιδιαίτερα κατά πόσο υπήρξε αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην υποβολή του αιτήματος για παρέμβαση, όπως ισχυρίζονται οι Καθ' ων η αίτηση.  Το Δικαστήριο έχει υποχρέωση ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια να ισοζυγίσει τα συμφέροντα, τόσο του παρεμβαίνοντος, όσο και των εναγόντων, η απαίτηση των οποίων ενδεχομένως να επηρεαστεί ή καθυστερήσει εξαιτίας της απόφασης του Δικαστηρίου.  Αν το Δικαστήριο πεισθεί ότι τηρήθηκαν οι νόμιμες διαδικασίες, τότε επιτρέποντας το αίτημα για παρέμβαση, θα πρέπει να καθορίσει το βαθμό και το είδος της παρέμβασης, ενώ διατηρεί κατά την άποψή μου και διακριτική ευχέρεια να θέσει όρο για καταβολή στους ενάγοντες ασφάλειας για τα έξοδα και για τυχόν ζημιές που ενδεχομένως θα προκληθούν στους ενάγοντες από λανθασμένους χειρισμούς ή καθυστερήσεις, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν τα δικαιώματα τους που απορρέουν από τις προτεραιότητες.

 

Στην προκειμένη περίπτωση οι Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες, οι οποίοι φαίνονται να είναι τραπεζικό ίδρυμα, ισχυρίζονται ότι έχουν από το έτος 2000 δανείσει τους Εναγομένους 2-πλοιοκτήτες διάφορα ποσά.  Περί το 2009, οι Εναγόμενοι 2-πλοιοκτήτες, σύμφωνα με τα όσα ισχυρίζονται οι Ενάγοντες, παραχώρησαν προς όφελος τους την πρώτη κατά σειρά υποθήκη επί του πλοίου, για ποσό €423.771,11.  Το Φεβρουάριο του 2011 οι Εναγόμενοι 2 παραχώρησαν και δεύτερη υποθήκη επί του πλοίου για ποσό €600.000, η οποία καταχωρίστηκε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Εναγόντων, στην Υποθηκολογία του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιά.

 

Η παρούσα αγωγή είναι η προτελευταία μιας σειράς από εννέα αγωγές που καταχωρίστηκαν εναντίον του πλοίου "Avantis II" και των πλοιοκτητών του.  Η παρούσα αγωγή καταχωρίστηκε στις 16.3.2012.  Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Αιτήτρια δεν έχει καμία σχέση με το αντικείμενο της αγωγής των Εναγόντων.

 

Στις 5.7.2012 οι δικηγόροι των Καθ' ων η αίτηση-Εναγομένων αποσύρθηκαν και η αγωγή ορίστηκε για απόδειξη στις 6.9.2012.  Όλα τα αποδειχτικά στοιχεία καταχωρίστηκαν στο Δικαστήριο εν αναμονή της απόδειξης, η οποία διακόπηκε με αίτηση της εταιρείας Delaford Trading Ltd η οποία καταχώρισε αίτηση για παρέμβαση, την ίδια ημερομηνία (6.9.2012) που ήταν ορισμένη η αγωγή των Εναγόντων για απόδειξη.  Δικηγόροι της Delaford είναι οι ίδιοι δικηγόροι που εκπροσωπούν την νυν Αιτήτρια και επομένως η Αιτήτρια είχε πλήρη γνώση όλων των διαδικασιών.  Στις 25.2.2013 εκδόθηκε η απόφαση στην ενδιάμεση αίτηση της Delaford και απορρίφθηκε το σχετικό αίτημα για παρέμβαση.  Όμως πέντε μέρες προηγουμένως (20.2.2013) καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση για παρέμβαση, αυτή τη φορά από την Αιτήτρια εταιρεία.

 

Κατά την άποψή μου, η αίτηση για παρέμβαση δεν μπορεί να εγκριθεί κυρίως λόγω της καθυστέρησης που παρατηρήθηκε στην υποβολή της αίτησης.  Όπως ερμηνεύω το πνεύμα του Καν. 35, κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στην περιουσία και επιθυμεί να αμφισβητήσει την απαίτηση, οφείλει να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου το συντομότερο δυνατό.  Δεν μπορώ να εξηγήσω άλλως πως την αναφορά στον Κανονισμό, ότι τα πρόσωπα που προτίθενται να αμφισβητήσουν την απαίτηση «οφείλουν να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου .. κατά το χρόνο που αναφέρεται για το σκοπό αυτό στο κλητήριο ένταλμα». 

 

Στην προκειμένη περίπτωση η Αιτήτρια παρέλειψε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά το χρόνο που αναφέρεται στο κλητήριο ένταλμα ή εν πάση περιπτώσει εγκαίρως, ώστε να προστατεύσει τα δικαιώματα της.  Δεν μπορώ να δεχθώ ότι δεν γνώριζε για την ανάγκη παρέμβασης, εφόσον στις πλείστες περιπτώσεις όλες οι αγωγές κατά του πλοίου "Avantis", συμπεριλαμβανομένης και της δικής της, ορίζονταν την ίδια ημερομηνία.  Πέραν τούτου, οι δικηγόροι της Αιτήτριας καταχώρισαν παρόμοια αίτηση για παρέμβαση εκ μέρους της εταιρείας Delaford και επομένως ήταν ενήμεροι όλων των εγειρομένων θεμάτων και διαδικασιών.  Η καταχώριση της παρούσας αίτησης σε τόσο καθυστερημένο στάδιο και αμέσως μετά από αίτηση άλλου διαδίκου, με το ίδιο αντικείμενο δίδει την εντύπωση αγώνα σκυταλοδρομίας, με αποτέλεσμα να αγγίζει τα όρια της κατάχρησης των διαδικασιών του δικαστηρίου.  Κατά την κρίση μου είναι άδικο για τους Καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες, η αγωγή των οποίων καθυστερεί αδικαιολόγητα, να αναμένουν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα προτού εκδικαστεί η υπόθεσή τους.  Αντιλαμβάνομαι ότι τίθεται θέμα προτεραιοτήτων, αλλά αν η Αιτήτρια ήθελε να διασφαλίσει πλήρως τα δικαιώματά της, ιδιαίτερα κάτω από τον Καν. 35, όφειλε να το πράξει εγκαίρως και χωρίς καθυστέρηση.  Η παρατηρούμενη καθυστέρηση στην εκδίκαση της αγωγής τείνει να εκτροχιάσει τη διαδικασία, να αυξήσει τα έξοδα και κατά την άποψή μου δεν πρέπει να επιτραπεί.

 

Πέραν των πιο πάνω, η Αιτήτρια δεν έχει παρουσιάσει οποιαδήποτε στοιχεία που να τεκμηριώνουν έστω και εκ πρώτης όψεως ότι ενδεχομένως να ευσταθούν οι ισχυρισμοί της περί εικονικότητας των συμφωνιών δανείων και των υποθηκών.  Ενόψει τούτου καταρρέει και ο άλλος ισχυρισμός της Αιτήτριας ότι οι Καθ' ων η αίτηση καταχώρισαν καταχρηστικά την παρούσα αγωγή με στόχο την εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού ήτοι την παρεμπόδιση της Αιτήτριας να απολαύσει τα φρούτα της επιτυχίας της στην αγωγή 30/2011.  Αν η Αιτήτρια είχε οποιαδήποτε στοιχεία, όφειλε να τα προσκομίσει το συντομότερο δυνατό μετά την έγερση της παρούσας αγωγής, αλλά εν πάση περιπτώσει, όφειλε να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς της με υποτυπώδη τουλάχιστον στοιχεία μαρτυρίας, πράγμα που απέτυχε να πράξει, με αποτέλεσμα όλοι οι ισχυρισμοί της να παραμένουν απλές εικασίες.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της Αιτήτριας, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή. 

 

 

 

 

                                                                  (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΠς   


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο