ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 118
6 Φεβρουαρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΕΛΕΝΗ ΚΑΡΣΕΡΑ ΣΥΖΥΓΟ ΤΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΩΜΑ ΤΕΩΣ ΕΞ ΑΡΕΔΙΟΥ ΚΑΤΟΧΟΥ ΤΟΥ ΥΠ' ΑΡ. ΔΕΛΤΙΟΥ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ 087352
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΔΑΝΟΣ,
Εφεσείων,
v.
ΦΡΙΞΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 344/2009)
Κληρονομικό Δίκαιο -- Μη διαθέσιμο μέρος κληρονομίας ― Άρθρο 25 του Κεφ.189 ― Κατά πόσον κληρονόμοι της αποβιωσάσης εδικαιούντο να ζητήσουν διορισμό δικού τους διαχειριστή για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας ― Εκρίθη νομικά αβάσιμη η καταχώρηση δύο αιτήσεων για έκδοση παραχωρητηρίων σχετικά με την ίδια περιουσία έστω και αν η πρώτη αίτηση αφορούσε στη διαθήκη η οποία περιελάμβανε ένα μόνο ακίνητο της περιουσίας, ενώ η δεύτερη αίτηση αφορούσε σε όλα τα υπόλοιπα ακίνητα και κινητά της περιουσίας που δεν διατέθησαν με τη διαθήκη.
Η διαθήκη αποβιώσαντος προσώπου με κατονομαζόμενο εκτελεστή τον εφεσείοντα, περιελάμβανε μόνο ένα ακίνητο εκ της σημαντικής ακίνητης και κινητής της περιουσίας της αποβιωσάσης. Τούτο οδήγησε αρχικά στην καταχώρηση από την πλευρά των κληρονόμων ένστασης στην αίτηση του εκτελεστή για παραχώρηση εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας, στον ίδιο.
Οι εικοσιένα από τους είκοσι δύο κληρονόμους οι οποίοι ενέστησαν, συμπεριλαμβανομένου του εφεσίβλητου, καταχώρησαν επίσης και αγωγή κατά του κύρους της διαθήκης. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε την προαναφερόμενη αγωγή και αποφάσισε ότι η διαθήκη είναι έγκυρη.
Στο μεταξύ οι προαναφερόμενοι κληρονόμοι επέλεξαν και εξουσιοδότησαν τον εφεσίβλητο να διαχειριστεί το αδιάθετο μέρος της περιουσίας της αποβιωσάσης ο οποίος και καταχώρησε σχετική αίτηση ζητώντας την έκδοση παραχωρητηρίου εγγράφου για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας, στην οποία ενέστη ο εφεσείων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση αποφασίζοντας ότι συνιστούσε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας λόγω των προηγούμενων ενδίκων μέσων και δεν προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της.
Η απόφαση ανετράπη από το Εφετείο που απεφάνθη ότι η αίτηση του εκτελεστή αφορούσε μόνο στη διαθήκη όπως και η αγωγή των κληρονόμων και δεν υπήρχε ζήτημα ταυτότητας διαδικασιών.
Μετά την εφετειακή απόφαση το πρωτόδικο δικαστήριο επιλήφθηκε της Αιτήσεως και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι κληρονόμοι της αποβιωσάσης εδικαιούντο να ζητήσουν διορισμό δικού τους διαχειριστή για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας.
Εξέδωσε απόφαση με την οποία ενέκρινε σχετική αίτηση του εφεσίβλητου, διατάσσοντας την έκδοση παραχωρητηρίου εγγράφου.
Η απόφαση εφεσιβλήθηκε με δύο λόγους έφεσης όπου μεταξύ άλλων υποστηρίχθηκαν τα εξής:
α) Υπήρχε σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου στην ερμηνεία του Κανονισμού και του νόμου.
β) Ήταν λανθασμένη, νομικά, η έκδοση διατάγματος με το οποίο διοριζόταν ο εφεσίβλητος ως διαχειριστής του αδιάθετου μέρους της περιουσίας της αποβιωσάσης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το πρωτόδικο δικαστήριο, προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της αίτησης παραγνωρίζοντας πλήρως τον Κανονισμό 25 των περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Κανονισμών του 1955, στον οποίο βασιζόταν η ένσταση του εφεσείοντα και, λανθασμένα, εξέτασε το Άρθρο 25 του Κεφ. 189 το οποίο ουσιαστικά ήταν άσχετο με τα επίδικα θέματα.
2. Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι το Άρθρο 25 του Κεφ. 189 δεν είχε εφαρμογή και λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον του που να εμποδίζει την έκδοση του διατάγματος που ζητούσε ο αιτητής-εφεσίβλητος.
3. Αν το πρωτόδικο δικαστήριο εξέταζε την αίτηση του εφεσίβλητου υπό αυτό το πρίσμα, δηλαδή χωρίς δέσμευση από τα όσα παρεμφερώς παρατήρησε το Εφετείο στην προγενέστερη έφεση, θα έβλεπε ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό 25 των προαναφερόμενων κανονισμών, δεν επιτρεπόταν η αποδοχή, εκ μέρους του Πρωτοκολλητείου του Δικαστηρίου, της αίτησης του εφεσίβλητου, εφόσον εκκρεμούσε ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου η προγενέστερη αίτηση του εφεσείοντα αναφορικά με την ίδια περιουσία.
4. Δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι οι δύο αιτήσεις αφορούσαν σε διαφορετικές περιουσίες. Ο αρμόδιος Πρωτοκολλητής θα έπρεπε να είχε πληροφορήσει τον εφεσίβλητο ότι δεν μπορούσε να δεχθεί την αίτηση του και ότι αυτός (ο εφεσίβλητος) θα έπρεπε να ενεργήσει καταχωρώντας caveat εναντίον του πρώτου αιτητή-εφεσείοντα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε απορρίψει την αίτηση.
Η έφεση επιτράπηκε και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Στυλιανίδης, Α.Ε.Δ.), (Αίτηση Αρ. 672/05), ημερομηνίας 29/10/2009.
Απ. Ντορζής, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Ευσταθίου με Κ. Καμένο, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η Ελένη Σάββα Καρσερά, σύζυγος του Γεωργίου Θωμά τέως από το Αρεδιού, απεβίωσε την 4.7.2005 και άφησε διαθήκη κατατεθειμένη στο Δικαστήριο Λευκωσίας με αρ. 123/05, με κατονομαζόμενο εκτελεστή της διαθήκης τον εφεσείοντα κ. Κυριάκο Δανό.
Ο εφεσείων καταχώρησε την Αίτηση 469/05 με την οποία ζητούσε την παραχώρηση εγγράφων διαχείρισης της περιουσίας της αποβιωσάσης, σ' αυτόν.
Η διαθήκη αφορούσε μόνον ένα ακίνητο στο Αρεδιού ενώ για την υπόλοιπη περιουσία της αποβιώσασας, που ήταν σημαντική κινητή και ακίνητη περιουσία, δεν γινόταν οποιαδήποτε αναφορά, στη διαθήκη. Οι κληρονόμοι της αποβιωσάσης δεν επιθυμούν να δοθεί η διαχείριση του υπολοίπου της περιουσίας της (εκτός από το ακίνητο που ρητά αναφέρεται στη διαθήκη) στον κατονομαζόμενο εκτελεστή της διαθήκης της. Είκοσι ένας από τους είκοσι δύο κληρονόμους (περιλαμβανομένου και του εφεσιβλήτου) καταχώρησαν ένσταση στην προαναφερόμενη αίτηση καθώς επίσης και αγωγή με αρ. 7892/05 κατά του κύρους της διαθήκης. Την 3.4.2009 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας απέρριψε την προαναφερόμενη αγωγή και αποφάσισε ότι η διαθήκη της αποβιωσάσης ημερ. 3.2.2001 είναι έγκυρη.
Εν τω μεταξύ οι προαναφερόμενοι κληρονόμοι επέλεξαν και εξουσιοδότησαν τον εφεσίβλητο να διαχειριστεί το αδιάθετο μέρος της περιουσίας της αποβιωσάσης και με αυτό το σκοπό ο εφεσίβλητος καταχώρησε την Αίτηση 672/05 ζητώντας την έκδοση παραχωρητηρίου εγγράφου για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας, προς τον ίδιο. Ο εφεσείων καταχώρησε ένσταση στην Αίτηση 672/05 και το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι η αίτηση του εφεσίβλητου συνιστούσε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας εφόσον προηγήθηκε η Αίτηση 469/05, του εφεσείοντα, και η Αγωγή 7892/05, των κληρονόμων. Το πρωτόδικο δικαστήριο απορρίπτοντας την Αίτηση 672/05 δεν προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της.
Εναντίον της προαναφερόμενης πρωτόδικης απόφασης καταχωρήθηκε η Πολιτική Έφεση αρ. 197/06 και το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 10.4.2008 ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση κρίνοντας ότι η Αίτηση αρ. 469/05 του κ. Δανού αφορούσε μόνο τη διαθήκη όπως και η αγωγή των κληρονόμων. Δεν υπήρχε, επομένως, ζήτημα ταυτότητας διαδικασιών μεταξύ της προγενέστερης Αίτησης 469/05 που αφορούσε τη διαθήκη και της μεταγενέστερης Αίτησης 672/05 η οποία αφορούσε το αδιάθετο μέρος της περιουσίας της αποβιωσάσης. Ως εκ τούτου δεν προέκυπτε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας. Το Ανώτατο Δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως η Αίτηση με αρ. 672/05 εξεταστεί το συντομότερο δυνατό επί της ουσίας.
Μετά την απόφαση στην Πολιτική Έφεση 197/06 το πρωτόδικο δικαστήριο επιλήφθηκε της Αιτήσεως 672/05 και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι κληρονόμοι της αποβιωσάσης εδικαιούντο να ζητήσουν διορισμό δικού τους διαχειριστή για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας. Στις 29.10.2009 το πρωτόδικο δικαστήριο εξέδωσε απόφαση με την οποία ενέκρινε την αίτηση του εφεσίβλητου, διατάσσοντας την έκδοση παραχωρητηρίου εγγράφου για το αδιάθετο μέρος της περιουσίας της αποβιωσάσης, στον εφεσίβλητο.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με δύο λόγους έφεσης. Ο πρώτος λόγος αφορά στο κατ' ισχυρισμό σφάλμα του πρωτόδικου δικαστηρίου αντί να εξετάσει και να ερμηνεύσει τον Κανονισμό 25 των περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Κανονισμών του 1955, να εξετάσει και να ερμηνεύσει το (άσχετο) Άρθρο 25 του περί Διαχειρίσεως Κληρονομιών Αποθανόντων Νόμου Κεφ. 189. Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται ως λανθασμένη, νομικά, η έκδοση διατάγματος με το οποίο διοριζόταν ο εφεσίβλητος ως διαχειριστής του αδιάθετου μέρους της περιουσίας της αποβιωσάσης.
Στην επιχειρηματολογία για τον εφεσίβλητο υποστηρίζεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και γίνεται εισήγηση ότι τυχόν εξέταση του Κανονισμού 25 των προαναφερόμενων κανονισμών θα συνιστούσε νομικά ανεπίτρεπτη ενέργεια εκ μέρους του πρωτόδικου δικαστηρίου, εφόσον με την απόφαση του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 197/06 το Εφετείο έδωσε, ουσιαστικά, οδηγίες στο πρωτόδικο δικαστήριο να εξετάσει την αίτηση του εφεσίβλητου στην ουσία της. Όσον αφορά την ορθότητα του διατάγματος του πρωτόδικου δικαστηρίου γίνεται εισήγηση εκ μέρους του εφεσίβλητου ότι αυτό εκδόθηκε απόλυτα νόμιμα.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και ιδιαίτερα, εκτός από την πρωτόδικη απόφαση, την απόφαση του Εφετείου στην Πολιτική Έφεση 197/06. Στην απόφαση εκείνη το ουσιαστικό ζήτημα που εξετάστηκε από το Εφετείο ήταν η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η Αίτηση 672/05 συνιστούσε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας διότι προηγήθηκε η Αίτηση 469/05 και η Αγωγή 7892/05. Το Εφετείο έκρινε ως λανθασμένη την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι οι προαναφερόμενες διαδικασίες ήταν ταυτόσημες και ως εκ τούτου προέκυπτε κατάχρηση. Συναφώς παρατήρησε ότι η πρώτη αίτηση αφορούσε αποκλειστικά στη διαθήκη και το τεμάχιο που αναφερόταν σ' αυτή, ενώ η δεύτερη αίτηση αφορούσε στη διαχείριση του αδιάθετου (μεγάλου) μέρους της περιουσίας της αποβιωσάσης. Αφού παρατήρησε, το Εφετείο, ότι οι νόμιμοι κληρονόμοι της αποβιωσάσης είχαν αδιαμφισβήτητο δικαίωμα στο υπόλοιπο μέρος της περιουσίας αποτελούμενο από πολλά κτήματα και σεβαστό χρηματικό ποσό, είπε και τα εξής, στα οποία το πρωτόδικο δικαστήριο (στην προσβαλλόμενη απόφαση) έδωσε μεγάλη σημασία: «. δεν υπήρχε λόγος η διαχείριση και διανομή της υπόλοιπης περιουσίας να αναμένει την εξέλιξη της αίτησης του κ. Δανού και της αγωγής των κληρονόμων κατά της εγκυρότητας της διαθήκης και να συναρτάται προς εκείνα, με αποτέλεσμα η υπόλοιπη περιουσία να παραμένει χωρίς διαχείριση και αδιανέμητη.»
Το πρωτόδικο δικαστήριο, στην προσβαλλόμενη απόφαση, ορθά θεώρησε ότι οι προαναφερόμενες παρατηρήσεις του Εφετείου το υποχρέωναν να εξετάσει την αίτηση του εφεσίβλητου επί της ουσίας. Το πρωτόδικο δικαστήριο, όμως, προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της αίτησης παραγνωρίζοντας πλήρως τον προαναφερόμενο κανονισμό 25 στον οποίο βασιζόταν η ένσταση του εφεσείοντα (στην Αίτηση 672/05) και, λανθασμένα, εξετάζοντας το Άρθρο 25 του Κεφ. 189 το οποίον ουσιαστικά ήταν άσχετο με τα επίδικα θέματα. Το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι το Άρθρο 25 του Κεφ. 189 δεν είχε εφαρμογή και λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε οτιδήποτε ενώπιον του που να εμποδίζει την έκδοση του διατάγματος που ζητούσε ο αιτητής-εφεσίβλητος. Εξάλλου, όπως είπε, αυτό απαιτούσε και το συμφέρον της κληρονομιάς και των κληρονόμων.
Με όλο τον προσήκοντα σεβασμό δεν συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο στον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την ενώπιον του αίτηση. Το Εφετείο στην προαναφερόμενη έφεση έκρινε ότι δεν υπήρχε κατάχρηση της δικαστικής διαδικασίας στην προκείμενη περίπτωση. Αυτό ήταν το σκεπτικό της απόφασης του και εκείνο μόνο το μέρος της απόφασης ήταν δεσμευτικό για το πρωτόδικο δικαστήριο. Τα όσα παρατήρησε το Εφετείο, παρεμφερώς, αναφορικά με την, κατά προτεραιότητα, εξέταση της αίτησης για διαχείριση και διανομή της υπόλοιπης περιουσίας της αποβιωσάσης, λέχθηκαν, κατά την κρίση μας, obiter ή per incuriam και δεν ήταν δεσμευτικά για το πρωτόδικο δικαστήριο.
Αν το πρωτόδικο δικαστήριο εξέταζε την αίτηση του εφεσίβλητου με αρ. 672/05 υπό αυτό το πρίσμα, δηλαδή χωρίς δέσμευση από τα όσα παρεμφερώς παρατήρησε το Εφετείο, θα έβλεπε ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό 25 των προαναφερόμενων κανονισμών, δεν επιτρεπόταν η αποδοχή, εκ μέρους του Πρωτοκολλητείου του Δικαστηρίου, της αίτησης του εφεσίβλητου, εφόσον εκκρεμούσε ενώπιον του ιδίου δικαστηρίου η προγενέστερη αίτηση του εφεσείοντα αναφορικά με την ίδια περιουσία (estate). Κατά την κρίση μας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι δύο αιτήσεις αφορούσαν σε διαφορετικές περιουσίες (estates). Επρόκειτο για την περιουσία της προαναφερόμενης αποβιωσάσης έστω και αν η πρώτη αίτηση αφορούσε, ουσιαστικά, τη διαθήκη και ένα μόνο ακίνητο της περιουσίας, ενώ η δεύτερη αφορούσε σε όλα τα υπόλοιπα ακίνητα και κινητά της περιουσίας. Επομένως ο αρμόδιος Πρωτοκολλητής θα έπρεπε να είχε πληροφορήσει τον εφεσίβλητο ότι δεν μπορούσε να δεχθεί την αίτηση του και ότι αυτός (ο εφεσίβλητος) θα έπρεπε να ενεργήσει καταχωρώντας caveat εναντίον του πρώτου αιτητή-εφεσείοντα.
Με αυτά τα δεδομένα ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής θα έπρεπε να είχε απορρίψει την αίτηση του εφεσίβλητου. Κατά συνέπεια η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Έξοδα πρωτόδικα και κατ' έφεση να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να καταβληθούν από την περιουσία της αποβιωσάσης.
Η έφεση επιτρέπεται και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.