ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1904
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 124/2011)
31 Οκτωβρίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Φ. ΖΩΜΕΝΗ, Α.Ε.Δ.) ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 19/8/2011 ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΩΝ LUCAN INVEST LTD ΚΑΙ DUVIEW HOLDINGS INC. ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΕΣ ΠΑΡΘΕΝΕΣ ΝΗΣΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 18/8/11 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ. 923/11 (Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ) ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΘΗΚΕ ΚΑΤΟΠΙΝ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 5/9/2011
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 7/9/11 ΕΠΙ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΩΝ LUCAN INVEST LTD ΚΑΙ DUVIEW HOLDINGS INC. ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΕΣ ΠΑΡΘΕΝΕΣ ΝΗΣΟΥΣ, ΑΡ. 101/11 ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 20/10/11 ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΕ Η ΥΠ΄ ΑΡ. 110/11 ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ LUCAN INVEST LTD ΚΑΙ DUVIEW HOLDINGS INC. ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΕΣ ΠΑΡΘΕΝΕΣ ΝΗΣΟΥΣ, ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Φ. ΖΩΜΕΝΗ, Α.Ε.Δ.) ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ 5/9/11 ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ 923/11 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Α. ΛΙΑΤΣΟΥ, Π.Ε.Δ.) ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 24/10/11 ΕΠΙ ΤΗΣ ΜΟΝΟΜΕΡΟΥΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΤΩΝ LUCAN INVEST LTD ΚΑΙ DUVIEW HOLDINGS INC. ΑΠΟ ΤΙΣ ΒΡΕΤΑΝΙΚΕΣ ΠΑΡΘΕΝΕΣ ΝΗΣΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 21/10/11 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΘΗΚΕ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΑΡ. 1183/11 Ε.Δ. ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
______________
Χρ. Σκορδής με Χ. Αρτέμη, για τους Αιτητές.
____________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας συνιστά η αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari, προς παραπομπή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου με σκοπό την ακύρωση των διαταγμάτων του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, που εκδόθηκαν στις 24.10.2011, ύστερα από μονομερείς αιτήσεις των καθ΄ ων η αίτηση. Οι αιτήσεις υποβλήθηκαν στα πλαίσια της Εναρκτήριας Αίτησης υπ΄ αρ. 1183/2011, του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Αξιώνονται επίσης διατάγματα για αναστολή της ισχύος των εκδοθέντων διαταγμάτων, όσο και της διαδικασίας μέχρι την αποπεράτωση της παρούσας αίτησης. Οι αιτητές αξιώνουν επίσης διάταγμα που να απαγορεύει στους καθ΄ων η αίτηση να συνεχίσουν να καταχρώνται, όπως υποστηρίζουν, τη δικαστική διαδικασία.
Οι καθ΄ων η αίτηση είχαν εξασφαλίσει από το Επαρχιακό Δικαστήριο προσωρινά διατάγματα, τα οποία στη συνέχεια απορρίφθηκαν. Με τη διαδικασία της οποίας επιδιώκεται η αναστολή οι καθ΄ων η αίτηση αιτήθηκαν την έκδοση νέων, ουσιαστικά όμως όμοιων ή παρόμοιων, προσωρινών διαταγμάτων, με τα απορριφθέντα.
Η προηγούμενη διαδικασία είχε απασχολήσει το Ανώτατο Δικαστήριο με αίτηση certiorari η οποία καταχωρήθηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση στην παρούσα αίτηση, η οποία τελικά απορρίφθηκε.
Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι οι διαδικασίες τις οποίες προσβάλλουν αποτελούν κατάχρηση της διαδικασίας επειδή είναι όμοιες με τις ήδη απορριφθείσες από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας διαδικασίες έκδοσης συντηρητικού διατάγματος, ενώ η σχετική αίτηση για certiorari που αφορούσε τα ίδια θέματα έχει ήδη αποσυρθεί. Στην αίτηση της οποίας επιδιώκεται η αναστολή διαδικασίας, οι καθ΄ ων η αίτηση στην παρούσα αίτηση, ισχυρίστηκαν ψευδώς ότι η αίτηση certiorari είχε αποσυρθεί άνευ βλάβης. Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι στις ενόρκους δηλώσεις που υποστηρίζουν την αίτηση για έκδοση συντηρητικού διατάγματος αναφέρονται διάφορα αναληθή και παραπλανητικά στοιχεία, ενώ οι καθ΄ ων η αίτηση συστηματικά δεν προσέρχονται στη διαδικασία με καθαρά χέρια, επιλέγοντας συστηματικά να παραπλανούν το δικαστήριο. Οι αιτητές υποστηρίζουν ακόμα ότι οι καθ΄ ων η αίτηση παραποίησαν δικαστικό έγγραφο έχοντας προσθέσει εκ των υστέρων ιδιοχείρως σε ένορκη δήλωση κάποια στοιχεία. Ακόμα ότι υπάρχουν λάθη και παρατυπίες προφανή επί του πρακτικού, ενώ στα έγγραφα που καταχωρήθηκαν στα πλαίσια της μονομερούς αίτησης για συντηρητικό διάταγμα παραλείπονται, αποκρύπτονται ή συγκαλύπτονται ουσιώδη γεγονότα.
Έθεσα στους αιτητές το ερώτημα της ύπαρξης εξαιρετικών περιστάσεων που θα δικαιολογούσαν την έκδοση άδειας για καταχώριση διατάγματος certiorari μια και υπάρχουν και άλλα διαθέσιμα ένδικα μέσα. Επισημάνθηκε ειδικότερα ότι η μονομερής αίτηση με την οποία οι καθ΄ ων η αίτηση εξασφάλισαν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας τα συντηρητικά διατάγματα, είναι ορισμένη αύριο, οπότε και θα εξεταστεί κατά πόσο τα εκδοθέντα διατάγματα θα καταστούν απόλυτα. Οι αιτητές υποστήριξαν ότι υφίστανται οι εξαιρετικές περιστάσεις επειδή τα ίδια γεγονότα είχαν χρησιμοποιήσει οι καθ΄ων η αίτηση και στην προηγούμενη αίτησή τους για έκδοση συντηρητικού διατάγματος, η οποία και τελικά απορρίφθηκε, ενώ τόνισαν το θέμα του χρόνου, αφού η διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου θα οριστεί, ουσιαστικά για ακρόαση της αίτησης για συντηρητικό διάταγμα, σε μεταγενέστερο χρόνο.
Όπως έχει τεθεί ήδη από πολύ παλιά (R. v. Epping and Harlow General Commissioners (1983) 3 All E.R. 257, 262) είναι θεμελιώδης κανόνας ότι εκτός αν συντρέχουν ιδιαίτερα εξαιρετικές περιστάσεις η διαδικασία των προνομιακών διαταγμάτων δεν ενεργοποιείται, πλην των περιπτώσεων όπου άλλες θεραπείες δεν είναι διαθέσιμες ή δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Η ίδια αρχή επαναλήφθηκε και στην υπόθεση Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.
Στη Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, με αναφορά στην υπόθεση R. v. Secretary of State (1986) 1 All E.R. 717, εξηγήθηκε η ανάγκη να δείξει ο αιτητής συζητήσιμη υπόθεση αν πρόκειται να εξασφαλίσει άδεια, η οποία όμως δεν περιορίζεται στα όσα αφορούν στην ουσία του θέματος. Περιλαμβάνει και την ανάγκη να δείξει πως υπάρχουν επαρκώς ειδικές περιστάσεις που να καθιστούν συζητήσιμο το ότι πρέπει να γίνει παρέκκλιση από το συνήθη κανόνα και εκτός αν ικανοποιηθούν και τα δύο σκέλη, δεν υπάρχει συζητήσιμη υπόθεση για θεραπεία. Στην ίδια υπόθεση έγινε αναφορά και στην R. v. Hillingdon (London Borough) (1974) 2 All E.R. 643, όπου τονίστηκε πως ανέκαθεν, ως θέμα αρχής, εκδίδεται άδεια για certiorari, μόνο όταν δεν υπάρχει άλλη εξ΄ ίσου αποτελεσματική και βολική θεραπεία. Στην ίδια υπόθεση τονίστηκε ότι απαιτούνται εξαιρετικές περιστάσεις. Αυτές κατ΄ ανάγκην διακριβώνονται με τη σύγκριση των δυνατοτήτων που προσφέρει η μια ή η άλλη από τις διαθέσιμες θεραπείες. Ο αιτητής θα πρέπει να δείξει ότι η υπόθεσή του διακρίνεται από το είδος των υποθέσεων για τις οποίες προβλέπεται έφεση. Το κατά πόσο δε η εναλλακτική θεραπεία δεν είναι τόσο βολική, επωφελής και αποτελεσματική, προσδιορίζεται ως υπερκείμενο κριτήριο (Halsbury´s Laws of England, 4η ΄Εκδοση, Τόμος 1(ι) , σελ. 94, παραγρ. 61).
Στην ίδια υπόθεση τονίστηκε ότι ακόμα κι΄ αν, καθ΄ υπόθεση, η παρούσα διαδικασία ήταν πιο γρήγορη, αυτό δεν λειτουργεί ως εξαιρετική περίσταση, μια και ισχύει σε κάθε περίπτωση. Αν πρόκειται ο χρόνος εκδίκασης να έχει σημασία, αυτός θα πρέπει να συσχετίζεται με τις ιδιαίτερες ανάγκες της κάθε υπόθεσης στο πλαίσιο των κριτηρίων που διέπουν το θέμα.
Τι συνιστά εξαιρετικές περιστάσεις είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με ακρίβεια και το ζήτημα κρίνεται με βάση τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Οι εξαιρετικές περιστάσεις διακριβώνονται με τη σύγκριση των δυνατοτήτων που προσφέρει η διαδικασία των προνομιακών ενταλμάτων από τη μια και η διαθέσιμη θεραπεία στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Στην υπόθεση Κτηματικές Επιχειρήσεις Ανδρέα Ευριπίδη Διογένους Λτδ (2005) 1 Α.Α.Δ. 1342, γίνεται αναφορά στην Hellenger Trading Ltd (2000) 1 Α.Α.Δ. 1965, όπου διευκρινίστηκε ορθά ότι η αρχή των εξαιρετικών περιστάσεων ισχύει γενικά ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα. ΄Εστω δηλαδή, κι΄ αν ο προβαλλόμενος λόγος είναι έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας (βλέπε επίσης Σ. Μαρκίδης και άλλοι (2004) 1 Α.Α.Δ. 552).
Στην παρούσα υπόθεση οι λόγοι που προβάλλονται, δηλαδή η κατάχρηση διαδικασίας και το προφανές νομικό σφάλμα, αλλά και το γεγονός ότι η διαδικασία της οποίας αξιώνεται ουσιαστικά η ακύρωση έχει επαναληφθεί στο παρελθόν με αρνητικά αποτελέσματα, δεν συνιστούν εξαιρετικές περιστάσεις, αλλά μόνο λόγους για τους οποίους αξιώνεται η άδεια. Ούτε το ύψος του αντικειμένου ή το γεγονός ότι η εκδίκαση της υπόθεσης θα διαρκέσει επί πολύ δεν συνιστούν, στην παρούσα τουλάχιστον υπόθεση, εξαιρετικές περιστάσεις (Επίσημος Παραλήπτης κ.α. (2000) 1 Α.Α.Δ. 563).
Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί η διαδικασία του εντάλματος certiorari παρέχει τη δυνατότητα άσκησης ελέγχου των κατώτερων δικαστηρίων, δεν σκοπεί όμως στην αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασής τους (Τζεννάρο Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692). Η διαδικασία έκδοσης προνομιακού διατάγματος δεν συνιστά υποκατάστατο της δευτεροβάθμιας διαδικασίας, ούτε τρόπο ελέγχου των επαρχιακών δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθούν (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 442).
Η διαδικασία της οποίας αξιώνεται η ακύρωση είναι ορισμένη ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου αύριο. Οι αιτητές θα έχουν την ευκαιρία να θέσουν ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου όλα τα επιχειρήματα για ακύρωση του εκδοθέντος συντηρητικού διατάγματος, σε μια διαδικασία άμεση και εν πολλοίς γρηγορότερη από την παρούσα διαδικασία.
Και μια τελευταία παρατήρηση. Ακόμα κι΄ αν οι αντίδικοι των αιτητών προβαίνουν σε παράτυπα και ηθελημένα παραπλανητικά διαβήματα δεν σημαίνει ότι οι αιτητές, όπως υποστήριξαν, στερούνται εναλλακτικής θεραπείας.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ