ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 1 ΑΑΔ 1078

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                            (Πολιτική Αίτηση Αρ. 79/2012)

28 Μαΐου, 2012

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.]

 

ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 4 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

       ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ TΗΣ MARTA AYREDIN MOHAMMED ΥΠΗΚΟΟΣ ΑΙΘΙΟΠΙΑΣ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΗ ΜΕ ΕΥΡΩΠΑΙΟ ΥΠΗΚΟΟ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ BLOCK 10 ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ HABEAS CORΡUS

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TA ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6 ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 9 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ, ΤΙΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2004/38/ΕΚ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2/07/2009 ΚΑΙ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.    ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2.    ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

3.    ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

4.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

 

--------------------------

Μ. Παρασκευάς, για την Αιτήτρια.

Γ. Χατζηχάννα (κα), για τους Καθ' ων η αίτηση.

Η Αιτήτρια είναι παρούσα.

Παρούσα επίσης είναι η μεταφράστρια κα Σοφία Πίττα, η οποία ορκίζεται να μεταφράζει από τα ελληνικά στα αγγλικά και αντίστροφα.

--------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

Η Αιτήτρια η οποία είναι υπήκοος της Αιθιοπίας, είναι παντρεμένη με πολιτικό γάμο, με ευρωπαίο υπήκοο από τη Ρουμανία.  Ο πολιτικός γάμος τους τελέστηκε στις 7.5.2008 και έκτοτε διαμένουν μαζί.  Η Αιτήτρια ζει και εργάζεται στην Κύπρο συνεχώς και είναι εγγεγραμμένη στο Μητρώο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.  Σήμερα κρατείται στις Κεντρικές Φυλακές και με την αίτησή της ζητά την άμεση αποφυλάκισή της.   

 

Τα γεγονότα περιγράφονται τόσο στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση, όσο και στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει τη γραπτή  ένσταση.  Ιδιαίτερα από την τελευταία, προκύπτει ότι η Αιτήτρια αφίχθηκε στην Κύπρο, αρχικά με άδεια εισόδου στις 9.7.2006, με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός στη Λεμεσό.  Στις 20.4.2007 υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση άδειας προσωρινής παραμονής ως οικιακή βοηθός, σε άλλο εργοδότη, αφού προηγουμένως εξασφάλισε «Release Agreement» από τον προηγούμενο εργοδότη της.  Της παραχωρήθηκε άδεια μέχρι 9.7.2010.  Όμως, στις 24.8.2007 υπέβαλε αίτηση ασύλου και τον Οκτώβριο του 2007, αίτηση για να της παραχωρηθεί προσωρινή άδεια παραμονής, ως αιτήτρια ασύλου, η οποία της παραχωρήθηκε με ισχύ μέχρι 15.10.2008.  Η Αιτήτρια φαίνεται ότι κλήθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου για συνέντευξη, η οποία είχε προκαθοριστεί στις 30.4.2008, αλλά δεν παρουσιάστηκε στην προκαθορισμένη συνάντηση.  Ως αποτέλεσμα, ο φάκελος της στην Υπηρεσία Ασύλου έκλεισε και η Αιτήτρια δεν θεωρείτο πλέον ως αιτήτρια ασύλου.  Η Υπηρεσία Ασύλου, με επιστολή της ημερ. 7.5.2008, ενημέρωσε το Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης για το κλείσιμο του φακέλου της.  Στις 19.3.2009, η αλλοδαπή υπέβαλε αίτηση για να της παραχωρηθεί δελτίο διαμονής, λόγω γάμου που τέλεσε με ευρωπαίο πολίτη από τη Ρουμανία.  Ως αποτέλεσμα του γάμου της, την 1.7.2009 εκδόθηκε Δελτίο Διαμονής της αλλοδαπής, με ισχύ μέχρι 16.10.2010, λόγω λήξης του διαβατηρίου της.  Έκτοτε η αλλοδαπή δεν ανανέωσε το Δελτίο Διαμονής της και συνέχισε να παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία.  Στις 14.3.2012,  παρουσιάστηκε για να υποβάλει σχετική αίτηση για έκδοση νέου Δελτίου Διαμονής, οπότε και συνελήφθη για παράνομη παραμονή στη Δημοκρατία. 

 

Οδηγήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, το οποίο της επέβαλε ποινή φυλάκισης 20 ημερών, για το αδίκημα της παράνομης παραμονής στη Δημοκρατία.  Κρατήθηκε στις Κεντρικές Φυλακές μέχρι τις 3.4.2012 που έληξε η ποινή της και έκτοτε μεταφέρθηκε σε άλλο Τμήμα των Φυλακών, όπου κρατείται μέχρι σήμερα, χωρίς να της επιδοθεί οποιοδήποτε έγγραφο και χωρίς να της εξηγηθεί ο λόγος της κράτησής της, όπως η ίδια ισχυρίζεται. 

 

Από την άλλη όμως, οι Καθ' ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι καθ' όλη τη διάρκεια της κράτησής της στις Φυλακές, ο σύζυγος της ουδέποτε την επισκέφθηκε και σε επικοινωνία που είχε μαζί του μέλος της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, δήλωσε ότι εδώ και ένα χρόνο βρίσκεται σε διάσταση με την Αιτήτρια και ότι επιθυμεί να υποβάλει αίτηση διαζυγίου, αλλά δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να το πράξει.

 

Στις 2.4.2012 η Αιτήτρια θεωρήθηκε ανεπιθύμητος μετανάστης, με βάση την παράγραφο (δ) του άρθρου 6(1) του Κεφ. 105, λόγω του αδικήματος στο οποίο καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης.  Την ίδια ημέρα, εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία επισυνάπτονται στην ένσταση ως Τεκμήρια 19(α) και 19(β).  Όπως ισχυρίζονται οι Καθ' ων η αίτηση, στις 3.4.2012, έγινε προσπάθεια να της επιδοθεί επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 2.4.2012, με την οποία την πληροφορούσε ότι είχε κηρυχθεί ανεπιθύμητη μετανάστρια και ότι εναντίον της είχαν εκδοθεί διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Όπως αναφέρεται σε χειρόγραφη σημείωση του αστυφύλακα που προσπάθησε να της επιδώσει την επιστολή, η Αιτήτρια αρνήθηκε να την παραλάβει και/ή να υπογράψει ότι την παρέλαβε.  Η σχετική χειρόγραφη σημείωση, φαίνεται στο κάτω μέρος της επιστολής.

 

Οι Καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι η κράτηση της Αιτήτριας με σκοπό την απέλασή της, είναι νόμιμη, καθότι:- (α) η Αιτήτρια κρατείται στη βάση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ημερ. 2.4.2012, τα οποία εκδόθηκαν νόμιμα δυνάμει του άρθρου 6(1)(δ) του Κεφ. 105, (β) επιδόθηκαν στην Αιτήτρια, αλλά αρνήθηκε να τα παραλάβει και (γ) τα εν λόγω διατάγματα ουδέποτε ανακλήθηκαν ή ακυρώθηκαν στα πλαίσια προσφυγής, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Με τη γραπτή ένστασή τους, οι Καθ' ων η αίτηση ήγειραν τρεις προδικαστικές ενστάσεις, αλλά κατά τη διάρκεια των αγορεύσεων, η κα Χατζηχάννα απέσυρε την τρίτη.  Με την πρώτη, προβάλλεται ότι η Αιτήτρια κωλύεται από του να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, καθότι κρατείται δυνάμει διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, τα οποία, ως διοικητικές πράξεις, προσβάλλονται με προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.  Όπως είναι γνωστό, τέτοια διατάγματα εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και όχι στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.

 

Με τη δεύτερη προδικαστική ένσταση, η οποία είναι συναφής, προβάλλεται ότι το αιτούμενο ένταλμα Habeas Corpus δεν μπορεί να εκδοθεί, καθότι παρέχεται στην Αιτήτρια υπαλλακτική θεραπεία, ήτοι δικαίωμα καταχώρησης προσφυγής, κατά των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

Ο δικηγόρος της Αιτήτριας στην αγόρευση του επικέντρωσε την προσοχή του στη θέση της Αιτήτριας, ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ουδέποτε της γνωστοποιήθηκαν.  Όπως ανέφερε, η πλευρά της Αιτήτριας, πληροφορήθηκε από τη γραπτή ένσταση για πρώτη φορά ότι είχαν εκδοθεί τα διατάγματα και ως εκ τούτου θεωρεί ότι αυτά δεν έχουν εξωτερικευτεί.  Ως προς τη νομική πτυχή των προδικαστικών ενστάσεων, δεν ανέφερε οτιδήποτε.  Υποστήριξε όμως με αναφορά στην υπόθεση C-61/11 PPU, ημερ. 28.4.2011, του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι η ποινή που επιβλήθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού είναι παράνομη, αφού αντίκειται στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ και στον περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμο, Κεφ. 105.  Όπως εξήγησε, τα άρθρα 15 και 16 της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ έχουν «την έννοια ότι απαγορεύουν σε νομοθεσία κράτους μέλους .. η οποία προβλέπει την επιβολή ποινής φυλάκισης σε παρανόμως διαμένοντα υπήκοο τρίτου κράτους για το μοναδικό λόγο ότι αυτός, κατά παράβαση διαταγής εγκαταλείψεως του εδάφους του κράτους αυτού εντός ορισμένης προθεσμίας, παραμένει εντός του εν λόγω εδάφους χωρίς να συντρέχει δικαιολογητικός λόγος.»

 

Από την άλλη, η κα Χατζηχάννα επικέντρωσε την προσοχή της στις δύο προδικαστικές ενστάσεις και στο γεγονός ότι η Αιτήτρια αρνήθηκε να υπογράψει ή να παραλάβει την επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 2.4.2012 και ως εκ τούτου δεν μπορεί να θεωρεί ότι δεν έχει λάβει γνώση της έκδοσης εναντίον της των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

Έχω εξετάσει προσεκτικά τόσο τα γεγονότα, όσο και τις εισηγήσεις των δύο συνηγόρων.  Οι δύο προδικαστικές ενστάσεις που ήγειραν οι Καθ' ων η αίτηση, ευσταθούν.

 

Το προνομιακό ένταλμα Habeas Corpus ανήκει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, ενώ οτιδήποτε εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου μπορεί να εξεταστεί μόνο στα πλαίσια του Άρθρου 146 του Συντάγματος και της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη Bondar (Αρ. 2) (2004) 1 ΑΑΔ 2075, 2081-2 και το Σύγγραμμα Προνομιακά Εντάλματα, του Π. Αρτέμη, σελ. 316).  Από τη στιγμή που τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ανήκουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, η αμφισβήτηση της νομιμότητάς τους, μόνο δυνάμει του Άρθρου 146 μπορεί να εξεταστεί.  Σχετική είναι η υπόθεση Afhsin Aghaei, Πολιτική Αίτηση αρ. 144/2011, ημερ. 20.1.2011, στην οποία επιλήφθηκα του ίδιου θέματος σε περισσότερη έκταση.

Στην προκειμένη περίπτωση, υπάρχει ενώπιον μου μαρτυρία ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης όχι μόνο εκδόθηκαν, αλλά την επομένη μέρα της έκδοσής τους, έγινε προσπάθεια να της επιδοθούν μαζί με επιστολή του Υπουργείου Εσωτερικών, όμως η Αιτήτρια αρνήθηκε να τα παραλάβει.  Ο αστυφύλακας που επιχείρησε την επίδοση, σημείωσε το γεγονός στην ίδια την επιστολή.  Με αυτό ως δεδομένο, η υπόθεση διαφοροποιείται από την υπόθεση Mahsa Hossanzadeh, Υπόθ. Αρ. 103/2010, ημερ. 25.10.2010, στην οποία έκαμε αναφορά ο δικηγόρος της Αιτήτριας και στην οποία δεν υπήρχε οποιαδήποτε ένδειξη εκ μέρους του οργάνου που έκανε την επίδοση, για την άρνηση της Αιτήτριας σ' εκείνη την υπόθεση να παραλάβει τα διατάγματα. 

 

Ενόψει των περιστάσεων της παρούσας υπόθεσης, κρίνω ότι η έκδοση των διαταγμάτων θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εξωτερικευτεί με την κοινοποίηση τους στην Αιτήτρια και τεκμαίρεται ότι η Αιτήτρια έλαβε γνώση, έστω και αν αρνήθηκε να παραλάβει τα σχετικά έγγραφα.  Όπως είναι νομολογιακά αναγνωρισμένο, η γνώση και η επάρκειά της, κρίνεται κατά περίπτωση στο πλαίσιο των περιστατικών της κάθε υπόθεσης.

 

Υπό τις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης, δεν είναι δυνατή η αμφισβήτηση των διαταγμάτων με αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus.  Η ύπαρξη εναλλακτικής θεραπείας, ήτοι προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει του Άρθρου 146, αποτελεί ανυπέρβλητο κώλυμα για την Αιτήτρια.

 

Ο δικηγόρος της, πέραν της έλλειψης γνώσης, ισχυρίστηκε επίσης ότι η ποινή που επιβλήθηκε στην Αιτήτρια από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ήταν παράνομη, αφού αντίκειται στην Οδηγία 2008/115/ΕΚ.  Η συγκεκριμένη εισήγηση δεν μπορεί να ευσταθήσει, αφού η ορθότητα της ποινής που είχε επιβληθεί, θα έπρεπε να είχε αμφισβητηθεί με έφεση μέσα στο χρόνο που προβλέπεται από το νόμο ή με άλλο ένδικο μέσο, ενώ διαρκούσε η φυλάκισή της.  Σήμερα η Αιτήτρια έχει εκτίσει την ποινή της και η κράτησή της συνεχίζεται με βάση τα διατάγματα κράτησης και απέλασης.  Επομένως, η ποινή φυλάκισης που επέβαλε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.

 

Για τους λόγους που εξήγησα, οι δύο προδικαστικές ενστάσεις γίνονται δεχτές και η αίτηση απορρίπτεται, με €500 έξοδα εναντίον της Αιτήτριας.  

 

                                                                      (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

/ΕΠς    


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο