ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 8/2012)
25 Φεβρουαρίου, 2013
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]
ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΤΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΥΒΟΙΑΣ (ΣΥΝ.ΠΕ.),
Ενάγοντες,
- και -
1. ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ "AVANTIS II" (IMO 7432305)
ΥΠΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΣΗΜΑΙΑ,
2. ΝΗΛΕΥΣ ΝΑΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ,
Εναγόμενοι.
Αίτηση ημερ. 6.9.2012, για παρέμβαση
Α. Χριστοφή για Α. Γιωρκάτζη, για την προτιθέμενη παρεμβαίνουσα εταιρεία Delaford Trading Ltd-Αιτήτρια.
Μ. Μάρκου για Αργυρού & Δημοσθένους, για τους Ενάγοντες-Καθ' ων η αίτηση.
Καμιά εμφάνιση για τους Εναγόμενους.
E N Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Το ιστορικό της αγωγής έχει συνοψιστεί στην απόφαση μου, ημερ. 10.1.2013, η οποία αφορούσε ασφάλεια εξόδων. Όπως είχα αναφέρει «η εταιρεία Delaford Trading Ltd από τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, ασχολείται με την προμήθεια καυσίμων και λιπαντικών σε πλοία. Με την αγωγή της με αρ. 20/12 (όχι την παρούσα), ισχυρίζεται ότι προμήθευσε το Εναγόμενο πλοίο «Avantis II» υπό ελληνική σημαία, με καύσιμα και λιπαντικά.
Εναντίον του ίδιου πλοίου ηγέρθησαν και άλλες αγωγές. Μια εξ αυτών ήταν και η αγωγή Ναυτοδικείου 30/2011 στην οποία εκδόθηκε διάταγμα για πώληση του πλοίου με δημόσιο πλειστηριασμό. Η πώληση έχει ήδη γίνει με αποτέλεσμα σήμερα όλες οι αξιώσεις εναντίον του πλοίου να αφορούν στο εκπλειστηρίασμα που προέκυψε από την πώληση του πλοίου.
Με την υπό εκδίκαση αίτηση της ημερ. 6.9.2012, η εταιρεία Delaford Trading Ltd ζητά όπως της επιτραπεί να προστεθεί ως διάδικος ή διαζευκτικά να της επιτραπεί να παρέμβει με σκοπό να αμφισβητήσει την αξίωση των Εναγόντων και τα δάνεια που οι Ενάγοντες κατ' ισχυρισμό παραχώρησαν στο Εναγόμενο πλοίο, εξασφαλίζοντας υποθήκες επί αυτού.» Περαιτέρω, θα πρέπει να αναφερθεί ότι το εκπλειστηρίασμα του πλοίου ανέρχεται στο ποσό των $855.000, ενώ μόνο η αγωγή των Εναγόντων-Καθ' ων η αίτηση ξεπερνά τα €1.700.000. Από την άλλη, η αγωγή της Αιτήτριας αφορά σε ποσό €9.506,23.
Η αίτηση στηρίζεται στους περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικούς Κανονισμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου του 1893, Κανονισμοί 30, 35, 203-212 και 237. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση αναφέρεται, πέραν του ιστορικού, ότι εναντίον του εναγομένου πλοίου εκκρεμούν πολλές αξιώσεις, οι οποίες αφού προστεθούν, ξεπερνούν κατά πολύ το εναπομείναν εκ του εκπλειστηριάσματος του εναγομένου πλοίου, ποσό. Όπως ισχυρίζεται η Αιτήτρια, η αξίωση της στην Αγωγή Ναυτοδικείου 20/12, είναι αγωγή in rem και ως εκ τούτου έχει συμφέρον στην περιουσία που αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας αγωγής, που είναι το εκπλειστηρίασμα από την πώληση του πλοίου και γι' αυτό δικαιολογείται η παρέμβασή της. Πέραν τούτου, ισχυρίζεται ότι αν της επιτραπεί να παρέμβει, θα της δοθεί η ευκαιρία να αντικρούσει την αιτία της αγωγής των Καθ' ων η αίτηση και να προβάλει τις θέσεις της ότι αυτή είναι αναληθής, πλασματική και εν πάση περιπτώσει ότι οι αποζημιώσεις που ζητούν οι Καθ' ων η αίτηση είναι υπέρογκες. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται περαιτέρω, ότι τα δάνεια και οι υποθήκες επί των οποίων στηρίζεται η αξίωση των Καθ' ων η αίτηση-Εναγόντων, ουδέποτε παραχωρήθηκαν από τους Εναγομένους 2 και αποκλειστικός στόχος της παρούσας αγωγής είναι να στερηθεί η Αιτήτρια και άλλα πρόσωπα που αξιώνουν εναντίον του πλοίου, του δικαιώματος τους επί του εκπλειστηριάσματος. Όπως αναφέρει η Αιτήτρια, η αξίωση της στην Αγωγή Ναυτοδικείου 20/12, δεν υπέχει οποιαδήποτε προτεραιότητα έναντι της αξίωσης των Εναγόντων στην παρούσα αγωγή, η έκβαση της οποίας θα επηρεάσει καταλυτικά τα συμφέροντα της Αιτήτριας. Περαιτέρω, το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι στις 12.6.2012 οι δικηγόροι των Εναγομένων στην παρούσα αγωγή, αποσύρθηκαν και ως εκ τούτου, εάν δεν επιτραπεί στην Αιτήτρια να παρέμβει, η αγωγή θα προχωρήσει για απόδειξη της απαίτησης των Εναγόντων.
Με τη γραπτή ένσταση τους οι Καθ' ων η αίτηση προβάλλουν μεταξύ άλλων, ότι η Αιτήτρια:- (1) δεν νομιμοποιείται να αιτείται το επίδικο διάταγμα στηριζόμενη στον Κανονισμό 30 του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Ναυτοδικείου) Διαδικαστικού Κανονισμού, (2) στερείται του απαραίτητου συμφέροντος να παρέμβει ή συνενωθεί στην αγωγή, (3) οι ισχυρισμοί της ότι η αξίωση των Καθ' ων η αίτηση είναι πλασματική, αναληθής και εικονική, είναι όχι μόνο γενικοί και ασαφείς, αλλά είναι και ατεκμηρίωτοι και (4) ότι η αίτηση συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας, με απώτερο σκοπό την παρεμπόδιση των Καθ' ων η αίτηση να προχωρήσουν σε απόδειξη της απαίτησής τους.
Οι σχετικοί Κανονισμοί Ναυτοδικείου που αφορούν στο θέμα της παραχώρησης άδειας σε ενδιαφερόμενο πρόσωπο να παρέμβει, είναι οι Κανονισμοί 30 και 35 τους οποίους παραθέτω αυτούσιους σε μετάφραση:-
«30. Το Δικαστήριο ή ο Δικαστής μπορούν καθ' οιονδήποτε στάδιο της διαδικασίας και είτε χωρίς αίτηση είτε με αίτηση που γίνεται για το σκοπό αυτό από οιονδήποτε διάδικο ή πρόσωπο και με όρους που φαίνονται δίκαιοι, να διατάζει να διαγραφεί το όνομα ή τα ονόματα του διαδίκου ή των διαδίκων ή να προστεθούν τα ονόματα προσώπου ή προσώπων που έχουν συμφέρον στην υπόθεση ή έπρεπε να είχαν συνενωθεί είτε ως Ενάγοντες είτε ως Εναγόμενοι ή η παρουσία τους ενώπιον του Δικαστηρίου είναι αναγκαία για να μπορέσει το Δικαστήριο να αποφασίσει πλήρως και τελειωτικά για όλα τα ζητήματα που εγείρονται στη δίκη».
«35. Οι διάδικοι που κατονομάζονται στο κλητήριο ένταλμα, όπως και κάθε πρόσωπο που έχει συμφέρον στην περιουσία που επιδιώκεται να επηρεαστεί από την αγωγή και επιθυμεί να αμφισβητήσει την απαίτηση, οφείλουν να εμφανιστούν ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Δικαστή είτε προσωπικά είτε με δικηγόρο κατά το χρόνο που αναφέρεται για το σκοπό αυτό στο κλητήριο ένταλμα.»
Είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με τον Κανονισμό 30 στην υπόθεση The Royal Bank of Scotland N.V. v. Του Πλοίου «Kalia», Αγ. Ναυτ. 14/2011, ημερ. 20.7.2012. Όπως είχα αναφέρει:-
«Ο Κανονισμός θέτει τρία πλατιά κριτήρια. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για παρέμβαση ή προσθήκη θα πρέπει:- (α) να έχει συμφέρον, (β) να είχε προστεθεί ως διάδικος από την αρχή από τους ενάγοντες και (γ) η παρουσία του σαν διάδικου να είναι αναγκαία, ώστε να υπάρξει τελεσιδικία.
Ως προς το πρώτο, το δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει το «συμφέρον» που ο αιτητής ισχυρίζεται ότι έχει στην υπόθεση. Ένα πρόσωπο για να πείσει ότι έχει συμφέρον, θα πρέπει να δείξει ότι τα συμφέροντα του θα επηρεαστούν άμεσα. Όπως υποδείχθηκε στην Gurtner v. Circuit (1968) 1 All ER 328, τα συμφέροντα αυτά μπορεί να επηρεάζονται είτε με νομικό τρόπο, είτε με δικονομικό τρόπο. Ο επηρεασμός των συμφερόντων δεν θα πρέπει να είναι απομακρυσμένος. Όσο πιο άμεσο αποδειχθεί ότι είναι το συμφέρον του, τόσο πιο εύκολα θα διαταχθεί η προσθήκη του ενδιαφερόμενου προσώπου.
Το δεύτερο κριτήριο συνδέεται άμεσα με τα γεγονότα της κάθε περίπτωσης και δεν μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων.
Ως προς το τρίτο κριτήριο, ο ίδιος ο Κανονισμός διασυνδέει την αναγκαιότητα για προσθήκη ή παρέμβαση του ενδιαφερόμενου προσώπου, με την ανάγκη για πλήρη και τελειωτική διεκπεραίωση των επίδικων διαφορών (βλ. Mepa Underwriting Management Limited κ.α. ν. Αγροτικής Ανώνυμης Ελληνικής Εταιρείας Γενικών Ασφαλειών (1997) 1(Β) ΑΑΔ 772, Μούρτζινου ν. Πλοίου "Γαλαξίας", ανωτέρω, Amon v. Raphael Tack & Sons Ltd (1956) 1 All E.R. 273 και Annual Practice 1955, σελ. 232). Όπως υποδείχθηκε στη Manchester Lines Ltd, ανωτέρω, η προσθήκη δεν είναι αναγκαία αν ο Αιτητής εγείρει νέα αιτία αγωγής ή όπου η αγωγή ενώπιον του δικαστηρίου δεν θα αποτύχει ως αποτέλεσμα της μη προσθήκης του νέου διαδίκου, αλλά αντίθετα θα περιπλακεί.»
Περαιτέρω, θα πρέπει να προστεθούν και τα πιο κάτω, τα οποία νομολογήθηκαν στη Muravev Anatoly v. Του Πλοίου Ekaterinburg (2000) 1(Α) ΑΑΔ 516:-
«Έχω παραπεμφθεί σε σχέση με την αρχή αυτή στις αγγλικές αποφάσεις The Byzantion [1922] L.T. 756 και The Lord Strathcona [1925] P. 143. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αρχή αυτή ισχύει και ρυθμίζει τη θέση του παρεμβαίνοντα στη διαδικασία εφόσον η φιλοσοφία η οποία διέπει την παρέμβαση είναι ότι ο παρεμβαίνων παρεμβαίνει για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του αλλά στα πλαίσια στα οποία θα μπορούσε να υπάρξει κάτι τέτοιο σε σχέση με την όλη υπεράσπιση της αγωγής. Επομένως εκεί όπου ο εναγόμενος δεν θα είχε διαθέσιμη κάποια υπεράσπιση δεν είναι δυνατό και για τον παρεμβαίνοντα, ο οποίος είναι κατ' επέκταση που υπεισέρχεται στην αγωγή, να εγείρει τέτοια υπεράσπιση.»
Στην προκειμένη περίπτωση, η αίτηση δεν μπορεί να εγκριθεί, αφού η Αιτήτρια δεν έχει πείσει ότι ικανοποιούνται οι προϋποθέσεις για να της επιτραπεί να παρέμβει. Το ουσιαστικότερο κώλυμα είναι οι ισχυρισμοί της, όπως αυτοί προβάλλονται στην ένορκη δήλωση της Φρόσως Χριστοδουλίδου που συνοδεύει την αίτηση, οι οποίοι είναι γενικοί και αόριστοι και εντελώς ασαφείς. Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση με την παρέμβασή της, η Αιτήτρια στοχεύει:-
«10. .. στην αντίκρουση της αιτίας της αγωγής ισχυριζόμενοι ότι η αξίωση των Εναγόντων είναι αναληθής, εικονική και πλασματική και εν πάση περιπτώσει αμφισβητούν το ύψος της τυχόν οφειλής.
11. Οι Αιτητές περαιτέρω ισχυρίζονται ότι ουδέποτε παραχωρήθηκαν στους Εναγόμενους 2 τα ισχυριζόμενα δάνεια και εν πάση περιπτώσει αν έχουν παραχωρηθεί ουδέποτε έχουν εξασφαλιστεί με υποθήκες επί του Εναγομένου πλοίου και αποκλειστικός στόχος της παρούσας αγωγής είναι να στερηθούν οι Αιτητές ως και άλλοι αξιούντες εναντίον του Εναγομένου πλοίου του δικαιώματος των στη διανομή του εκπλειστηριάσματος.
12. Η αξίωση των Αιτητών στην αγωγή Ναυτοδικείου 20/12 σύμφωνα με την νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δεν υπέχει οποιασδήποτε προτεραιότητας (priority) έναντι της αξίωσης των Εναγόντων στην παρούσα αγωγή και η έκβαση της παρούσας αγωγής θα επιδράσει στο διεκδικούμενο συμφέρον των Αιτητών.
13. Την 12/06/12 οι δικηγόροι των Εναγομένων αποσύρθηκαν από την υπεράσπιση της αγωγής με τον πιο πάνω αριθμό και τίτλο και ως εκ τούτου η αγωγή έχει οριστεί για απόδειξη της απαίτησης των Εναγόντων στις 06/09/2012.»
Τα πιο πάνω δεν είναι αρκετά στο να τεκμηριώσουν την ύπαρξη συμφέροντος. Για να αποδειχθεί το συμφέρον θα πρέπει, όπως και στην περίπτωση κάθε άλλου ισχυρισμού που προβάλλεται, να προσκομιστεί σαφής μαρτυρία δια της ενόρκου δηλώσεως, η οποία εκ πρώτης όψεως να εδραιώνει το συμφέρον (βλ. Fayza Shipping Co Ltd v. Πλοίου M/V «Haj Anies» ex «Anne» κ.α. (1994) 1 ΑΑΔ 188, 190). Δεν είναι δυνατό γενικοί και αόριστοι ισχυρισμοί, όπως αυτοί που προβάλλει η Αιτήτρια αναφορικά με την εικονικότητα του δανείου και των υποθηκών, να θεωρηθούν ότι έστω και εκ πρώτης όψεως εδραιώνουν το συγκεκριμένο ισχυρισμό. Η παράλειψη της Αιτήτριας να προσκομίσει τα στοιχεία που κατέχει ως προς την εικονικότητα, δημιουργεί σοβαρό ρήγμα στο αίτημα της για παρέμβαση, εφόσον δεν τεκμηριώνεται καθόλου το απαιτούμενο συμφέρον της. Το ότι σε περίπτωση που οι Καθ' ων η αίτηση επιτύχουν στην αξίωση τους κατά του Πλοίου, η Αιτήτρια με βάση την προτεραιότητα των Καθ' ων η αίτηση, δεν θα μπορέσει να ικανοποιήσει την απαίτησή της, από μόνο του δεν είναι αρκετό για να καταστήσει την παρουσία της στη διαδικασία αναγκαία. Η Αιτήτρια ισχυρίζεται επίσης με αόριστο τρόπο ότι η αγωγή των Καθ' ων η αίτηση κατά του Εναγόμενου πλοίου, έχει ως αποκλειστικό στόχο να στερηθεί η Αιτήτρια του δικαιώματος της επί του εκπλειστηριάσματος. Δεν ευσταθεί το επιχείρημα του δικηγόρου της Αιτήτριας. Η παρούσα αγωγή καταχωρήθηκε στις 16.3.2012, ενώ η αγωγή της Αιτήτριας στις 3.9.2012. Χωρίς πρόσθετα στοιχεία δεν είναι δυνατό να συμπεράνω ότι οι καθ' ων η αίτηση-Ενάγοντες, χωρίς να γνωρίζουν για την ύπαρξη της απαίτησης της Αιτήτριας, δημιούργησαν εικονικά δάνεια και άλλα έγγραφα, με στόχο να καταστήσουν άνευ αντικρίσματος την απαίτηση της Αιτήτριας, η οποία δεν είχε ακόμα καταχωρηθεί.
Με βάση τα πιο πάνω, καταλήγω ότι η αίτηση είναι ανεδαφική.
Η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς