ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 747
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 305/2007)
1 Ιουνίου, 2010
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείων/Εναγόμενος,
ΚΑΙ
DECOSTONE LIMITED,
Εφεσίβλητη/Ενάγουσα.
- - - - - -
Θ. Ανδρέου, για τον Εφεσείοντα.
Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσίβλητη.
- - - - - -
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με την πρωτόδικη απόφαση στην αγωγή αρ. 12862/2003 το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας επεδίκασε υπέρ της ενάγουσας-εφεσίβλητης ποσό £1.680, πλέον ΦΠΑ, και νόμιμο τόκο ως αξία εκτελεσθείσας και μη πλήρως συμπληρωθείσας εργασίας. Η εφεσίβλητη ασχολείται με την κατασκευή δαπέδων από μπετόν, γνωστών ως "σταμπωτών", και ο εναγόμενος-εφεσείων της είχε αναθέσει την κατασκευή ενός τέτοιου δαπέδου σε ανεγειρόμενη οικοδομή του, στην οποία ο κυρίως εργολάβος ήταν ο πατέρας του.
Ο εφεσείων στην Υπεράσπισή του ισχυριζόταν ότι η συνολική τιμή που προφορικά συμφωνήθηκε για τις εργασίες ήταν £1.500, αλλ΄ εν πάση περιπτώσει, η εφεσίβλητη παρέλειψε να εκτελέσει τις ανατεθείσες σ΄ αυτήν εργασίες με τη δέουσα επιμέλεια, προσοχή και επαγγελματική δεξιότητα. Ως αποτέλεσμα, ισχυρίζετο ο εφεσείων, προέκυψαν κακοτεχνίες οι οποίες σχετίζονταν με ελαττωματικές κλίσεις του δαπέδου που προκαλούν συσσώρευση ή εγκλωβισμό ποσοτήτων νερού, μη κατασκευή μερών του δαπέδου και αρμού και μη τοποθέτηση προστατευτικού βερνικώματος σε όλη την επιφάνεια του μπετόν. Για αποκατάσταση αυτών των κακοτεχνιών ο εφεσείων ισχυρίζετο ότι απαιτείτο δαπάνη £4.000, ποσό το οποίο και διεκδικούσε εναντίον της εφεσίβλητης με Ανταπαίτηση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε τις θέσεις της εφεσίβλητης, σύμφωνα με τις οποίες οι εκτελεσθείσες εργασίες ανταποκρίνονταν προς τις υποχρεώσεις της, και δεν ευθυνόταν για οποιεσδήποτε ατέλειες ή ελαττώματα και ότι η μη τελική συμπλήρωση των εργασιών οφειλόταν στο ότι οι αντιπρόσωποι της εφεσίβλητης αποπέμφθηκαν από το χώρο από τον εναγόμενο και τον πατέρα του. Υπολόγισε δε το Δικαστήριο ότι η αξία της εκτελεσθείσας εργασίας ανερχόταν σε £1.680, πλέον ΦΠΑ, και επεδίκασε αυτό το ποσό υπέρ της εφεσίβλητης, ενώ απέρριψε την Ανταπαίτηση του εφεσείοντα.
Με την έφεσή του ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης εγείροντας τρεις λόγους έφεσης.
1ος Λόγος Έφεσης. Το κατ΄ ισχυρισμό εσφαλμένο συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη δεν ευθυνόταν για τα προβλήματα και κακοτεχνίες στο κατασκευασθέν δάπεδο.
Σύμφωνα με τις θέσεις του εφεσείοντα, εσφαλμένα αποφάνθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η εφεσίβλητη δεν ευθυνόταν για τα προβλήματα και κακοτεχνίες που παρουσιάζονται στο δάπεδο της αυλής της οικίας και ότι δεν υπήρχε μαρτυρία ότι η επίδικη συμφωνία περιλάμβανε και ετοιμασία της επιφάνειας επί της οποίας θα κατασκευαζόταν το σταμπωτό δάπεδο, ώστε να έχει τις σωστές κλίσεις.
Διευκρινίζεται κατ΄ αρχήν ότι, σε σχέση με αυτό το θέμα, ήταν και παρέμεινε αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι είχε δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα συσσώρευσης νερού μετά την κατασκευή του δαπέδου σε μερικά σημεία των δαπέδων. Όπως έθεσε το θέμα το πρωτόδικο Δικαστήριο, το σταμπωτό δάπεδο τοποθετείται βέβαια σε υφιστάμενο δάπεδο και ακολουθεί τις κλίσεις του. Τα δε προβλήματα που δημιουργήθηκαν στη συγκεκριμένη περίπτωση οφείλονταν στο γεγονός ότι το δάπεδο δεν είχε κλίση (κατάτροχο), με αποτέλεσμα το νερό να συγκεντρώνεται σε κάποια σημεία του δαπέδου. Το ζήτημα που κλήθηκε να αποφασίσει το Δικαστήριο, ήταν το ποιος ευθύνεται για τη δημιουργηθείσα εκείνη κατάσταση πραγμάτων.
Το παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι υπήρχε μαρτυρία ως προς το ποιος ήταν υπεύθυνος να κατασκευάσει τις ορθές κλίσεις, αυτή του πολιτικού μηχανικού ΜΥ3 Σοφοκλέους, η οποία όμως αγνοήθηκε από το Δικαστήριο. Ενώ δε η εφεσίβλητη στην Απάντηση στην Υπεράσπιση αρνείτο την ύπαρξη οποιωνδήποτε κακοτεχνιών, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχαν κακοτεχνίες, πλην όμως, εκτρεπόμενο από τα δικόγραφα, έκρινε ότι αυτές δεν οφείλονταν στην εφεσίβλητη η οποία δεν είχε την ευθύνη κατασκευής κλίσεων.
Σε σχέση με αυτές τις εισηγήσεις, θα πρέπει να παρατηρήσουμε τα εξής:
Κατ΄ αρχάς η άρνηση εκ μέρους ενός διαδίκου ότι αυτός προκάλεσε κακοτεχνίες κατά την εκτέλεση ενός έργου που του είχε ανατεθεί, δεν σημαίνει και άρνηση ύπαρξης κάποιων προβλημάτων που αντικειμενικά μπορούν να διαπιστωθούν στις εκτελεσθείσες εργασίες. Ο όρος "κακοτεχνίες", δεν σημαίνει τίποτε άλλο παρά, όπως η γραμματική ερμηνεία της λέξης υποδηλώνει, την κακή κατασκευή εκείνου που ανέλαβε να εκτελέσει ο διάδικος. Δικαιούται επομένως ο διάδικος ο οποίος αρνείται ότι ευθύνεται για κακοτεχνίες, να προβάλει τη θέση ότι οποιαδήποτε προβλήματα παρουσιάστηκαν στο έργο οφείλονται σε αιτίες άλλες που δεν τον αφορούν και ασφαλώς το Δικαστήριο επίσης μπορεί να καταλήξει ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο διάδικος ευθύνεται για κακοτεχνίες και ότι τα όποια προβλήματα παρουσιάστηκαν καταλογίζονται αλλού ή σε άλλους.
Δεν είναι δε ορθή η εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε ή δεν έλαβε υπόψη τη μαρτυρία επί του θέματος τούτου που έδωσε ο πολιτικός μηχανικός ΜΥ3 και ο εφεσείων. Όπως προκύπτει από το σχετικό απόσπασμα της εκκαλούμενης απόφασης, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του την άποψη, διότι περί άποψης επρόκειτο και όχι μαρτυρίας επί γεγονότων, ως προς το ποίος θα αναμενόταν να κατασκευάσει τις κλίσεις, πλην όμως έκρινε ότι τέτοια συμβατική ή εξυπακουόμενη υποχρέωση στην επίδικη συμφωνία δεν αποδείχθηκε ότι υπεισήλθε. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:
"Ο εναγόμενος θεώρησε «αυτονόητο», όπως είπε χαρακτηριστικά, ότι οι ενάγοντες θα κατασκεύαζαν τόσο την κλίση όσο και το κατάτροχο. Την ίδια άποψη συμμεριζόταν και ο πολιτικός μηχανικός του έργου Σοφοκλής Σάββα. Καμία μαρτυρία έχει τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου ότι η επίδικη συμφωνία περιλάμβανε και ετοιμασία της επιφάνειας επί της οποίας θα τοποθετείτο το σταμπωτό, έτσι ώστε να έχει τις σωστές κλίσεις. Κανένα στοιχείο έχει προσκομισθεί ότι στην επίδικη συμφωνία, που ήταν προφορική και έγινε μέσω του τηλεφώνου, περιλαμβανόταν τέτοιος όρος. Η εκτέλεση δε τέτοιας εργασίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως σιωπηρός και ή εξυπακουόμενος όρος της συμφωνίας αυτής. Η συμπερίληψη σε συμφωνία όρου που δεν αναγράφεται στο κείμενό της είναι σύμφωνα με τη νομολογία μας εξαιρετικό μέτρο. Η συμπερίληψη δικαιολογείται εφόσον η αναγκαιότητα είναι τέτοια για την πρόσδοση εμπορικής υπόστασης στη συμφωνία που με βεβαιότητα θα μπορούσε να λεχθεί ότι οι συμβαλλόμενοι, αν είχαν ερωτηθεί, αναντίλεκτα θα έλεγαν ότι ο όρος συνιστούσε μέρος της συμφωνίας. (Βλ. Bauer v. Δ. Ηροδότου & Υιών Λτδ (1994) 1 ΑΑΔ 325, 333). Πέραν τούτου, πώς είναι δυνατό να αναμένει από τους ενάγοντες να κατασκευάσουν τις κλίσεις που απεικονίζονται στα σχέδια που ετοίμασε ο πολιτικός μηχανικός όταν τα σχέδια αυτά δεν είχαν καν δοθεί στους ενάγοντες. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου του πολιτικού μηχανικού, τα σχέδια τα κατείχε ο κύριος εργολάβος, ενώ ο ίδιος ο πολιτικός μηχανικός, ως υπεύθυνος του έργου, δεν επέβλεψε τις εργασίες. Ας σημειωθεί ότι τα σχέδια αυτά δεν έχουν κατατεθεί σαν τεκμήρια και το περιεχόμενό τους παραμένει άγνωστο στο Δικαστήριο. Ο πολιτικός μηχανικός Σοφοκλής Σάββα ισχυρίσθηκε επίσης ότι οι ενάγοντες έπρεπε να είχαν τοποθετήσει αρμούς και μάστιχο, καμία μαρτυρία όμως υπάρχει ενώπιον του Δικαστηρίου ότι είχε συμφωνηθεί ή ότι ζητήθηκε κάτι τέτοιο, έστω και εκ των υστέρων, κατά την εκτέλεση των εργασιών από τον πολιτικό μηχανικό. Το ίδιο ισχύει και για το πεζοδρόμιο δίπλα από τη σκάλα που αναγράφεται στην έκθεση του πολιτικού μηχανικού, κανένα στοιχείο έχει τεθεί ενώπιόν μου ότι η συμφωνηθείσα εργασία περιλάμβανε και την κάλυψη με «σταμπωτό» του πιο πάνω πεζοδρομίου."
Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στο υπό εξέταση θέμα ήταν νομικά ορθή και δικαιολογημένη υπό το φως της δοθείσας μαρτυρίας.
Ο Λόγος αυτός Έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
2ος Λόγος Έφεσης. Ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν απέρριψε την Απαίτηση της εφεσίβλητης.
Εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν απέρριψε την Απαίτηση της εφεσίβλητης, ισχυρίζεται ο εφεσείων, αφού οι κακοτεχνίες είναι ουσιώδεις, χρειάζονται ανακατασκευή και αποτελούν ουσιώδη παράβαση της συμβατικής υποχρέωσης της εφεσίβλητης και/ή αποδεικνύουν αμέλεια.
Όπως καθίσταται φανερό, αυτός ο Λόγος Έφεσης και η αιτιολογία του καλύπτονται από τον προηγούμενο. Εκ του περισσού δε, επαναλαμβάνουμε ότι η διακρίβωση ύπαρξης προβλημάτων, ελλειμμάτων ή αδυναμιών σε ένα έργο που ανέλαβε να κατασκευάσει ένας διάδικος δεν δημιουργεί, χωρίς άλλο, θέμα κακοτεχνιών και δεν εξουδετερώνει ή μειώνει την υποχρέωση εκείνου που εγείρει θέμα ευθύνης να στοιχειοθετήσει την αμέλεια που καταλογίζει στο διάδικο ή την ύπαρξη και παράβαση συμβατικού όρου στο πλαίσιο εκτέλεσης της σύμβασης.
3ος Λόγος Έφεσης. Ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε καθόλου την Ανταπαίτηση του εφεσείοντα και την απέρριψε.
Ως αιτιολογία προς υποστήριξη αυτού του Λόγου Έφεσης, επαναλαμβάνονται από τον εφεσείοντα τα ίδια θέματα που ήγειρε σε σχέση με τους πρώτους δύο Λόγους Έφεσης. Έπεται ότι και αυτός ο Λόγος Έφεσης καλύπτεται από τα όσα έχουμε προαναφέρει. Προς άρση όμως οποιασδήποτε τυχόν εσφαλμένης αντίληψης ως προς το θέμα της Ανταπαίτησης, παρατηρούμε τα εξής:
Στην παρούσα περίπτωση καθίσταται φανερό από την ακολουθηθείσα διαδικασία κατά τη δίκη, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα τηρηθέντα πρακτικά και στην εκδοθείσα απόφαση, ότι η Απαίτηση και η Ανταπαίτηση συνεκδικάστηκαν. Οι μάρτυρες δηλαδή που κάθε πλευρά παρουσίασε, ήσαν μάρτυρες τόσο επί της Απαίτησης όσο και επί της Ανταπαίτησης, χωρίς να διεξαχθεί ξεχωριστή, διαδοχική διαδικασία όπως μπορούσε, με βάση τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Ξενίζει δε η εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε την Ανταπαίτηση, αφού ακριβώς όλη η προαναφερθείσα μαρτυρία και η αξιολόγησή της, όπως και το απόσπασμα από την εκδοθείσα απόφαση, πραγματεύονται θέματα τα οποία είχαν εγερθεί και προωθηθεί μέσω της Ανταπαίτησης, περιστρεφόμενα γύρω από τον κεντρικό άξονα της διαπίστωσης κακοτεχνιών για τις οποίες καταλογιζόταν ευθύνη στην εφεσίβλητη και σε σχέση με την οποία εγειρόταν ανταπαιτητικά, αξίωση για χρηματική αποζημίωση.
Επομένως, ούτε και αυτός ο Λόγος Έφεσης μπορεί να ευσταθήσει.
Αναπόφευκτα, η έφεση απορρίπτεται, με €2.000 συν ΦΠΑ έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΧΤΘ