ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2011) 1 ΑΑΔ 626

24 Μαρτίου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΔΡΕΑΣ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ, ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ ΑΠΟΒΙΩΣΑΝΤΟΣ ΓΙΩΡΚΗ ΚΟΝΟΜΟΥ,

Εφεσείων-Ενάγων,

v.

ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου-Εναγομένου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 73/2008)

 

Ακίνητη ιδιοκτησία ― Αξίωση από κληρονόμους αποβιώσαντος κατόχου ακίνητης περιουσίας κατηγορίας Arazi Mirie για ουσιαστική αποκατάστασή του επί της περιουσίας αυτής, η οποία ήταν καταχωρημένη μεν στο όνομα του κατόχου αλλά εγγεγραμμένη στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας ― Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε και οδήγησε στην εγγραφή του κτήματος στη Δημοκρατία ήταν ορθή και απέρριψε την αξίωση με το αιτιολογικό ότι οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος  απώλεσαν το δικαίωμα που πήγαζε από την κατοχή κτήματος τύπου Arazi Mirie ― Ποία είναι τα δικαιώματα τα οποία εκπηγάζουν από κατοχή περιουσίας της κατηγορίας Arazi Mirie (γεωργική γη) σύμφωνα με τη σχετική νομολογία  ― Κατά πόσο ο συνδυασμός των Άρθρων 50 και 3 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224, επέτρεπαν τη θεμελίωση του δικαιώματος κυριότητας του τότε κατόχου και κατ' επέκταση των νομίμων κληρονόμων του, επί του επιδίκου κτήματος.

Ακίνητη ιδιοκτησία ― Δικαιώματα χρήσης και καλλιέργειας γης της κατηγορίας Arazi Mirie (γεωργική γη) ― Σε ποίους παραχωρούντο τα δικαιώματα αυτά και ποίος ο τρόπος απώλειάς τους.

Ο εφεσείων, ως διαχειριστής της περιουσίας του προπάππου του Γ. Κονόμου, ο οποίος απεβίωσε κατά ή περί το 1890, επεδίωξε την εγγραφή επ' ονόματί του, ακινήτου στην Ορόκλινη. Το εν λόγω ακίνητο, ως κτήμα arazi mirie είχε παραχωρηθεί στον Γ. Κονόμου μόνο για σκοπούς καλλιέργειας, αφού ανήκε στο κράτος, με τα αναλογούντα στον τύπο ακίνητης ιδιοκτησίας, δικαιώματα. Τούτο επιβεβαιώθηκε τόσο με την αρχική εγγραφή με αριθμό 1108 όσο και την τελευταία 1167 (Ιαν. 1876).

Κατά τη Γενική Χωρομετρία του 1914 και τη Γενική Εκτίμηση του 1916, το εν λόγω κτήμα καταχωρήθηκε ως κυβερνητική γη (χαλίτικο).

Στο όνομα της κυβέρνησης (Government of Cyprus)  εγγράφηκε το επίδικο κτήμα το 1931, δυνάμει του τότε ισχύοντος περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου του 1907, κατόπιν επιτοπίου εξετάσεως και έκδοσης Πιστοποιητικού της χωριτικής αρχής, ότι κανένας δεν είχε καλλιεργητικά δικαιώματα επί του εν λόγω κτήματος.

Σήμερα το κτήμα, με νέο αριθμό τεμαχίου 256, είναι εγγεγραμμένο στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έκρινε ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την εγγραφή του κτήματος στη Δημοκρατία ήταν ορθή, απέρριψε την αγωγή με το αιτιολογικό ότι οι κληρονόμοι του Γ. Κονόμου απώλεσαν το δικαίωμα που πήγαζε από την κατοχή κτήματος τύπου arazi mirie.

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση. Ο συνήγορός του υποστήριξε ότι το γεγονός ότι ο συσχετισμός της ακίνητης περιουσίας που καλύπτεται από το τεμάχιο 256 του εν χρήσει σχεδίου, τεκμηριώθηκε, συνδυαζόμενο με την υφιστάμενη από το 1876 εγγραφή με αρ. 1167, στο όνομα του Γ. Κονόμου, έπρεπε να οδηγήσει στην αποδοχή της απαίτησης του εφεσείοντος.

Η συνήγορος της Δημοκρατίας υποστήριξε ότι ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε την έκταση του δικαιώματος, που είχε ο Γ. Κονόμου, σε κτήμα τύπου Arazi Mirie, λέγοντας ότι δεν αποκτάται κυριότητα αλλά μόνο δικαίωμα κατοχής και καλλιέργειας.  Τούτο δε το δικαίωμα κατέληξε, έχει απωλεσθεί από τους κληρονόμους του Γ. Κονόμου αφού για δεκαετίες δεν διεκδίκησαν οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμα.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν το τότε υπάρχον δικαίωμα κατοχής, νομής και καλλιέργειας που διαπιστώθηκε πρωτοδίκως ότι απολάμβανε ο Γ. Κονόμου, βασιζόμενο στην Εγγραφή Αρ. 1167, επιβιώνει. Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι ο συνδυασμός των Άρθρων 50 και 3 του Κεφ. 224, επιτρέπει τη θεμελίωση του δικαιώματος κυριότητος του Γ. Κονόμου και κατ' επέκταση των νομίμων κληρονόμων του.

Αποφασίστηκε ότι:

1.  Η απουσία δραστηριοποίησης από πλευράς των κληρονόμων του Γ. Κονόμου, αφού κανένας εξ αυτών δεν υπέβαλε οποιανδήποτε διεκδίκηση είτε για τη νομική κατοχύρωση δικαιώματος καλλιέργειας επί κρατικής γης, είτε για την εγγραφή και απόκτηση της κυριότητας επ' αυτής, ή υπέβαλε οποιανδήποτε διαφωνία  όταν διεξάγονταν οι διαδικασίες που τελικά οδήγησαν στην εγγραφή στο όνομα της Κυβέρνησης, οδήγησαν στην απώλεια οποιουδήποτε δικαιώματος από πλευράς τους.

2.  Επιπλέον ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν θα μπορούσαν να τύχουν εφαρμογής οι πρόνοιες του Άρθρου 3 του Κεφ. 224 αφού τη δεδομένη στιγμή της θέσπισης του πιο πάνω Νόμου (1946), το κτήμα δεν ήταν καταχωρημένο σε κανένα ως arazi mirie. Αντιθέτως, ήταν εγγεγραμμένο στο όνομα της κυβέρνησης από το 1931, ως χαλίτικο.

3.  Η εμπλοκή του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τον τρόπο εγγραφής του κτήματος το 1931 στην κυβέρνηση ήταν αναπόφευκτη και οδήγησε στο μόνο συμπέρασμα το οποίο μπορούσε να εξαχθεί «Ότι δηλαδή τα όποια δικαιώματα κληρονομικής διαδοχής είχαν οι κληρονόμοι του Γ. Κονόμου, έτυχαν εγκατάλειψης και/ή αποποίησης και υποκαταστάθηκαν από δικαιώματα πλήρους κυριότητας του Κράτους επί της επίδικης περιουσίας, δυνάμει νόμιμων διαδικασιών οι οποίες ακολουθήθηκαν μέσω των ετών, σύμφωνα με τις πρόνοιες θεσπισθέντων νομοθετημάτων».

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν για έγκριση.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Tosounoglou v. Attorney-General (1969) 1 C.L.R. 195,

Makri v. Makris a.ο. (1984) 1 C.L.R. 642,

Ευαγγέλου κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 406,

Sofronios Egoumenos of Kykko Monastery v. The Principal Forest Officer (1891) I C.L.R. 111,

Βασιλείου κ.ά. v. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Kληρίδης, Π.E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 1832/2002), ημερ. 30/1/2008.

Ε. Φλουρέντζου, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Τσιάππα, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κ. Παμπαλλή, Δ..

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων ως δισέγγονο του αποβιώσαντα Γιωρκή Κονόμου, επιδιώκει τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης με την οποία δεν έγινε δεχτή αξίωση του για ουσιαστική αποκατάσταση ιδιοκτήτου επί ακίνητης περιουσίας, καταχωρημένης μεν στο όνομα του Γ. Κονόμου αλλά εγγεγραμμένης στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Θα παραθέσουμε σ' αυτό το στάδιο τα γεγονότα που οδήγησαν στην πιο πάνω διαφορά.

Με βάση Πιστοποιητικό Έρευνας Ακίνητης Ιδιοκτησίας ημερ. 24 Μαΐου, 1994, ακίνητο στην Ορόκλινη με αριθμό εγγραφής 1167, ημερ. Εγγραφής Ιανουαρ. 1/1876, τοποθεσία Λίμνη, χωράφι, εκτάσεως 13 εκταρίων, 3 δεκαρίων και 781 τ.μ. (το κτήμα), είναι εγγεγραμμένο στο όνομα του Γιωρκή Κονόμου, ο οποίος απεβίωσε κατά ή περί το 1890.

Αυτού τούτου του κτήματος επιδιώκει την εγγραφή στο όνομα του ο εφεσείων, ως διαχειριστής της περιουσίας του Γιωρκή Κονόμου, το οποίο, όπως αποτελεί κοινό έδαφος, ως κτήμα arazi mirie είχε τότε παραχωρηθεί στον Γ. Κονόμου μόνο για σκοπούς καλλιέργειας, αφού ανήκε στο κράτος, με τα αναλογούντα στον τύπο ακίνητης ιδιοκτησίας, δικαιώματα. Τούτο επιβεβαιώθηκε τόσο με την αρχική εγγραφή με αριθμό 1108 όσο και την τελευταία 1167 (Ιαν. 1876).

Κατά τη Γενική Χωρομετρία του 1914 και τη Γενική Εκτίμηση του 1916, το εν λόγω κτήμα καταχωρήθηκε ως κυβερνητική γη (χαλίτικο).

Στο όνομα της κυβέρνησης (Government of Cyprus)  εγγράφηκε το επίδικο κτήμα το 1931, δυνάμει του τότε ισχύοντος περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου του 1907, κατόπιν επιτοπίου εξετάσεως και έκδοσης Πιστοποιητικού της χωριτικής αρχής, ότι κανένας δεν είχε καλλιεργητικά δικαιώματα επί του εν λόγω κτήματος.

Ο τύπος δικαιωμάτων επί ακινήτων, όπως arazi mirie, που ίσχυαν επί Οθωμανικής κατοχής, καταργήθηκαν το 1946 με τη θέσπιση του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ. 224. Το κτήμα συνέχισε να βρίσκεται στο όνομα της κυβέρνησης αφού υπήρχε ήδη εγγραφή από το 1931 και δεν αντλούσε κανείς δικαιώματα επ' αυτού. Σήμερα, με το νέο αριθμό τεμαχίου 256, το κτήμα είναι εγγεγραμμένο στο όνομα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού παρέθεσε με λεπτομέρεια την προσαχθείσα μαρτυρία, έθεσε προς συζήτηση τρία θέματα, ως εξής:

«α. Το εάν και κατά πόσο η προηγηθείσα καταχώρηση ακίνητης περιουσίας με αρ. 1167 στο όνομα του Γ. Κονόμου ταυτοποιείται ή συσχετίζεται ή σχετίζεται με την ακίνητη περιουσία που καλύπτεται από το τεμάχιο 256 του εν χρήσει σχεδίου.

β. Εάν η απάντηση στο (α) ανωτέρω είναι καταφατική, κατά πόσο η διαδικασία που ακολουθήθηκε και απέληξε στην εγγραφή του ακινήτου στο όνομα της Κυβέρνησης και της Δημοκρατίας, έπασχε νομικά.

γ. Εάν η απάντηση και στο (β) ανωτέρω, είναι καταφατική, κατά πόσο ο ενάγοντας δικαιούται στην επ' ονόματι του εγγραφή του τεμαχίου 256, ή σε αποζημιώσεις, ή άλλες θεραπείες.»

Σε απάντηση του πρώτου ερωτήματος η κατάληξη του Δικαστηρίου, που σημειώνουμε δεν αμφισβητείται από τις δυο πλευρές, ήταν:

«Για όλους τους πιο πάνω λόγους καταλήγω στο εύρημα ότι η έκταση την οποία κάλυπτε η καταχώρηση στα τότε ισχύοντα μητρώα με αρ. 1167 στο όνομα του Γ. Κονόμου συμπίπτει και ταυτίζεται με την έκταση την οποία καλύπτει η σημερινή εγγραφή επ' ονόματι της Δημοκρατίας του τεμαχίου 256 του εν χρήσει χωρομετρικού σχεδίου, επιφυλασσομένου βέβαια του ενδεχομένου να μεσολάβησε από το 1876 κάποια αυξομείωση εμβαδού λόγω ακριβέστερων μετρήσεων, χωρομετρικών εργασιών κ.λπ.»

Αναλύοντας τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και οδήγησε στην εγγραφή του κτήματος στη Δημοκρατία, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι αυτή ήταν ορθή και απέρριψε την αγωγή με το αιτιολογικό ότι οι κληρονόμοι του Γ. Κονόμου απώλεσαν το δικαίωμα που πήγαζε από την κατοχή κτήματος τύπου arazi mirie.

Παρόλη την ύπαρξη τεσσάρων λόγων έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα αμφισβήτησε  την ορθότητα της κατάληξης του Δικαστηρίου ως προς την απώλεια του δικαιώματος εγγραφής των κληρονόμων του Γ. Κονόμου, ιδιαιτέρως όπως τόνισε, όταν ο συσχετισμός της ακίνητης περιουσίας που καλύπτεται από το τεμάχιο 256 του εν χρήσει σχεδίου, τεκμηριώθηκε.

Η κατάληξη αυτή, σε συνδυασμό με την υφιστάμενη από το 1876 εγγραφή με αρ. 1167, στο όνομα του Γ. Κονόμου, έπρεπε, κατά την εισήγηση του κ. Φλουρέντζου, να οδηγήσει στην αποδοχή της απαίτησης του εφεσείοντα.

Στην αντιπέρα πλευρά η συνήγορος της Δημοκρατίας υποστήριξε ότι ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε την έκταση του δικαιώματος, που είχε ο Γ. Κονόμου, σε κτήμα τύπου arazi mirie, λέγοντας ότι δεν αποκτάται κυριότητα αλλά μόνο δικαίωμα κατοχής και καλλιέργειας. Τούτο δε το δικαίωμα κατέληξε, έχει απωλεσθεί από τους κληρονόμους του Γ. Κονόμου αφού για δεκαετίες δεν διεκδίκησαν οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμα.

Εκκινώντας με την κοινώς αποδεχτή θέση ότι η επ' ονόματι του Γ. Κονόμου καταχώρηση στο Μητρώο με αρ. εγγραφής 1167, αφορούσε περιουσία που περιγραφόταν ως arazi mirie, θεωρούμε ορθό να εξετάσουμε τα δικαιώματα που εκπηγάζουν από τέτοια εγγραφή.

Όπως έχει νομολογηθεί τα όποια δικαιώματα υπήρχαν σε συνάρτηση με ακίνητη περιουσία, πριν από τη θέσπιση του Κεφ. 224, ρυθμίζοντο από τον Οθωμανικό Κώδικα Γαιών. (Tosounoglou v. Attorney-General (1969) 1 C.L.R. 195, Makri v. Makris a.o. (1984) 1 C.L.R. 642, Ευαγγέλου κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 406).

Με αναφορά στις υποθέσεις Ευαγγέλου κ.ά. v. Γενικού Εισαγγελέα κ.ά. (2001) 1(Α) Α.Α.Δ. 406 και Sofronios Egoumenos of Kykko Monastery v. The Principal Forest Officer (1891) I C.L.R. 111, αποσπάσματα των οποίων παρατίθενται στην πρωτόδικη απόφαση, σημειώνουμε ότι κτήματα της κατηγορίας Arazi Mirie (γεωργική γη), ιδιοκτησίας του Biet-ul-Mal, το μουσουλμανικό διοικητικό τμήμα διαχείρισης της ακίνητης ιδιοκτησίας, παραχωρούντο σε ιδιώτες για καλλιέργεια, καταβάλλοντας τη «δεκάτη» (το ένα δέκατο της παραγωγής). Το δικαίωμα χρήσης ήταν περιορισμένο και απαιτείτο άδεια του αρμοδίου υπαλλήλου για οποιαδήποτε αλλαγή χρήσεως. Το δικαίωμα καλλιέργειας ήταν μεταβιβάσιμο στους κατιόντες του δικαιούχου μετά θάνατο, υπό τον όρο της ύπαρξης κατοχής και καλλιέργειας. Μη χρησιμοποίηση του κτήματος για τρεις διαδοχικές χρονιές, χωρίς εύλογη αιτία, οδηγούσε σε επιστροφή του κτήματος στον Tapu. (αρ. 68).

Το προσωπικό δικαίωμα κατοχής νομής και καλλιέργειας που διαπιστώθηκε πρωτοδίκως ότι απολάμβανε ο Γ. Κονόμου, βασιζόμενο στην εγγραφή αρ. 1167, μπορούσε να τύχει κληρονομικής διαδοχής, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 54 του Οθωμανικού Κώδικα. Το δικαίωμα όμως αυτό, όπως ορθά παρατηρεί το Δικαστήριο, δεν επιμαρτυρείται από κατάλληλη καταχώρηση στα τηρούμενα Μητρώα, ούτε με βάση τον Tapu Law, που ίσχυε την εποχή εκείνη, ούτε και σήμερα. Συνεπώς, το αυτονόητο συμπέρασμα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην εκκαλούμενη απόφαση, είναι ότι οι κληρονόμοι του Γ. Κονόμου δεν αποτάθηκαν ποτέ προς την κατεύθυνση αυτή.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν το τότε υπάρχον δικαίωμα, όπως περιγράφηκε πιο πάνω, επιβιώνει. Παραπονείται ο εφεσείων ότι ο συνδυασμός των Άρθρων 50 και 3 του Κεφ. 224, επιτρέπει τη θεμελίωση του δικαιώματος κυριότητος του Γ. Κονόμου και κατ' επέκταση των νομίμων κληρονόμων του.

Δεν συμμεριζόμαστε αυτή την εισήγηση. Το πιο κάτω απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση παραθέτει την απουσία δραστηριοποίησης από πλευράς των κληρονόμων του Γ. Κονόμου και την εμβέλεια των επιπτώσεων από αυτή.

«Κατά τρόπο παρόμοιο που σύμφωνα με τη σχετική καταχώρηση ο αποβιώσας Γ. Κονόμου είχε αποταθεί και εκδόθηκε στο όνομα του τίτλος εγγραφής με το δικαιολογητικό της απώλειας (lost) θα ήταν αδιανόητο οι όποιοι κληρονόμοι του να μη είχαν υποχρέωση εγγραφής, έκδοσης τίτλου, πληρωμής φορολογίας κλπ. και να δικαιούνταν στην κατοχή και νομή κρατικής γης, σαν πρόσωπα άγνωστα στις αρχές. Από το σύνολο δε των στοιχείων που τέθηκαν στο Δικαστήριο και από τις δύο πλευρές, τίποτε δεν φαίνεται να είχε γίνει προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης και διεκδίκησης κληρονομικών δικαιωμάτων τα οποία είχε οποιοσδήποτε κληρονόμος του Γ. Κονόμου. Περαιτέρω, ούτε κατά τη Γενική Χωρομετρία του 1914 και τη Γενική Εκτίμηση του 1916, προβλήθηκε από κανένα θέμα κατοχής, εγγραφής ή ύπαρξης δικαιωμάτων επί της επίδικης γης, παρά την εκτεταμένη δημοσιοποίηση η οποία θα πρέπει να είχε δοθεί τότε προς όλους τους κατοίκους της υπαίθρου ως προς τα δικαιώματα τους, με βάση τις πρόνοιες των αντίστοιχων νομοθετημάτων. Αντίθετα, η καταχώρηση της επίδικης γης τότε σαν «χαλίτικης» επιβεβαιώνει την μη εγγραφή της κρατικής εκείνης γης στο όνομα οποιουδήποτε άλλου προσώπου και την μη κατοχή της. Όπως ορθά εντοπίζεται και στις παραστάσεις που υποβλήθηκαν κατά την αγόρευση εκ μέρους του εναγομένου, για 104 έτη από τη χρονολογία θανάτου του Γ. Κονόμου, κανένας από τους κληρονόμους του δεν υπέβαλε οποιανδήποτε διεκδίκηση είτε για τη νομική κατοχύρωση δικαιώματος καλλιέργειας επί κρατικής γης, είτε για την εγγραφή και απόκτηση της κυριότητας επ' αυτής, ή υπέβαλε οποιανδήποτε διαφωνία  όταν διεξάγονταν οι διαδικασίες που τελικά οδήγησαν στην εγγραφή στο όνομα της Κυβέρνησης.»

Επιπλέον σημειώνουμε ότι ορθώς το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν θα μπορούσαν να έχουν εφαρμογή οι πρόνοιες του Άρθρου 3 του Κεφ. 224 αφού τη δεδομένη στιγμή της θέσπισης του πιο πάνω Νόμου (1946), το κτήμα δεν ήταν καταχωρημένο σε κανένα ως arazi mirie. Αντιθέτως, ήταν εγγεγραμμένο στο όνομα της κυβέρνησης από το 1931, ως χαλίτικο.

Ούτε η εισήγηση του εφεσείοντα για αχρείαστη εμπλοκή του πρωτόδικου δικαστή με τον τρόπο εγγραφής του κτήματος το 1931 στην κυβέρνηση, έχει έρεισμα. Ήταν αναπόφευκτη σειρά σταθμών της πορείας του κτήματος που έπρεπε να διερευνηθεί. Συμφωνούμε με πρωτόδικο συμπέρασμα, όπως διατυπώνεται πιο κάτω:

«Όλα τα πιο πάνω στοιχεία δεν μπορούν παρά να καταδεικνύουν προς μια μόνο κατεύθυνση: Ότι δηλαδή τα όποια δικαιώματα κληρονομικής διαδοχής είχαν οι κληρονόμοι του Γ. Κονόμου, έτυχαν εγκατάλειψης και/ή αποποίησης και υποκαταστάθηκαν από δικαιώματα πλήρους κυριότητας του Κράτους επί της επίδικης περιουσίας, δυνάμει νόμιμων διαδικασιών οι οποίες ακολουθήθηκαν μέσω των ετών, σύμφωνα με τις πρόνοιες θεσπισθέντων νομοθετημάτων».

Τούτο δε πάντοτε με την υποχρέωση απόδειξης από τον εφεσείοντα της απαίτησής του, και λαμβανομένου υπόψη του βάρους απόδειξης που παραμένει στους ώμους του εφεσείοντα. (Βασιλείου κ.ά. v. Μενελάου κ.ά. (1990) 1 Α.Α.Δ. 1125).

Με γνώμονα τα πιο πάνω θεωρούμε ότι ο εφεσείων απέτυχε να στοιχειοθετήσει οποιοδήποτε λόγο που να δικαιολογεί την επέμβασή μας. Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή για να υποβληθούν για έγκριση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν για έγκριση.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο