ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 1600
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αíτηση Αρ. 114/2013)
24 Ιουλίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ
ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΟΛΥ ΜΙΤΣΙΓΓΑ, ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΡΟΒΟΛΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ
ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡ. 14/06/2013, ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ
ΑΠΟ ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΤΗΝ
ΥΠΟΘΕΣΗ 16/12 (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ),
ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ 232/91
------------------------------------
Δ. Παπαχρυσοστόμου με Χρ. Παπαχρυσοστόμου, για τον Αιτητή.
-----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση του, ο αιτητής ζητά όπως του χορηγηθεί άδεια για καταχώριση Certiorari, με απώτερο σκοπό την ακύρωση του διατάγματος ημερομηνίας 14/6/2013 που έκδωσε ο ευπαίδευτος Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στα πλαίσια της Υπόθεσης 16/12 (Δικαιοδοσία Περιουσιακών Διαφορών). Παράλληλα επιδιώκεται η αναστολή ισχύος του διατάγματος. Παραθέτω αυτούσιο, στο βαθμό και την έκταση βέβαια που μας ενδιαφέρει, το επίμαχο δικαστικό διάταγμα, πιστό αντίγραφο του οποίου επισυνάπτεται στην παρούσα αίτηση:
"ΚΑΙ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΕΚΔΙΔΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑ με το οποίο ΔΙΑΤΑΣΣΕΤΑΙ ο καθ'ου η αίτηση 1, Πόλυς Μίτσιγγας, όπως εντός ενός μηνός από την επίδοση σ' αυτόν του παρόντος διατάγματος, υποβάλει στο Δικαστήριο ένορκη δήλωση, στην οποία να περιγράφει πλήρως, με σαφήνεια και κατά συγκεκριμένο τρόπο την περιουσία στην οποία είχε οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον κατά το Δεκέμβριο του 1997, κατά τον Ιανουάριο του 1998, κατά την 21η.6.1998, κατά τα τέλη Οκτωβρίου του 2010, κατά την 31η.12.2010 και κατά το Φεβρουάριο του 2011."
Στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή, ο οποίος, να σημειωθεί, δεν αμφισβητεί την ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου και συγκεκριμένα του ένδικου μέσου της έφεσης, βρίσκεται η ερμηνεία των προνοιών του άρθρου 14Α(1) του περί Ρυθμίσεως των Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν. 232/91), όπως αυτός μεταγενέστερα τροποποιήθηκε, τις οποίες και παραθέτω:
"14Α.-(1) Για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής του άρθρου 14, το Δικαστήριο δύναται ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε διαδίκου να εκδώσει διάταγμα, βάσει του οποίου ο καθ'ου η αίτηση υποχρεούται, μέσα σε δεκαπέντε ημέρες από την έκδοσή του, ή μέσα σε οποιαδήποτε άλλη χρονική περίοδο το Δικαστήριο ορίσει, να υποβάλει ένορκη δήλωση στο Δικαστήριο, στην οποία να περιγράφει πλήρως, με σαφήνεια και κατά συγκεκριμένο τρόπο την περιουσία στην οποία είχε οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον κατά την ημερομηνία της διακοπής της συμβίωσης ή κατ' άλλη σχετική ημερομηνία που το Δικαστήριο ορίζει στο διάταγμα."
Είναι η θέση του κ. Παπαχρυσοστόμου ότι η υπό κρίση περίπτωση αφορά περίπτωση «εξώφθαλμης εσφαλμένης ερμηνείας του άρθρου 14Α(1) ή και υπάρχει εμφανές ή και υπάρχει νομικό σφάλμα εμφανές στο πρακτικό της απόφασης» και συνεπώς υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας, παρά την ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου. Ο ευπαίδευτος Πρόεδρος «παρασυρόμενος», σύμφωνα με το συνήγορο, από τη φράση «για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής του άρθρου 14», που χρησιμοποιείται στις συγκεκριμένες πρόνοιες, «αλλοίωσε το κείμενο του Νόμου». Συγκεκριμένα «μετατρέποντας», σύμφωνα πάντα με το συνήγορο, το διαζευκτικό «ή» σε συμπλεκτικό σύνδεσμο «και», ερμήνευσε λανθασμένα τη φράση «κατά την ημερομηνία της διακοπής της συμβίωσης ή κατ' άλλη σχετική ημερομηνία που το Δικαστήριο ορίζει στο διάταγμα», αλλοιώνοντας έτσι το κατά τα άλλα σαφές νόημα της σχετικής διάταξης.
Είναι επίσης η θέση του κ. Παπαχρυσοστόμου ότι η ορθή ερμηνεία της διάταξης 14Α(1) αποτελεί άμεση αναγκαιότητα για σκοπούς «κατίσχυσης του κράτους δικαίου» κι' αυτό γιατί, αν και η ερμηνεία που δόθηκε από τον Πρόεδρο του Οικογενειακού Δικαστηρίου δεν είναι δεσμευτική για τα Οικογενειακά Δικαστήρια, υπάρχει ο κίνδυνος, αν η εν λόγω ερμηνεία δεν ανατραπεί, αυτή να υιοθετηθεί και από άλλους δικαστές του εν λόγω Δικαστηρίου, με αποτέλεσμα να επηρεασθούν ανεπανόρθωτα τα συμφέροντα διαδίκων εφόσον αυτοί θα υποχρεωθούν να συμμορφωθούν.
Η θέση ότι στη διάθεση του αιτητή υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο και συγκεκριμένα το μέσο της έφεσης, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Επομένως, το ζητούμενο στην κρινόμενη περίπτωση είναι κατά πόσο έχουν καταδειχθεί από τον αιτητή «εξαιρετικές περιστάσεις», έτσι ώστε να δικαιολογείται η χορήγηση της αιτούμενης άδειας.
Οι επί του προκειμένου θέσεις του αιτητή δεν με βρίσκουν σύμφωνο. Έχει κατ' επανάληψη λεχθεί ότι στόχος του διατάγματος Certiorari δεν είναι η διόρθωση λανθασμένης απόφασης, ούτε και η διαδικασία έκδοσης του μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας, ή μέσο εποπτείας της διαδικασίας των επαρχιακών ή των ειδικών δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε. Στόχος του είναι ο έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης. (Βλ. Πολιτική Έφεση 2/2009, ημερομηνίας 14/5/2012, Αναφορικά με την Αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ. και του Ταμείου Προνοίας Προσωπικού Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας και τη νομολογία στην οποία η απόφαση της Ολομέλειας παραπέμπει).
Το γεγονός ότι η υιοθέτηση του εναλλακτικού, στη διάθεση του, ένδικου μέσου της έφεσης, θα εξυπάκουε κατ' ανάγκη και συμμόρφωση του αιτητή με το διάταγμα, δεν αλλοιώνει την κατάσταση, ούτε και εντάσσει την παρούσα αίτηση στην εμβέλεια του συγκεκριμένου όρου. Η ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου και η υιοθέτηση του δεν συναρτάται με ένα τέτοιο παράγοντα. Ούτε και η θέση ότι όσο πιο σύντομα ανατραπεί η ερμηνεία που δόθηκε στις συγκεκριμένες νομικές πρόνοιες από τον Πρόεδρο του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, τόσο πιο αποτελεσματικά θα εξαλειφθεί η πιθανότητα και άλλοι δικαστές του εν λόγω Δικαστηρίου, να ενστερνιστούν την εν λόγω ερμηνεία, με απρόβλεπτες για τα δικαιώματα των διαδίκων συνέπειες, δεν δικαιολογεί την ένταξη της παρούσας περίπτωσης στην εμβέλεια του όρου «εξαιρετικές περιστάσεις». Η ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου ούτε με τέτοιο παράγοντα συναρτάται.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ