ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 1082
10 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΘΟΥΛΗΣ ΠΑΠΟΥΤΑ,
Εφεσείων,
v.
1. ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΤΟΥΜΠΑ,
2. Δ. & Θ. ΤΟΥΜΠΑΣ ΛTΔ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 159/2007)
Αμέλεια ― Τροχαίο ατύχημα ― Απόδοση αποκλειστικής ευθύνης για πρόκληση του ατυχήματος στον εφεσείοντα του οποίου το φορτηγό συγκρούστηκε με προπορευόμενο όχημα το οποίο έδειξε με το σηματοδότη του έξοδό του από το δρόμο προς τα δεξιά ― Εφετείο επιμέρισε την ευθύνη σε ποσοστό 80% στον οδηγό του φορτηγού και σε ποσοστό 20% στον οδηγό του άλλου οχήματος.
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Αποτελεί κατ' εξοχήν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Προϋποθέσεις επέμβασης του Εφετείου.
Αμέλεια ― Καθήκον επιμέλειας ― Συνδέεται άρρηκτα με τα γεγονότα της υπόθεσης ― Ανάγκη να αποδεικνύεται πάντοτε η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ της παραβίασης του καθήκοντος επιμέλειας και της ζημιάς που προκύπτει.
Στις 16.9.1998 ο εφεσίβλητος 1, ενώ οδηγούσε όχημα ιδιοκτησίας των εφεσιβλήτων 2, έδειξε με το δείκτη πορείας του ότι θα έστριβε δεξιά με σκοπό να εξέλθει του οδοστρώματος. Ελάττωσε όμως ταχύτητα λόγω υφιστάμενης υψομετρικής διαφοράς με αποτέλεσμα να καθυστερήσει να ολοκληρώσει την έξοδό του. Το όχημά του, ενώ βρισκόταν σχεδόν κάθετα στο δρόμο συγκρούστηκε με το φορτηγό του εφεσείοντος, ο οποίος αντί να ελαττώσει ταχύτητα επιχείρησε προσπέρασμα. Η σύγκρουση επεσυνέβηκε στη δεξιά πλευρά του δρόμου, ο οποίος ήταν ευθύς με ορατότητα. Ο εφεσίβλητος 1 και οι εφεσίβλητοι 2 ήγειραν ξεχωριστές αγωγές για αποζημιώσεις εναντίον του εφεσείοντος. Ο εφεσίβλητος 1 κατέστη τριτοδιάδικος στην αγωγή που ήγειραν οι εφεσίβλητοι 2 εναντίον του εφεσείοντος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέδωσε αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα στον εφεσείοντα. Το θέμα της ευθύνης αποτέλεσε και το μόνο θέμα το οποίο εκδικάστηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου αφού οι εκατέρωθεν απαιτήσεις συμφωνήθηκαν πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, επί πλήρους ευθύνης.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την κατάληξη του Δικαστηρίου με την οποία οι εφεσίβλητοι απαλλάγηκαν από συντρέχουσα αμέλεια για το ατύχημα.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Με βάση τα ίδια τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η τελική του κατάληξη ως προς το ποσοστό ευθύνης μεταξύ των δύο οδηγών είναι λανθασμένη.
2. Ο εφεσίβλητος 1, δεν εκτέλεσε την υποχρέωσή του να επαναλάβει την επιτήρηση του ακολουθούντος οχήματος έτσι ώστε να διαπιστώσει, προτού επιχειρήσει έξοδο προς τα δεξιά, ότι το σήμα της πορείας του είχε γίνει αντιληπτό. Αν κοιτούσε, ενδεχομένως να έβλεπε το φορτηγό του εφεσείοντος που άρχισε να κινείται στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Δεν θα ήταν ούτε λογικό ούτε και αναμενόμενο από ένα σώφρονα οδηγό να επιχειρήσει στρίψιμο δεξιά με πορεία εκτός δρόμου και να σταματήσει χωρίς λόγο μέσα στο οδόστρωμα του δρόμου. Οι πιο πάνω παραλείψεις του εφεσίβλητου 1 τον καθιστούν υπεύθυνο σε ποσοστό 20% για την πρόκληση του ατυχήματος.
3. Ενόψει του πιο πάνω επιμερισμού ευθύνης η πρωτόδικη απόφαση σε σχέση με την επιδίκαση των αποζημιώσεων τροποποιείται αναλόγως. Επιδικάστηκε επίσης υπέρ του εφεσείοντος ποσό €650,00 ενόψει της μερικής επιτυχίας της έφεσης.
Η έφεση επιτράπηκε μερικώς. Τα έξοδα της πρωτόδικης απόφασης μειώθηκαν αναλόγως.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Στυλιανού κ.ά. v. Farah (2004) 1 (B) Α.Α.Δ. 1256,
Ζήνωνος v. Λαϊκής Χρηματοδοτήσεις Λτδ (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 927,
Ιωάννου v. Στυλιανού (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1861,
Δημητριάδης v. Φαρφαρά (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 430.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λοΐζου, Ε.Δ.), (Αγωγές Αρ. 1819/01, 1820/01), ημερομ. 12.6.2007.
Χρ. Ερωτοκρίτου, για τον Εφεσείοντα.
Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κ. Παμπαλλή, Δ..
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 16.9.1998 επεσυνέβη τροχαίο ατύχημα μεταξύ του οχήματος με αριθμό εγγραφής ΕΚΕ 801, ιδιοκτησία των εφεσίβλητων 2, οδηγούμενο από τον εφεσίβλητο 1 και του φορτηγού με αριθμό εγγραφής FC 155 το οποίο οδηγείτο από τον εφεσείοντα.
Οι δυο εφεσίβλητοι είχαν καταχωρήσει εναντίον του εφεσείοντα ξεχωριστές αγωγές και ο τελευταίος ανταπαιτητικώς διεκδικούσε τη καταβολή των δικών του ζημιών. Σε κάποιο στάδιο πριν την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας συμφωνήθηκαν οι εκατέρωθεν απαιτήσεις επί πλήρους ευθύνης και προχώρησε η ακρόαση για το θέμα της ευθύνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού άκουσε τους δυο εμπλεκόμενους στο δυστύχημα οδηγούς, κατέληξε ότι αποκλειστική ευθύνη για το ατύχημα φέρει ο εφεσείων και έκδωσε ανάλογη απόφαση για τις συμφωνηθείσες αποζημιώσεις.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της κατάληξης του δικαστηρίου προωθώντας πέντε διαφορετικούς λόγους. Προβάλλεται αρχικώς ότι ο εφεσίβλητος 1, ευθύνεται για το ατύχημα, κρίνοντας από τις προκληθείσες στα δυο οχήματα ζημιές ή τουλάχιστον συνέβαλε ουσιωδώς, και ότι δεν άσκησε αποτελεσματικά έλεγχο, αφού δεν είχε αντίληψη της τροχαίας κίνησης εντός του δρόμου.
Στη συνέχεια, αμφισβητούνται τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τη θέση του αυτοκινήτου του εφεσείοντα, όταν ο εφεσίβλητος 1 κινήθηκε δεξιότερα εντός του δρόμου. Περαιτέρω, υποβλήθηκε ότι το εύρημα περί αναξιοπιστίας του εφεσείοντα ήταν λανθασμένο.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι υπήρξε λανθασμένη αντίκριση των περιστατικών της υπόθεσης από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Κρίθηκε, συνέχισε, ως σύγκρουση του ακολουθούντος οχήματος σε προπορευόμενο. Δεν ήταν αυτή η περίπτωση αφού ο εφεσείων προσπερνούσε όταν ο εφεσίβλητος 1 κινήθηκε δεξιά για να εισέλθει στη δεξιά πλευρά του δρόμου, χωρίς να υπάρχει ούτε δρόμος, ούτε πάροδος. Το γεγονός ότι κοίταξε πίσω του, έθεσε το δείχτη πορείας και δεν ξανακοίταξε, υποδηλοί αμέλεια υποστήριξε η συνήγορος.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, υποστήριξε ότι το γεγονός ότι ο εφεσίβλητος 1, έθεσε σε λειτουργία το δείκτη πορείας του προτού κινηθεί δεξιά δεν αμφισβητήθηκε. Η υφιστάμενη υψομετρική διαφορά ήταν η αιτία που ο εφεσίβλητος 1, ελάττωσε ταχύτητα πριν στρίψει δεξιά και βρισκόταν κάθετα στο δρόμο. Θεώρησε ο συνήγορος εύλογο και ορθό το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι τα δυο οχήματα δεν ήταν δίπλα-δίπλα σε κανένα σημείο, όπως υποστήριξε κατά τη δίκη ο εφεσείων.
Η αξιολόγηση της προσαχθείσας μαρτυρίας ανήκει, όπως είναι νομολογιακώς τεκμηριωμένο, στον εκδικάσαντα δικαστή. Στυλιανού κ.ά. v. Farah (2004) 1(Β) Α.Α.Δ. 256 και Ζήνωνος v. Λαϊκής Χρηματοδοτήσεις Λτδ (2002) 1(Β) Α.Α.Δ. 927.
Εξετάζοντας τα πρακτικά της υπόθεσης κρίνουμε ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε το μεμπτό που μπορεί να οδηγήσει σε ανατροπή των ευρημάτων αξιοπιστίας που έκαμε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ταυτοχρόνως βρίσκουμε απόλυτα ορθή τη νομική ανάλυση ως προς τον εντοπισμό ευθύνης κάθε οδηγού και του τρόπου αντίκρυσης τυχόν συντρέχουσας αμέλειας. Με βάση όμως τα ίδια τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου βρίσκουμε ότι η τελική του κατάληξη ως προς το ποσοστό ευθύνης μεταξύ των δυο οδηγών είναι λανθασμένη.
Ο εφεσείων οδηγούσε σ' ένα δρόμο που ήταν ευθύς με ορατότητα. Είδε μπροστά του ένα αυτοκίνητο που είχε σε λειτουργία το δείκτη πορείας. Το εν λόγω αυτοκίνητο κινήθηκε δεξιά με σκοπό να εξέλθει του οδοστρώματος. Το αυτοκίνητο του εφεσίβλητου 1 καθυστέρησε να ολοκληρώσει την έξοδό του, βρισκόμενο σχεδόν κάθετα στο δρόμο. Ο εφεσείων αντί να ελαττώσει ταχύτητα επιχείρησε προσπέρασμα με αποτέλεσμα να επέλθει σύγκρουση στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Συνεπώς, ορθώς κρίθηκε αμελής.
Ήταν όμως ο μόνος που συνέβαλε στο ατύχημα; Η απάντηση είναι όχι. Το καθήκον επιμέλειας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης (Ιωάννου v. Στυλιανού (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1861) και παραλλήλως να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια της ενέργειας ή παράλειψης με την προκληθείσα ζημιά (Δημητριάδης v. Φαρφαρά (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 430.
Ο εφεσίβλητος 1, κοιτάζοντας από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου του, είδε ότι τον ακολουθούσε ένα όχημα, βρισκόμενο σε μεγάλη απόσταση. Έθεσε σε λειτουργία το δείκτη πορείας του οχήματος, δεικνύοντας τη σαφή πρόθεσή του να εισέλθει δεξιά. Παραδέχτηκε ότι καθυστέρησε να ολοκληρώσει την έξοδό του λόγω υψομετρικής διαφοράς του οδοστρώματος με τον ανοιχτό χώρο που θα εισερχόταν. Στη συνέχεια έγινε η σύγκρουση στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Χωρίς στο μεταξύ ο εφεσίβλητος 1 να ξανακοιτάξει από το καθρεφτάκι του αυτοκινήτου του ως προς την πορεία του ακολουθούντος οχήματος.
Ο εφεσίβλητος 1, είχε υποχρέωση, όχι μόνο να κοιτάξει πίσω του πριν θέσει σε λειτουργία το δείκτη πορείας του, για την τροχαία κίνηση που πιθανώς να τον ακολουθούσε, πράγμα που έκαμε, αλλά όφειλε να επαναλάβει την επιτήρηση του ακολουθούντος οχήματος έτσι ώστε να διαπιστώσει, προτού επιχειρήσει έξοδο προς τα δεξιά, αν το σήμα του είχε γίνει αντιληπτό. Αν κοιτούσε ενδεχομένως να έβλεπε το φορτηγό του εφεσείοντα που άρχισε να κινείται στη δεξιά πλευρά του δρόμου. Δεν θα ήταν ούτε λογικό ούτε και αναμενόμενο από ένα σώφρονα οδηγό να επιχειρήσει στρίψιμο δεξιά με πορεία εκτός δρόμου και να σταματήσει χωρίς λόγο μέσα στο οδόστρωμα του δρόμου. Οι πιο πάνω παραλείψεις του εφεσίβλητου 1 συνέβαλαν μερικώς στο ατύχημα και καταλήγουμε σε κατανομή 80% ευθύνης για τον εφεσείοντα και 20% ευθύνης για τον εφεσίβλητο 1.
Έχοντας υπόψη τον πιο πάνω καταμερισμό η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ως ακολούθως:
Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου 1, (ενάγοντα στην Αγωγή Αρ. 1819/01) και εναντίον του εφεσείοντα (εναγομένου στην ίδια αγωγή) για €3.348,00 (£1.960,00 Λ.Κ.) πλέον νόμιμο τόκο από τις 16.11.2006.
Εκδίδεται απόφαση υπέρ του εφεσείοντα (εναγόμενου στην αγωγή 1819/01) ανταπαιτητικώς εναντίον του εφεσίβλητου 1 για το ποσό των €683 (£400 Λ.Κ.) πλέον νόμιμο τόκο από τις 16.11.2006.
Σε συνάρτηση με την απαίτηση στην Αγωγή Αρ. 1820/01 εκδίδεται απόφαση υπέρ των εφεσίβλητων 2 και εναντίον του εφεσείοντα για το ποσό των €3.690,00 (£2.160,00 Λ.Κ.) με νόμιμο τόκο από 9.1.2004. Εκδίδεται απόφαση, ως συνεισφορά, υπέρ του εφεσείοντα (εναγόμενου στην αγωγή 1820/01) και εναντίον του εφεσίβλητου 1 (τριτοδιάδικου) για ποσό €922 (£540 Λ.Κ.), πλέον νόμιμο τόκο από 16.11.2004.
Τα έξοδα της πρωτόδικης απόφασης μειώνονται αναλόγως. Λαμβανομένης υπ' όψιν της μερικής επιτυχίας της έφεσης ποσό €650,00 επιδικάζεται υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων.
Η έφεση επιτρέπεται μερικώς. Τα έξοδα της πρωτόδικης απόφασης μειώνονται αναλόγως.