ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 149
14 Φεβρουαρίου, 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ MARTIN COWARD (ΑΡ. 1) ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑΚΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΝΤΑΛΜΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ (ΔΕΣΠΩ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ) ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΤΗΝ 1 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2012 ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑ ΚΛΗΣΕΩΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2 ΙΟΥΝΙΟΥ, 2010 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ 5467/09, ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 10/2012)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης Certiorari λόγω μη ύπαρξης εναλλακτικού μέσου θεραπείας και ικανοποίησης των προϋποθέσεων παροχής της ζητούμενης άδειας, ένεκα και του επείγοντος του ζητήματος ― Κατά πόσον πρωτόδικο Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του δίνοντας συγκεκριμένες οδηγίες στους συνηγόρους του εναγομένου.
Η έκδοση οδηγιών υπό τύπο ενδιάμεσης απόφασης από Επαρχιακό Δικαστήριο στο πλαίσιο αιτήσεων για παρακοή διατάγματος, απετέλεσαν το έναυσμα για την επιδίωξη από τον αιτητή παραχώρησης άδειας για καταχώρηση αίτησης certiorari.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο έκρινε μεταξύ άλλων ότι είχε εξουσία να δώσει οδηγίες, τις οποίες και έδωσε, προς τους συνηγόρους του εναγομένου/αιτητή, κατοίκου εξωτερικού, να τον ειδοποιήσουν για τη νέα ημερομηνία κατά την οποία θα οριζόταν υπόθεση για ακρόαση, ώστε να διασφαλιζόταν η παρουσία του.
Οι πιο πάνω οδηγίες οδήγησαν στην καταχώρηση από τον εναγόμενο/αιτητή, της αίτησης για παραχώρηση άδειας certiorari προς το σκοπό της ακύρωσης τους. Ενώπιον του Ανωτάτου ο συνήγορος του αιτητή αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στις πρόνοιες του Άρθρου 49 του περί Δικαστηρίων Νόμου Αρ. 14/60, ως τροποποιήθηκε, στη Δ.42Α και ιδιαιτέρως στο Θ. 4 αυτής, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και στην απόφαση Αλέκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Διαπιστωνόταν εκ πρώτης όψεως ότι υπήρχε συζητήσιμη υπόθεση εκ του γεγονότος ότι στις 6.5.2011, παρά την ύπαρξη προσωπικής επίδοσης της αίτησης παρακοής στον εναγόμενο, το Δικαστήριο πρόκρινε ότι ορθό και δίκαιο ήταν να μην εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Από τη στιγμή που δεν εκδόθηκε τότε ένταλμα σύλληψης, ενδεχομένως να έπρεπε να επιδοθεί εκ νέου η αίτηση παρακοής εφόσον το μόνο που ανέλαβαν οι συνήγοροι του εναγομένου με τη σχετική δήλωση τους, όπως αυτή αναπαράχθηκε στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 15.11.2011, ήταν η ενημέρωση του εναγομένου ως προς τη νέα ημερομηνία.
2. Μετέπειτα, προέκυπτε πρόβλημα εφόσον παρουσιαζόταν, να μην είχε επιδοθεί προσωπικά η μαρτυρική κλήση στον εναγόμενο που τον καλούσε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Η εταιρεία εξέδωσε τη σχετική μαρτυρική κλήση για να διασφαλίσει την παρουσία του εναγομένου ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της εκδίκασης της αίτησης παρακοής ημερ. 2.6.2010, πλην όμως αυτή επεδόθη στους δικηγόρους του στην Κύπρο. Δεν είχε επομένως γίνει προσωπική επίδοση.
3. Το Δικαστήριο φαίνεται να υπερέβη την εξουσία του δίνοντας τις επίμαχες οδηγίες στους συνηγόρους του εναγομένου, με ορατό το ενδεχόμενο να ζητηθεί να εκδοθεί αργότερα ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση μη εμφάνισης του.
4. Η υπό κρίση ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 1.2.2012, εμπεριείχε και αντιφατικές οδηγίες στους δικηγόρους που εκπροσωπούσαν τον εναγόμενο.
5. Οι πιο πάνω οδηγίες φαίνεται εν πάση περιπτώσει να αντιβαίνουν την ορθόδοξη πορεία που ακολουθεί ένα Δικαστήριο εξετάζοντας και εκδικάζοντας αίτηση παρακοής, που περιλαμβάνουν βέβαια και τη δυνατότητα και την εξουσία του να εκδώσει ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση που ο καθ' ου η αίτηση δεν εμφανίζεται παρά την προσωπική σ' αυτόν επίδοση της αναγκαίας αιτήσεως και της μαρτυρικής κλήσης. Οι δικηγόροι εκπροσωπούν ένα διάδικο και δεν τον υποκαθιστούν, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου διακυβεύεται είτε η προσωπική ελευθερία του τελευταίου, είτε η οικονομική του επιβάρυνση με την επιβολή προστίμου.
6. Υπό το φως και του επείγοντος του ζητήματος, εκρίθη ότι δεν προσφερόταν εναλλακτικό μέσο θεραπείας και ικανοποιούνταν οι προϋποθέσεις παροχής της ζητούμενης άδειας.
7. Δόθηκαν οδηγίες όπως η σχετική αίτηση για την έκδοση εντάλματος certiorari να καταχωρηθεί εντός επτά ημερών από σήμερα. Η αίτηση να οριστεί από το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο στις 28 Φεβρουαρίου 2012 και ώρα 8.30 π.μ.
8 Η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 1.2.2012, καθώς και όλα τα σχετικά διαβήματα, οδηγίες και διαδικασίες που απορρέουν από αυτή, αναστάλθηκαν μέχρι νεώτερης διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,
Κωνσταντινίδη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298,
Base Metal Trading Ltd ν. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535,
Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965,
Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552,
In re Bramblevale Ltd [1970] Ch 128,
Savings and Investment Bank Ltd v. Gasco (No. 2) [1988] 1 All E.R. 975,
Μιχαηλίδης ν. Poliakova (2011) 1 Α.Α.Δ. 356.
Αίτηση.
Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου (κα), για τον Αιτητή.
Cur. adv. vult.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η έκδοση οδηγιών υπό τύπο ενδιάμεσης απόφασης από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού την 1.2.2012, στις συνθήκες που συνοπτικά αναφέρονται κατωτέρω, αποτέλεσε το έναυσμα για την καταχώρηση της παρούσας αίτησης με την οποία επιδιώκεται η παραχώρηση άδειας από το Ανώτατο Δικαστήριο για καταχώρηση κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος τύπου certiorari, προς ακύρωση της απόφασης.
Η αίτηση περιβάλλεται από τα εξής γεγονότα: η εταιρεία IKOS CIF Ltd εξασφάλισε στις 23.12.2009 στα πλαίσια αγωγής που καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, προσωρινό διάταγμα το οποίο και επιδόθηκε προσωπικά στον εναγόμενο - εδώ αιτητή - στη χώρα διαμονής του στο Μονακό. Το διάταγμα με ορισμένες τροποποιήσεις οριστικοποιήθηκε εκ συμφώνου στις 15.7.2010. Ακολούθησαν στις 2.6.2010, 10.9.2010 και 11.10.2010, αιτήσεις παρακοής από την ως άνω εταιρεία, η οποία και εξασφάλισε άδεια για υποκατάστατο επίδοση τους, γεγονός που οδήγησε τελικώς στις 25.2.2011 στην προσωπική επίδοση των αιτήσεων παρακοής στον εναγόμενο στο Μονακό. Οι αιτήσεις παρακοής ήταν ορισμένες για πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου στις 6.5.2011, προηγουμένως δε η εταιρεία στις 7.4.2011 εξέδωσε μαρτυρικές κλήσεις προς τον αιτητή-εναγόμενο, οι οποίες δεν επιδόθηκαν σ' αυτόν προσωπικά. Αντ' αυτών επιδόθηκαν στις 12.4.2001 στους δικηγόρους του και συγκεκριμένα σε δικηγόρους ομόδικους με τους εμφανιζόμενους ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου δικηγόρους για την προώθηση της υπό κρίση αίτησης.
Στις 6.5.2011, στην απουσία του εναγομένου, ο οποίος δεν παρευρέθη στο Δικαστήριο, ο δικηγόρος της εταιρείας δήλωσε προς το Δικαστήριο ότι δεν θα ζητούσε ένταλμα σύλληψης, το δε Δικαστήριο έκρινε ορθό όπως ούτε αυτεπάγγελτα χωρήσει στην έκδοση εντάλματος σύλληψης, υπό το φως των δεδομένων, ότι αφενός ο εναγόμενος ήταν κάτοικος εξωτερικού, αφετέρου δε της αμφισβήτησης του τρόπου έκδοσης του διατάγματος επίδοσης προς αυτόν. Ως φαίνεται από την ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 15.11.2011, στην οποία αναπαράγεται το πρακτικό που τηρήθηκε στις 6.5.2011, οι συνήγοροι του εναγόμενου ανέλαβαν να τον ειδοποιήσουν για τη νέα ημερομηνία στην οποία θα οριζόταν η αίτηση παρακοής, ως τέτοια δε ορίστηκε η 24.6.2011.
Στο μεταξύ όμως κατά τη διαδικασία εξέλιξης των αιτήσεων παρακοής, είχαν καταχωρηθεί άλλες τρεις αιτήσεις από τους συνηγόρους του εναγόμενου-αιτητή, όλες ημερ. 8.6.2010, με στόχο τον παραμερισμό της γενομένης επίδοσης στον εναγόμενο στο εξωτερικό, τόσο της υποκατάστατης επίδοσης, όσο και της αίτησης παρακοής. Στις 24.6.2011, με κοινή τοποθέτηση όλων των συνηγόρων, όλες οι αιτήσεις ορίσθηκαν για περαιτέρω χειρισμό, ήτοι για οδηγίες, στις 16.9.2011. Στη νέα αυτή ημερομηνία ο δικηγόρος της εταιρείας ζήτησε άδεια να αποσυρθεί από την υπόθεση και την υπόθεση ανέλαβε νέος δικηγόρος. Ζητήθηκε τότε χρόνος από το νέο συνήγορο για μελέτη του ογκώδους φακέλου που στο μεταξύ δημιουργήθηκε και για να γίνει συνεννόηση με τους αντίδικους συνηγόρους σε μια προσπάθεια ενδεχόμενης διευθέτησης της ουσίας της αγωγής ή περιορισμού των επιδίκων θεμάτων.
Το Δικαστήριο παρεχώρησε το χρόνο και όρισε όλες τις εκκρεμούσες αιτήσεις στις 11.11.2011, όταν και εκδόθηκαν διάφορες οδηγίες ως προς το πλαίσιο εκδίκασης των διαφόρων αιτήσεων ενόψει προβλημάτων που προέκυψαν κατά τη συνεννόηση των συνηγόρων. Κρίθηκε από το Δικαστήριο αφού άκουσε την επιχειρηματολογία των συνηγόρων, ότι προείχε η εκδίκαση των αιτήσεων που καταχώρησε ο εναγόμενος προς παραμερισμό τόσο της άδειας για υποκατάστατο επίδοση, όσο και της ίδιας της επίδοσης της αίτησης. Προχώρησε λοιπόν το Δικαστήριο και εκδίκασε τις αιτήσεις παραμερισμού τις οποίες και απέρριψε με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 12.1.2012.
Ακολούθησε την 1.2.2012, άλλη ενδιάμεση ex-tempore αυτή τη φορά απόφαση που αφορούσε τις αιτήσεις ημερ. 2.6.2010 και 10.9.2010 για παρακοή. Στην απόφαση αυτή το Δικαστήριο έκρινε ότι είχε εξουσία να δώσει οδηγίες, τις οποίες και έδωσε, προς τους συνηγόρους του εναγομένου, κατοίκου υπενθυμίζεται εξωτερικού, «. να τον ειδοποιήσουν για τη νέα ημερομηνία κατά την οποία θα οριστεί η υπόθεση για ακρόαση, ώστε να διασφαλιστεί η παρουσία του.» Αυτός ο χειρισμός έγινε μετά που το Δικαστήριο άκουσε σχετικές εισηγήσεις επί του θέματος της εξασφαλίσεως της παρουσίας του εναγομένου κατά τις νέες ημερομηνίες ακρόασης που ορίστηκαν να είναι η 6.3.2012 και 7.3.2012 και ώρα 10.30 π.μ., με οδηγίες όπως προηγουμένως καταχωρηθεί ένσταση μέχρι και τις 28.2.2012. Αυτά ως προς την αίτηση παρακοής ημερ. 2.6.2010. Η αίτηση ημερ. 10.9.2010 παρέμεινε για οδηγίες στις 6.3.2012. Το σχετικό καταληκτικό μέρος του πρακτικού του Δικαστηρίου ημερ. 1.2.2012, έχει ως εξής:
«Δίδονται οδηγίες όπως οι δικηγόροι που εκπροσωπούν τον καθ' ου η αίτηση να τον ενημερώσουν για την νέα ημερομηνία της δίκης κατά τέτοιο τρόπο, ούτως ώστε να γνωρίζει με σαφήνεια την ημερομηνία της ακρόασης και τη φύση και τις συνέπειες της υπόθεσης που αντιμετωπίζει.»
Το Δικαστήριο εκδίδοντας τις ως άνω οδηγίες άκουσε, ως ανεφέρθη, επιχειρηματολογία από το νέο συνήγορο της εταιρείας ως προς τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να εκδώσει, με βάση αγγλική νομολογία, bench warrant, (ήτοι, εκ της έδρας εκδιδόμενο ένταλμα σύλληψης προσώπου που αμελεί ή παραλείπει να εμφανιστεί ή δεν ανευρίσκεται), σε περίπτωση που δοθούν από το Δικαστήριο οδηγίες ως προς τους δικηγόρους του εναγομένου να τον ειδοποιήσουν να είναι παρών στη νέα δικάσιμο και αυτός δεν εμφανισθεί. Απέρριψε τις προς το αντίθετο εισηγήσεις των συνηγόρων του εναγομένου ότι η δυνατότητα ειδοποίησης του εναγομένου από τους ίδιους τους συνηγόρους τους δεν εδράζεται σε καμιά δικονομική πρόνοια γνωστή και εφαρμοστέα στην Κύπρο, δεδομένου ότι σε αίτηση παρακοής το μόνο που το Δικαστήριο έχει εξουσία να πράξει είναι να εκδώσει ένταλμα σύλληψης εκεί όπου η ίδια η εταιρεία έχει λάβει όλα τα δέοντα μέτρα προς εξασφάλιση της παρουσίας του εναγομένου, περιλαμβανομένης και της επίδοσης προσωπικώς της αναγκαίας μαρτυρικής κλήσης. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τις εισηγήσεις των συνηγόρων του εναγομένου, δεν είναι πρακτικά ή νομικά εφαρμόσιμες οι οδηγίες αυτές διότι σε περίπτωση που είτε ο δικηγόρος του δεν ενημερώσει τον εναγόμενο σχετικά, είτε παρά την ενημέρωση ο εναγόμενος δεν εμφανιστεί, τότε θα υπόκειται ενδεχομένως σε τιμωρία ο ίδιος ο δικηγόρος, ο δε δικηγόρος θα εξαναγκαστεί ερωτούμενος από το Δικαστήριο αν συμμορφώθηκε με τις οδηγίες του, να δώσει «μαρτυρία» εναντίον του πελάτη του.
Κατά την επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ο κ. Τριανταφυλλίδης ενώπιον του Δικαστηρίου χθες προς υποστήριξη της αιτήσεως για χορήγηση άδειας, διευκρινίστηκε ότι μια εκ των αιτήσεων παρακοής είχε ήδη αποσυρθεί, οι οδηγίες δε του Δικαστηρίου αφορούσαν στις εναπομείνασες αιτήσεις παρακοής ημερ. 2.6.2010 και 10.9.2010. Ο συνήγορος αναφέρθηκε επίσης, πέραν των ανωτέρω, στις πρόνοιες του Άρθρου 49 του περί Δικαστηρίων Νόμου αρ. 14/60, ως τροποποιήθηκε, στη Δ.42Α και ιδιαιτέρως στο θ. 4 αυτής, των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, καθώς και στην απόφαση Αναφορικά με την αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη για certiorari (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298.
Σύμφωνα με πάγια νομολογία, αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν επιτυγχάνει όταν δεν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και όταν δεν φαίνεται από το πρακτικό του Δικαστηρίου, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον από το πρόσωπο που έλαβε την απόφαση, δόλος ή ψευδορκία στη λήψη της απόφασης ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης. Αυτά εξάγονται από τη σχετική νομολογία όπως αυτή λαμβάνεται σε υποθέσεις όπως τις Αναφορικά με τον Genaro Perella (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη - ανωτέρω - και Base Metal Trading Ltd ν. Fastact Developments Ltd κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1535. Περαιτέρω, άδεια δεν δίνεται όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, στην οποία περίπτωση θα πρέπει να καταδειχθούν ότι συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν παρέκκλιση από αυτόν τον κανόνα, ότι, δηλαδή, αφού προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο, δεν αποδεικνύεται η ύπαρξη συζητήσιμου ζητήματος. Και αυτό, ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα. Αυτό φαίνεται σε αυθεντίες όπως η Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965 και Σ. Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552.
Στο στάδιο όπου το Δικαστήριο κρίνει κατά πόσο θα πρέπει να χορηγηθεί ή όχι η άδεια, εξετάζεται μόνο κατά πόσο υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση ώστε να δικαιολογείται η παραχώρηση της άδειας με βάση βέβαια το υλικό που είναι ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη εμβάθυνση στην υπόθεση, εάν, βεβαίως, από τα στοιχεία που τίθενται στο Δικαστήριο παρουσιάζεται αυτή η εκ πρώτης όψεως υπέρβαση δικαιοδοσίας, η έκδηλη πλάνη περί το νόμο ή η παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, ως έχει ήδη αναφερθεί. Τόσο το Άρθρο 49 του Νόμου αρ. 14/60, όσο και η Δ.42Α, δίνουν την εξουσία στο Δικαστήριο να προχωρήσει με την έκδοση εντάλματος σύλληψης του προσώπου προς το οποίο έχει επιδοθεί προσωπικά διάταγμα το οποίο τον υποχρεώνει να προβεί σε συγκεκριμένη πράξη ή του απαγορεύει από το να ενεργήσει κατά συγκεκριμένο τρόπο, εκτός εάν η προσωπική επίδοση κρίνεται από το Δικαστήριο μη αναγκαία (Δ.42Α θ.2). Η διαδικασία παρακοής όπως είναι γνωστό είναι οιονεί ποινικής φύσεως και όλα τα τυπικά και ουσιαστικά εχέγγυα της ποινικής δίκης πρέπει να ικανοποιούνται (In re Bramblevale Ltd [1970] Ch 128, Savings and Investment Bank Ltd v. Gasco (No. 2) [1988] 1 All E.R. 975 και Δρόσος Μιχαηλίδης ν. Margita Μιχαηλίδου Poliakova (2011) 1 Α.Α.Δ. 356). Στα πλαίσια αυτά εμπίπτει και η διασφάλιση της προσωπικής επίδοσης τόσο του διατάγματος του Δικαστηρίου, όσο και της αίτησης για παρακοή στον καθ' ου, στοιχεία που πρέπει να ενυπάρχουν και να παρουσιαστούν στο Δικαστήριο πριν αυτό προχωρήσει στην έκδοση εντάλματος σύλληψης. Σχετική είναι και η αυθεντία Αναφορικά με την Αίτηση του Αλέκου Κωνσταντινίδη - ανωτέρω - καθώς και τα αναφερόμενα στο σύγγραμμα του David Bean: "Injunctions" 8η έκδ. σελ. 88-89, παρ. 6.16.
Υπό το φως των ανωτέρω, διαπιστώνεται εκ πρώτης όψεως να υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση εκ του γεγονότος ότι στις 6.5.2011, παρά την ύπαρξη προσωπικής επίδοσης της αίτησης παρακοής στον εναγόμενο, το Δικαστήριο πρόκρινε ότι ορθό και δίκαιο ήταν να μην εκδοθεί ένταλμα σύλληψης εναντίον του για τους λόγους που έχουν ήδη καταγραφεί προηγουμένως. Από τη στιγμή που δεν εκδόθηκε τότε ένταλμα σύλληψης, ενδεχομένως να έπρεπε να επιδοθεί εκ νέου η αίτηση παρακοής εφόσον το μόνο που ανέλαβαν οι συνήγοροι του εναγομένου με τη σχετική δήλωση τους, όπως αυτή αναπαράχθηκε στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 15.11.2011, ήταν η ενημέρωση του εναγομένου ως προς τη νέα ημερομηνία. Μετέπειτα προκύπτει πρόβλημα εφόσον παρουσιάζεται να μην είχε επιδοθεί προσωπικά η μαρτυρική κλήση στον εναγόμενο που τον καλούσε να εμφανιστεί ενώπιον του Δικαστηρίου. Η εταιρεία εξέδωσε τη σχετική μαρτυρική κλήση για να διασφαλίσει την παρουσία του εναγομένου ενώπιον του Δικαστηρίου στα πλαίσια της εκδίκασης της αίτησης παρακοής ημερ. 2.6.2010, πλην όμως αυτή επεδόθη στους δικηγόρους του στην Κύπρο. Δεν είχε επομένως γίνει προσωπική επίδοση.
Το Δικαστήριο φαίνεται να υπερέβη την εξουσία του δίνοντας τις επίμαχες οδηγίες στους συνηγόρους του εναγομένου, με ορατό το ενδεχόμενο να ζητηθεί να εκδοθεί αργότερα ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση μη εμφάνισης του. Να σημειωθεί ότι η υπό κρίση ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 1.2.2012, εμπεριέχει και αντιφατικές οδηγίες στους δικηγόρους που εκπροσωπούν τον εναγόμενο, εφόσον στη μεν σελ. 4, το Δικαστήριο εξέδωσε οδηγίες ώστε οι δικηγόροι να ειδοποιήσουν τον εναγόμενο για τη νέα ημερομηνία που θα οριζόταν η υπόθεση για ακρόαση «... ώστε να διασφαλιστεί η παρουσία του», ενώ στην καταληκτική παράγραφο, η οποία καταγράφηκε προηγουμένως verbatim γίνεται λόγος για οδηγίες στους δικηγόρους να ενημερώσουν τον εναγόμενο ώστε να γνωρίζει κατά τη νέα ημερομηνία με σαφήνεια «.. τη φύση και τις συνέπειες της υπόθεσης που αντιμετωπίζει.». Οι πιο πάνω οδηγίες φαίνεται εν πάση περιπτώσει να αντιβαίνουν την ορθόδοξη πορεία που ακολουθεί ένα Δικαστήριο εξετάζοντας και εκδικάζοντας αίτηση παρακοής, που περιλαμβάνουν βέβαια και τη δυνατότητα και την εξουσία του να εκδώσει ένταλμα σύλληψης σε περίπτωση που ο καθ' ου η αίτηση δεν εμφανίζεται παρά την προσωπική σ' αυτόν επίδοση της αναγκαίας αιτήσεως και της μαρτυρικής κλήσης. Οι δικηγόροι εκπροσωπούν ένα διάδικο και δεν τον υποκαθιστούν, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου διακυβεύεται είτε η προσωπική ελευθερία του τελευταίου, είτε η οικονομική του επιβάρυνση με την επιβολή προστίμου.
Υπό το φως και του επείγοντος του ζητήματος, κρίνεται ότι δεν προσφέρεται εναλλακτικό μέσο θεραπείας και επομένως οι προϋποθέσεις παροχής της ζητούμενης άδειας ικανοποιούνται.
Σχετική αίτηση για την έκδοση εντάλματος certiorari να καταχωρηθεί εντός επτά ημερών από σήμερα. Η αίτηση να οριστεί από το αρμόδιο Πρωτοκολλητείο στις 28 Φεβρουαρίου 2012 και ώρα 8.30 π.μ.
Η ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 1.2.2012, καθώς και όλα τα σχετικά διαβήματα, οδηγίες και διαδικασίες που απορρέουν από αυτή, αναστέλλονται μέχρι νεώτερης διαταγής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Διαταγή ως ανωτέρω.