ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1677
19 Ιουλίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
INTERFUND INVESTMENTS LTD,
Εφεσείουσα,
v.
ΠΑΝΙΚΟΥ ΜΑΛΕΚΚΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 367/2006)
Χρηματιστήριο ― Κατά πόσον το Άρθρο 3 του Ν.42(Ι)/2000, κάλυπτε περιπτώσεις όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων στο Χρηματιστήριο έγινε πριν τεθεί σε εφαρμογή ο Ν. 42(Ι)/2000.
Αναδρομικότητα Νόμων ― Η γενική αρχή είναι ότι ένας νόμος, εκτός εάν είναι δηλωτικός ή εάν αφορά μόνο σε θέματα διαδικαστικά ή αποδείξεως, δεν έχει αναδρομική ισχύ ― Αυτό τεκμαίρεται, γενικά, σε κάθε περίπτωση και εκεί όπου ο νομοθέτης επιθυμεί να δώσει αναδρομική ισχύ σε μια νομοθετική πρόνοια που δεν περιλαμβάνεται στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, θα πρέπει να το πει ρητά.
Η εφεσείουσα στράφηκε εναντίον πρωτόδικης απόφασης με την οποία εξεδόθη απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου σε αγωγή που είχε εγείρει εναντίον της εφεσείουσας απαιτώντας από την εναγόμενη-εφεσείουσα εταιρεία, την επιστροφή του ποσού που κατέβαλε σε αυτή για την αγορά μετοχών με την προοπτική για εισαγωγή των τίτλων της εταιρείας στο Χ.Α.Κ..
Η εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας δεν έγινε μέσα στους τρεις μήνες από την ημερομηνία πληρωμής και ο εφεσίβλητος ζήτησε την επιστροφή των χρημάτων που κατέβαλε, εντόκως.
Ο εφεσίβλητος αξίωσε την επιστροφή των χρημάτων του, βάσει του Άρθρου 58Α (3) (β) και του Άρθρου 3(3) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2000 (Ν. 42(Ι)/2000).
Με την έφεση υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι:
α) Ήταν εσφαλμένη η ερμηνεία του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την εφαρμογή του Άρθρου 3(3).
β) Το γεγονός ότι η εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας στο Χ.Α.Κ. έγινε εντός της παράτασης που δόθηκε και η οποία προβλέπεται στο επίδικο άρθρο, δεν είχε ιδιαίτερη σημασία.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Είχε κριθεί με πρόσφατη νομολογία ότι το Άρθρο 3 του Ν. 42(Ι)/2000 δεν καλύπτει τις περιπτώσεις, όπως η παρούσα, όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων στο Χρηματιστήριο έγινε πριν να τεθεί σε εφαρμογή ο Ν. 42(Ι)/2000.
2. Στην προκείμενη περίπτωση, ο σχετικός νόμος δεν αφορούσε σε ζητήματα διαδικαστικά ή αποδείξεως και δεν είναι δηλωτικός και ως εκ τούτου ισχύει το γενικό τεκμήριο της μη αναδρομικότητας, το οποίο δεν ανατρέπεται εφόσον το νομοθέτημα δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε ρητή ή/και εξυπακουόμενη πρόνοια περί αναδρομικότητας.
3. Επομένως το Άρθρο 3(3) του προαναφερόμενου νόμου δεν είχε εφαρμογή στην προκείμενη περίπτωση, όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας έγινε πριν να τεθεί σε ισχύ ο προαναφερόμενος νόμος.
4. Οι δύο παρατάσεις που δόθηκαν στην εφεσείουσα εταιρεία δεν διαφοροποιούσαν την κατάσταση.
Η έφεση επιτράπηκε.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Σάντης ν. Interfund Investments Ltd (2012) 1 Α.Α.Δ. 1670.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Σταυρινίδη, Α.Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 8650/01), ημερομηνίας 24/7/2006.
Γ. Κολοκασίδης, για την Εφεσείουσα.
Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου έγιναν παραδεκτά γεγονότα σύμφωνα με τα οποία ο ενάγων-εφεσίβλητος πλήρωσε στην εναγόμενη-εφεσείουσα εταιρεία, για μετοχές που αγόρασε απ' αυτήν, το ποσό των Λ.Κ.30.000.- ενόψει προοπτικής για εισαγωγή των τίτλων της εταιρείας στο Χ.Α.Κ.. Η σχετική αίτηση εκ μέρους της εφεσείουσας εταιρείας υποβλήθηκε στις 28.3.2000 και συνοδευόταν από ενημερωτικό δελτίο. Η εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας δεν έγινε μέσα στους τρεις μήνες από την ημερομηνία πληρωμής των Λ.Κ.30.000.-, που ήταν η 22.2.2000, αλλά τελικά η εισαγωγή των τίτλων έγινε στις 30.10.2000 μετά την έγκριση του ενημερωτικού δελτίου της εταιρείας από το Χ.Α.Κ. στις 19.10.2000.
Ο εφεσίβλητος ζήτησε την επιστροφή των χρημάτων που κατέβαλε εντόκως, με επιστολή του ημερ. 21.10.2000, αλλά το ποσό των Λ.Κ.30.000.-, πλέον ο τόκος, δεν καταβλήθηκαν από την εφεσείουσα.
Με την αγωγή του στο πρωτόδικο δικαστήριο ο εφεσίβλητος αξίωσε την επιστροφή των χρημάτων του, βάσει του Άρθρου 58Α (3) (β) και του Άρθρου 3(3) του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου (Τροποποιητικού) (Αρ. 4) Νόμου του 2000 (Ν. 42(Ι)/2000).
Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι, εφόσον τα χρήματα του εφεσίβλητου καταβλήθηκαν στην εφεσείουσα στις 22.2.2000, για την αγορά μετοχών της εφεσείουσας εταιρείας και εφόσον αυτό έγινε πριν την έναρξη της ισχύος του προαναφερόμενου νόμου που ήταν η 7.4.2000, ετύγχανε πλήρους εφαρμογής το Άρθρο 3(3) του Ν. 42(Ι)/2000 και επομένως διέταξε την επιστροφή του προαναφερόμενου ποσού των Λ.Κ.30.000.-, πλέον τόκο προς 6% ετησίως επί του προαναφερόμενου ποσού, από 22.2.2000 μέχρι τελείας εξοφλήσεως, από την εφεσείουσα στον εφεσίβλητο.
Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με έξι λόγους έφεσης.
Ο πρώτος λόγος αφορά στο ότι το Άρθρο 3(3) του Ν. 42(Ι)/2000 δεν δικογραφήθηκε από τον εφεσίβλητο και επομένως αυτός δεν μπορούσε να το επικαλεστεί.
Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά στη λανθασμένη ερμηνεία του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με την εφαρμογή του Άρθρου 3(3). Κατά την εφεσείουσα το Άρθρο 3(3) του Ν. 42(Ι)/2000 δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων μιας εταιρείας στο Χ.Α.Κ. έγινε πριν τη θέσπιση του Ν. 42(Ι)/2000, όπως στην προκείμενη περίπτωση. Κατά την εφεσείουσα το γεγονός ότι η εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας στο Χ.Α.Κ. έγινε εντός της παράτασης που δόθηκε και η οποία προβλέπεται στο επίδικο άρθρο, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης αμφισβητείται ότι το Άρθρο 3(3) του Ν.42(Ι)/2000 παρέχει στον εφεσίβλητο αγώγιμο δικαίωμα.
Ο λόγος έφεσης 4 αφορά σε κατ' ισχυρισμό λανθασμένη ερμηνεία, του πρωτόδικου δικαστηρίου, για παράβαση θεσμίου καθήκοντος εκ μέρους της εφεσείουσας.
Οι λόγοι έφεσης 5 και 6 αφορούν σε εσφαλμένη ερμηνεία του πρωτόδικου δικαστηρίου αναφορικά με επιστροφή των χρημάτων που κατέβαλε ο εφεσίβλητος και των δικαιωμάτων αγοράς μετοχών της εφεσείουσας εταιρείας.
Το ζήτημα στο οποίο αφορά ο δεύτερος λόγος έφεσης κρίθηκε πολύ πρόσφατα από τον παρόν Εφετείο στην Κώστας Σάντης ν. Interfund Investments Ltd (2012) 1 Α.Α.Δ. 1670. Στην υπόθεση εκείνη το Εφετείο έκρινε ότι το Άρθρο 3 του Ν.42(Ι)/2000 δεν καλύπτει τις περιπτώσεις, όπως η παρούσα, όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων στο Χρηματιστήριο έγινε πριν να τεθεί σε εφαρμογή ο Ν. 42(Ι)/2000. Το Εφετείο κατέληξε στο προαναφερόμενο συμπέρασμα αφού έλαβε υπόψη ότι:
«Η γενική αρχή είναι ότι ένας νόμος, εκτός εάν είναι δηλωτικός ή εάν αφορά μόνο σε θέματα διαδικαστικά ή αποδείξεως, δεν έχει αναδρομική ισχύ. Αυτό τεκμαίρεται, γενικά, σε κάθε περίπτωση και εκεί όπου ο νομοθέτης επιθυμεί να δώσει αναδρομική ισχύ σε μια νομοθετική πρόνοια που δεν περιλαμβάνεται στις προαναφερόμενες εξαιρέσεις, θα πρέπει να το πει ρητά (Δέστε: Halsbury' s Laws of England, 4η έκδοση, τόμος 44, παραγ. 921 και 922). Υπάρχει δηλαδή γενικό τεκμήριο εναντίον της αναδρομικότητας των νόμων εκτός εάν ο νομοθέτης ανατρέψει το τεκμήριο αυτό με ρητή πρόνοια (Δέστε: Halsbury' s, ανωτέρω, παραγ. 924).»
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως και στην Σάντης v. Interfund Investments Ltd (ανωτέρω), παρατηρούμε ότι ο σχετικός νόμος δεν αφορά σε ζητήματα διαδικαστικά ή αποδείξεως και δεν είναι δηλωτικός και ως εκ τούτου ισχύει το γενικό τεκμήριο της μη αναδρομικότητας, το οποίο δεν ανατρέπεται εφόσον το νομοθέτημα δεν περιλαμβάνει οποιαδήποτε ρητή ή/και εξυπακουόμενη πρόνοια περί αναδρομικότητας. Επομένως συμφωνούμε με την εφεσείουσα ότι το Άρθρο 3(3) του προαναφερόμενου νόμου δεν έχει εφαρμογή στην προκείμενη περίπτωση, όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων της εφεσείουσας έγινε πριν να τεθεί σε ισχύ ο προαναφερόμενος νόμος. Επομένως κρίνουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη στο σημείο αυτό εφόσον θεώρησε ότι το Άρθρο 3(3) εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση και εφόσον με βάση το άρθρο αυτό εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου για επιστροφή των χρημάτων του.
Κατά την κρίση μας οι δύο παρατάσεις που δόθηκαν στην εφεσείουσα εταιρεία δεν διαφοροποιούν την κατάσταση, όπως την έχουμε εξηγήσει, σύμφωνα με την οποία το Άρθρο 3(3) δεν έχει αναδρομική ισχύ και δεν ισχύει στις περιπτώσεις όπου η αίτηση για εισαγωγή των τίτλων της εταιρείας έγινε πριν τη θέσπιση του νόμου, όπως στην προκείμενη περίπτωση.
Για τον προαναφερόμενο λόγο θεωρούμε ότι η έφεση πρέπει να επιτύχει και η πρωτόδικη απόφαση να ακυρωθεί και δεν κρίνουμε σκόπιμο να εξετάσουμε, υπό τις περιστάσεις, τους υπόλοιπους λόγους έφεσης.
Κατά συνέπεια η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Έξοδα, πρωτόδικα και κατ' έφεση, επιδικάζονται υπέρ της εφεσείουσας, να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο. Επί των εξόδων να προστεθεί και Φ.Π.Α., εάν υπάρχει.
Η έφεση επιτρέπεται.