ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ARISTOTELOUS ν. GENERAL INSURANCE CO. (1981) 1 CLR 582
PAPADOPOULOS ν. STAVROU (1982) 1 CLR 321
KKAFFA ν. KALORKOTIS (1982) 1 CLR 372
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΣΤΕΦΑΝΟΥ ν. ΑΝΤΩΝΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 508/12, 17/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:A545
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑ Α. ΚΡΑΣΣΑ ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπoθεση Αρ. 233/2009, 9/7/2012
(2011) 1 ΑΑΔ 1129
21 Ioυνίου, 2011
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΡΟΥΜΠΑΣ,
Εφεσείων-Eνάγων Αρ. 1,
v.
1. ΝΑΣΟY ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ,
2. ΜΑΡΙΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 67/2008)
Αποζημιώσεις ― Γενικές αποζημιώσεις ― Σωματικές βλάβες ― Ενάγων είχε υποστεί σοβαρό διάστρεμμα ― Ύπαρξη αυχενικού ραιβόκρανου και έντονη μυϊκή σύσπαση του αυχένα ― Κρατήθηκε για νοσηλεία στο χειρουργικό τμήμα του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, παρέμεινε κλινήρης, υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση και φροντίδα ― Του εδίδετο ανάλογη φαρμακευτική αγωγή για την εγκεφαλική διάσεισή του ― Παραπονείτο για πόνο στον αυχένα και του συνεστήθη να φέρει ειδικό κολλάρο και να υποβληθεί σε φυσιοθεραπεία ― Επιδικασθείσες γενικές αποζημιώσεις £4.000 ― Επικυρώθηκαν κατ' έφεση.
Απόδειξη ― Ιατρική μαρτυρία ― Ιατρικές απόψεις ως προς τις επιπτώσεις των τραυμάτων που είχε υποστεί ο ενάγων σε τροχαίο ατύχημα και συγκεκριμένα κατά πόσο αυτός είχε υποστεί κήλη ή τραυματική ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου ― Άρνηση Εφετείου να επέμβει, ώστε να ανατραπούν οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί αυτού του θέματος.
Απόδειξη ― Αξιοπιστία μαρτύρων ― Αξιολόγηση αξιοπιστίας μαρτύρων ― Αποτελεί πρωταρχικό καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.
Η έφεση αυτή αφορά στην κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με τη φύση του τραυματισμού του και το ύψος των γενικών αποζημιώσεων που επιδικάσθηκαν στον εφεσείοντα - ενάγοντα 1 (στο εξής ο εφεσείων) λόγω της εμπλοκής του σε τροχαίο ατύχημα, καθώς και στην απόρριψη αποζημιώσεων ειδικών ζημιών που αυτός διεκδικούσε. Το ατύχημα συνέβηκε στις 26.6.99 όταν ο εφεσείων οδηγούσε το όχημα του ενάγοντος 2 και ο εφεσίβλητος - εναγόμενος 1 οδηγούσε το όχημα της εναγομένης 2. Το όχημα του ενάγοντος 2 καταστράφηκε ολοσχερώς.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η ανάπτυξη ραιβόκρανου και η κατ' ισχυρισμό ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου και τα άλλα συναφή, δεν ήταν απότοκο του ατυχήματος με αποτέλεσμα οι γενικές αποζημιώσεις που επεδίκασε, καθώς και η απόρριψη συγκεκριμένων ειδικών αποζημιώσεων ήταν συνέπεια και ανάλογες με το συμπέρασμα αυτό, αντιστοίχως.
Με την έφεσή του ο εφεσείων προσβάλλει βασικά την αξιολόγηση της μαρτυρίας, ειδικότερα της ιατρικής μαρτυρίας, προτάσσοντας ότι αυτή είναι λανθασμένη, ζητά δε την ανατροπή της και συνεπακόλουθα και την επιδίκαση των ειδικών αποζημιώσεων που απορρίφθηκαν, καθώς και ψηλότερου ποσού γενικών αποζημιώσεων. Υποστηρίζει ότι, λόγω του τραυματισμού του, υπέστη ρήξη μεσοσπονδυλίου δίσκου με πολύ σοβαρότερες συνέπειες.
Το Ανώτατο Δικαστήριο ανέφερε ότι σύμφωνα με την πάγια νομολογία, η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι πρωταρχικό καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που έχει την ευχέρεια να ακούσει και να παρακολουθήσει τους μάρτυρες και να συνεκτιμήσει τις αντίστοιχες εκδοχές στο πλαίσιο των γεγονότων.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι:
1. Δεν υφίστανται στην παρούσα υπόθεση οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο θα μπορούσε να επέμβει στα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Σημαντικό για την κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν και το πιστοποιητικό του Νοσοκομείου, τεκμήριο 8, που κατατέθηκε για το αληθές του περιεχομένου του και έγινε πλήρως αποδεκτό από το Δικαστήριο.
2. Από το ιατρικό πιστοποιητικό του Μ.Υ. 2, ο οποίος εξέτασε τον εφεσείοντα τέσσερις μήνες μετά το δυστύχημα, απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά σε κήλη ή τραυματική ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου. Η μαρτυρία αυτή συνάδει πλήρως με εκείνη άλλου μάρτυρα, ιατρού για τους εναγόμενους ότι ο εφεσείων δεν είχε υποστεί ένεκα του δυστυχήματος κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου. Η αντίθετη επί του προκειμένου μαρτυρία του Μ.Ε. 7 ήταν περισσότερο βασισμένη σε παράπονα και περιγραφές που έδωσε ο εφεσείων, παρά στην πραγματογνωμοσύνη του ιδίου. Προτίμησε έτσι το πρωτόδικο Δικαστήριο τους Μ.Υ. 1 και Μ.Υ. 2 στο βαθμό που η μαρτυρία τους ήταν αντίθετη με εκείνη του Μ.Ε. 7. Παρόμοια ήταν και η κατάληξη του Δικαστηρίου όσον αφορά τον ιατρό, Μ.Ε. 8. Η κρίση του Δικαστηρίου επί του προκειμένου, όπως και το ίδιο παρατηρεί, έγινε και σε συνάρτηση με τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσείοντος, που κατά την κρίση του, περιείχε έντονα στοιχεία υπερβολής όσον αφορούσε την έκταση, αλλά και την ένταση των σωματικών του βλαβών.
3. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά θεώρησε πως δεν αποδείχθηκε η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του δυστυχήματος και των όσων διαπιστώθηκαν μετά το 2001.
4. Το επιδικασθέν ποσό των £4.000 ως γενικές αποζημιώσεις, είναι, ενόψει των ευρημάτων αξιοπιστίας του Δικαστηρίου και της σχετικής νομολογίας, απόλυτα ορθό και δίκαιο.
5. Ορθό είναι επίσης και το επιδικασθέν ποσό των £180 ως ειδικές αποζημιώσεις, μετά την απόρριψη των περαιτέρω απαιτήσεων του εφεσείοντος για απώλεια εισοδημάτων, έξοδα μελλοντικής εγχείρησης, φυσιοθεραπείας, καθώς και απώλειας επιδόματος επίπονης εργασίας, αφού αυτά δεν προέκυπταν από τις τραυματικές συνέπειες του ατυχήματος.
6. Το Εφετείο δεν μπορεί να επικυρώσει την εκ συμφώνου θέση των διαδίκων με την οποία ο συνήγορος των εφεσιβλήτων δέχθηκε όπως ο τόκος καθοριστεί σε 8% αντί 4%, όπως προνοούσε η πρωτόδικη απόφαση, στις αποζημιώσεις των £9.000 που επιδικάσθηκαν στον ενάγοντα 2 για την καταστροφή του οχήματός του, ενόψει του ότι την παρούσα έφεση είχε καταχωρήσει μόνο ο ενάγων 1 και ο ιδιοκτήτης, ενάγων 2 δεν είναι διάδικος στην έφεση. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν επί του προκειμένου, να καταλήξουν σε συμφωνία εξωδίκως.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα, συν Φ.Π.Α., εναντίον του εφεσείοντος, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χαραλάμπους v. Βασιλείου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1355,
Καννάουρου κ.ά. v. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Σταύρου, E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 9929/2001), ημερ. 26.7.2007.
Λ. Βραχίμης, για τον Eφεσείοντα.
Γ. Γεωργίου με Α. Σολομωνίδου (κα), για τους Eφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Η υπόθεση αυτή αφορά τροχαίο δυστύχημα που επεσυνέβη στις 26.6.1999 και στο οποίο εμπλέκονταν ως οδηγοί ο εφεσείων-ενάγων 1 και ο εφεσίβλητος-εναγόμενος 1. Ο ενάγων 2 και η εναγομένη 2 ήταν οι ιδιοκτήτες των δύο οχημάτων αντίστοιχα.
Ως αποτέλεσμα της σύγκρουσης, το όχημα του ενάγοντα 2 καταστράφηκε ολοσχερώς και ο οδηγός εφεσείων-ενάγων 1 υπέστη σοβαρές σωματικές βλάβες και απορρέουσες ειδικές ζημιές. Με την αγωγή του διεκδικούσε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις.
Ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε αποκλειστικά υπεύθυνο για το δυστύχημα τον εφεσίβλητο-εναγόμενο 1.
Το θέμα της ευθύνης δεν προσβάλλεται με την παρούσα έφεση. Προσβάλλεται όμως η κατάληξη του Δικαστηρίου αναφορικά με τη φύση του τραυματισμού και το ύψος των γενικών αποζημιώσεων, καθώς και η απόρριψη αποζημιώσεων ειδικών ζημιών που διεκδικούσε ο εφεσείων-ενάγων 1.
Συνολικά κατέθεσαν 11 μάρτυρες, 9 για τους ενάγοντες και 2 για τους εναγόμενους. Πολλοί από τους μάρτυρες αυτούς ήσαν ιατροί με αντικρουόμενες θέσεις αναφορικά με τις συνέπειες του τραυματισμού του εφεσείοντα-ενάγοντα 1.
Βασικό επίδικο θέμα, η κατάληξη στο οποίο και επηρέασε ουσιαστικά την απόφαση, ήταν το κατά πόσο η ανάπτυξη ραιβόκρανου και η κατ' ισχυρισμό ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου και τα άλλα συναφή, ήταν απότοκο του δυστυχήματος ή όχι. Η κατάληξη του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή ήταν αρνητική και οι γενικές αποζημιώσεις που επεδίκασε, καθώς και η απόρριψη συγκεκριμένων ειδικών αποζημιώσεων, ήταν συνέπεια και ανάλογες με το συμπέρασμα αυτό, αντιστοίχως.
Με την έφεσή του ο εφεσείων-ενάγων 1 προσβάλλει βασικά την αξιολόγηση της μαρτυρίας και ειδικότερα της ιατρικής μαρτυρίας από τον πρωτόδικο Δικαστή, προτάσσοντας ότι αυτή είναι λανθασμένη και ζητά την ανατροπή της και συνεπακόλουθα και την επιδίκαση των ειδικών ζημιών που απορρίφθηκαν, καθώς και ψηλότερου ποσού γενικών αποζημιώσεων. Ήταν η θέση του ότι, λόγω του τραυματισμού του, ο εφεσείων υπέστη ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου με πολύ σοβαρότερες συνέπειες.
Με βάση πάγια νομολογία, η αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι πρωταρχικό καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που έχει την ευχέρεια να ακούσει και να παρακολουθήσει τους μάρτυρες και να συνεκτιμήσει τις αντίστοιχες εκδοχές στο πλαίσιο των γεγονότων. (Δέστε, μεταξύ άλλων, Χαραλάμπους v. Βασιλείου (1996) 1 Α.Α.Δ. 1355).
Παραθέτουμε πιο κάτω, απόσπασμα από την απόφαση στην Καννάουρου κ.ά. v. Σταδιώτη κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 35, στη σελ. 39:
«Στο δικαστικό μας σύστημα ο χώρος για τη λήψη και την αξιολόγηση της μαρτυρίας είναι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Όπως εξηγείται στην Papadopoulos v. Stavrou (1982) 1 C.L.R. 321, το πρωτόδικο δικαστήριο είναι σε μοναδική θέση μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης να αξιολογήσει και να συνεκτιμήσει τη μαρτυρία. Ευχέρεια για τον παραμερισμό ή ανατροπή ευρημάτων αξιοπιστίας παρέχεται μόνον όταν κρίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα. (Βλ. μεταξύ άλλων Aristotelous v. General Insurance Co. Ltd of Cyprus (1981) 1 C.L.R. 582 και Kkaffa v. Kalorkotis a.o. (1982) 1 C.L.R. 372).»
Στην παρούσα υπόθεση κρίνουμε πως δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις με βάση τις οποίες θα μπορούσαμε να επέμβουμε στα ευρήματα του ευπαίδευτου Δικαστή. Ο τελευταίος, προέβη σε πλήρη ανάλυση της ιατρικής μαρτυρίας, με αναφορά και στην ίδια τη μαρτυρία και διαγωγή του εφεσείοντα μετά το δυστύχημα και, αφού την αξιολόγησε πλήρως, κατέληξε στα ευρήματά και τα συμπεράσματά του, με βάση τη μαρτυρία αυτή, δικαιολογώντας τα πλήρως. Σημαντικό για την κατάληξή του ήταν και το πιστοποιητικό του Νοσοκομείου, τεκμήριο 8, που κατατέθηκε για το αληθές του περιεχομένου του και έγινε πλήρως αποδεκτό από το Δικαστήριο.
Παραθέτουμε αυτούσιο το περιεχόμενο του πιστοποιητικού αυτού:
«Ο πιο πάνω ασθενής προσήλθε στις Α΄ Βοήθειες του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας στις 26.6.99 μετά από ατύχημα που είχε. Παρεπονείτο για ζάλη και πονοκεφάλους, σημεία εγκεφαλικής διάσεισης. Έτσι αφού εξετάσθηκε από χειρουργό, κρατήθηκε για νοσηλεία στο χειρουργικό τμήμα.
Κατά τη νοσηλεία του στον χειρουργικό θάλαμο, παρέμεινε κλινήρης, υπό συνεχή ιατρική παρακολούθηση και φροντίδα. Του εδίδετο ανάλογη φαρμακευτική αγωγή για την εγκεφαλική διάσεισή του.
Σταδιακά άρχισε να σηκώνεται από το κρεβάτι ανάλογα με τη συμπτωματολογία που παρουσίαζε.
Παρεπονείτο για πόνο στον αυχένα και εξετάσθηκε από ορθοπεδικό ιατρό. συνεστήθηκε να φέρει ειδικό κολάρο, καθώς και φυσιοθεραπεία.
Ο ακτινολογικός έλεγχος δεν έδειξε κάταγμα.
Εξήλθε του νοσοκομείου στις 1.7.99 με σχετική φαρμακευτική αγωγή και σύσταση όπως παραμείνει ήσυχος στο σπίτι και όπως επανέλθει προς εξέταση στα εξωτερικά χειρουργικά ιατρεία.
Κατά την επανεξέτασή του στις 14.9.99 παρεπονείτο για κεφαλαλγία και ζάλη, σημεία μεταδιασεισικού συνδρόμου. Για τούτο του συνεχίσθηκε η σχετική φαρμακευτική αγωγή.
Συμπέρασμα: Ο ασθενής Ρούμπας Γεώργιος παρουσίαζε σημεία εγκεφαλικής διάσεισης λόγω του δυστυχήματος που είχε, για τούτο κρατήθηκε για νοσηλεία στο χειρουργικό τμήμα.»
Τέσσερις μήνες μετά το δυστύχημα, όπως παρατηρεί ο Δικαστής, ο ιατρός, Μ.Υ.2, εξέτασε τον εφεσείοντα και διαπίστωσε την ύπαρξη αυχενικού ραιβόκρανου και έντονη μυϊκή σύσπαση του αυχένα, συμπεραίνοντας ότι υπέστη σοβαρό διάστρεμμα. Όπως παρατηρεί ο Δικαστής, απουσίαζε από το πιστοποιητικό του, τεκμήριο 20, οποιαδήποτε αναφορά σε κήλη ή τραυματική ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου. Με τη μαρτυρία αυτή συνάδει πλήρως και εκείνη του άλλου μάρτυρα, ιατρού για τους εναγόμενους και συγκεκριμένα το εύρημά του ότι ο εφεσείων δεν υπέστη ένεκα του δυστυχήματος κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου. Εξήγησε ο ιατρός αυτός πως ένας τέτοιος τραυματισμός θα ήταν ιδιαίτερα αισθητός και θα μπορούσε να προκαλέσει μέχρι τετραπληγία ή και θάνατο και ότι θα έχρηζε άμεσης και δραστικής αντιμετώπισης, κάτι που δεν έγινε στην περίπτωση του εφεσείοντα, όπως προκύπτει και από το τεκμήριο 8, το πιστοποιητικό δηλαδή του Νοσοκομείου, καθώς και τη θεραπευτική αγωγή και την πορεία που ακολούθησε. Έτσι, τελικά ο ιατρός αυτός συμπέρανε πως η εκφυλιστική σπονδυλοαρθροπάθεια, που φάνηκε στις ακτινογραφίες το 1999, καθώς και η ριζίτιδα Α7, που παρουσιάζει σήμερα και που μπορεί να προήλθε από ρήξη μεσοσπονδύλιου δίσκου, δεν σχετίζονται με το δυστύχημα.
Ο πρωτόδικος Δικαστής ορθά παρατηρεί πως η αντίθετη επί του προκειμένου μαρτυρία του Μ.Ε.7 ήταν περισσότερο βασισμένη σε παράπονα και περιγραφές που έδωσε ο εφεσείων, παρά στην πραγματογνωμοσύνη του ιδίου. Προτίμησε έτσι τους Μ.Υ.1 και Μ.Υ.2 στο βαθμό που η μαρτυρία τους ήταν αντίθετη με εκείνη του Μ.Ε.7. Παρόμοια ήταν και η κατάληξη του Δικαστηρίου όσον αφορά τον ιατρό, Μ.Ε.8. Η κρίση του Δικαστηρίου επί του προκειμένου, όπως και το ίδιο παρατηρεί, έγινε και σε συνάρτηση με τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσείοντα, που κατά την κρίση του, περιείχε έντονα στοιχεία υπερβολής όσον αφορούσε την έκταση, αλλά και την ένταση των σωματικών του βλαβών. Επεσήμανε επίσης, όπως το χαρακτήρισε «ένα τεράστιο κενό» το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα των δύο ετών που πέρασε μέχρι την επίσκεψη του στον επόμενο ιατρό, τον Οκτώβριο του 2001, διάστημα για το οποίο δεν υπάρχει ιατρική μαρτυρία για την κατάσταση και εξέλιξη της υγείας του.
Όπως ορθά παρατηρεί, περαιτέρω, ο ευπαίδευτος Δικαστής, μέχρι τότε δεν υπήρχε η παραμικρή ιατρική ένδειξη για δισκοκήλη και άλλα συναφή, που αναφέρθηκαν στη δίκη, αφού αυτά διαπιστώθηκαν για πρώτη φορά το 2001, περισσότερο από 2 χρόνια μετά το δυστύχημα. Το Δικαστήριο, έτσι, θεώρησε πως δεν αποδείχθηκε η αναγκαία αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του δυστυχήματος και των όσων διαπιστώθηκαν μετά το 2001.
Έχοντας υπόψη την πιο πάνω κρίση αξιοπιστίας και τα συνεπακόλουθα ευρήματα και λαμβάνοντας και υπόψη την επί του προκειμένου νομολογία που παραθέτει στην απόφαση του ο πρωτόδικος Δικαστής, θεωρούμε το ποσό των £4.000 που επιδίκασε ως γενικές αποζημιώσεις απόλυτα ορθό και δίκαιο.
Εν όψει δε και της απόρριψης των αποτελεσμάτων του τραυματισμού, ορθά το Δικαστήριο επιδίκασε μόνο £180 ως ειδικές αποζημιώσεις, απορρίπτοντας τις περαιτέρω απαιτήσεις του εφεσείοντα για απώλεια εισοδημάτων, έξοδα μελλοντικής εγχείρησης, φυσιοθεραπείας, καθώς και απώλειας επιδόματος επίπονης εργασίας, αφού αυτά δεν προέκυπταν από τις τραυματικές συνέπειες του ατυχήματος.
Υπάρχει ακόμη μία πτυχή στην έφεση, με την οποία αμφισβητείται η επιδίκαση τόκου προς 4% αντί 8%, στις αποζημιώσεις των £9.000, που δόθηκαν στον ενάγοντα 2 για την καταστροφή του οχήματός του. Ο συνήγορος των εφεσιβλήτων δέχθηκε την πιο πάνω θέση και δήλωσε στο Δικαστήριο πως δεχόταν την επιδίκαση τόκου προς 8% από την ημερομηνία καταχώρησης της Έκθεσης Απαίτησης. Παρατηρούμε, όμως, πως, όπως προκύπτει από το εφετήριο, την παρούσα έφεση καταχώρησε μόνο ο ενάγων 1 και ο ιδιοκτήτης, ενάγων 2 δεν είναι διάδικος στην έφεση.
Ως εκ τούτου, κρίνουμε πως δεν μπορούμε να επικυρώσουμε με την απόφασή μας την πιο πάνω εκ συμφώνου θέση. Επί του προκειμένου, μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να καταλήξουν σε συμφωνία εξωδίκως.
Κάτω από το φως των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, συν Φ.Π.Α., εναντίον του εφεσείοντα, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, συν Φ.Π.Α., εναντίον του εφεσείοντος, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.