ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1111
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 83/2009)
31 Μαΐου 2012
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
NOVICHKOVA DARIA,
Εφεσείουσα,
- ΚΑΙ -
ΘΕΜΗ ΒΛΑΒΗ,
Εφεσίβλητου.
-----------------------------------
Σ. Αγγελίδης, γι΄αυτόν Κ. Θεοχαρίδου (κα), για την Εφεσείουσα.
Π. Κωνσταντίνου για Α.Π. Ερωτοκρίτου & Σια, για τον Εφεσίβλητο.
-------------------------------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δώσει ο αδελφός Δικαστής Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η εφεσείουσα, 34 ετών, συνοδηγός σε όχημα, τραυματίστηκε σε τροχαίο δυστύχημα στις 18.3.2005 στη Λεμεσό, στη συνέχεια δε ήγειρε αγωγή εναντίον του εφεσίβλητου, ο οποίος οδηγούσε το έτερο όχημα το οποίο συγκρούστηκε με το όχημα στο οποίο επέβαινε η εφεσείουσα. Δηλώθηκε πρωτοδίκως από τη δικηγόρο του εφεσιβλήτου ότι η εφεσείουσα δεν είχε βεβαίως καμιά ευθύνη στην πρόκληση του δυστυχήματος και ότι αυτή δικαιούτο σε πλήρη αποζημίωση από τον εφεσίβλητο.
Τα επίδικα, επομένως, θέματα περιστράφηκαν γύρω από τις σωματικές κυρίως βλάβες της εφεσείουσας και τις γενικές αποζημιώσεις τις οποίες αυτή θα έπρεπε να λάβει, πρόσθετα των ειδικών αποζημιώσεων την καταβολή των οποίων επίσης επιδίωξε συνεπεία του ατυχήματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άκουσε εκτεταμένη μαρτυρία τόσο από την εφεσείουσα, όσο και από ιατρούς που κλήθηκαν εκατέρωθεν και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ορθές γενικές αποζημιώσεις ήταν αυτές των €30.000, στις οποίες περιέλαβε και €5.000 ως ποσό απώλειας κάποιου μελλοντικού εισοδήματος. Επί του ποσού των €25.000, επιδικάσθηκε τόκος από 30.6.2006, με το σκεπτικό ότι παρά το γεγονός ότι η εφεσείουσα καταχώρησε την αγωγή της σε πολύ σύντομο χρόνο μετά το δυστύχημα και συκεκριμένα στις 28.7.2005, η πορεία της εκδίκασης εκτροχιάστηκε εξ υπαιτιότητας της διότι προέβη σε δύο τροποποιήσεις του δικογράφου της, με αποτέλεσμα η δίκη να καθυστερήσει για περίοδο που δεν υπερέβαινε τους έντεκα μήνες. Όσον αφορά τις ειδικές αποζημιώσεις, αποδόθηκε ένα συνολικό ποσό της τάξης των €13.295,91 αλλά κρίθηκε ότι εφόσον η εφεσείουσα δεν είχε καταβάλει οποιοδήποτε ποσό πέραν από ένα ποσό £56 που πληρώθηκαν στις 23.11.2005, θα δικαιούτο τόκο μόνο επ΄ αυτού του ποσού από την ημερομηνία πληρωμής και επί των υπολοίπων ειδικών αποζημιώσεων ο τόκος θα άρχιζε από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης.
Εν τέλει, εκδόθηκε υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου, απόφαση στο συνολικό ποσό των €43.295,91 με τόκο 8% επί του ποσού των €25.000 από 30.6.2006, 8% επί ποσού €95.68 (αντίστοιχο των £56) από 23.11.2005 και 8% επί ποσού €18.200,23 από 27.1.2009, ημερομηνία έκδοσης της απόφασης μέχρι εξόφλησης. Επιδικάστηκαν επίσης υπέρ της εφεσείουσας τα αναλογούντα έξοδα.
Με επτά λόγους έφεσης επιδιώκεται η αύξηση των ποσών που επιδίκασε το πρωτόδικο Δικαστήριο, τόσο επί των γενικών αποζημιώσεων, όσο και επί των ειδικών τοιαύτων. Σε ό,τι αφορά τις γενικές αποζημιώσεις, η εισήγηση της εφεσείουσας είναι ότι η κατάσταση της υγείας της δεν εκτιμήθηκε ορθά από το Δικαστήριο υπό το φως του γεγονότος ότι οι πραγματικές σωματικές βλάβες της διήρκησαν για επαρκές χρονικό διάστημα, υπέστη αρκετή ταλαιπωρία εφόσον παρέμεινε σε τρομερά άβολη στάση με αυστηρό κλινοστασισμό για διάστημα δύο μηνών, καθώς και για περαιτέρω διάστημα επτά μηνών ουσιαστικής ακινησίας, δυνάμενη να περπατήσει μόνο υποβασταζόμενη από τρίτα πρόσωπα. Πέραν τούτου, το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι δεν υπήρξαν νευρολογικά προβλήματα ή κατάλοιπα στην εφεσείουσα λόγω του ατυχήματος. Η ύπαρξη νευρολογικών συμπτωμάτων ως αποτέλεσμα τραυματισμού στα νεύρα ήταν δεδομένη, με βάση ακόμη και την ιατρική μαρτυρία που προσκόμισε ο ίδιος ο εφεσίβλητος. Ταυτόχρονα, το Δικαστήριο, αντιφατικά, ενώ αρνήθηκε την ύπαρξη νευρολογικών συμπτωμάτων, αποδέχθηκε τη συμπίεση του μηνιγγικού σάκκου, κρίνοντας την εφεσείουσα να έχει μειωμένη ικανότητα για εργασία.
Λανθασμένη κατά την κρίση της εφεσείουσας είναι και η μη επιδίκαση τόκου από τη γένεση του αγωγίμου δικαιώματος, από την ημέρα δηλαδή του δυστυχήματος, μεταθέτοντας την ημερομηνία στις 30.6.2006, εφόσον η εφεσείουσα δεν καθυστέρησε στην προώθηση της υπόθεσης της με οποιοδήποτε τρόπο, οι δε τροποποιήσεις που θεωρήθηκαν στην πορεία αναγκαίες, καθυστέρησαν τη διαδικασία μόνο για ελάχιστο χρόνο. Λανθασμένη είναι επίσης η επιδίκαση του ποσού των €5.000, για μελλοντική απώλεια εισοδήματος ενόψει του σχετικά νεαρού της ηλικίας της εφεσείουσας και της μαρτυρίας ότι δεν θα μπορούσε να αντεπεξέλθει, όπως παλαιότερα, στην εργασία της ως αυτοεργοδοτούμενης φωτογράφου, η οποία εργασία χρειάζεται συνεχή ορθοστασία, κάμψη του κορμού, γονάτισμα και βαθιά καθίσματα. Τέλος, λανθασμένα το Δικαστήριο δεν απέδωσε τον επακριβή αριθμό φυσιοθεραπειών που η εφεσείουσα χρειάστηκε απορρίπτοντας τη θέση του ειδικού προς τούτο φυσιοθεραπευτή ιατρού και αποδεχόμενο την αντίθετη θέση του ιατρού του εφεσίβλητου, στην ειδικότητα του οποίου δεν εμπίπτει η φυσιοθεραπεία.
Αντίθετη, βέβαια, είναι η θέση του εφεσίβλητου ο οποίος θεωρεί ως απόλυτα ορθή και αιτιολογημένη την πρωτόδικη απόφαση, δίνοντας επαρκείς λόγους για την προτίμηση της μαρτυρίας του ιατρού του εφεσίβλητου έναντι των ιατρών της εφεσείουσας. Τα γενικότερα σωματικά προβλήματα της εφεσείουσας δεν την καθιστούσαν, ως κατέληξε το Δικαστήριο, ανίκανη να εκτελεί την εργασία του φωτογράφου, αλλά μόνο παρέπεμπαν σε ενδεχόμενο επηρεασμό της εργασίας της λόγω ανάγκης για συχνότερες αναπαύσεις, με απώλεια ορισμένων εργασίμων ωρών, που η ίδια η εφεσείουσα εν πάση περιπτώσει δεν καθόρισε με ακρίβεια στη μαρτυρία της. Ορθά και πάλι, κατά τον εφεσίβλητο, δεν επιδικάστηκε τόκος από την ημέρα του ατυχήματος διότι στην καθυστέρηση της εκδίκασης ουδόλως συνέβαλε ο ίδιος, αλλά η εφεσείουσα. Όσον αφορά τις φυσιοθεραπείες, ο εφεσίβλητος θεωρεί ορθότατο το εύρημα του Δικαστηρίου για εξωπραγματική χρέωση, τόσο ως προς το ποσό, όσο και ως προς τον αριθμό των επισκέψεων, εκατόν στο σύνολο τους, που κατ΄ ισχυρισμόν χρειάστηκε η εφεσείουσα για σκοπούς φυσιοθεραπείας.
Σύμφωνα με τα πρωτόδικα ευρήματα αναφορικά με τις σωματικές βλάβες της εφεσείουσας, αυτή κατά την εισαγωγή της στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, έφερε κακώσεις στο πρόσωπο, με θλαστικό τραύμα στη δεξιά υπερόφρυα χώρα και περιοθλαμικό δεξιό αιμάτωμα, κάκωση κοιλίας με εκχυμώσεις και αριστερή λαγόνια ακρολοφία, με έντονη ευαισθησία. Είχε επίσης κάταγμα της οσφυϊκής μοίρας της σπονδυλικής στήλης, 05.
Αξονική τομογραφία πυέλου έδειξε μεγάλη συλλογή αίματος, αλλά ήταν φυσιολογική ως προς τον εγκέφαλο, τον αυχένα και την κοιλία. Αξονική τομογραφία της οσφύος κατέδειξε συντριπτικό κάταγμα εντός του σπονδυλικού σωλήνα, προκαλώντας μεγάλη στένωση και πίεση στο μηνιγγικό σάκο. Η εφεσείουσα παρέμεινε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας για 6 μέρες, η δε νοσηλεία της συνεχίστηκε στο Ορθοπεδικό Τμήμα του Νοσοκομείου, παρουσίασε όμως υγροθώρακα στο δεξιό ημιθωράκιο και τοποθετήθηκε χειρουργικά σωλήνας κλειστής παροχέτευσης, από 27.4.2005-30.4.2005.
Η εφεσείουσα ήταν σε αυστηρό κλινοστατισμό σε έκταση οσφύος σε τρομερά άβολη στάση, με μαξιλάρι κάτω από τη μέση και με πλήρη απαγόρευση κίνησης, ακόμη και για φυσικές ανάγκες για περίοδο 60 ημερών, ενώ είχε και κάταγμα σφηνοειδούς ταρσού το οποίο τοποθετήθηκε σε γύψινο κνημοποδικό νάρθηκα. Στις 26.5.2005, εξήλθε του Νοσοκομείου με ζώνη οσφύος. Τον Ιούλιο του 2005, η Εφεσείουσα ορθοστατούσε με τη χρήση ειδικού κηδεμόνα κορμού για λίγα μόνο λεπτά και βάδιζε με δυσκολία και υποσταταζόμενη. Υπήρχε τότε μυϊκή αδυναμία των μυών και των κάτω άκρων, δυσκαμψία στους μύες της ράχης και οσφύος, έντονη οσφυαλγία και επώδυνη δυσκαμψία της δεξιάς ποδοκνημικής άρθρωσης. Μέχρι την 22.12.2005, εννέα μήνες μετά τον τραυματισμό της, η εφεσείουσα είχε ικανοποιητική αποκατάσταση της μυϊκής ισχύος της, βαδίζουσα άνετα χωρίς υποστήριξη. Υπεχώρησαν οι διάφορες δυσκαμψίες, ως προηγουμένως καταγράφηκαν, με επάνοδο των κινήσεων της δεξιά ποδοκνημικής εντός φυσιολογικών ορίων.
Κατά καιρούς θα εμφανίζεται οσφυϊκό άλγος, και δυσκαμψία ιδιαιτέρως μετά από κόπωση και αλλαγή του καιρού. Οι πιθανότητες μετατραυματικά οστεοαρθρίτιδας είναι περιορισμένες, ενώ ουλή 2 εκ. που παρέμεινε στο δεξιό θώρακα κάτω από την περιοχή της μασχάλης δεν δημιουργεί εμφανισιακό πρόβλημα, δεν επιδείχθηκε δε οποιοδήποτε σημάδι στη δεξιά υπερόφρυα χώρα ως κατάλοιπο. Δεν υπήρχαν, κατά τα πρωτόδικα ευρήματα, νευρολογικά σημεία, ως έδειξε η μαγνητική τομογραφία, τα δε προβλήματα της οφείλονταν σε έντονη μυϊκή αδυναμία και ατροφία λόγω της μακράς ακινησίας.
Η εφεσείουσα διατείνεται ότι το επιδικασθέν ποσό γενικών αποζημιώσεων των €25.000, είναι έκδηλα ανεπαρκές και αυτό ανεξάρτητα από το προσβαλλόμενο εύρημα του Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δεν είχε νευρολογικά συμπτώματα. Αν το σχετικό εύρημα του Δικαστηρίου επί των νευρολογικών συμπτωμάτων ανατραπεί, τότε η αποζημίωση θα πρέπει να αυξηθεί ακόμη περαιτέρω. Πρέπει επομένως, πρωτίστως, να εξεταστεί το ζήτημα των νευρολογικών συμπτωμάτων ή και καταλοίπων για να διαπιστωθεί κατά πόσον αυτού του είδους η βλάβη όντως υπήρχε, οπότε και θα συνυπολογιστεί στο ευρύτερο κατάλοιπο ζημιών και βλαβών που υπέστη η εφεσείουσα, προς διαφοροποίηση του επιδικασθέντος ποσού ή αντίθετα ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε επί του θέματος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ως αξιόπιστη τη θέση του Δρα Αχιλλέα Περδίου, Μ.Υ.1, ο οποίος ως νευροχειρούργος είχε και την αναγκαία εξειδίκευση να εκφέρει σχετική γνώμη (προς τούτο συνήδε και η μαρτυρία του ακτινολόγου Δρα Κλεάνθη Ιωαννίδη, Μ.Ε.3), ότι η εφεσείουσα δεν παρουσίαζε νευρολογικά σημεία και ότι ήταν λόγω του τραυματισμού και της πρόκλησης ρήξης των σπονδύλων που σκληρύνθηκαν, η εμφάνιση οσφυϊκού άλγους και δυσκαμψίας μετά από κόπωση ή αλλαγή των καιρικών συνθηκών. Αποδέχθηκε επίσης τα αποτελέσματα της μαγνητικής τομογραφίας ως προς το ότι η εφεσείουσα δεν παρουσίαζε νευρολογικά σημεία. Η εφεσείουσα αντιτείνει ότι η διαπιστωθείσα πίεση λόγω του τραυματισμού στο μηνιγγικό σάκκο, πίεση που χαρακτηρίζει στο περίγραμμα της ως «σοβαρή», επιφέρει και επηρεασμό των νευρικών ριζών και ότι και ο Δρ. Περδίος αποδέχθηκε έμμεσα κατά τη μαρτυρία του το γεγονός του νευρολογικού τραυματισμού αρχικά, εφόσον η θέση του ήταν ότι λόγω του ικανοποιητικού δεσίματος του κατάγματος στο σπόνδυλο 05 δεν υπήρχαν νευρολογικά συμπτώματα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία, κατά την εφεσείουσα, υπήρχε πίεση στο μηνιγγικό σάκκο και τις νευρικές ρίζες, στένωση του δεξιού μετασπονδυλίου τρήμματος, εφαπτόμενο επί της δεξίας 05 καταδυόμενης ρίζας συνεπεία του ατυχήματος με βασικά συμπτώματα πόνο που ακτινοβολεί στα άκρα και αδυναμία έκτασης του μεγάλου δακτύλου.
Επί διϊστάμενης ιατρικής μαρτυρίας, το Δικαστήριο οφείλει, όπως και σε κάθε άλλη περίπτωση αξιολόγησης μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων, να κρίνει την μαρτυρία αυτή στη βάση του ισοζυγίου των πιθανοτήτων μη δίνοντας προβάδισμα σε οποιαδήποτε ιατρικώς εκφρασθείσα γνώμη από εκάτερο των διαδίκων. Η κρίση του Δικαστηρίου πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα επιστημονικά δεδομένα που παρουσιάζονται ενώπιον του, σχηματίζοντας ιδίαν άποψη επί του θέματος, αιτιολογώντας επαρκώς την κατάληξη του, ως προς την προτίμηση του με αναφορά σ΄ αυτά τα δεδομένα.
Όπως έχει λεχθεί και στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Αλέξανδρου Κωστάκη, ανήλικου, μέσω των γονέων και φυσικών κηδεμόνων του, Χρήστου και Μαρίας Κωστάκη (2008) 1 Α.Α.Δ. 432, στις σελ. 451-452:
«Η μαρτυρία όμως που δίνεται από ένα εμπειρογνώμονα πρέπει να εξετάζεται πρωτόδικα με ιδιαίτερη προσοχή. Οφείλει ένα πρωτόδικο Δικαστήριο να προχωρεί σε ανάλυση και αντιπαραβολή της συγκρουόμενης επιστημονικής μαρτυρίας και να καταγράφει με επιμέλεια και με πειστικό τρόπο τη δική του ανεξάρτητη κρίση, η οποία όμως πρέπει να αναδύεται και να παραπέμπει στα επιστημονικά δεδομένα και παρατηρήσεις όπως εξηγήθηκαν από τους ειδικούς.»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε διάφορους λόγους για την προτίμηση της ιατρικής γνώμης του Δρα Περδίου. Όμως, παρά τη λανθασμένη περιγραφή των ζημιών από το δικηγόρο της εφεσείουσας στο περίγραμμα (για παράδειγμα, ουδέποτε ανέφερε ο Δρ. Κλ. Ιωαννίδης, Μ.Ε.3, για σοβαρή πίεση του μηνιγγικού σάκκου, αλλά απλώς ότι υπήρξε πίεση αυτού), είναι γεγονός ότι στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, τα νευρολογικά σημεία υπήρχαν τόσο κατά τον αρχικό τραυματισμό και πριν την πόρωση του κατάγματος σε ικανοποιητική θέση, αλλά και μετέπειτα. Αυτό, διότι ο Δρ. Περδίος, τη μαρτυρία του οποίου κατά βάση αποδέχθηκε το Δικαστήριο, δεν απέκλεισε στην ουσία την ύπαρξη νευρολογικών συμπτωμάτων. Παρόλο που ανεφέρθη και αυτή η θέση, ο Δρ. Περδίος ανέπτυξε στο Δικαστήριο τη λογική ότι το κάταγμα του 0.5 σώματος της σπονδυλικής στήλης με μεγάλο οστικό τεμάχιο εντός του σπονδυλικού σωλήνα που προκαλούσε στένωση και πίεση στο μηνιγγικό σάκκο, δεν ήταν, όταν έδινε τη μαρτυρία του, όπως ήταν αρχικά. Όπως επί λέξει ανέφερε:
«Με τη θεραπεία αυτή επανατοποθετήθηκε το οστικό κάταγμα σχεδόν στη σωστή του θέση γι΄ αυτό και η μαγνητική τομογραφία η οποία έγινε δύο χρόνια αργότερα δείχνει ήπια πίεση στο μηνιγγικό σάκκο και όχι σοβαρά πίεση λόγω της θεραπείας στην οποία υποβλήθηκε η ασθενής. Αν το κάταγμα ήταν στη θέση που ήταν τότε και ο ασθενής συνέχιζε να περπατεί χωρίς να θεραπευτεί το κάταγμα, τότε θα υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να υπήρχαν νευρολογικά συμπτώματα.»
Περαιτέρω, ενώ το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιπαρέβαλε τις ιατρικές μαρτυρίες του Δρα Ν. Χριστοδούλου, Μ.Ε.4, φυσίατρου-αθλίατρου και του Δρα Πίπη Αργυρόπολου, Μ.Ε.2, ορθοπεδικού χειρούργου με αυτή του Δρα Περδίου, προτιμώντας, ως ήδη ελέχθη, αυτή του τελευταίου, δεν έπραξε το ίδιο με τη μαρτυρία του Δρα Κλεάνθη Ιωαννίδη, Μ.Ε.3, ιατρού-ακτινοδιαγνώστη, του οποίου τη μαρτυρία παρέθεσε μεν, αλλά δεν αξιολόγησε. Δηλαδή, ούτε την αποδέχθηκε, ούτε την απέρριψε. Δεν υπάρχει κανένα αξιολογητικό στοιχείο επί της μαρτυρίας αυτής. Ο Δρ. Ιωαννίδης, όμως, είχε καταθέσει ότι η ήπια στένωση συνιστά σοβαρή βλάβη, ότι ασκήθηκαν μεγάλες δυνάμεις στην περιοχή, το κάταγμα του 0.5 ήταν μεγάλο και δεν αποκλείονταν κατάλοιπα. Η ήπια στένωση προκαλεί υπαισθησίες στα σκέλη, τα γεννητικά όργανα, δυσκολεύει την ούρηση και πιθανόν να είναι υπεύθυνη για ψευδοδιαλείπουσα χωλότητα, ενώ η σοβαρή στένωση δυνατόν να οδηγήσει σε αδυναμία του ασθενούς να περπατήσει. Πρόσθετα, ο Δρ. Ιωαννίδης αμφισβήτησε το αξιόπιστο του αποτελέσματος του ηλεκτρομυογραφήματος και του νευρομυογραφήματος ως μεθόδων διαπίστωσης επηρεασμού του νεύρου.
Ο Δρ. Ιωαννίδης συνέταξε το Τεκμ. 3, ημερ. 30.7.2007, ως αποτέλεσμα μαγνητικής τομογραφίας οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης. Το πιστοποιητικό κατατέθηκε από κοινού για την αλήθεια του περιεχομένου του (σελ. 3-4 των πρακτικών). Στο τεκμήριο αυτό καταγράφονται ευρήματα συμβατά με παλαιό εμπιεσματικό κάταγμα (το του δυστυχήματος), με το κατεαγών σώμα του σπονδύλου να παρουσιάζει «.. ήπια οπίσθια προβολή προκαλώντας ήπια στένωση του σπονδυλικού σωλήνα, ήπια στένωση του δεξιού μεσοσπονδύλιου τρήμματος και εφάπτεται επί της δεξιάς 05 καταδυόμενης ρίζας.». Καταγράφηκε επίσης ότι υπήρχε διάταση του 04-05 μεσοσπονδυλίου δίσκου που εφάπτεται του μηνιγγικού σάκκου προκαλώντας ήπια στένωση των μεσοσπονδυλίων τρημμάτων, καθώς διάταση παρουσίαζε και ο 05-11 μεσοσπονδύλιος δίσκος εφαπτόμενος του μηνιγγικού σάκκου, καθώς και σε αμφότερες τις καταδυόμενες ρίζες, προκαλώντας ήπια στένωση αμφότερων των μεσοσπονδυλίων τρημμάτων, ιδιαιτέρως αριστερά.
Εξήγησε στην αντεξέταση, παρά τις προς το αντίθετο υποβολές, ότι σε περιπτώσεις μεγάλης στένωσης του σπονδυλικού σωλήνα είναι πολύ πιθανός ο τραυματισμός νεύρου, ο οποίος δύσκολα ανιχνεύεται από ηλεκτρομηχανογράφημα, που είναι μια υποκειμενική εξέταση λόγω του ότι οι κυματομορφές που παρουσιάζονται υπόκεινται σε ερμηνεία από αυτόν που υποβάλλει τον ασθενή σε ηλεκτρομυογράφημα.
Είναι γεγονός ότι ο Δρ. Ιωαννίδης δεν εξέτασε κλινικά την εφεσείουσα, ενώ δέχθηκε επίσης στην αντεξέταση του ότι ο Δρ. Περδίος ως νευροχειρούργος που την είχε εξετάσει ήταν, αν και όχι απόλυτα, σε καλύτερη θέση να αναφερθεί στην ύπαρξη ή μη νευρολογικού συμπτώματος. Ταυτόχρονα, όμως, το Δικαστήριο αποδέχθηκε το αποτέλεσμα της μαγνητικής τομογραφίας, προσθέτοντας ότι «.. και βρίσκω πως η Ενάγουσα δεν είχε και δεν παρουσιάζει νευρολογικά σημεία». Όμως το σχετικό τεκμήριο της αξονικής τομογραφίας ανεφέρετο και σε εφαπτόμενη της δεξιάς καταδυόμενης ρίζας ήπια στένωση του δεξιού μεσοσπονδυλίου τμήματος και η πιθανότητα, όπως εξήγησε ο Δρ. Ιωαννίδης, το κάταγμα του 5ου οσφυϊκού σπονδύλου να άφησε κάποιο υπόλλειμμα ήταν μεγάλη. Μαζί με τα όσα είπε ο Δρ. Περδίος περί της εκ των υστέρων μη ύπαρξης νευρολογικών συμπτωμάτων λόγω της θεραπείας, τα προαναφερθέντα οδηγούν στο εύλογο συμπέρασμα ότι υπήρχε αρχικά νευρολογικό πρόβλημα.
Ταυτόχρονα, ενώ το Δικαστήριο αποδέχθηκε τις θέσεις της εφεσείουσας σε ό,τι αφορά την περιοχή του τραυματισμού που μεταφράζονται σε πόνους στην λεκάνη και την πλάτη, και ότι θα εμφανίζει κατά καιρούς οσφυϊκό άλγος και δυσκαμψία ιδιαίτερα μετά από κόπωση και αλλαγή του καιρού, δεν δέχθηκε την ύπαρξη υπολειμμάτων συνεπεία της πίεσης του μηνιγγικού σάκκου. Όμως η μαρτυρία του Δρα Ιωαννίδη, μέσω και της αξονικής τομογραφίας, ήταν ότι η πίεση στον μηνιγγικό σάκκο επηρεάζει τις νευρικές ρίζες, ενώ και η ήπια στένωση μπορεί να προκαλεί εγκλωβισμό του νεύρου. Τα βασικά συμπτώματα είναι πόνος που ακτινοβολεί στα άκρα και αδυναμία έκτασης του μεγάλου δακτύλου. Τέτοια μαρτυρία έδωσε η εφεσείουσα και το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν την απέρριψε ως αναξιόπιστη. Εκείνο το οποίο το Δικαστήριο κατέγραψε ως αιτιολογία για να μην δεχθεί τη θέση της για πόνους στο σπόνδυλο και στα πόδια, ήταν ότι κατά την πρώτη επίσκεψη της στον Δρα Περδίο, δεν είχε παραπονεθεί για ενοχλήσεις στα πόδια. Τέτοιο παράπονο έγινε κατά τη δεύτερη επίσκεψη. Κατά το Δικαστήριο το μη υποβληθέν παράπονο της κατά την πρώτη επίσκεψη κατέρριπτε τη θέση της που κατά τις περιόδους που ακολούθησαν την ανάρρωση της είχε τέτοιες ενοχλήσεις και ότι οι ενοχλήσεις στα πόδια εμφανίσθηκαν μετά που συμβουλεύτηκε τον Δρα Αργυρόπουλο.
Η αξιολόγηση αυτή του Δικαστηρίου είναι ακροσφαλής. Ουδεμία σχετική ερώτηση έγινε στην ίδια την εφεσείουσα κατά την αντεξέταση της ως προς το τι είπε ή δεν είπε και για ποια θέματα παραπονέθηκε η εφεσείουσα κατά την επίσκεψη της στον Δρα Περδίο. Επομένως δεν είναι εύλογο να εξάγεται συμπέρασμα περί ανυπαρξίας ενοχλήσεων στα πόδια με μόνο τη θέση του Δρ. Περδίου, ο οποίος εν πάση περιπτώσει κατά την αντεξέταση του δέχθηκε στη σελ. 116 των πρακτικών ότι: «Η 0.5 ρίζα καταλήγει στο μεγάλο δάκτυλο ξεκινώντας από την σπονδυλική στήλη στο έξω μέρος κάτω από το γόνατο έξω πλάγιο μέρος, είναι από το γόνατο μέχρι το μεγάλο δάκτυλο ενώ μπορεί να έχει και κάποια συμπτώματα να πονεί ή υπαισθησία, μουδιάσματα». Η λογική των πραγμάτων με το είδος του τραυματισμού που υπέστη η εφεσείουσα και τα κατάλοιπα της έδειχναν ότι έπρεπε να γίνει αποδεκτή η θέση της περί νευρολογικών σημείων και καταλοίπων.
Η κατά φύση αισθητικότης των κάτω άκρων κατά την αξονική εξέταση όταν η εφεσείουσα επισκέφθηκε το Νοσοκομείο στις 19.3.2005 μετά το δυστύχημα, δεν απέκλειε, όπως και η ίδια εξήγησε, ότι στην πορεία ένοιωσε ενοχλήσεις στα κάτω άκρα. Άλλωστε, το ίδιο το πιστοποιητικό Τεκμ. 1, το οποίο κατατέθηκε από κοινού που ετοιμάσθηκε από τον Δρ. Λανίτη, ορθοπεδικό-χειρούργο του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού στο οποίο σε καμιά ουσιαστική αναφορά δεν προέβη το Δικαστήριο πρωτοδίκως, επίσης γράφει ότι για την αντιμετώπιση του κατάγματος εξετάσθη και από νευρολόγο, ενώ η διάγνωση παραπέμπει σε «Συντριπτικό κάταγμα 05 με προπέτεια εντός του νωτιαίου μυελού οστικού τεμαχίου περίπου 1cm.», (η έμφαση προστέθηκε). Το πιστοποιητικό αυτό καταγράφει ως «πορεία», τη δυνατότητα παρουσίασης «εκφυλιστικής σπονδυλοαρθρίτιδας οσφύος και υπαισθησίες κάτω άκρων οπίσθιας επιφάνειας επιφάνειας μηρών». Αυτή η θέση δεν είχε γίνει δεκτή από την υπεράσπιση, κατά την κατάθεση του πιστοποιητικού, αλλά το Δικαστήριο δεν το αντιπαραβάλλει με την υπόλοιπη μαρτυρία, ούτε εξηγεί γιατί δεν ήταν δεκτή η θέση αυτή του Δρα Λανίτη, έναντι της θέσης του Δρα Περδίου. Όπως εξήγησε και η εφεσείουσα στη μαρτυρία της, ανακάλυψε ότι είχε πρόβλημα με την ποδοκνημική της άρθρωση όταν ξεκίνησε να περπατά, όταν τελείωσαν οι επισκέψεις στον αθλίατρο Ν. Χριστοδούλου και η σειρά της φυσιοθεραπείας, όταν δηλαδή, δυνάμωσε αρκετά για να μπορεί να περπατεί. Αυτή ήταν μια φυσιολογική και λογική μαρτυρία, δεδομένου του τραύματος και του είδους της θεραπείας που ακολούθησε η εφεσείουσα. Δεν είναι θέμα μετατροπής της ίδιας της εφεσείουσας σε νευροχειρούργο, ως εισηγείται στο περίγραμμα του ο εφεσίβλητος, αλλά ζήτημα αξιοπιστία της δικής της μαρτυρίας όταν διατύπωσε τα παράπονα της, τους πόνους και τις ενοχλήσεις που ένοιωθε.
Επίσης ορθά η εφεσείουσα υποδεικνύει στο περίγραμμα της ότι ο εκφυλισμός του κολλαγόνου 1 και η απώλεια της σύστασης του δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα των τραυματισμών της. Όπως εξηγήθηκε και από τον Δρα Περδίο, αλλά και από τον Δρα Αργυρόπουλο, η αφυδάτωση προέρχεται από τη φυσιολογική απώλεια του κολλαγόνου 2 με την πάροδο του χρόνου, αλλά παραμένει το κολλαγόνο 1, που είναι πλέον εύθραστο. Δεν εξηγήθηκε όμως πώς σε μια νέα γυναίκα των 34 ετών κατά το δυστύχημα υπήρξε απώλεια της σύστασης του κολλαγόνου 1. Ορθά η εφεσείουσα εντοπίζει ότι το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με τα αίτια της αφυδάτωσης των μεσοσπονδυλίων δίσκων που δεν μπορεί να ήταν άλλο από το δυστύχημα. Όλοι οι ιατροί, ακόμη και ο Δρ. Αργυρόπουλος, τη μαρτυρία του οποίου δεν δέχθηκε γενικώς το Δικαστήριο, συμφωνούν ότι η σχετική καθίζηση ήταν αποτέλεσμα του δυστυχήματος. Η προς το αντίθετο θέση του Δρ. Περδίου ότι αυτό «ήταν αποτέλεσμα της ζωής», δεν παρουσιάζεται λογική και παραγνωρίζει την επίπτωση του δυστυχήματος στην εφεσείουσα, η οποία, ως ορθά υποδεικνύει στο περίγραμμα του ο συνήγορος της, δεν διήγε ζωή τέτοια, είτε επαγγελματικά, είτε αθλητικά, που να δικαιολογούσε, άνευ του δυστυχήματος, τον εκφυλισμό.
Υπό το φως των ανωτέρω πρέπει να επαναπροσδιοριστούν οι ορθές αποζημιώσεις για τον πόσο και την ταλαιπωρία της εφεσείουσας. Όπως είναι γνωστό, προηγούμενες αποφάσεις επί παρομοίων θεμάτων προσφέρουν μόνο βοηθητική καθοδήγηση στον καθορισμό του ορθού μέτρου αποζημίωσης στη βάση των ιδιαίτερων δεδομένων της ενώπιον του Δικαστηρίου υπόθεσης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άντλησε βοήθεια για τον καθορισμό των €25.000 ως γενικών αποζημιώσεων από την υπόθεση Χατζηθεοδοσίου ν. Διονυσίου (2007) 1 Α.Α.Δ. 1121. Εκεί ο εφεσείων υπέστη διάφορα τραύματα σε όλο του το σώμα, με σοβαρότερο το κάταγμα του 6ου θωρακικού σπονδύλου, παρέμεινε στο νοσοκομείο για διάστημα 20 ημερών με συντηρητική θεραπεία και ακολούθησε φυσιοθεραπεία με αναρρωτική άδεια ενός έτους. Παρέμεινε με ελαφριά εμπρόσθια καθίζηση του 6ου θωρακικού σπονδύλου κατά 30%, με μόνιμα κατάλοιπα την κύφωση της θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής στήλης με την ορθοστασία, το ανεβοκατέβασμα σκαλών, τη μεταφορά βάρους στο χέρι, το γονάτισμα και το βαθύ κάθισμα να είναι επιβαρυντικά στοιχεία που προκαλούσαν πόνο στην περιοχή του κατάγματος. Επίσης καθημερινές δραστηριότητες όπως η ορθοστασία, η οδήγηση για διάστημα πέραν της μισής ώρας, οι αθλοπαιδιές, ακόμη και κατάκλιση στην ίδια θέση για διάστημα μισής ώρας θα προκαλούσαν πόνο, ενώ θα αναπτύσσονταν και οστεοαρθριτικές αλλοιώσεις.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι τα τραύματα της εφεσείουσας και τα κατάλοιπα της ήσαν ολιγότερον σοβαρά από αυτά της προαναφερθείσας υπόθεσης στην οποία είχε δοθεί το ποσό των £15.000 ως γενικές αποζημιώσεις. Θα μπορούσε να αντληθεί καθοδήγηση επίσης και από τις υποθέσεις Γεωργίου ν. Αντωνίου (2005) 1 Α.Α.Δ. 967, όπου επιδικάσθηκαν £50.000 για ομολογουμένως σοβαρότερους τραυματισμούς και κατάλοιπα σε νεαρό ηλικίας 21 ετών που, μεταξύ άλλων, είχε υποστεί επιπληγμένο κάταγμα ενδοαρθρικό του κάτω τριτημορίου της δεξιάς κνήμης και περόνης και κάταγμα ενδοαρθρικό του άνω τριτομορίου της ίδιας περιοχής με την ανάγκη υποβολής πολλαπλών χειρουργικών επεμβάσεων και με μόνιμο, μεταξύ άλλων, κατάλοιπο βράχυνση της κνήμης κατά 2.5 εκ. Στη Νεοφύτου ν. Ανδρέου (2005) 1 Α.Α.Δ. 692, επικυρώθηκε ως γενικές αποζημιώσεις το ποσό των £40.000 για σωματικές βλάβες νεαρής και όμορφης κοπέλας που είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα αριστερού μηρού, κάταγμα δεξιού γόνατος, κάταγμα δεξιού αστραγάλου, κάταγμα μετωπιαίου οστού, διάσειση και θλάση κοιλίας. Παρέμεινε με ελαφρά χωλότητα, μικρή αστάθεια στο γόνατο και πιθανότητα ανάπτυξης οστεοαρθρίτιδας σε χρονικό διάστημα 20 με 40 χρόνια.
Στη Φίλιππος Γιαπάτος ν. Μαρίας Σάββα και Άλλης (2010) 1 Α.Α.Δ. 1324, γενικές αποζημιώσεις ύψους £18.000 κρίθηκαν ανεπαρκείς και αυξήθηκαν κατ΄ έφεση σε €40.000, για σωματικές βλάβες που υπέστη άνδρας ηλικίας 33 ετών με κάταγμα σκαφοειδούς του αριστερού καρπού και συντριπτικό κάταγμα του κάτω τριτομορίου της δεξιάς κνήμης και περόνης με γραμμοειδή επέκταση στην ποδοκνημική άρθρωση. Υπεβλήθη σε δεύτερη χειρουργική επέμβαση οκτώ μήνες μετά και παρέμεινε με μυϊκή ατροφία ως μόνιμο κατάλοιπο και με πιθανότητα μελλοντικής μετατραυματικής αρθρίτιδας. Στην Παντελής Μεταξά ν. Χαράλαμπου Ιωάννου, Πολ. Έφ. αρ. 84/2007, ημερ. 19.11.2010, (που θα δημοσιευθεί στο (2010) 1 Α.Α.Δ. 1814), αυξήθηκαν κατ΄ έφεση οι δοθείσες γενικές αποζημιώσεις των £8.000 σε £12.000, για τραυματισμό 48χρόνου που υπέστη πολύ σοβαρό τραυματισμό στον καρπό του δεξιού του χεριού ώστε να είχε διαταραχθεί η σχέση του μηνοειδούς και σκαφοειδούς οσταρίου, διάστρεμμα του αυχένα, θλάση μαλακών μορίων και σοβαρό διάστρεμμα των ώμων. Ο καρπός ακινητοποιήθηκε με γύψο και αναρτήθηκε σε κρεμαστήρα. Δημιουργήθηκε δε και μετατραυματική οστεοαρθρίτιδα.
Έχουν καταγραφεί ανωτέρω οι επακριβείς σωματικές βλάβες της εφεσείουσας και τα μόνιμα κατάλοιπα περιλαμβανομένου τώρα και του νευραλγικού κατά καιρούς πόνου. Κρίνεται υπό το φως όλων των ανωτέρω ότι οι αποζημιώσεις των €25.000, θα πρέπει να αυξηθούν στις €40.000.
Η εφεσείουσα παραπονείται επίσης για την επιδίκαση του τόκου επί των γενικών αποζημιώσεων από τις 30.6.2006, αντί από τη γένεση των προβλημάτων δηλαδή από την ημέρα του δυστυχήματος στις 18.3.2005. Το Δικαστήριο με ένα συνοπτικό σκεπτικό ανέφερε ότι η εφεσείουσα κατέθεσε την αγωγή της στις 28.7.2005, πολύ σύντομα μετά το δυστύχημα και ακόμη και πρόωρα, διότι η κατάσταση της υγείας της δεν είχε αποκρυσταλλωθεί. Το αποτέλεσμα ήταν να εκτροχιασθεί η πορεία της υπόθεσης συνεπεία δύο αιτήσεων τροποποίησης στις 22.11.2007 και στις 7.10.2008. Όπως ανέφερε το Δικαστήριο, η καθυστέρηση που αποδιδόταν στις αιτήσεις αυτές ήταν της τάξης των 11 μηνών και επομένως με βάση τις υποθέσεις Miller Rosa Maria v. Ute Petek (1999) 1 Α.Α.Δ. 2091 και Φοινικαρίδης και άλλοι ν. Γεωργίου και άλλων (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης στην προώθηση της αγωγής, θεώρησε δίκαιο όπως οι γενικές αποζημιώσεις φέρουν τόκο από 30.6.2006.
Το πιο πάνω σκεπτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου ελέγχεται λανθασμένο για τους εξής λόγους: Στη βάση του άρθρου 58(α) του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, όπως τροποποιήθηκε, προβλέπεται η επιδίκαση του τόκου επί ολόκληρου ή μέρους των επιδικασθεισών αποζημιώσεων για ολόκληρη ή μέρος της περιόδου μεταξύ της ημερομηνίας γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος και της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης, εκτός εάν το Δικαστήριο «... είναι ικανοποιημένο ότι συντρέχουν ειδικοί περί του αντιθέτου λόγοι ...». Η απόφαση Φοινικαρίδης ν. Γεωργίου - ανωτέρω - προέβη σε εκτεταμένη αναθεώρηση του θέματος αυτού στη βάση και των Αγγλικών αποφάσεων που ασχολήθηκαν με παρόμοια πρόνοια στο άρθρο 22 του Administration of Justice Act 1969, με τελική τοποθέτηση ότι ο προσδιορισμός του επιτοκίου αφήνεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου με δεδομένο ότι ο τόκος δεν επιδικάζεται ως αποζημίωση για τη ζημιά που προκλήθηκε, αλλά για την αποστέρηση χρημάτων που θα έπρεπε να αποδοθούν στον παθόντα. Με ειδική αναφορά στην Gefford v. Gee (1970) All E.R. 1202, σημειώθηκε ότι «ο τραυματισμός δεν προκαλεί διά μιας τον πόνο, την ταλαιπωρία και τα υπόλοιπα για τα οποία τελικά αποζημιώνεται ο ενάγων.». Επομένως εκεί όπου παρατηρείται αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προώθηση της αγωγής, ο ενάγων θα πρέπει να στερείται των χρημάτων στα οποία δικαιούται, από την άποψη βέβαια της επιδίκασης τόκου επ΄ αυτών, εφόσον η καθυστέρηση προέρχεται από δικό του σφάλμα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο καθόρισε την 30.6.2006 ως την ημερομηνία έναρξης του τόκου επί των γενικών αποζημιώσεων που έδωσε. Η ημερομηνία αυτή δεν σηματοδοτεί κάποιο ουσιαστικό χρονικό σημείο της πορείας της υπόθεσης και ούτε το Δικαστήριο εξηγεί πώς και γιατί κατέληξε σε αυτή τη συγκεκριμένη ημερομηνία. Φαίνεται να είναι η ημερομηνία έντεκα μήνες μετά το δυστύχημα. Η εφεσείουσα όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ολιγώρησε ή καθυστέρησε εφόσον σε σύντομο χρόνο μετά το δυστύχημα, δηλαδή, σε 4 μήνες, καταχώρησε την αγωγή της. Στη συνέχεια ήταν εύλογο για την ίδια να ζητούσε την τροποποίηση της αγωγής αρχικά για να προσθέσει λεπτομέρειες των σωματικών βλαβών της που αποκρυσταλλώθηκαν μετά τις 18.4.2006, καθώς και των ειδικών ζημιών που υπέστη μετά την ημερομηνία αυτή, αίτηση που έγινε αποδεκτή από τον εφεσίβλητο στις 22.11.2007, με αποτέλεσμα να επιτευχθεί ταχέως η ανάλογη τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης.
Μετέπειτα, λίγες μόνο μέρες μετά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας στις 23.9.2008, υπεβλήθη και δεύτερη αίτηση τροποποίησης για να προστεθούν οι λεπτομέρειες των ειδικών ζημιών και συγκεκριμένα τα έξοδα του Γενικού Νοσοκομείου Λεμεσού, ύψους £6.556, 75. Τα τελευταία αυτά έξοδα τα οποία και απεδόθησαν από το Δικαστήριο στην τελική του απόφαση, μπορούσαν να γίνουν είτε παραδεκτά από τον εφεσίβλητο, είτε να κατατίθετο εξ συμφώνου το σχετικό πιστοποιητικό του Νοσοκομείου, ώστε να διασωζόταν δικαστικός χρόνος. Αντ΄ αυτού, ο εφεσίβλητος επέλεξε να ενστεί στη σχετική αίτηση με αποτέλεσμα να χρειαστεί η έκδοση ενδιάμεσης απόφασης από το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιτρέπουσα την τροποποίηση της αγωγής.
Δεν είναι δυνατόν επομένως να γίνεται βάσιμα λόγος για οποιαδήποτε ουσιαστική καθυστέρηση ή καθυστέρηση που προερχόταν αποκλειστικά και μόνο από την εφεσείουσα σε βαθμό που θα έπρεπε να την επιβαρυνθεί η ίδια η εφεσείουσα. Το Δικαστήριο δεν αναφέρθηκε καθόλου στην καθυστέρηση που δημιουργήθηκε από την ένσταση για τη δεύτερη τροποποίηση. Αν στη σκέψη του λειτούργησε το δικαίωμα του εφεσίβλητου να ενστεί, το ίδιο δικαίωμα να αιτηθεί αναγκαίας τροποποίησης είχε και η εφεσείουσα. Άλλωστε, επιδικάσθηκαν τα έξοδα και των δύο αιτήσεων τροποποίησης εναντίον της και επομένως «τιμωρήθηκε» για τις εκ των υστέρων τροποποιήσεις που θεώρησε αναγκαίο να υποβάλει.
Κρίνεται ότι δεν ήταν ορθό να της αποστερηθεί η επιδίκαση τόκου από την ημέρα της γένεσης του αγώγιμου δικαιώματος ή τουλάχιστον από την ημέρα καταχώρησης της αγωγής. Το προαναφερθέν άρθρο του Νόμου σχετικά με την επιδίκαση συγκεκριμένου επιτοκίου στις περιπτώσεις αγωγών για σωματικές βλάβες, εμπεριέχει ως λογικό και νομικό υπόβαθρο την καταβολή τόκου επί των χρημάτων που ο παθών θα έπαιρνε εάν ο αδικοπραγών εναγόμενος κατέβαλλε έγκαιρα και χωρίς την ανάγκη εκδίκασης της αγωγής, το αξιούμενο ποσό χρημάτων ή έστω αποδεχόταν σε σύντομο χρόνο την καταβολή εύλογης αποζημίωσης. Ιδιαίτερα όπου η ευθύνη είναι, όπως εδώ, δεδομένη, είναι ευκολότερο να επιτευχθεί συμφωνία στη βάση της πληθώρας της νομολογίας που υπάρχει επί αποζημιώσεων για σωματικές βλάβες και βεβαίως της λογικής. Η όποια καθυστέρηση σημειώθηκε λόγω των αιτήσεων τροποποίησης δεν αναιρεί, ούτε επισκιάζει στο ελάχιστο αυτή τη φιλοσοφία του νόμου. Κρίνεται επομένως ορθό να αποδοθεί τόκος επί του ποσού των €40.000, όπως έχει καθορισθεί στην παρούσα απόφαση από τις 28.7.2005, ημερομηνία καταχώρησης της αγωγής.
Η εφεσείουσα παραπονείται επίσης για την επιδίκαση μόνο €5.000 ως μέρος των γενικών αποζημιώσεων για τη μελλοντική απώλεια εισοδημάτων της. Κατά τη θέση της, το Εφετείο θα πρέπει να επέμβει αυξάνοντας το εν λόγω ποσό υπό το φως των σοβαρών τραυματισμών της που την εμποδίζει πλέον να ασκεί κατ΄ ουσιαστικό τρόπο το επάγγελμα του φωτογράφου. Βοηθητική προς την αύξηση του ποσού είναι, σύμφωνα με το συνήγορο της, η υπόθεση Γεωργίου Τιτώνη ν. Χαρίλαου Πηλακούτα Λτδ (2001) 1 Α.Α.Δ. 479.
Σε ό,τι αφορά την απώλεια μελλοντικών μισθών ή εισοδημάτων γενικώς, το ποσό το οποίο θεωρεί ορθό το Δικαστήριο να επιδικάσει αποτελεί βέβαια μέρος των γενικών αποζημιώσεων, (Μαυροπετρή ν. Λουκά (1995) 1 Α.Α.Δ. 66, Φοινικαρίδης ν. Γεωργίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 475, Clarke v. Rotax Aircraft (1975) 3 All E.R. 794 και Ανδρέας Πασσάντας, ανήλικος μέσω των γονέων και φυσικών κηδεμόνων του Μάριου Πασσάντα και Χρυστάλλας Αντωνίου ν. Πανίκου Μόρου (2008) 1 Α.Α.Δ. 690), σε αντιδιαστολή με απώλειες μισθών ή εισοδημάτων που οφείλονται από την ημέρα της αδικοπραξίας μέχρι την έκδοση της απόφασης, οι οποίες αποτελούν μέρος των ειδικών αποζημιώσεων. Όπως έχει αποφασιστεί στις προαναφερθείσες υποθέσεις, όταν για διάφορους λόγους καθίσταται αδύνατη η χρήση πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου, παρέχεται στο Δικαστήριο η δυνατότητα επιδίκασης ενός κατ΄ αποκοπήν ποσού ως αντιπροσωπεύον τη μελλοντική απώλεια εισοδημάτων διότι, όπως εξηγείται και στο σύγγραμμα του McGregor on Damages 15η έκδ. σελ. 220, παρ. 336, οι δυσκολίες που πιθανόν να αντιμετωπίζονται λόγω ασάφειας ως προς το χρονικό διάστημα που δυνατόν να διαρκέσει η αναπηρία του ενάγοντος ή και λόγω αστάθμητων παραγόντων που αφορούν τη μελλοντική ζωή του, δεν πρέπει να αναχαιτίζουν το Δικαστήριο από το να προβαίνει, καθηκόντως, σε μια εκτίμηση της πιθανής αυτής απώλειας.
Εδώ δεν δικογραφήθηκε, ούτε τέθηκε ζήτημα για απώλεια εισοδημάτων ως μέρος των ειδικών αποζημιώσεων και ορθά βεβαίως δεν δόθηκαν τέτοιες αποζημιώσεις. Ούτε όμως δικογραφήθηκε με επάρκεια η αναζήτηση κονδυλίου για απώλεια εισοδημάτων ως μέρος των γενικών αποζημιώσεων και μόνο φευγαλέα έγινε αναφορά σε επηρεασμό της εργασίας της εφεσείουσας λόγω του τραυματισμού της, χωρίς καν να δικογραφηθεί ότι αυτή επαγγελόταν στον ουσιώδη χρόνο τη φωτογράφο. Πέραν της εν γένει δικογραφικής ανεπάρκειας, η μαρτυρία που δόθηκε από την ίδια ήταν όντως ασαφής ή και ανύπαρκτη, ως προς την εισοδηματική της ικανότητα ή το ποσό που κέρδιζε λόγω της εργασίας της. Δέχθηκε ότι δεν ήταν εγγεγραμμένη στις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, ότι δεν είχε η ίδια προσωπικά άδεια ασκήσεως εργασίας στην Κύπρο, δεν κατέβαλλε φόρο εισοδήματος και δεν είχε κάμει η ίδια φορολογικές δηλώσεις στην Κύπρο. Κατά τη μαρτυρία της, χωρίς όμως οποιοδήποτε υποστηρικτικό έγγραφο, η εργασία που ασκούσε ως φωτογράφος, ούσα επαγγελματίας φωτογράφος με δίπλωμα από τη Ρωσία, εντασσόταν στα πλαίσια της ύπαρξης εταιρείας της οποίας ήταν η ίδια μέτοχος, μαζί με δύο άλλα άτομα. Από ό,τι γνώριζε, η εταιρεία είχε λογιστή και κατέβαλλε τις οποιεσδήποτε οφειλές που αναλογούσαν από την άσκηση των εργασιών photoshop. Η εταιρεία αυτή, κατά την ημέρα της μαρτυρίας της εφεσείουσας στο πρωτόδικο Δικαστήριο στις 23.9.2008, δεν υφίστατο μετά το δυστύχημα. Η εφεσείουσα ουδέποτε ανέφερε οποιοδήποτε συγκεκριμένο ποσό κατά την αναδίπλωση της μαρτυρίας της, ως συγκεκριμένο εισόδημα από την άσκηση της φωτογραφικής τέχνης, παρά μόνο ανέφερε ότι μετά τον τραυματισμό της ασχολείτο με τη φωτογραφία για λίγες ώρες μόνο λόγω του ότι δεν μπορούσε να σταθεί για πολύ χρόνο ή να κάνει βαθιά καθίσματα.
Η άλλη μαρτυρία η οποία δόθηκε σε σχέση με την εργασία της εφεσείουσας προήλθε από τον Νίκο Νικολάου, Μ.Ε.5, φωτογράφο ο οποίος κατέθεσε ότι είχε γνωρίσει την εφεσείουσα το 1996, όταν ως πελάτιδα του φωτογραφείου του, του ζήτησε να εμφανίζει διάφορες φωτογραφίες, διατηρώντας αυτή τη συνεργασία για περίπου ένα χρόνο. Δεν ήταν σε θέση όμως να αναφέρει τη συχνότητα με την οποία η εφεσείουσα του έπαιρνε φωτογραφίες για εμφάνιση, ούτε κρατούσε κάποια στοιχεία για το όλο ζήτημα.
Στα πιο πάνω πλαίσια το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν δικαιολογημένο να απορρίψει αφενός τη μαρτυρία του Νικολάου διότι σε αντίθεση μ΄ αυτή, η εφεσείουσα είχε δηλώσει στη μαρτυρία της ότι στην Κύπρο ήταν από το 2004, ενώ η απουσία οποιωνδήποτε πραγματικών δεδομένων με υποστηρικτικά έγγραφα δεν άφηνε περιθώρια για οποιαδήποτε συγκεκριμενοποίηση της απώλειας εισοδηματικής ικανότητας. Εύλογα προς την κατεύθυνση αυτή, το Δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη και το γεγονός ότι μόνο στον Δρα Πίπη Αργυρόπουλου και παρεμφερώς και στον Δρα Χριστοδούλου, η εφεσείουσα είχε αναφέρει ότι επαγγελόταν τη φωτογράφο, χωρίς να το είχε αποκαλύψει σε οποιοδήποτε άλλο εμπλεκόμενο με το δυστύχημα άτομο. Εν πάση περιπτώσει ουδέποτε αναφέρθηκαν συγκεκριμένα ποσά προερχόμενα από το επάγγελμα της.
Η υπόθεση Τιτώνη ν. Χαρίλαου Πηλακούτα Λτδ - ανωτέρω - δεν έθεσε οποιοδήποτε διαφορετικό κανόνα δικαίου από τον προηγουμένως καταγραφέντα. Το Εφετείο εκεί απέρριψε τη θέση του εφεσείοντος ότι το επιδικασθέν ποσό των £4.000 για απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων ήταν ανεπαρκές, έχοντας υπόψη ότι ο ίδιος είχε οικειοθελώς εγκαταλείψει την προηγούμενη εργασία του. Το Εφετείο επιδίκασε ένα πρόσθετο ποσό της τάξης των £1.500 για την περίοδο ανάρρωσης του εφεσείοντος κατά τη διάρκεια της οποίας δεν είχε οποιοδήποτε εισόδημα από την εργασία του. Υπήρχαν όμως εκεί δεδομένα που οδηγούσαν σ΄ αυτό το συμπέρασμα ενώ, όπως έχει ήδη υποδειχθεί, εδώ δεν λέχθηκε απολύτως τίποτε αναφορικά με το μηνιαίο εισόδημα που η εφεσείουσα κέρδιζε από την εργασία της ως φωτογράφος. Άλλωστε δεν εισηγείται η εφεσείουσα ότι λανθασμένα το Δικαστήριο δεν απέδωσε οποιοδήποτε ποσό για την περίοδο ανάρρωσης της, το οποίο ούτως ή άλλως δεν ζητήθηκε. Κρίνεται ότι δεν δικαιολογείται επέμβαση του Εφετείου σε αυτή την πτυχή της απόφασης.
Παραμένει να εξεταστεί ο λόγος έφεσης που αφορά τη χρέωση του ιατρού φυσιοθεραπευτή Ν. Χριστοδούλου, ο οποίος εξέδωσε σχετικό ιατρικό πιστοποιητικό στις 10.2.2006, μετά τη θεραπεία στην οποία υπέβαλε, την εφεσείουσα. Μέρος του πιστοποιητικού αυτού αφορά την υποβολή της σε εντατική κινησιοθεραπεία για την αποκατάσταση της λειτουργίας της μυϊκής ισχύος όλων των μυϊκών ομάδων του κορμού και των κάτω άκρων, καθώς και εντατικό πρόγραμμα φυσιοθεραπείας για την αντιμετώπιση των επώδυνων συμπτωμάτων στην περιοχή της οσφύος και της δεξιάς ποδοκνημικής άρθρωσης. Υπέβαλε επίσης την εφεσείουσα σε διάφορους ηλεκτρομυογραφικούς ελέγχους κατά περιόδους. Με βάση κατάσταση λογαριασμού ίδιας ημερομηνίας που επίσης κατατέθηκε ως τεκμήριο, η χρέωση του ανήλθε σε £3.950 που, όπως εξήγησε στη μαρτυρία του, αφορούσαν συνολικά 100 διπλές φυσιοθεραπείες- κινησιοθεραπείες σε διάρκεια πέντε μηνών, για τις οποίες χρέωνε £17 εκάστη, ενώ χρέωνε και £25 για κάθε επαναξιολόγηση κάθε λίγες εβδομάδες.
Το Δικαστήριο σημείωσε στο σκεπτικό του τη θέση της υπεράσπισης ότι αυτή δεν αμφισβήτησε το καθ΄ αυτό γεγονός των φυσιοθεραπειών ή των κινησιοθεραπειών, αλλά ότι ο συγκεκριμένος ιατρός υπέβαλε την εφεσείουσα σε αχρείαστες εξετάσεις. Αυτή τη θέση δέχθηκε κατ΄ ουσίαν το Δικαστήριο θεωρώντας ότι ήσαν υπερβολικές οι 200 θεραπείες σε περίοδο πέντε μηνών και πιθανώς ο ιατρός να μην χρέωνε με τον τρόπο που χρέωσε εάν επρόκειτο για πελάτη που θα πλήρωνε από προσωπικά του χρήματα και όχι, εννοείτο, μέσω της ασφάλειας που κάλυπτε τον εφεσίβλητο. Ως προς τις χρεώσεις δέχθηκε ότι αυτές δικαιολογούνταν μόνο για επτά επισκέψεις, σύμφωνα με τη θέση που εξέφρασε ο Δρ. Περδίος αναφορικά με τον τραυματισμό στην σπονδυλική στήλη, αποδίδοντας έτσι £109 για επτά επισκέψεις προς £17 εκάστη, ενώ απέδωσε και άλλες £510, για 30 φυσιοθεραπείες επί £17 εκάστη, που αφορούσαν τη θεραπεία επί της ποδοκνημικής άρθρωσης και οι οποίες, κατά το Δικαστήριο, παρέμειναν αναντίλεκτες και στις οποίες δεν ανεφέρθη ο Δρ. Περδίος. Συνολικά, το Δικαστήριο επιδίκασε για αυτή την πτυχή των αποζημιώσεων το ποσό των £619.
Το βασικό έρεισμα της εφεσείουσας για ανατροπή του μέρους αυτού της απόφασης και αύξηση του ποσού είναι ότι το Δικαστήριο, ενώ κατά τα άλλα αποδέχθηκε όλα τα ζητήματα που ανέφερε ο Δρ. Περδίος ως εμπίπτοντα στη δική του ειδικότητα, ταυτόχρονα με ανακόλουθο σκεπτικό απέρριψε τη θέση του Δρ. Χριστοδούλου σε σχέση με τις φυσιοθεραπείες που ενέπιπτε αποκλειστικά στο δικό του πεδίο ειδικότητας. Ταυτόχρονα, αυτό πρέπει να συνδεθεί κατά την εφεσείουσα και με τη διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ήταν λόγω της εντατικής φυσιοθεραπείας και κινησιοθεραπείας που αποκαταστάθηκε κανονικά η μυϊκή ισχύς των κάτω άκρων ώστε η εφεσείουσα να ήταν τελικώς σε θέση να βαδίζει χωρίς υποστήριξη.
Η θέση αυτή της εφεσείουσας κρίνεται εν μέρει λογική και ορθή εφόσον κατά βάση δεν αμφισβητήθηκε το γεγονός ότι όντως αυτή υπεβλήθη σε όλες αυτές τις θεραπείες με τις ανάλογες χρεώσεις. Η απόρριψη από πλευράς του Δικαστηρίου ότι δεν ήταν αναγκαίες τόσες πολλές επισκέψεις για την κάκωση στην οσφύ δεν επεξηγήθηκε με επάρκεια. Ο Δρ. Χριστοδούλου στη μαρτυρία του εξήγησε ότι τα τραύματα της εφεσείουσας ήταν μεγάλα και επώδυνα και ότι για τέτοιου είδους προβλήματα χρειάζεται μια συνεχούς διάρκειας θεραπεία, τουλάχιστον έξι μηνών, με συχνές επαναξιολογήσεις, έδωσε δε προς υποστήριξη της θέσης του στο Δικαστήριο και απόσπασμα από το σχετικό σύγγραμμα των Blackwell, Krause, Winkler and Stiens: "Spinal Cord Injury Desk Reference" (2001), όπου στη σελ. 10, γίνεται πράγματι αναφορά στο γεγονός ότι κάθε περίπτωση παρουσιάζει ιδιαίτερα ατομικά χαρακτηριστικά και ότι είναι αναγκαία η συνεχής επανεκτίμηση της ιατρικής κατάστασης του ασθενούς ώστε να σμικρυνθούν τα υπάρχοντα, αλλά και τα μελλοντικά προβλήματα αυτού.
Το Δικαστήριο δέχθηκε ότι ίσως η πραγματικότητα σε ό,τι αφορούσε τον αριθμό των αναγκαίων φυσιοθεραπειών-κινησιοθεραπειών να ήταν κάπου στο μέσο. Αλλά εναπόκειτο στην εφεσείουσα να αποδείξει με αυστηρότητα τις ειδικές αυτές ζημιές πράγμα το οποίο απέτυχε να πράξει. Η αιτιολογία που έδωσε το Δικαστήριο ότι οι πέραν των επτά επισκέψεων σε ό,τι αφορούσε την κάκωση στην οσφύ δεν έπεισε, είχε, ως ελέχθη, ως βάση την αντίθετη θέση του Δρα Περδίου, παραγνωρίζοντας, όμως, ταυτόχρονα, δύο δεδομένα: Πρώτον, ότι υπεβλήθη όντως η εφεσείουσα σε όλο αυτό τον αριθμό των θεραπειών χωρίς να υπάρξει εισήγηση ότι η ίδια συνέτεινε με κάποιο τρόπο στην υποβολή της σε αχρείαστες θεραπείες, και δεύτερο ότι αυτού του είδους η αποκατάσταση ανήκε στη σφαίρα ειδικότητας του ιατρού φυσιοθεραπευτή και όχι στην ειδικότητα του νευροχειρούργου, όπως ήταν ο Δρ. Περδίος, ή ακόμη και του Δρα Αργυρόπουλου, ορθοπεδικού, που κατέθεσε υπέρ της εφεσείουσας. Έτσι η θέση των ιατρών αυτών ότι θα μπορούσε να παρασχεθεί φυσιοθεραπεία ενός μηνός και μετά να εξηγηθούν οι ασκήσεις στον ασθενή και να πραγματοποιούνται στο σπίτι του, δεν παρουσιάζεται λογική ή ορθή ενόψει της αναγκαιότητας παρακολούθησης και επαναξιολόγησης από τον εξειδικευμένο φυσιοθεραπευτή.
Κρίνεται εν τέλει ότι το Δικαστήριο θα έπρεπε να είχε δεχθεί ως δικαιολογημένες είτε περισσότερο αριθμό επισκέψεων με τα ποσά που χρέωσε ο Δρ. Χριστοδούλου ή ολόκληρες τις επισκέψεις με λιγότερες όμως χρεώσεις. Η εφεσείουσα δεν θα πρέπει να επωμισθεί προσωπικά όλα τα έξοδα των θεραπειών. Κατ΄ οικονομία θεωρείται ορθό να επιδικαστεί ένα ποσό της τάξης των £1.800, ήτοι €3.075,48 αντί του συνόλου των £3.950, ήτοι €6.748,97, που όντως είναι υπερβολικό ποσό χρέωσης.
Υπό το φως όλων των ανωτέρω, η έφεση γίνεται αποδεκτή και η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:
(i) Το ποσό των €25.000 γενικών αποζημιώσεων αντικαθίσταται με €40.000, με νόμιμο τόκο επ΄ αυτού από τις 28.7.2005, μέχρι εξόφλησης.
(ii) Το ποσό των £619 ή €1.057,62 αντικαθίσταται με το ποσό των €3.075,48 (£1.800) με νόμιμο τόκο από την ημέρα έκδοσης της απόφασης μέχρι εξόφλησης.
Όλα τα υπόλοιπα επιδικασθέντα ποσά πρωτοδίκως με τους τόκους τους, παραμένουν ως αποφασίσθηκαν από το Δικαστήριο.
Η εφεσείουσα δικαιούται επίσης τα έξοδα της εφέσεως της, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ