ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1514
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 91/2011)
19 Ιουλίου, 2011
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟΝ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ9 ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 1964 ΟΠΩΣ ΑΥΤΗ ΕΧΕΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ 33/64, 35/75, 72/77, 59/81, 3/87 ΚΑΙ 158/88,
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΤΗΣ LYOBOV AKSYUTA ΥΠ ΑΡΙΘΜΟΝ 137/11 ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΝΗΛΙΚΟ ΑΝΤΩΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 8 ΙΟΥΛΙΟΥ, 2011 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΙΤΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ
- - - - - -
ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 15.7.211 ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI
Κ. Κουπαρή, για την Αιτήτρια.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η (E X - T E M P O R E)
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Τα όσα έχει υποβάλει η συνήγορος είναι πλήρως κατανοητά, όπως επίσης είναι κατανοητή και η αγωνία της να εξασφαλίσει κάποια θεραπεία για τις δυσάρεστες συνθήκες οι οποίες φαίνεται να έχουν δημιουργηθεί και περιβάλλουν το θέμα της φύλαξης του ανηλίκου τέκνου της αιτήτριας. Πρέπει όμως, ευθύς εξ αρχής, να αναφέρω ότι η διαδικασία και θεραπεία η οποία έχει επιλεγεί, δεν φαίνεται να είναι η κατάλληλη υπό τις συνθήκες.
Όπως έχει επανειλημμένα νομολογηθεί, τόσο η παροχή άδειας για καταχώρηση, όσο και η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων επαφίεται πάντα στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου που επιλαμβάνεται της σχετικής Αίτησης. Όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Θεοδούλου (Αρ.1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438, πρόσωπο θιγμένο από δικαστική απόφαση μπορεί δικαιωματικά να αποταθεί για την αναθεώρηση της, εφόσον αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως υπέρβαση δικαιοδοσίας. Αναφορικά με κάθε άλλο λόγο, η παροχή άδειας είναι προαιρετική και το θέμα εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Ακόμα δε και μετά την εκ πρώτης όψεως κατάδειξη έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας, δεν είναι αυτοδίκαιη η χορήγηση άδειας για καταχώριση αίτησης έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition, εκτός αν διαπιστωθεί ότι συντρέχουν ικανοποιητικά εξαιρετικές περιστάσεις (Hellenger Trading Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 1965, Μαρκίδης (2004) 1(Α) Α.Α.Δ. 552). Γενικά μπορεί να λεχθεί ότι αίτηση για χορήγηση άδειας μπορεί μόνο να επιτύχει στις περιπτώσεις όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας του, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη, μη τήρηση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης κ.λ.π. (Αλέκος Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Τζενναρο Περρέλα (Αρ.2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).
Είναι δε σαφές από τη νομολογία ότι, εν πάση περιπτώσει, άδεια για καταχώρηση αίτησης δεν παραχωρείται εκεί που προσφέρεται εναλλακτικό ένδικο μέσο ή θεραπεία. Παρέκκλιση μπορεί να γίνει μόνον αφ΄ ης στιγμής στοιχειοθετηθεί με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων. (Botrov (1996) 1 A.A.Δ. 889, Σ. Μαρκίδης (2004) 1 Α.Α.Δ. 552).
Στην υπό εξέταση περίπτωση, διακριβώνεται ότι η αιτήτρια είχε καταχωρήσει στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας την Aίτηση Γονικής Μέριμνας με αρ. 137/2011, στο πλαίσιο της οποίας αποτάθηκε μονομερώς και εξασφάλισε στις 14.4.2011 προσωρινό διάταγμα για τη φύλαξη και φροντίδα του ανηλίκου τέκνου της από την ίδια. Ο καθ΄ου η αίτηση μετά την επίδοση σ΄ αυτόν του διατάγματος, είχε καταχωρήσει Ένσταση με την οποία, μεταξύ άλλων, αμφισβήτησε το ότι η διαμονή του ανηλίκου, ως δικαιοδοτικός όρος, ήταν στη Λευκωσία. Επικαλέστηκε δε προς τούτο το γεγονός ότι προσωρινά ήταν που διέμενε ο ανήλικος με τη μητέρα του σε καταφύγιο στη Λευκωσία, στο οποίο φιλοξενούνται θύματα οικογενειακής βίας. Μετά την εξέλιξη αυτή, η αιτήτρια αποτάθηκε στο Οικογενειακό Δικαστήριο, με Αίτησή της ημερομηνίας 7.6.2011, ζητώντας άδεια από το Δικαστήριο για την καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, έτσι ώστε να εδικογραφείτο και να ετίθετο μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία από τις 17.5.2011 η αιτήτρια μαζί με τον ανήλικο διέμεναν πλέον σε ενοικιαζόμενη οικία στη Λευκωσία και όχι στο καταφύγιο. Στις 7.6.2011, κατόπιν ακρόασης, η αίτηση για παραχώρηση άδειας υποβολής συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης απορρίφθηκε από το Δικαστήριο και προχώρησε η εκδίκαση της κύριας αίτησης ως προς τη συνέχιση ή μη της ισχύος του προσωρινού διατάγματος σε σχέση με τη φύλαξη του ανηλίκου.
Με απόφαση ημερομηνίας 8.7.2011, το Οικογενειακό Δικαστήριο που επιλήφθηκε της αίτησης αποφάσισε ότι δεν είχε τοπική δικαιοδοσία λόγω της προσωρινής διαμονής του ανηλίκου στη Λευκωσία και ακύρωσε το προσωρινό διάταγμα που είχε εκδώσει μονομερώς προηγουμένως. Παρέπεμψε δε την υπόθεση για εκδίκαση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού το οποίο, όπως έκρινε, είχε δικαιοδοσία να της επιληφθεί.
Αυτής της απόφασης επιδιώκει τώρα την ακύρωση η αιτήτρια με ένταλμα τύπου Certiorari, το οποίο προτίθεται όπως καταχωρήσει, αφού της παραχωρηθεί η σχετική άδεια.
Προς υποστήριξη του αιτήματός της η αιτήτρια πρόβαλε τους ακόλουθους βασικούς λόγους:
Πρώτον, παρά το ότι δεν ήταν δικογραφημένος ο ισχυρισμός ότι η αιτήτρια και ο ανήλικος διέμεναν σε ενοικιαζόμενη οικία στη Λευκωσία, εντούτοις, εφόσον ο ισχυρισμός δεν αμφισβητήθηκε από το δικηγόρο του καθ΄ου η αίτηση, θα έπρεπε να είχε ληφθεί υπόψη από το Δικαστήριο.
Σε σχέση με τη θέση αυτή, θα πρέπει να υπομνησθεί ότι με την Ένσταση την οποία είχε καταχωρήσει ο καθ΄ου η αίτηση και την ένορκη δήλωση η οποία την υποστήριζε, είχε οικοδομήσει επιχειρηματολογία ένσταση σύμφωνα με την οποία, η προσωρινή διαμονή σε καταφύγιο στη Λευκωσία δεν αρκούσε και ζητούσε από το Δικαστήριο την απόρριψη της αίτησης, ασχέτως με το εάν μεσολάβησαν άλλα γεγονότα τα οποία δεν τέθηκαν νομότυπα ενώπιον του Δικαστηρίου.
Δεύτερος λόγος τον οποίο προβάλλει η αιτήτρια, έγκειται στο γεγονός ότι η ίδια προέβηκε σε όλες τις δέουσες ενέργειες έτσι ώστε να εδικογραφείτο το γεγονός ότι η ίδια ή και ο ανήλικος διέμεναν προσωρινά σε ενοικιαζόμενη οικία στη Λευκωσία, πλην όμως οι ενέργειες αυτές δεν έγιναν δεκτές από το Δικαστήριο.
Σε σχέση με αυτό το θέμα, θα πρέπει να παρατηρηθεί ότι δεν προστίθεται οτιδήποτε στην υπόθεση της αιτήτριας το γεγονός ότι ανεπιτυχώς προέβηκε στις ενέργειες που έχει περιγράψει.
Με τρίτο λόγο τον οποίο προβάλλει η αιτήτρια, ισχυρίζεται ότι, σε παράλληλη αίτηση για διατροφή η οποία επίσης καταχωρήθηκε στη Λευκωσία με τα ίδια γεγονότα που ίσχυαν τότε, εκδόθηκε διάταγμα από το Δικαστήριο, υπονοώντας ότι έγινε έστω και έμμεσα αποδεκτό το γεγονός της ύπαρξης δικαιοδοσίας στη Λευκωσία.
Σε σχέση με αυτό όμως το γεγονός, θα πρέπει να παρατηρήσω ότι στην αίτηση εκείνη όπως διακριβώνεται, αναγραφόταν το γεγονός ότι η αιτήτρια είχε ήδη εξεύρει άλλη κατοικία στη Λευκωσία, εκτός του καταφυγίου και, εν πάση περιπτώσει, η αίτηση εκείνη εκδικάστηκε από άλλο Δικαστή του ίδιου Δικαστηρίου, χωρίς να είναι γνωστό τι ήταν που προτάθηκε ενώπιόν του και τι ήταν που λήφθηκε υπόψη.
Τελικά, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι, εν πάση περιπτώσει, το καταφύγιο θυμάτων βίας λειτουργεί μόνο στη Λευκωσία και, επομένως, θα πρέπει η εκεί διαμονή προσώπου, έστω και προσωρινή, να προσδίδει στο Δικαστήριο Λευκωσίας τοπική δικαιοδοσία.
Σε σχέση με τούτο θα πρέπει να εντοπιστεί ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο στην απόφασή του, την οποία προτίθεται να προσβάλει η αιτήτρια, προβαίνει σε νομική ανάλυση του όλου θέματος με παραπομπή σε νομολογία για να καταλήξει στο συμπέρασμα του περί έλλειψης δικαιοδοσίας, λόγω του ότι η προσωρινή παραμονή σε καταφύγιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι προδίδει στον ανήλικο "συνήθη διαμονή" μέσα στην έννοια του Νόμου και, συνακόλουθα, τοπική αρμοδιότητα στο Δικαστήριο Λευκωσίας.
Δεν μπορώ να πω ότι έχει προβληθεί οτιδήποτε το οποίο να καταδεικνύει το εκ πρώτης άποψης νομικά εσφαλμένο της άποψης αυτής. Η αιτήτρια παρουσιάζεται να επικαλείται κυρίως δεδομένα τα οποία έχουν ακολουθήσει την καταχώρηση της αίτησης και της ένορκης δήλωσης η οποία την υποστήριζε για έκδοση του προσωρινού διατάγματος τα οποία ασφαλώς, μετά την απόρριψη του αιτήματος για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να λάβει υπόψη και ήταν υποχρεωμένο να εξετάσει την αίτηση στη βάση μόνο των στοιχείων στην ένορκη δήλωση που τέθηκαν ενώπιόν του κατά τη στιγμή που καλείτο να εκδώσει και εξέδωσε το προσωρινό διάταγμα.
Ο περαιτέρω ισχυρισμός της αιτήτριας ότι επιλεκτικά το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του γεγονότα τα οποία είχαν μεσολαβήσει της αρχικής αίτησης και δεν είχαν δεόντως διαγραφεί, δεν φαίνεται να ευσταθεί. Εκείνο το οποίο αναφέρει το Δικαστήριο στην απόφασή του ήταν ακριβώς ότι δεν μπορούσε να λάβει υπόψη εκείνα τα γεγονότα που αφορούσαν στην εναλλακτική διαμονή του ανηλίκου μετά που έφυγε από το καταφύγιο, χρησιμοποιώντας ως σταθερό χρονικό σημείο τη διαμονή στο καταφύγιο, όπως ήταν η ένορκη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του, και προσθέτοντας ότι γεγονότα που ακολούθησαν αυτά, όποια και να είναι, δεν θα μπορούσαν να είχαν ληφθεί υπόψη.
Περαίνοντας, διαφαίνεται η εικόνα ότι η αιτήτρια, μέσω της αίτησης αυτής, στόχευε στην προσβολή της ενδιάμεσης απόφασης σύμφωνα με την οποία δεν είχε επιτραπεί στην ίδια να θέσει ενώπιον του Δικαστηρίου νέα γεγονότα τα οποία είχαν μεσολαβήσει. Αυτό άλλωστε επιβεβαιώθηκε και νωρίτερα σήμερα με το αίτημα που υπέβαλε η συνήγορος για να της επιτραπεί να προσθέσει στο αιτητικό της αίτησης θεραπεία η οποία στόχευε ακριβώς στην προσβολή εκείνης της ενδιάμεσης απόφασης. Κάτι όμως τέτοιο δεν μπορεί να γίνει μέσω της παρούσας διαδικασίας για την έκδοση εντάλματος τύπου Certiorari.
Καταλήγοντας, συμπεραίνω ότι πρώτα δεν έχει αποκαλυφθεί μέσω της αίτησης εκ πρώτης όψεως υπόθεση υπέρβασης δικαιοδοσίας με βάση τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιόν του το Δικαστήριο.
Δεύτερο, διαπιστώνω ότι υπήρχαν και υπάρχουν εναλλακτικές διαδικασίες διαθέσιμες, δηλαδή αυτές της έφεσης, τόσο εναντίον της απόρριψης της αίτησης για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης στο πλαίσιο της αίτησης για την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, όπως επίσης και εναντίον της ίδιας της απόφασης για την ακύρωση του προσωρινού διατάγματος που είχε εκδοθεί προηγουμένως.
Γι΄ αυτούς τους λόγους, η Αίτηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή και απορρίπτεται.
Δεν εκδίδεται καμιά διαταγή εξόδων.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ