ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 569
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ.347/2006)
21 Mαρτίου, 2011
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
FIONA KERRY CUMMING
Εφεσείουσα/Εναγόμενη αρ.1,
- και -
ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΡΑΚΑΛΛΙΔΗ
Εφεσίβλητου/Ενάγοντα,
-----------------------------------
Χρ.Λειβαδιώτου (κα.), για την Εφεσείουσα
Γ.Μηχανικός, για τον Εφεσίβλητο
----------------------------------
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Κ. Παμπαλλή.
--------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η επιθυμία του εφεσίβλητου να αγοράσει διαμέρισμα ικανοποιήθηκε, μέσω του γραφείου του κτηματομεσίτη K.Μαρκίδη, και αφού o πρώτος επισκέφθηκε το διαμέρισμα με αριθμό 1 στην οδό Θέρμης 9, στον ΄Αγιο Βασίλειο Στροβόλου, κτισμένο στο τεμαχ. 29795, Φλ/Σχ.30/25.Ε2 με αριθμό εγγραφής G3287 (το «διαμέρισμα») ιδιοκτησία της εφεσείουσας (τότε εναγομένης 1) και του Ευριπίδη Α. Πιτσιλλίδη - εναγόμενου 2), συμφώνησαν και υπέγραψαν συμφωνία αγοράς ημερ. 19 Μαρτίου 2003 (η «συμφωνία»). Επειδή, οι τότε εναγόμενοι, δεν τήρησαν τους όρους της μεταξύ τους συμφωνίας, ο εφεσίβλητος προχώρησε δικαστικώς με στόχο την ειδική εκτέλεση της συμφωνίας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού διαπίστωσε ότι πληρούντο οι προϋποθέσεις που τίθενται με το άρθρο 2 του περί Πωλήσεως Γης (Ειδική Εκτέλεση) Νόμου, Κεφ.232, προχώρησε στην έκδοση διατάγματος ειδικής εκτέλεσης της επίδικης συμφωνίας, εντός του χρονικού διαστήματος των τριών μηνών, από της έκδοσης της απόφασης, που ήταν στις 29 Σεπτεμβρίου 2006.
Η εφεσείουσα (εναγόμενη 1) ήταν η μόνη που αμφισβήτησε την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης στο σύνολο της, και προώθησε την έφεση βασιζόμενη σε εννέα λόγους.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η εφεσείουσα επιχείρησε ευθέως, με τους λόγους έφεσης 4 και 5, και εμμέσως, με τους λόγους έφεσης 1, 2 και 3, να πλήξει τα ευρήματα αξιοπιστίας που έγιναν από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αποτελεί πάγια νομολογία ότι το εφετείο δεν επεμβαίνει στα ευρήματα αξιοπιστίας εκτός αν καταδειχθεί ότι αυτά συγκρούονται ή δεν τεκμηριώνονται με την προσαχθείσα μαρτυρία, που κρίνεται από το δικαστή κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής της δίκης. (Παπακόκκινου ν. Σμιρλή κ.α. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1653 και Κλεάνθη κ.ά. ν. Σιάνιου κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 180).
Το κύριο επιχείρημα της συνηγόρου της εφεσείουσας εστιαζόταν στην απόρριψη της μαρτυρίας της πελάτισσας της. Δεν συμφωνούμε με την πιο πάνω εισήγηση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, με εκτεταμένη αναφορά σε παραδείγματα, εξήγησε γιατί δεν αποδέχτηκε τον ισχυρισμό της ότι δεν υπέγραψε το επίδικο πωλητήριο ή υπέγραψε κάποιο άλλο έγγραφο, ή τον τρόπο με τον οποίο το υπέγραψε, ή ακόμη αν ήταν συμπληρωμένο ή όχι. Χαρακτηριζόταν, όπως είπε το Δικαστήριο, η μαρτυρία της για τη διαδικασία υπογραφής από αοριστίες και στοχευμένη σύγχυση, δίδοντας παραδείγματα για ενίσχυση αυτού του χαρακτηρισμού. Το ίδιο παρατηρούμε να γίνεται, με πληρότητα από πλευράς Δικαστηρίου, και σε σχέση με τα γεγονότα που συνθέτουν την αποστολή της επιστολής του συνήγορου του εφεσίβλητου, ημερ.19 Αυγούστου 2003. Ούτε η εισήγηση για μη πληρωμή της προκαταβολής ή τήρησης των υπολοίπων όρων, που πραγματεύονται ο δεύτερος και τρίτος λόγος έφεσης, έχουν έρεισμα, αφού η μαρτυρία των μαρτύρων του εφεσίβλητου έγινε αποδεχτή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, βασιζόμενο όχι μόνο στη μαρτυρία του ιδίου του εφεσίβλητου αλλά και της υπαλλήλου της Λαϊκής Κυπριακής Τράπεζας (Μ.Βακανά), σε σχέση με τις συνθήκες εξασφάλισης δανείου για ΛΚ44.000,00, της έκδοσης ασφαλιστηρίου εγγράφου, που αναφέρθηκε ο υπάλληλος της Laiki Cyprialife Ltd (Χρ.Μηνά), στον τρόπο πληρωμής της προκαταβολής, που αναφέρθηκε η υπάλληλος του εμπλεκόμενου στην πώληση κτηματομεσιτικού γραφείου (Κ.Μιχαήλ).
Ως προς την απόρριψη του προβληθέντoς αξιώματος non est factum που πραγματεύεται ο λόγος έφεσης 6, το πρωτόδικο Δικαστήριο βασιζόμενο στην υπόθεση Αναστασίου ν. Μιχαηλούδη (1998) 1 (Α) Α.Α.Δ. 264, ορθώς, κατά την άποψη μας, καταλήγει στη θέση ότι με βάση το μαρτυρικό υλικό, που βασίζεται στη μαρτυρία της εφεσίβλητης αλλά ιδιαιτέρως στη μαρτυρία των Κ.Μιχαήλ, και Α.Γεωργιάδου, υπαλλήλων του μεσιτικού γραφείου Μαρκίδη και του Κώστα Μαρκίδη, δεν μπορούσε με επιτυχία να γίνει επίκληση του πιο πάνω αξιώματος.
Οι προϋποθέσεις για επιτυχή έκδοση διατάγματος ειδικής εκτέλεσης μιας συμφωνίας, απαριθμούνται στο άρθρο 2 του Νόμου, ήτοι:
(α) γραπτή συμφωνία,
(β) κατάθεση της, εντός δυο μηνών από της υπογραφής στο κτηματολόγιο,
(γ) κλήση του πωλητή στο κτηματολόγιο,
(δ) έγερση αγωγής εντός περιόδου έξι μηνών.
Ορθώς, κατά την άποψη μας, διαπιστώθηκε πρωτοδίκως ότι πληρούνται οι πιο πάνω προϋποθέσεις, με βάση τα γεγονότα της υπόθεσης, και δεν διακρίνουμε οποιοδήποτε σφάλμα.
Το τελευταίο θέμα που εγείρεται προς απόφανση είναι το κώλυμα, που κατά την εισήγηση της κας. Λειβαδιώτου, υπήρχε και έπρεπε να αποτρέψει το πρωτόδικο Δικαστήριο από του να εκδώσει διάταγμα για ειδική εκτέλεση της συμφωνίας και εξειδικεύεται στην ύπαρξη κατατεθειμένων υποθηκών σε βάρος του διαμερίσματος. Το εδάφιο (3) του άρθρου 3 του Νόμου, δεν εμποδίζει στο Δικαστήριο να προχωρήσει σε έκδοση διατάγματος αφού ληφθεί υπόψη η ύπαρξη εμπραγμάτων βαρών, όπως η υποθήκη. Επί τούτου γίνεται ειδική αναφορά στην πρωτόδικη απόφαση, και δεν θεωρούμε ότι απαιτείται η επέμβαση μας. Η ύπαρξη υποθήκης ή άλλου εμπράγματου βάρους θα αντιμετωπισθεί από τον αγοραστή.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα υποβληθούν για έγκριση από το Δικαστήριο,
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.