ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 947
2 Ιουλίου, 2010
[ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ
MOHANNA ABBAS MOUSSA,
Αιτητής,
KAI
1. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
2. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
3. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΡΧΗΓΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 61/2010)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Διατάγματα κράτησης και απέλασης ― Αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus για απελευθέρωση του αιτητή ο οποίος εκρατείτο για σκοπούς απέλασης, μετά από απόρριψη αιτήματός του για πολιτικό άσυλο ― Απόρριψη αίτησης λόγω μη δυνατότητας άσκησης δικαστικού ελέγχου της νομιμότητας του διατάγματος κράτησης για σκοπούς απέλασης με ένταλμα Habeas Corpus.
Την 1.2.2010 εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή, απαγορευμένου μετανάστη, διατάγματα κράτησης και απέλασης δυνάμει του Άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του υπέβαλε ανεπιτυχώς αίτημα για απόκτηση πολιτικού ασύλου. Επίσης, καταχώρησε διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η οποία είχε την ίδια απορριπτική τύχη.
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, ώστε να αφεθεί ελεύθερος από την κατ' ισχυρισμό παράνομη κράτησή του.
Αποφασίστηκε ότι:
Τόσο η έκδοση διατάγματος απέλασης, όσο και η έκδοση του παρεπόμενου διατάγματος κράτησης συνιστούν ανεξάρτητες διοικητικές πράξεις, η νομιμότητα των οποίων μπορεί να ελεγχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο μόνο και αποκλειστικά δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Με αυτό ως δεδομένο, και με τη βασική διαπίστωση ότι ο αιτητής ο οποίος βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου κρατείται δυνάμει της έκδοσης και συνέχισης της ισχύος των διαταγμάτων απέλασης και κράτησής του, χωρίς την ανατροπή της ορθότητας ή νομιμότητας έκδοσης των διαταγμάτων εκείνων, το Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα ή δικαιοδοσία να επιληφθεί του θέματος της κράτησής του στο πλαίσιο αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Η αίτηση απορρίφθηκε με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Barqawi (2003) 1 Α.Α.Δ. 1417,
Bondar (Αρ. 2) (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2075.
Aίτηση.
Κ. Δημητρίου, για τον Αιτητή.
Ι. Δημητρίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
O Αιτητής είναι παρών.
Ex - tempore
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Όπως προκύπτει από τη μελέτη των στοιχείων που έχουν παρατεθεί στην Αίτηση μέσω της ένορκης δήλωσης του αιτητή, η οποία υποστηρίζει την αίτηση, αλλά και από την ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της ένστασης, υπάρχει μια διαφορά στον τρόπο παρουσίασης των γεγονότων. Ο αιτητής παρουσιάζει το ιστορικό αυτής της υπόθεσης με μια εμφανή προσπάθεια μη αποκάλυψης κάποιων στοιχείων τα οποία έχουν τελικά τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, με την παρουσίαση γεγονότων και σχετικών τεκμηρίων που επισυνάπτονται στην ένσταση, και τα οποία τελικά δεν φαίνεται να έχουν αμφισβητηθεί.
Μετά από την πρώτη άφιξη του αιτητή στην Κύπρο, κατά το 1996 και μετά που κατέστη παράνομη η παραμονή του στην Κύπρο με αποτέλεσμα να συλληφθεί και απελαθεί, ο αιτητής και πάλιν παράνομα επέστρεψε στη Δημοκρατία, όπου και παρέμεινε για ένα χρονικό διάστημα. Ακολούθως, φέρεται να είχε συνάψει γάμο στην Κύπρο, ο οποίος τελικά διαλύθηκε. Ο αιτητής συνέχισε να παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία και το όνομά του είχε καταχωρηθεί στον κατάλογο αναζητουμένων προσώπων. Την 31.1.2010 ο αιτητής εντοπίστηκε και συνελήφθη, ακριβώς λόγω του ότι παράνομα παρέμενε στη Δημοκρατία. Την επομένη, την 1.2.2010, εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, δυνάμει των εξουσιών που έχει, σύμφωνα με το Αρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105. Επίσης, διαπιστώνεται ότι κατά τη διάρκεια της κράτησής του ο αιτητής υπέβαλε αίτημα για παροχή σε αυτόν πολιτικού ασύλου, το οποίο απορρίφθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου. Καταχώρησε επίσης ο αιτητής διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, η οποία είχε την ίδια απορριπτική τύχη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο αιτητής θεωρείται ως απαγορευμένος μετανάστης και για τούτο εκδόθηκαν εναντίον του τα διατάγματα, αρχικά κράτησης και αργότερα απέλασης. Το θέμα τούτο θέτει ευθέως πρόβλημα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου να επιληφθεί θεμάτων που άπτονται της κατ' ισχυρισμό παράνομης κράτησής του μέσω αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Αναμφισβήτητα, σύμφωνα και με τη νομολογία, το βάρος απόδειξης ότι εκ πρώτης όψεως η κράτηση είναι παράνομη, το φέρει ο αιτητής, ο οποίος οφείλει να αποδείξει εκ πρώτης όψεως υπόθεση, η οποία δημιουργεί αμφιβολίες και ερωτηματικά ως προς τη νομιμότητα της κράτησής του και, ακολούθως, ασφαλώς, να καταδείξει την παρανομία αναφορικά με την συνεχιζόμενη κράτησή του.
Όπως είχε λεχθεί, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Barqawi (2003) 1 Α.Α.Δ. 1417, από τη στιγμή που θεωρείται ως δεδομένο το διάταγμα απέλασης και θα παραμείνει έτσι μέχρις ότου ακυρωθεί, εάν ακυρωθεί κατόπιν προσβολής του μέσω της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, τότε, εν τω μεταξύ, δικαιολογείται η κράτηση, είτε αυτή απορρέει εγγενώς από το ίδιο το διάταγμα απέλασης, είτε στηρίζεται σε άλλο διακριτό ή ξεχωριστό διάταγμα κράτησης, που και αυτό όμως προέρχεται από διοικητική αρχή και φέρει τα εξωτερικά γνωρίσματα νομιμότητας, αφού το Άρθρο 11.2(στ) του Συντάγματος επιτρέπει μια τέτοια δυνατότητα. Σχετική επίσης είναι και η απόφαση στην υπόθεση Bondar (Αρ. 2) (2004) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2075, στην οποία, όπως και σε άλλες περιπτώσεις στο παρελθόν, τονίστηκε και επαναλήφθηκε ότι εφόσον η κράτηση ανάγεται στο διάταγμα κράτησης για σκοπούς απέλασης, δηλαδή σε πράξη η οποία εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, σαφώς δεν μπορεί να ελεγχθεί με διαδικασία εντάλματος Habeas Corpus η οποία εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.
Τόσο η έκδοση διατάγματος απέλασης, όσο και η έκδοση του παρεπόμενου διατάγματος κράτησης συνιστούν ανεξάρτητες διοικητικές πράξεις, η νομιμότητα των οποίων μπορεί να ελεγχθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο μόνο και αποκλειστικά δυνάμει του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος.
Με αυτό ως δεδομένο, και με τη βασική διαπίστωση ότι ο αιτητής ο οποίος βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου κρατείται δυνάμει της έκδοσης και συνέχισης της ισχύος των διαταγμάτων απέλασης και κράτησής του, χωρίς την ανατροπή της ορθότητας ή νομιμότητας έκδοσης των διαταγμάτων εκείνων, το Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα ή δικαιοδοσία να επιληφθεί του θέματος της κράτησής του στο πλαίσιο αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus.
Η αίτηση αναπόφευκτα απορρίπτεται, με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.
Η αίτηση απορρίπτεται με €500 έξοδα εναντίον του αιτητή.