ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 1472
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 308/2008
18 Ιουλίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
Γ. & ΝΤ. ΜΑΥΡΟΓΕΝΗΣ ΕΣΤΕΙΤ ΛΤΔ.
Εφεσείοντες/εναγόμενοι
- ΚΑΙ -
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΠΕΛΕΚΑΝΟΣ
Εφεσιβλήτων/εναγόντων
..................................
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους εφεσείοντες/εναγόμενους
Μ. Παναγιώτου για τους εφεσίβλητους/ενάγοντες
..............................
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Φωτίου
.................................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Οι εφεσίβλητοι, που είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, έχουν το εγγεγραμμένο τους γραφείο (ιδιόκτητα γραφεία 601-605) στην πολυκατοικία Πελεκάνος που βρίσκεται στην οδό Κρήτης αρ. 2 Λευκωσία. Οι εφεσίβλητοι αποτελούν τη Διαχειριστική Επιτροπή της εν λόγω πολυκατοικίας, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου Κεφ 224, με εξουσία, μεταξύ άλλων, να καθορίζουν και να εισπράττουν τα έξοδα διαχείρισης, συντήρησης και επιδιόρθωσης των κοινόχρηστων χώρων της πολυκατοικίας.
Ενόψει της κατ' ισχυρισμό άρνησης των εφεσειόντων να καταβάλουν το ποσό των ΛΚ 1901.30, που σύμφωνα με τους εφεσίβλητους όφειλαν για τέτοιες δαπάνες για την περίοδο από Νοέμβριο 1988 μέχρι τον Αύγουστο του 2004, οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν την αγωγή αρ. 8987/2004 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας και αξίωσαν το πιο πάνω ποσό.
Με την υπεράσπιση τους οι εφεσείοντες, εκτός από τον ισχυρισμό ότι η καθυστέρηση των εφεσιβλήτων να εγείρουν την αγωγή παραβιάζει συνταγματικό τους δικαίωμα, επί της ουσίας της υπόθεσης, ως βασική τους υπεράσπιση προέβαλαν τον ισχυρισμό ότι, παρόλο που ζήτησαν επανειλημμένα από τους εφεσίβλητους να τους εφοδιάσουν με «αναλυτική κατάσταση με λεπτομέρειες των κατ' ισχυρισμό οφειλόμενων ποσών» αυτοί δεν το έπραξαν.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού άκουσε από τη μιά το Γιαννάκη Πελεκάνο (Μ.Ε.1) εκλελεγμένο Πρόεδρο της Διαχειριστικής Επιτροπής και από την άλλη τους Γεώργιο Μαυρογένη, διευθυντή της εφεσείουσας εταιρείας και τον Ρένο Μιχαηλίδη (Μ.Υ.2), έκρινε ότι η απόφαση εξαρτάτο από τη κοινή δήλωση περί παραδεκτών γεγονότων και ότι η μαρτυρία του Μ.Ε.1 δεν βοηθούσε εφόσον αυτός δεν είχε δική του γνώση για τα θέματα. Για τους Μ.Υ.1 και Μ.Υ2 έκρινε ότι η μαρτυρία τους ήταν εκτός δικογράφων και επομένως ούτε αυτή βοηθούσε την υπόθεση. Έτσι κατέληξε ότι η υπόθεση αποδεικνυόταν με βάση τα παραδεκτά γεγονότα και εξέδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το ποσό των €3,248.56 (ισόποσο του αξιούμενου ποσού ΛΚ1901.30) πλέον τόκους και έξοδα.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν η καταχώρηση της παρούσας έφεσης, η οποία βασίζεται στους εξής λόγους:
«Λόγος Έφεσης 1
Εσφαλμένα η Πρωτόδικη απόφαση, ενώ έκρινε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας του Ενάγοντα «.... δεν βοηθά ..... στην τεκμηρίωση του ισχυρισμού του ....», προχώρησε σε έκδοση απόφασης υπέρ του την οποία αμφισβητούσε ο εναγόμενος στην Έκθεση Υπεράσπισης του λαμβάνοντας υπόψη ανύπαρκτη παραδοχή γεγονότων (όπως τα αναφέρει σελ. 2 της απόφασης) προχώρησε η Πρωτόδικη απόφαση στην αναφορά ότι «...... διαφορετική ίσως θα ήταν η κατάληξη εάν δεν είχε δηλωθεί ως παραδεκτό γεγονός η οφειλή των εναγομένων».
Λόγος Έφεσης 2
Εσφαλμένα δεν αποδέχθηκε η Πρωτόδικη απόφαση την προδικαστική ένσταση ότι, η αγωγή καταχωρήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση και χωρίς μαρτυρία περί την αξίωση, γεγονός που δεν επέτρεπε την προώθηση της πραγματικά κατά παραβίαση των Συνταγματικών δικαιωμάτων του Εναγόμενου και εσφαλμένα θεώρησε τη μαρτυρία που ενίσχυε την άρνηση των Εναγομένων για μεταγενέστερη χρονικά γενική συνέλευση, ως στοιχεία άσχετα ή μη περιεχόμενα στην Έκθεση Υπεράσπισης.»
Στην έκταση που ο δεύτερος λόγος αφορά ισχυρισμό περί καθυστέρησης στην καταχώρηση της αγωγής με συνέπεια τη παραβίαση συνταγματικού δικαιώματος των εφεσειόντων, ο ισχυρισμός τελικά αποσύρθηκε. Έτσι βασικά έμειναν για εξέταση τα όσα καλύπτει ο πρώτος λόγος έφεσης και από το δεύτερο λόγο τα όσα επικαλούνται οι εφεσείοντες περί της γενικής συνέλευσης που σύμφωνα με τον ισχυρισμό των εφεσειόντων εσφαλμένα δεν έγιναν αποδεκτά από το Δικαστήριο.
Η θέση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσιβλήτων ήταν ότι ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι οι εφεσιβλητοι απέδειξαν την υπόθεση τους αφού τούτο προέκυπτε από τα παραδεκτά γεγονότα και ότι ορθά απέκλεισε τη μαρτυρία των εφεσειόντων αφού αυτή ήταν εκτός δικογράφων.
Είναι ουσιαστικό να παραθέσουμε τα παραδεκτά γεγονότα, όπως έχουν συμφωνηθεί. Αυτό έγινε στις 17/1/2008 αμέσως πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, ως ακολούθως:
«Ο κ. Παναγιώτου: Δηλώνουμε ότι στην ορθή πορεία υπολογισμού των εξόδων της διαχείρισης της πολυκατοικίας αναφορικά με τα υποστατικά της Εναγομένης εταιρείας από την περίοδο Νοεμβρίου, 1985, μέχρι 31.8.2004 συμπεριλαμβανομένης της οφειλής των Εναγομένων ανέρχεται στο συνολικό ποσό των Λ.Κ. 1.901,30 σεντ και αυτή η θέση είναι χωρίς επηρεασμό των περαιτέρω ισχυρισμών κάθε πλευράς όσον αφορά τυχόν εκπτώσεις, ποσά που έχουν καταβληθεί, ποσά που έχουν χαριστεί ή τυχόν διαφοροποιηθεί στον υπολογισμό που κατ' ισχυρισμό έχουν γίνει με πρακτικά της γενικής συνέλευσης και/ή με τη θέση ότι έχει γίνει διαφοροποίηση τους με προφορική μαρτυρία που τυχόν προσαχθεί.
Ο κ. Αγγελίδης: Συμφωνώ.»
Κατά την ακρόαση της έφεσης το δικαστήριο ζήτησε από τους ευπαίδευτους συνήγορους των διαδίκων να εκφέρουν άποψη ποία πρέπει να είναι η έκβαση της έφεσης αφού διαπιστώνεται ότι μπορεί με το δικόγραφο να ήταν διαφορετική η υπεράσπιση των εφεσειόντων, αλλά τα παραδεκτά γεγονότα, στα οποία το πρωτόδικο δικαστήριο ουσιαστικά βάσισε την απόφαση του, άφηναν περιθώριο για εξέταση τέτοιων θεμάτων. Η ανταπόκριση ήταν τέτοια που τελικά το θέμα έμεινε να αποφασιστεί από το Εφετείο.
Εξετάσαμε τα όσα επικαλέστηκε η κάθε πλευρά. Κρίνουμε ότι η περίπτωση είναι τέτοια που καταδεικνύει ότι πρωτόδικα υπήρξε σύγχιση, που δεν επιλύθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, ως προς το κατά πόσο ουσιώδες θέμα της υπόθεσης ήταν αντικείμενο παραδοχής ή άρνησης από τους εφεσείοντες, όπως συνέβηκε και στην υπόθεση Μουζέ ν. Λαμπρή (1994) 1 Α.Α.Δ. 216.
Στην παρούσα περίπτωση η δήλωση παραδεκτών γεγονότων ήταν τέτοια που άφηνε ανοικτή τη δυνατότητα όπως και οι δυο πλευρές και ιδιαίτερα οι εφεσείοντες, να μπορούσαν να προσκομίσουν μαρτυρία «όσον αφορά εκπτώσεις, ποσά που έχουν καταβληθεί, ποσά που έχουν χαριστεί ή τυχόν διαφοροποιηθεί στον υπολογισμό που κατ' ισχυρισμό έχουν γίνει με πρακτικά της γενικής συνέλευσης και/ή με τη θέση ότι έχει γίνει διαφοροποίηση τους με προφορική μαρτυρία που τυχόν προσαχθεί». Ήταν λοιπόν φανερό ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν προβεί σε τέτοια παραδοχή για το οφειλόμενο ποσό των ΛΚ1901.30 που να μη χρειαζόταν άλλη μαρτυρία για απόδειξη του, όπως επίσης και ότι ήταν ανοικτό το πεδίο για τους εφεσείοντες να προσκομίσουν μαρτυρία που όμως, όπως ήταν το δικόγραφο τους, στην απουσία της πιο πάνω δήλωσης δεν θα ήταν δυνατό. Όπως αναφέρθηκε στην προαναφερθείσα υπόθεση Μουζέ ν. Λαμπρή «χειρισμοί διαδίκων θεωρήθηκαν σε αριθμό υποθέσεων ως καθιστούντες ορισμένο θέμα επίδικο, ανεξάρτητα από το περιεχόμενο των γραπτών προτάσεων». (βλ. Tomlinson v. L.M.S. Ry. Co. (1944) 1 All E.R. 537, Evripides K. Manoli v. Kypros Evripidou (1968) 1 C.L.R. 90, Tessi Christodoulou v. Nicos Savva Menikou and Others (1966) 1 C.L.R. 17, Makris v. Makris and Others (1984) 1 C.L.R. 642, Αναστάσης Ιωακείμ Κουρσουμά v. Ευριπίδη Κώστα Κοσμά (Νόνη) (1991) 1 Α.Α.Δ. 973). Γίνεται επίσης αναφορά και σε άλλη αυθεντία (McDonald's Corporation v. Ανδρέα Παπαπέτρου και Άλλων (1992) 1 Α.Α.Δ. 1072) όπου για παρόμοια περίπτωση η κατάληξη του Εφετείου ήταν όπως διαταχθεί επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Είμαστε της άποψης ότι τα όσα αποφασίστηκαν στην προαναφερθείσα υπόθεση Μουζέ ν. Λαμπρή, τυγχάνουν ανάλογης εφαρμογής και στην παρούσα.
Ενόψει των πιο πάνω η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και διατάσσεται η επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή.
Κάτω από τις ιδιάζουσες συνθήκες της υπόθεσης, τα έξοδα, στο σύνολο τους, θα είναι έξοδα στην υπόθεση.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Μ. Φωτίου, Δ.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
/ΚΑΣ