ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 254
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 313/2007)
23 Φεβρουαρίου, 2010
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ,
2. ΦΩΤΕΙΝΗ ΦΡΑΝΤΖΗ,
Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,
ν.
ΦΙΛΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΤΔ.,
Εφεσίβλητης/Ενάγουσας.
Αυγ. Κωνσταντίνου, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Παπαθεοδώρου, για την Εφεσίβλητη.
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα υπόθεση αφορούσε απαίτηση της εφεσίβλητης, χρηματικής φύσης. Το ύψος της χρηματικής απαίτησης αρχικά ήταν £82.899,26, πλέον τόκοι. Σε μεταγενέστερο στάδιο και συγκεκριμένα κατά την ακρόαση της υπόθεσης έγινε παραδεκτό από την εφεσίβλητη ότι οι εφεσείοντες είχαν, σε δύο διαφορετικές περιπτώσεις πριν την έγερση της αγωγής, καταβάλει έναντι, το συνολικό ποσό των £7.000. Σαν αποτέλεσμα, το ποσό της απαίτησης μειώθηκε ανάλογα και συγκεκριμένα σε £75.899,26.
Το πιο πάνω ποσό οφείλεται, δυνάμει γραμματίου συνήθους τύπου το οποίο υπέγραψε, η μεν εταιρεία Ανδρέας Φραντζής Λίμιτεδ (πρώην εναγόμενη 1) ως πρωτοφειλέτιδα, οι δε εφεσείοντες (πρώην εναγόμενοι 2 και 3) ως εγγυητές. Σημειώνεται ότι εναντίον της εταιρείας έχει εκδοθεί απόφαση ως η απαίτηση λόγω παράλειψης της να καταχωρίσει σημείωμα εμφάνισης.
Σ' αυτό το στάδιο θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε τα εξής αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως αυτά επισημαίνονται στο πιο κάτω απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση. Τα εν λόγω γεγονότα συμβάλλουν πιστεύουμε καθοριστικά στην κατανόηση των αντίστοιχων θέσεων.
"Οι Εναγόμενοι 1, Εταιρεία που συνέστησε ο Εναγόμενος 2, υπήρξαν ασφαλιστικοί αντιπρόσωποι των Εναγόντων δυνάμει συμβάσεως. Οι Εναγόμενοι 1 υπέγραψαν προς όφελος των Εναγόντων το επίδικο γραμμάτιο για το ποσό των £82.889,26. Επί του εν λόγω γραμματίου υπέγραψαν ως εγγυητές οι Εναγόμενοι 2 και 3 οι οποίοι είναι σύζυγοι. Σε κάποιο στάδιο οι Ενάγοντες «συγχωνεύθηκαν», όπως αναφέρθηκε, από την Laiki Insurance Agencies Limited, που στο εξής θα αναφέρεται ως Laiki. Η συγχώνευση αυτή δεν επέφερε τη διάλυση των Εναγόντων, οι οποίοι συνεχίζουν μέχρι σήμερα να υφίστανται ως νομικό πρόσωπο, χωρίς όμως να ασκούν ασφαλιστικές εργασίες αφού αυτές ασκούνται πλέον από τη Laiki. Επειδή η Εναγόμενη 1 Εταιρεία τελούσε υπό εκκαθάριση, ο Εναγόμενος 2 συνέστησε άλλη εταιρεία, την «Ασφαλιστικό Γραφείο Προστασία Λτδ», η οποία το 2000 συνήψε συμφωνία ασφαλιστικού αντιπροσώπου με τη Laiki. Επί της εν λόγω συμφωνίας υπέγραψαν οι Εναγόμενοι 2 και 3 ως εγγυητές. Εντός του 2003 η συμφωνία αυτή τερματίστηκε με αποτέλεσμα η Laiki να καταχωρίσει εναντίον των Εναγομένων την αγωγή 8472/03, η οποία είναι ορισμένη για ακρόαση το Δεκέμβριο του 2007."
Στα πιο πάνω αδιαμφισβήτητα γεγονότα θεωρούμε σκόπιμο να προσθέσουμε και τα εξής, τα οποία όπως προκύπτει από την ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου μαρτυρία και συνάγεται από το κείμενο της πρωτόδικης απόφασης, συνιστούν κοινό έδαφος. Το δυνάμει του γραμματίου κατά το χρόνο συγχώνευσης των δύο εταιρειών - Laiki Insurance Agencies Ltd (Laiki) και εφεσίβλητης - υπόλοιπο που εκκρεμούσε σε βάρος των εφεσειόντων, με τη συγκατάθεση όλων των εμπλεκομένων, μεταφέρθηκε στο λογαριασμό της νέας εταιρείας των εφεσειόντων με τη Laiki, ο οποίος και χρεώθηκε ανάλογα. Στα πλαίσια της αγωγής 8472/03, μεταξύ άλλων ποσών, η Laiki αξίωνε από τους εφεσείοντες και το ποσό του γραμματίου. Κατά το χρόνο εκδίκασης της αγωγής στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή πρωτόδικη απόφαση, η αγωγή 8472/03 εξακολουθούσε να εκκρεμεί προς εκδίκαση.
Η θέση των εφεσειόντων είναι απλή. Έχουν εξοφλήσει τη συγκεκριμένη οφειλή τους και συνεπώς κανένα ποσό δεν οφείλουν δυνάμει του εν λόγω γραμματίου είτε στην εφεσίβλητη είτε στη Laiki. Συγκεκριμένα οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι με τη μεταφορά του υπολοίπου στο λογαριασμό της νέας εταιρείας των εφεσειόντων με τη Laiki, η εφεσίβλητη εκχώρησε το σύνολο των δικαιωμάτων της που πήγαζαν από το συγκεκριμένο γραμμάτιο, στη Laiki. Με την εν λόγω εκχώρηση η εφεσίβλητη έχει εξοφληθεί. Το υπόλοιπο που εκκρεμούσε κατά το χρόνο της εκχώρησης, ξοφλήθηκε σταδιακά. Οι σχετικές πληρωμές έγιναν, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, μέσω του λογαριασμού που ανοίχθηκε στη Laiki στα πλαίσια συνεργασίας της εν λόγω εταιρείας με τη νέα εταιρεία των εφεσειόντων, ο οποίος λειτουργούσε στο όνομα της νέας εταιρείας με την εγγύηση των εφεσειόντων και στον οποίο το υπόλοιπο του γραμματίου είχε, με τη συγκατάθεση όλων των εμπλεκομένων, μεταφερθεί.
Η θέση της εφεσίβλητης είναι εξίσου απλή. Οι εφεσείοντες εξακολουθούν να οφείλουν το συγκεκριμένο ποσό πλέον τόκους. Συγκεκριμένα, η εφεσίβλητη δέχεται μεν ότι το οφειλόμενο κατά το χρόνο συγχώνευσης των δύο εταιρειών, χρεωστικό σε βάρος των εφεσειόντων υπόλοιπο, μεταφέρθηκε στο λογαριασμό της νέας εταιρείας ο οποίος τηρείτο και λειτουργούσε με τη Laiki, απορρίπτει όμως τη θέση ότι η εν λόγω μεταφορά συνιστά εκχώρηση ή ήταν συνέπεια εκχώρησης των δικαιωμάτων της που απέρρεαν από το γραμμάτιο, στη Laiki. Στην πραγματικότητα ουδέποτε η εφεσίβλητη εκχώρησε δικαιώματα της στη Laiki. Ισχυρίζεται ότι η σχετική μεταφορά έγινε κατόπιν συνεννόησης και με συγκατάθεση των εφεσειόντων, με αποκλειστικό γνώμονα τη συγκέντρωση του συνόλου των χρεωστικών υπολοίπων των εφεσειόντων στις δύο εταιρείες - Laiki και εφεσίβλητη - για σκοπούς καλύτερης παρακολούθησης των εν λόγω υπολοίπων.
Σ' αυτό το στάδιο θεωρούμε σκόπιμο να σημειώσουμε πως στο δικόγραφο τους οι εφεσείοντες αρχικά ήγειραν αριθμό υπερασπίσεων. Όμως, στον αμέσως πριν την έναρξη της ακρόασης χρόνο, με σχετική δήλωση του δικηγόρου τους περιορίστηκαν σε μια μόνο υπεράσπιση∙ ότι έχουν εξοφλήσει το επίδικο ποσό. Εξ' ου και η ακρόαση άρχισε με τους εφεσείοντες πρώτους να παρουσιάζουν τη δική τους μαρτυρία.
Για την εφεσίβλητη κατέθεσε ένας μάρτυρας. Ο Π. Γιάγκου, λογιστής και υπεύθυνος παρακολούθησης χρεωστικών υπολοίπων ασφαλιστικών αντιπροσώπων. Για τους εφεσείοντες κατέθεσε ο εφεσείων Ανδρέας Φραντζής.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αξιολόγησε την ενώπιον του μαρτυρία, έκαμε δεκτή τη μαρτυρία της εφεσίβλητης και κατέληξε στη διαπίστωση ότι οι εφεσείοντες οφείλουν στην εφεσίβλητη τα αξιούμενα ποσά.
Επιδιώκοντας την ανατροπή της πιο πάνω διαπίστωσης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, οι εφεσείοντες καταχώρισαν την παρούσα έφεση. Προβάλλουν αριθμό λόγων ακύρωσης της πρωτόδικης απόφασης, τους οποίους προχωρούμε να εξετάσουμε.
Λόγος έφεσης 1
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψιν του τη θέση των Εφεσειόντων 2 και 3 ότι το επίδικο γραμμάτιο δεν έγινε ποτέ τεκμήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης."
Σχετικό με τον πιο πάνω λόγο ένστασης, επιχείρημα, προβλήθηκε και πρωτόδικα και απορρίφθηκε. Παραθέτουμε αυτούσιο το αιτιολογικό της απόρριψης από την πρωτόδικη απόφαση:
"Οι Εναγόμενοι παραδέχθηκαν την υπογραφή και τους όρους του επίδικου γραμματίου, όπως εκτίθενται στην Έκθεση Απαίτησης, και ως εκ τούτου η θέση του κ. Κωνσταντίνου ότι το επίδικο γραμμάτιο έπρεπε να είχε κατατεθεί ως τεκμήριο κατά την ακροαματική διαδικασία δεν με βρίσκει σύμφωνο. Εκείνο που ουσιαστικά ισχυρίζονται οι Εναγόμενοι (μετά που εγκατέλειψαν τις άλλες υπερασπίσεις τους) είναι ότι το υπόλοιπο ποσό του γραμματίου μετά την καταβολή των £7.000 μεταφέρθηκε σε λογαριασμό της Laiki, με αποτέλεσμα αυτό να εξοφληθεί."
Έχουμε ήδη παραθέσει πιο πάνω σειρά γεγονότων τα οποία, όπως έχει πρωτοδίκως διαπιστωθεί, δεν αμφισβητούνται. Στην εν λόγω διαπίστωση το πρωτόδικο Δικαστήριο οδηγήθηκε τόσο από το περιεχόμενο δήλωσης παραδεκτών γεγονότων στην οποία προέβησαν οι δύο συνήγοροι κατά το χρόνο έναρξης της ακροαματικής διαδικασίας, όσο και από την ενώπιον του Δικαστηρίου αποδεκτή μαρτυρία. Θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσια τη δήλωση παραδεκτών γεγονότων των δύο συνηγόρων:
"κ. Κωνσταντίνου: Σε αυτό το στάδιο δηλώνω ότι είναι παραδεκτό από την πλευρά των εναγομένων 2 και 3 ότι υπεγράφη το γραμμάτιο συνήθους τύπου εν τη εννοία του Νόμου για το οποίο γίνεται αναφορά στην έκθεση απαίτησης και ότι το μοναδικό επίδικο θέμα που παραμένει είναι ότι σε σχέση με το ποσό των £82.889,86 καταβλήθηκε ποσό £7.000 μετά την υπογραφή του γραμματίου και ότι το υπόλοιπο ποσό του γραμματίου μεταφέρθηκε σε άλλο λογαριασμό και εξοφλήθηκε το γραμμάτιο τούτο.
κ. Παπαθεοδώρου: Συμφωνώ."
Ενώπιον μας προβλήθηκε η θέση ότι, ενόψει της αντίφασης ως προς την ημερομηνία υπογραφής του γραμματίου - σύμφωνα με την εφεσίβλητη σαν ημερομηνία υπογραφής του γραμματίου φέρεται η 1/1/2000, ενώ σύμφωνα με τους εφεσείοντες η 10/1/2000 - η παρουσίαση του γραμματίου στο πρωτόδικο Δικαστήριο ως τεκμηρίου καθίστατο επιβεβλημένη. Η θέση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Ενόψει των παραδεκτών και των λοιπών αδιαμφισβήτητων γεγονότων, η κατάθεση του γραμματίου ως τεκμηρίου, δεν ήταν απαραίτητη.
Υιοθετούμε το αιτιολογικό της απόρριψης του συνυφασμένου με τον πρώτο λόγο έφεσης επιχειρήματος, από το πρωτόδικο Δικαστήριο και κρίνουμε ότι ο σχετικός λόγος έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.
Λόγοι έφεσης 2, 3, 4 και 5
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε αξιόπιστο τον μάρτυρα των Εφεσίβλητων ενώ αυτός είχε προβεί σε γραπτή ψευδή ένορκη δήλωση στην ίδια υπόθεση, καθώς επίσης η μαρτυρία του έρχεται σε αντίθεση με τα τεκμήρια που ευρίσκονται στον φάκελο της υπόθεσης." - (Λόγος έφεσης 2)
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν απέρριψε την αγωγή αφού το ποσόν του γραμματίου απαιτείτο και στην αγωγή 8472/03 του Επαρχιακού δικαστηρίου Λευκωσίας." - (Λόγος έφεσης 3)
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψιν του τα τεκμήρια που είναι κατατεθειμένα και τα οποία έμειναν αναντίλεκτα τόσον ως έγγραφα όσον και το περιεχόμενο των τα οποία εξέδωσαν είτε οι Εφεσίβλητοι είτε οι Ενάγοντες στην αγωγή 8472/03 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας." - (Λόγος έφεσης 4)
"Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι δεν εκχωρήθηκαν τα δικαιώματα των Εφεσίβλητων στην Laiki Insurance Agencies Ltd."
- (Λόγος έφεσης 5)
Οι τέσσερεις πιο πάνω λόγοι έφεσης είναι συναφείς και έχουν κοινό στόχο∙ την ορθότητα του ευρήματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσίβλητη δεν εκχώρησε στη Laiki τα δικαιώματα της σε σχέση με το γραμμάτιο και συνεπώς ότι οι εφεσείοντες εξακολουθούν να οφείλουν στην εφεσίβλητη τα αξιούμενα ποσά. Γι' αυτό και θα εξεταστούν μαζί.
Οι επί του προκειμένου θέσεις των εφεσειόντων περιστρέφονται γύρω από τους εξής άξονες: Το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν έλαβε υπόψη του κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του μάρτυρα της εφεσίβλητης, επί της οποίας το πρωτόδικο Δικαστήριο εδράζει τα ευρήματα και τις διαπιστώσεις του, ότι ο εν λόγω μάρτυρας εσκεμμένα προέβη σε ψευδή ένορκη δήλωση αναφορικά με το ύψος του οφειλόμενου δυνάμει του γραμματίου ποσού, επιτυγχάνοντας έτσι την έκδοση απόφασης εναντίον των πρώην εναγομένων 1 για μεγαλύτερο ποσό αποκρύπτοντας το γεγονός της καταβολής συνολικού ποσού £7.000 έναντι, πριν την έγερση της αγωγής. Επίσης, εσφαλμένα απεδέχθη ως αληθή τον ισχυρισμό του ίδιου μάρτυρα ότι, ευθύς ως διαπίστωσε ότι το επίδικο ποσό αποτελεί αντικείμενο αξίωσης και στην αγωγή της Laiki 8472/03, ενημέρωσε αμέσως το δικηγόρο της εφεσίβλητης περί τούτου. Επίσης, δεν αξιολόγησε ορθά το περιεχόμενο των εγγράφων τεκμηρίων, το οποίο παρέμεινε ουσιαστικά αναντίλεκτο, και από το οποίο προκύπτει ότι η εφεσίβλητη εκχώρησε τα απορρέοντα από το γραμμάτιο δικαιώματα της στη Laiki στις 21/5/2000, ημερομηνία μεταφοράς του υπολοίπου στο λογαριασμό της νέας εταιρείας. Τέλος, εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε το γεγονός της μεταφοράς του οφειλόμενου δυνάμει του γραμματίου υπολοίπου και της ενσωμάτωσης του στο λογαριασμό που τηρείτο με τη Laiki. Αναφορικά με τους υπό στοιχεία 3 και 5 λόγους έφεσης επισημαίνουμε το γεγονός ότι στο περίγραμμα αγόρευσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων, προφανώς με στόχο την τεκμηρίωση των συγκεκριμένων λόγων, για πρώτη φορά επικαλείται και τις αρχές του κωλύματος (estoppel). Υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι η διεκδίκηση του επίδικου ποσού και στα πλαίσια της αγωγής 8472/03, καταδεικνύει ξεκάθαρα ότι το ποσό μεταφέρθηκε στο νέο λογαριασμό και συνεπώς η εφεσίβλητη εμποδίζεται από του να το αξιώνει και στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας.
Οι συγκεκριμένοι λόγοι έφεσης φέρνουν στο προσκήνιο τις αρχές που διέπουν την εξουσία επέμβασης του Εφετείου στην πρωτόδικη κρίση αναφορικά με θέματα αξιολόγησης μαρτύρων και γενικότερα μαρτυρίας από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Έχει κατ' επανάληψη λεχθεί ότι το θέμα αξιολόγησης μαρτυρίας, κατά κύριο λόγο ανήκει στο πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά των μαρτύρων μέσα στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης. Το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει στην κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε θέματα αξιοπιστίας. Επέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο εκεί όπου οι διαπιστώσεις κρινόμενες εξ αντικειμένου καταφαίνονται ανυπόστατες ή αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν βρίσκουν έρεισμα στη μαρτυρία που έγινε αποδεκτή ως αξιόπιστη από το πρωτόδικο Δικαστήριο ή είναι αντίθετες με μαρτυρία που δεν έχει αμφισβητηθεί ή είναι κοινά αποδεκτή. Εκεί όπου με βάση το σύνολο της μαρτυρίας ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο Δικαστήριο να καταλήξει στις υπό αμφισβήτηση σχετικά με την αξιοπιστία διαπιστώσεις, το Εφετείο δεν επεμβαίνει. (Βλ. Παπακόκκινου ν. Σμιρλή κ.ά. (2001) 1 Α.Α.Δ. 1653 και Παπαμιλτιάδους ν. Ιωάννου (2007) 1 Α.Α.Δ. 1320).
Αναφορικά με τις πιο πάνω θέσεις των εφεσειόντων το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
"Ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εναγομένων υποστήριξε πως ο μάρτυρας αυτός δεν πρέπει να κριθεί αξιόπιστος γιατί κατά την έκδοση απόφασης εναντίον της Εναγόμενης 1 Εταιρείας λόγω μη καταχώρισης εμφάνισης, δεν ανέφερε ότι έγιναν πληρωμές. Ο μάρτυρας έδωσε τη δική του εξήγηση γι' αυτή την παράλειψη δηλώνοντας ότι αυτό έγινε εν αγνοία του και όχι εσκεμμένα, εξήγηση η οποία κρίνεται αποδεκτή από το Δικαστήριο. Μάλιστα δεν δίστασε να αναφέρει πως οι σημερινοί εργοδότες του, η Laiki, κακώς συμπεριέλαβαν στην αγωγή τους με αρ. 8472/03 (η οποία ως αναφέρθηκε δεν έχει ακόμη εκδικαστεί) το ποσό του γραμματίου."
.............................
"Η μαρτυρία του Εναγόμενου 2 ότι ουσιαστικά οι Ενάγοντες εκχώρησαν τα δικαιώματα τους προς τη Laiki επειδή αυτοί «συγχωνεύθηκαν» από αυτήν, καταρρίπτεται και από το γεγονός ότι στη συμφωνία, Τεκμήριο 1, που υπεγράφη την ίδια ημέρα που υπεγράφη το γραμμάτιο, δεν γίνεται αναφορά σε τέτοια εκχώρηση. Τουναντίον ρητά αναφέρεται ότι η Εναγόμενη 1 οφείλει στους Ενάγοντες το ποσό των £82.899,26σ. Αν υπήρχε τέτοια εκχώρηση, λογικά θα έπρεπε να γινόταν αναφορά σε αυτήν κατά τον χρόνο που υπεγράφη η συμφωνία, Τεκμήριο 1. Περαιτέρω, όπως ο ίδιος ο Εναγόμενος 2 δέχθηκε, του στάληκε το Τεκμήριο 2 το οποίο είναι έντυπο της Φιλικής με την επωνυμία της, και στο οποίο γίνεται αναφορά στο χρεωστικό του υπόλοιπο, το οποίο βεβαίως προέρχεται από το υπογραφέν γραμμάτιο. Το εν λόγω τεκμήριο φέρει ημερομηνία 22.5.2000 και συνεπώς αν ήταν ορθή η θέση του ότι στις 21.5.2000 έγινε εκχώρηση των δικαιωμάτων της Φιλικής προς τη Laiki δεν υπήρχε κανένας λόγος να του σταλεί το σχετικό έντυπο της Φιλικής. Ούτε βεβαίως η αξίωση του ποσού του γραμματίου με την αγωγή 8472/03 από τη Laiki αποδεικνύει από μόνη της την εκχώρηση των δικαιωμάτων των Εναγόντων προς αυτήν. Άλλωστε, ως ελέχθη πιο πάνω, η Laiki δέχθηκε, μέσω του κ. Γιάγκου, ότι κακώς αξιώνεται με την αγωγή 8472/03 και το ποσό του γραμματίου.
Ούτε και από το γεγονός ότι το ποσό του γραμματίου παρουσιάζεται στο τεκμήριο 3 αποδεικνύεται η εκχώρηση των δικαιωμάτων, αφού και εδώ ο μάρτυρας των Εναγόντων έδωσε τους λόγους για τους οποίους έγινε αυτή η μεταφορά του ποσού του γραμματίου στο εν λόγω Τεκμήριο, και οι οποίοι γίνονται δεκτοί από το Δικαστήριο, αφού ο μάρτυρας αυτός έχει κριθεί αξιόπιστος. Το Δικαστήριο βρίσκει ότι οι Εναγόμενοι 2 και 3 προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν και αυτό το γεγονός για να αποφύγουν τις υποχρεώσεις τους προς τους Ενάγοντες, όπως αυτές πηγάζουν από το γραμμάτιο που υπέγραψαν.
Εν κατακλείδι το Δικαστήριο βρίσκει ότι σε καμιά περίπτωση οι Ενάγοντες δεν εκχώρησαν τα δικαιώματα τους σε σχέση με το επίδικο γραμμάτιο στη Laiki. Βρίσκει επίσης ότι οι Εναγόμενοι έναντι του πιο πάνω γραμματίου κατέβαλαν μόνο το ποσό των £7.000, ως πιο πάνω αναφέρεται, με αποτέλεσμα να οφείλουν το ποσό των £75.899,26, ποσό το οποίο οι Εναγόμενοι δεν κατέβαλαν ούτε στους Ενάγοντες ούτε στη Laiki."
Λάβαμε υπόψη τις αρχές που διέπουν το θέμα στις οποίες έχουμε ήδη αναφερθεί πιο πάνω και εξετάσαμε με προσοχή τα όσα ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων προβάλλει για υποστήριξη του υπό στοιχείο 2 λόγου έφεσης. Οι εφεσείοντες οι οποίοι φέρουν και το βάρος απόδειξης να πείσουν το Εφετείο ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε με το να πιστέψει το μάρτυρα της εφεσίβλητης (Mylonas and Others v. Kaili (1967) 1 C.L.R. 77), δεν μας έχουν πείσει ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει διαπράξει οποιοδήποτε σφάλμα στην εκτίμηση του ως προς την αξιοπιστία του μάρτυρα της εφεσίβλητης. Κρίνουμε τους λόγους που το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει δώσει γιατί δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του μάρτυρα της εφεσίβλητης ικανοποιητικούς. Κατά συνέπεια, κρίνουμε ότι δεν παρέχεται περιθώριο επέμβασης του Εφετείου.
Αναφορικά με τους υπό στοιχεία 3 και 5 λόγους έφεσης παρατηρούμε και τα εξής: Τον περί κωλύματος της εφεσίβλητης ισχυρισμό, οι εφεσείοντες εγείρουν για πρώτη φορά στα πλαίσια του περιγράμματος αγόρευσης του δικηγόρου τους. Ούτε στους λόγους έφεσης εγείρεται τέτοιος ισχυρισμός και πολύ περισσότερο στα δικόγραφα τους. Η παράλειψη τους να εγείρουν ρητά τον εν λόγω ισχυρισμό στα δικόγραφά τους, από μόνη της συνιστά παράγοντα που καθορίζει και τη μοίρα του συγκεκριμένου λόγου έφεσης (βλ. Λάμπρου κ.ά. ν. Κεφάλα κ.ά. (2000) 1 Α.Α.Δ. 1516, 1525). Εν πάση όμως περιπτώσει, θα πρέπει να πούμε ότι δεν συμφωνούμε με την επί του προκειμένου θέση του συνηγόρου των εφεσειόντων. Εκτός του ότι η κατ' ισχυρισμό εκχώρηση στη Laiki των δικαιωμάτων της εφεσίβλητης που πηγάζουν από το γραμμάτιο αμφισβητείται σαν γεγονός από την εφεσίβλητη και δεν έχει αποδειχθεί, η εφεσίβλητη δεν είναι διάδικος στην αγωγή 8472/03. Πέραν τούτου απουσιάζει οποιασδήποτε μορφής συγκατάθεση από πλευράς της για τη συμπερίληψη του εκκρεμούντος υπολοίπου και στην αγωγή 8472/03, η οποία υπενθυμίζουμε ηγέρθη από τη Laiki. Ως εκ τούτου, οι αρχές του δεδικασμένου, ούτως ή άλλως, δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση μας.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους και οι υπό στοιχεία 2, 3, 4 και 5 λόγοι έφεσης απορρίπτονται.
Ενόψει όλων των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, πλέον Φ.Π.Α.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ