ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Έφεση Αρ. 16/2009)
28 Ιανουαρίου 2011
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΥΙΟΘΕΣΙΑΣ ΝΟΜΟ 19(Ι)
ΤΟΥ 1995
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟ ΥΙΟΘΕΣΙΑ ΕΝΗΛΙΚΗ VIKTORIYA LYESKOVA, ΘΥΓΑΤΕΡΑ ΤΗΣ OLHA LYESKOVA ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΦΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΕΣΚΟΒ ΑΝΤΡΗΙ ΓΙΟΥΡΙΟΒΙΤΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ OLHA LYESKOVA ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΦΟ,
Εφεσείοντες.
------------------------------
Α. Αλεξάνδρου για τους Εφεσείοντες.
-------------------------------
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Υιοθεσίας Νόμου αρ. 19(Ι)/95, είναι δυνατή η υποβολή αίτησης υιοθεσίας είτε από τους δύο συζύγους από κοινού, είτε από το σύζυγο της μητέρας του υιοθετούμενου ή και από το φυσικό πατέρα με τη σύζυγο του. Η αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 3(3)(α), υποβάλλεται από πρόσωπο ή πρόσωπα εφόσον ένα από αυτά είναι μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας «... ή κατά τα αμέσως πριν από την υποβολή της αιτήσεως δύο χρόνια είχε τη διαμονή του στη Δημοκρατία και εφόσον ο υιοθετούμενος κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υιοθεσίας έχει τη διαμονή του στη Δημοκρατία ..».
Το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα υιοθεσίας αφού μεταξύ άλλων ικανοποιηθεί ότι σύμφωνα με το άρθρο 5(1)(β), η έκδοση του διατάγματος «.. θα είναι προς το συμφέρον του υιοθετουμένου, λαμβανομένων υπόψη και των επιθυμιών του, αν το επιτρέπει η ηλικία και η πνευματική του ικανότητα.». Οι παρ. (γ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 5, καθορίζουν επίσης τρίμηνη συνεχόμενη περίοδο πριν την έκδοση του διατάγματος κατά την οποία ο ανήλικος θα πρέπει να «... διέμενε και συνεχίζει να διαμένει με τον αιτητή ή ένα από αυτούς και τελεί υπό τη φροντίδα και επίβλεψη του». Πρόσθετα, η έκθεση του Τμήματος Ευημερίας, η οποία ετοιμάζεται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 13 του Νόμου, θα πρέπει να δείχνει ότι «.. ο επιμελητής του προς υιοθεσία προσώπου είναι πράγματι πρόσωπο κατάλληλο για σκοπούς υιοθεσίας». Είναι επίσης σημαντικό να λεχθεί ότι με βάση την ερμηνεία του όρου «υιοθετούμενος», στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου, το πρόσωπο αυτό περιλαμβάνει ανήλικο και, κατ΄ εξαίρεση, περιλαμβάνει επίσης πρόσωπο ηλικίας μεγαλύτερης των 18 χρόνων, όταν αυτό είναι τέκνο ενός των υιοθετούντων.
Αυτή ακριβώς ήταν και η υπό κρίση περίπτωση στην οποία επιδιώχθηκε με σχετική αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Πάφου, η υιοθεσία της ενήλικης Victoriya Lyeskova, θυγατέρας της Olha Lyeskova Χαραλάμπους από την Ουκρανία, η οποία και νυμφεύθηκε τον Αντώνη Χαραλάμπους από την Πάφο το 2004. Η επιθυμία προς υιοθεσία του φυσικού τέκνου της αιτήτριας ήταν κοινή, η αίτηση υπογράφηκε και από τους δύο αιτητές-εφεσείοντες, οι οποίοι δήλωσαν ότι έχουν τη μόνιμη διαμονή και κατοικία τους στην Πάφο όπου διέμενε και η προς υιοθεσία ενήλικη Victoriya η οποία είχε γεννηθεί στις 2.7.1988 στην Ουκρανία με μητέρα την αιτήτρια Olha Lyeskova Χαραλάμπους και πατέρα τον Λέσκοβ Αντρηϊ Γιούροβιτς, επίσης από την Ουκρανία. Η ενήλικη Victoriya από τις 10.7.2005, βρισκόταν υπό την προστασία, φροντίδα και επίβλεψη του ζεύγους των εφεσειόντων οι οποίοι υπέβαλαν την αίτηση για υιοθεσία στις 8.1.2007. Ο τότε 37 ετών εφεσείων, νόμιμος σύζυγος της μητέρας της τότε ανήλικης, είναι ιδιοκτήτης σχολής καράτε, η δε σύζυγος του, μητέρα της ανήλικης, τότε 36 ετών, οικοκυρά. Η οικονομική τους κατάσταση περιγράφηκε ως καλή, με πρόθεση να ενσωματωθεί η ενήλικη Victoriya στην οικογένεια τους έχοντας υπόψη ότι μετά το νόμιμο γάμο του ζεύγους στις 22.4.2004, αποκτήθηκε και ένα παιδί ηλικίας, τότε, έξι μηνών.
Ως προνοείται από τη νομοθεσία, κατατέθηκε ένορκη δήλωση της ίδιας της Victoriya με την οποία έδινε τη συγκατάθεση της, δηλώνουσα την επιθυμία της να υιοθετηθεί από το σύζυγο της μητέρας της, ενώ κατά την ακροαματική διαδικασία κατατέθηκε και έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ως Τεκμ. 1 από τη Χλόη Ευριπίδου, λειτουργό του Γραφείου Ευημερίας στην Πάφο. Ως υποστηρίχθηκε και ενόρκως από τη λειτουργό, η υποψήφια προς υιοθεσία ήλθε στην Κύπρο σε ηλικία 17 ετών για να μπορέσει να ζήσει με την οικογένεια της μητέρας της, φοίτησε δε σε ιδιωτικό κολλέγιο ως αισθητικός με σκοπό να αποκτήσει ορισμένα εφόδια για σκοπούς μελλοντικής εργασίας. Το ζεύγος των εφεσειόντων επιθυμεί να παραμείνει μαζί τους και η προς υιοθεσία Victoriya, ώστε να έχει τη στήριξη και βοήθεια του. Η λειτουργός, ως κατέγραψε και στην έκθεση της, δεν εντόπισε οποιοδήποτε αρνητικό στοιχείο, θεωρώντας ότι πράγματι θα ήταν προς το συμφέρον της υποψήφιας για υιοθεσία η έκδοση του σχετικού διατάγματος. Εν τούτοις εξέφρασε τον προβληματισμό του Γραφείου Ευημερίας ως προς τη μικρή χρονική περίοδο της μετακίνησης της υποψήφιας προς υιοθέτηση με το ζεύγος των εφεσειόντων, καθώς επίσης και ως προς τα κίνητρα της υποψήφιας η οποία, ούσα αλλοδαπή, επεδίωκε εξασφάλιση άδειας παραμονής για να μείνει με την οικογένεια στην Κύπρο. Κατά την αντεξέταση της από το δικηγόρο των εφεσείοντων, η λειτουργός δέχθηκε ότι η Victoriya διέμενε με το ζεύγος από το 2005, έχοντας συμπληρώσει 3½ χρόνια μέχρι την ημερομηνία της ακροαματικής διαδικασίας, και μόνο σε κάποιο στάδιο διεκόπη η διαμονή για λίγες ημέρες περί τα τέλη του 2008, λόγω προβλημάτων με την άδεια παραμονής της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στη βάση των πιο πάνω δεδομένων θεώρησε ορθό να απορρίψει την αίτηση προς υιοθεσία στηριζόμενο κατ΄ ουσία, στην κατά την κρίση του, μικρή περίοδο παραμονής και διαμονής της Victoriya στη Δημοκρατία ακολουθώντας την ερμηνεία του όρου «διαμονή» με βάση τις αποφάσεις El Sayegh v. El Sayegh (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1017 και την Επί τοις αφορώσι τον J. Kristoffer Castardo Ajero, τέκνο της Elma C. Ajero Nicolaou (2006) 1 Α.Α.Δ. 1165. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η Victoriya ήταν στην Κύπρο με καθεστώς προσωρινής παραμονής ως επισκέπτρια και ότι η πάροδος ενάμισυ μόνο χρόνου από τον ερχομό της υποψήφιας προς υιοθεσία στην Κύπρο, μέχρι την υποβολή της αίτησης, δεν ήταν επαρκής απόδειξη διαμονής της στη Δημοκρατία. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα γεγονότα της υπό κρίση υπόθεσης δεν διέφεραν από αυτά της υπόθεσης Kristoffer Castardo Ajero - πιο πάνω - προσθέτοντας ότι και αν ακόμη η προϋπόθεση της διαμονής ικανοποιείτο και πάλι η αίτηση θα απορριπτόταν διότι δεν είχε πεισθεί ότι η υιοθεσία πέραν της δυνατότητας εξασφάλισης παραμονής στην Κύπρο για σκοπούς επαγγελματικής αποκατάστασης, θα απέβαινε προς όφελος της Victoriya. Προς τούτο υιοθέτησε στην ουσία τη θέση του Γραφείου Ευημερίας η οποία δεν ήταν «ξεκάθαρη», εφόσον είχαν διατυπωθεί αμφιβολίες και επιφυλάξεις στο ζήτημα.
Κατά την έφεση διατυπώθηκαν επικρίσεις εναντίον της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης στη βάση ουσιαστικά ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ερμήνευσε τη λέξη «διαμονή», στο κείμενο του Νόμου, της διαμονής της υποψηφίας προς υιοθεσία χαρακτηριζόμενης από προσωρινότητα, ενώ λανθασμένα είχε επίσης καταλήξει ότι η υιοθεσία της Victoriya δεν θα ήταν προς όφελος της ενόψει του ότι η μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου οδηγούσε στο αντίθετο αποτέλεσμα.
Είναι χωρίς δυσκολία που κρίνεται ότι η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να ανατραπεί ως προϊόν λανθασμένης άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου. Η αίτηση για υιοθεσία της Victoriya, πληρούσε όλα τα κριτήρια του σχετικού Νόμου, με τη συνδρομή μια ιδιαιτέρως βοηθητικής έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας που κατέγραφε ένα ιστορικό αρκούντως υποστηρικτικό ενόψει του ότι ο εφεσείων, σύζυγος της μητέρας της Victoriya, χαρακτηριζόταν ως έχων όλα τα εφόδια για να στηρίξει, μαζί με τη σύζυγο και μητέρα του προς υιοθεσία προσώπου, τη Victoriya ώστε αυτή να ενταχθεί πλήρως στη νέα οικογένεια τους. Ο εφεσείων περιγράφεται ως ήρεμο και χαμηλών τόνων υπομονετικό άτομο που του αρέσει η οργάνωση και ο προγραμματισμός και επιλύει τα προβλήματα της οικογένειας μέσω της συζήτησης και του διαλόγου. Γνώρισε τη σύζυγο του σε αγώνες καράτε στην Ουκρανία το 2000, και συναντήθηκε ξανά με αυτή το 2004, όταν η μητέρα της Victoriya ήλθε στην Κύπρο για να εργαστεί ως καλλιτέχνιδα σε νυκτερινό κέντρο. Ο εφεσείων μόλις ενημερώθηκε για την παρουσία της στην Κύπρο την απέτρεψε από του να συνεχίσει το επάγγελμα αυτό και με δική του παρέμβαση την απομάκρυνε από το χώρο, στη συνέχεια δε τη νυμφεύθηκε με πολιτικό γάμο. Από το γάμο τους απέκτησαν ένα παιδί, το οποίο παραμένει στο σπίτι υπό τη φροντίδα της εφεσείουσας το δε ζεύγος αισθάνεται ικανοποιημένο και ευτυχισμένο, περνά όλες τις ελεύθερες του ώρες μαζί, με τον εφεσείοντα να αποτελεί το οικονομικό στήριγμα της οικογένειας, τη δε εφεσείουσα να φροντίζει το νοικοκυριό και την καθαριότητα του σπιτιού.
Η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας τονίζει περαιτέρω ότι τα κίνητρα των εφεσειόντων για υιοθεσία είναι υγιή, της Victoriya θεωρούμενης ως μέλος της οικογένειας τους, η οποία έχοντας μεγαλώσει χωρίς την παρουσία του φυσικού πατέρα της, χρειάζεται τη στήριξη και την αγάπη της οικογένειας των εφεσειόντων. Οι τελευταίοι αντιμετωπίζουν τη Victoriya ως το μεγαλύτερο τους παιδί και με χαρά ο εφεσείων υποψήφιος πατέρας επωμίζεται το οικονομικό βάρος για να ενθαρρύνει τη Victoriya να φοιτήσει σε ιδιωτική σχολή ώστε να αποκτήσει κάποια προσόντα για σκοπούς επαγγελματικής αποκατάστασης.
Το ίδιο το προς υιοθέτηση πρόσωπο, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του Γραφείου Ευημερίας, θεωρείται αρκετά συνεργάσιμο άτομο, με πολύ καλή επικοινωνία με τους εφεσείοντες, επιθυμεί δε την υιοθεσία του από αυτούς. Η Victoriya αισθάνεται την ανάγκη να βρίσκεται κοντά στη μητέρα της, θεωρούσα ότι οι εφεσείοντες είναι τα μοναδικά άτομα που την αγαπούν και θα την βοηθήσουν να αναλάβει τις ευθύνες της, διατηρούσα πολύ καλές σχέσεις με τον υποψήφιο πατέρα.
Η προϋπόθεση το υιοθετούμενο άτομο να έχει τη διαμονή του κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης στη Δημοκρατία, σύμφωνα με το άρθρο 3(3)(α), πρέπει να ερμηνεύεται υπό το φως αφενός της νομολογίας, αλλά και αφετέρου υπό το φως των δεδομένων εκάστης περίπτωσης. «Διαμονή», σημαίνει όχι απλώς τη φυσική παρουσία προσώπου στη Δημοκρατία για σκοπούς υιοθεσίας, αλλά προϋποθέτει την ύπαρξη κάποιου μονιμότερου δεσμού με τη Δημοκρατία. Κατά κανόνα, η έννοια της λέξης «διαμονή» σημαίνει τον τόπο όπου κάποιος διαμένει σε συγκεκριμένη κατοικία, όπου έχει την οικογένεια του και όπου συστηματικά κοιμάται. (δέστε El Sayegh v. El Sayegh - ανωτέρω - και Stroud´s Judicial Dictionary of Words and Phrases 4η Έκδ. Τόμος 4, σελ. 2358). Για σκοπούς της περί υιοθεσίας νομοθεσίας, στην έννοια της «διαμονής», πρέπει να δίνεται μια ευρεία ερμηνεία που να υποστηρίζει τη φιλοσοφία του Νόμου, που δεν είναι άλλη από τη συγκρότηση οικογένειας με την ένταξη σ΄ αυτή παιδιών που έχουν ανάγκη από τη στήριξη, τη θαλπωρή και την αγάπη της οικογενειακής στέγης.
Τα πραγματικά γεγονότα της υπό κρίση υπόθεσης έδειχναν ότι η Victoriya ήλθε στη Δημοκρατία σε ηλικία 17 ετών, διέμενε με τους εφεσείοντες στη μόνιμη κατοικία του ζεύγους στην Πάφο, όταν δε υποβλήθηκε η αίτηση για υιοθεσία στις 8.1.2007, είχε ήδη διαρρεύσει διάστημα 18 και πλέον μηνών. Στην ένορκη δήλωση της ίδιας της Victoriya καταγράφηκε στην παρ. 3, ότι βρισκόταν υπό την προστασία, φροντίδα και επίβλεψη της μητέρας της και του πατριού της από τις 10.7.2005. Καθόλη αυτή τη διαμονή δεν υπήρξε κανένα απολύτως πρόβλημα με τη συμβίωση ή με τη συμπεριφορά των εφεσειόντων έναντι της Victoriya, γεγονός που πιστοποιούσε την ανάλογη θέση της έκθεσης του Γραφείου Ευημερίας, ιδιαιτέρως ως προς τα κίνητρα του υποψήφιου υιοθετούντος πατέρα. Η πάροδος 18 μηνών ήταν τέτοια που έπρεπε να οδηγήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο προς την αντίθετη κατάληξη και λανθασμένα δόθηκε έμφαση απλώς και μόνο στο γεγονός ότι το καθεστώς διαμονής της Victoriya στη Δημοκρατία ήταν αυτό της επισκέπτριας, καθεστώς που δεν είχε διαφοροποιηθεί μέχρι την ημερομηνία έκδοσης της πρωτόδικης απόφασης στις 12.2.2009.
Παραγνωρίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ως αλλοδαπή, η Victoriya δεν θα μπορούσε να είχε άλλο καθεστώς παραμονής στη Δημοκρατία πέραν αυτού της προσωρινής διαμονής με ανάλογη άδεια από τις αρμόδιες αρχές. Και ήταν φυσιολογικό και αναμενόμενο με τη λήξη της προσωρινής περιόδου παραμονής να υποβάλλονταν και αιτήσεις για ανανέωση προς εξασφάλιση της αναγκαίας άδειας για παράταση της παραμονής της στην Κύπρο. Το ζητούμενο, όμως, δεν ήταν το καθεστώς που η Δημοκρατία της έδιδε για να παραμένει στην Κύπρο νόμιμα, αλλά κατά πόσο είχε «διαμονή» στη Δημοκρατία κατά το χρόνο της αίτησης, εφόσον δε η διαμονή αυτή ήταν διάρκειας 18 μηνών, ο χρόνος ήταν επαρκής για να εδραιώσει «διαμονή» στην έννοια του Νόμου ιδιαιτέρως, εφόσον η διαμονή εδώ συνοδευόταν και με παρακολούθηση μαθημάτων σε κολλέγιο. Όπως αναγνωρίστηκε και στην έκθεση «Aspects of Intercountry Adoption Law» του Law Reform Commission της Ιρλανδίας, Φεβρουάριος 2008, στην παρ. 1.28:
«Like habitual residence, 'ordinary residence' is not defined in law but is generally taken to mean that a person is normally residing in a place in a sense that they are not there for a temporary reason such as a holiday and that they are there voluntarily as part of the regular order of their life for the time being. It does not appear to require the long-term residence of habitual residence.»
Είναι περαιτέρω σαφές ότι τόσο το «habitual residence», όσο και το «ordinary residence» δεν είναι τεχνικοί όροι στη νομική επιστήμη, («terms of art»), αλλά αποφασίζεται η ύπαρξη τους ως θέμα γεγονότων κατά τα δεδομένα εκάστης υπόθεσης. (MC v. Delegacion Provincial de Malaga (1999) 2 IR 363, σελ. 381 και The State (Goertz) v. Minister of Justice (1948) IR 45 σελ. 55).
Προς την πιο πάνω κατεύθυνση είναι βοηθητική και η πρόνοια στο άρθρο 3(3)(α) του Νόμου, ότι ο δικαιούμενος να υποβάλει την αίτηση για υιοθεσία είτε πρέπει να είναι μόνιμος κάτοικος της Δημοκρατίας ή να είχε ο ίδιος τη διαμονή του στη Δημοκρατία κατά τα αμέσως, πριν την υποβολή της αίτησης, δύο χρόνια. Δεν θα μπορούσε επομένως η διαμονή του ιδίου του προς υιοθέτηση προσώπου στη Δημοκρατία, να είναι διάρκειας περισσότερης από τα δύο χρόνια που απαιτούνται από τον ίδιο τον αιτητή που επιθυμεί να υιοθετήσει. Πρέπει να υπάρχει ανάλογη αντιστοιχία, η δε περίοδος εδώ των 18 μηνών είναι αρκούντως μεγάλη, ώστε να πλησιάζει την ίδια τη διετία που ο Νόμος προδιαγράφει για τον αιτούμενο. Αυτή η παράμετρος διέλαθε της προσοχής του Δικαστηρίου, όπως επίσης διέλαθε της προσοχής του και η πρόνοια του άρθρου 5(1)(γ) του Νόμου, ότι το Δικαστήριο εκδίδει το διάταγμα υιοθεσίας αφού ικανοποιηθεί, μεταξύ άλλων, ότι ο ανήλικος διέμενε και συνεχίζει να διαμένει με τον αιτητή για τρεις τουλάχιστον συνεχείς μήνες πριν από την έκδοση του διατάγματος. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατά την έκδοση της απόφασης του έπρεπε να συνυπολογίσει όλο το χρόνο που είχε διαμείνει η Victoriya με τους αιτητές, δηλαδή, 18 μήνες πριν την υποβολή της αίτησης και άλλα σχεδόν δύο έτη από την υποβολή της αίτησης μέχρι και την έκδοση της απόφασης, με εξαίρεση ένα μικρό χρονικό διάστημα που επέστρεψε στην Ουκρανία, με αποτέλεσμα να ικανοποιείται και το κριτήριο των τριών συνεχόμενων μηνών.
Η απόφαση στην υπόθεση Kristoffer Castardo Ajero - πιο πάνω -, (στην οποία να σημειωθεί ότι δεν έγινε αναφορά στην τρίμηνη προθεσμία που προνοείται στο άρθρο 5(1)(γ)), ευλόγως διαφοροποιείται ως προς τα γεγονότα εφόσον εκεί ο προς υιοθεσία ενήλικας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για υιοθεσία, βρισκόταν στη Δημοκρατία με τρίμηνη μόνο άδεια παραμονής ως επισκέπτης ώστε να μην υπήρχε εκείνος ο αναγκαίος δεσμός με την οικογένεια πέραν της φυσικής παρουσίας του υιοθετούμενου στη Δημοκρατία.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, όμως, απέρριψε την αίτηση και για το λόγο ότι θεώρησε ότι δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Victoriya να εκδιδόταν το διάταγμα υιοθεσίας. Επί τούτου λανθασμένα το Δικαστήριο δέχθηκε τις απλές διατυπωθείσες αμφιβολίες και επιφυλάξεις που κατέγραψε η έκθεση του Γραφείου Ευημερίας ως προς το ότι η Victoriya αποσκοπούσε σε επαγγελματική αποκατάσταση μέσω της δυνατότητας εξασφάλισης παραμονής στην Κύπρο, ως λόγο απόρριψης της αίτησης. Το Γραφείο Ευημερίας διατύπωσε απλώς επιφυλάξεις οι οποίες έπρεπε να εκτιμηθούν αναλόγως από το Δικαστήριο, λαμβάνοντας σχετική προς τούτο απόφαση. Αν το Δικαστήριο εξέταζε σφαιρικά την όλη υπόθεση θα διαπίστωνε την ιδιαίτερη σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ του εφεσείοντος, ο οποίος νυμφεύθηκε τη μητέρα της, με την ίδια τη Victoriya. Περαιτέρω ότι τόσο οι εφεσείοντες, όσο και η ίδια η Victoriya, δήλωσαν ότι θα ήταν προς όφελος της τελευταίας η υιοθεσία ώστε να δύναται αυτή να παραμείνει στην Κύπρο ως παιδί της οικογένειας με όλα τα συνεπακόλουθα ευεργετήματα. Το γεγονός ότι με την έκδοση του διατάγματος υιοθεσίας εξασφαλιζόταν και η διαρκής παραμονή της στην Κύπρο, ήταν ένα μόνο παρεπόμενο (και αυτό φυσιολογικό), και, όχι αποκλειστικά ο λόγος που υπεβλήθη η αίτηση προς υιοθεσία. Όπως υποδεικνύει άλλωστε και η Αγγλική νομολογία, πέραν της σταθερότητας που η υιοθετούσα οικογένεια δύναται να προσφέρει στον υιοθετούμενο, είναι επιτρεπτό να λαμβάνονται υπόψη στα θετικά της αίτησης προς υιοθεσία και άλλα απτά πλεονεκτήματα, όπως αυτά απορρέουν από την αλλαγή στο μεταναστευτικό καθεστώς. Στην In Re B (Adoption Order: Nationality) (1999) 1 F.L.R., 907, ή (1999) 2 W.L.R. 714, η Δικαστική Επιτροπή της Βουλής των Λόρδων, διαφωνώντας με το Αγγλικό Εφετείο, αποφάσισε ότι ένα Δικαστήριο δεν μπορεί να αγνοεί τα πλεονεκτήματα που επέρχονται με την αλλαγή των συνθηκών διαμονής προς όφελος του παιδιού για το υπόλοιπο της περιόδου μέχρι την ενηλικίωση του. Πρόκειτο για υπόθεση όπου είχε δοθεί άδεια παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο, για έξι μήνες σε 15χρόνο κορίτσι από την Ιαμαϊκή, της οποίας η αίτηση για παράταση απορρίφθηκε. Επιδιώχθηκε στη συνέχεια η υιοθεσία του κοριτσιού από συγγενείς που θα καθιστούσε βεβαίως και την περαιτέρω διαμονή της στη χώρα, εφικτή. Το Εφετείο ανέφερε ότι δεν θα έπρεπε να είχε εκδοθεί διάταγμα υιοθεσίας διότι εκτιμώντας τα οφέλη που θα προέκυπταν από την υιοθεσία, θα έπρεπε να είχαν αγνοηθεί οφέλη που προέρχονταν αποκλειστικά από την αλλαγή του καθεστώτος διαμονής, θέση με την οποία όμως η Βουλή των Λόρδων, διαφώνησε.
Ως τέθηκε, το Δικαστήριο πρέπει ως γνώμονα και προτεραιότητα του να έχει το «welfare of the child», θα ήταν δε λάθος να εξαιρεθούν πλεονεκτήματα που απορρέουν φυσιολογικά από την υιοθεσία είτε πριν, είτε μετά την ενηλικίωση. Υπό την αίρεση βεβαίως ότι τα πλεονεκτήματα αυτά, όπως το δικαίωμα διαμονής ή η πιθανότητα διαδοχής σε περιουσία, δεν είναι αυτοσκοπός, υπάρχει δε γνήσια πρόθεση για υιοθεσία. Όπως το θέτει και το σύγγραμμα των Stephen M. Cretney, Judith M. Masson and Rebecca Bailey-Harris: Principles of Family Law (2003), στη σελ. 814, παρ. 23-024:
«Benefits largely experienced in adulthood such as citizenship may now tip the balance in favour of adoption, nor should the fact that the child will soon be 18 weaken the case for adoption.»
Και στη σελ. 792, παρ. 23-001:
«In the United Kingdom, adoption is associated with the desire to nurture a child as the natural child of the adopters. Hence, although adoption has important effects on citizenship, succession and other legal rights, these rights must be incidental to the factual relationship of dependence between the parent and child.»
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Εκδίδεται Διάταγμα υιοθεσίας της ενήλικης Victoriya Leskova από τους εφεσείοντες Αντώνη Χαραλάμπους και Olha Leskova Χαραλάμπους από την Πάφο. Το Διάταγμα υιοθεσίας να καταχωρηθεί στο «Μητρώο Υιοθετηθέντων» που τηρεί η Αρχιπρωτοκολλητής του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 24 του περί Υιοθεσίας Νόμου αρ. 19(Ι)/95, καταχωρώντας ταυτόχρονα και τα στοιχεία που προνοούνται από το άρθρο 25 του ιδίου Νόμου.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ