ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 364
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 153/2009)
8 Μαρτίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
LUKOIL CYPRUS LTD,
Εφεσείοντες,
ΚΑΙ
1. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΦΕΛΛΑΣ,
2. ΠΑΝΙΚΟΣ ΛΕΜΟΝΙΑΤΗΣ,
Εφεσίβλητοι.
_________________________
Κ. Κούσιος με Λ. Κούσιο και Γ. Χ΄΄ Παρασκευά, για τους Εφεσείοντες.
Π. Αγγελίδης με Μ. Χαραλάμπους, για τους Εφεσίβλητους.
__________________________
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες, δυνάμει συμφωνίας ημερ. 24.12.2003, απέκτησαν αριθμό πρατηρίων διάθεσης πετρελαιοειδών. Πρατηριούχοι ενός τέτοιου σταθμού, δυνάμει συμφωνίας αδείας χρήσης, μεταξύ των διαδίκων, ήταν οι εφεσίβλητοι. Με την αγωγή τους ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού οι ενάγοντες-εφεσείοντες προέβαλαν διάφορους ισχυρισμούς εναντίον των εναγομένων-εφεσιβλήτων για παράβαση της συμφωνίας άδειας χρήσης.
Οι εφεσείοντες ενοικίαζαν το οικόπεδο στο οποίο είχε ανεγερθεί ο σταθμός, δυνάμει συμφωνίας μίσθωσης, ημερ. 24.7.92, όπως τροποποιήθηκε στις 22.4.99.
Δυνάμει της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας άδειας χρήσης, οι εφεσείοντες είχαν δικαίωμα να τερματίσουν τη μεταξύ τους συμφωνία χωρίς προειδοποίηση, σε περίπτωση που οι εφεσίβλητοι χρησιμοποιούσαν το σταθμό για την πώληση και/ή αποθήκευση και/ή διαχείριση καυσίμων και άλλων προϊόντων, εκτός εκείνα που προμηθεύθηκαν από τους εφεσείοντες. Ήταν η θέση των εφεσειόντων πως οι εφεσίβλητοι παρέβησαν τη μεταξύ τους συμφωνία άδειας χρήσης με αποτέλεσμα οι εφεσείοντες να τερματίσουν άμεσα τη συμφωνία και να ζητήσουν την παράδοση του σταθμού. Οι εφεσίβλητοι αρνήθηκαν να παραδώσουν το σταθμό.
Εκτός από τα όσα οι εφεσείοντες καταλόγισαν στους εφεσίβλητους για παράβαση της μεταξύ τους συμφωνίας άδειας χρήσης οι εφεσείοντες απέδωσαν στους εφεσίβλητους και αμελείς πράξεις και παραλείψεις, όπως η μη εξόφληση χρέους για αγορά εμπορευμάτων και πετρελαιοειδών, και για δυσφήμιση τους λόγω μη σωστής και ικανοποιητικής λειτουργίας του σταθμού.
Μεταξύ των θεραπειών που αξίωσαν οι εφεσείοντες ήταν δήλωση και/ή απόφαση του δικαστηρίου ότι η συμφωνία χρήσης του σταθμού τερματίστηκε και/ή είναι άκυρη, διαταγή του δικαστηρίου που να διατάσσει την παράδοση του σταθμού από τους εφεσίβλητους στους εφεσείοντες, γενικές αποζημιώσεις για παράβαση συμφωνίας, αποζημιώσεις για ζημιές που υφίστανται οι εφεσείοντες, από τη συνεχιζόμενη κατοχή του σταθμού από τους εφεσίβλητους, και για ποσά οφειλόμενα εξαιτίας εμπορευμάτων πωληθέντων και παραδοθέντων.
Ηγέρθη προδικαστική ένσταση σύμφωνα με την οποία το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε καθ΄ ύλην αρμοδιότητα να επιληφθεί της υποθέσεως. Αρμόδιο δικαστήριο ήταν το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεως. Το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε την προδικαστική ένσταση κατά προτεραιότητα αφού έκρινε ότι το ζήτημα ήταν νομικό, τα γεγονότα ήταν αποκρυσταλλωμένα και η λύση του νομικού σημείου θα έκρινε και την τύχη της αγωγής.
Στην προσβαλλόμενη απόφαση του, ημερ. 15.4.2009, το πρωτόδικο δικαστήριο εξέτασε τον περί Ενοικιοστασίου Νόμο του 1983 (Ν 23/83) και ειδικά τα άρθρα 2 και 4, στα πλαίσια της σχετικής νομολογίας, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε καθ΄ ύλην αρμοδιότητα να επιληφθεί της αγωγής την οποίαν, ως εκ τούτου, απέρριψε λόγω ελλείψεως δικαιοδοσίας.
Το άρθρο 2 του Ν 23/83 αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι στον όρο «ενοικίασις» δεν περιλαμβάνεται η ενοικίαση σταθμών για την πώληση πετρελαιοειδών. Στην επιφύλαξη, όμως, του άρθρου 2 προνοείται ότι το δικαίωμα κατοχής και ο καθορισμός του ενοικίου ή ανταλλάγματος από την υπενοικίαση ή την άδεια χρήσεως μεταξύ του πρατηριούχου και της εταιρείας πετρελαιοειδών, διέπονται και ρυθμίζονται από τις διατάξεις του Ν 23/83. Το άρθρο 4 του Ν 23/83 προνοεί την ίδρυση Δικαστηρίων Ελέγχου Ενοικιάσεων τα οποία έχουν αρμοδιότητα, επί οιουδήποτε θέματος εγειρόμενου κατά την εφαρμογή του προαναφερόμενου νόμου, συμπεριλαμβανομένου παντός περεμπίπτοντος ή συμπληρωματικού θέματος.
Το πρωτόδικο δικαστήριο συμφώνησε με τη θέση των εφεσιβλήτων ότι το βασικό επίδικο θέμα, στην αγωγή, ήταν εκείνο του δικαιώματος κατοχής του σταθμού, όπως αναφυόταν μέσα από τις διάφορες παραβάσεις της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, από τους εφεσίβλητους, και επομένως αυτό ενέπιπτε στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν μπορούσε να έχει συντρέχουσα καθ΄ ύλην αρμοδιότητα. Κατά συνέπεια και ακολουθώντας το σκεπτικό της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αίτηση του Χαράλαμπου Φελλά (2007) 1(Α) 537, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονται στην αγωγή, και τα οποία σχετίζονται με διάφορες κατ΄ ισχυρισμό παραβάσεις της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, οι οποίες αν πράγματι αποδειχθούν, πιθανόν να θεμελιώσουν δικαίωμα τερματισμού της συμφωνίας και κατ΄ επέκταση δικαίωμα ανάκτησης κατοχής του σταθμού από τους εφεσείοντες, είναι θέματα παρεμπίπτοντα ή συμπληρωματικά, για τα οποία αποκλειστικήν αρμοδιότητα έχει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Ν 23/83.
Ενόψει της προαναφερόμενης κατάληξης το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε λόγος να εξετάσει θέματα αντισυνταγματικότητας, τα οποία είχαν εγερθεί από τους εφεσείοντες, εφόσον αυτό δεν ήταν απαραίτητο μετά από την προαναφερόμενη κατάληξη ως προς την έλλειψη δικαιοδοσίας.
Με την έφεση τους οι εφεσείοντες προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με δύο λόγους έφεσης:
1. Ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονταν στην αγωγή (εκτός από αυτό του δικαιώματος κατοχής και χρήσης του πρατηρίου) ήταν θέματα παρεμπίπτοντα ή συμπληρωματικά για τα οποία δικαιοδοσία είχε το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων, και
2. Ότι η αιτιολογία του πρωτόδικου δικαστηρίου, που δόθηκε για την απόρριψη του αιτήματος εξέτασης αντισυνταγματικότητας του άρθρου 2 του Ν 23/83, είναι ανεπαρκής και μη ικανοποιητική.
Δεν συμφωνούμε με τους εφεσείοντες, ούτε στον πρώτο, ούτε στο δεύτερο λόγο έφεσης. Θεωρούμε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή. Το βασικό θέμα που ηγέρθη με την αγωγή των εφεσειόντων, στο Επαρχιακό Δικαστήριο, ήταν εκείνο του δικαιώματος κατοχής του πρατηρίου πετρελαιοειδών. Το θέμα αυτό εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, εφόσον είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη συμφωνία για άδεια χρήσεως του σταθμού μεταξύ του πρατηριούχου (εφεσιβλήτων) και της εταιρείας πετρελαιοειδών (εφεσειόντων) και διέπεται και ρυθμίζεται από τις διατάξεις του Ν 23/83. Επίσης συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι και τα υπόλοιπα θέματα που εγείρονταν στην αγωγή και τα οποία σχετίζονταν, βασικά, με κατ΄ ισχυρισμό παραβάσεις της μεταξύ των διαδίκων συμφωνίας, ήταν θέματα παρεμπίπτοντα ή συμπληρωματικά σύμφωνα με την έννοια του άρθρου 4 του Ν 23/83, όπως παρατηρήθηκε και στην Αίτηση Χαράλαμπου Φελλά (ανωτέρω). Συμφωνούμε ακόμα με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι, σύμφωνα με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μόνο σε περιπτώσεις συντρέχουσας δικαιοδοσίας παρέχεται δυνατότητα αναστολής μιας διαδικασίας ενώπιον ενός δικαστηρίου και παραπομπής του θέματος για εκδίκαση από άλλο δικαστήριο (Δέστε: Βουνού ν. Βουνού (1995) 1 Α.Α.Δ. 168). Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπήρχε ζήτημα συντρέχουσας δικαιοδοσίας μεταξύ Επαρχιακού Δικαστηρίου και Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων και επομένως ορθά το Επαρχιακό Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή (και δεν την ανέστειλε), λόγω ελλείψεως καθ΄ ύλην αρμοδιότητος.
Ως προς το ζήτημα της αντισυνταγματικότητας, η θέση των εφεσειόντων ήταν ότι το άρθρο 2 του Ν 23/83, όπως τροποποιήθηκε, παραβιάζει το άρθρο 28.1 του Συντάγματος για ίση προστασία και μεταχείριση απέναντι στο Νόμο, παραβιάζει το άρθρο 26 του Συντάγματος καθότι επεμβαίνει άμεσα στη συμβατική σχέση μεταξύ των διαδίκων, παραβιάζει το άρθρο 25.1 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει την ελεύθερη άσκηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των εφεσειόντων και παραβιάζει και το άρθρο 30 του Συντάγματος αναφορικά με τον καθορισμό αρμοδίου δικαστηρίου για επίλυση της διαφοράς. Το πρωτόδικο δικαστήριο δεν εξέτασε θέματα αντισυνταγματικότητας επειδή έκρινε ότι στερείτο αρμοδιότητος, αλλά και επειδή έκρινε ότι αυτό δεν ήταν απαραίτητο για τις ανάγκες της συγκεκριμένης υπόθεσης. Έκαμε σχετική αναφορά στις υποθέσεις Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 104 και Δημοκρατία ν. Kirnouyan κ.α. (1996) 2 Α.Α.Δ. 126.
Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι, υπό τις περιστάσεις, δεν ήταν απαραίτητο για σκοπούς έκδοσης της απόφασης, να προχωρήσει στην εξέταση των ισχυρισμών αντισυνταγματικότητας του άρθρου 2 του Ν 23/83. Το ζήτημα που εγειρόταν ενώπιον του ήταν το αν το ίδιο (το Επαρχιακό Δικαστήριο) είχε δικαιοδοσία να επιληφθεί της ενώπιον του υπόθεσης.
Πριν τελειώσουμε θεωρούμε σκόπιμο να διαφοροποιήσουμε την παρούσα υπόθεση από την Papageorghiou v. Karayiannis (1988) 1 C.L.R. 571. Στην υπόθεση εκείνη το αγώγιμο δικαίωμα της ενάγουσας ήταν παράνομη επέμβαση σε γη και ιδιωτική οχληρία. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως παρατηρήσαμε, το βασικό αίτημα των εφεσειόντων αφορούσε στην κατοχή και χρήση του σταθμού πετρελαιοειδών. Όταν αυτό είναι το βασικό αίτημα και πηγάζει από συμφωνία άδειας χρήσης σταθμού πετρελαιοειδών, μεταξύ εταιρείας πετρελαιοειδών και πρατηριούχου, τα υπόλοιπα παρεμπίπτοντα και συμπληρωματικά θέματα που εγείρονται, συμπαρασύρονται και αποκλειστικήν αρμοδιότητα έχει το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων.
Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων, τα οποία να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.