ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 1 ΑΑΔ 468

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                Πολιτική Έφεση Αρ.164/2007

 

14 Απριλίου, 2010

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

 

1.    ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

2.    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ,

Εφεσείοντες-Ενάγοντες,

και

1.    ALPHA BANK LTD,

2.    ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

3.    ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ, ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Εναγομένων.

― ― ― ―

 

Α. Μαθηκολώνης,  για  εφεσείοντες-ενάγοντες

Γ. Ζαχαρίου, για εφεσίβλητους-εναγομένους

Ουδεμία εμφάνιση για Γενικό Εισαγγελέα

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον

Π. Αρτέμη, Π.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Η αγωγή, απόφαση στην οποία είναι το αντικείμενο της έφεσης αυτής, καταχωρήθηκε το Δεκέμβριο του 2003 και ορίστηκε για ακρόαση για πρώτη φορά στις 28 Νοεμβρίου, 2005.  Αναβλήθηκε ξανά για ακρόαση στις 3 Απριλίου, 2006, ακολούθως στις 8 Ιουνίου, 2006 και στις 19 Ιανουαρίου, 2007, ημερομηνία κατά την οποία αποσύρθηκε ο δικηγόρος των εναγόντων.  Ακολούθως, διορίστηκαν νέοι δικηγόροι στις 7 Μαρτίου, 2007 και 14 Μαϊου, 2007 και τελικά ορίστηκε ξανά για ακρόαση στις 15 Μαϊου, 2007. Την προηγούμενη ημέρα κατατέθηκε σημείωμα ειδοποίησης αλλαγής δικηγόρου των εναγόντων.  Την τελευταία αυτή ημερομηνία, εμφανίστηκε δικηγόρος εκ μέρους του νέου συνηγόρου που εκπροσωπούσε τους εφεσείοντες-ενάγοντες κου Ν. Νεοκλέους, ο οποίος ανάφερε στο Δικαστήριο ότι μόλις προ ολίγων ημερών ο κ. Νεοκλέους είχε αναλάβει την υπόθεση και ζητούσε αναβολή και χρόνο για να ετοιμαστεί κατάλληλα και να κλητεύσει μάρτυρες, καθώς και για να κάμει αλλαγή δικογράφων, αφού υποβάλει σχετική αίτηση.

 

Η δικηγόρος των εναγομένων 2 και 3 δεν έφερε ένσταση, κατ΄αντίθεση με το συνήγορο της εφεσίβλητης 1, που αιτιολόγησε την ένστασή του αναφέροντας ότι οι εφεσείοντες-ενάγοντες είχαν επιδείξει κωλυσιεργία και πολιτική καθυστέρησης της υπόθεσης, με αιτήματα για συνεχείς αναβολές και αλλαγές δικηγόρων.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα πιο κάτω στην υπό έφεση απόφασή του, κρίνοντας ότι δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί επιτυχώς το αίτημα για αναβολή:

«Έχει χθες καταχωρηθεί σχετική ειδοποίηση αλλαγής δικηγόρου για να αναλάβει τρίτος στη σειρά στην παρούσα αγωγή δικηγόρος.  Δεν έχει δοθεί καμιά εξήγηση λόγω της οποίας η αλλαγή αυτή λαμβάνει χώρα πριν από την ημερομηνία ακρόασης της παλιάς αυτής αγωγής η οποία καταχωρήθηκε το 2003.  Η οποιαδήποτε αλλαγή δικηγόρου θα έπρεπε να γίνει έγκαιρα έτσι ώστε να εδίνετο η ευκαιρία στο νέο δικηγόρο να ενημερωθεί πλήρως και να είναι σε θέση να διεκπεραιώσει την ακρόαση.  Αυτό δεν έχει γίνει και ούτε έχει δοθεί καμιά εξήγηση γιατί δεν ακολουθήθηκε η σωστή διαδικασία.  Η πρόθεση από τον τρίτο στη σειρά δικηγόρο να υποβάλει αίτημα για τροποποίηση δικογράφων καθόλου δεν προσθέτει στο αίτημα.  Τα δικόγραφα σε μια παλιά υπόθεση, όπως αυτή του 2003 θα έπρεπε να ήταν εν τάξει αρχικά ή τουλάχιστον σε κάποιο πολύ προγενέστερο στάδιο η δε αλλαγή στην εκπροσώπηση από δικηγόρο δεν δικαιολογεί και αυτόματα την υποβολή οποιασδήποτε αίτησης για τροποποίηση.

 

Το Δικαστήριο ακολούθως αναφέρθηκε σε σχετική νομολογία και στις αρχές με βάση τις οποίες ασκείται η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου σε αιτήματα αναβολής και κατάληξε ως εξής:

 

«Στην παρούσα περίπτωση ο λόγος που προβάλλεται δεν είναι άλλος παρά η αλλαγή δικηγόρου την υστάτη στιγμή και η πρόθεση υποβολής αιτήματος για τροποποίηση, λόγοι που καθόλου δεν δικαιολογούν την αιτουμένη αναβολή για ακόμα μια φορά στη βεβαρυμένη με πολλές καθυστερήσεις παρούσα αγωγή.  Το αίτημα απορρίπτεται.»

 

Ακολούθως, ο συνήγορος που εμφανίστηκε εκ μέρους των εναγόντων ζήτησε μικρή διακοπή για να επικοινωνήσει με τον κ. Νεοκλέους, για να διαπιστώσει κατά πόσο ήταν έτοιμος να έρθει ενώπιον του Δικαστηρίου στη Λάρνακα από τη Λεμεσό.  Το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα και τελικά οδηγήθηκε και σε απόρριψη της αγωγής.  Παραθέτουμε αυτούσιο σχετικό απόσπασμα από τα πρακτικά:

 

«Δικαστήριο:  Η υπόθεση είχε ορισθεί για ακρόαση στις 10.30 π.μ., η ώρα είναι ήδη 11.00 π.μ. και δεν παρέχεται καμιά δυνατότητα να αναμένει το δικαστήριο το ενδεχόμενο άφιξης δικηγόρου από τη Λεμεσό και με τη δεδηλωμένη δική σας πληροφόρηση ότι δεν είναι ενήμερος για την υπόθεση.  Το αίτημα απορρίπτεται, μπορείτε να προχωρήσετε.

 

κ. Νικολάου:  Όχι εγώ δεν έχω οδηγίες με όλο το σέβας.

 

κ. Ζαχαρίου:  ζητώ την απόρριψη της αγωγής.

 

Ενάγων 1:  Θέλω να απευθυνθώ στο δικαστήριο.

 

Δικαστήριο:  Εκπροσωπείσθε από δικηγόρο ο οποίος έχει προβάλει τις θέσεις σας.  Η αγωγή λόγω ελλείψεως προώθησης απορρίπτεται.»

 

Το παράπονο των εφεσειόντων είναι ότι το Δικαστήριο κακώς στέρησε στους ενάγοντες το δικαίωμα παρουσίασης της υπόθεσής τους, με το να αρνηθεί την αναβολή και επίσης κακώς δεν δέχθηκε να ακούσει τον εφεσείοντα-ενάγοντα 1 και να προχωρήσει ίσως σε λήψη της μαρτυρίας του.

 

Υπάρχει σωρεία αποφάσεων στη νομολογία μας, που πραγματεύεται το θέμα αναβολής και τις αρχές με βάση τις οποίες εξετάζεται κάθε περίπτωση.  Αναφερόμαστε ιδιαίτερα στην υπόθεση  Κρέντου ν. General Constructions Co. Ltd κ.ά. (1997) 1 (Γ) Α.Α.Δ. 1270, όπου αναλύθηκαν με λεπτομέρεια οι αρχές που διέπουν το θέμα.   Το Δικαστήριο θα πρέπει να εξισορροπεί το δικαίωμα διάδικου να ακούγεται με το συνταγματικό δικαίωμα για απονομή της δικαιοσύνης μέσα σε εύλογο χρόνο.  Παραθέτουμε εκτενές απόσπασμα από την πιο πάνω απόφαση:

 

«Το δικονομικό πλαίσιο για την αναβολή της ακρόασης παρέχεται από τη Δ.33 θ.6 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.  Η αναβολή διαδικασίας αποτελεί δικαστική πράξη η οποία μπορεί να αναθεωρηθεί κατ΄έφεση. Ωστόσο, επειδή πρόκειται για ζήτημα διακριτικής ευχέρειας, το Εφετείο δεν επεμβαίνει εκτός μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις (Βλ,. In re Yates´ Settlement Trusts (1954) 1 W.L.R. 564 C.A., Sackville West v. A.G. (1910) 128 L.T. 265, Maxwell v. Keun (1928) 1 Κ.Β. 645).

 

Η απόφαση στην υπόθεση Maxwell (πιο πάνω) αποτέλεσε θεμελιακή απόφαση.  Έχει υιοθετηθεί σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων (Βλ. Walker v. Walker (1967) 1 All E.R. 412, M v M (1968) 3 All E.R. 878, Rose v. Humbles (1970) 2 All E.R. 519).

 

Σύμφωνα με την αγγλική νομολογία η επέμβαση του Εφετείου είναι δυνατή μόνο όπου το αποτέλεσμα της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου απολήγει σε εξουδετέρωση των δικαιωμάτων των μερών ή προκαλεί αδικία στο ένα ή το άλλο από τα μέρη.

 

Η σύνοψη της απόφασης στην Maxwell (πιο πάνω) θέτει το θέμα ως εξής:

 

       "The Court of Appeal ought to be very slow to interfere with the discretion vested in a judge by Order XXXVI., r.34, with regard to such a matter as the adjournment of the trial of an action before him, and very seldom does so; but if it appears that the result of an order refusing such an adjournment will be to defeat the rights of the applicant altogether, and to do that which the Court of Appeal is satisfied would be an injustice to one or other of the parties, the  Court has power to review the order, and it is its duty to do so."

 

Σε ελληνική μετάφραση:

 

       «Το Εφετείο πρέπει να είναι πολύ διστακτικό στο να επέμβει στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου δυνάμει της Δ.ΧΧΧΩΙ, θ.34, σε σχέση με ζητήματα όπως είναι η αναβολή της ακρόαση μιας αγωγής η οποία βρίσκεται ενώπιον του και πολύ σπάνια το πράττει.  Ωστόσο, αν διαφανεί ότι το αποτέλεσμα διαταγής με την οποία απορρίπτεται αίτημα για αναβολή θα ήταν να εξουδετερωθούν εξ ολοκλήρου τα δικαιώματα του αιτητή και να προκληθεί αποτέλεσμα που το Εφετείο ικανοποιείται ότι θα ήταν άδικο για τον ένα ή τον άλλο διάδικο, το Εφετείο έχει εξουσία να αναθεωρήσει τη διαταγή και έχει καθήκον να το πράξει.»

 

Ο Λόρδος Δικαστής Lawrence θέτει το ζήτημα ως πιο κάτω- στη σελ. 658:

 

       "No words of mind are really needed to emphasize the reluctance of this Court to interfere with a discretionary order such as the one now under appeal.  this court never interferes with the discretion of a judge below in arranging his list or in fixing the time for trying any cases before him unless that discretion is exercised so as to result in a denial of justice."

 

Σε ελληνική μετάφραση:

 

       «Στην πραγματικότητα δεν χρειάζονται δικά μου λόγια για να τονισθεί η απροθυμία αυτού του Δικαστηρίου να επέμβει σε διαταγή που εκδίδεται στα πλαίσια άσκησης διακριτικής ευχέρειας όπως είναι η εκκαλούμενη διαταγή.  Αυτό το δικαστήριο δεν επεμβαίνει στη διακριτική ευχέρεια πρωτόδικου Δικαστή με την οποία ρυθμίζει τον κατάλογο των υποθέσεων του ή καθορίζει τον χρόνο ακρόασης οποιωνδήποτε υποθέσεων του, εκτός αν η σχετική διακριτική ευχέρεια έχει ασκηθεί με τρόπο που απολήγει σε άρνηση δικαιοσύνης.»

 

Η δική μας νομολογία έχει κατ΄αναλογία υιοθετήσει τις πιο πάνω θέσεις, όπως φαίνεται μεταξύ άλλων, από τις υποθέσεις Efstathios Kyriacou and Sons Ltd v. Mouzourides (1963) 2 C.L.R. 1, Αρέστη ν. Ηλία (1991) 1 Α.Α.Δ. 984.

Όπως έχει λεχθεί και στην Αρέστη ν. Ηλία (πιο πάνω) «η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν αναθεωρείται με γνώμονα την ορθότητα της απόφασης κατά την υποκειμενική κρίση των μελών του Εφετείου, αλλά με αντικειμενικά κριτήρια που περιορίζουν την ευχέρεια επέμβασης σε δύο μόνο περιπτώσεις» δηλαδή, όπου διαπιστώνεται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας εκτός των πλαισίων που καθορίζονται από το νόμο ή όπου η άσκηση της οδηγεί σε πασιφανή αδικία στην οποία δεν θα μπορούσε να καταλήξει κανένα Δικαστήριο. 

 

Έχοντας υπόψη τα γεγονότα της υπόθεσης, τις επανειλημμένες αναβολές και το αίτημα για αναβολή την τελευταία στιγμή πριν τον ορισμό της υπόθεσης για πολλοστή φορά για ακρόαση, δεν θεωρούμε ότι η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου ήταν εκτός των παραδεκτών πλαισίων.  Η ηλικία της υπόθεσης και οι επανειλημμένες αναβολές δεν μπορεί να θεωρηθεί πως οδηγούσαν σε στέρηση του δικαιώματος των εφεσειόντων να ακουστούν, λαμβάνοντας υπόψη και το γεγονός πως οι ίδιοι ήταν υπεύθυνοι για τις συνεχείς αναβολές και καθυστερήσεις στην εκδίκαση της υπόθεσης και απέτυχαν να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που τους δόθηκαν για ακρόαση. Ούτε το παράπονο του εφεσείοντα 1 να εμποδισθεί να ακουστεί ευσταθεί, αφού, όπως ορθά ανέφερε το Δικαστήριο, εκπροσωπείτο από δικηγόρο.

 

 

 

 

 

Εν όψει των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με  €2.000 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ του εφεσίβλητου-εναγόμενου 1.

 

 

 

 

Π.                                            Δ.                                            Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/Χ.Π.

  


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο