ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 866
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 67/2011)
13 Μαΐου, 2011
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ CERTIORARI ΚΑΙ/Η PROHIBITION
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ (Γ.Α. ΣΕΡΓΙΔΗ, ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ) ΣΤΙΣ 13.4.2011 ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΣΚΗΣΕΩΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΣΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ 96/10 ΜΕΤΑΞΥ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΝΑΤΑΛΙΑΣ ΘΕΟΧΑΡΟΥΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΔΟΘΗΚΕ ΝΕΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΦΟΥ ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΕΚΡΙΝΕ ΟΤΙ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑ ΤΟΠΟ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΓΙ΄ ΑΥΤΟ ΤΗΝ ΠΑΡΕΠΕΜΨΕ ΣΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ.
_ _ _ _ _ _
Π. Μιχαήλ, για τον αιτητή.
Δ. Παπαχρυσοστόμου, για την καθ΄ ης η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Κατά την έναρξη της ακρόασης αίτησης γονικής μέριμνας ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, με αναφορά στις πρόνοιες του άρθρου 12 του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990 (Ν. 23/90), ήγειρε ex proprio motu θέμα τοπικής αρμοδιότητας για την εκδίκαση της υπόθεσης. Το θέμα προέκυψε με δεδομένο ότι «τα παιδιά και η καθ΄ ης η αίτηση διαμένουν σήμερα στη Λεμεσό». Οι δικηγόροι των διαδίκων, όταν ζητήθηκε η άποψή τους για το θέμα, εισηγήθηκαν ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας είναι το κατά τόπο αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της υπόθεσης. Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου, διατύπωσε αντίθετη άποψη η οποία επιμελώς καταγράφεται στην επί τούτου απόφασή του ημερ. 13.4.2011.
Ο αιτητής ζήτησε άδεια για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari με σκοπό την ακύρωση της προαναφερόμενης απόφασης ημερ. 13.4.2011. Η άδεια παραχωρήθηκε και η καταχωρηθείσα αίτηση επιδόθηκε στην άλλη πλευρά. Η δικηγόρος της καθ΄ ης η αίτηση δήλωσε γραπτώς ότι δεν προτίθεται να καταχωρήσει ένσταση στην αίτηση και συνεπώς το θέμα χρήζει εξέτασης στη βάση της απόφασης ημερ. 13.4.2011 και της επιχειρηματολογίας του δικηγόρου του αιτητή.
Τα αναντίλεκτα γεγονότα της υπόθεσης που ευθέως συνάπτονται του επίδικου θέματος της κατά τόπο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου είναι σε συντομία τα ακόλουθα:
Η καθ΄ ης η αίτηση είναι η εν διαστάσει σύζυγος του αιτητή. Εκτός από την εναρκτήρια αίτηση του αιτητή με την οποία ζητά όπως του ανατεθεί η φύλαξη και φροντίδα των ανηλίκων, υπάρχει και η ανταπαίτηση της καθ΄ ης η αίτηση με την οποία και αυτή ζητά ανάλογες ρυθμίσεις που αφορούν στη γονική μέριμνα των παιδιών καθώς και άλλα συναφή θέματα. Κατόπιν μονομερούς αιτήσεως της καθ΄ ης η αίτηση ημερ. 20.1.2011, η οποία επιδόθηκε στον αιτητή αλλά αυτός δεν εμφανίστηκε κατά την ορισθείσα δικάσιμο, το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε (1.2.2011), προσωρινό διάταγμα με το οποίο διατάχθηκε ο αιτητής να παραδώσει στην καθ΄ ης η αίτηση τα ανήλικα τέκνα τους ώστε να έχει αυτή την προσωρινή φύλαξή τους μέχρι την αποπεράτωση της εναρκτήριας αίτησης ή μέχρι νεότερης διαταγής του δικαστηρίου. Το Οικογενειακό Δικαστήριο στα πλαίσια εκείνης της αίτησης, καθόρισε ως προσωρινό τόπο διαμονής των ανηλίκων τον εκάστοτε τόπο διαμονής της μητέρας τους.
Κατά το χρόνο καταχώρησης της εναρκτήριας αίτησης αρ. 96/10 στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 18.3.2010, ο αιτητής, η καθ΄ ης η αίτηση και τα ανήλικα τέκνα τους, διέμεναν στο Πέρα Χωριό Νήσου της επαρχίας Λευκωσίας. Όπως αναφέρεται στην υπό κρίση απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου, τα παιδιά βρίσκονταν στη Λεμεσό με τη μητέρα τους από τις 6.9.2010, με εξαίρεση το μικρό χρονικό διάστημα που διέμεναν με τον πατέρα τους στο Πέρα Χωριό Νήσου ήτοι, ο Χάρης από τις 10.1.2011 μέχρι τις 9.2.2011 και η Χριστιάνα από τις 14.1.2011 μέχρι τις 9.2.2011.
Όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση στις 6.4.2011, ο ευπαίδευτος Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου ήγειρε το θέμα της κατά τόπο αρμοδιότητας με δεδομένο το γεγονός ότι τα παιδιά διαμένουν νόμιμα στη Λεμεσό από τις 9.2.2011, κατ΄ εφαρμογή του προσωρινού διατάγματος το οποίο, καθώς αναφέρεται στην απόφαση, ουδέποτε ακυρώθηκε και ότι εν πάση περιπτώσει, το θέμα της διαμονής των παιδιών είναι θέμα πραγματικό. Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αναφέρει στην υπό κρίση απόφαση πως «δεν εξετάζεται αν πριν από την 1.2.2011, δηλαδή την έκδοση του προσωρινού διατάγματος, τα παιδιά καλώς ή κακώς διέμεναν στη Λεμεσό ή τη Λευκωσία, όμως από την 9.2.2011 όταν εφαρμόστηκε το διάταγμα, τα παιδιά διαμένουν νόμιμα στη Λεμεσό... ». Όπως έχει ήδη ειπωθεί, είναι πάνω σε αυτό το γεγονός που εξετάστηκε και επιλύθηκε πρωτοδίκως το θέμα της κατά τόπο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου για την εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης.
Το άρθρο 12(1)(2) του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990 ορίζει:
«12.(1) Το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ακούει και να αποφασίζει για οποιοδήποτε ζήτημα, όταν:
(α) Ο ενάγων ή ο εναγόμενος έχει τη διαμονή του ή τον τόπο διεξαγωγής της εργασίας του μέσα στην επαρχία για την οποία ιδρύθηκε το Οικογενειακό Δικαστήριο.
(β) η διαφορά αφορά ανήλικο και ο ανήλικος ή ο εναγόμενος διαμένει μέσα στην επαρχία για την οποία ιδρύθηκε το Οικογενειακό Δικαστήριο.
(2) Σε περίπτωση που το Οικογενειακό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εγέρθηκε οποιοδήποτε ζήτημα, δεν είναι κατά τόπο αρμόδιο, δυνάμει των προνοιών του παρόντος Νόμου, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο κατά τόπο Οικογενειακό Δικαστήριο.»
Ο Πρόεδρος του Οικογενειακού Δικαστηρίου ερμήνευσε το πιο πάνω άρθρο ως εξής:
«Είναι πρόδηλο πως η διάταξη της παρ. (β) αναφέρεται σε μια ειδική περίπτωση, δηλαδή στην περίπτωση που η «διαφορά αφορά ανήλικο». Δεν θα υπήρχε λόγος ύπαρξης της ξεχωριστής αυτής παραγράφου, αν η περίπτωση, δηλαδή όταν η διαφορά αφορά ανήλικο, εντασσόταν στο εύρος ή το πλαίσιο της διάταξης της παρ. (α), μάλιστα δε όταν τα κριτήρια που τίθενται στις δύο παραγράφους είναι διαφορετικά. Με άλλα λόγια, αν το άρθρο 12(1) αρκείτο, σε κάθε περίπτωση, να προσδώσει τοπική δικαιοδοσία σε ένα δικαστήριο εκεί που ο ενάγων είχε τη διαμονή του, τότε θα ήταν περιττή, η διάταξη της παρ. (β) που θεωρεί αναγκαία τη σύνδεση του τόπου διαμονής των παιδιών ή του εναγόμενου, και όχι του ενάγοντα, με την τοπική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου. Κατά συνέπεια, τέτοια ερμηνεία θα αντίκειτο προς την κοινή λογική και δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ήταν σύμφωνη με τον σκοπό του νομοθέτη.
Στην αρχική της διατύπωση η παρ. (β) δεν περιλάμβανε τις λέξεις «ή ο εναγόμενος», που προστέθηκαν με τον τροποποιητικό Νόμο 63(1)/2006. Από την αρχική διατύπωση της παρ. (β) και την τροποποίηση που επακολούθησε, αντλείται το επιπρόσθετο επιχείρημα πως η διάταξη της παρ. (β) αποτελεί εξαίρεση της διάταξης της παρ. (α). Τούτο δε, γιατί διαφορετικά η τροποποίηση της παρ. (β) δεν θα ήταν αναγκαία, και ειδικότερα δεν θα χρειαζόταν να προστεθούν οι λέξεις «ή ο εναγόμενος» μετά τις λέξεις «και ο ανήλικος» και πριν από τη λέξη «διαμένει», αν η παρ. (α), με την οποία η διαμονή του ενάγοντος ή του εναγομένου προσδίδει στο Δικαστήριο τοπική αρμοδιότητα, κάλυπτε και τις περιπτώσεις που η διαφορά αφορά παιδιά.»
Ο Πρόεδρος του Δικαστηρίου αφού κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 12(1)(α), εξέτασε το θέμα της κατά τόπο αρμοδιότητας με δεδομένο το γεγονός ότι κατά την καταχώρηση της αίτησης στις 18.3.2010 τα παιδιά διέμεναν στην επαρχία Λευκωσίας ενώ «σήμερα» (6.4.2011), διαμένουν στη Λεμεσό. Η κατάληξη επί του προκειμένου ήταν ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας είναι κατά τόπο αναρμόδιο να ακούσει και αποφασίσει την υπόθεση. Συνακόλουθα και κατ΄ εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 12(2) (ανωτέρω), η υπόθεση παραπέμφθηκε για εκδίκαση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού. Η ουσία του σκεπτικού που οδήγησε στην πιο πάνω κατάληξη βρίσκεται βασικά στο πιο κάτω απόσπασμα της απόφασης:
«Το άρθρο 12(1), αναφερόμενο στην τοπική αρμοδιότητα Οικογενειακού Δικαστηρίου, ανάγει την ύπαρξη των συνδετικών στοιχείων της αρμοδιότητάς του, όσον αφορά διαφορά ανηλίκου (ήτοι, διαμονή ανήλικου ή εναγομένου, μέσα στην επαρχία για την οποία ιδρύθηκε το Οικογενειακό Δικαστήριο), στον χρόνο που το Δικαστήριο ακούει και αποφασίζει τη διαφορά, και κατά συνέπεια, όχι στον χρόνο της καταχώρησης της αίτησης. Γι΄ αυτό, και ο νομοθέτης του άρθρου 12(1) χρησιμοποιεί τη φράση: «Το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ακούσει και να αποφασίσει για οποιοδήποτε ζήτημα, όταν: .» (Η υπογράμμιση ανήκει στο παρόν Δικαστήριο). Γι΄ αυτό επίσης ο νομοθέτης του άρθρου 12(1)(β), αναφερόμενος στη διαμονή του ανήλικου ή του εναγόμενου εντός της επαρχίας του Δικαστηρίου χρησιμοποιεί το ρήμα «διαμένει», στον ενεστώτα, ανάγοντας έτσι, όπως προελέχθη, τον χρόνο της διαμονής αυτής στον χρόνο που το Δικαστήριο ακούει και αποφασίζει το Δικαστήριο τη διαφορά.
Κατά την παρ. (2) του άρθρου 12, σε περίπτωση που το Οικογενειακό Δικαστήριο «ενώπιον του οποίου ηγέρθηκε οποιοδήποτε ζήτημα», δεν είναι το κατά τόπο αρμόδιο, μπορεί να παραπέμψει την υπόθεση στο αρμόδιο κατά τόπο Οικογενειακό Δικαστήριο. Η διάταξη αυτή ενισχύει τη θέση ότι το άρθρο 12, ως ουσιώδη χρόνο θεωρεί τον χρόνο της έναρξης της ακρόασης, και όχι την ημέρα της καταχώρησης, γιατί αναφέρεται στον χρόνο που το ζήτημα εγείρεται, που δεν είναι άλλος από τον χρόνο της ακρόασης.»
Η κατά τόπο αρμοδιότητα του Οικογενειακού Δικαστηρίου συνιστά προϋπόθεση για την ανάληψη και άσκηση δικαιοδοσίας προς επίλυση της διαφοράς η οποία έχει αχθεί ενώπιόν του. Στην προκείμενη περίπτωση η διαφορά η οποία είχε αχθεί ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας αφορούσε στη γονική μέριμνα των ανηλίκων τέκνων των διαδίκων τα οποία κατά το χρόνο καταχώρησης της εναρκτήριας αίτησης, διέμεναν στο Πέρα Χωρίο Νήσου της επαρχίας Λευκωσίας.
Ο τόπος διαμονής των ανηλίκων αποτελεί με βάση το νόμο τη σταθερή συνισταμένη καθορισμού της κατά τόπο αρμοδιότητας του Δικαστηρίου. Η κατά τόπο αρμοδιότητα του Δικαστηρίου καθορίζεται με την πρώτη ευκαιρία εφόσον εγερθεί τέτοιο θέμα είτε από τους διαδίκους είτε ex proprio motu από το ίδιο το Δικαστήριο. Στην προκείμενη περίπτωση το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας εξέτασε τη μονομερή αίτηση της καθ΄ ης η αίτηση στα πλαίσια της οποίας εξέδωσε το προσωρινό διάταγμα. Στα πλαίσια εκείνης της διαδικασίας το Δικαστήριο ανέλαβε ουσιαστικά δικαιοδοσία επίλυσης της διαφοράς. Σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας έκρινε πως υπήρχε ζήτημα καθορισμού της τοπικής αρμοδιότητας επειδή άλλαξε στο μεταξύ η διαμονή των παιδιών σε άλλη επαρχία. Η αλλαγή του τόπου διαμονής των ανηλίκων από μια επαρχία σε άλλη εκκρεμούσης της διαδικασίας σαφώς δεν αποτελούσε παράγοντα μεταβολής και της κατά τόπο αρμοδιότητας του δικαστηρίου η οποία προδήλως υπήρχε κατά τον χρόνο καταχώρησης της αίτησης. Για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης η ορθή ερμηνεία του άρθρου 12(1) του Νόμου είναι ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο είναι αρμόδιο να ακούει και αποφασίζει για οποιοδήποτε ζήτημα εφόσον η διαφορά αφορά ανήλικο ο οποίος κατά το χρόνο καταχώρησης της αίτησης διαμένει μέσα στην επαρχία για την οποία ιδρύθηκε το Οικογενειακό Δικαστήριο. Με την ερμηνεία αυτή συνάδει το ρήμα «εγέρθηκε» του άρθρου 12(2) του Νόμου που κατά την κρίση μου παραπέμπει στο χρόνο έναρξης της διαδικασίας η οποία ανάγεται στο χρόνο καταχώρησης της αίτησης. Η φράση «... να ακούει και να αποφασίζει .» του άρθρου 12(1) δεν αναφέρεται στο χρόνο έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας με τις καταθέσεις μαρτύρων κλπ ούτε και στο χρόνο συγγραφής και έκδοσης της απόφασης. Το Δικαστήριο αρχίζει να ακούει τους διαδίκους και να αποφασίζει επί ζητημάτων εγειρομένων από την πρώτη στιγμή που ο φάκελος της υπόθεσης τίθεται ενώπιόν του και συνεχίζει να επιλαμβάνεται της υπόθεσης μέχρι την έκδοση της απόφασης. Ο καθορισμός της κατά τόπο αρμοδιότητας, ως προϋπόθεσης για την ανάληψη δικαιοδοσίας, είναι θέμα νομικό και πραγματικό εφόσον συναρτάται με τον καθορισμό του τόπου διαμονής των ανηλίκων.
Αν η πρόθεση του νομοθέτη ήταν εκείνη που ο ευπαίδευτος Πρόεδρος του Δικαστηρίου καθόρισε, αυτό θα σήμαινε ότι αν μέχρι να ακούσει το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού την αίτηση 96/10 και να αποφασίσει επί της διαφοράς τα παιδιά αλλάξουν και πάλι διαμονή σε άλλη επαρχία, το Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού θα είναι υποχρεωμένο να μην αναλάβει δικαιοδοσία και να παραπέμψει την υπόθεση στο Οικογενειακό Δικαστήριο της επαρχίας στην οποία βρίσκεται η νέα διαμονή των παιδιών. Μια τέτοια προσέγγιση ασφαλώς θα οδηγούσε σε παράλογα αποτελέσματα και ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην απονομή της δικαιοσύνης.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση επιτυγχάνει και εκδίδεται ένταλμα Certiorari με το οποίο ακυρώνεται η απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 13.4.2011 και διατάσσεται όπως η υπόθεση επαναφερθεί και τεθεί εκ νέου ενώπιον του Προέδρου του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας προς εκδίκαση. Δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για έξοδα.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
ΣΦ.