ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 1069
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 2/2008)
12 Ιουλίου, 2010
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
PROLIFIC INSURANCE CONSULTANTS LTD,
Εφεσείοντες,
ν.
1. LIBERTY LIFE INSURANCE PUBLIC CO LTD,
2. FEDERAL BANK OF MIDDLE EAST LTD,
Εφεσιβλήτων.
_ _ _ _ _ _
Μ. Γεωργίου, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Χ»Προδρόμου, για την Εφεσίβλητη αρ. 1.
Θ. Κορφιώτης, για την Εφεσίβλητη αρ. 2.
_ _ _ _ _ _
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη Liberty Life Insurance Public Co Ltd (εφεξής «η Liberty Life») καταχώρησε αγωγή εναντίον της εναγομένης 1 Federal Bank of Middle East Ltd (εφεξής «η Federal Bank») και της εναγομένης 2 Prolific Insurance Consultants Ltd (εφεξής «η Prolific Insurance») από τις οποίες αξίωσε,
(α) Αλληλεγγύως και/ή ξεχωριστά £11.832,00 υπόλοιπο ασφαλίστρου που αφορούσε στην έκδοση και παράδοση στη Federal Bank ασφαλιστηρίου συμβολαίου αξίας £37.125,00.
(β) Το ίδιο ποσό £11.832,00 αξίωσε από την Prolific Insurance ως αποζημιώσεις και/ή χρήματα παρανόμως ιδιοποιηθέντα και/ή κατακρατηθέντα και/ή ληφθέντα (money had and received) και/ή στη βάση αδικαιολόγητου πλουτισμού κλπ.
Κατά τον ουσιώδη χρόνο η Liberty Life ήταν δημόσια εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου και ασκούσε ασφαλιστικές εργασίες στον κλάδο ζωής και σε άλλους παρεμφερείς κλάδους. Κατά τον ίδιο χρόνο η Prolific Insurance ασκούσε στην Κύπρο εργασίες παραγωγών και/ή μεσιτών και/ή αντιπροσώπων και/ή διαμεσολαβητών για τη σύναψη και πραγμάτωση ασφαλιστικών συμβάσεων.
Η Liberty Life ισχυρίστηκε ότι η Prolific Insurance ενεργούσε ως διαμεσολαβητής και/ή μεσίτης και/ή αντιπρόσωπος μεταξύ αυτής και της Federal Bank και/ή αντιπρόσωπος για τη σύναψη του προαναφερόμενου ασφαλιστικού συμβολαίου. Όταν η Liberty Life ζήτησε την πληρωμή του ασφαλίστρου από την Federal Bank, η τελευταία ισχυρίστηκε ότι κατέβαλε το ασφάλιστρο στην Prolific Insurance στην οποία παρέπεμψε τη Liberty Life για την είσπραξη του. Η Liberty Life ζήτησε πληρωμή του ασφαλίστρου από την Prolific Insurance η οποία όμως αρνήθηκε να πληρώσει. Η Liberty Life ισχυρίστηκε ότι από το ποσό του ασφαλίστρου εκ £37.125,00 που, καθώς έχει ειπωθεί, περιήλθε στην Prolific Insurance, η τελευταία κατέβαλε απευθείας και εξ ιδίας πρωτοβουλίας τα αντασφάλιστρα στους αντασφαλιστές της (της Liberty Life) που η Liberty Life επρόκειτο να καταβάλει, ως είχε υποχρέωση. Τα εν λόγω αντασφάλιστρα ανέρχονταν σε US$34.230,00 και Stg£5.436,00 ήτοι ΛΚ18.346,00 και ΛΚ 4.765,00 αντίστοιχα.
Μετά την καταβολή των αντασφαλίστρων και την είσπραξη της προμήθειας στην οποία δικαιούταν η Prolific Insurance παρέμεινε στα χέρια της το υπόλοιπο εκ £11.832,00, ποσό το οποίο η Prolific Insurance αρνήθηκε να καταβάλει στη Liberty Life και το οποίο η τελευταία αξίωσε με την αγωγή της.
Η Prolific Insurance αρνήθηκε την αξίωση της Liberty Life. Ισχυρίστηκε ότι η τελευταία αρνήθηκε και/ή παρέλειψε να συμπεριλάβει στην ασφάλιση πρόσθετες ασφαλιστικές καλύψεις που είχαν συμφωνηθεί και ότι παράνομα και/ή κατά παράβαση της ασφαλιστικής πρακτικής παρέδωσε στους πελάτες της, την Federal Bank, το ασφαλιστικό συμβόλαιο το οποίο αυτή (η Prolific Insurance) δεν αποδέχθηκε για τους λόγους που παρέθεσε στην έκθεση υπεράσπισης της. Ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι, εν γνώσει και με τη συγκατάθεση της Liberty Life, πλήρωσε τα προαναφερόμενα αντασφάλιστρα στους αντασφαλιστές Wide Reassurance Company Ltd από το Ηνωμένο Βασίλειο. Παράλληλα η Prolific Insurance αρνήθηκε ότι κατακρατεί παράνομα κλπ το υπόλοιπο εκ £11.832,00 των ασφαλίστρων που εισέπραξε από τη Federal Bank και δι΄ ανταπαιτήσεως αξίωσε από τη Liberty Life US$ 34.230,00 και Stg£5.436,00 ως αποζημιώσεις για παράβαση σύμβασης και/ή για πλήρη έλλειψη ή αποτυχία νόμιμου ανταλλάγματος.
Η Federal Bank πρόβαλε ως υπεράσπιση ότι κατέβαλε τα πληρωτέα ασφάλιστρα στην Prolific Insurance ύστερα από σχετικές οδηγίες που πήρε από την Liberty Life οι οποίες εμπεριέχονται στην επιστολή ημερ. 12.11.2002.
Το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε ότι από τη μαρτυρία προέκυψε ότι υπήρξε λύση η οποία ικανοποίησε την αντασφαλιστική εταιρεία το περιεχόμενο της οποίας είναι από όλους παραδεκτό. Συμφωνήθηκε όπως όλα τα χρήματα για την ασφάλιση του 2003 καταβληθούν από τη Federal Bank στην Prolific Insurance η οποία με τη σειρά της θα πλήρωνε κατ΄ ευθείαν τα αντασφάλιστρα στους αντασφαλιστές και ακολούθως τα ασφάλιστρα στη Liberty Life. Η διαπίστωση αυτή καταγράφεται στην εφεσιβαλλόμενη απόφαση ως εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου όπου στη συνέχεια σημειώνεται «μια τέτοια συμφωνία είναι όντως και πρωτοφανής και παράδοξη για την ασφαλιστική πρακτική, πλην όμως γεγονός παραμένει ότι έγινε.»
Το πρωτόδικο δικαστήριο μετά την πιο πάνω διαπίστωση έθεσε το ερώτημα μεταξύ ποίων έγινε η προαναφερόμενη συμφωνία. Η απάντηση που αμέσως ακολούθησε είναι ότι η συμφωνία έγινε μεταξύ της Liberty Life και της Prolific Insurance χωρίς την ανάμιξη του κ. Jean Van Jaaren (ΜΥ1) της Federal Bank.
Αναφορικά με το θέμα της πληρωμής των ασφαλίστρων και αντασφαλίστρων, το πρωτόδικο δικαστήριο, για τους λόγους που εξηγεί, αποδέχθηκε τη θέση της Federal Bank ότι από τη στιγμή που έγινε η συμφωνία μεταξύ Liberty Life και Prolific Insurance, η τελευταία ενεργούσε ως προς την πληρωμή των ασφαλίστρων και αντασφαλίστρων ως αντιπρόσωπος της Liberty Life ή τουλάχιστον υπό διπλή ιδιότητα. Το πρωτόδικο δικαστήριο σημειώνει περαιτέρω,
«Προφανώς θα ήταν εξίσου απλό για την Ενάγουσα να αποδέχετο πληρωμή μόνον των αντασφαλίστρων προς την World - Wide μέσω της Εναγομένης 2, ζητώντας από την Εναγομένη 1 απευθείας πληρωμή των ασφαλίστρων, πλην όμως δεν το έπραξε. Με τον τρόπο που ενήργησε η Ενάγουσα όντως κωλύεται και η ίδια απέναντι στην Εναγόμενη 1 να αρνείται τη δέσμευση αυτή αφού η Εναγόμενη 1 στηριζόμενη στις παραστάσεις αυτές (Τεκμήριο 3) διαφοροποίησε τη θέση της και κατέβαλε όλα τα χρήματα στην Εναγόμενη 2. Κατ΄ ακρίβειαν πρόκειται για περίπτωση «φαινόμενης αντιπροσώπευσης» και τυγχάνουν εφαρμογής οι πρόνοιες του άρθρου 197 του Κεφ. 149 (βλ. υπ. Φιλική Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ ν. Κατερίνας Δημήτρη (1999) 1 Α.Α.Δ. 551).»
Με δεδομένη πλέον τη νομική σχέση μεταξύ Liberty Life και Prolific Insurance το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά έκρινε πως η καθοριστική συνέπεια της εν λόγω σχέσης είναι η υποχρέωση της Prolific Insurance να καταβάλει στη Liberty Life κάθε ποσό το οποίο αυτή έλαβε για λογαριασμό της, όπως προνοείται στο άρθρο 178 του περί Συμβάσεων Νόμου Κεφ. 149. Στη βάση της πιο πάνω κατάληξης η αγωγή εναντίον της Federal Bank απορρίφθηκε και εκδόθηκε απόφαση υπέρ της Liberty Life και εναντίον της Prolific Insurance με περαιτέρω συνέπεια την απόρριψη της ειδοποίησης συνεναγομένου της Federal Bank. Εκδόθηκε επίσης διάταγμα τύπου Bullock Order υπέρ της Federal Bank για καταβολή των εξόδων της από την Prolific Insurance.
H Prolific Insurance αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης. Με τον πρώτο λόγο έφεσης η εφεσείουσα εισηγείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο ενεργούσε ως αντιπρόσωπος της Liberty Life. Το σφάλμα του δικαστηρίου εξειδικεύεται στο ότι δεν προβλήθηκε τέτοιος ισχυρισμός στα δικόγραφα ούτε έγινε ανάλογη εισήγηση σε οποιοδήποτε στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας. Η επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου δικηγόρου της εφεσείουσας έχει ως έρεισμα τη γνωστή αρχή ότι οι γραπτές προτάσεις στοιχειοθετούν τα επίδικα θέματα και καθορίζουν τις παραμέτρους της δίκης. Ισχυρισμοί που δεν δικογραφούνται δεν εξετάζονται. Βλ. Παναγή ν. Γεν. Εισαγγελέα (1999) 1 ΑΑΔ 1107, Κυθρεώτης κα ν. Μιχαηλίδη Millington - Ward (2001) 1 ΑΑΔ 1480 και Λουκαίδης κα ν. Εκδ. Ετ. Αλήθεια Λτδ κα (2003) 1(Α) 22.
Στην υπό κρίση υπόθεση το ουσιαστικό επίδικο ζήτημα είναι κατά πόσο η ενάγουσα Liberty Life, νομιμοποιείται, με βάση τα γεγονότα που επικαλείται, στην είσπραξη του ποσού της απαίτησης £11.832,00, ως υπόλοιπο ασφαλίστρου. Και εφόσον η απάντηση είναι καταφατική απομένει ο προσδιορισμός του υπόχρεου στην καταβολή του επίδικου ποσού οφειλέτη ή οφειλετών.
Αναφορικά με το πρώτο σκέλος του επίδικου ζητήματος το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε θετικά υπέρ της Liberty Life. Η ορθότητα της απόφασης σχετικά με αυτή τη πτυχή δεν έχει αμφισβητηθεί από την Prolific Insurance. Ούτε βέβαια από τη Federal Bank. Καθόσον αφορά το δεύτερο σκέλος, που καθώς έχει ειπωθεί, σχετίζεται με τη διακρίβωση του πραγματικού οφειλέτη του ποσού της αξίωσης και κατ΄ επέκταση με τη νομική υποχρέωση που αυτός υπέχει για την εξόφληση του χρέους, το πρωτόδικο δικαστήριο μετά από ενδελεχή αξιολόγηση της μαρτυρίας, διαπίστωσε ότι από τη στιγμή που η Federal Bank κατέβαλε στην Prolific Insurance τα οφειλόμενα στη Liberty Life ασφάλιστρα και η Prolific Insurance με τη συναίνεση της Liberty Life κατέβαλε από το ποσό που εισέπραξε τα οφειλόμενα από τη Liberty Life αντασφάλιστρα στους αντασφαλιστές της Liberty Life, η Prolific Insurance ενεργούσε για το σκοπό αυτό ως αντιπρόσωπος της Liberty Life. Η διαπίστωση είναι ορθή εφόσον η πληρωμή των αντασφαλίστρων στους αντασφαλιστές ξεκάθαρα αφορούσε συμβατική υποχρέωση της Liberty Life εναντίον των αντασφαλιστών της. Και εφόσον δεν υπήρχε νόμιμη αιτία κατακράτησης του υπολοίπου του ασφαλίστρου από την Prolific Insurance αυτή είχε υποχρέωση να καταβάλει τούτο στη Liberty Life ως δικαιούμενης στην είσπραξη του. Αντί αυτού, το επίδικο χρηματικό ποσό κατακρατήθηκε από την Prolific Insurance η οποία χωρίς νόμιμη αιτία, αρνήθηκε να το καταβάλει στη δικαιούχο. Υπογραμμίζουμε ότι τα προαναφερόμενα γεγονότα συνιστούν διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου οι οποίες δεν έχουν αμφισβητηθεί από την Prolific Insurance εφόσον δεν προσβάλλονται με την υπό κρίση έφεση. Ενόψει τούτου, έχουμε την άποψη ότι το θέμα της νομικής σχέσης μεταξύ Liberty Life και Prolific Insurance δεν έχει καμιά νομική ή πρακτική σημασία, αν δηλαδή επρόκειτο για σχέση αντιπροσωπείας κλπ, εφόσον η Prolific Insurance, με βάση τις αδιαμφισβήτητες διαπιστώσεις και συμπεράσματα του πρωτόδικου δικαστηρίου κατακράτησε χωρίς νόμιμη αιτία, το επίδικο χρηματικό ποσό, δικαιούχος του οποίου είναι η Liberty Life.
Παρά την πιο πάνω κατάληξη σημειώνουμε ότι στις γραπτές προτάσεις των διαδίκων εντοπίσαμε αναφορές οι οποίες έχουν σχέση με το κύριο σημείο του πρώτου λόγου της έφεσης δηλαδή του κατά πόσο η διαπίστωση περί της σχέσης αντιπροσωπείας καλύπτεται από τη δικογραφία. Εχουμε την άποψη ότι το θέμα αυτό θίγεται τόσο στην έκθεση υπεράσπισης της Prolific Insurance όσο και στην απάντηση της Liberty Life. Οι σχετικές αναφορές, παρόλο ότι είναι ασαφείς, εντούτοις καθορίζουν το στίγμα της διαζευκτικής πρότασης. Η Prolific Insurance στην παράγραφο 6 της υπεράσπισης της αναφέρει ότι πλήρωσε τα αντασφάλιστρα με τη γνώση και συγκατάθεση της Liberty Life γεγονός το οποίο ενδεχομένως υποδηλώνει ότι η Liberty Life αποδέχθηκε όπως η Prolific Insurance ενεργήσει εκ μέρους της ή για λογαριασμό της για σκοπούς πληρωμής των αντασφαλίστρων από το ποσό που περιήλθε στην κατοχή της κατόπιν οδηγιών που έδωσε στη Federal Bank. Σχετική αναφορά υπάρχει επίσης και στην παράγραφο 9 της απάντησης της Liberty Life στην υπεράσπιση της Federal Bank όπου αναφέρεται,
«9. Οι Ενάγοντες λέγουν ότι ο αντιπρόσωπος τους, Εναγόμενος 2, οικειοποιήθηκε και/ή κατακράτησε το εις την Εκθεση Απαιτήσεως αναφερόμενο ποσό και εξακολουθεί να το οικειοποιείται και/ή κατακρατεί παράνομα αρνούμενος να το καταβάλει στους Ενάγοντες.»
Διαπιστώνουμε επίσης ότι η Liberty Life προώθησε ανάλογη θέση και κατά την ακροαματική διαδικασία όπως αναλυτικά υποδεικνύουν οι ευπαίδευτοι δικηγόροι της στο περίγραμμα της αγόρευσής τους.
Αναφορικά με το δεύτερο λόγο έφεσης ο οποίος αναφέρεται στο Bullock Order που εκδόθηκε υπέρ της Federal Bank για καταβολή των εξόδων της από την εφεσείουσα ο ευπαίδευτος συνήγορος της τελευταίας εισηγείται ότι η απόφαση είναι λανθασμένη αφήνοντας να νοηθεί ότι το πρωτόδικο δικαστήριο παρερμήνευσε ή δεν εφάρμοσε σωστά τη νομική αρχή η οποία διέπει το θέμα. Στο περίγραμμα της αγόρευσης του δικηγόρου δεν αναπτύσσεται οποιαδήποτε επιχειρηματολογία γιατί καθώς αναφέρεται «ο δεύτερος λόγος έφεσης μιλάει καθ΄ εαυτού». Η αρχή η οποία προκύπτει από την υπόθεση Bullock v. London General Omnibus Co and Others [1907] 1 KB 264 έχει υιοθετηθεί και από την κυπριακή νομολογία. Στην Κωνσταντίνος Μιχαήλ ν. Γεωργία Ψαρά κα, ΠΕ 296/2006, ημερ. 24.9.2009 λέχθηκε ότι η διαταγή εξόδων τύπου Bullock τυγχάνει εφαρμογής όταν ο ενάγων βρίσκεται σε αμφιβολία ως προς το ποιος από δύο ή περισσότερους ενεχόμενους σε ένα συμβάν είναι ένοχος επίδειξης αμέλειας έναντί του και δεν μπορούσε με λογική προσπάθεια να εξακριβώσει τα γεγονότα που σχετίζονταν με την αμέλεια. Στην υπό κρίση υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά σημειώνει ότι,
«Στην παρούσα υπόθεση πράγματι η ενάγουσα ευρίσκετο σε αμφιβολία ως προς το εναντίον ποιας εταιρείας έπρεπε να υποβάλει την αξίωσή της και κυρίως υπήρχαν θέματα τα οποία έπρεπε να διευκρινιστούν μεταξύ όλων των διαδίκων. Παρά τη μη σαφή τοποθέτηση της εναγομένης 1 προ της αγωγής ως προς το θέμα της αποδοχής των συμβολαίων και της ύπαρξης κάλυψης για το 2003, εντούτοις μετά την καταχώρηση υπεράσπισης το θέμα ήταν πλέον σαφές. Η όλη διαδικασία συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε εξαιτίας της επιμονής της εναγόμενης 2, η οποία προέβαλε και ανταπαίτηση χωρίς να έχει τέτοιες οδηγίες από την εναγόμενη 1. Υπό τις περιστάσεις θεωρώ την αμφιβολία και δίλημμα που είχε η ενάγουσα ως εύλογο και κατά συνέπεια την έκδοση διατάγματος Bullock Order ως δικαιολογημένη.»
Η πιο πάνω προσέγγιση του δικάσαντος δικαστηρίου μας βρίσκει σύμφωνους. Η Liberty Life πράγματι βρισκόταν σε αμφιβολία ως προς το ποια από τις δύο εταιρείες ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει το ποσό που αυτή είχε να παίρνει. Όπως είχαν παρουσιαστεί τα γεγονότα ήταν αδύνατο με λογική προσπάθεια να διακριβώσει εκείνα τα γεγονότα στη βάση των οποίων θα μπορούσε να στηρίξει την απαίτησή της και να προωθήσει την αγωγή είτε εναντίον της μιας ή της άλλης εναγομένης.
Η έφεση απορρίπτεται με €3500 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον της εφεσείουσας και υπέρ των εφεσιβλήτων 1 και 2.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.
Κ. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.
ΣΦ.