ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 618
24 Μαρτίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΒΒΑ,
Εφεσείων-Ενάγων,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΦΑΓΕΙΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 17/2008)
Αμέλεια ― Εργατικό ατύχημα ― Εφεσείων, υπάλληλος στο Σφαγείο Κοφίνου, τραυματίστηκε στο μεσαίο δάκτυλο του αριστερού του χεριού, ενώ βρισκόταν στην εργοδότηση των εφεσιβλήτων ― Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή του για αποζημιώσεις, η οποία καταχωρήθηκε μετά πάροδο εννέα ετών, κρίνοντας ότι ο εφεσείων δεν έπεισε για την αλήθεια των ισχυρισμών του και επίσης ότι απάλλαξε τους εφεσίβλητους οποιασδήποτε ευθύνης υπογράφοντας έγγραφο, κατά την είσπραξη χρηματικού ποσού για τις σωματικές βλάβες ή άλλες ζημιές που είχε υποστεί λόγω του ατυχήματος, ότι δεν είχε άλλες απαιτήσεις ― Επικύρωση πρωτόδικης απόφασης κατ' έφεση.
Στις 3.8.1994 ο εφεσείων ηλικίας τότε 44 ετών τραυματίστηκε στο μεσαίο δάκτυλο του αριστερού του χεριού, ενώ εργαζόταν ως εκδοροσφαγέας στο Σφαγείο Κοφίνου. Ο εφεσείων έτυχε θεραπείας τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό (Ισραήλ και Αγγλία) και οι εφεσίβλητοι του κατέβαλαν τα έξοδα μετάβασής του στο Ισραήλ καθώς και άλλα έξοδα (£3.800) που είχε υποστεί, πέραν του ποσού των £420 που πήρε από την ασφαλιστική εταιρεία για λογαριασμό των εφεσιβλήτων. Εννέα χρόνια μετά, καταχώρησε αγωγή αξιώνοντας γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και απώλεια μελλοντικών απολαβών, ισχυριζόμενος ότι το εν λόγω ατύχημα συνέβηκε λόγω αμέλειας και/ή παράβασης των εκ του νόμου καθηκόντων των εφεσιβλήτων σε χρόνο που ο ίδιος εκτελούσε διατεταγμένη εργασία. Σε σχέση με την καταβολή σε αυτόν του ποσού των £420, υποστήριξε ότι υπέγραψε το τεκμ. 17 με βάση το οποίο του είχε καταβληθεί, χωρίς να το διαβάσει.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή με έξοδα, αφού κατέληξε ότι ο εφεσείων δεν έπεισε για την αλήθεια των ισχυρισμών του, μεταξύ των οποίων, για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες υπέγραψε το τεκμ. 17 και επίσης για τον τρόπο που έγινε το ατύχημα. Παρά την πιο πάνω απόφασή του το Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε τις αποζημιώσεις που θα δικαιούτο ο εφεσείων αν επιτύγχανε η αγωγή του και κατέληξε ότι θα του επιδίκαζε £28.000 για γενικές αποζημιώσεις με βάση την πλήρη ευθύνη των εφεσιβλήτων, £12.000 για απώλεια μελλοντικών απολαβών και £3.500 συμφωνηθείσες ειδικές ζημιές.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση προσβάλλοντας το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι ήταν αναξιόπιστος και κατ' επέκταση ότι απέτυχε να δείξει ότι οι εφεσίβλητοι ευθύνονταν για το ατύχημα.
Το Ανώτατο Δικαστήριο επεκύρωσε το περί αναξιοπιστίας του εφεσείοντος εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου και απέρριψε την έφεση, χωρίς την ανάγκη εξέτασης των υπόλοιπων λόγων έφεσης, αρκετοί από τους οποίους αφορούσαν στην αξιολόγηση της μαρτυρίας των γιατρών (ορθοπεδικών) αναφορικά με την έκταση των σωματικών βλαβών που υπέστη ο εφεσείων και των συνεπειών τους.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον του εφεσείοντος και υπέρ των εφεσιβλήτων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Θεοδώρου v. Χριστάκης Χ. Αντωνίου Ξυλουργικές Εργασίες Λτδ. (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1492,
Lanitis Bros Ltd. v. Aντωνίου (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1667,
Πολάτογλου v. Μασούρα (2004) 1(A) Α.Α.Δ. 150.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Iωαννίδης, A.E.Δ.), (Aγωγή Aρ. 1675/2003), ημερ. 29/11/2007.
Αρ. Γεωργίου με Γ. Ρούσου (κα), για τον Εφεσείοντα.
Γιολ. Ζαχαρίου (κα), για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερ. 29/11/2007 που εκδόθηκε στην Αγωγή Αρ. 1675/2003 με την οποία η αξίωση του εφεσείοντα για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες που υπέστη ενώ βρισκόταν στην εργοδότηση των εφεσιβλήτων, απορρίφθηκε με έξοδα εναντίον του.
Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση
Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως προκύπτουν από την πρωτόδικη απόφαση και στην έκταση που αυτά αποτελούν κοινό έδαφος, ο εφεσείων, 44 ετών τότε, στις 3/8/1994 ήταν υπάλληλος των εφεσιβλήτων και εργαζόταν ως εκδοροσφαγέας στο σφαγείο Κοφίνου όταν σε κάποια στιγμή, περί τις 11 π.μ., τραυματίστηκε στο μεσαίο δάκτυλο του αριστερού του χεριού. Εννέα χρόνια μετά, καταχώρησε την προαναφερθείσα αγωγή και αξίωσε γενικές και ειδικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες και απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων, ισχυριζόμενος ότι το εν λόγω ατύχημα συνέβηκε λόγω αμέλειας και/ή παράβασης των εκ του νόμου καθηκόντων των εφεσιβλήτων σε χρόνο που ο ίδιος εκτελούσε διατεταγμένη εργασία. Στην υπηρεσία των εφεσιβλήτων εργαζόταν από το 1988 μέχρι τις 10/6/2002 που οι εφεσίβλητοι τον απέλυσαν ως ανίκανο για εργασία. Ο εφεσείων έτυχε θεραπείας τόσο στην Κύπρο όσο και στο εξωτερικό (Ισραήλ και Αγγλία) και οι εφεσίβλητοι του κατέβαλαν τα έξοδα μετάβασης του στο Ισραήλ καθώς και άλλα έξοδα (£3.800) που είχε υποστεί, πέραν του ποσού των £420 που πήρε από την ασφαλιστική εταιρεία για λογαριασμό των εφεσιβλήτων.
Η θέση των εφεσιβλήτων κατά την πρωτόδικη διαδικασία ήταν ότι πράγματι συνέβηκε το εν λόγω ατύχημα, αλλά τούτο οφειλόταν στην αποκλειστική και/ή συντρέχουσα αμέλεια του εφεσείοντα. Αναφορικά με τις σωματικές βλάβες του εφεσείοντα, η θέση των εφεσιβλήτων ήταν ότι αυτές οφείλονται σε λανθασμένη μεταγενέστερη θεραπεία ούτως ώστε να εφαρμόζεται η αρχή του novus actus interveniens. Εν πάση περιπτώσει είναι ο ισχυρισμός των εφεσιβλήτων ότι ο εφεσείων εισέπραξε το ποσό των £420 στις 22/3/1995 για πλήρη ικανοποίηση για οποιεσδήποτε προσωπικές βλάβες ή άλλες ζημιές ή απώλειες που υπέστη λόγω του ατυχήματος, και επομένως εμποδίζεται να εγείρει νέα αξίωση. Επικαλέστηκαν περαιτέρω την υπεράσπιση laches, αφού ο εφεσείων ήγειρε την αγωγή με μεγάλη καθυστέρηση.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού άκουσε τον εφεσείοντα και τους μάρτυρες του (βασικά γιατρούς) από τη μια και το Γενικό Διευθυντή του Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου από την άλλη, κατάληξε ότι ο εφεσείων δεν έπεισε για την αλήθεια των ισχυρισμών του, μεταξύ των οποίων για τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες υπέγραψε το τεκμ. 17 με βάση το οποίο του καταβλήθηκε το ποσό των £420, ότι δηλαδή υπέγραψε χωρίς να το διαβάσει, αλλά ούτε και για τον τρόπο που έγινε το ατύχημα. Επομένως το δικαστήριο έκρινε δεν ήταν σε θέση να καταλήξει πώς έγινε το ατύχημα και κατ' επέκταση ο τραυματισμός του εφεσείοντα και εφόσον το βάρος απόδειξης ήταν στον εφεσείοντα, απέρριψε την αγωγή γι' αυτό το λόγο. Προχώρησε όμως το πρωτόδικο δικαστήριο και έκρινε ότι η αγωγή θα έπρεπε να απορριφθεί και για το λόγο ότι ο εφεσείων με την υπογραφή του τεκμ. 17 στις 22/3/1995, απάλλαξε τους εφεσίβλητους από οποιαδήποτε ευθύνη είχαν απέναντι του. Παρά την πιο πάνω απόφασή του προχώρησε και εξέτασε τις αποζημιώσεις που θα δικαιούτο ο εφεσείων αν επιτύγχανε η αγωγή του. Θα του επιδίκαζε £28.000 για γενικές αποζημιώσεις με βάση την πλήρη ευθύνη των εφεσιβλήτων, £12.000 για απώλεια μελλοντικών απολαβών και £3.500 συμφωνηθείσες ειδικές ζημιές.
Η έφεση
Με την παρούσα έφεση, που βασίζεται σε 10 λόγους έφεσης, ο εφεσείων προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ήταν αναξιόπιστος. Ο λόγος αυτός έχει και συνάφεια με τον έκτο λόγο έφεσης σύμφωνα με τον οποίο το δικαστήριο εσφαλμένα αποφάσισε ότι ο εφεσείων δεν απέδειξε την ευθύνη των εφεσιβλήτων για το ατύχημα.
Είναι σαφώς νομολογημένο ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο (βλ. μεταξύ άλλων Θεοδώρου v. Χριστάκης Χ. Αντωνίου Ξυλουργικές Εργασίες Λτδ. (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1492, Lanitis Bros Ltd. v. Aντωνίου (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1667 και Πολάτογλου v. Μασούρα (2004) 1(A) Α.Α.Δ. 150). Στην τελευταία πιο πάνω απόφαση σελ. 158 αναφορικά με το θέμα αυτό διαβάζουμε τα ακόλουθα:
«Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αξιολόγηση της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει κατ' εξοχή στο πρωτόδικο δικαστήριο το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει. Διαθέτει ευχέρεια για παραγκωνισμό ευρημάτων που σχετίζονται με την αξιοπιστία μόνο όταν καταφαίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το πρωτόδικο δικαστήριο έχει αποδεχθεί ως αξιόπιστη. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο δικαστήριο να κάμει τα ευρήματα τα οποία έκαμε σε σχέση με την αξιοπιστία το Εφετείο δεν επεμβαίνει (βλ. Kyriacou v. Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172, 176, Charalambides v. Yiangos HjiSoteriou & Son and Others (1975) 1 C.L.R. 269, 277, Γιαννή κ.ά. v. Χριστοφόρου, δια της πληρεξουσίου αντιπροσώπου του Eλπίδας Γεωργίου Aνέμου (1995) 1 Α.Α.Δ. 340, Σοφοκλή, ως διαχειριστής της περιουσίας του Nεόφυτου Σοφοκλή Kαραγιαννίδη v. Λεωνίδου (1993) 1 Α.Α.Δ. 1003, Αθανασίου κ.ά., ως διαχειριστές της περιουσίας του Σάββα Aθανασίου, αποβιώσαντος v. Κουνούνη (1997) 1(B) Α.Α.Δ. 614 και Χριστοδούλου v. Αγαθοκλέους (1997) 1(A) Α.Α.Δ. 396).
Εναπόκειται στο διάδικο ο οποίος αμφισβητεί ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, που σχετίζονται με την αξιοπιστία των μαρτύρων, να ικανοποιήσει το Εφετείο ότι τα ευρήματα είναι εσφαλμένα (Sakellarides v. PapaSavva and Another (1966) 1 C.L.R. 259, 261, 262, Imam v. PapaCostas (1968) 1 C.L.R. 207, 208 και Charalambides v. Yangos HjiSoteriou & Son and Others (1975) 1 C.L.R. 269, 277). Η εισήγηση κατ' έφεση πως η γενομένη εκτίμηση της αξιοπιστίας είναι εσφαλμένη ή αδικαιολόγητη πρέπει να υποστηρίζεται με πολύ πειστικά επιχειρήματα (Ιωακείμ v. Ιωαννίδη (1991) 1 Α.Α.Δ. 996, 998 και Fereos Ltd v. Martin Brothers Tobacco Company Inc. (1997) 1 C.L.R. 378, 383)."
Στη δική μας περίπτωση το πρωτόδικο δικαστήριο έδωσε λόγους γιατί ο εφεσείων δεν κρίθηκε αξιόπιστος. Μεταξύ των λόγων αυτών είναι και το ότι ο ίδιος δεν αποκάλυψε στην έκθεση απαίτησης του ότι όταν του είχε καταβληθεί το προαναφερθέν ποσό των £420 υπέγραψε το τεκμ. 17 για πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεών του.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του ισχυρίζονται ότι το αποκάλυψε. Όμως ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Στην έκθεση απαίτησής του προσέχουμε ότι το μόνο που ανάφερε ο εφεσείων είναι ότι η ασφάλεια των εφεσιβλήτων του κατέβαλε £420 και μέρος των εξόδων για τις χειρουργικές επεμβάσεις «που θα αφαιρεθεί από το ποσό που δικαιούται.» Δεν αναφέρει εκεί ότι υπέγραψε και σχετικό έγγραφο (τεκμ. 17) ότι δεν έχει οποιαδήποτε άλλη απαίτηση σχετικά με το ατύχημα. Επανέρχεται όμως με την παράγρ. 6 της απάντησης στην υπεράσπιση, αφού ήγειραν το θέμα οι εφεσίβλητοι στην υπεράσπιση τους, για να ισχυριστεί ότι η υπογραφή του τεκμ. 17 «ήταν αποτέλεσμα δόλου και/ή εξαπάτησης και/ή εκμετάλλευσης της σχέσης εμπιστοσύνης». Το πρωτόδικο δικαστήριο δίνει λόγους γιατί δεν δέχτηκε τον ισχυρισμό του εφεσείοντα ότι τον εξαπάτησαν για να προβεί στην υπογραφή του τεκμ. 17. Ήταν επίσης λογικά επιτρεπτό για το πρωτόδικο δικαστήριο να λάβει υπόψη και το γεγονός ότι ενώ το ατύχημα έγινε το 1994 ο εφεσείων ήγειρε αγωγή 9 χρόνια αργότερα και μετά που τον απέλυσαν οι εφεσίβλητοι. Αναφορικά με την απόρριψη του ισχυρισμού του εφεσείοντα ότι υπέγραψε το τεκμ. 17 χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς λέγει, το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη ότι ο εφεσείων ήταν πρόσωπο που ήταν σε θέση να διαβάζει και να γράφει. Λαμβανομένου υπόψη ότι ο εφεσείων ήταν και μέλος της συντεχνιακής επιτροπής, το σκεπτικό του δικαστηρίου ότι δεν έχει πειστεί ότι υπέγραψε ο εφεσείων χωρίς να γνωρίζει το περιεχόμενο του τεκμ. 17, ήταν λογικά επιτρεπτό.
Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι δεν έχει τεθεί ενώπιον μας οτιδήποτε που να μας επιτρέπει να επέμβουμε στο εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι ο εφεσείων ήταν αναξιόπιστος και κατ' επέκταση ότι απέτυχε να δείξει ότι οι εφεσίβλητοι ευθύνονταν για το ατύχημα. Είναι γεγονός ότι άλλη μαρτυρία για τον τρόπο που έγινε το ατύχημα δεν υπήρχε, αλλά από τη στιγμή που το δικαστήριο έκρινε αναξιόπιστο τον εφεσείοντα, ήταν ορθή και η κατάληξη του ότι δεν είχε πεισθεί ότι το ατύχημα έγινε σε συνθήκες που είχαν ευθύνη οι εφεσίβλητοι. Επομένως ούτε και ο έκτος λόγος έφεσης ευσταθεί.
Η πιο πάνω κατάληξή μας είναι αρκετή για απόρριψη της έφεσης χωρίς την ανάγκη εξέτασης των υπόλοιπων λόγων έφεσης, αρκετοί από τους οποίους αφορούν την αξιολόγηση της μαρτυρίας των γιατρών (ορθοπεδικών) που ουσιαστικά αναφερόταν στην έκταση των σωματικών βλαβών που υπέστη ο εφεσείων λόγω του ατυχήματος και τις συνέπειες που άφησαν αυτές στον εφεσείοντα.
Παρά τα πιο πάνω, εφόσον το θέμα υπογραφής του τεκμ. 17 αποτέλεσε ξεχωριστό και επιπρόσθετο λόγο για απόρριψη της αγωγής, θα εξετάσουμε και αυτό το θέμα που εγείρεται με τον έβδομο λόγο έφεσης.
Τις περιστάσεις δικογράφησης του τεκμ. 17 από πλευράς εφεσείοντα τις αναφέραμε ήδη. Το εν λόγω έγγραφο που φέρει τίτλο ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΑΠΑΛΛΑΓΗΣ - DISCHARGE RECEIPT διαλαμβάνει ως ακολούθως:
«Σε αντάλλαγμα του ποσού των Λιρών Κύπρου four hundred and twenty (£420,00) που πληρώθηκε από σας σε μένα, εγώ ο/η Antonis Savva of Nicosia με την παρούσα αποδέχομαι αυτό το ποσό για πλήρη ικανοποίηση και εξόφληση όλων των απαιτήσεων μου που σχετίζονται με προσωπικές σωματικές βλάβες ή με οποιεσδήποτε άλλες ζημιές ή απώλειες είτε αυτές είναι φανερές είτε όχι και που μπορεί να εκδηλωθούν στο μέλλον, και που υπέστηκα λόγω του ατυχήματος που συνέβηκε στη Kofinou κατά ή την 03.08.1994.
Επίσης δηλώνω ότι η αποδοχή μου για το πιο πάνω ποσό δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν αποδοχή ευθύνης από μέρος σας.
Την 22nd March, 1995.
Μάρτυρες
.................................... Υπογραφή: Aντώνης Σάββα ........
Επάγγελμα: Εκδοροσφαγέας.
................................... Διεύθυνση: Βατυλής 3, Λ/σια»
Το λεκτικό του πιο πάνω εγγράφου (που ταυτόχρονα είναι και στην αγγλική γλώσσα), και απευθύνεται προς την Πανευρωπαϊκή Ασφαλιστική Εταιρεία φ/δι των εφεσιβλήτων, είναι τόσο σαφές που απαλλάσσει τους εφεσίβλητους απο οποιαδήποτε υποχρέωση να καταβάλουν στον εφεσείοντα οποιοδήποτε άλλο ποσό σχετικά με το ατύχημα. Το ότι οι εφεσίβλητοι, πέραν του πιο πάνω ποσού των £420 προχώρησαν και πλήρωσαν στον εφεσείοντα ακόμα £3.800 για τα έξοδα θεραπείας του, δεν μεταβάλλει την ισχύ του τεκμ. 17. Επομένως και αν ακόμη οι εφεσίβλητοι είχαν οποιαδήποτε ευθύνη για το ατύχημα, με την υπογραφή του τεκμ. 17 ο εφεσείων εμποδίζεται να διεκδικεί οποιεσδήποτε άλλες αποζημιώσεις.
Με το δέκατο λόγο έφεσης ο εφεσείων παραπονείται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο τον διέταξε να καταβάλει τα έξοδα της αγωγής. Με την αιτιολογία όμως του λόγου αυτού, ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι (α) αν πετύχει στην έφεση θα πρέπει να ακυρωθεί η πρωτόδικη απόφαση και τα έξοδα να επιδικαστούν υπέρ του και (β) αν ακόμα αποτύχει στην έφεση και πάλιν να ακυρωθεί η διαταγή για έξοδα με βάση τις αρχές της επιείκειας.
Σίγουρα αν επιτύγχανε η παρούσα έφεση θα ακυρώνετο η διαταγή για έξοδα. Όμως με την απόρριψη της έφεσης δεν βλέπουμε πώς δικαιολογείται η επέμβασή μας στο θέμα εξόδων της πρωτόδικης διαδικασίας στην οποία το δικαστήριο ακολούθησε το γενικό κανόνα ότι αυτά ακολουθούν το αποτέλεσμα εκτός αν υπάρχει καλός λόγος για αντίθετη διαταγή.
Ενόψει όλων των πιο πάνω καταλήγουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον του εφεσείοντα και υπέρ των εφεσιβλήτων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα (πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει) εναντίον του εφεσείοντος και υπέρ των εφεσιβλήτων όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να εγκριθούν από το Δικαστήριο.